1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί των Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος Νόμος του 2004.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«άδεια έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος» σημαίνει την άδεια λειτουργίας για την άσκηση της δραστηριότητας της έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος που χορηγείται από την Κεντρική Τράπεζα δυνάμει του άρθρου 4.
«βιβλία ή έγγραφα» σημαίνει λογαριασμούς, αξιόγραφα, συμβόλαια και έντυπα, σε οποιαδήποτε μορφή, συμπεριλαμβανομένων βιβλίων ή εγγράφων εναποθηκευμένων σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές·
«ελάχιστα κεφάλαια», «ίδια κεφάλαια» και «δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας» έχουν την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από το άρθρο 18·
«έλεγχος» σε σχέση με εταιρεία σημαίνει -
(α) Την ιδιοκτησία από πρόσωπο του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας ή της μητρικής της εταιρείας, που του εξασφαλίζει το δέκα ή περισσότερο από το δέκα τοις εκατό (10%) των ψήφων σε οποιαδήποτε γενική συνέλευση της εταιρείας ή της μητρικής της εταιρείας αυτής· ή
(β) την ικανότητα προσώπου να ορίζει με οποιοδήποτε τρόπο την εκλογή της πλειοψηφίας των συμβούλων της εταιρείας ή της μητρικής εταιρείας·
«εργασίες αποδοχής καταθέσεων», «κατάθεση», «κράτος μέλος υποδοχής», «τράπεζα» και «τραπεζικές εργασίες» έχουν την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από τους περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμους του 1997 μέχρι 2004, ενώ «γραφείο αντιπροσωπείας», «διευθυντής» «πρώτος εκτελεστικός διευθυντής», «σύμβουλος» και «υποκατάστημα» έχουν την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από τους πιο πάνω Νόμους, τηρουμένων των αναλογιών·
«ηλεκτρονικό χρήμα» σημαίνει νομισματική αξία αντιπροσωπευόμενη από απαίτηση έναντι του εκδότη, η οποία -
(α) είναι αποθηκευμένη σε ηλεκτρονικό υπόθεμα-μέσο·
(β) έχει εκδοθεί κατόπιν παραλαβής χρηματικού ποσού, τουλάχιστον ίσου με την εκδοθείσα νομισματική αξία· και
(γ) γίνεται δεκτή ως μέσο πληρωμής από άλλα πρόσωπα πέραν του εκδότη.
«ηλεκτρονικός υπολογιστής» σημαίνει οποιαδήποτε ηλεκτρονική συσκευή για την αποθήκευση ή επεξεργασία πληροφοριών·
«ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος» σημαίνει νομικό πρόσωπο, άλλο από τράπεζα ή συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα, στο οποίο χορηγήθηκε άδεια έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
«Κεντρική Τράπεζα» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και περιλαμβάνει κράτος που αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο·
«μητρική εταιρεία» και «θυγατρική εταιρεία» έχουν την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από τον περί Εταιρειών Νόμο και επιπρόσθετα, εταιρεία θεωρείται ότι είναι θυγατρική άλλης εταιρείας όταν, κατά την κρίση της Κεντρικής Τράπεζας, η τελευταία ασκεί ουσιαστικό έλεγχο στην προηγούμενη·
«νομικό πρόσωπο» περιλαμβάνει εταιρεία ή οποιαδήποτε ένωση προσώπων, είτε αυτή συστάθηκε στη Δημοκρατία είτε αλλού·
«στενοί δεσμοί» κατά την έννοια του παρόντος Νόμου σημαίνει την κατάσταση, κατά την οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται με μια εταιρεία μέσω-
(α) Συμμετοχής, δηλαδή της άμεσης ή δια δεσμού ελέγχου κατοχής τουλάχιστον του είκοσι τοις εκατόν (20%) των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου της εταιρείας· ή
(β) δεσμού ελέγχου, δηλαδή της σχέσης, που υπάρχει μεταξύ μιας μητρικής και μιας θυγατρικής εταιρείας ή μιας παρεμφερούς σχέσης μεταξύ οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου και μιας εταιρείας, όπως δύναται να εξειδικεύει με Οδηγίες της η Κεντρική Τράπεζα κατά τις διατάξεις του άρθρου 26· ή
(γ) μόνιμου δεσμού ελέγχου που υφίσταται με το ίδιο πρόσωπο· ή
(δ) άλλης σχέσης εξάρτησης που δύναται να ορίζει με Οδηγίες της η Κεντρική Τράπεζα κατά τις διατάξεις του άρθρου 26:
Νοείται ότι, κάθε θυγατρική εταιρεία μιας άλλης θυγατρικής εταιρείας θεωρείται και αυτή ως θυγατρική της μητρικής εταιρείας που είναι επικεφαλής των εν λόγω εταιρειών·
«συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τους περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμους του 1985 μέχρι 2003·
«Οδηγίες» σημαίνει τις κανονιστικού περιεχομένου οδηγίες που εκδίδονται από την Κεντρική Τράπεζα κατά τις διατάξεις του άρθρου 26·
«χώρες της Ζώνης Α» σημαίνει τα κράτη μέλη, την Αυστραλία, την Ελβετία, τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, την Ιαπωνία, τον Καναδά και τη Νορβηγία.
3.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 4 και του Μέρους ΙΙΙ, η έκδοση μέσων πληρωμής υπό μορφή ηλεκτρονικού χρήματος από οποιοδήποτε πρόσωπο εκτός από τράπεζα, συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος απαγορεύεται:
(2) Οποτεδήποτε η Κεντρική Τράπεζα έχει εύλογες υπόνοιες ότι οποιοδήποτε πρόσωπο, εκτός από τράπεζα, συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος, εκδίδει ή παρουσιάζεται ότι εκδίδει ηλεκτρονικό χρήμα, δύναται, με γραπτή ειδοποίηση προς το πρόσωπο αυτό, να το καλέσει να παρουσιάσει σε αρμόδιο λειτουργό της, εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην ειδοποίηση, οποιαδήποτε βιβλία ή έγγραφα που ορίζονται στην ειδοποίηση, για να εξακριβωθεί από το λειτουργό αυτό κατά πόσο ασκήθηκε οποιαδήποτε εργασία, η οποία απαγορεύεται κατά τις διατάξεις του εδαφίου (1).
4.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 3 και του Μέρους ΙΙΙ, άδεια έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος εκδίδεται μόνο σε νομικό πρόσωπο που συστάθηκε στη Δημοκρατία δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου ή σε νομικό πρόσωπο που συστάθηκε σε κράτος άλλο από τη Δημοκρατία ή κράτος μέλος, δυνάμει ανάλογης νομοθεσίας του κράτους αυτού:
(2) Αίτηση για χορήγηση άδειας έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος υποβάλλεται από ή εκ μέρους του αιτητή στην Κεντρική Τράπεζα και συνοδεύεται από το ιδρυτικό έγγραφο και το καταστατικό ή άλλο έγγραφο της σύστασης ή καθοριστικό για τη σύσταση του νομικού προσώπου και οποιαδήποτε άλλα έγγραφα και πληροφορίες που δυνατό να απαιτήσει η Κεντρική Τράπεζα.
(3) Η Κεντρική Τράπεζα με αιτιολογημένη απόφασή της δύναται-
(α) Να χορηγήσει άδεια έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος χωρίς οποιουσδήποτε όρους ή με τέτοιους όρους που δυνατόν να κρίνει σκόπιμο να επιβάλει· ή
(β) να αρνηθεί τη χορήγηση άδειας έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος.
(4) Η άρνηση χορήγησης της εν λόγω άδειας κοινοποιείται στον αιτητή εντός έξι μηνών από την ημερομηνία λήψης της αίτησης για χορήγηση της άδειας ή, αν η αίτηση δεν είναι πλήρης, εντός έξι μηνών από της διαβιβάσεως από τον αιτητή των απαραίτητων πληροφοριών για την απόφαση:
(5) Η Κεντρική Τράπεζα δεν λαμβάνει υπόψη το κριτήριο της οικονομικής ανάγκης για σκοπούς χορήγησης άδειας έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος.
(6) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (3), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να τροποποιεί ή να ανακαλεί οποτεδήποτε, είτε μόνιμα είτε προσωρινά, οποιουσδήποτε όρους που έχουν επιβληθεί σε χορηγηθείσα άδεια έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος, ή να επιβάλλει οποιουσδήποτε νέους όρους σε αυτή.
(7) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (3), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να αρνηθεί να χορηγήσει άδεια έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος, όταν υφίστανται τέτοιοι στενοί δεσμοί, λόγω επαγγελματικών ή άλλων σχέσεων, μεταξύ του αιτητή και οποιωνδήποτε άλλων φυσικών ή νομικών προσώπων, που, κατά τη γνώμη της, παρεμποδίζεται η σωστή εκπλήρωση της εποπτικής της αποστολής.
(8) Παρά τις διατάξεις των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 μέχρι 2004, των περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμων του 1985 μέχρι 2003 και τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (6), η Κεντρική Τράπεζα δύναται, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, να απαγορεύσει σε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος να χρησιμοποιεί, σε οποιαδήποτε γλώσσα, τις λέξεις «τράπεζα» ή «συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα» ή οποιαδήποτε γραμματική παραλλαγή των λέξεων αυτών.
5. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 4, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να αρνηθεί να χορηγήσει άδεια έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος, αν ο αιτητής δεν έχει προηγουμένως γνωστοποιήσει την ταυτότητα των προσώπων που έχουν άμεσο ή έμμεσο έλεγχο της εταιρείας:
6.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 12, απαγορεύεται σε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που συστάθηκε στη Δημοκρατία να εγκαθιστά ή να διατηρεί υποκατάστημα ή γραφείο αντιπροσωπείας εκτός της Δημοκρατίας ή να παρέχει υπηρεσίες εκτός της Δημοκρατίας χωρίς την προηγούμενη έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας. Τέτοια έγκριση δύναται να χορηγείται με οποιουσδήποτε όρους, τους οποίους η Κεντρική Τράπεζα δυνατόν να κρίνει σκόπιμο να επιβάλει.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται οποτεδήποτε, με γραπτή ειδοποίηση, να επιβάλλει σε έγκριση που χορηγείται δυνάμει του εδαφίου (1), οποιουσδήποτε νέους όρους ή να τροποποιεί ή να ανακαλεί οποιουσδήποτε όρους που έχουν επιβληθεί, όπως αυτή δυνατόν να κρίνει σκόπιμο.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 26, η Κεντρική Τράπεζα δύναται οποτεδήποτε με γραπτή ειδοποίηση, να ανακαλεί έγκριση που χορηγήθηκε δυνάμει του εδαφίου (1) και η λειτουργία του υποκαταστήματος ή του γραφείου αντιπροσωπείας, ή η παροχή υπηρεσιών ανάλογα με την περίπτωση, τερματίζεται εντός τακτής χρονικής περιόδου που ορίζεται στην ειδοποίηση.
7.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 10 και 11, απαγορεύεται σε ίδρυμα που εκδίδει ηλεκτρονικό χρήμα δυνάμει νόμου κράτους άλλου από τη Δημοκρατία, να εγκαταστήσει γραφείο αντιπροσωπείας στη Δημοκρατία χωρίς την προηγούμενη έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας. Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να χορηγεί την έγκριση της με οποιουσδήποτε όρους, τους οποίους η ίδια κρίνει σκόπιμο να επιβάλει.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (8) του άρθρου 4, γραφείο αντιπροσωπείας που εγκαθίσταται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), δύναται να χρησιμοποιεί τη λέξη «τράπεζα» ή τις λέξεις «συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα» ή οποιαδήποτε γραμματική τους παραλλαγή, ως μέρος του ονόματός του, νοουμένου ότι το ίδρυμα, στο οποίο ανήκει, διεξάγει με το όνομα αυτό τις εργασίες του στη χώρα προέλευσής του και νοουμένου περαιτέρω ότι το όνομα αυτό χρησιμοποιείται στη Δημοκρατία σε συνδυασμό με την περιγραφή «Γραφείο Αντιπροσωπείας Κύπρου».
(3) Στην έγκριση που παραχώρησε δυνάμει του εδαφίου (1), η Κεντρική Τράπεζα δύναται, οποτεδήποτε, με γραπτή ειδοποίησή της, να επιβάλλει οποιουσδήποτε νέους όρους ή να τροποποιεί ή να ανακαλεί οποιουσδήποτε όρους που έχουν επιβληθεί όπως αυτή δυνατόν να κρίνει σκόπιμο.
(4) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται, οποτεδήποτε, με γραπτή ειδοποίηση, να ανακαλεί οποιαδήποτε έγκριση που χορηγήθηκε δυνάμει του εδαφίου (1) και η λειτουργία του γραφείου αντιπροσωπείας τερματίζεται εντός τακτής χρονικής περιόδου που ορίζεται στην ειδοποίηση.
8. Ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που προτίθεται να τερματίσει τις εργασίες οποιουδήποτε υποκαταστήματός του, οφείλει να δώσει προηγουμένως προς την Κεντρική Τράπεζα, τριών μηνών γραπτή προειδοποίηση για την πρόθεση αυτή ή τέτοια άλλη βραχύτερη γραπτή προειδοποίηση που η Κεντρική Τράπεζα ήθελε εκάστοτε επιτρέψει.
9.-(1) Ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που συστάθηκε στη Δημοκρατία υποβάλλει στην Κεντρική Τράπεζα, το συντομότερο δυνατό, και οπωσδήποτε όχι αργότερα από ένα μήνα μετά την αλλαγή του ονόματός του ή την τροποποίηση του Ιδρυτικού του Εγγράφου ή του Καταστατικού του ή οποιουδήποτε άλλου έγγράφου που αφορά τη σύσταση του ή που είναι καθοριστικό για τη σύσταση του, τις λεπτομέρειες των εν λόγω αλλαγών ή τροποποιήσεων.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να φέρει ένσταση στην αλλαγή ή στις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) και σε τέτοια περίπτωση το ίδρυμα οφείλει να συμμορφωθεί με τις οποιεσδήποτε υποδείξεις της Κεντρικής Τράπεζας στο θέμα αυτό το αργότερο μέσα σε τρεις μήνες.
(3) ΄Ιδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος, εκτός από ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που συστάθηκε στη Δημοκρατία, υποβάλλει στην Κεντρική Τράπεζα, το συντομότερο δυνατό και οπωσδήποτε όχι αργότερα από τρεις μήνες μετά την αλλαγή του ονόματός του ή την τροποποίηση του Ιδρυτικού του Εγγράφου ή του Καταστατικού του ή οποιουδήποτε άλλου εγγράφου που αφορά τη σύστασή του ή που είναι καθοριστικό για τη σύστασή του, τις λεπτομέρειες των εν λόγω αλλαγών ή τροποποιήσεων.
10.-(1) Ανεξάρτητα των διατάξεων των άρθρων 7 και 9 και τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 11 και 24 και των εδαφίων (2) και (3), δεν απαιτείται η χορήγηση άδειας έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος από την Κεντρική Τράπεζα για την άσκηση της δραστηριότητας της έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος μέσω-
(α) της ίδρυσης υποκαταστήματος. ή
(β) της παροχής υπηρεσιών, από ίδρυμα που εκδίδει ηλεκτρονικό χρήμα δυνάμει σχετικής άδειας λειτουργίας κράτους μέλους, νοουμένου ότι-
(i) Πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται με οποιαδήποτε Οδηγία που είναι δυνατόν να εκδοθεί από την Κεντρική Τράπεζα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 26· και
(ii) στο εν λόγω ίδρυμα δεν έχει χορηγηθεί οποιαδήποτε εξαίρεση σε ότι αφορά τους κανόνες λειτουργίας του από το κράτος μέλος που του χορήγησε τη σχετική άδεια λειτουργίας του.
(2) ΄Ιδρυμα που εκδίδει ηλεκτρονικό χρήμα και που προτίθεται να ιδρύσει υποκατάστημα στη Δημοκρατία, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), μεριμνά για την γνωστοποίηση από την αρμόδια εποπτική αρχή του κράτους μέλους που του χορήγησε τη σχετική άδεια, των ακόλουθων στοιχείων προς την Κεντρική Τράπεζα:
(α) Το πρόγραμμα δραστηριοτήτων, στο οποίο αναγράφονται επακριβώς οι δραστηριότητες, τις οποίες σχεδιάζει να ασκήσει το υποκατάστημα και η οργανωτική του δομή·
(β) τη διεύθυνση του υποκαταστήματος στη Δημοκρατία, από την οποία δύνανται να ζητούνται έγγραφα·
(γ) τα ονόματα των υπευθύνων για τη διεύθυνση του υποκαταστήματος·
(δ) την κεφαλαιακή βάση και το δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας του ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος:
Νοείται ότι, η Κεντρική Τράπεζα έχει προθεσμία δύο μηνών από την παραλαβή της πιο πάνω γνωστοποίησης για να οργανώσει την εποπτεία του εν λόγω υποκαταστήματος κατά τις διατάξεις των άρθρων 11 και 24 και να γνωστοποιήσει, εάν χρειάζεται, τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, επιτρέπεται οι εν λόγω δραστηριότητες να ασκούνται στη Δημοκρατία.
(3) ΄Ιδρυμα που εκδίδει ηλεκτρονικό χρήμα και που προτίθεται να παρέχει υπηρεσίες στη Δημοκρατία δυνάμει του εδαφίου (1), μεριμνά ούτως ώστε η αρμόδια εποπτική αρχή του κράτους μέλους που του χορήγησε τη σχετική άδεια, να γνωστοποιήσει την πρόθεσή του αυτή στην Κεντρική Τράπεζα.
11.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαιτεί για στατιστικούς σκοπούς, από ίδρυμα κράτους μέλους που εκδίδει ηλεκτρονικό χρήμα και που διατηρεί υποκατάστημα στη Δημοκρατία, περιοδική έκθεση για οποιεσδήποτε δραστηριότητες που ασκούνται από αυτό στη Δημοκρατία.
(2) Για την άσκηση της εποπτείας της ρευστότητας υποκαταστήματος ιδρύματος κράτους μέλους που εκδίδει ηλεκτρονικό χρήμα, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαιτεί τις ίδιες πληροφορίες με εκείνες που απαιτεί για το σκοπό αυτό από ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος, στο οποίο χορηγεί άδεια η Κεντρική Τράπεζα.
(3) Η Κεντρική Τράπεζα, με Οδηγίες της, που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 26, δύναται να καθορίζει τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία λήψης μέτρων σε περίπτωση διαπίστωσης παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου από ίδρυμα κράτους μέλους που εκδίδει ηλεκτρονικό χρήμα και που διατηρεί υποκατάστημα ή παρέχει υπηρεσίες στο έδαφος της Δημοκρατίας.
12.-(1) Παρά τις διατάξεις του άρθρου 6, και τηρουμένων των εδαφίων (2), (3), (4), (5) και (6), ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που συστάθηκε στη Δημοκρατία και, το οποίο προτίθεται να ιδρύσει υποκατάστημα σε κράτος μέλος γνωστοποιεί στην Κεντρική Τράπεζα-
(α) Το πρόγραμμα δραστηριοτήτων, στο οποίο αναγράφονται επακριβώς οι δραστηριότητες, τις οποίες σχεδιάζει να ασκήσει το υποκατάστημα και η οργανωτική του δομή·
(β) τη διεύθυνση του υποκαταστήματος στο εν λόγω κράτος μέλος, από το οποίο είναι δυνατόν να ζητούνται έγγραφα·
(γ) τα ονόματα των υπευθύνων για τη διεύθυνση του υποκαταστήματος·
(δ) την κεφαλαιακή βάση και το δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας του ιδρύματος.
(2) Εφόσον η Κεντρική Τράπεζα δεν έχει λόγους να αμφιβάλλει για την επάρκεια της διοικητικής οργάνωσης ή της οικονομικής κατάστασης του εν λόγω ιδρύματος, εντός χρονικού διαστήματος τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της γνωστοποίησης του εδαφίου (1), ανακοινώνει στην αρμόδια εποπτική αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, τα στοιχεία και τις πληροφορίες σύμφωνα με το εδάφιο (1).
(3) Η ανακοίνωση από την Κεντρική Τράπεζα σύμφωνα με το εδάφιο (2) κοινοποιείται και στο εν λόγω ίδρυμα εντός ενός τριμήνου, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (2).
(4) Σε περίπτωση, κατά την οποία η Κεντρική Τράπεζα αρνείται να ανακοινώσει τα στοιχεία κατά το εδάφιο (1) στην αρμόδια εποπτική αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, γνωστοποιεί στο εν λόγω ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος τους λόγους της άρνησης της, εντός προθεσμίας τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της γνωστοποίησης κατά το εδάφιο (1).
(5) Ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που προτίθεται να ασκήσει για πρώτη φορά τις δραστηριότητές του παρέχοντας υπηρεσίες σε κράτος μέλος χωρίς να ιδρύσει σε αυτό υποκατάστημα, γνωστοποιεί στην Κεντρική Τράπεζα την πρόθεσή του αυτή, προσδιορίζοντας συγχρόνως το κράτος μέλος και τις δραστηριότητες που προτίθεται να ασκήσει.
(6) Η Κεντρική Τράπεζα κοινοποιεί προς τις αρμόδιες εποπτικές αρχές του κράτους μέλους υποδοχής, τη γνωστοποίηση κατά το εδάφιο (5), εντός χρονικού διαστήματος ενός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής της.
13. Οι δραστηριότητες του ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, εκτός από την έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος, περιορίζονται -
(α) Στην παροχή χρηματοπιστωτικών και μη χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, οι οποίες συνδέονται στενά με την έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος, όπως η διαχείριση ηλεκτρονικού χρήματος με την εκτέλεση λειτουργικών και άλλων βοηθητικών εργασιών που σχετίζονται με την έκδοσή του, καθώς και η έκδοση και διαχείριση άλλων μέσων πληρωμής, με εξαίρεση οποιαδήποτε πιστοδοτική δραστηριότητα· και
(β) στην αποθήκευση στοιχείων στο ηλεκτρονικό υπόθεμα - μέσο εκ μέρους άλλων επιχειρήσεων ή δημοσίων αρχών.
14.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 13, απαγορεύεται σε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος να αποδέχεται καταθέσεις ή να ασκεί τραπεζικές εργασίες ή άλλες εργασίες που είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένες με τραπεζικές εργασίες ή σχετίζονται στενά με αυτές:
(2) Απαγορεύεται σε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος να κατέχει οποιοδήποτε δικαίωμα συμμετοχής σε άλλες εταιρείες, εκτός αν οι εταιρείες αυτές εκτελούν λειτουργικές ή άλλες βοηθητικές εργασίες που σχετίζονται με το ηλεκτρονικό χρήμα, το οποίο εκδίδεται ή διανέμεται από το εν λόγω ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος.
15. Εκτός αν η Κεντρική Τράπεζα ορίσει διαφορετικά, απαγορεύεται η μέγιστη αποθηκευτική ικανότητα του ηλεκτρονικού μέσου που παραχωρείται για αποθήκευση του ηλεκτρονικού χρήματος να υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες λίρες (ΛΚ£3000) ή το ισότιμο ποσό σε ευρώ.
16. Κάθε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος, καθώς και κάθε ίδρυμα που εκδίδει ηλεκτρονικό χρήμα δυνάμει άδειας που του χορηγήθηκε από κράτος μέλος κατά τις διατάξεις του άρθρου 10, παρέχει στον κομιστή, λεπτομέρειες για τυχόν χρεώσεις ή ανάκτηση εξόδων που σχετίζονται με την έκδοση ή εξαργύρωση του ηλεκτρονικού χρήματος ή για οποιεσδήποτε αλλαγές που επιβάλλει σε τέτοιες χρεώσεις ή τέτοια έξοδα.
17.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, οποιαδήποτε συναλλαγή σε ηλεκτρονικό χρήμα διέπεται από τις πρόνοιες της σύμβασης που συνάπτεται μεταξύ του εκδίδοντος ιδρύματος και του κομιστή.
(2) Η σύμβαση που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ορίζει σαφώς τους όρους, υπό τους οποίους ο εκδότης εξαργυρώνει το ηλεκτρονικό χρήμα όταν ο κομιστής το ζητήσει. Στη σύμβαση καθορίζεται το ελάχιστο όριο εξαργύρωσης:
(3) Ο κομιστής ηλεκτρονικού χρήματος δικαιούται, κατά την περίοδο ισχύος του χρήματος αυτού, να ζητήσει την εξαργύρωσή του στην ονομαστική αξία σε κέρματα και χαρτονομίσματα ή με μεταφορά σε τραπεζικό λογαριασμό χωρίς άλλα τέλη από τα απολύτως αναγκαία για την εκτέλεση της συγκεκριμένης πράξης.
18.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα δεν χορηγεί άδεια έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, σε ίδρυμα που συστάθηκε στη Δημοκρατία, εκτός αν ικανοποιηθεί ότι το ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος έχει ως ελάχιστη κεφαλαιακή βάση το ισότιμο σε κυπριακές λίρες ενός εκατομμυρίου ευρώ (Є1.000.000).
(2) Απαγορεύεται τα ίδια κεφάλαια του ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1), να υπολείπονται, ανά πάσα στιγμή -
(α) Του ποσού που αναφέρεται στο εδάφιο (1)· ή
(β) ποσού ίσου με το δύο τοις εκατό (2%) -
(i) του τρέχοντος υπολοίπου· ή
(ii) του μέσου ποσού των προηγούμενων έξι μηνών,
των συνολικών χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων από το μη αποδοθέν υπόλοιπο του ηλεκτρονικού χρήματος που έχει εκδώσει, το οποίο, για σκοπούς του παρόντος άρθρου, αποτελεί το δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, οποιοδήποτε είναι το ψηλότερο.
(3) Σε περίπτωση που το ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1), δεν έχει συμπληρώσει έξι μήνες λειτουργίας, για σκοπούς υπολογισμού του ποσού που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2), λαμβάνεται υπόψη -
(α) Το τρέχον υπόλοιπο των χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο εδάφιο (2)· ή
(β) το ποσό-στόχος των εν λόγω υποχρεώσεων που προβλέπεται για τους πρώτους έξι μήνες σύμφωνα με το εγκριθέν από την Κεντρική Τράπεζα επιχειρηματικό πρόγραμμα του ιδρύματος,
οποιοδήποτε είναι το ψηλότερο.
(4) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται, με Οδηγίες της που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 26, να εξειδικεύει το σύνολο των στοιχείων που είναι δυνατόν να συμπεριληφθούν στην κεφαλαιακή βάση του ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1).
19.-(1) Κάθε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος επενδύει ποσό τουλάχιστον ίσο με τις χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις του από το μη αποδοθέν υπόλοιπο του ηλεκτρονικού χρήματος που έχει εκδώσει, αποκλειστικά σε -
(α) Μετρητά και ισοδύναμα στοιχεία·
(β) στοιχεία ενεργητικού που έχουν επαρκή ρευστότητα και αντιπροσωπεύουν απαιτήσεις έναντι ή καλύπτονται από τη ρητή εγγύηση -
(i) των κεντρικών κυβερνήσεων ή των κεντρικών τραπεζών χωρών της Ζώνης Α·
(ii) των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων· ή
(iii) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας·
(γ) καταθέσεις όψεως σε πιστωτικά ιδρύματα σε χώρες της Ζώνης Α·
(δ) χρεωστικούς τίτλους, περιλαμβανομένων των θετικών και αρνητικών θέσεων σε τέτοιους τίτλους, νοουμένου ότι οι εν λόγω τίτλοι θεωρούνται από την Κεντρική Τράπεζα ότι είναι ιδιαίτερα χαμηλού κινδύνου·
(ε) οποιαδήποτε άλλα στοιχεία ενεργητικού, που κατά την κρίση της Κεντρικής Τράπεζας έχουν επαρκή ρευστότητα.
(2) Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1), τα στοιχεία του ενεργητικού αποτιμώνται στην τιμή κτήσης ή στην τρέχουσα αγοραία αξία τους, οποιαδήποτε είναι η χαμηλότερη.
(3) Όπου η αξία των στοιχείων που αναφέρονται στο εδάφιο (1) υπολείπεται του ποσού των χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων από το μη αποδοθέν υπόλοιπο του εκδοθέντος ηλεκτρονικού χρήματος, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαιτήσει όπως το ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να διορθώσει αμέσως την κατάσταση.
(4) Στην περίπτωση ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος που συστάθηκε στη Δημοκρατία, οι επενδύσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (β), (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (1) δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το εικοσαπλάσιο των ιδίων κεφαλαίων του εν λόγω ιδρύματος ή οποιοδήποτε άλλο χαμηλότερο ποσοστό των ιδίων κεφαλαίων που η Κεντρική Τράπεζα ήθελε ορίσει.
(5) Για την κάλυψη των κινδύνων αγοράς από την έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος και από τις επενδύσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1), το ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος δύναται να χρησιμοποιεί επαρκούς ρευστότητας στοιχεία εκτός ισολογισμού, που σχετίζονται με επιτόκια ή με συναλλαγματικές ισοτιμίες, υπό μορφή παράγωγων μέσων διαπραγματεύσιμων σε χρηματιστήριο αξιών, πλην των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μέσων, εφόσον υπόκεινται σε καθημερινά υποχρεωτικά όρια κάλυψης, ή συμβάσεις επί τιμών συναλλάγματος με αρχική προθεσμία λήξεως 14 ημερολογιακών ημερών ή λιγότερο. Η χρησιμοποίηση παράγωγων μέσων με τον τρόπο που αναφέρεται στην πρώτη πρόταση επιτρέπεται μόνον εάν ο στόχος που επιδιώκεται και, που στο μέτρο του δυνατού, επιτυγχάνεται, είναι η πλήρης εξάλειψη των κινδύνων αγοράς.
(6) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται με Οδηγίες της, που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 26, να επιβάλει κατάλληλους περιορισμούς στους κινδύνους αγοράς που το ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος δύναται να αναλαμβάνει κατά τις επενδύσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1).
20.-(1) Κάθε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος υποβάλλει στην Κεντρική Τράπεζα τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο ή εντός τέτοιας μικρότερης χρονικής περιόδου που η Κεντρική Τράπεζα ήθελε ορίσει, κατάσταση σε ότι αφορά τη συμμόρφωση με τις διατάξεις των άρθρων 18 και 19.
(2) Η μορφή και το περιεχόμενο της κατάστασης που αναφέρεται στο εδάφιο (1), καθώς και ο τρόπος και οι διαδικασίες υπολογισμού των στοιχείων που περιλαμβάνονται στην εν λόγω κατάσταση καθορίζονται από την Κεντρική Τράπεζα με Οδηγίες της που εκδίδονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 26.
21.-(1) Κάθε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος διευθύνεται από δύο τουλάχιστον πρόσωπα, τα οποία έχουν ενεργό συμμετοχή και παρουσία στο εν λόγω ίδρυμα.
(2) Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) έχουν την απαιτούμενη εντιμότητα και επαρκή πείρα για την άσκηση των καθηκόντων τους.
22.-(1) Κάθε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος οφείλει να διατηρεί διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες και επαρκείς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου που να ανταποκρίνονται στους χρηματοοικονομικούς και μη χρηματοοικονομικούς κινδύνους, στους οποίους είναι εκτεθειμένο, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών και διαδικαστικών κινδύνων, καθώς και των κινδύνων που συνδέονται με τη συνεργασία με οποιαδήποτε εταιρεία που εκτελεί λειτουργικές ή άλλες βοηθητικές εργασίες σχετιζόμενες με τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να ζητήσει από ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος να υποβάλλει κατά περιόδους ή οποτεδήποτε του ζητηθεί, οποιεσδήποτε πληροφορίες αναφορικά με τις εσωτερικές διαδικασίες και τους μηχανισμούς ελέγχου που αναφέρονται στο εδάφιο (1).
23.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να εξαιρεί από ορισμένες, ή όλες τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος, σε περίπτωση που -
(α) Όλες οι επιχειρηματικές δραστηριότητες, τις οποίες ασκεί το ίδρυμα, οδηγούν σε συνολικό ποσό χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων από το μη αποδοθέν υπόλοιπο του ηλεκτρονικού χρήματος, το οποίο δεν υπερβαίνει το ισότιμο ποσό σε κυπριακές λίρες των πέντε εκατομμυρίων ευρώ (Є 5.000.000)· ή
(β) το ηλεκτρονικό χρήμα που εκδίδεται από το ίδρυμα γίνεται δεκτό ως μέσο πληρωμής μόνο από τυχόν θυγατρικές του επιχειρήσεις που εκτελούν λειτουργικές ή άλλες βοηθητικές εργασίες σχετικές με το ηλεκτρονικό χρήμα, το οποίο εκδίδει ή διανέμει το ίδρυμα, η τυχόν μητρική του εταιρεία ή άλλες θυγατρικές της μητρικής του εταιρείας· ή
(γ) το ηλεκτρονικό χρήμα που εκδίδεται από το ίδρυμα γίνεται δεκτό ως μέσο πληρωμής μόνο από περιορισμένο αριθμό εταιρειών, οι οποίες δύνανται να διακριθούν λόγω-
(i) της εγκατάστασής τους στο ίδιο κτίριο ή σε άλλη περιορισμένη περιοχή· ή
(ii) των στενών οικονομικών ή επιχειρηματικών τους σχέσεων με το ίδρυμα-εκδότη, όπως η ύπαρξη κοινού συστήματος προώθησης προϊόντων ή διανομής.
(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται όπου η ανώτατη ικανότητα αποθήκευσης του ηλεκτρονικού υποθέματος-μέσου που τίθεται στη διάθεση των κομιστών για τη διενέργεια πληρωμών, υπερβαίνει το ισότιμο ποσό σε κυπριακές λίρες των εκατό πενήντα ευρώ (Є150).
(3) ΄Οπου η Κεντρική Τράπεζα εξαιρεί ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), αυτή δύναται να επιβάλει τέτοιους όρους όπως ήθελε ορίσει, ώστε να διασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία του συστήματος.
(4) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (3), απαγορεύεται σε ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος, για το οποίο έχει χορηγηθεί εξαίρεση δυνάμει του εδαφίου (1), να εγκαθιστά ή να διατηρεί υποκατάστημα ή γραφείο αντιπροσωπείας ή να παρέχει υπηρεσίες σε κράτος μέλος.
(5) ΄Ιδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που εξαιρείται δυνάμει του εδαφίου (1), οφείλει να υποβάλλει κατά περιόδους ή οποτεδήποτε του ζητηθεί, έκθεση για τις δραστηριότητες του, η οποία περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το συνολικό ποσό των συναφών με το ηλεκτρονικό χρήμα χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων που το εν λόγω ίδρυμα υπέχει.
24. Η Κεντρική Τράπεζα είναι αρμόδια για την εποπτεία των ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος προς διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του ευρύτερου τραπεζικού συστήματος:
25. Η Κεντρική Τράπεζα γνωστοποιεί σε κατάλογο που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας-
(α) Τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος, στα οποία έχει εκδώσει άδεια·
(β) τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος, τα οποία τυγχάνουν εξαίρεσης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 23. και
(γ) τα ιδρύματα κρατών μελών που εκδίδουν ηλεκτρονικό χρήμα και που δραστηριοποιούνται στη Δημοκρατία.
26.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η Κεντρική Τράπεζα για την επίτευξη των σκοπών του παρόντος Νόμου και την εκτέλεση των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων της, δύναται να εκδίδει γενικές ή ειδικές Οδηγίες περιλαμβανομένων Οδηγιών για θέματα πρακτικής και δεοντολογίας, τις οποίες γνωστοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο ήθελε ορίσει.
(2) Κατά την άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας όπου αυτή προβλέπεται σε οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου, η Κεντρική Τράπεζα ενεργεί αφού λάβει υπόψη τη διεθνή πρακτική, την προστασία και τα συμφέροντα των πελατών των ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος γενικά, καθώς και την ομαλή λειτουργία του ευρύτερου τραπεζικού συστήματος και θα εκδίδει αιτιολογημένη Απόφαση ή Οδηγίες.
27. Οι διατάξεις των άρθρων 4(6), 12(1)(α) και (2), 15(α), 16, 17, 18, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30(1)(α), (β)(i) και (v), (γ), (δ) και (ε) και (2), 31, 32, 33, 39, 40 και 44 των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 μέχρι 2004, καθώς και οι διατάξεις οποιουδήποτε άλλου Νόμου που τροποποιούν ή αντικαθιστούν τις πιο πάνω διατάξεις, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος και ο όρος «τράπεζα» στα άρθρα αυτά, ή οποιαδήποτε γραμματική παραλλαγή του όρου αυτού, ερμηνεύεται, για σκοπούς του παρόντος Νόμου, ότι περιλαμβάνει και τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος:
Νοείται ότι-
(α) Η παραπομπή του εδαφίου (4) του άρθρου 26 των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 μέχρι 2004 στο εδάφιο (4) του άρθρου 3 των ιδίων Νόμων, θα διαβάζεται, για σκοπούς του παρόντος Νόμου, ως παραπομπή στο εδάφιο (2) του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου·
(β) οποιαδήποτε αναφορά, στο άρθρο 27 των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 μέχρι 2004, σε εποπτική αρχή θα ερμηνεύεται ως αναφορά και σε εποπτική αρχή που είναι επιφορτισμένη με την εποπτεία ιδρυμάτων που εκδίδουν ηλεκτρονικό χρήμα:
28. Οι διατάξεις των άρθρων 39, 40, 41, 44, 46, 47, 63 και 64 των περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμων του 2002 και 2003, καθώς και οι διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου που τροποποιούν ή αντικαθιστούν τις πιο πάνω διατάξεις, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος και ο όρος «τράπεζα» στα άρθρα αυτά, ή οποιαδήποτε γραμματική παραλλαγή του όρου αυτού, ερμηνεύεται για σκοπούς του παρόντος Νόμου, ότι περιλαμβάνει και τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.
29.-(1) Οι διατάξεις του άρθρου 42 των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 μέχρι 2004 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος και ο όρος «τράπεζα» στο άρθρο αυτό ή οποιαδήποτε γραμματική παραλλαγή του όρου αυτού ερμηνεύεται, για σκοπούς του παρόντος Νόμου, ότι περιλαμβάνει και τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.
(2) Οι διατάξεις του άρθρου 65 των περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμων του 2002 και 2003 που αφορούν αδικήματα σε σχέση με τα άρθρα 39, 41, 44, 46, 63 και 64 του ιδίου Νόμου, καθώς επίσης και οι διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 43 των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 μέχρι 2004 που αφορούν αδικήματα και ποινές σε σχέση με τα άρθρα 12(1)(α) και (2), 15(α), 24, 25 και 26 των ιδίων Νόμων εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος και ο όρος «τράπεζα» στο άρθρο 43 των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 μέχρι 2004, ή οποιαδήποτε γραμματική παραλλαγή του όρου αυτού ερμηνεύεται, για σκοπούς του παρόντος Νόμου, ότι περιλαμβάνει και τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.
(3) Η παράβαση οποιασδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, εκτός από τις διατάξεις των άρθρων που καθορίζονται στο εδάφιο (4), καθώς και η παράβαση οποιασδήποτε από τις διατάξεις των άρθρων των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 μέχρι 2004, που εφαρμόζονται στα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος κατά τις διατάξεις του άρθρου 27, εκτός από τις διατάξεις των άρθρων που καθορίζονται στο εδάφιο (2), συνιστά αδίκημα τιμωρούμενο, σε περίπτωση καταδίκης, με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες λίρες (Λ.Κ.50.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές και, σε περίπτωση που το αδίκημα συνεχίζεται, τιμωρείται με περαιτέρω χρηματική ποινή μέχρι χίλιες λίρες (Λ.Κ.1.000), για κάθε ημέρα για την οποία συνεχίζεται.
(4) Η παράβαση οποιασδήποτε από τις διατάξεις των άρθρων 7, 8, 9, 13, 14, 15, 17, 18, 19, 20, 22(2), 23(5) και 24 του παρόντος Νόμου συνιστά αδίκημα τιμωρούμενο, σε περίπτωση καταδίκης, με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες λίρες (Λ.Κ.50.000) και, σε περίπτωση που το αδίκημα συνεχίζεται, τιμωρείται με περαιτέρω χρηματική ποινή μέχρι χίλιες λίρες (Λ.Κ.1.000) για κάθε ημέρα για την οποία συνεχίζεται.
(5) Σε περίπτωση κατά την οποία διαπράττεται οποιοδήποτε αδίκημα κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, από ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος ή από οργανισμό προσώπων με νομική ή χωρίς νομική προσωπικότητα, τότε οποιοσδήποτε σύμβουλος, διευθύνων σύμβουλος, πρώτος εκτελεστικός διευθυντής, διευθυντής, συνέταιρος ή άλλος λειτουργός ή υπάλληλος του ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος ή του οργανισμού που εξουσιοδότησε ή εν γνώσει του επέτρεψε τη διάπραξή του, είναι ένοχος του αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται στις ποινές που προβλέπονται στο εδάφιο (3), σε σχέση με τα αδικήματα που καθορίζονται στο εδάφιο αυτό, ή στο εδάφιο (4) σε σχέση με τα αδικήματα που καθορίζονται στο εδάφιο αυτό.
30. Από την ημερομηνία προσχώρησης της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση, οποιαδήποτε αναφορά στον παρόντα Νόμο, σε «κράτος μέλος», θα ερμηνεύεται ως αναφορά σε κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία.
31-(1) Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Ανεξάρτητα από τη διάταξη του εδαφίου (1), τα άρθρα 10, 11 και 12 τίθενται σε ισχύ κατά την ημερομηνία προσχώρησης της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Από της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.81(Ι)/2012] ο περί Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος Νόμος του 2004 καταργείται.