19.-(1) Κάθε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος επενδύει ποσό τουλάχιστον ίσο με τις χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις του από το μη αποδοθέν υπόλοιπο του ηλεκτρονικού χρήματος που έχει εκδώσει, αποκλειστικά σε -
(α) Μετρητά και ισοδύναμα στοιχεία·
(β) στοιχεία ενεργητικού που έχουν επαρκή ρευστότητα και αντιπροσωπεύουν απαιτήσεις έναντι ή καλύπτονται από τη ρητή εγγύηση -
(i) των κεντρικών κυβερνήσεων ή των κεντρικών τραπεζών χωρών της Ζώνης Α·
(ii) των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων· ή
(iii) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας·
(γ) καταθέσεις όψεως σε πιστωτικά ιδρύματα σε χώρες της Ζώνης Α·
(δ) χρεωστικούς τίτλους, περιλαμβανομένων των θετικών και αρνητικών θέσεων σε τέτοιους τίτλους, νοουμένου ότι οι εν λόγω τίτλοι θεωρούνται από την Κεντρική Τράπεζα ότι είναι ιδιαίτερα χαμηλού κινδύνου·
(ε) οποιαδήποτε άλλα στοιχεία ενεργητικού, που κατά την κρίση της Κεντρικής Τράπεζας έχουν επαρκή ρευστότητα.
(2) Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1), τα στοιχεία του ενεργητικού αποτιμώνται στην τιμή κτήσης ή στην τρέχουσα αγοραία αξία τους, οποιαδήποτε είναι η χαμηλότερη.
(3) Όπου η αξία των στοιχείων που αναφέρονται στο εδάφιο (1) υπολείπεται του ποσού των χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων από το μη αποδοθέν υπόλοιπο του εκδοθέντος ηλεκτρονικού χρήματος, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαιτήσει όπως το ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να διορθώσει αμέσως την κατάσταση.
(4) Στην περίπτωση ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος που συστάθηκε στη Δημοκρατία, οι επενδύσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (β), (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (1) δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το εικοσαπλάσιο των ιδίων κεφαλαίων του εν λόγω ιδρύματος ή οποιοδήποτε άλλο χαμηλότερο ποσοστό των ιδίων κεφαλαίων που η Κεντρική Τράπεζα ήθελε ορίσει.
(5) Για την κάλυψη των κινδύνων αγοράς από την έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος και από τις επενδύσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1), το ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος δύναται να χρησιμοποιεί επαρκούς ρευστότητας στοιχεία εκτός ισολογισμού, που σχετίζονται με επιτόκια ή με συναλλαγματικές ισοτιμίες, υπό μορφή παράγωγων μέσων διαπραγματεύσιμων σε χρηματιστήριο αξιών, πλην των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μέσων, εφόσον υπόκεινται σε καθημερινά υποχρεωτικά όρια κάλυψης, ή συμβάσεις επί τιμών συναλλάγματος με αρχική προθεσμία λήξεως 14 ημερολογιακών ημερών ή λιγότερο. Η χρησιμοποίηση παράγωγων μέσων με τον τρόπο που αναφέρεται στην πρώτη πρόταση επιτρέπεται μόνον εάν ο στόχος που επιδιώκεται και, που στο μέτρο του δυνατού, επιτυγχάνεται, είναι η πλήρης εξάλειψη των κινδύνων αγοράς.
(6) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται με Οδηγίες της, που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 26, να επιβάλει κατάλληλους περιορισμούς στους κινδύνους αγοράς που το ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος δύναται να αναλαμβάνει κατά τις επενδύσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1).
20.-(1) Κάθε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος υποβάλλει στην Κεντρική Τράπεζα τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο ή εντός τέτοιας μικρότερης χρονικής περιόδου που η Κεντρική Τράπεζα ήθελε ορίσει, κατάσταση σε ότι αφορά τη συμμόρφωση με τις διατάξεις των άρθρων 18 και 19.
(2) Η μορφή και το περιεχόμενο της κατάστασης που αναφέρεται στο εδάφιο (1), καθώς και ο τρόπος και οι διαδικασίες υπολογισμού των στοιχείων που περιλαμβάνονται στην εν λόγω κατάσταση καθορίζονται από την Κεντρική Τράπεζα με Οδηγίες της που εκδίδονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 26.