75. (1) Στον παρόντα Νόμο «βιομηχανοποιημένα καπνά» θεωρούνται:
(α) τα τσιγάρα:
(i) οι κύλινδροι καπνού που μπορούν να καπνίζονται ως έχουν και οι οποίοι δεν είναι πούρα ή σιγαρίλος,
(ii) οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό γλιστρούν μέσα σε σωλήνες τσιγάρων,
(iii) οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό περιτυλίγονται σε τσιγαρόχαρτα.
(β) τα πούρα ή σιγαρίλος:
(i) οι κύλινδροι καπνού που αποτελούνται εξ ολοκλήρου από φυσικό καπνό,
(ii) οι κύλινδροι καπνού που είναι εφοδιασμένοι με εξωτερικό περίβλημα από φυσικό καπνό,
(iii) οι κύλινδροι καπνού με κοπανισμένο μείγμα καπνού και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου που καλύπτει πλήρως το προϊόν και όπου χρειάζεται και το φίλτρο, εκτός από το ακροστόμιο καλαμάκι και το συνδετικό όσον αφορά τα πούρα με ακροστόμιο καλαμάκι και τα δύο από ανακατεργασμένο καπνό, όπου το βάρος της μονάδας, μη περιλαμβανομένου του φίλτρου ή του τμήματος που εισέρχεται στο στόμα δεν είναι μικρότερο από 1,2g και όπου το περιτύλιγμα προσαρμόζεται σε σπειροειδές σχήμα με οξεία γωνία τουλάχιστον 30° στον άξονα κατά μήκος του πούρου,
(iv) οι κύλινδροι καπνού με κοπανισμένο μείγμα καπνού και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου, από ανακατεργασμένο καπνό, που καλύπτει πλήρως το προϊόν και όπου χρειάζεται και το φίλτρο, εκτός από το ακροστόμιο καλαμάκι όσον αφορά τα πούρα με ακροστόμιο καλαμάκι, όπου το βάρος της μονάδας, μη περιλαμβανομένου του φίλτρου ή του τμήματος που εισέρχεται στο στόμα, δεν είναι μικρότερο από 2,3g και όπου η περίμετρος σε πάνω από το ένα τρίτο τουλάχιστο του μήκους δεν είναι μικρότερη από 34mm.
(γ) ο λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων:
(i) O κομμένος ή κατ’ άλλο τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κάπνισμα χωρίς μεταγενέστερη βιομηχανική μεταποίηση, και του οποίου τουλάχιστον το 25% του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής μικρότερο από ένα (1) χιλιοστόμετρο,
(ii) ο καπνός καπνίσματος στον οποίο περισσότερο από 25% του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής μεγαλύτερο από ένα (1) χιλιοστόμετρο και ο οποίος πωλήθηκε ή προορίζεται να πωληθεί για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων.
(δ) άλλα καπνά για κάπνισμα:
(i) Ο κομμένος ή κατ’ άλλο τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, ο οποίος είναι κατάλληλος για κάπνισμα χωρίς μεταποίηση.
(ii) τα συσκευασμένα υπολείμματα καπνού για λιανική πώληση, που δεν εμπίπτουν στους παραπάνω ορισμούς (α), (β) και (γ), τα οποία μπορεί να χρησιμοποιηθούν για κάπνισμα.
(2) Εξομοιώνονται με πούρα και σιγαρίλος τα προϊόντα που αποτελούνται κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, ανταποκρίνονται όμως στα λοιπά κριτήρια του ορισμού (β) του εδαφίου (1), εφόσον τα προϊόντα αυτά φέρουν αντίστοιχα:
(α) περίβλημα από φυσικό καπνό,
(β) περίβλημα και υποπερίβλημα από ανακατεργασμένο καπνό,
(γ) περίβλημα από ανακατεργασμένο καπνό.
(3) Εξομοιώνονται με τσιγάρα και άλλα καπνά για κάπνισμα τα προϊόντα που αποτελούνται εξ ολοκλήρου ή κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό ανταποκρίνονται όμως στα άλλα κριτήρια των ορισμών (α) και (δ) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου.
(4) Τα τσιγάρα και τα άλλα καπνά για κάπνισμα που αποτελούνται εξ ολοκλήρου από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, δεν θεωρούνται βιομηχανοποιημένα καπνά, εφόσον προορίζονται αποκλειστικά για ιατρική χρήση .
76. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιβάλλεται, εισπράττεται και καταβάλλεται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας ειδικός φόρος κατανάλωσης στα βιομηχανοποιημένα καπνά που καθορίζονται στο Τέταρτο Παράρτημα σύμφωνα με τους συντελεστές που εκτίθενται στο ίδιο Παράρτημα.
(2) (α) Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των τσιγάρων καθορίζεται σε ποσοστό επί της πλέον ζητούμενης τιμής λιανικής πώλησής τους, το οποίο διαρθρώνεται σε ένα πάγιο στοιχείο και σε ένα αναλογικό στοιχείο.
(β) Το πάγιο στοιχείο είναι ίσο προς ποσοστό που κυμαίνεται μεταξύ 5% έως 55% της συνολικής επιβάρυνσης, η οποία προκύπτει από άθροισμα του ειδικού φόρου κατανάλωσης και του φόρου προστιθέμενης αξίας που επιβάλλονται στην πλέον ζητούμενη τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων και είναι το ίδιο (πάγιο στοιχείο) για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων, ανεξάρτητα από την τιμή λιανικής πώλησής τους:
Νοείται ότι το ύψος του ποσοστού του πάγιου στοιχείου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
(γ) Το αναλογικό στοιχείο είναι αποτέλεσμα του κλάσματος που έχει ως αριθμητή το γινόμενο του συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης επί την πλέον ζητούμενη τιμή, μείον τον πάγιο φόρο και παρονομαστή την πλέον ζητούμενη τιμή.
(3) Η πλέον ζητούμενη τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων που λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα τσιγάρα, καθορίζεται ανεξάρτητα από το σήμα και την προέλευσή τους, σύμφωνα με τα στοιχεία συνολικών πωλήσεων που είναι γνωστά την 1ην Ιανουαρίου κάθε έτους, με γνωστοποίηση του Διευθυντή και η έναρξη εφαρμογής της ορίζεται μεταξύ 1 και 15 Ιανουαρίου κάθε έτους.
(4) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου τιμή λιανικής πώλησης, είναι η ανώτερη τιμή λιανικής πώλησης προς τους καταναλωτές, κάθε συγκεκριμένου προϊόντος βιομηχανοποιημένου καπνού, στην οποία περιλαμβάνονται και οι επιβαλλόμενοι τελωνειακοί δασμοί, ειδικοί φόροι κατανάλωσης και Φόρος Προστιθέμενης Αξίας.
77. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των βιομηχανοποιημένων καπνών που εισάγονται και μεταφέρονται από ιδιώτες ή παραλαμβάνονται με ταχυδρομικά δέματα από ιδιώτες αποκλειστικά για την ατομική τους χρήση, σε ποσότητα μεγαλύτερη από εκείνη που επιτρέπεται ατελώς δυνάμει των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας, υπολογίζεται με βάση πλασματικές τιμές λιανικής πώλησης που καθορίζονται από το Διευθυντή κατά δικαία κρίση.
78. Για σκοπούς υπολογισμού του ειδικού φόρου κατανάλωσης ένας κύλινδρος κατά την έννοια της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 75, με βάση το μήκος του, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το φίλτρο και το επιστόμιο του, θεωρείται:
(α) ως ένα τσιγάρο, όταν έχει μήκος μέχρι εννέα (9) εκατοστά,
(β) ως δύο τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από εννέα (9) και μέχρι δεκαοκτώ (18) εκατοστά,
(γ) ως τρία τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από δεκαοκτώ (18) μέχρι και εικοσιεπτά (27) εκατοστά και ούτω καθεξής.
79. (1) Οι ανώτερες τιμές λιανικής πώλησης των βιομηχανοποιημένων καπνών, που καταναλώνονται στη Δημοκρατία καθορίζονται ελεύθερα από τους καπνοβιομηχάνους ή τους εισαγωγείς των.
(2) Τα πρόσωπα του εδαφίου (1) υποχρεούνται, 15 ημέρες τουλάχιστον πριν από κάθε σκοπούμενη μεταβολή της τιμής των προϊόντων τους ή την κυκλοφορία νέων τύπων, να δηλώνουν τούτο εγγράφως στο Διευθυντή παρέχοντας τέτοιες λεπτομέρειες που ήθελε εκάστοτε καθορίσει ο Διευθυντής.
80. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να απαλλάξει τα πιο κάτω προϊόντα από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ή επιτρέψει την επιστροφή του καταβληθέντος σ’ αυτά ειδικού φόρου κατανάλωσης υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε επιβάλει:
(α) τα μετουσιωμένα επεξεργασμένα καπνά τα οποία:
(i) χρησιμοποιούνται στη Δημοκρατία για γεωπονικούς ή άλλους σκοπούς μετά από προηγούμενη αχρήστευσή τους, ή
(ii) εξάγονται αυτούσια, ή
(iii) καταστρέφονται από τις καπνοβιομηχανίες, ή
(iv) χρησιμοποιούνται για τη βιομηχανική παραγωγή ανακατεργασμένου καπνού,
(β) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που προορίζονται αποκλειστικά για επιστημονικές δοκιμές, καθώς και για δοκιμές σχετικές με την ποιότητα αυτών,
(γ) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που χρησιμοποιούνται εκ νέου από τον καπνοβιομήχανο.
(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο χρησιμοποιεί βιομηχανοποιημένα καπνά για άλλο από τον προβλεπόμενο στις απαλλαγές του εδαφίου (1) σκοπό, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα βιομηχανοποιημένα καπνά αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο έτη ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής, και τα βιομηχανοποιημένα καπνά υπόκεινται σε δήμευση.
81. (1) Τηρουμένων των όρων τους οποίους ήθελε ο Διευθυντής επιβάλει επιστρέφεται ο καταβληθείς ειδικός φόρος κατανάλωσης σε βιομηχανοποιημένα καπνά τα οποία λόγω υπερβολικής ξηρότητας ή άλλης φυσικής αιτίας καθίστανται ακατάλληλα για κατανάλωση και καταστρέφονται μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου προσώπου. Τα έξοδα καταστροφής βαρύνουν το πρόσωπο αυτό.
(2) Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που έχει καταβληθεί για τα προϊόντα που καταστρέφονται σύμφωνα με το εδάφιο (1) επιστρέφεται εφόσον η αίτηση περί καταστροφής υποβάλλεται στο Διευθυντή εντός τριετίας από τη λήξη του έτους επιβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης και η αίτηση για την επιστροφή υποβληθεί εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία πραγματοποίησης της καταστροφής.
82. Με γνωστοποίηση του Διευθυντή δύναται να καθορίζονται ενδείξεις που θα αναγράφονται ή επιτίθενται στα βιομηχανοποιημένα καπνά, τα οποία προορίζονται για τις ξένες πρεσβείες και διπλωματικές αποστολές ή για τα καταστήματα αφορολογήτων ειδών ή για εφοδιασμό των πλοίων και αεροσκαφών που αναχωρούν για το εξωτερικό, ή με άλλο τρόπο διατίθενται χωρίς την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης.