43.-(1) Εάν μια επιχείρηση φυσικού αερίου αντιμετωπίζει ή αναμένει να αντιμετωπίσει σοβαρές οικονομικές και χρηματοπιστωτικές δυσχέρειες λόγω των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει βάσει μιας ή περισσότερων συμβάσεων περί υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής φυσικού αερίου, μπορεί να υποβάλει στον Υπουργό, αίτηση για προσωρινή παρέκκλιση από τις διατάξεις του άρθρου 30.
(2)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να αποφασίσει, μετά από εισήγηση της ΡΑΕΚ, ότι οι αιτήσεις για χορήγηση παρέκκλισης υποβάλλονται χωριστά είτε πριν είτε μετά την άρνηση πρόσβασης στο σύστημα.
(β) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται επίσης να παρέχει σε επιχείρηση φυσικού αερίου τη δυνατότητα υποβολής αίτησης είτε πριν είτε μετά την άρνηση πρόσβασης στο σύστημα, ζητώντας για τον καθορισμό του χρόνου υποβολής της αίτησης την εισήγηση της ΡΑΕΚ.
(γ) Όταν μια επιχείρηση φυσικού αερίου έχει αρνηθεί την πρόσβαση, η αίτηση υποβάλλεται το ταχύτερο.
(3) Οι αιτήσεις υποβάλλονται στον Υπουργό και συνοδεύονται από όλες τις χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τη φύση και την έκταση του προβλήματος και τις προσπάθειες που καταβάλλονται από την επιχείρηση φυσικού αερίου για την επίλυση του προβλήματος.
(4) Ο Υπουργός, αφού διαβουλευθεί με τη ΡΑΕΚ μπορεί να χορηγήσει παρέκκλιση, εάν δεν υπάρχουν εύλογες εναλλακτικές λύσεις και αφού λάβει υπόψη τις διατάξεις του εδαφίου (6).
(5) Ο Υπουργός διαβιβάζει το ταχύτερο δυνατό στην Επιτροπή την απόφαση χορήγησης παρέκκλισης και όλες τις χρήσιμες πληροφορίες αναφορικά με την παρέκκλιση αυτή, έτσι ώστε η Επιτροπή να λάβει τελεσίδικη απόφαση έχοντας ενώπιον της τεκμηριωμένα στοιχεία.
(6) Για την παραχώρηση παρέκκλισης κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (1), ο Υπουργός λαμβάνει ειδικότερα υπόψη -
(α) Την ανάγκη εκπλήρωσης Υποχρεώσεων Δημόσιας Ωφελείας και εγγύησης της ασφάλειας του εφοδιασμού,
(β) τη θέση της επιχείρησης φυσικού αερίου στην αγορά φυσικού αερίου και την πραγματική κατάσταση του ανταγωνισμού στην ίδια αγορά,
(γ) τη σοβαρότητα των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών δυσχερειών, που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις φυσικού αερίου και οι επιχειρήσεις μεταφοράς ή οι επιλέγοντας πελάτες,
(δ) τις ημερομηνίες υπογραφής και τους όρους της εν λόγω σύμβαση ή συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον προβλέπουν το ενδεχόμενο αλλαγής της αγοράς,
(ε) τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την επίλυση του προβλήματος,
(στ) το κατά πόσον, αποδεχόμενη τις εν λόγω δεσμεύσεις υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής, η επιχείρηση θα μπορούσε εύλογα να προβλέψει, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ότι ήταν πιθανόν να ανακύψουν σοβαρές δυσχέρειες,
(ζ) το επίπεδο διασύνδεσης του δικτύου με άλλα δίκτυα, και το βαθμό λειτουργικότητάς τους,
(η) τις επιπτώσεις που θα έχει η χορήγηση παρέκκλισης στην εφαρμογή του παρόντος Νόμου, όσον αφορά την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου, και
(θ) την επιδιωκόμενη επίτευξη ανταγωνιστικής αγοράς φυσικού αερίου.
(7) Οι επιχειρήσεις φυσικού αερίου, στις οποίες δεν έχει χορηγηθεί η παρέκκλιση που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ανάλογα με την εκάστοτε ισχύουσα περίπτωση, δεν αρνούνται ή παύουν να αρνούνται την πρόσβαση στο δίκτυο λόγω δεσμεύσεων υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής, τις οποίες έχουν αναλάβει με σύμβαση αγοράς φυσικού αερίου.
(8) Οι τυχόν παρεκκλίσεις που χορηγούνται δυνάμει των πιο πάνω διατάξεων, πρέπει να αιτιολογούνται δεόντως.
44.-(1)(α) Στην περίπτωση που η Κύπρος δεν είναι άμεσα συνδεδεμένη με το διασυνδεδεμένο δίκτυο κάποιου άλλου κράτους μέλους και έχει μόνο έναν κύριο εξωτερικό προμηθευτή, η Κύπρος χαρακτηρίζεται απομονωμένη αγορά και το Υπουργικό Συμβούλιο έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει την παρέκκλιση από τα άρθρα 8 έως 14, 18, 33, 34 ή/και 35.
(β) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, κύριος προμηθευτής είναι ο προμηθευτής που καλύπτει μερίδιο της αγοράς μεγαλύτερο του 75 %.
(γ) Η παρέκκλιση που προνοείται στην παράγραφο (α) λήγει αυτόματα από τη στιγμή που παύει να ισχύει τουλάχιστον μία από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή και παύσει η Κύπρος να χαρακτηρίζεται απομονωμένη αγορά.
(δ) Οποιαδήποτε τέτοια παρέκκλιση κοινοποιείται στην Επιτροπή.
(ε) Με βάση το ονομαστικό δικαίωμα που παρέχεται στη Δημοκρατία από το άρθρο 49(1) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2009/73/ΕΚ, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα από την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου να αποφασίσει την παρέκκλιση από τα άρθρα 8 έως 14, 18, 33, 34 ή/και 35:
(2)(α) Σε περίπτωση που η κυπριακή αγορά αποτελεί αναδυόμενη αγορά και λόγω των διατάξεων του παρόντος Νόμου θα αντιμετώπιζε ουσιαστικά προβλήματα, μη συνδεόμενα με τις συμβατικές δεσμεύσεις υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής που αναφέρονται στο άρθρο 43, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται ν’ αποφασίσει την παρέκκλιση από τα άρθρα 8 έως 14, 16(1) - μόνο ως προς το διορισμό διαχειριστή συστήματος μεταφοράς, 16(2), (3) και (4), 18, 21, 22(5) και (6), 24, 29, 30, 33 και 35.
(β) Η παρέκκλιση αυτή λήγει αυτόματα μόλις η κυπριακή αγορά παύσει να χαρακτηρίζεται ως αναδυόμενη αγορά.
(γ) Οποιαδήποτε τέτοια παρέκκλιση κοινοποιείται στην Επιτροπή.
(δ) Για σκοπούς του παρόντος εδαφίου, η κυπριακή αγορά αποτελεί αναδυόμενη αγορά σε περίπτωση που η πρώτη εμπορική προμήθεια φυσικού αερίου στα πλαίσια της πρώτης μακρόχρονης σχετικής σύμβασης πραγματοποιήθηκε εντός των τελευταίων δέκα ετών.
(ε) Κατά την ημερομηνία λήξης της αναφερόμενης στο εδάφιο (2) παρέκκλισης, ο ορισμός των επιλεγόντων πελατών συνεπάγεται άνοιγμα της αγοράς που ισούται με το 33% τουλάχιστον της συνολικής ετήσιας κατανάλωσης φυσικού αερίου στην εθνική αγορά φυσικού αερίου και καταργείται αυτόματα η παρέκκλιση από τα εδάφια (β) και (γ) του άρθρου 8. Δύο έτη μετά την ημερομηνία αυτή, επιλέγοντες πελάτες είναι όλοι οι μη οικιακοί πελάτες και τρία έτη μετά την ημερομηνία αυτή, επιλέγοντες πελάτες είναι όλοι οι πελάτες. Έως την ημερομηνία καθορισμού των επιλεγόντων πελατών ως μη οικιακών πελατών, η Κύπρος δύναται να αποφασίσει τη μη εφαρμογή του άρθρου 30, όσον αφορά τις βοηθητικές υπηρεσίες και την προσωρινή αποθήκευση για τη διαδικασία εκ νέου αεριοποίησης και στη συνέχεια την τροφοδότηση του συστήματος μεταφοράς.
(στ) Με βάση το ονομαστικό δικαίωμα που παρέχεται στην Δημοκρατία από το εδάφιο (2) του άρθρου 49 της Οδηγίας 2009/73/ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα από την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου να αποφασίσει την παρέκκλιση από τα άρθρα 8 έως 14, 16(1) (μόνο ως προς το διορισμό διαχειριστή συστήματος μεταφοράς), 16(2), (3) και (4), 18, 21, 22(5) και (6), 24, 29, 30, 33και 35:
(3) Σε περίπτωση που η εφαρμογή του παρόντος Νόμου θα δημιουργούσε ουσιαστικά προβλήματα σε μια γεωγραφικά περιορισμένη περιοχή της Δημοκρατίας, ιδιαίτερα όσον αφορά την ανάπτυξη της υποδομής μεταφοράς και κύριας υποδομής διανομής και με σκοπό την ενθάρρυνση των επενδύσεων, το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να υποβάλει στην Επιτροπή αίτηση προσωρινής παρέκκλισης από τα άρθρα 8 έως 14, 16(1), μόνο ως προς το διορισμό διαχειριστή συστήματος μεταφοράς, 16(2), (3) και (4), 18, 21, 22(5) και (6), 24, 29, 30, 33 και 35, για αναπτυξιακές ενέργειες εντός της περιοχής αυτής.
(4)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο, κατά τη λήψη της απόφασης για υποβολή αίτησης για παρέκκλιση στην Επιτροπή σύμφωνα με το εδάφιο (3), λαμβάνει υπόψη κυρίως-
(i) την ανάγκη επενδύσεων σε υποδομές, οι οποίες θα ήταν οικονομικά ασύμφορες σε συνθήκες ανταγωνιστικής αγοράς,
(ii) το επίπεδο και τις προοπτικές απόσβεσης των απαιτούμενων επενδύσεων,
(iii) το μέγεθος και την ωριμότητα του δικτύου φυσικού αερίου στην εν λόγω περιοχή,
(iv) τις προοπτικές της οικείας αγοράς φυσικού αερίου,
(v) το γεωγραφικό μέγεθος και τα χαρακτηριστικά της οικείας περιοχής ή περιφέρειας, και
(vi) τους κοινωνικοοικονομικούς και δημογραφικούς παράγοντες.
(β) Για τις υποδομές φυσικού αερίου, πλην των υποδομών διανομής, παρέκκλιση μπορεί να χορηγείται μόνον εφόσον δεν υπάρχει υποδομή φυσικού αερίου ή εάν αυτή έχει δημιουργηθεί εντός των τελευταίων δέκα ετών από την πρώτη εμπορική προμήθεια φυσικού αερίου στην εν λόγω γεωγραφική περιοχή.
(γ) Η προσωρινή παρέκκλιση δεν μπορεί να υπερβεί τα δέκα έτη μετά την πρώτη προμήθεια φυσικού αερίου στην εν λόγω γεωγραφική περιοχή.
(δ) Για τις υποδομές διανομής, μπορεί να χορηγείται παρέκκλιση για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τα είκοσι έτη μετά την έναρξη εφοδιασμού της περιοχής με φυσικό αέριο μέσω της συγκεκριμένης υποδομής στην περιοχή.
(5) Στην περίπτωση που το Υπουργικό Συμβούλιο αποφασίσει παρέκκλιση, είτε δυνάμει των εδαφίων (1) και (2), είτε η Επιτροπή παραχωρήσει παρέκκλιση δυνάμει του εδαφίου (3), εκδίδει Κανονισμούς, που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, οι οποίοι διέπουν τη λειτουργία της αγοράς του φυσικού αερίου, για όσο χρόνο ισχύουν οι εν λόγω παρεκκλίσεις.
44Α.-(1) Τηρουμένης της κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών η οποία αναφέρεται στο άρθρο 4 της ΣΛΕΕ, σε περίπτωση πουη Δημοκρατία σκοπεύει να εισέλθει σε διαπραγματεύσεις με τρίτη χώραπροκειμένου να τροποποιήσει, να παρατείνει, να προσαρμόσει να ανανεώσει, ή να συνάψει συμφωνία για την εκμετάλλευση αγωγού μεταφοράς με τρίτη χώρα σχετικά με θέματα που εμπίπτουν πλήρως ή μερικώς στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, κοινοποιεί εγγράφως την πρόθεσή της στην Επιτροπή.
(2) Η κοινοποίηση που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) περιλαμβάνει τα σχετικά έγγραφα και υποδεικνύει τις διατάξεις που πρέπει να συζητηθούν κατά τις διαπραγματεύσεις ή να αποτελέσουν αντικείμενο επανα- διαπραγμάτευσης, τους στόχους των διαπραγματεύσεων και όποιες άλλες σχετικές πληροφορίες.
(3) Η πιο πάνω κοινοποίηση διαβιβάζεται στην Επιτροπή τουλάχιστον πέντε (5) μήνες πριν από την προβλεπόμενη έναρξη των διαπραγματεύσεων.
(4) Η έναρξη σχετικών διαπραγματεύσεων με την τρίτη χώρα δύναται να γίνει αφού εκδοθεί η σχετική απόφαση της Επιτροπής που επιτρέπει την έναρξη των διαπραγματεύσεων κατόπιν της σχετικής αξιολόγησης η οποία αναφέρεται στις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 49(β) της Οδηγίας(ΕΕ) 2019/692.
(5) Μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και πριν από την υπογραφή συμφωνίας με την τρίτη χώρα, η Δημοκρατία ενημερώνει την Επιτροπή για την έκβαση των διαπραγματεύσεων και διαβιβάζει το κείμενο της συμφωνίας που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις στην Επιτροπή.
(6) Σε περίπτωση που η Επιτροπή εκδίδει απόφαση δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 12 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/692, με την οποία επιτρέπει στη Δημοκρατία να υπογράψει και να συνάψει τη συμφωνία με την τρίτη χώρα, η Δημοκρατία αφού ολοκληρώσει τη διαδικασία κύρωσης δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 169 του Συντάγματος, κοινοποιεί στην Επιτροπή τη σύναψη και την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της συμφωνίας, καθώς και οποιεσδήποτε αλλαγές στο καθεστώς της εν λόγω συμφωνίας.
45.-(1) Η κύρια νέα υποδομή φυσικού αερίου, δηλαδή οι διασυνδέσεις, το ΥΦΑ και οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης, μπορεί, κατόπιν αιτήματος, να απαλλάσσεται, για καθορισμένο χρονικό διάστημα, από τις διατάξεις των άρθρων 7(2)(α), 7(2)(γ), 7(2)(ε), 16(1) – μόνο ως προς το διορισμό διαχειριστή συστήματος μεταφοράς, 18, 30, 31, 36 και 38, υπό τους ακόλουθους όρους:
(α) η επένδυση πρέπει να ενισχύει, αφενός, τον ανταγωνισμό για την προμήθεια αερίου και, αφετέρου, την ασφάλεια του εφοδιασμού·
(β) το ύψος του επενδυτικού κινδύνου είναι τέτοιο ώστε η επένδυση δεν θα πραγματοποιηθεί εάν δεν χορηγηθεί απαλλαγή·
(γ) η υποδομή πρέπει να ανήκει σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο διακριτό, τουλάχιστον από την άποψη της νομικής του προσωπικότητας, από τους διαχειριστές δικτύου στα δίκτυα των οποίων θα κατασκευασθεί η εν λόγω υποδομή·
(δ) επιβάλλονται τέλη στους χρήστες της εν λόγω υποδομής·
(ε) η εξαίρεση δεν πρέπει να αποβαίνει σε βάρος του ανταγωνισμού στις σχετικές αγορές, οι οποίες είναι πιθανό να επηρεαστούν από την επένδυση της αποτελεσματικής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου, της αποδοτικής λειτουργίας των συστημάτων που διέπονται από ρυθμιστικές διατάξεις ή της ασφάλειας εφοδιασμού με φυσικό αέριο εντός της Ένωσης.
(2) Το εδάφιο (1) ισχύει επίσης και σε περίπτωση σημαντικής αύξησης του δυναμικού ήδη υπάρχουσας υποδομής ή σε περίπτωση τροποποίησης ήδη υπάρχουσας υποδομής που έχουν ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη νέων πηγών προμήθειας φυσικού αερίου.
(3) Η ΡΑΕΚ αποφασίζει κατά περίπτωση, σχετικά με την εξαίρεση που αναφέρεται στις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) και πριν από την έκδοση της απόφασης επί της εξαίρεσης διαβουλεύεται:
(α) Mε τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές των κρατών μελών των οποίων οι αγορές είναι πιθανό να επηρεαστούν από τη νέα υποδομή, και
(β) με τις οικείες αρχές των τρίτων χωρών όπου η εν λόγω υποδομή είναι συνδεδεμένη με το δίκτυο της Ένωσης υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους και προέρχεται από ή καταλήγει σε μια ή περισσότερες τρίτες χώρες. Όταν οι αρχές τρίτων χωρών από τις οποίες ζητήθηκε διαβούλευση δεν απαντούν στο αίτημα διαβούλευσης εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος, η ΡΑΕΚ δύναται να λάβει την αναγκαία απόφαση.
(4) Εάν η εν λόγω υποδομή χωροθετείται στο έδαφος της Κύπρου και ενός άλλου ή και περισσοτέρων κρατών μελών, η ΡΑΕΚ μπορεί να λαμβάνει συμβουλευτική γνώμη από τον Οργανισμό, η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για την απόφασή της, εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ζητήθηκε η εξαίρεση από την τελευταία από τις ρυθμιστικές αυτές αρχές. Εφόσον όλες οι οικείες ρυθμιστικές αρχές καταλήξουν σε συμφωνία για την απόφαση εξαίρεσης, εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ελήφθη από την τελευταία εκ των ρυθμιστικών αρχών, ενημερώνεται ο Οργανισμός για την απόφαση αυτή, εφόσον δε η εν λόγω υποδομή είναι αγωγός μεταφοράς μεταξύ κράτους μέλους και τρίτης χώρας και το πρώτο σημείο διασύνδεσης με το δίκτυο των κρατών μελών ευρίσκεται στη Δημοκρατία, προτού εκδοθεί απόφαση επί της εξαίρεσης, η ΡΑΕΚ δύναται να διαβουλευθεί με την οικεία αρχή της εν λόγω τρίτης χώρας, με σκοπό να διασφαλιστεί ότι, όσον αφορά την εν λόγω υποδομή, οι διατάξεις της Οδηγίας 2009/73/ΕΚ εφαρμόζονται με συνέπεια στο έδαφος και, κατά περίπτωση, στα χωρικά ύδατα της Δημοκρατίας:
(5) Η ΡΑΕΚ δύναται να ζητά από κοινού με τις υπόλοιπες σχετικές ρυθμιστικές αρχές την παράταση της περιόδου των έξι μηνών για την απόφαση εξαίρεσης, για μέγιστο διάστημα τριών μηνών.
(6) Η εξαίρεση επιτρέπεται να καλύπτει το σύνολο ή μέρος του δυναμικού της νέας υποδομής ή της υφιστάμενης υποδομής με σημαντικά αυξημένο δυναμικό.
(7) Κατά τη λήψη απόφασης για τη χορήγηση εξαίρεσης, λαμβάνεται υπόψη, για κάθε περίπτωση χωριστά, η ανάγκη να επιβληθούν όροι όσον αφορά τη διάρκεια της εξαίρεσης και τη χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στην υποδομή. Κατά τη λήψη της απόφασης σχετικά με τους εν λόγω όρους λαμβάνονται υπόψη κυρίως το πρόσθετο δυναμικό που πρόκειται να κατασκευασθεί ή η τροποποίηση του υπάρχοντος δυναμικού, ο χρονικός ορίζοντας του έργου και οι εθνικές περιστάσεις.
(8) Πριν από τη χορήγηση εξαίρεσης, η ΡΑΕΚ αποφασίζει τους κανόνες και τους μηχανισμούς για τη διαχείριση και την κατανομή δυναμικού. Σύμφωνα με τους κανόνες αυτούς πρέπει να απαιτείται να καλούνται όλοι οι δυνητικοί χρήστες της υποδομής να εκδηλώσουν ενδιαφέρον για μίσθωση δυναμικού, προτού γίνει η κατανομή δυναμικού στη νέα υποδομή, ακόμη και για ιδία χρήση. Η ΡΑΕΚ απαιτεί οι κανόνες διαχείρισης της συμφόρησης να περιλαμβάνουν την υποχρέωση προσφοράς του αχρησιμοποίητου δυναμικού στην αγορά και οι χρήστες της υποδομής να έχουν το δικαίωμα να διαπραγματεύονται το δυναμικό που διαθέτουν βάσει συμβάσεων στη δευτερογενή αγορά. Κατά την αξιολόγηση των κριτηρίων που αναφέρονται στο εδάφιο (1) στις παραγράφους (α), (β) και (ε), η ΡΑΕΚ λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα της εν λόγω διαδικασίας κατανομής δυναμικού.
(9) Η απόφαση εξαίρεσης, συμπεριλαμβανομένων των όρων που αναφέρονται στο εδάφιο (7), αιτιολογείται δεόντως και δημοσιεύεται.
(10) Η απόφαση απαλλαγής κοινοποιείται αμελλητί από τη ΡΑΕΚ στην Επιτροπή μαζί με όλες τις σχετικές με την εν λόγω απόφαση πληροφορίες. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να υποβάλλονται στην Επιτροπή συνολικά, ώστε να της επιτρέπουν να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση. Ειδικότερα, οι πληροφορίες περιλαμβάνουν:
(α) τους λεπτομερείς λόγους βάσει των οποίων η ΡΑΕΚ χορήγησε ή απέρριψε την απαλλαγή, μαζί με την παραπομπή στο εδάφιο (1), συμπεριλαμβανομένου και του σχετικού σημείου ή σημείων του προαναφερθέντος εδαφίου επί των οποίων βασίστηκε η απόφαση αυτή, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών πληροφοριών που αιτιολογούν την ανάγκη απαλλαγής·
(β) την ανάλυση η οποία διεξήχθη για τις επιπτώσεις της απαλλαγής στον ανταγωνισμό και στην αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου·
(γ) τους λόγους για τη χρονική περίοδο και το μερίδιο του συνολικού δυναμικού της υποδομής φυσικού αερίου για το οποίο χορηγείται η απαλλαγή·
(δ) σε περίπτωση που η εξαίρεση αφορά διασύνδεση, το αποτέλεσμα της διαβούλευσης της ΡΑΕΚ με τις ενδιαφερόμενες ρυθμιστικές αρχές·
(ε) τη συμβολή της υποδομής στη διαφοροποίηση της προμήθειας φυσικού αερίου.
(11) Η ΡΑΕΚ συμμορφώνεται εντός μηνός με την απόφαση της Επιτροπής να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει την απόφαση εξαίρεσης και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.
(12) Η έγκριση μιας απόφασης εξαίρεσης από την Επιτροπή παύει να ισχύει δύο έτη μετά την έκδοση της απόφασης, εάν έως τότε δεν έχει αρχίσει ακόμη η κατασκευή της υποδομής, και πέντε έτη μετά την έκδοση της απόφασης, εάν η υποδομή δεν έχει τεθεί σε λειτουργία, εκτός εάν η Επιτροπή αποφασίσει ότι η καθυστέρηση οφείλεται σε μείζονα εμπόδια που βρίσκονται πέρα από τον έλεγχο του προσώπου στο οποίο χορηγήθηκε η εξαίρεση.
46.-(1) Για να διευκολυνθεί η δημιουργία εύρυθμων και διαφανών αγορών λιανικής στην Ένωση, η ΡΑΕΚ μεριμνά ώστε οι ρόλοι και οι αρμοδιότητες του διαχειριστή συστήματος μεταφοράς, των διαχειριστών συστημάτων διανομής, των επιχειρήσεων προμήθειας και των πελατών και, εφόσον είναι αναγκαίο, άλλων συντελεστών της αγοράς, να είναι καθορισμένοι όσον αφορά τις συμβατικές ρυθμίσεις, τις δεσμεύσεις προς πελάτες, τους κανόνες ανταλλαγής δεδομένων και εκκαθάρισης, την κυριότητα δεδομένων και την ευθύνη των μετρήσεων.
(2) Οι εν λόγω κανόνες δημοσιοποιούνται, στοχεύουν στη διευκόλυνση της πρόσβασης των πελατών και των προμηθευτών στα δίκτυα και υπόκεινται στην εξέταση και έγκριση της ΡΑΕΚ.