47.-(1) Για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η ΡΑΕΚ, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, δύναται να εκδίδει Κανονισμούς δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), Κανονισμοί που εκδίδονται από τη ΡΑΕΚ σύμφωνα με το εδάφιο (1) ρυθμίζουν, μεταξύ άλλων -
(α) Τη διαδικασία αναφορικά με:
(i) την υποβολή αίτησης για χορήγηση άδειας σύμφωνα με το άρθρο 9·
(ii)την εξέταση αίτησης και χορήγησης άδειας σύμφωνα με το άρθρο 10·
(iii)την επιβολή όρων, προϋποθέσεων και περιορισμών σε άδεια σύμφωνα με το άρθρου 11·
(iv)την τροποποίηση, αναστολή και ανάκληση άδειας σύμφωνα με το του άρθρο 12· και
(v)την άρνηση χορήγησης άδειας σύμφωνα με το άρθρο 14,
(β) τη διαδικασία υπολογισμού διοικητικών προστίμων που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 13(4),
(γ) τη διαδικασία ρυθμιζόμενης πρόσβασης, σύμφωνα με τα άρθρα 31 και 32,
(δ) τη διαδικασία επιβολής και ελέγχου των Υποχρεώσεων Δημόσιας Ωφέλειας, σύμφωνα με το άρθρο 39,
(ε) την προστασία πελατών κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 40,
(ζ) τα τέλη υποβολής αίτησης, τέλη παροχής εξαίρεσης από άδεια, τέλη μεταβίβασης και τέλη τροποποίησης άδειας,
(η) τις εξουσίες έρευνας της ΡΑΕΚ, και
(θ) οποιοδήποτε άλλο θέμα, το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού ή σε σχέση με το οποίο ο παρών Νόμος προβλέπει για έκδοση Κανονισμών.
48.-(1) Η ΡΑΕΚ, το Γραφείο της ΡΑΕΚ, οι διαχειριστές συστήματος διανομής, ο διαχειριστής συστήματος μεταφοράς, αποθήκευσης, εγκαταστάσεων ΥΦΑ, οι ιδιοκτήτες των δικτύων διανομής και μεταφοράς, εγκαταστάσεων αποθήκευσης και εγκαταστάσεων ΥΦΑ ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που ασκεί οποιαδήποτε αρμοδιότητα με βάση τον παρόντα Νόμο ή Κανονισμούς που δυνατό να εκδοθούν, απαγορεύεται να ανακοινώνει ή να χορηγεί σε τρίτους με οποιοδήποτε τρόπο εμπιστευτικά στοιχεία ή πληροφορίες, που έχουν περιέλθει σε γνώση του ή του έχουν γνωστοποιηθεί κατά την άσκηση της εν λόγω αρμοδιότητας και έχει καθήκον να προστατεύει οποιαδήποτε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που σχετίζεται με τα εν λόγω στοιχεία ή πληροφορίες:
Νοείται ότι, η υποχρέωση προς εχεμύθεια δεν ισχύει -
(α)Όταν παρέχεται η έγγραφη συγκατάθεση του προσώπου για το οποίο υπάρχει υποχρέωση προς εχεμύθεια,
(β)έναντι Δικαστηρίου της Δημοκρατίας,
(γ)έναντι Ερευνητικής Επιτροπής που διορίσθηκε και ενεργεί δυνάμει του περί Ερευνητικών Επιτροπών Νόμου,
(δ)έναντι ποινικού ανακριτή, ο οποίος διεξάγει ανάκρισης με βάση το άρθρο 4 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου,
(ε)έναντι της Μονάδας Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης, δυνάμει των περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμων του 1996 έως 2000,
(στ) έναντι της ΡΑΕΚ όσον αφορά οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο το οποίο ασκεί οποιαδήποτε αρμοδιότητα με βάση τον παρόντα Νόμο ή Κανονισμούς που δυνατό να εκδοθούν.
(2) Πρόσωπο, το οποίο, κατά παράβαση του εδαφίου (1), αποκαλύπτει οποιαδήποτε εμπιστευτικά στοιχεία ή πληροφορίες, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη (2) ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πενήντα μία χιλιάδες ευρώ (€51.000,00) ή και στις δύο αυτές ποινές.
48Α.-(1) Σε περίπτωση παράλειψης καταβολής του καθορισμένου ετήσιου τέλους εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία αυτό καθίσταται πληρωτέο, η ΡΑΕΚ δύναται να ανακαλέσει άδεια, καθώς επίσης και την άσκηση δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν με βάση άδεια που παραχωρήθηκε με απόφασή της.
(2) Σε περίπτωση που ολόκληρο ή μέρος οποιουδήποτε τέλους δεν πληρωθεί μέσα στην προθεσμία που καθορίζεται στους Κανονισμούς για τα τέλη που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 47(2)(α), ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη κύρωση που η ΡΑΕΚ δύναται να επιβάλει, το οφειλόμενο ποσό επιβαρύνεται με τόκο σύμφωνα με το ισχύον τραπεζικό επιτόκιο της Κεντρικής Τράπεζας στο οποίο προστίθεται τρία (3) τοις εκατόν, για τη διάρκεια της περιόδου για την οποία το οφειλόμενο τέλος, μέρος ή όλο, δεν έχει πληρωθεί.
49. Πρόσωπο, το οποίο αυτοπροσώπως ή δια υπαλλήλου του ή αντιπροσώπου του, κατά παράβαση του άρθρου 8 -
(α) Κατασκευάζει ή/και εκμεταλλεύεται εγκαταστάσεις φυσικού αερίου, ή/και αποθήκευσης, ή/και δικτύων αγωγών, αγωγών και συναφών εξοπλισμών·
(β) διεξάγει τη δραστηριότητα του διαχειριστή συστήματος·
(γ) εκτελεί οποιαδήποτε από τις αρμοδιότητες του ιδιοκτήτη εγκατάστασης φυσικού αερίου, ή/και εγκατάστασης αποθήκευσης, ή/και δικτύων αγωγών, αγωγών και συναφών εξοπλισμών·
(δ) προμηθεύει φυσικό αέριο, μεταξύ άλλων και σε πελάτες χονδρικής.
είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη (5), ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των ογδόντα πέντε χιλιάδων ευρώ (€85.000,00) ή και στις δύο αυτές ποινές.
50.-(1) Πρόσωπο, το οποίο αυτοπροσώπως ή δια υπαλλήλου του ή δια αντιπροσώπου του -
(α) Παραβιάζει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιοδήποτε όρο, προϋπόθεση ή/και περιορισμό άδειας,
(β) προβαίνει σε δυσμενή διάκριση μεταξύ προσώπων, κατηγοριών προσώπων ή μεταξύ χρηστών του δικτύου,
(γ) παραλείπει να συμμορφωθεί ή παραβιάζει τις διατάξεις του άρθρου 29 που αφορούν την τήρηση λογαριασμών,
(δ) παραβαίνει η παραλείπει να συμμορφωθεί με τις απαγορευτικές ή επιτακτικές διατάξεις οποιωνδήποτε Κανονισμών ή Διατάγματος, τα οποία εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου,
είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει πέντε έτη (5) ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των ογδόντα πέντε χιλιάδων ευρώ (€85.000,00) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2)(α) Πρόσωπο, το οποίο αυτοπροσώπως ή διά υπαλλήλου του ή διά αντιπροσώπου του παραβιάζει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του άρθρου 7Α(1)(β)(i) είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των τριακόσιων πενήντα χιλιάδων ευρώ (€350.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(β) Πρόσωπο που καταδικάζεται για αδίκημα σύμφωνα με την παράγραφο (α) στερείται, αυτόματα, του δικαιώματος να συναλλάσσεται, άμεσα ή έμμεσα, ενεργειακά προϊόντα χονδρικής ή να πραγματοποιεί συναλλαγές συμπεριλαμβανομένης της εντολής πραγματοποίησης διαπραγματεύσεων σε μια ή περισσότερες χονδρικές αγορές ενέργειας, για διάστημα πέντε (5) ετών από την καταδίκη του, εξαιρουμένης της ολοκλήρωσης προγενέστερων της καταδίκης του νόμιμων πράξεων.
(γ) Παράβαση των διατάξεων της παραγράφου (β) συνιστά ποινικό αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(δ) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει τις διατάξεις της παραγράφου (γ) στερείται, αυτόματα, του δικαιώματος να συναλλάσσεται, άμεσα ή έμμεσα, ενεργειακά προϊόντα χονδρικής ή να πραγματοποιεί συναλλαγές συμπεριλαμβανομένης της εντολής πραγματοποίησης διαπραγματεύσεων σε μια ή περισσότερες χονδρικές αγορές ενέργειας, για περαιτέρω διάστημα πέντε (5) ετών από την καταδίκη του δυνάμει της παραγράφου (γ).
(3) Πρόσωπο, το οποίο αυτοπροσώπως ή διά υπαλλήλου του ή διά αντιπροσώπου του παραβιάζει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του άρθρου 7Α(1)(β)(iι) είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των ογδόντα πέντε χιλιάδων ευρώ (€85.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(4)(α) Πρόσωπο, το οποίο αυτοπροσώπως ή διά υπαλλήλου του ή διά αντιπροσώπου του παραβιάζει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του άρθρου 7Α(1)(β)(iv) είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των τριακόσιων πενήντα χιλιάδων ευρώ (€350.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(β) Πρόσωπο που καταδικάζεται για αδίκημα σύμφωνα με την παράγραφο (α) στερείται, αυτόματα, του δικαιώματος να συναλλάσσεται, άμεσα ή έμμεσα, ενεργειακά προϊόντα χονδρικής ή να πραγματοποιεί συναλλαγές συμπεριλαμβανομένης της εντολής πραγματοποίησης διαπραγματεύσεων σε μια ή περισσότερες χονδρικές αγορές ενέργειας, για διάστημα πέντε (5) ετών από την καταδίκη του, εξαιρουμένης της ολοκλήρωσης προγενέστερων της καταδίκης του νόμιμων πράξεων.
(γ) Παράβαση των διατάξεων της παραγράφου (β) συνιστά ποινικό αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(δ) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει τις διατάξεις της παραγράφου (γ) στερείται, αυτόματα, του δικαιώματος να συναλλάσσεται, άμεσα ή έμμεσα, ενεργειακά προϊόντα χονδρικής ή να πραγματοποιεί συναλλαγές συμπεριλαμβανομένης της εντολής πραγματοποίησης διαπραγματεύσεων σε μια ή περισσότερες χονδρικές αγορές ενέργειας, για περαιτέρω διάστημα πέντε (5) ετών από την καταδίκη του δυνάμει της παραγράφου (γ).
(5) Πρόσωπο το οποίο αποπειράται να διαπράξει αδικήματα που προβλέπονται στα άρθρα 7Α(1)(β)(i) και 7Α(1)(β)(iv), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατόν πενήντα χιλιάδες ευρώ (€150.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(6) Νομικό πρόσωπο το οποίο καταδικάζεται για τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος που προβλέπεται στα άρθρα 7Α(1)(β)(i) και 7Α(1)(β)(iv), υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000) και το δικαστήριο δύναται να διατάξει-
(i) Αποκλεισμό από παροχές ή ενισχύσεις του δημοσίου·
(ii) μέτρα προσωρινής ή οριστικής απαγόρευσης της άσκησης εμπορικής δραστηριότητας·
(iii) δικαστική εκκαθάριση·
(iv) προσωρινή ή οριστική διακοπή λειτουργιάς των εγκαταστάσεων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη του αδικήματος.
(7) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 5 του Ποινικού Κώδικα και παρά τις διατάξεις του άρθρου 6 του Ποινικού Κώδικα, τα Δικαστήρια της Δημοκρατίας έχουν δικαιοδοσία να εκδικάζουν τα αδικήματα των άρθρων 7Α(1)(β)(i) και 7Α(1)(β)(iv), εφόσον τα αδικήματα έχουν διαπραχθεί-
(α) Εξ’ ολοκλήρου ή εν μέρει στη Δημοκρατία·
(β) προς όφελος νομικού προσώπου εγκατεστημένου στη Δημοκρατία.
51.-(1) Όταν διαπράττεται ποινικό αδίκημα κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου από νομικό πρόσωπο και αποδεικνύεται ότι το αδίκημα αυτό έχει διαπραχθεί με τη συναίνεση ή τη συμπαιγνία ή αποδίδεται σε παράλειψη προσώπου που είναι διευθύνων σύμβουλος, διευθυντής, γραμματέας ή άλλος αξιωματούχος ή άλλο όργανο της διοίκησης του νομικού αυτού προσώπου, ή πρόσωπο που εμφανίζεται ότι ενεργεί με τέτοια ιδιότητα, το πρόσωπο αυτό, καθώς επίσης και το νομικό πρόσωπο, είναι ένοχοι αδικήματος και υπόκεινται σε ποινική δίωξη σε σχέση με το αδίκημα αυτό.
(2) Όταν μέλος νομικού προσώπου, χωρίς να είναι διευθύνων σύμβουλος ή διευθυντής, ασκεί αρμοδιότητες διευθύνοντος συμβούλου ή του διευθυντή, τότε εφαρμόζεται, σε σχέση με τις πράξεις ή παραλήψεις του, το εδάφιο (1), ως εάν το πρόσωπο αυτό ήταν διευθύνων σύμβουλος ή διευθυντής του νομικού προσώπου.
(3) Πρόσωπα που, κατά τα οριζόμενα στα εδάφια (2), (3) και (4) του άρθρου 50 υπέχουν ποινική ευθύνη για τα τελούμενα από νομικό πρόσωπο αδικήματα, ευθύνονται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή/και κεχωρισμένως για κάθε ζημιά που προκαλείται σε τρίτους ένεκα της πράξεως ή της παραλήψεως που στοιχειοθετεί το αδίκημα.
52. Για σκοπούς ελέγχου εφαρμογής του παρόντος Νόμου, η ΡΑΕΚ έχει τις εξουσίες επιθεώρησης και ελέγχου που καθορίζονται στις διατάξεις των άρθρων 13, 14 και 20 του περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμου του 2021 καθώς επίσης τις εξουσίες έρευνας που καθορίζονται σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 47(2).
53.-(1) Όπου απαιτείται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο επίδοση ειδοποίησης, ακολουθούνται κατ’ αναλογία οι διατάξεις της διαταγής 51 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
(2) Εταιρεία που συστάθηκε σύμφωνα με τον περί Εταιρειών Νόμο, θεωρείται ότι έχει τη συνήθη διαμονή της στο εγγεγραμμένο γραφείο της και κάθε άλλο νομικό ή φυσικό πρόσωπο θεωρείται ότι έχει τη συνήθη διαμονή του στα κεντρικά γραφεία ή στο μέρος διεξαγωγής της επιχείρησής του.
54.-(1) Η απόφαση της ΡΑΕΚ, για επιβολή διοικητικού προστίμου δυνάμει του άρθρου 13(4), είναι αιτιολογημένη και επιδίδεται στο πρόσωπο το οποίο κρίθηκε ότι ευθύνεται για την παραβίαση ή την παράλειψη.
(2) Το επηρεαζόμενο πρόσωπο, δύναται μέσα σε διάστημα 30 ημερών από τη λήψη της προαναφερόμενης απόφασης, να υποβάλει γραπτές παραστάσεις στη ΡΑΕΚ.
(3) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από τη ΡΑΕΚ. Η άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, εναντίον της απόφασης της ΡΑΕΚ για επιβολή του διοικητικού προστίμου δεν αναστέλλει την υποχρέωση άμεσης καταβολής του διοικητικού προστίμου.
(4) Σε περίπτωση παράλειψης καταβολής του προστίμου που επιβάλλεται δυνάμει του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, η ΡΑΕΚ λαμβάνει δικαστικά μέτρα για είσπραξη του οφειλόμενου ποσού ως αστικό χρέος που οφείλεται στη Δημοκρατία και τα ποσά που εισπράττονται από τη ΡΑΕΚ, καταβάλλονται στο Υπουργείο Οικονομικών.
(5) Άνευ επηρεασμού οποιωνδήποτε ποινικών διαδικασιών που υφίστανται ή έχουν ολοκληρωθεί, η ΡΑΕΚ έχει την εξουσία να λαμβάνει αποφάσεις και να επιβάλλει κατάλληλες διοικητικές κυρώσεις και άλλα διοικητικά μέτρα για τις παραβάσεις των άρθρων 7Α(β)(i), 7Α(β)(ii), 7Α(β)(iii) και 7Α(β)(iv):
(6) Η ΡΑΕΚ έχει την εξουσία να λαμβάνει και/ή να επιβάλλει τα κατωτέρω διοικητικά μέτρα και κυρώσεις, στην περίπτωση των παραβάσεων που προβλέπονται στο εδάφιο (5) -
(α) Εντολή που υποχρεώνει το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την παράβαση να τερματίσει τη συμπεριφορά του και να μην την επαναλάβει·
(β) αποστέρηση των αποκτηθέντων κερδών ή των αποφευχθεισών ζημιών λόγω της παράβασης, στο βαθμό που αυτά δύνανται να προσδιοριστούν·
(γ) δημόσια προειδοποίηση που αναφέρει το πρόσωπο που ευθύνεται και τη φύση της παράβασης·
(δ) ανάκληση ή αναστολή της άδειας λειτουργίας επιχείρησης·
(ε) προσωρινή απαγόρευση σε πρόσωπο το οποίο ασκεί διευθυντικά καθήκοντα εντός επιχείρησης ή σε οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο το οποίο φέρει ευθύνη για την παράβαση, να ασκεί διευθυντικές λειτουργίες εντός επιχείρησης·
(στ) μόνιμη απαγόρευση, σε περίπτωση επανειλημμένης παράβασης των άρθρων 7Α(β)(i) και 7Α(β)(iv), σε πρόσωπο το οποίο ασκεί διευθυντικά καθήκοντα εντός επιχείρησης ή σε κάθε άλλο φυσικό πρόσωπο, το οποίο φέρει ευθύνη για την παράβαση, να ασκεί διευθυντικές λειτουργίες εντός επιχείρησης·
(ζ) προσωρινή απαγόρευση σε πρόσωπο το οποίο ασκεί διευθυντικά καθήκοντα εντός επιχείρησης ή σε κάθε άλλο φυσικό πρόσωπο, το οποίο φέρει ευθύνη για την παράβαση, να διενεργεί συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό·
(η) διοικητικές χρηματικές κυρώσεις που ανέρχονται έως και το τριπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, εάν το εν λόγω ποσό μπορεί να προσδιοριστεί·
(θ) στην περίπτωση φυσικών προσώπων, διοικητικές χρηματικές κυρώσεις που ανέρχονται-
(i) για παραβάσεις των άρθρων 7Α(β)(i) και 7Α(β)(iv), στα πέντε εκατομμύρια ευρώ (€5.000.000)·
(ii) για παραβάσεις του άρθρου 7Α(β)(ii), στο ένα εκατομμύριο ευρώ (€1.000.000)· και
(iii) για παραβάσεις του άρθρου 7Α(β)(iii), στις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000)· και·
(ι) στην περίπτωση νομικών προσώπων, διοικητικές χρηματικές κυρώσεις που ανέρχονται -
(i) για παραβάσεις των άρθρων 7Α(β)(i) και 7Α(β)(iv), στα δεκαπέντε εκατομμύρια ευρώ (€15.000.000)·
(ii) για παραβάσεις του άρθρου 7Α(β)(ii), στα δύο εκατομμύρια πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€2.500.000)· και
(iii) για παραβάσεις του άρθρου 7Α(β)(iii), στο ένα εκατομμύριο ευρώ (€1.000.000).
(7) Ανεξάρτητα και επιπρόσθετα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011, σε περίπτωση που διαπιστώνεται παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και/ή του Κανονισμού από νομικό πρόσωπο, η ΡΑΕΚ δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο-
(α) Σε νομικό πρόσωπο· ή/και
(β) σε διοικητικό σύμβουλο, διευθυντή ή αξιωματούχο ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η παράβαση οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα, εσκεμμένη παράλειψη ή αμέλεια.
(8) Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011, από οποιοδήποτε πρόσωπο και για την οποία παράβαση δεν προβλέπεται στον παρόντα Νόμο ή στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1227/2011, ειδικό διοικητικό πρόστιμο, ή σε περίπτωση που πρόσωπο δεν συμμορφώνεται με οποιαδήποτε εντολή ή απαγόρευση της ΡΑΕΚ δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (6), η ΡΑΕΚ δύναται να επιβάλει στον παραβάτη διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€350.000) και σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες χιλιάδες ευρώ (€700.000).
(9) Σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (8) ο υπαίτιος παράβασης προσπορίστηκε όφελος από την παράβαση αυτή, το οποίο υπερβαίνει τα ποσά των διοικητικών προστίμων που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο ή στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1227/2011, ανάλογα με την περίπτωση, η ΡΑΕΚ έχει εξουσία να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο ύψους μέχρι το διπλάσιο ποσό του οφέλους που ο υπαίτιος αποδεδειγμένα προσπορίστηκε από την παράβαση.
(10) Η ΡΑΕΚ, κατά τον καθορισμό του είδους και του ύψους των διοικητικών κυρώσεων, λαμβάνει υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων στοιχείων, όπου εφαρμόζεται -
(α) Τη σοβαρότητα και διάρκεια της παράβασης·
(β) το βαθμό ευθύνης του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου·
(γ) τη χρηματοοικονομική ευρωστία του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου, όπως υποδηλώνεται, ιδίως, από το συνολικό κύκλο εργασιών ενός νομικού προσώπου ή από το ετήσιο εισόδημα ενός φυσικού προσώπου·
(δ) τη σημασία των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπεύθυνο για την παράβαση πρόσωπο, στο βαθμό που αυτό μπορεί να προσδιοριστεί·
(ε) το επίπεδο συνεργασίας του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου με την ΡΑΕΚ, με την επιφύλαξη της ανάγκης αποστέρησης των αποκτηθέντων κερδών ή αποφευχθεισών ζημιών από το εν λόγω πρόσωπο·
(στ) τις οποιεσδήποτε προηγούμενες παραβάσεις του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου· και
(ζ) τα μέτρα που έχουν ληφθεί από το υπεύθυνο για την παράβαση πρόσωπο για να αποτραπεί τυχόν επανάληψη της παράβασης.
54Α.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο έχει υποχρέωση, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή/και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011, να υποβάλλει ή να γνωστοποιεί στην ΡΑΕΚ ή να δημοσιοποιεί ή να ανακοινώνει δημόσια οποιεσδήποτε πληροφορίες, στοιχεία, έγγραφα ή έντυπα, οφείλει να μεριμνά και να εξασφαλίζει την ορθότητα, την πληρότητα και την ακρίβειά τους.
(2) Η παροχή ψευδών ή παραπλανητικών ή ανακριβών πληροφοριών ή στοιχείων ή εγγράφων ή εντύπων ή η απόκρυψη ουσιώδους πληροφορίας από οποιαδήποτε γνωστοποίηση που υποβάλλεται στην ΡΑΕΚ ή εντός οποιασδήποτε άλλης διαδικασίας που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο ή και στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1227/2011, συνιστά, εκτός από παράβαση η οποία υπόκειται σε διοικητική κύρωση κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 54, και ποινικό αδίκημα το οποίο τιμωρείται κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (3).
(3) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του εδαφίου (1) είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εφτακόσιες χιλιάδες ευρώ (€700.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(4) Ποινική ευθύνη για το προβλεπόμενο στο παρόν άρθρο αδίκημα που διαπράττεται από νομικό πρόσωπο υπέχει, εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, και οποιοδήποτε από τα μέλη των διοικητικών, διευθυντικών, εποπτικών ή ελεγκτικών του οργάνων που αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε στη διάπραξη του αδικήματος.
(5) Πρόσωπα που, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (4), υπέχουν ποινική ευθύνη για τα τελούμενα από νομικό πρόσωπο αδικήματα, ευθύνονται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή/και κεχωρισμένως για κάθε ζημιά που προκαλείται σε τρίτους ένεκα της πράξεως ή της παραλείψεως που στοιχειοθετεί το αδίκημα.
54Β.-(1)(α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων (β) και (γ), η ΡΑΕΚ δημοσιεύει στο διαδικτυακό της τόπο, κάθε απόφαση με την οποία επιβάλλεται διοικητική κύρωση ή άλλο μέτρο για παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011, αμέσως μετά την κοινοποίηση της εν λόγω απόφασης στο πρόσωπο στο οποίο επιβάλλεται η κύρωση ή το μέτρο· η δημοσίευση περιλαμβάνει τουλάχιστον πληροφορίες σχετικά με το είδος και τη φύση της παράβασης και την ταυτότητα του προσώπου στο οποίο επιβάλλεται η κύρωση ή το μέτρο.
(β) Οι διατάξεις της παραγράφου (α) δεν ισχύουν για αποφάσεις επιβολής μέτρων διερευνητικού χαρακτήρα.
(γ) Σε περίπτωση που η ΡΑΕΚ κρίνει ότι η δημοσίευση της επωνυμίας του νομικού προσώπου, το οποίο αφορά η απόφαση ή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα φυσικών προσώπων θα ήταν δυσανάλογη, κατόπιν, κατά περίπτωση αξιολόγησης, που διενεργείται τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας και λαμβανομένου υπόψη του ενδεχόμενου να τεθεί σε κίνδυνο η σταθερότητα της χονδρικής αγοράς ενέργειας ή μια διεξαγόμενη έρευνα, η ΡΑΕΚ-
(i) αναβάλλει τη δημοσίευση της απόφασης μέχρι να παύσουν να υφίστανται οι λόγοι της εν λόγω αναβολής· ή
(ii) δημοσιεύει την απόφαση με τρόπο που δεν αποκαλύπτει την επωνυμία του νομικού προσώπου ή την ταυτότητα του φυσικού προσώπου και νοουμένου ότι η δημοσίευση εξασφαλίζει αποτελεσματική προστασία των σχετικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· ή
(iii) δεν δημοσιεύει την απόφαση.
(δ) Η ΡΑΕΚ, σε περίπτωση που αποφασίσει να δημοσιεύσει μία απόφαση κατά τα διαλαμβανόμενα στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (γ), δύναται να αναβάλει τη δημοσίευση των οικείων δεδομένων για εύλογο χρονικό διάστημα, όταν προβλέπεται ότι οι λόγοι της ανώνυμης δημοσίευσης θα παύσουν κατά την περίοδο αυτή.
(2) Σε περίπτωση που η απόφαση της ΡΑΕΚ προσβάλλεται με προσφυγή δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος ενώπιον των αρμόδιων δικαστικών αρχών, η ΡΑΕΚ δημοσιεύει αμέσως στο διαδικτυακό της τόπο τις πληροφορίες αυτές και κάθε μεταγενέστερη πληροφορία σχετική με τα αποτελέσματα της προσφυγής· η ΡΑΕΚ, δημοσιεύει και κάθε απόφαση Δικαστηρίου που ακυρώνει απόφαση της ΡΑΕΚ, η οποία προσεβλήθη δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
(3) Η ΡΑΕΚ εξασφαλίζει ότι κάθε απόφαση που δημοσιεύεται, κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο, παραμένει στο διαδικτυακό της τόπο για διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών μετά τη δημοσίευσή της· τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται στην εν λόγω δημοσίευση διατηρούνται στο διαδικτυακό τόπο της ΡΑΕΚ για το χρονικό διάστημα που απαιτείται, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
55.-(1) Τα μέτρα τα οποία δύναται να λαμβάνει η ΡΑΕΚ σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο προκειμένου να εξασφαλίσει ισότιμους όρους ανταγωνισμού συνάδουν προς τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως δε το άρθρο 30, και προς τη νομοθεσία της Ένωσης.
(2) Τα μέτρα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) είναι αναλογικά, διαφανή και δεν δημιουργούν διακρίσεις. Τα εν λόγω μέτρα μπορούν να τεθούν σε εφαρμογή μόνον κατόπιν κοινοποίησης στην Επιτροπή και έγκρισης από αυτήν.
56.-(1) Εάν δεδομένης της ουσιαστικής πρακτικής εφαρμογής της πρόσβασης στο δίκτυο της Κύπρου (που συνεπάγεται πλήρως αποτελεσματική, χωρίς διακρίσεις και εμπόδια πρόσβαση στο δίκτυο) ορισμένες υποχρεώσεις που επιβάλλει ο παρών Νόμος σε επιχειρήσεις (μεταξύ άλλων, τις υποχρεώσεις νομικού διαχωρισμού των διαχειριστών συστημάτων διανομής) δεν είναι ανάλογες προς τον επιδιωκόμενο στόχο, ο Υπουργός δύναται να υποβάλλει αίτημα στην Επιτροπή για να εξαιρεθεί από τη συγκεκριμένη απαίτηση.
(2) Ο Υπουργός κοινοποιεί αμελλητί στην Επιτροπή το αίτημα, μαζί με όλα τα σχετικά απαραίτητα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι θα εξακολουθήσει να ισχύει το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η έκθεση ότι, δηλαδή, εξασφαλίζεται η ουσιαστική πρόσβαση στο δίκτυο.