25.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Μέρους, δικαίωμα μόνιμης διαμονής στη Δημοκρατία έχει κάθε υπήκοος κράτους μέλους, ο οποίος έχει ασκήσει μη μισθωτή δραστηριότητα στη Δημοκρατία, και ο οποίος:
(α) (i) Κατά τη στιγμή που παύει την άσκηση της δραστηριότητάς του, έχει συμπληρώσει την προβλεπόμενη από την κυπριακή νομοθεσία ηλικία συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, και
(ii) ασκούσε στη Δημοκρατία τη δραστηριότητά του τουλάχιστον κατά τη διάρκεια των δώδεκα προηγούμενων μηνών, και
(iii) έχει διαμείνει συνεχώς στη Δημοκρατία για τουλάχιστον τρία έτη:
Νοείται ότι όπου η κυπριακή νομοθεσία δεν προβλέπει δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω γήρατος σε ορισμένες κατηγορίες μη μισθωτών εργαζομένων, η προϋπόθεση της ηλικίας θεωρείται πληρωθείσα, εφόσον ο δικαιούχος έχει συμπληρώσει το 65ο έτος·
(β) έχοντας διαμείνει συνεχώς στη Δημοκρατία για διάστημα πέραν των δύο ετών, παύει να ασκεί τη δραστηριότητά του στη Δημοκρατία λόγω μόνιμης ανικανότητας προς εργασία:
Νοείται ότι αν η ανικανότητα αυτή προήλθε λόγω εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής νόσου, που παρέχουν δικαίωμα συντάξεως πληρωτέας ολικά ή μερικά από το Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, δεν απαιτείται η προϋπόθεση διάρκειας διαμονής·
(γ) μετά από τριετή συνεχή δραστηριότητα και διαμονή στη Δημοκρατία, ασκεί τη δραστηριότητά του στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους, ενώ διατηρεί τη διαμονή του στη Δημοκρατία, όπου επιστρέφει, κατά κανόνα, καθημερινά ή τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα. Οι περίοδοι δραστηριότητας, που πραγματοποιήθηκαν κατά αυτόν τον τρόπο στην επικράτεια του άλλου κράτους μέλους υπολογίζονται, για την εκπλήρωση των προϋποθέσεων των παραγράφων (α) και (β) του παρόντος εδαφίου, ότι έλαβαν χώρα στη Δημοκρατία.
(2) Οι προϋποθέσεις διάρκειας διαμονής και δραστηριότητας που προβλέπονται από την παράγραφο (α) και η προϋπόθεση συνεχούς διαμονής που προβλέπεται από την παράγραφο (β) του εδαφίου (1) δεν απαιτούνται, αν ο/η σύζυγος του προσώπου που ασκεί τη μη μισθωτή δραστηριότητα είναι Κύπριος υπήκοος.
26.-(1) Δικαίωμα μόνιμης διαμονής αναγνωρίζεται και στα μέλη της οικογένειας του ασκούντος μη μισθωτή δραστηριότητα υπηκόου κράτους μέλους που απέκτησε σύμφωνα με το άρθρο 25 το δικαίωμα αυτό, εφόσον αυτά κατοικούν μαζί του στη Δημοκρατία. Ως μέλη οικογένειας θεωρούνται αυτά που αναφέρονται στα εδάφια (2) και (3) του άρθρου 15. Το δικαίωμα αυτό τους αναγνωρίζεται και μετά το θάνατο του κατόχου του δικαιώματος.
(2) Εάν το πρόσωπο που ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα αποβιώσει κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής του δραστηριότητας και πριν να αποκτήσει το δικαίωμα μόνιμης διαμονής στη Δημοκρατία, αναγνωρίζεται δικαίωμα μόνιμης διαμονής στα μέλη της οικογένειάς του, εφόσον -
(α) Ο αποβιώσας είχε διαμείνει συνεχώς στη Δημοκρατία για τουλάχιστον δύο έτη μέχρι την ημέρα του θανάτου του, ή
(β) ο θάνατος του οφειλόταν σε εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική νόσο, ή
(γ) ο/η σύζυγος που ζει είναι Κύπριος υπήκοος.
27. Διευκολύνεται η επάνοδος στη Δημοκρατία των μη μισθωτών εργαζομένων, οι οποίοι εγκατέλειψαν τη Δημοκρατία, όπου είχαν διαμείνει για μακρό χρονικό διάστημα και νοουμένου ότι άσκησαν δραστηριότητα, και οι οποίοι επιθυμούν να επιστρέψουν, εφόσον συμπλήρωσαν την ηλικία συνταξιοδότησης σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 25, ή είναι μόνιμα ανίκανοι προς εργασία.
28.- (1) Η συνεχής διαμονή, που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 25 και στο εδάφιο (2) του άρθρου 26, πιστοποιείται με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο σύμφωνα με τις διατάξεις της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας.
(2) Προσωρινές απουσίες που δεν υπερβαίνουν σε σύνολο τους τρεις μήνες ετήσια ή απουσίες μεγαλύτερης διάρκειας που οφείλονται στην εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων δεν θίγουν τη συνεχή διαμονή.
(3) Οι ακούσιες περίοδοι διακοπής της δραστηριότητας ή η διακοπή αυτής λόγω ασθένειας ή ατυχήματος, υπολογίζονται ως περίοδοι δραστηριότητας κατά την έννοια του εδαφίου (1) του άρθρου 25.
29.- (1) Για την άσκηση του δικαιώματος μόνιμης διαμονής, παρέχεται στο δικαιούχο προθεσμία δύο ετών από την ημέρα απόκτησης του δικαιώματος, όπως αυτό ορίζεται στις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 25 και του άρθρου 26. Κατά το διάστημα αυτό ο κάτοχος του δικαιώματος δύναται να εγκαταλείπει την επικράτεια της Δημοκρατίας χωρίς να επηρεάζεται το δικαίωμα αυτό.
(2) Δεν απαιτείται καμία ιδιαίτερη διατύπωση για την άσκηση του δικαιώματος διαμονής.
30.- (1) Στους δικαιούχους μόνιμης διαμονής, χορηγείται έγγραφη άδεια διαμονής κατόπιν σχετικής αιτήσεώς τους.
(2) Η άδεια διαμονής έχει διάρκεια ισχύος τουλάχιστον πέντε ετών από την ημερομηνία έκδοσής της, ισχύει για ολόκληρη την επικράτεια της Δημοκρατίας και ανανεώνεται αυτόματα κατόπιν αίτησης του ενδιαφερομένου.
(3) Διακοπές της διαμονής, οι οποίες δεν υπερβαίνουν τους έξι συνεχείς μήνες ή απουσίες μεγαλύτερης διάρκειας για την εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων, δεν θίγουν την ισχύ της άδειας διαμονής.
31. Για την έκδοση και την ανανέωση της άδειας διαμονής που χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία, τα τέλη που προβλέπονται στο άρθρο 12.
32. Πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται το παρόν Μέρος, που παραμένει στο έδαφος της Δημοκρατίας μετά την παρέλευση δύο ετών από την ημερομηνία απόκτησης του δικαιώματος μόνιμης διαμονής ή μετά τη λήξη της χορηγηθείσης σ΄ αυτό δυνάμει του άρθρου 30 άδειας διαμονής, είναι ένοχο αδικήματος, τιμωρούμενο με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες.