2.Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
“άδεια παραλαβής” σημαίνει την άδεια παραλαβής εμπορευμάτων που χορηγεί ο Διευθυντής, σε περίπτωση που πληρούνται οι όροι υπαγωγής στο σχετικό καθεστώς·
“αεροσκάφος” σημαίνει οποιοδήποτε αεροπλάνο, υδροπλάνο, αεράκατο, περιλαμβάνει δε τα ελικόπτερα, όπως και άλλα οποιασδήποτε φύσης μηχανικά μέσα, με ή χωρίς προωθητήρια δύναμη, τα οποία έχουν την ικανότητα πτήσης από μόνα τους ή σε συνδυασμό με άλλο αεροσκάφος και με τα οποία είναι δυνατή η μεταφορά εμπορευμάτων·
“αίτημα αναθεώρησης” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 112·
“άλλες επιβαρύνσεις” σημαίνει οποιαδήποτε ποσά άλλα από τους δασμούς και φόρους τα οποία καταβάλλονται δυνάμει νομοθετικής διάταξης στο Διευθυντή·
“άλλη νομοθεσία” σημαίνει την Κυπριακή ή Ενωσιακή Νομοθεσία που εκάστοτε τελεί σε ισχύ και για την οποία το Τμήμα Τελωνείων έχει εξουσιοδότηση ή και ευθύνη εφαρμογής των διατάξεών της και περιλαμβάνει αρμοδιότητα που παραχωρήθηκε, εξαιρουμένης της τελωνειακής νομοθεσίας·
“άλλη τελωνειακή οφειλή” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο άρθρο 41·
“απαιτητής” σημαίνει το πρόσωπο το οποίο έχει υποβάλει έγγραφη αμφισβήτηση δυνάμει της παραγράφου 3 του Παραρτήματος·
“αποθήκη Δημοσίου” σημαίνει χώρο που παρέχεται από τη Δημοκρατία ή καθορίζεται από τον Διευθυντή, για την εναπόθεση εμπορευμάτων με σκοπό την ασφαλή φύλαξή τους, καθώς και τη διασφάλιση του δασμού, φόρων και άλλων επιβαρύνσεων που αναλογούν σε αυτά·
“αποθήκη προσωρινής εναπόθεσης” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο εδάφιο (1) του άρθρου 32·
“αρμοδιότητα που παραχωρήθηκε” σημαίνει οποιοδήποτε θέμα αναφορικά με το οποίο απαιτείται η εκτέλεση οποιουδήποτε καθήκοντος από τον Διευθυντή ή οποιοδήποτε εξουσιοδοτημένο λειτουργό, δυνάμει οποιασδήποτε νομοθετικής πράξης·
“βοηθός τελωνειακού πράκτορα” σημαίνει πρόσωπο το οποίο έχει άδεια άσκησης επαγγέλματος βοηθού τελωνειακού πράκτορα, ασκεί τη δραστηριότητά του στη Δημοκρατία και ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74·
“Δασμολόγιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης” σημαίνει τη συνδυασμένη ονοματολογία, όπως θεσπίστηκε από τον Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1987 για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο, η οποία καλύπτει, ταυτόχρονα, τις απαιτήσεις του κοινού δασμολογίου, τις στατιστικές εξωτερικού εμπορίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλες πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διέπουν τις εισαγωγές και εξαγωγές εμπορευμάτων·
“δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις” σημαίνει τον εισαγωγικό δασμό, εξαγωγικό δασμό, φόρο κατανάλωσης και φόρο προστιθέμενης αξίας στην εισαγωγή·
“δασμός” σημαίνει τον εισαγωγικό δασμό και εξαγωγικό δασμό, όπως οι όροι αυτοί ορίζονται στον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα·
“δήλωση διαμετακόμισης” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 62·
“δηλωτικό” σημαίνει το δηλωτικό φορτίου που αναφέρεται στα άρθρα 15, 16, 17 και 20·
“Δημοκρατία” σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
“Δημόσιες προσωρινές αποθήκες” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο άρθρο 33·
“διαμετακόμιση εμπορευμάτων εντός της Δημοκρατίας” σημαίνει διακίνηση εμπορευμάτων επί των οποίων οφείλονται δασμοί ή και φόροι, μεταξύ δύο σημείων εντός της Δημοκρατίας·
“διασαφιστής” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο Άρθρο 5, παράγραφος 15) του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα.
“Διευθυντής” σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων·
“εγκεκριμένη αποβάθρα” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο άρθρο 11·
“είσοδος” περιλαμβάνει και την είσοδο εμπορευμάτων από κράτος μέλος·
“εκτελεστικές διατάξεις” σημαίνει τις διατάξεις του Εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 της Επιτροπής της 24ης Νοεμβρίου 2015 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα και οποιεσδήποτε μετέπειτα τροποποιήσεις του∙
“έλεγχος από το τελωνείο” σημαίνει την εκπλήρωση διαφόρων ειδικών πράξεων, όπως η εξέταση των εμπορευμάτων, ο έλεγχος της ύπαρξης και της αυθεντικότητας των εγγράφων, η εξέταση των λογιστικών και άλλων βιβλίων των επιχειρήσεων, ο έλεγχος των μεταφορικών μέσων, ο έλεγχος των αποσκευών και άλλων εμπορευμάτων που μεταφέρονται ή φέρονται από πρόσωπα, η εκτέλεση διοικητικών ερευνών και άλλων παρεμφερών πράξεων για να εξασφαλιστεί η τήρηση των διατάξεων της τελωνειακής ή και της άλλης νομοθεσίας·
“εμπορεύματα” περιλαμβάνει πράγματα, αντικείμενα, φορτία, εφόδια, μεταφορικά μέσα, αποσκευές και ρευστά διαθέσιμα, αλλά δεν περιλαμβάνει οποιαδήποτε αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία·
“Ενωσιακός Τελωνειακός Κώδικας” σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Οκτωβρίου 2013 για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα και οποιεσδήποτε μετέπειτα τροποποιήσεις του·
“έξοδος” περιλαμβάνει και την έξοδο εμπορευμάτων προς κράτος μέλος·
“εξουσιοδοτημένος λειτουργός” σημαίνει το πρόσωπο που εξουσιοδοτείται από το Διευθυντή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 για τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης που δύναται να διενεργεί με βάση την τελωνειακή ή και την άλλη νομοθεσία·
“εφόδια” σημαίνει εμπορεύματα που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν σε πλοίο ή αεροσκάφος ή να πωληθούν λιανικά σε πρόσωπα που μεταφέρονται από αυτά και έχουν προορισμό τρίτη χώρα και περιλαμβάνει καύσιμα, ανταλλακτικά και άλλα είδη εξοπλισμού για άμεση χρήση ή όχι·
“Ιδιωτικές προσωρινές αποθήκες” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 34·
“καταλογισμός” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στα άρθρα 45 και 46·
“κατ’ εξουσιοδότηση διατάξεις” σημαίνει τις διατάξεις του Κατ’ Εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής της 28ης Ιουλίου 2015 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά λεπτομερείς κανόνες σχετικούς με ορισμένες από τις διατάξεις του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα και οποιεσδήποτε μετέπειτα τροποποιήσεις του∙
“κάτοχος των εμπορευμάτων” σημαίνει το πρόσωπο που έχει την κυριότητα των εμπορευμάτων ή παρεμφερές δικαίωμα διάθεσής τους ή που ασκεί φυσικό έλεγχο επί αυτών·
“κυβερνήτης” σημαίνει φυσικό πρόσωπο το οποίο έχει ή αναλαμβάνει την ευθύνη ή τη διακυβέρνηση ή το χειρισμό αεροσκάφους και περιλαμβάνει τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του ή το πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου έχει ενεργήσει·
“λιμένας” σημαίνει λιμένα που καθορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10·
“λογιστικές καταχωρίσεις” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα, τις εκτελεστικές διατάξεις και τις κατ’ εξουσιοδότηση διατάξεις του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα·
“νομικό πρόσωπο” περιλαμβάνει εταιρεία, συνεταιρισμό, σωματείο, λέσχη, σύλλογο, σύνδεσμο, οργανισμό ή οποιαδήποτε άλλη ένωση προσώπων, ανεξαρτήτως εάν έχει συσταθεί ή όχι σύμφωνα με τις διατάξεις οποιουδήποτε Νόμου ή Κανονισμού·
“νύκτα” σημαίνει το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της ογδόης βραδινής και της πέμπτης πρωινής ώρας·
“οίκημα” σημαίνει τόπο, κτίριο, κτιριακό συγκρότημα, οικοδομή, κατοικία, υποστατικό, υπόστεγο, χώρο ή συνδυασμό τους, περιλαμβανομένων των ανοικτών περιφραγμένων χώρων, ως και κάθε έγγεια ιδιοκτησία, αεροσκάφος, πλοίο ή πλωτό μέσο ανεφοδιασμού·
“πλοίαρχος” όσον αφορά οποιοδήποτε πλοίο, σημαίνει φυσικό πρόσωπο που έχει ή αναλαμβάνει την ευθύνη ή τη διακυβέρνηση ή το χειρισμό πλοίου και περιλαμβάνει τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του ή το πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου έχει ενεργήσει·
“πλοίο” περιλαμβάνει λέμβους, πλωτές εξέδρες και σκάφη οποιασδήποτε χρήσης·
“προσωρινή εναπόθεση” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο Άρθρο 5, παράγραφος 17) του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα·
“ρευστά διαθέσιμα” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο άρθρο 2 του περί Ελέγχου Ρευστών Διαθεσίμων που Εισέρχονται ή Εξέρχονται από την Κοινότητα και της Άσκησης Ενδοκοινοτικών Ελέγχων σε Ρευστά Διαθέσιμα Νόμου·
“σταθμός ελέγχου αερολιμένα” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο εδάφιο (1) του άρθρου 12·
“τελωνειακή επιτήρηση” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο Άρθρο 5, παράγραφος 27) του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα·
“τελωνειακή νομοθεσία” σημαίνει τον παρόντα Νόμο, τους Κανονισμούς, τα Διατάγματα και τις Γνωστοποιήσεις που εκδίδονται δυνάμει αυτού, καθώς και την αντίστοιχη Ενωσιακή Νομοθεσία, τους Κανονισμούς, τα Διατάγματα και τις Γνωστοποιήσεις που εκδίδονται για εναρμόνιση ή/και για εφαρμογή της αντίστοιχης Ενωσιακής Νομοθεσίας, εξαιρουμένης της άλλης νομοθεσίας·
“τελωνειακό καθεστώς” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο Άρθρο 5, παράγραφος 16) του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα∙
“Τελωνειακό Μητρώο” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο άρθρο 119·
“τελωνειακή οφειλή” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο Άρθρο 5, παράγραφος 18) του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα·
“τελωνειακός αερολιμένας” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο άρθρο 13·
“τελωνειακός περίβολος” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο άρθρο 8·
“τελωνειακός πράκτορας” σημαίνει πρόσωπο το οποίο έχει άδεια άσκησης επαγγέλματος τελωνειακού πράκτορα, ασκεί τη δραστηριότητά του στη Δημοκρατία, ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 και έχει την ίδια έννοια με τον τελωνειακό αντιπρόσωπο που προβλέπεται στα Άρθρα 18 και 19 του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα·
“τελωνείο” σημαίνει τη διοικητική μονάδα του Τμήματος Τελωνείων που περιλαμβάνει τα τελωνειακά γραφεία, τις αποθήκες Δημοσίου, τις Δημόσιες προσωρινές αποθήκες και τους τελωνειακούς περιβόλους της επαρχίας στην οποία βρίσκεται το τελωνείο και στο οποίο εκτελούνται οι τελωνειακές εργασίες και διατυπώσεις·
“τρίτη χώρα” σημαίνει χώρα ή έδαφος εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης·
“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών·
“φορολογικές επιβαρύνσεις” σημαίνει το φόρο κατανάλωσης ή και το φόρο προστιθέμενης αξίας που επιβάλλεται κατά την εισαγωγή εμπορευμάτων στη Δημοκρατία·
“φόρος” περιλαμβάνει το φόρο κατανάλωσης και το φόρο προστιθέμενης αξίας που επιβάλλονται κατά την εισαγωγή εμπορευμάτων στη Δημοκρατία σύμφωνα με τον περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμο και τον περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμο, αντίστοιχα·
“φόρος κατανάλωσης” σημαίνει το φόρο κατανάλωσης, όπως καθορίζεται στην εκάστοτε σε ισχύ περί Φόρων Κατανάλωσης νομοθεσία·
“φόρος προστιθέμενης αξίας” σημαίνει το φόρο προστιθέμενης αξίας όπως καθορίζεται στην εκάστοτε σε ισχύ περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας νομοθεσία.
4.-(1) Στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Τμήματος Τελωνείων εμπίπτει:
(α) Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα, των εκτελεστικών διατάξεων και των κατ’ εξουσιοδότηση διατάξεων, της Κυπριακής και αντίστοιχης σχετικής Ενωσιακής Νομοθεσίας που αφορά φόρους, τη βεβαίωση και είσπραξη δασμού, φόρων και άλλων επιβαρύνσεων επιβαλλομένων σύμφωνα με τις ανωτέρω νομοθεσίες, τη διαχείριση του συστήματος πληροφοριών, καθώς και την ανταλλαγή και διαχείριση πληροφοριών που περιέρχονται σε αυτό μέσω πληροφοριακών συστημάτων ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο και αφορούν θέματα αρμοδιότητάς του· και
(β) η εφαρμογή οποιασδήποτε νομοθεσίας του ανατίθεται.
(2) Το Τμήμα Τελωνείων είναι αρμόδιο, διά του Διευθυντή του, στα σημεία εισόδου και εξόδου, στους τελωνειακούς περιβόλους και στο εν γένει τελωνειακό έδαφος, για την προάσπιση της δημόσιας υγείας και την προστασία του κοινωνικού συνόλου και της εφοδιαστικής αλυσίδας, τον έλεγχο προσώπων, αποσκευών, εμπορευμάτων και μεταφορικών μέσων, για τον εντοπισμό-
(α) παράνομης διακίνησης ναρκωτικών φαρμάκων, ψυχοτρόπων ουσιών, όπλων, εκρηκτικών, πυρηνικών υλικών, ειδών διπλής χρήσης, χημικών ουσιών, πρόδρομων ουσιών, κεφαλαίων προερχόμενων από οικονομικές εγκληματικές δραστηριότητες, πολιτιστικών αγαθών, ειδών που παραβιάζουν δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, ασέμνων ειδών· και
(β) παραβάσεων της τελωνειακής ή και της άλλης νομοθεσίας και ποινικών αδικημάτων που αφορούν μεταφορές, αλιεία, προστασία του περιβάλλοντος, διακίνηση ειδών διανοητικής ιδιοκτησίας, άγριας πανίδας και χλωρίδας, προδρόμων ουσιών, καθώς και οποιωνδήποτε άλλων παραβάσεων της τελωνειακής ή και της άλλης νομοθεσίας και ποινικών αδικημάτων που δεν προβλέπονται στο παρόν εδάφιο και διαπιστώνονται κατά τους ελέγχους που του ανατίθενται με ειδικές διατάξεις της Ενωσιακής και Κυπριακής Νομοθεσίας, με Διεθνείς Συνθήκες και Συμφωνίες για την προστασία των συμφερόντων της Δημοκρατίας και των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και με τις εκάστοτε σε ισχύ κυρώσεις των Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(3) Η εποπτεία και ο έλεγχος των χώρων που αναγνωρίζονται ως τελωνειακοί περίβολοι και αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης ή εγκρίνονται ως ελεύθερες ζώνες ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Τμήματος Τελωνείων.
(4) Το Τμήμα Τελωνείων συνεργάζεται με άλλες υπηρεσίες της Δημοκρατίας, καθώς και με άλλες υπηρεσίες εκτός της Δημοκρατίας στους τομείς της αρμοδιότητάς του και παρέχει τη συνδρομή του σε αυτές. τα μέλη της Αστυνομίας έχουν καθήκον να παρέχουν κάθε συνδρομή στην εφαρμογή της τελωνειακής ή και της άλλης νομοθεσίας.
(5) Ο Διευθυντής ή και οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί δεν υπόκεινται σε έλεγχο από ιδιωτικό φορέα ασφάλειας ή φρούρησης χώρου υποκειμένου σε τελωνειακό έλεγχο, εφόσον δηλωθεί η ιδιότητά τους και επιδειχθεί η ταυτότητά τους.
5.-(1) Προϊστάμενος του Τμήματος Τελωνείων είναι ο Διευθυντής, ο οποίος είναι μόνιμος δημόσιος υπάλληλος της Δημοκρατίας.
(2) Ο Διευθυντής έχει καθήκον, κάτω από τη γενική εποπτεία του Υπουργού, να εισπράττει τα έσοδα από δασμούς, φόρους και άλλες επιβαρύνσεις και να ασκεί τις εξουσίες που του παρέχονται από την τελωνειακή ή και την άλλη νομοθεσία.
6.-(1) Ο Διευθυντής δύναται να εξουσιοδοτεί γραπτώς, είτε προγενέστερα είτε μεταγενέστερα της εκτέλεσης των καθηκόντων, δημόσιους υπαλλήλους και άλλα φυσικά πρόσωπα για την εκτέλεση ορισμένων καθηκόντων αναφορικά με αρμοδιότητα που παραχωρήθηκε σε αυτόν. Τα καθήκοντα των προσώπων αυτών και οι όροι άσκησης των καθηκόντων τους, καθορίζονται από το Διευθυντή, ο οποίος δύναται να αναστείλει ή ανακαλέσει οποιαδήποτε εξουσιοδότηση που παραχωρήθηκε με τον τρόπο αυτό.
(2) Οποιαδήποτε πράξη ή οτιδήποτε, το οποίο ο Διευθυντής, σύμφωνα με νομοθετική διάταξη, είναι υπόχρεος ή εντεταλμένος να πράξει, μπορεί να διενεργηθεί από οποιοδήποτε λειτουργό ή άλλο πρόσωπο που έχει γενικά ή ειδικά εξουσιοδοτηθεί εγγράφως για το σκοπό αυτό από το Διευθυντή· και οποιαδήποτε εξουσιοδότηση υπογραμμένη από το Διευθυντή είναι αποδεκτή ως απόδειξη σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία.
7. Η εκτέλεση τελωνειακών εργασιών και διατυπώσεων διενεργείται κατά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες που ισχύουν για τη Δημόσια Υπηρεσία ή οποιαδήποτε άλλη ώρα ή ημέρα ήθελε ο Διευθυντής καθορίσει εφόσον κριθεί αναγκαίο:
Νοείται ότι, ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει όπως τα τελωνεία παραμένουν ανοικτά και οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί είναι διαθέσιμοι σε αυτά ή αλλού για διεκπεραίωση εργασίας σε άλλες ημέρες και ώρες εκτός από αυτές που καθορίζονται πιο πάνω, εφόσον ήθελε πεισθεί ότι αυτό επιβάλλουν οι δημόσιες ανάγκες ή και ανάγκες του εμπορίου και καταβάλλονται ανάλογα με την περίπτωση τα τέλη υπερωρίας τα οποία καθορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο υπό τους όρους που ήθελε εκάστοτε καθορίσει.
8. Τους τελωνειακούς περιβόλους αποτελούν οι αναγκαίοι υποκείμενοι σε τελωνειακό έλεγχο ή εποπτεία χώροι, που βρίσκονται εκτός των τελωνειακών γραφείων, των Δημόσιων προσωρινών αποθηκών και των αποθηκών Δημοσίου και δύνανται να χρησιμοποιηθούν και ως υπαίθριοι χώροι προσωρινής εναπόθεσης, στους οποίους εκτελούνται τελωνειακές εργασίες. Ως τελωνειακοί περίβολοι χρησιμοποιούνται και οι αναγκαίοι δημόσιοι χώροι λιμένων και αερολιμένων.
10. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να -
(α) καθορίσει και κατονομάσει ως λιμένες για τελωνειακούς σκοπούς, οποιαδήποτε περιοχή στη Δημοκρατία, που εκάστοτε καθορίζεται στο Διάταγμα αυτό.
(β) ανακαλέσει τον καθορισμό οποιουδήποτε τέτοιου λιμένα που έχει γίνει για τους πιο πάνω σκοπούς ή να τροποποιήσει τα όρια οποιουδήποτε τέτοιου λιμένα.
(γ) ανακαλέσει ή τροποποιήσει οποιοδήποτε Διάταγμα που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο εδάφιο αυτό.
11.-(1) Ο Διευθυντής δύναται να εγκρίνει εντός οποιουδήποτε λιμένα, για χρονικές περιόδους και με όρους και περιορισμούς που καθορίζονται από αυτόν, τόπους φόρτωσης και εκφόρτωσης εμπορευμάτων οποιασδήποτε κατηγορίας ή κλάσης εμπορευμάτων, καθώς και επιβίβασης και αποβίβασης επιβατών· οποιοσδήποτε δε τόπος ο οποίος εγκρίνεται με τον τρόπο αυτό, θα αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ως “εγκεκριμένη αποβάθρα”.
(2) Ο Διευθυντής δύναται οποτεδήποτε και για εύλογη αιτία να ανακαλέσει την έγκριση ή ανακαλέσει ή τροποποιήσει τους όρους έγκρισης που παρασχέθηκαν σύμφωνα με το εδάφιο (1).
12.-(1) Ο Διευθυντής δύναται να εγκρίνει σε οποιοδήποτε τελωνειακό αερολιμένα, για χρονικές περιόδους και με όρους και περιορισμούς που ήθελε εκάστοτε καθορίσει, μέρος ή κάποιο τόπο στον αερολιμένα αυτό για τη φόρτωση και εκφόρτωση εμπορευμάτων, και την επιβίβαση και αποβίβαση επιβατών. οποιοσδήποτε δε τόπος ή μέρος που εγκρίνεται για τον πιο πάνω σκοπό, αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ως "σταθμός ελέγχου αερολιμένα".
(2) Ο Διευθυντής δύναται οποτεδήποτε και για εύλογη αιτία να ανακαλέσει την έγκριση ή ανακαλέσει ή τροποποιήσει τους όρους έγκρισης που παρασχέθηκαν σύμφωνα με το εδάφιο (1).
13. Τελωνειακός αερολιμένας αποτελεί οποιοδήποτε αεροδρόμιο το οποίο με όπως ορίζεται σε Διατάγματα Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου που έχουν εκδοθεί δυνάμει των περί Αποικιακής Αεροπλοϊας Διαταγμάτων του 1955 μέχρι 1958 και του περί Τελωνείων και Φόρων Κατανάλωσης Νόμου του 1967 μέχρι (Αρ. 4) του 2003, δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ορίζεται ως τόπος προσγείωσης και αναχώρησης αεροσκαφών για τους σκοπούς της εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας.
14. Οποιαδήποτε πλοία ή αεροσκάφη ανεξαρτήτως χωρητικότητας ή προέλευσης υποχρεωτικά καταπλέουν, αφικνούνται ή αναχωρούν σε ή από λιμένα όπως καθορίζεται στο άρθρο 10 ή τελωνειακό αερολιμένα όπως καθορίζεται στο άρθρο 13 ανάλογα με την περίπτωση, και με την προϋπόθεση ότι υπάρχει αρμόδιο τελωνείο, και απαγορεύεται να καταπλεύσουν, αφιχθούν ή αναχωρήσουν σε ή από λιμένα όπως καθορίζεται στο άρθρο 10 ή τελωνειακό αερολιμένα όπου δεν υπάρχει αρμόδιο τελωνείο, ή απαγορεύεται δε να φορτώσουν ή εκφορτώσουν εμπορεύματα από ή σε τόπους που δεν έχουν εγκριθεί από το Διευθυντή.
15.-(1) Ο πλοίαρχος κάθε πλοίου που καταπλέει σε λιμένα της Δημοκρατίας ή βρίσκεται αγκυροβολημένο εντός των χωρικών υδάτων για οποιαδήποτε αιτία, ακόμη και λόγω ανώτερης βίας, ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος αυτού, οφείλει να υποβάλει στο Διευθυντή δηλωτικό του φορτίου εντός είκοσι τεσσάρων ωρών από τον κατάπλου και πάντως πριν από τον απόπλου:
Νοείται ότι, η πιο πάνω υποχρέωση υφίσταται και όταν το πλοίο δεν φέρει φορτίο.
(2) Η υποβολή δηλωτικού δύναται να μην απαιτείται όταν πρόκειται για πλοίο στο οποίο έχει χορηγηθεί άδεια τακτικής γραμμής και σε οποιεσδήποτε άλλες περιπτώσεις ήθελε εγκρίνει ο Διευθυντής.
(3) Μέχρι την υποβολή του δηλωτικού, τα εμπορεύματα απαγορεύεται να εκφορτωθούν, παρά μόνο μετά από έγκριση του Διευθυντή και στους χώρους που ελέγχονται από το Τμήμα Τελωνείων.
(4) Το δηλωτικό υποβάλλεται σύμφωνα με τον τύπο και με τον τρόπο, ο οποίος δύναται να είναι και με μηχανογραφημένη μέθοδο, όπως ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει:
Νοείται ότι, ο Διευθυντής δύναται να απαιτεί και την επίδειξη ή προσκόμιση κάθε σχετικού με το δηλωτικό εγγράφου.
(5) Ο πλοίαρχος δεν υποχρεούται στην τήρηση των διατάξεων του άρθρου αυτού, όταν το πλοίο, χωρίς να ελευθεροκοινωνήσει, αποπλέει πριν να περάσει η προθεσμία που ορίζεται από το εδάφιο (1).
(6) Ο Διευθυντής δύναται με Γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να καθορίσει τη διαδικασία υποβολής του δηλωτικού καθώς και ειδικότερες διαδικασίες και διατυπώσεις, που αφορούν την υποβολή του δηλωτικού για :συγκεκριμένες κατηγορίες και περιπτώσεις.
16. Το δηλωτικό των φορτηγών, επιβατικών και οχηματαγωγών πλοίων επιτρέπεται να υποβάλλεται στο Διευθυντή και από τους ναυτικούς πράκτορες, εντός της προθεσμίας που καθορίζεται από το εδάφιο (1) του το άρθρο υ 15(1) και να περιλαμβάνει μόνο τα εμπορεύματα που προορίζονται για το λιμένα κατάπλου. Τα οχήματα διεθνών μεταφορών, που διακινούνται δια των παραπάνω πλοίων και μεταφέρουν εμπορεύματα που καλύπτονται από τίτλο διεθνούς διαμετακόμισης, περιλαμβάνονται στο δηλωτικό ξεχωριστά, για κάθε όχημα.
17.-(1) Ο Διευθυντής δύναται να καθορίσει όπως ο πλοίαρχος ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος αυτού υποχρεούται, πριν από τον απόπλου από το λιμένα του πρώτου κατάπλου, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 15, να υποβάλει στο Διευθυντή δηλωτικό:
Νοείται ότι, ο Διευθυντής δύναται να καθορίσει την πιο πάνω υποχρέωση και όταν το πλοίο δεν φέρει φορτίο.
(2) Ο πλοίαρχος μετά τον κατάπλου σε δεύτερο λιμένα της Δημοκρατίας υποβάλλει στο Διευθυντή, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 15, δηλωτικό του φορτίου.
(3) Το δηλωτικό υποβάλλεται σύμφωνα με τον τύπο και με τον τρόπο, ο οποίος δύναται να είναι και με μηχανογραφημένη μέθοδο, όπως ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει. Ο Διευθυντής δύναται επίσης να καθορίσει τη διαδικασία υποβολής του δηλωτικού καθώς και ειδικότερες διαδικασίες και διατυπώσεις για συγκεκριμένες κατηγορίες και περιπτώσεις που αφορούν την υποβολή του δηλωτικού:
Νοείται ότι, ο Διευθυντής δύναται να ζητά και την επίδειξη ή προσκόμιση κάθε σχετικού με το δηλωτικό εγγράφου.
18. Οι ναυτικοί πράκτορες ή οι αντιπρόσωποι των πλοίων υποχρεούνται να γνωστοποιούν γραπτώς στο τελωνείο, είκοσι τέσσερις (24) τουλάχιστον ώρες, πριν από τον κατάπλου του πλοίου, την επικείμενη άφιξη, παρέχοντας κάθε αναγκαία συναφή πληροφορία που είναι δυνατόν δύναται να ζητηθεί από το Διευθυντή:
19. Στην περίπτωση κατά την οποία πλοίο, για λόγους ανώτερης βίας, προσορμίζεται και έχει ανάγκη επισκευής, ο πλοίαρχος, αφού φροντίσει για τις διατυπώσεις περί δηλωτικών, μετά από άδεια του Διευθυντή, είναι δυνατόν να εκφορτώσει και να εναποθέσει τα εμπορεύματα του πλοίου σε χώρους που εγκρίνονται από το Διευθυντή.
20.-(1) Ο κυβερνήτης αεροσκάφους που προέρχεται από αερολιμένα εκτός της Δημοκρατίας ή αναχωρεί από αερολιμένα της Δημοκρατίας ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος αυτού, υποβάλλει στο Διευθυντή, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 15 και 17του παρόντος Νόμου, το δηλωτικό φορτίου.
(2) Το δηλωτικό υποβάλλεται σύμφωνα με τον τύπο και με τον τρόπο, ο οποίος δύναται να είναι και με μηχανογραφημένη μέθοδο, όπως ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει. Ο Διευθυντής δύναται επίσης να καθορίσει τη διαδικασία υποβολής του δηλωτικού καθώς και ειδικότερες διαδικασίες και διατυπώσεις για συγκεκριμένες κατηγορίες και περιπτώσεις που αφορούν την κατάθεση του δηλωτικού:
Νοείται ότι, ο Διευθυντής δύναται να ζητά και την επίδειξη ή προσκόμιση κάθε σχετικού με το δηλωτικό εγγράφου.
21.-(1) Εκτός όπως ήθελε επιτρέψει ο Διευθυντής, απαγορεύεται ο απόπλους πλοίου ή η αναχώρηση αεροσκάφους από οποιοδήποτε λιμένα ή τελωνειακό αερολιμένα από τον οποίο αρχίζει ο πλους ή η πτήση ή στον οποίο ήθελε προσεγγίσει ή προσγειωθεί κατά τη διάρκεια του πλου ή της πτήσης εκτός της Δημοκρατίας, μέχρις ότου του εκδοθεί άδεια για τον απόπλου του πλοίου ή αναχώρηση του αεροσκάφους από το Διευθυντήστο λιμένα ή τελωνειακό αερολιμένα αυτό:
(2) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να καθορίσει -
(α) καθόσον αφορά στη διαδικασία έκδοσης άδειας απόπλου πλοίου ή αναχώρησης αεροσκάφους σύμφωνα με το άρθρο αυτό·
(β) καθόσον αφορά στα έγγραφα τα οποία πρέπει να προσαχθούν και σ τα στοιχεία τα οποία πρέπει να παρασχεθούν από το πρόσωπο που ζητά την άδεια αυτή.
(3) Όταν αιτείται η παροχή άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό, για τον απόπλου οποιουδήποτε πλοίου, το οποίο αποπλέει χωρίς φορτίο ή δεν φέρει σε αυτό άλλα εμπορεύματα εκτός από τα εφόδια, τις αποσκευές των επιβατών που μεταφέρει ή κενά επιστρεφόμενα δοχεία που δεν αποδίδουν ναύλο ή κέρδος, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός Διευθυντής εκδίδει μετά από αίτηση του πλοιάρχου, άδεια απόπλου όπως ως αν αυτό ήταν κενό φορτίου.
22.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων της εκάστοτε σε ισχύ περί Φόρων Καταναλώσεως Νομοθεσίας και Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νομοθεσίας, καθώς και της συναφούς σχετικής Ενωσιακής Νομοθεσίας, επιτρέπεται η παράδοση εμπορευμάτων χωρίς την καταβολή των αναλογούντων δασμών ή και φόρων που προορίζονται για εφόδια πλοίων και αεροσκαφών υπό τους όρους, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που ήθελε καθορίσει ο Διευθυντής.
(2) Ο Διευθυντής δύναται με Γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να καθορίσει -
(α) την ποσότητα και περιγραφή των εμπορευμάτων, τα οποία είναι δυνατό να μεταφερθούν με πλοίο ή αεροσκάφος ως εφόδια.
(β) την περιγραφή και κατηγορία του πλοίου ή του αεροσκάφους στο οποίο είναι δυνατό να μεταφέρονται εμπορεύματα ως εφόδια·
(γ) την απαιτούμενη άδεια προμήθειας και μεταφοράς των εμπορευμάτων που προορίζονται σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην παράγραφο (α), πιο πάνω,τη διαδικασία που θα ακολουθείται για την προμήθειά τους, αν υπόκεινται σε δασμό ή και φόρο ή όχι, ως προς το δασμό ή και φόρο που καταβλήθηκε και αν ενδείκνυται υπό τις περιστάσεις επιστροφή του δασμού ή και φόρου που καταβλήθηκε·
(δ) τη μεταχείριση των πλεονασμάτων εφοδίων για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου· και
(ε) οποιανδήποτε άλλη λεπτομέρεια η οποία είναι αναγκαία για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
23.-(1) Εργασίες, που αφορούν φόρτωση, εκφόρτωση, μεταφόρτωση και γενικά διακίνηση φορτίου ή μέρους φορτίου πλοίων ή αεροσκαφών, επιτρέπονται μόνο με έγγραφη άδεια του Διευθυντή.
(2) Η άδεια εκδίδεται από το Διευθυντή και αφορά συγκεκριμένη περίπτωση και εργασία και για χρονική περίοδο και προβλέπει την παρουσία ή μη εξουσιοδοτημένου λειτουργού κατά την εκτέλεση αυτής.
24.-(1) Οποιαδήποτε υποκείμενα σε τελωνειακές διαδικασίες ή σε δασμούς και φόρους εμπορεύματα απαγορεύεται να εκφορτωθούν από οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο σε μη εγκεκριμένο από το αρμόδιο τελωνείο, σημείο στο εσωτερικό της Δημοκρατίας.
(2) Ο Διευθυντής δύναται με αιτιολογημένη απόφασή του και για τη διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος και των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να απαγορεύσει την εξαγωγή ή διακίνηση εμπορευμάτων µε πλοίο ή αεροσκάφος ή να απαγορεύσει σε πλοίο ή αεροσκάφος να μεταφέρει εμπορεύματα προς εξαγωγή ή να διακινεί εμπορεύματα.
25. Εξουσιοδοτημένος λειτουργός Ο Διευθυντής δύναται κατά οποιοδήποτε χρόνο να εισέλθει σε εγκεκριμένη αποβάθρα ή σε σταθμό ελέγχου με σκοπό την επιθεώρηση και τον έλεγχό τους και την επιθεώρηση και τον έλεγχο οποιωνδήποτε εμπορευμάτων βρίσκονται σε αυτά κατά το χρόνο αυτό.
26.-(1) Ο υπεύθυνος λιμένα ή τελωνειακού αερολιμένα, οφείλει να επιτρέπει στους εξουσιοδοτημένους λειτουργούς να εισέρχονται εται οποτεδήποτε στο λιμένα ή στον τελωνειακό αερολιμένα και να , επιθεωρούν και ελέγχουν αυτό και τα οικήματα και εμπορεύματα που βρίσκονται σε αυτό.
(2) Ο υπεύθυνος λιμένα ή τελωνειακού αερολιμένα οφείλει όπως-
(α) τηρεί, με τον τρόπο και τύπο που ήθελε εγκρίνει ο Διευθυντής, κατάσταση εισόδου και εξόδου όλων των πλοίων που καταπλέουν ή αναχωρούν ή των αεροσκαφών που αφικνούνται ή αναχωρούν στον ή από το λιμένα ή τελωνειακό αερολιμένα ανάλογα με την περίπτωση·
(β) διαθέτει ή προσκομίζει, όταν απαιτηθεί από το Διευθυντή, την κατάσταση εισόδου και εξόδου όλων των πλοίων ή αεροσκαφών που καταπλέουν ή αφικνούνται ή αναχωρούν από το λιμένα ή τελωνειακό αερολιμένα ανάλογα με την περίπτωση μαζί με οποιοδήποτε έγγραφο που τηρείται στο λιμένα ή τελωνειακό αερολιμένα και αφορά τη διακίνηση των πλοίων και αεροσκαφών. και
(γ) επιτρέπει στο Διευθυντή να λαμβάνει αντίγραφα και αποσπάσματα από οποιαδήποτε τέτοια κατάσταση ή έγγραφο.
27.-(1) Κατά τη διάρκεια της παραμονής κάποιου πλοίου εντός των ορίων του λιμένα ή εντός δώδεκα ναυτικών μιλίων από τις ακτές της Δημοκρατίας ή αεροσκάφους σε τελωνειακό αερολιμένα, οποιοσδήποτε εξουσιοδοτημένος λειτουργός πρόσωπο,που είναι εντεταλμένος προσηκόντως για την εφαρμογή της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο να επιβιβαστεί στο πλοίο ή αεροσκάφος καθώς και να διενεργήσει έρευνες σε οποιοδήποτε μέρος αυτού:
(2) Ο πλοίαρχος πλοίου ή ο κυβερνήτης αεροσκάφους οφείλει οποτεδήποτε να επιτρέπει στους εξουσιοδοτημένους λειτουργούς να επιβιβάζονται στο πλοίο ή στο αεροσκάφος, να επιθεωρούν και ελέγχουν αυτό, τα εμπορεύματα που πιθανόν να κομίζονται σε αυτό, όπως και όλα τα έγγραφα, που αφορούν το πλοίο ή αεροσκάφος ή τα κομιζόμενα σε αυτά εμπορεύματα ή πρόσωπα: . για το σκοπό αυτό
(3) Ο Διευθυντής δύναται να τοποθετήσει εξουσιοδοτημένους λειτουργούς σε οποιοδήποτε πλοίο το οποίο βρίσκεται εντός των ορίων λιμένα. Για πρόληψη διάπραξης ποινικών αδικημάτων, εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί δύνανται, όταν επιβιβαστούν στο πλοίο, να παραμένουν σε αυτό για φρούρηση, στις περιπτώσεις που αυτό κρίνεται αναγκαίο. Η φρούρηση και η επιτήρηση του πλοίου ενεργείται με δαπάνη των υπευθύνων αυτού. Ο πλοίαρχος υποχρεούται να παράσχει εύλογο κατάλυμα για τους λειτουργούς αυτούς ή μέσα ασφαλούς επιβίβασης ή αποβίβασης τους των εξουσιοδοτημένων λειτουργών τστο ή από το πλοίο.
(4) Χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις των αμέσως προηγούμενων εδαφίων (1), (2) και (3), ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει δικαίωμα ελεύθερης εισόδου σε οποιοδήποτε μέρος του πλοίου, το οποίο βρίσκεται εντός των ορίων οποιουδήποτε λιμένα ή αεροσκάφους εντός του τελωνειακού αερολιμένα και δύναται -
(α) να διατάξει τη σήμανση κάθε εμπορεύματος πριν από την εκφόρτωση του από το πλοίο ή αεροσκάφος.
(β) να κλειδώσει, σφραγίσει, σημάνει ή με άλλο τρόπο εξασφαλίσει τα εμπορεύματα που κομίζονται με το πλοίο ή αεροσκάφος ή οποιοδήποτε χώρο ή δοχείο εντός του οποίου αυτά κομίζονται.
(γ) να παραβιάσει οποιοδήποτε κλειδωμένο χώρο, εμπορευματοκιβώτιο ή δοχείο, του οποίου τα κλειδιά παρακρατούνται.
(δ) να εξετάσει με οποιοδήποτε τρόπο χρησιμοποιώντας και μηχανικά μέσα, εμπορεύματα ή οποιοδήποτε χώρο ή δοχείο εντός του οποίου αυτά κομίζονται,
όλα δε τα εμπορεύματα τα οποία βρίσκονται κρυμμένα σε πλοίο ή αεροσκάφος, υπόκεινται εις δήμευση.
(5) Κατά τη διάρκεια παραμονής του πλοίου στο λιμένα, ο Διευθυντής δύναται να απαγορεύσει την άνοδο σε αυτό προσώπων, που δεν έχουν σχέση με τις εργασίες του πλοίου.
28. Σε περίπτωση που ο Διευθυντής έχει υποψία ότι πλοίο ή αεροσκάφος προτίθεται ή ενδέχεται να αναχωρήσει εκτός της Δημοκρατίας, από οποιοδήποτε τόπο εκτός από λιμένα ή τελωνειακό αερολιμένα ή από λιμένα ή τελωνειακό αερολιμένα πριν συμπληρωθούν οι απαιτούμενες τελωνειακές διατυπώσεις, αυτός δύναται να δώσει οδηγίες για να ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα για την κατακράτηση του πλοίου ή του αεροσκάφους ή με άλλο τρόπο, για παρεμπόδιση του απόπλου ή της αναχώρησης.
29. O Διευθυντής για να επιτύχει κατακράτηση πλοίου ή αεροσκάφους κατά την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας ή αρμοδιότητας που παραχωρήθηκε σε αυτό από οποιαδήποτε διάταξη της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας δύναται -
(α) οποτεδήποτε να αρνηθεί την παροχή άδειας απόπλου πλοίου ή αναχώρησης αεροσκάφους. και
(β) σε περίπτωση που έχει παρασχεθεί τέτοια άδεια απόπλου πλοίου ή αναχώρησης αεροσκάφους και ενόσω το πλοίο βρίσκεται εντός των ορίων οποιουδήποτε λιμένα ή το αεροσκάφος σε οποιοδήποτε τελωνειακό αερολιμένα, να απαιτήσει όπως επιστραφεί σε αυτόν η άδεια που έχει παραχωρηθεί:
(α) με προσωπική παράδοση. ή
(β) αφήνεται στην τελευταία γνωστή κατοικία του. ή
(γ) παραδίδεται σε πρόσωπο στο πλοίο ή αεροσκάφος, το οποίο εμφανίζεται ότι έχει την ευθύνη ή διακυβέρνηση του πλοίου ή αεροσκάφους ή σε άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο:
30. Σε περίπτωση μη κατάθεσης του δηλωτικού ή καθυστέρησης εκφόρτωσης των εμπορευμάτων, ο Διευθυντής, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, δικαιούται να διατάξει, με κίνδυνο και έξοδα του μεταφορέα, την εκφόρτωση των εμπορευμάτων από το μέσο μεταφοράς, στο οποίο βρίσκονται, στους χώρους που έχουν καθοριστεί ή εγκριθεί από το Διευθυντή, για να εξασφαλίζεται ο έλεγχος τόσο των εμπορευμάτων όσο και του μέσου μεταφοράς.
31.-(1) Τα εμπορεύματα, που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Δημοκρατίας, υποβάλλονται, από τη στιγμή της εισόδου τους, σε τελωνειακή επιτήρηση ή και έλεγχο, προσκομίζονται δε, χωρίς καθυστέρηση και σύμφωνα με τους όρους που καθορίζει το τελωνείο εισόδου στο τελωνειακό έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο αρμόδιο τελωνείο ή σε άλλο χώρο που εγκρίνεται ή καθορίζεται.
(2) Με τον ανάλογο τρόπο, που αναφέρεται στο εδάφιο (1), στο αρμόδιο τελωνείο προσκομίζονται στο αρμόδιο τελωνείο και τα ενωσιακά εμπορεύματα που αποστέλλονται στη Δημοκρατία από άλλο κράτος μέλος και διακινούνται, σύμφωνα με τις ισχύουσες ενωσιακές διατάξεις, με την κάλυψη εγγράφου κοινοτικής διαμετακόμισης ή εγγράφου που επέχει θέση εγγράφου κοινοτικής διαμετακόμισης ή αντιτύπου εγγράφου ελέγχου.
32.-(1) Ο Διευθυντής εγκρίνει σε οποιοδήποτε λιμένα ή τελωνειακό αερολιμένα ή σε οποιοδήποτε άλλο τόπο, χώρους για την προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων μέχρις ότου τα εμπορεύματα αυτά τεθούν σε τελωνειακό καθεστώς ή επανεξαχθούν, οι οποίοι θα αναφέρονται στον παρόντα Νόμο ως "αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης". Οι αποθήκες αυτές δύνανται να είναι Δημόσιες προσωρινές αποθήκες των οποίων τη διαχείριση έχει το Τμήμα Τελωνείων ή Ιδιωτικές προσωρινές αποθήκες των οποίων τη διαχείριση έχουν άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
(2) Ο Διευθυντής δύναται να εγκρίνει αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης, η διαχείριση των οποίων δύναται να ανατεθεί σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, για χρονικές περιόδους και με τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται με Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου το οποίο δύναται μεταξύ άλλων να καθορίσει -
(α) τις προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν οι Ιδιωτικές προσωρινές αποθήκες· αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης που προβλέπονται στο εδάφιο (1)·
(β) τη διαδικασία παραλαβής των εμπορευμάτων·
(γ) τους όρους αποθήκευσης και λογιστικής διαχείρισης των εμπορευμάτων·
(δ) τον τρόπο παρακολούθησης και άσκησης του τελωνειακού ελέγχου τόσο των εμπορευμάτων όσο και των Ιδιωτικών προσωρινών αποθηκών· χώρων·
(ε) το χρόνο λειτουργίας των Ιδιωτικών προσωρινών αποθηκών αποθηκών και χώρων αυτών και τους λόγους ανάκλησης της άδειας λειτουργίας πριν από το χρόνο λήξης αυτής·
(στ) τις εγγυήσεις που θα παρέχονται για τη διασφάλιση των οφειλόμενων κάθε φορά προς το Δημόσιο δασμών, φόρων και άλλών επιβαρύνσεων, για τα εμπορεύματα που αποθηκεύονται·
(ζ) [Διαγράφηκε]·
(η) κάθε άλλο θέμα για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου καθώς και για τη ρύθμιση κάθε θέματος το οποίο απαιτεί ή είναι δεκτικό ρύθμισης.
(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του να καθορίσει:
(α) τέλη διαχείρισης των αποθηκών προσωρινής εναπόθεσης τις οποίες διαχειρίζονται άλλα, εκτός από το Τμήμα Τελωνείων, πρόσωπα·
(β) αποθηκευτικά τέλη για εμπορεύματα τα οποία εναποτίθενται σε αποθήκες τις οποίες διαχειρίζεται το Τμήμα Τελωνείων· και
(γ) τέλη επίβλεψης ή και τέλη υπερωρίας για παροχή υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση.
(4) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του να αναθέσει σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα τη διαχείριση εμπορευμάτων που εκφορτώνονται σε Δημόσιες προσωρινές αποθήκες.
(5) Ο Διευθυντής δύναται οποτεδήποτε και για εύλογη αιτία να ανακαλέσει ή διαφοροποιήσει την έγκριση ή και τους όρους έγκρισης που παρασχέθηκαν σύμφωνα με το εδάφιο (2).
33.-(1) Η εκφόρτωση των εμπορευμάτων στις Δημόσιες προσωρινές αποθήκες ή και χώρους, που καθορίζει ή εγκρίνει ο Διευθυντής, καθώς και η παράδοση αυτών στο Τμήμα Τελωνείων, γίνεται ύστερα από άδεια του Διευθυντή με βάση το δηλωτικό του φορτίου. εισαγωγής.
(2) Αν, κατά την εκφόρτωση των εμπορευμάτων διαπιστωθούν ελλείμματα ή βρεθούν δέματα, δοχεία, κιβώτια ή άλλα μέσα συσκευασίας, που φέρουν σαφή σημεία παραβίασης ή διαρρέουν ή είναι κενά του περιεχομένου τους, για την παραλαβή των εμπορευμάτων αυτών εκ μέρους του Τμήματος Τελωνείων συντάσσεται και υπογράφεται από τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό το Διευθυντή και το μεταφορέα ή τον αντιπρόσωπό του, κατάσταση, ο τύπος και το περιεχόμενο της οποίας καθορίζεται από το Διευθυντή, η οποία δύναται να είναι και με μηχανογραφημένη μέθοδο και στην οποία αναγράφονται με κάθε λεπτομέρεια η κατάσταση και το περιεχόμενο των πιο πάνω μέσων συσκευασίας κατά βάρος, ποσότητα και περιγραφή των εμπορευμάτων, καθώς και τα ληφθέντα μέτρα.
(3) Για τα ελλείμματα που αναφέρονται στο εδάφιο (2), ο Διευθυντής προβαίνει στη βεβαίωσή τους και εφόσον συντρέχει περίπτωση, στην είσπραξη των δασμών, φόρων και άλλων επιβαρύνσεων που αναλογούν σε αυτά.
(4) Η Δημοκρατία δεν ευθύνεται για τις φυσικές απομειώσεις, φθορές ή βλάβες των εναποτιθέμενων εμπορευμάτων στις Δημόσιες προσωρινές αποθήκεςαποθήκες προσωρινής εναπόθεσης, που τελούν υπό τη διαχείριση του Τμήματος Τελωνείων καθώς και για τις οφειλόμενες σε ανώτερη βία.
(5) Ο Διευθυντής δύναται να καθορίσει τους όρους, τις προϋποθέσεις και οτιδήποτε άλλο κριθεί αναγκαίο για τη διαχείριση των Δημόσιων προσωρινών αποθηκών.
34.-(1) Η προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων, που μεταφέρονται απ’ ευθείας από το εξωτερικό ή αποστέλλονται ύστερα από διαμετακόμιση, επιτρέπεται με γραπτή άδεια του Διευθυντή σε ι Ιδιωτικές προσωρινές αποθήκες που εγκρίνονται σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρο υ 32(2).
(2) Η εκφόρτωση των εμπορευμάτων στις Ιδιωτικές προσωρινές πιο πάνω αποθήκες γίνεται με βάση το δηλωτικό. Η χρήση των προσωρινών αυτών αποθηκών επιτρέπεται να γίνεται και από περισσότερους του ενός μεταφορείς και εισαγωγείς εμπορευμάτων. Για τα εμπορεύματα που εναποτίθενται στις αποθήκες αυτές εφαρμόζονται όλες οι διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας.
(3) Στις Ιιδιωτικές προσωρινές αποθήκες είναι δυνατόν να διεξάγονται από το Τμήμα Τελωνείων όλες οι προβλεπόμενες από την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία τελωνειακές εργασίες και διαδικασίες.
(4) Τα εμπορεύματα που τελούν σε κατάσταση προσωρινής εναπόθεσης επιτρέπεται να μετακινηθούν ή απομακρυνθούν από τον τόπο που είχαν αρχικά τοποθετηθεί ή αποθηκευτεί, μόνο με άδεια του Διευθυντή. Τα εμπορεύματα αυτά επιτρέπεται να υποστούν μόνο επεξεργασία τέτοια, που να εξασφαλίζει τη διατήρησή τους στην αυτή ίδια κατάσταση, χωρίς μεταβολή της εμφάνισης ή των τεχνικών χαρακτηριστικών τους. Επίσης επιτρέπεται, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και ύστερα από άδεια του Διευθυντή, η εξέταση ή η λήψη δειγμάτων των εμπορευμάτων αυτών, με σκοπό να τεθούν σε τελωνειακό καθεστώς ή επανεξαχθούν.
(5) Το Τμήμα Τελωνείων ασκεί έλεγχο και εποπτεία στις Ιδιωτικές προσωρινές αποθήκες. Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός Διευθυντής δύναται να εισέλθει εντός των αποθηκών αυτών, να τις επιθεωρήσει, να διεξάγει έρευνες, να εξετάσει και ελέγξει τα εμπορεύματα και τα έγγραφα που βρίσκονται σε αυτές. Για την άσκηση του ελέγχου και της εποπτείας είναι δυνατόν να εγκαθίσταται στις αποθήκες αυτές κλιμάκιο εξουσιοδοτημένων λειτουργών.
(6) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται, όπως για τους σκοπούς του ελέγχου που αναφέρεται στο εδάφιο (5), σφραγίσει, κλειδώσει οποιεσδήποτε τέτοιες αποθήκες ή μέρος αυτών ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο ασφαλίσει τα εμπορεύματα που βρίσκονται σε αυτές και σε τέτοια περίπτωση το σφράγισμα ή κλειδαριά ή άλλη ασφάλεια θα εξακολουθεί να υφίσταται μέχρις ότου περατωθεί ο έλεγχος και καταβληθούν τυχόν οφειλόμενοι δασμοί ή και φόροι ή άλλες επιβαρύνσεις ή δοθούν ικανοποιητικές εξηγήσεις για τυχόν ελλείμματα.
(7) Οι διαχειριστές των Ιδιωτικών προσωρινών αποθηκών ευθύνονται για τους δασμούς, φόρους και τις άλλες επιβαρύνσεις, που αναλογούν στα εμπορεύματα. Το Δημόσιο δεν υπέχει ευθύνη για οποιαδήποτε βλάβη, φθορά ή καταστροφή, οφειλόμενη σε οποιαδήποτε αιτία, των εμπορευμάτων που εναποτίθενται στις αποθήκες αυτές.
(8) Στις Ιδιωτικές προσωρινές αποθήκες δεν επιτρέπεται η προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων που έχουν υπαχθεί στις διατυπώσεις της τελωνειακής αποταμίευσης. Η εναπόθεση εμπορευμάτων στις αποθήκες αυτές, που είναι δυνατόν από τη φύση ή την κατάστασή τους να επηρεάσουν άλλα εμπορεύματα ή να προκαλέσουν κίνδυνο στη δημόσια υγεία, τάξη, ασφάλεια ή στις αποθηκευτικές εγκαταστάσεις, επιτρέπεται μόνο σε ειδικά διαρρυθμισμένα ιδιαίτερα διαμερίσματα ή χώρους εφόσον υπάρχουν και δύνανται να αποτρέψουν τους κινδύνους αυτούς. Αν δεν υπάρχουν τέτοιοι ειδικοί χώροι η εναπόθεση των εμπορευμάτων αυτών επιτρέπεται μόνο με άδεια του Διευθυντή στις κατάλληλες εγκαταστάσεις του εισαγωγέα αυτών. Ο Διευθυντής δύναται να μην επιτρέψει την εκφόρτωση σε Ιδιωτικές προσωρινές αποθήκες εμπορευμάτων που έχουν υποστεί σήψη ή αλλοίωση.
(9) Οι διαχειριστές των Ιδιωτικών προσωρινών αποθηκών υποχρεούνται να διαθέτουν στις αποθήκες αυτές, χωρίς επιβάρυνση στο Δημόσιο, κατάλληλο και ασφαλή στεγασμένο ή και υπαίθριο χώρο για τη μεταφορά των εμπορευμάτων που δεν παραλαμβάνονται εντός των προβλεπομένων προθεσμιών και κηρύσσονται αζήτητα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 67. Η μεταφορά αυτή διενεργείται με προσωπικό και μεταφορικά μέσα των διαχειριστών των αποθηκών αυτών. Μετά την εκποίηση των εμπορευμάτων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 71(1), καταβάλλονται από το πλειστηρίασμα στους διαχειριστές τέτοιων αποθηκών τα αναλογούντα στα εμπορεύματα αποθηκευτικά τέλη για το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της ημερομηνίας κήρυξης των εμπορευμάτων ως αζήτητων και της εκποίησής τους, νοουμένου ότι τα εμπορεύματα παραμένουν εναποτεθειμένα στην Ιδιωτική προσωρινή αποθήκη. Μετά τη διάθεση ή την καταστροφή από το Τμήμα Τελωνείων των εμπορευμάτων που περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 72, η οποιαδήποτε απαίτηση οι απαιτήσεις των διαχειριστών των αποθηκών αυτών, αποσβένεται τερματίζονται.
(10) Τηρουμένων των ειδικών διατάξεων της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας σχετικά με τις άδειες εισόδου ή εξόδου των εμπορευμάτων ή άλλων αντικειμένων, απαγορεύεται η είσοδος και έξοδος των κάθε φύσης αντικειμένων, εμπορευμάτων, οχημάτων και ατόμων στις Ιδιωτικές προσωρινές αποθήκες που προβλέπονται από το άρθρο αυτό και τελούν υπό τελωνειακή επιτήρηση ή εποπτεία, χωρίς έλεγχο από εξουσιοδοτημένο λειτουργότο Διευθυντή. Ο Διευθυντής δύναται να απαγορεύσει την είσοδο προσώπων ή οχημάτων, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού ιδιωτικών εταιρειών ασφάλειας και φρούρησης, που δεν έχουν έχει σχέση με συγκεκριμένη εργασία.
(11) Οι διαχειριστές των Ιδιωτικών προσωρινών αποθηκών, οφείλουν να γνωστοποιούν γραπτώς στο Διευθυντή κάθε επιπλέον ή επί έλαττον διαπιστούμενη κατά την εκφόρτωση διαφορά μεταξύ των αναγραφόμενων στο δηλωτικό εμπορευμάτων και εκείνων που εναποτέθηκαν. Επί έλαττον διαφορές εμπορευμάτων, που δεν γνωστοποιήθηκαν γραπτώς στο Διευθυντή εντός δώδεκα ωρών από την εκφόρτωση ή άλλης μεγαλύτερης ή μικρότερης προθεσμίας που ήθελε καθορίσει ο Διευθυντής, δεν λαμβάνονται υπόψη, οι δε διαχειριστές των προσωρινών αυτών αποθηκών υποχρεούνται, επιφυλασσομένης οποιασδήποτε άλλης διάταξης για τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων του Μέρους ΧΙΧ του παρόντος Νόμου, στην καταβολή των δασμών, φόρων και άλλων επιβαρύνσεων, που αναλογούν στις διαφορές αυτές.
(12) Ο Διευθυντής εκ των υστέρων βεβαιώνει τους οφειλόμενους δασμούς ή και φόρους, που αναλογούν στα διαπιστούμενα κάθε φορά ελλείμματα ή τις διαφορές εμπορευμάτων, που εισήχθηκαν στις Ιδιωτικές προσωρινές αποθήκες, σε βάρος του διαχειριστή των αποθηκών αυτών.
35.-(1) Για την εναπόθεση εμπορευμάτων στις αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης που προβλέπονται στο άρθρο 32, ισχύει η προθεσμία των ενενήντα (90) ημερών σύμφωνα με τις σχετικές ενωσιακές διατάξεις.
(2) Για εμπορεύματα τα οποία δεν έχουν υπαχθεί σε τελωνειακό καθεστώς ή επανεξαχθεί εντός της προβλεπόμενης στο εδάφιο (1) προθεσμίας, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 67 έως 72, που αφορούν αζήτητα εμπορεύματα.
(3) Ο κάτοχος των εμπορευμάτων υποβάλλει σε ειδικό έντυπο, που καθορίζεται από τον Διευθυντή, γραπτή αίτηση για την εγκατάλειψη ή την καταστροφή των εμπορευμάτων:
(4) Ο Διευθυντής δύναται, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 60, να καταστρέψει τα εμπορεύματα που έχουν τοποθετηθεί στις αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης, πληροφορεί δε σχετικά τον κάτοχο των εμπορευμάτων και τα έξοδα καταστροφής των εμπορευμάτων βαρύνουν τον κάτοχό τους.
36.-(1) Οι δασμοί, που καθίστανται απαιτητοί, σε περίπτωση γένεσης τελωνειακής οφειλής, καθορίζονται σύµφωνα µε το Δασµολόγιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κατά τα ειδικότερα οριζόµενα στον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα και την άλλη αντίστοιχη Ενωσιακή και Κυπριακή Νομοθεσία, ενώ οι φόροι και οι άλλες επιβαρύνσεις επιβάλλονται από την Κυπριακή Νομοθεσία.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων της τελωνειακής και της άλλης νομοθεσίας, ο φόρος προστιθέμενης αξίας και ο φόρος κατανάλωσης επί εμπορευμάτων που εισάγονται στη Δημοκρατία επιβάλλεται και καταβάλλεται ως να ήταν δασμός και εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας που αφορούν τους δασμούς, εκτός αν υπάρχει ρητή περί του αντιθέτου διάταξη στην τελωνειακή ή και την άλλη νομοθεσία.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 94(I)/2004
- 18(I)/2022
38. Τελωνειακή οφειλή σημαίνει την υποχρέωση προσώπου να καταβάλει τους εισαγωγικούς δασμούς (τελωνειακή οφειλή κατά την εισαγωγή) ή τους εξαγωγικούς δασμούς (τελωνειακή οφειλή κατά την εξαγωγή) που επιβάλλονται σε συγκεκριμένα εμπορεύματα σύμφωνα με την ισχύουσα Ενωσιακή και Κυπριακή Νομοθεσία.
39.-(1) Σε περίπτωση που υποβληθεί διασάφηση για ένα από τα πιο κάτω καθεστώτα -
(α) θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων που υπόκεινται σε εισαγωγικούς δασμούς· ή
(β) υπαγωγή εμπορευμάτων σε καθεστώς προσωρινής εισδοχής, με μερική απαλλαγή από τους εισαγωγικούς δασμούς,
και η εν λόγω διασάφηση για ένα από τα πιο πάνω καθεστώτα γίνεται με βάση στοιχεία εξαιτίας των οποίων δεν εισπράττονται εν μέρει ή και καθόλου οι νομίμως οφειλόμενοι δασμοί, τότε τα πρόσωπα τα οποία παρέσχαν τα αναγκαία για τη συμπλήρωση της διασάφησης αυτά στοιχεία και τα οποία γνώριζαν ή όφειλαν λογικά να γνωρίζουν ότι τα στοιχεία αυτά ήταν εσφαλμένα, μπορούν επιπρόσθετα να θεωρηθούν οφειλέτες.
(2) Σε περίπτωση που η τελωνειακή οφειλή έχει γεννηθεί από πράξη η οποία κατά τη στιγμή της διάπραξής της εδιώκετο ως ποινικό αδίκημα, η γγνωστοποίηση στον οφειλέτη του ποσού των δασμών είναι δυνατό να γίνει και μετά την παρέλευση της τριετούς προθεσμίας που αναφέρεται στις αντίστοιχες Ενωσιακές διατάξεις, αλλά όχι µετά την πάροδο δέκα (10) ετών από την ημερομηνία γένεσης της τελωνειακής οφειλής.
40. Ο Διευθυντής δύναται με Γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να καθορίσει κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τις προθεσμίες και τον τρόπο καταβολής ή αναβολής της τελωνειακής οφειλής και των παρεχόµενων εγγυήσεων, σε συνδυασµό µε τις αντίστοιχες διατάξεις του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα.
41. Άλλη τελωνειακή οφειλή σημαίνει την υποχρέωση κάθε προσώπου να καταβάλει τους αναλογούντες φόρους επί εισαγομένων αγαθών ή οποιαδήποτε άλλα ποσά που είναι καταβλητέα με βάση την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία, μη περιλαμβανομένης της τελωνειακής οφειλής όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 38.
42. Η άλλη τελωνειακή οφειλή γεννάται ανάλογα με την περίπτωση-
(α) τη στιγμή της αποδοχής της διασάφησης για θέση σε ανάλωση ενός εμπορεύματος υποκειμένου σε φόρους και άλλες επιβαρύνσεις· ή και
(β) από την παράτυπη εισαγωγή στο τελωνειακό έδαφος ενός εμπορεύματος· ή και
(γ) από την υπεξαίρεση υποκειμένου σε φορολογικές επιβαρύνσεις εμπορεύματος κατά την τελωνειακή επιτήρηση· ή και
(δ) από τη μη εκτέλεση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη θέση των εμπορευμάτων σε ένα καθεστώς ή την επανεξαγωγή τους ή από τη μη τήρηση ενός από τους όρους που είχαν τεθεί για την υπαγωγή των εμπορευμάτων αυτών στο συγκεκριμένο καθεστώς· ή και
(ε) όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση ειδικότερα καθοριζόμενη στην τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία.
43. Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, καιστην εκάστοτε ισχύουσα περί Φόρων Κατανάλωσης Νομοθεσία ή στην εκάστοτε ισχύουσα περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νομοθεσία, για τους φόρους που αφορούν εισαγόμενα εμπορεύματα, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα, οι εκτελεστικές διατάξεις και οι κατ’ εξουσιοδότηση διατάξεις σε σχέση με την τελωνειακή οφειλή, όσον αφορά εισαγόμενα εμπορεύματα.
44.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), η εκ των υστέρων βεβαίωση σύμφωνα με την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία δεν εκδίδεται μετά την πάροδο έξι ετών από την ημερομηνία γένεσης της άλλης τελωνειακής οφειλής.
(2) Αν έχει απολεσθεί οποιοδήποτε ποσό άλλης τελωνειακής οφειλής ως αποτέλεσμα πράξης η οποία κατά τη στιγμή της διάπραξής της εδιώκετο ως ποινικό αδίκημα, τότε δύναται να εκδοθεί εκ των υστέρων βεβαίωση ως εάν η αναφορά σε έξι (6) έτη στο εδάφιο (1) να ήταν αναφορά σε δώδεκα (12) έτη.
45. Τηρουμένων των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας, ο Διευθυντής υπολογίζει την τελωνειακή οφειλή ή την άλλη τελωνειακή οφειλή μόλις διαθέτει τα απαραίτητα στοιχεία και εγγράφει αυτή στα λογιστικά βιβλία ή σε οποιοδήποτε άλλο υπόθεμα το οποίο υπέχει θέση βιβλίου, περιλαμβανομένης και της μηχανογραφημένης καταχώρησης (καταλογισμός).
46. Ο Διευθυντής με απόφαση γνωστοποίησήτου που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίαςκαθορίζει τους πρακτικούς τρόπους καταλογισμού της τελωνειακής οφειλής. Στην απόφαση γνωστοποίηση αυτή είναι δυνατό να προβλέπονται διαφορετικοί τρόποι καταλογισμού ανάλογα με το αν, λαμβάνοντας υπόψη τους όρους υπό τους οποίους γεννάται η τελωνειακή οφειλή, εξασφαλίζεται ο Διευθυντής ή όχι ως προς την καταβολή των εν λόγω ποσών.
47. Για την εξασφάλιση της τελωνειακής οφειλής ή και της άλλης τελωνειακής οφειλής, ο Διευθυντής δύναται να απαιτεί τη σύσταση εγγύησης από το διασαφηστή ή τον υπόχρεο υποβολής του σχετικού με το τελωνειακό καθεστώς εγγράφου.
48.-(1) Επιπρόσθετα από οποιεσδήποτε άλλες περιπτώσεις που ρητά προβλέπονται στον παρόντα Νόμο ή στη σχετική Ενωσιακή Νομοθεσία, σε περίπτωση κατά την οποία οποιοδήποτε πρόσωπο παραλείπει να υποβάλει διασάφηση που απαιτείται σύμφωνα με την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία ή δεν τηρεί τα αναγκαία αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία ούτε παρέχει τις αναγκαίες διευκολύνσεις για επαλήθευση των στοιχείων της διασάφησης, ή όταν ο Διευθυντής κρίνει ότι η διασάφηση που υποβλήθηκε είναι ελλιπής ή ότι περιέχει σφάλματα ή όταν ελλείπουν τα ενισχυτικά προς υποστήριξη αυτής έγγραφα, τότε ο Διευθυντής δύναται να βεβαιώσει εκ των υστέρων το ποσό της τελωνειακής οφειλής ή και της άλλης τελωνειακής οφειλής ασκώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του και στη συνέχεια να το κοινοποιήσει στο πρόσωπο αυτό.
(2) Σε περίπτωση που οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί ή αρνείται ή παραλείπει να εφαρμόσει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και λόγω της αμέλειας ή άρνησης ή παράλειψής του προκύπτει ποσό οφειλόμενο, τότε ο Διευθυντής δύναται ασκώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του να βεβαιώσει εκ των υστέρων το οφειλόμενο ποσό και το κοινοποιεί στο πρόσωπο αυτό.
(3) Σε περίπτωση που λόγω υποβολής στο Τμήμα Τελωνείων από οποιοδήποτε πρόσωπο οποιασδήποτε δήλωσης ή γγνωστοποίησης ή πιστοποιητικού ή οποιασδήποτε άλλης φύσης εγγράφου, δεν καταβλήθηκε το πλήρες ποσό που οφείλετο, με βάση την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία, ή επιστράφηκε ή παραχωρήθηκε έκπτωση ή αποδόθηκε ποσό μεγαλύτερο εκείνου που σύμφωνα με την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία προβλέπετο, το οφειλόμενο ποσό ή το ποσό που επιστράφηκε αχρεώστητα ή που παραχωρήθηκε ως έκπτωση, βεβαιώνεται εκ των υστέρων και κοινοποιείται στο πρόσωπο αυτό.
(4) Όταν οποιοδήποτε ποσό έχει εκ των υστέρων βεβαιωθεί και κοινοποιηθεί σε οποιοδήποτε πρόσωπο σύμφωνα με τα πιο πάνω εδάφια, τότε το ποσό της βεβαίωσης θεωρείται, χωρίς να θίγονται οποιεσδήποτε άλλες διατάξεις του παρόντος Νόμου, ως ποσό οφειλόμενο από το πρόσωπο αυτό και δύναται να ανακτηθεί ανάλογα, εκτός αν αποσυρθεί η σχετική εκ των υστέρων βεβαίωση ή αναθεωρηθεί το σχετικό ποσό.
(5) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου οποιαδήποτε κοινοποίηση σε προσωπικό αντιπρόσωπο, διαχειριστή πτώχευσης, παραλήπτη, διαχειριστή, εκκαθαριστή ή σε πρόσωπο που ενεργεί με οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα, θεωρείται ως κοινοποίηση στο πρόσωπο σε σχέση με το οποίο ενεργεί τοιουτοτρόπως.
(6) Τα ποσά που βεβαιώνονται στα πιο πάνω εδάφια καταλογίζονται όπως αναφέρεται στα άρθρα 45 και 46.
49. Αν ο Διευθυντής κρίνει ότι το ποσό που έπρεπε να βεβαιωθεί εκ των υστέρων σύµφωνα µε το άρθρο 48, υπερβαίνει το ποσό που βεβαιώθηκε εκ των υστέρων, τότε την ή πριν την τελευταία ηµέρα κατά την οποία η εκ των υστέρων βεβαίωση θα μπορούσε να εκδοθεί, ο Διευθυντής δύναται να εκδώσει συμπληρωματική βεβαίωση για το ποσό αυτό και να την κοινοποιήσει στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
50. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 44 αν -
(α) εκ των υστέρων βεβαίωση που εκδόθηκε σύμφωνα με την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία ή
(β) απόφαση του Διευθυντή σε αίτημα αναθεώρησης αναφορικά με εκ των υστέρων βεβαίωση που εκδόθηκε σύμφωνα με την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία,
κηρυχθεί εν όλω ή εν μέρει άκυρη από το Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος και παρίσταται ανάγκη επανεξέτασης, τότε ο Διευθυντής δύναται να εκδώσει νέα εκ των υστέρων βεβαίωση εντός ενός έτους από την ημερομηνία που εκδόθηκε η απόφαση του Δικαστηρίου.
51. Τηρουμένων των διατάξεων της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας -
(α) Αν αν οποιοδήποτε πρόσωπο έχει είτε πριν είτε μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου καταβάλει ποσό στο Διευθυντή ως τελωνειακή οφειλή ή και άλλη τελωνειακή οφειλή, το οποίο δεν ήταν οφειλόμενο, τότε ο Διευθυντής είναι υπόχρεος να επιστρέψει στο πρόσωπο αυτό το εν λόγω ποσό.
(β) Οο Διευθυντής είναι υπόχρεος να επιστρέψει ποσό σύμφωνα με το άρθρο αυτό μόνο αν υποβληθεί σχετική απαίτηση.
(γ) Οο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί απαίτηση σύμφωνα με το άρθρο αυτό αν η επιστροφή οποιουδήποτε ποσού θα πλούτιζε αδικαιολόγητα το πρόσωπο που υποβάλλει την απαίτηση.
(δ) Κκανένα ποσό είναι δυνατό να απαιτηθεί σύμφωνα με το άρθρο αυτό μετά την πάροδο τριών ετών από την ημερομηνία κατά την οποία καταβλήθηκε.
(ε) Ο οποιαδήποτε απαίτηση δυνάμει του παρόντος άρθρου υποβάλλεται στον τύπο και τον τρόπο που καθορίζει ο Διευθυντής και υποστηρίζεται με γραπτές αποδείξεις.
52.-(1) Επί οποιουδήποτε ποσού δασμού ή και φόρου που εκ των υστέρων βεβαιώνεται σύμφωνα με την τελωνειακή νομοθεσία επιβάλλεται χρηματική επιβάρυνση ίση προς το δέκα τοις εκατόν (10%) του ποσού που βεβαιώνεται.
(2) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) χρηματική επιβάρυνση δεν επιβάλλεται σε περιπτώσεις εκούσιας αποκάλυψης που γίνεται σε χρόνο που προηγείται της επιλογής οποιουδήποτε ελέγχου από τον οποίο δυνατόν να προκύψει εκ των υστέρων βεβαίωση τελωνειακής οφειλής ή και άλλης τελωνειακής οφειλής.
(3) Πρόσωπο το οποίο υπόκειται σε χρηματική επιβάρυνση, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), καταβάλλει στο Διευθυντή, στην έκταση που αφορά οφειλόμενο δασμό, τόκο ίσο με το επιτόκιο, όπως αυτό προβλέπεται από τις διατάξεις του Άρθρου 114 του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα, εξαιρουμένων των περιπτώσεων του Άρθρου 112 αυτού, ή, στην έκταση που αφορά άλλα οφειλόμενα ποσά, με το εκάστοτε σε ισχύ δημόσιο επιτόκιο υπερημερίας, όπως αυτό καθορίζεται ετησίως με Διάταγμα του Υπουργού δυνάμει των διατάξεων του περί του Ενιαίου Δημοσίου Επιτοκίου Υπερημερίας Νόμου, επί των κατάβλητέων ποσών, συμπεριλαμβανομένης της χρηματικής επιβάρυνσης, από την ημέρα που τα εν λόγω ποσά καθίστανται οφειλόμενα.
54.-(1) Ο κάτοχος των εμπορευμάτων ή ο νόμιμος αντιπρόσωπός του, μετά την προσκόμιση των εμπορευμάτων στο τελωνείο, υποβάλλει διασάφηση εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 35, προκειμένου τα εμπορεύματα να υπαχθούν σε οποιοδήποτε τελωνειακό καθεστώς ή να επανεξαχθούν, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα από τη σχετική Ενωσιακή Νομοθεσία.
(2) Ο Διευθυντής δύναται να καθορίζει συγκεκριμένα τελωνεία για την υπαγωγή εμπορευμάτων σε οποιοδήποτε τελωνειακό καθεστώς ή την επανεξαγωγή τους, όταν αυτό επιβάλλεται από τη φύση ή τον τρόπο διακίνησής τους ή συντρέχουν αιτιολογημένες περιστάσεις.
(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του να καθορίζει-
(α) τις επιμέρους διαδικασίες που αφορούν στην εφαρμογή των όρων και προϋποθέσεων υπαγωγής των εμπορευμάτων σε ένα από τα τελωνειακά καθεστώτα, κατά το μέρος που οι διαδικασίες αυτές δεν καθορίζονται ρητώς στον παρόντα Νόμο και τη σχετική Ενωσιακή Νομοθεσία,
(β) τη συμπλήρωση και την υποβολή διασάφησης, την εξέταση και δειγματοληψία των εμπορευμάτων και οποιεσδήποτε άλλες διαδικασίες κατά το μέρος που αυτές δεν καθορίζονται ρητώς στον παρόντα Νόμο και στη σχετική Ενωσιακή Νομοθεσία, καθώς και τον τύπο των χρησιμοποιούμενων εντύπων ή αποδεικτικών είσπραξης, εφόσον δεν προβλέπονται στη σχετική Ενωσιακή Νομοθεσία.
55. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του να καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση έγκρισης εφαρμογής των απλουστευμένων διαδικασιών που προβλέπονται από τις αντίστοιχες διατάξεις του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα και των πράξεων που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
56.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του να καθορίζει-
(α) τις επιμέρους διαδικασίες της εφαρμογής, λειτουργίας και ελέγχου οποιουδήποτε τελωνειακού καθεστώτος κατά το μέρος που δεν ρυθμίζονται ρητώς στη σχετική Ενωσιακή Νομοθεσία·
(β) τις προϋποθέσεις χορήγησης άδειας διαχείρισης, λειτουργίας και ελέγχου των αποθηκών τελωνειακής αποταμίευσης κατά το μέρος που δεν ρυθμίζονται ρητώς στη σχετική Ενωσιακή Νομοθεσία.
(2) Ο Υπουργός με απόφασή του δύναται εκάστοτε να καθορίζει τέλη έγκρισης των αποθηκών τελωνειακής αποταμίευσης, καθώς και τα ετήσια τέλη λειτουργίας τους.
57. Οι διατάξεις των εδαφίων (3) έως (9) του άρθρου 34 εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν και στην περίπτωση του καθεστώτος της τελωνειακής αποταμίευσης κατά το μέρος που δεν αντίκεινται στη σχετική Ενωσιακή Νομοθεσία.
58.-(1) Με Διάταγμα που εκδίδεται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να-
(α) συστήνεται τμήμα του τελωνειακού εδάφους της Δημοκρατίας, όπου η είσοδος των εμπορευμάτων πραγματοποιείται απευθείας, διά θαλάσσης ή αέρος, σαφώς οριοθετημένο ως ελεύθερη ζώνη·
(β) ανακαλείται τμήμα του τελωνειακού εδάφους της Δημοκρατίας που έχει συσταθεί ως ελεύθερη ζώνη· και
(γ) τροποποιούνται τα όρια των ελευθέρων ζωνών.
(2) Πρόσωπο το οποίο αιτείται τη σύσταση ελεύθερης ζώνης, υποβάλλει σχετική αίτηση στον Διευθυντή, συνοδευόμενη από μελέτη σκοπιμότητας, από την οποία προκύπτουν σωρευτικά τα ακόλουθα:
(α) Η υπάρχουσα ή προβλεπόμενη διακίνηση μη ενωσιακών εμπορευμάτων μέσω της προτεινόμενης ελεύθερης ζώνης·
(β) η αναμενόμενη συμβολή της ελεύθερης ζώνης στην αύξηση της εμπορευματικής διακίνησης μη ενωσιακών εμπορευμάτων, σε συνδυασμό με τα αναμενόμενα γενικότερα οικονομικά οφέλη από τη λειτουργία της·
(γ) τα εχέγγυα για τη σωστή διοίκηση και διαχείριση της ελεύθερης ζώνης·
(δ) κατά περίπτωση, η βιομηχανική και επιχειρηματική ανάπτυξη, καθώς και η οικονομική πρόοδος της Δημοκρατίας.
59.-(1) Ο Διευθυντής δύναται, με γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να καθορίζει τους όρους λειτουργίας, διαχείρισης και ελέγχου, διακίνησης, παραμονής, επεξεργασίας ή μεταποίησης εμπορευμάτων σε ελεύθερη ζώνη, ανάλογα με την περίπτωση, να ρυθμίζει λειτουργικά και διαδικαστικά θέματα που αφορούν στην τελωνειακή επιτήρηση, εγκατάσταση επιχειρήσεων, είσοδο, παραμονή και έξοδο των εμπορευμάτων που βρίσκονται στην ελεύθερη ζώνη, καθώς και να προσδιορίζει την ευθύνη και τις αρμοδιότητες του διαχειριστή των ελευθέρων ζωνών.
(2) Ο διαχειριστής της ελεύθερης ζώνης ή τα πρόσωπα που προτίθενται να ασκήσουν επιχείρηση εντός της ελεύθερης ζώνης, υποβάλλουν στον Διευθυντή γραπτή αίτηση για έγκριση του τύπου των λογιστικών καταχωρίσεων.
(3) Ο Διευθυντής δύναται, μετά από γραπτή αίτηση του διαχειριστή ή του προσώπου που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα στην ελεύθερη ζώνη, να εγκρίνει την κατασκευή ή μετατροπή οικήματος που βρίσκεται σε ελεύθερη ζώνη.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 94(I)/2004
- 18(I)/2022
60.-(1) Ο Διευθυντής, πριν από την έκδοση της άδειας παραλαβής και μετά από γραπτή αίτηση του διασαφηστή, η οποία υποβάλλεται σε ειδικό έντυπο που καθορίζεται από τον Διευθυντή, δύναται να εγκρίνει-
(α) την εγκατάλειψη των εμπορευμάτων υπέρ του Δημοσίου, μετά από προηγούμενη καταβολή του συνόλου των εξόδων και κάθε άλλης επιβάρυνσης που έχει επιβληθεί ή κρίνεται αναγκαία· και
(β) την καταστροφή των εμπορευμάτων σύμφωνα με διαδικασία που καθορίζεται με απόφαση του Διευθυντή.
(2) Η αποδοχή της αίτησης σημειώνεται στο προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) έντυπο και μετά την αποδοχή της δεν επιτρέπεται η ανάκλησή της.
(3) Η εγκατάλειψη και καταστροφή των εμπορευμάτων δεν συνεπάγεται έξοδα για το Δημόσιο και τα σχετικά έξοδα που πιθανόν να προκύπτουν βαρύνουν τον διασαφιστή.
(4) Στη διασάφηση και στο έντυπο που υποβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) αναφέρεται το είδος και η ποσότητα των υπολειμμάτων και απορριμμάτων που ενδεχομένως προκύπτουν από την καταστροφή των εμπορευμάτων, ώστε να είναι δυνατόν να τεθούν σε ανάλωση ή σε ελεύθερη κυκλοφορία, εφόσον προηγουμένως καταβληθούν ο δασμός ή και οι φόροι που αναλογούν σε αυτά.
(5) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4), η εγκατάλειψη υπέρ του Δημοσίου ή η καταστροφή των εμπορευμάτων υπό τον έλεγχο του Τμήματος Τελωνείων απαλλάσσει τον διασαφιστή από την υποχρέωση καταβολής δασμού ή και φόρων.
(6) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 72, μετά την αποδοχή της αίτησης εγκατάλειψης, τα εμπορεύματα περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου, μεταφέρονται ή λογίζονται ως μεταφερθέντα σε αποθήκη Δημοσίου και ακολουθείται η διαδικασία εκποίησής τους σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου.
61. Διατάγματα που έχουν εκδοθεί δυνάμει του περί Ελευθέρων Ζωνών Νόμου του 1975 και του περί Λιμενικών Περιοχών Νόμου του 1979 ισχύουν και μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου εκτός αν τροποποιηθούν ή ανακληθούν με Διάταγμα που εκδίδεται προς τούτο από το Υπουργικό Συμβούλιο.
62.-(1)Για τη διακίνηση υπό καθεστώς διαμετακόμισης μη ενωσιακών εμπορευμάτων μεταξύ δύο (2) σημείων που βρίσκονται εντός του τελωνειακού εδάφους της Δημοκρατίας, επί των οποίων οφείλονται δασμός ή και φόροι με αναστολή είσπραξης αυτών, υποβάλλεται στον Διευθυντή διασάφηση διαμετακόμισης υπό τους όρους που προβλέπονται για την εφαρμογή του καθεστώτος της ενωσιακής διαμετακόμισης.
(2) Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει τη διακίνηση εμπορευμάτων για τα οποία αναγράφεται σε δηλωτικό πλοίου ή αεροσκάφους ότι προορίζονται να μεταφερθούν σε άλλο προορισμό και, σε τέτοια περίπτωση, ο πλοίαρχος και ο ναυτικός πράκτορας ή ο κυβερνήτης του αεροσκάφους και η αεροπορική εταιρεία έχουν τις ευθύνες και υποχρεώσεις του δικαιούχου του καθεστώτος.
63.-(1) Οι επιβάτες που προέρχονται από τρίτη χώρα οφείλουν να προσκομίζουν τις αποσκευές τους στο τελωνείο εισόδου για εξέταση και να δηλώνουν προφορικά, σε τόπο, χρόνο και με τέτοιο τρόπο που ήθελε καθορίσει ο Διευθυντής, οτιδήποτε περιέχεται στις αποσκευές τους ή μεταφέρεται από αυτούς.
(2) Τηρουμένης της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, είδη τα οποία υπόκεινται σε δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις παραδίδονται στον επιβάτη μετά την καταβολή των αναλογούντων επιβαρύνσεων.
(3) Τα επαν αναφερόμενα στο εδάφιο (2) είδη, για τα οποία δεν είναι πρακτικά δυνατό να καταβληθούν οι δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις κατά την άφιξή τους, παραδίδονται προς φύλαξη του τελωνείου.
(4) Αποσκευές επιβατών οι οποίες δεν παραλαμβάνονται εντός ενενήντα (90) ημερών από την παράδοσή τους στο τελωνείο, εξετάζονται από αυτό, λογίζονται ως αζήτητες και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 71 για την εκποίησή τους.
(5) Οι αποσκευές των επιβατών είναι δυνατόν να διαμετακομίζονται, εφαρμοζομένων ανάλογα των διατάξεων περί διαμετακόμισης.
64. Οποιοδήποτε πρόσωπο εισέρχεται από ή εξέρχεται προς τρίτη χώρα, οφείλει να απαντά σε ερωτήσεις που δυνατόν να τεθούν σε αυτόν από τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό το Διευθυντήσχετικά με τις αποσκευές του και οποιοδήποτε είδος περιέχεται σε αυτές ή μεταφέρεται από αυτό.
65.-(1) Τα εισαγόμενα δοχεία ή δέματα που περιέχουν εύφλεκτες, εκρηκτικές ή άλλες επικίνδυνες για την υγεία και το περιβάλλον ύλες και ουσίες, πρέπει να φέρουν ευδιάκριτη και ευανάγνωστη επιγραφή, που να δηλώνει το περιεχόμενο και την επικινδυνότητά τους. Οι μεταφορείς ή οι ναυτικοί πράκτορες ή οι αεροπορικές εταιρείες οφείλουν να δηλώνουν ξεχωριστά στο Διευθυντή την εισαγωγή των δοχείων ή δεμάτων αυτών πριν την εκφόρτωσή τους.
(2) Απαγορεύεται η φόρτωση οποιασδήποτε εκρηκτικής ύλης σύμφωνα με την έννοια που προσδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Εκρηκτικών Υλών Νόμο, σε οποιοδήποτε πλοίο ή αεροσκάφος για εξαγωγή, μέχρις ότου υποβληθεί σχετική διασάφηση με τέτοιο τύπο και τρόπο και να περιέχει τέτοια στοιχεία, που ήθελε καθορίσει ο Διευθυντής.
67.-(1) Τηρουμένων των ειδικότερων διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας, εμπορεύματα τα οποία μεταφέρονται διά θαλάσσης ή διά αέρος και δεν παραλαμβάνονται εντός προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης του δηλωτικού φορτίου, τα εμπορεύματα θεωρούνται αζήτητα και μεταφέρονται σε αποθήκη Δημοσίου με έξοδα που επιβαρύνουν τα εμπορεύματα, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 71 που προβλέπουν για την εκποίηση εμπορευμάτων:
(2) Μετά την πάροδο είκοσι (20) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας των ενενήντα (90) ημερών ή άλλης προθεσμίας που καθορίζει ο Διευθυντής από την ημερομηνία που τα εμπορεύματα καθίστανται αζήτητα, ο Διευθυντής δύναται να τα εκποιήσει με δημόσιο πλειστηριασμό, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 71.
68.-(1) Τα εμπορεύματα τα οποία εμπίπτουν στις πιο κάτω περιπτώσεις, λογίζονται ως αζήτητα και οδηγούνται υποχρεωτικά στη διαδικασία της εκποίησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 71: Στη διαδικασία της εκποίησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 71, οδηγούνται υποχρεωτικά τα εμπορεύματα για τα οποία ισχύουν οι πιο κάτω περιπτώσεις:
(α) Αν μετά την καταχώρηση και την αποδοχή της διασάφησης, ο διασαφηστής αποχωρήσει ή δεν προσφέρει την απαραίτητη συνδρομή και δεν προσέλθει, εντός τεσσάρων ημερών από την αποδοχή της διασάφησης, για την εξέταση των εμπορευμάτων. Σε τέτοια περίπτωση, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός εξετάζει, έστω και αν απουσιάζει ο διασαφηστής, τα εμπορεύματα ή συνεχίζει την εξέταση, αν αυτή είχε αρχίσει πριν από την αποχώρηση του διασαφηστή, αφού γίνει μνεία στη διασάφηση για την παρουσία ή την απουσία του: .
Νοείται ότι, η Η πιο πάνω προθεσμία είναι δυνατό να παραταθεί κατά περίπτωση, μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων μέχρι και τρεις μήνες και εφόσον συντρέχουν ειδικοί προς τούτο λόγοι.
(β) Αν τα εμπορεύματα, εντός οκτώ ημερών ή και μετά παράταση το πολύ πέντε ημερών, που είναι δυνατό να χορηγηθεί από το Διευθυντή, ύστερα από αίτηση του διασαφηστή, μετά την εξέτασή τους με παρουσία του διασαφηστή, δεν παραληφθούν ή αν δεν παρασχεθεί εγγύηση για τους δασμούς, φόρους και άλλες επιβαρύνσεις:
Νοείται ότι, τα πιο πάνω εφαρμόζονται και στην περίπτωση που δεν απαιτείται εξέταση των εμπορευμάτων πριν την έκδοση της άδειας παραλαβής:
Νοείται περαιτέρω ότι, τα πιο πάνω εφαρμόζονται και στην περίπτωση που δεν προσκομίστηκαν τα έγγραφα, από την προσκόμιση των οποίων εξαρτάται η υπαγωγή τους στο τελωνειακό καθεστώς στο οποίο διασαφίστηκαν ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία δεν είναι δυνατή η έκδοση άδειας παραλαβής.
(2) Ο Διευθυντής δύναται, με ευθύνη και με δαπάνες του διασαφηστή, να εγκρίνει τη μη μεταφορά των εμπορευμάτων σε αποθήκες Δημοσίου και να επιτρέψει να βρίσκονται σε χώρους που εγκρίθηκαν από αυτόν.
(3) Αν τα εμπορεύματα υπόκεινται σε φθορά ή είναι δυσχερής η φύλαξή τους, ο Διευθυντής δύναται να συντμήσει τις προθεσμίες του άρθρου αυτού.
(4) Σε περίπτωση που υφίσταται κίνδυνος από για τη διατήρηση των εμπορευμάτων, ο Διευθυντής δύναται να καταστρέψει τα εμπορεύματα:
Νοείται ότι, οι σχετικές δαπάνες καταστροφής βαρύνουν το διασαφηστή.
69. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 67 και τηρουμένων των διατάξεων οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας, όταν μεταξύ των αζήτητων εμπορευμάτων υπάρχουν -
(α) είδη που έχουν ευτελή αξία ή είδη που κατέστησαν άχρηστα λόγω βλάβης, η κατάσταση των οποίων επι βεβαιώνεται από εξουσιοδοτημένο λειτουργό ο οποίος συνοδεύεται από άλλοκαι από δεύτερο εξουσιοδοτημένο λειτουργό, ο οποίος συνοδεύει τον πρώτο·
(β) βρώσιμα είδη, των οποίων η απαγόρευση ανάλωσής τους βεβαιώνεται και από λειτουργό της αρμόδιας υπηρεσίας,
τότε ο Διευθυντής εγκρίνει την καταστροφή των εμπορευμάτων και αυτά καταστρέφονται στην παρουσία των εξουσιοδοτημένων λειτουργών του σύμφωνα με τη διαδικασία που αυτός καθορίζει. Τα έξοδα καταστροφής βαρύνουν τον κάτοχό τους
70.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, οι διατάξεις του άρθρου αυτού τυγχάνουν εφαρμογής σε οποιαδήποτε εμπορεύματα, τα οποία μεταφέρονται ή λογίζονται ως μεταφερθέντα σε αποθήκη Δημοσίου, σύμφωνα με οποιαδήποτε από τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας.
(2) Κατά την αποταμίευση των εμπορευμάτων καταβάλλονται τα τέλη τα οποία καθορίζονται από το Διευθυντή με Γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Τα πιο πάνω τέλη αυτά καταβάλλονται και σε περίπτωση εμπορευμάτων που δεν είναι δυνατή η μεταφορά τους σε αποθήκη Δημοσίου επειδή αυτή είναι οικονομικά ασύμφορη ή για ειδικούς λόγους:
(3) Αν τα εμπορεύματα είναι καύσιμης ή εύφλεκτης φύσης ή διαφορετικής φύσης η οποία χρειάζεται ιδιαίτερη επιμέλεια ή μεταχείριση -
(α) επιπρόσθετα οποιασδήποτε άλλης επιβάρυνσης που καταβάλλεται για τα εμπορεύματα, βαρύνονται και για κάθε δαπάνη, η οποία καθίσταται αναγκαία για την ασφάλεια και φύλαξη τους, όπως ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε καθορίσει·
(β) ο Διευθυντής δεν έχει οποιαδήποτε ευθύνη για αποζημίωση για ζημιά που τυχόν επέλθει στα εμπορεύματα.
(4) Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, απαγορεύεται η μεταφορά εμπορευμάτων από αποθήκη Δημοσίου, μέχρις ότου οι αναλογούντες σε αυτά δασμοί ή φόροι και άλλες δαπάνες, περιλαμβανομένων και των τελών αποβάθρας -
(α) για τη μεταφορά τους στην αποθήκη· και
(β) σύμφωνα με τα των τελών που αναφέρονται στα εδάφια (2) και (3),
καταβληθούν, και σε περίπτωση εμπορευμάτων για τα οποία πρέπει να υποβληθεί διασάφηση που δεν έχει ακόμη υποβληθεί, μέχρις ότου υποβληθεί η εν λόγω διασάφηση.
(5) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός ο οποίος έχει τη φύλαξη των εμπορευμάτων δύναται να αρνηθεί να επιτρέψει τη μεταφορά τους, μέχρις ότου αποδειχθεί σε αυτόν ότι καταβλήθηκαν όλα τα οφειλόμενα στα εμπορεύματα ναύλα.
(6) Ο Διευθυντής δύναται να καταστρέφει εμπορεύματα, όταν αυτό επιβάλλεται λόγω της φύσης τους ή όταν αυτά υπόκεινται σε απαγορεύσεις ή περιορισμούς, σύμφωνα με τη διαδικασία που αυτός καθορίζει. Τα έξοδα καταστροφής βαρύνουν τον κάτοχό τους.
71.-(1) Εμπορεύματα που είναι ή λογίζονται ως αζήτητα και τα οποία μεταφέρονται στην αποθήκη Δημοσίου, εκποιούνται με δημόσιο πλειστηριασμό ο οποίος δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στη δημοσίευση αυτή.
(2) Σε περίπτωση που μετά την κατακύρωση στο δημόσιο πλειστηριασμό της προσφοράς των εμπορευμάτων στον πλειοδότη, δεν καταβληθεί το πλειστηρίασμα, εντός προθεσμίας οκτώ ημερών από την ημερομηνία διεξαγωγής του πλειστηριασμού, τότε εφαρμόζονται οι διατάξεις που αφορούν περί αζητήτωναζήτητα εμπορεύματα ευμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 67.
(3) Σε περίπτωση που µέχρι και την προηγούµενη της ηµεροµηνίας που διενεργείται ο πλειστηριασµός, ο κάτοχος των εµπορευµάτων ή ο νόµιµος αντιπρόσωπός του υποβάλει γραπτή αίτηση για απόσυρση των εµπορευµάτων από τον δηµόσιο πλειστηριασµό, ο Διευθυντής δύναται να εγκρίνει το αίτηµα, νοουµένου ότι θα κατατεθεί χρηµατική παρακαταθήκη για ποσό που καλύπτει τα αποθηκευτικά δικαιώµατα µέχρι και την ηµέρα της διεξαγωγής του επόµενου πλειστηριασµού και θα διενεργούνται οι σχετικές µε το κατά περίπτωση τελωνειακό καθεστώς ή την επανεξαγωγή διατυπώσεις.
(4) Σε περίπτωση που κατά την ηµέρα διεξαγωγής του πλειστηριασµού και πριν την έναρξή του, ο κάτοχος των εµπορευµάτων ή ο νόµιµος αντιπρόσωπός του υποβάλει έγγραφη αίτηση για την απόσυρση των εµπορευµάτων από τον δηµόσιο πλειστηριασµό, ο Διευθυντής δύναται να εγκρίνει το αίτηµα, νοουµένου ότι θα καταβληθεί χρηµατική παρακαταθήκη για ποσό που καλύπτει τυχόν έξοδα µετακίνησης, δασµούς ή και φόρους, καθώς και άλλες επιβαρύνσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής ή και της άλλης νομοθεσίας.
(5) Κάθε ποσό το οποίο δυνατό να προκύψει από την εκποίηση εμπορευμάτων σύμφωνα με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου, διατίθεται κατά σειρά -
(α) για την πληρωμή κάθε δασμού ή φόρου που βαρύνει τα εμπορεύματα·
(β) για την κάλυψη οποιωνδήποτε άλλων επιβαρύνσεων που βαρύνουν τα εμπορεύματα συμπεριλαμβανομένων και των εξόδων πλειστηριασμού·
(γ) για την κάλυψη του ναύλου,
αν δε ο αμέσως πριν την εκποίηση κάτοχος των εμπορευμάτων υποβάλει σχετική αίτηση εντός περιόδου έξι μηνών από τη διενέργεια του πλειστηριασμού, αποδίδεται σε αυτόν κάθε τυχόν εναπομένον ποσό. Μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής, οποιαδήποτε εναπομένοντα ποσά μεταφέρονται στα δημόσια έσοδα.
(6) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να καθορίζει τον τρόπο, τον τόπο, και τη διαδικασία εκποίησης των εμπορευμάτων με δημόσιο πλειστηριασμό και να ρυθμίζει οποιοδήποτε άλλο θέμα συναφές με την εκποίηση εμπορευμάτων.
72.-(1) Σε περίπτωση που οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου προβλέπει την εκποίηση αζήτητων εμπορευμάτων με δημόσιο πλειστηριασμό, αλλά δεν επιτυγχάνεται η εκποίησή τους σε δύο διαδοχικούς δημόσιους πλειστηριασμούς -
(α) για ποσό ικανοποιητικό για τη διενέργεια της πληρωμής που προβλέπεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (4) του στο άρθρο 71(5)(β), στην περίπτωση εμπορευμάτων τα οποία προορίζονται για εξαγωγή· ή
(β) για ποσό ικανοποιητικό για τη διενέργεια των πληρωμών που προβλέπονται στις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (4) του στο άρθρο 71(5)(α) και (β), σε κάθε άλλη περίπτωση,
λογίζονται ως εγκαταλελειμμένα και περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου.
(2) Σε περίπτωση εμπορευμάτων που περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, είναι δυνατόν ο Διευθυντής να επιτρέψει -
(α) την καταστροφή τους σύμφωνα με τη διαδικασία που, καθορίζει ο Διευθυντής, τα δε έξοδα καταστροφής βαρύνουν το Δημόσιο· ή
(β) τη διάθεσή τους για κάλυψη των αναγκών δημοσίων υπηρεσιών ή φιλανθρωπικών ιδρυμάτων με την επιφύλαξη της διασφάλισης των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης· ή
(γ) την εκποίησή τους σε τιμή που θα αποκόμιζαν αν πωλούντο στην ελεύθερη αγορά απαλλαγμένα από δασμούς και φόρους, με την επιφύλαξη της διασφάλισης των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά από άδεια και σύμφωνα με τους όρους που καθορίζει ο Διευθυντής· ή
(δ) την τοποθέτησή τους στο Τελωνειακό Μουσείο με σκοπό την έκθεση αυτών,
ελεύθερα από φορολογικές και άλλες επιβαρύνσεις.
(3) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις εμπορευμάτων που περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, να αποφασίσει τη διάθεσή τους, με την επιφύλαξη της διασφάλισης των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
73.-(1) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν την επιστροφή ή απαλλαγή του όλου ή μέρους του δασμού ή του φόρου κατανάλωσης του επιβλητέου επί της εισαγωγής οποιωνδήποτε εμπορευμάτων στη Δημοκρατία, σε ορισμένα πρόσωπα, διεθνείς ή άλλους οργανισμούς ή σώματα, τηρουμένων οποιωνδήποτε όρων ήθελαν καθοριστεί:
Νοείται ότι, οι πιο πάνω Κανονισμοί δύνανται να προβλέπουν και την αξία σε περίπτωση οποιωνδήποτε μεταχειρισμένων εμπορευμάτων τα οποία αρχικά τέθηκαν σε ανάλωση ή σε ελεύθερη κυκλοφορία με ατέλεια και σε μεταγενέστερο χρόνο τίθενται σε διαφορετική χρήση.
(2) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν την επιστροφή ή απαλλαγή του όλου ή μέρους του δασμού ή και του φόρου κατανάλωσης του επιβλητέου επί της εισαγωγής οποιωνδήποτε εμπορευμάτων στη Δημοκρατία για τα οποία ικανοποιείται ο Διευθυντής ότι είχαν προηγουμένως εξαχθεί από τη Δημοκρατία.
74.-(1) Κάθε πρόσωπο δύναται να ορίζει αντιπρόσωπό του ενώπιον του Τμήματος Τελωνείων για τη διεκπεραίωση των πράξεων και των διατυπώσεων που προβλέπονται στην τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία.
(2) Η αντιπροσώπευση γίνεται εγγράφως στον τύπο και τρόπο που ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει.
(3) Στις περιπτώσεις που απαιτείται υποβολή διασάφησης σύμφωνα με την τελωνειακή νομοθεσία, ο αντιπρόσωπος όπως ορίζεται στο εδάφιο (1) πρέπει να είναι μόνο τελωνειακός πράκτορας:
(4) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδώσει Κανονισμούς οι οποίοι καθορίζουν -
(α) τη χορήγηση αδειών στους τελωνειακούς πράκτορες και την εγγραφή τελωνειακών πρακτόρων και βοηθών τελωνειακών πρακτόρων όπως και τη διαδικασία που ακολουθείται σε σχέση με την υποβολή αιτήσεων, τη χορήγηση στους τελωνειακούς πράκτορες αδειών και οποιοδήποτε συναφές θέμα.
(β) τους όρους και περιορισμούς, με τους οποίους δύνανται να χορηγηθούν οι άδειες· στους τελωνειακούς πράκτορες.
(γ) τα προσόντα, εξουσίες, καθήκοντα και συμπεριφορά των τελωνειακών πρακτόρων και βοηθών τελωνειακών πρακτόρων.
(δ) τις υποχρεώσεις και την ευθύνη των τελωνειακών πρακτόρων και βοηθών τελωνειακών πρακτόρων και των προσώπων για λογαριασμό των οποίων ενεργούν·
(ε) την ακύρωση ή ανάκληση ή αναστολή της ισχύος οποιασδήποτε άδειας σε τελωνειακό πράκτορα, τη στέρηση του δικαιώματος να ενεργεί ως τελωνειακός πράκτορας ή βοηθός τελωνειακός πράκτορας και γενικά τον πειθαρχικό έλεγχο των προσώπων αυτών.
(στ) τα πληρωτέα τέλη για οποιαδήποτε άδεια, τελωνειακού πράκτορα, αίτηση ή άλλο έγγραφο.
(ζ) την εξαίρεση οποιωνδήποτε προσώπων ή κατηγοριών προσώπων από τις διατάξεις οποιωνδήποτε Κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο αυτό.
(η) οτιδήποτε ήθελε κριθεί αναγκαίο ή σκόπιμο για την καλύτερη εκπλήρωση των σκοπών του άρθρου αυτού ή για τη ρύθμιση οποιουδήποτε ζητήματος που είναι συναφές με τις διατάξεις του.
75. Κατά πάντα χρόνο οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί εισέρχονται και επισκέπτονται κάθε χώρο υποκείμενο σε τελωνειακή επιτήρηση όπως αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης, αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης, ελεύθερες ζώνες και πάσης φύσεως εγκαταστάσεις, για επιθεώρηση και έλεγχο των ευρισκόμενων σε αυτές εμπορευμάτων και για τη διενέργεια ελέγχων των αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή στοιχείων, έστω και αν αυτά τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή, οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου.
76. Οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί για να διαπιστώσουν ή εξασφαλίσουν την τήρηση της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, δύνανται να διενεργούν ελέγχους επί όλων των εμπορευμάτων που σχετίζονται τόσο με την είσοδο ή εισαγωγή, έξοδο ή εξαγωγή, ή διακίνηση ή εναπόθεση σε χώρους επιχειρηματικής δραστηριότητας και επί οποιωνδήποτε αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή στοιχείων, έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή, οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου:
Νοείται ότι, οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί έχουν εξουσία να ζητούν κάθε πληροφορία που έχει σχέση με τα πιο πάνω.
77. Οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί κατά τον έλεγχο για να διαπιστώσουν ή εξασφαλίσουν την τήρηση της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, δύνανται να χρησιμοποιούν κάθε κατάλληλο επιστημονικό ή άλλο μηχανικό μέσο ή άλλη συσκευή.
78.-(1) Οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί για να διαπιστώσουν ή εξασφαλίσουν την τήρηση της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, δύνανται να απαιτούν εντός ευλόγου χρόνου και σε τόπο που εύλογα καθορίζουν από οποιοδήποτε πρόσωπο που σχετίζεται με οποιαδήποτε ιδιότητα με τα εμπορεύματα ή και με οποιαδήποτε αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία, έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή -
(α) οποιαδήποτε πληροφορία,
(β) την προσκόμιση οποιωνδήποτε αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή στοιχείων, έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή,
για την εξασφάλιση της τήρησης της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας.
(2) Αν σύμφωνα με το εδάφιο (1), εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει εξουσία να αξιώνει την προσαγωγή οποιωνδήποτε αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή στοιχείων από πρόσωπο που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει παρόμοια εξουσία να αξιώνει την προσαγωγή των εν λόγω αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή στοιχείων από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που πιστεύει ότι τα κατέχει:·
Νοείται ότι, αν όμως οποιοδήποτε τέτοιο άλλο πρόσωπο διεκδικεί δικαίωμα επίσχεσης επί οποιουδήποτε αρχείου, βιβλίου, εγγράφου ή στοιχείου που προσάγεται από αυτό, η προσαγωγή γίνεται χωρίς βλάβη του δικαιώματος επίσχεσης.
(3) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να λαμβάνει αντίτυπα ή να αντιγράφει αποσπάσματα οποιουδήποτε αρχείου, βιβλίου, εγγράφου ή στοιχείου που προσάγεται σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2).
(4) Αν το κρίνει αναγκαίο ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να παραλάβει σε εύλογο χρόνο και να κατακρατήσει για εύλογη περίοδο οποιοδήποτε αρχείο, βιβλίο, έγγραφο ή στοιχείο που προσάγεται σύμφωνα με τα εδάφια (1) ή (2) πιο πάνω και αν του ζητηθεί εκδίδει απόδειξη παραλαβής του:·
Νοείται ότι, και όταν διεκδικείται δικαίωμα επίσχεσης επί αρχείου, βιβλίου, εγγράφου ή στοιχείου που προσάγεται σύμφωνα με το εδάφιο (2), η παραλαβή του σύμφωνα με το εδάφιο αυτό δεν θεωρείται ότι παραβιάζει το δικαίωμα επίσχεσης.
(5) Όταν αρχείο, βιβλίο, έγγραφο ή στοιχείο που παραλήφθηκε από εξουσιοδοτημένο λειτουργό σύμφωνα με τα πιο πάνω εδάφια ζητείται εύλογα για την ομαλή διεξαγωγή της επιχείρησης του προσώπου, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός παραδίδει εντός ευλόγου χρόνου αντίτυπο του αρχείου, βιβλίου, εγγράφου ή στοιχείου στο πρόσωπο το οποίο το προσήγαγε ή μερίμνησε να προσαχθεί.
(6) Ο Διευθυντής δύναται να απαιτήσει από οποιαδήποτε κρατική αρχή ή αρχή τοπικής διοίκησης ή οργανισμό δημόσιου δικαίου να του παράσχει πληροφορίες που δυνατό να είναι αναγκαίες για τους σκοπούς της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας.
(7) Κάθε υπάλληλος κρατικής αρχής, αρχής τοπικής διοίκησης ή οργανισμού δημόσιου δικαίου που έχει υπό τη φύλαξή του αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία των οποίων η εξέταση πιθανόν να βοηθήσει στην εφαρμογή της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας οφείλει να επιτρέπει σε οποιοδήποτε εξουσιοδοτημένο λειτουργό να τα εξετάζει και να λαμβάνει αντίτυπα ή να αντιγράφει αποσπάσματά τους, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε τέλους ή δικαιώματος.
(8) Εξουσιοδοτημένος λειτουργός απαγορεύεται να ανακοινώνει ή να χορηγεί σε τρίτους με οποιοδήποτε τρόπο εμπιστευτικά στοιχεία ή πληροφορίες, εκτός μετά από άδεια του Υπουργού που έχουν περιέλθει σε γνώση του ή που του έχουν γνωστοποιηθεί κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του.
79.-(1) Για τους σκοπούς της άσκησης οποιωνδήποτε εξουσιών που παρέχονται δυνάμει της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται σε οποιοδήποτε εύλογο χρόνο, να εισέρχεται σε οίκημα, με εξαίρεση την κατοικία, και να επιθεωρεί και ερευνά το οίκημα αυτό καθώς και οποιαδήποτε εμπορεύματα, και αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία, έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή, τα οποία βρίσκονται σε αυτό.
(2) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη εξουσία που παρέχεται από την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία, εάν υπάρχει εύλογη υποψία να πιστεύεται ότι σε οποιοδήποτε οίκημα, με εξαίρεση την κατοικία, διαπράττεται ή έχει διαπραχθεί ή πρόκειται να διαπραχθεί αδίκημα που προβλέπεται στην τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία ή ότι θα ανευρεθεί απόδειξη διάπραξης ή πιθανής διάπραξης τέτοιου αδικήματος, τότε εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να εισέλθει στο οίκημα αυτό, με εξαίρεση την κατοικία και να ερευνήσει αυτό.
(3) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου ή οποιασδήποτε άλλης εξουσίας που παρέχεται από την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία, όταν δικαστής ε Επαρχιακού Δικαστηρίου ικανοποιείται με γραπτή ένορκη δήλωση οποιουδήποτε εξουσιοδοτημένου λειτουργού ότι υπάρχει εύλογη υποψία να πιστεύεται ότι σε οίκημα, περιλαμβανομένης της κατοικίας, διαπράττεται ή έχει διαπραχθεί ή πρόκειται να διαπραχθεί αδίκημα που προνοείται στην τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία ή ότι θα ανευρεθεί απόδειξη διάπραξης ή πιθανής διάπραξης τέτοιου αδικήματος, τότε ο δικαστής δύναται να εκδώσει ένταλμα το οποίο να εξουσιοδοτεί το λειτουργό αυτό ή κάθε άλλο κατονομαζόμενο στο ένταλμα πρόσωπο να εισέλθει και ερευνήσει το κατονομαζόμενο στο ένταλμα οίκημα, περιλαμβανομένης της κατοικίας.
(4) Κάθε ένταλμα έρευνας φέρει την υπογραφή του δικαστή που το εκδίδει, την ημερομηνία και ώρα έκδοσης, καθώς επίσης και βεβαίωση του δικαστή ότι έχει εύλογα ικανοποιηθεί για την ύπαρξη ανάγκης έκδοσης του εντάλματος.
(5) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός ο οποίος έχει εξουσία έρευνας όπως αναφέρεται στα εδάφια (1) και (2) ή έχει εξουσιοδοτηθεί με ένταλμα όπως αναφέρεται στο εδάφιο (3) για την εκτέλεση της έρευνας δύναται -
(α) να κατακρατήσει, κατάσχει ως υποκείμενα εις δήμευση, ή μετακινήσει οποιαδήποτε εμπορεύματα ή και κατακρατήσει, ή κατάσχει οποιαδήποτε αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία, έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή, τα οποία βρέθηκαν στο οίκημα και για τα οποία έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι δυνατό να χρησιμεύσουν ως αποδεικτικά στοιχεία για τους σκοπούς οποιασδήποτε δικαστικής διαδικασίας· ή και
(β) να ερευνήσει ή να μεριμνήσει για την έρευνα οποιουδήποτε προσώπου που βρίσκεται στο οίκημα για το οποίο εύλογα πιστεύει ότι έχει στην κατοχή του τέτοια εμπορεύματα ή αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία:
Νοείται ότι, η έρευνα σε πρόσωπο θήλυ θα διενεργείται από ιδίου φύλου γυναίκα εξουσιοδοτημένο λειτουργό.
(6) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός ή άλλο πρόσωπο που έχει εξουσία με βάση το άρθρο αυτό να εισέλθει σε οίκημα, δύναται να χρησιμοποιήσει τόση βία όση είναι εύλογα αναγκαία για την άσκηση της εξουσίας αυτής.
80.-(1) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη εξουσία που παραχωρείται από τον παρόντα Νόμο, εφόσον υπάρχει εύλογη υποψία ότι οποιαδήποτε εμπορεύματα τα οποία υπόκεινται εις δήμευση, δυνάμει της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, ή οποιοδήποτε αρχείο, βιβλίο, έγγραφο ή στοιχείο, έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή, που σχετίζεται με τη διάπραξη αδικήματος που σχετίζεται με την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία, φυλάττεται ή αποκρύπτεται σε οποιοδήποτε οίκημα, με εξαίρεση τις την κατοικίαες, οποιοσδήποτε εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να εισέλθει στο οίκημα αυτό, κατά οποιοδήποτε χρόνο, κατά τη διάρκεια της ημέρας ή της νύκτας και να ελέγξει, ερευνήσει, κατακρατήσει, κατάσχει ως υποκείμενα εις δήμευση ή μετακινήσει οποιαδήποτε τέτοια εμπορεύματα ή και κατακρατήσει ή κατάσχει οποιαδήποτε αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία, έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή, επιπρόσθετα δε, κατά την έκταση που είναι εύλογα αναγκαίο για το σκοπό αυτό, να παραβιάσει οποιαδήποτε πόρτα, παράθυρο ή δοχείο καθώς και να παραβιάσει και μετακινήσει οποιοδήποτε άλλο κώλυμα θα παρουσιασθεί.
(2) Οι διατάξεις των εδαφίων (3) έως (6) του άρθρου 79(3) έως (6) εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και για τους σκοπούς του άρθρου αυτού.
81. Οι διατάξεις των άρθρων 27(γ)(i) και 32 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου δεν εφαρμόζονται αναφορικά με τα εμπορεύματα και τα αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία που κατακρατούνται ή κατάσχονται σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας.
82. Οποιοσδήποτε εξουσιοδοτημένος λειτουργός για τη διαπίστωση ή την εξασφάλιση της τήρησης της τελωνειακής ή και της άλλης νομοθεσίας δύναται να παρακολουθεί πρόσωπο, οίκημα, όχημα, σκάφος και εμπορεύματα, εάν υπάρχει εύλογη υποψία να πιστεύεται ότι διαπράττεται ή έχει διαπραχθεί ή πρόκειται να διαπραχθεί αδίκημα που προβλέπεται στην τελωνειακή ή και στην άλλη νομοθεσία ή ότι θα ανευρεθεί απόδειξη διάπραξης ή ενδεχόμενης διάπραξης τέτοιου αδικήματος ή για την παροχή συνδρομής μετά από γραπτή αίτηση από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους κατ’ εφαρμογή των Άρθρων 11 και 16 της Σύμβασης για την Αμοιβαία Συνδρομή και Συνεργασία μεταξύ των Τελωνειακών Υπηρεσιών, η οποία κυρώθηκε με τον περί της Σύμβασης για την Αμοιβαία Συνδρομή και Συνεργασία μεταξύ των Τελωνειακών Υπηρεσιών (Κυρωτικό) Νόμο.
82Α. Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη εξουσία παραχωρείται δυνάμει της τελωνειακής ή και της άλλης νομοθεσίας, οποιοσδήποτε εξουσιοδοτημένος λειτουργός για τη διαπίστωση ή την εξασφάλιση της τήρησης της τελωνειακής ή και της άλλης νομοθεσίας, δύναται να ερευνά οποιοδήποτε μη ευρισκόμενο σε κίνηση όχημα ή σκάφος ή να σταματά και ερευνά οποιοδήποτε όχημα ή σκάφος με σκοπό την κατακράτηση ή κατάσχεση ως υποκείμενα εις δήμευση εμπορεύματα που-
(α) υπόκεινται σε δασμό ή και φόρο που δεν έχει καταβληθεί ή για τον οποίο δεν κατατέθηκε εγγύηση·
(β) μεταφέρονται παράνομα από κάποιο τόπο σε άλλο·
(γ) υπόκεινται σε δήμευση δυνάμει της τελωνειακής ή και της άλλης νομοθεσίας:
83.-(1) Σε περίπτωση που υπάρχει εύλογη υποψία ότι πρόσωπο μεταφέρει οποιοδήποτε εμπόρευμα-
(α) το οποίο υπόκειται σε δασμό ή και φόρο, ο οποίος δεν έχει καταβληθεί ή για τον οποίο δεν παρασχέθηκε εγγύηση· ή/και
(β) για την είσοδο ή εισαγωγή ή έξοδο ή εξαγωγή του οποίου τελεί εκάστοτε σε ισχύ απαγορευτική διάταξη ή περιορισμός δυνάμει της τελωνειακής ή και της άλλης νομοθεσίας,
οποιοσδήποτε εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να ερευνά σωματικά το πρόσωπο και κάθε εμπόρευμα που μεταφέρεται επ’ αυτού.
(2) Πρόσωπο στο οποίο πρόκειται να διενεργηθεί έρευνα, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), δύναται να απαιτεί την προσαγωγή του στον προϊστάμενο του εξουσιοδοτημένου λειτουργού που διεξάγει την έρευνα, ο οποίος εξετάζει τους λόγους στους οποίους βασίζεται η υποψία και αποφασίζει κατά πόσο θα διενεργηθεί η προσωπική έρευνα ή όχι.
(3) Η έρευνα σε πρόσωπο διενεργείται από ιδίου φύλου εξουσιοδοτημένο λειτουργό.
84. Τηρουμένων των εντολών του Υπουργού, καθόσον αφορά το ύψος του ποσού, ο Διευθυντής έχει διακριτική εξουσία να καταβάλλει αμοιβές για οποιαδήποτε υπηρεσία, η οποία κατά την κρίση του χρειάζεται αμοιβής, εντός των πλαισίων της εφαρμογής της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας.
85. Οποιοσδήποτε εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει εξουσία, αν έχει εύλογη υποψία να πιστεύει ότι διαπράττεται ή έχει διαπραχθεί ή πρόκειται να διαπραχθεί αδίκημα σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, να απαιτήσει από οποιοδήποτε πρόσωπο που εύλογα πιστεύεται ότι είναι ενήμερο των γεγονότων ή περιστατικών του αδικήματος, να παραστεί στο γραφείο του ή σε οποιοδήποτε άλλο εύλογο μέρος για να εξεταστεί και να ληφθεί κατάθεση από αυτό σε σχέση με το αδίκημα και σε τέτοια περίπτωση εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι διατάξεις τουεδαφίου (2), άρθρου 5(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου.
86.-(1) Οποιοσδήποτε εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει εξουσία, χωρίς δικαστικό ένταλμα, να συλλαμβάνει πρόσωπο το οποίο βρίσκει να αποπειράται να διαπράξει ή να διαπράττει οποιοδήποτε αυτόφωρο αδίκημα δυνάμει των διατάξεων της τελωνειακής ή και της άλλης νομοθεσίας για το οποίο προβλέπεται ποινή φυλάκισης.
(2) Σε περίπτωση που δικαστής Επαρχιακού Δικαστηρίου ικανοποιείται, με γραπτή ένορκη δήλωση οποιουδήποτε εξουσιοδοτημένου λειτουργού, ότι υπάρχει εύλογη υποψία να πιστεύεται ότι πρόσωπο ενέχεται στη διάπραξη αδικήματος που προβλέπεται στην τελωνειακή ή και στην άλλη νομοθεσία ή σε περίπτωση που η σύλληψη ή η κράτησή του θεωρηθεί εύλογα αναγκαία για την παρεμπόδιση διάπραξης αδικήματος ή απόδρασης μετά τη διάπραξή του, ο δικαστής δύναται να εκδώσει ένταλμα το οποίο να εξουσιοδοτεί τον λειτουργό αυτό ή κάθε άλλο κατονομαζόμενο στο ένταλμα λειτουργό να συλλάβει το πρόσωπο εναντίον του οποίου στρέφεται το ένταλμα.
(3) Σε περίπτωση που αποδεικνύεται σε δικαστή ότι δεν συμπληρώθηκε η διεξαγωγή των ανακρίσεων για τη διάπραξη ποινικού αδικήματος δυνάμει των διατάξεων της τελωνειακής ή και της άλλης νομοθεσίας, σε σχέση με το οποίο πρόσωπο έχει συλληφθεί, κατόπιν αίτησης λειτουργού που έχει βαθμό τελωνειακού λειτουργού Α΄ ή ανώτερου, είναι νόμιμο για τον δικαστή, ανεξαρτήτως εάν έχει αρμοδιότητα να επιληφθεί του ποινικού αδικήματος για το οποίο διεξάγονται οι ανακρίσεις, να παραπέμπει, από καιρό σε καιρό, τον συλληφθέντα σε αστυνομική κράτηση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τις οκτώ (8) ημέρες σε κάθε περίπτωση ως το Δικαστήριο ήθελε κρίνει σκόπιμο, υπολογίζοντας ως πρώτη ημέρα αυτής, την αμέσως επόμενη ημέρα της παραπομπής.
87.-(1) Οι ποινικές διώξεις για αδικήματα κατά παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας ή της άλλης νομοθεσίας, καθώς και οποιαδήποτε διαδικασία για είσπραξη των δασμών, φόρων, ή χρηματικών ποινών ή για την κήρυξη εις δήμευση σκαφών ή άλλων μεταφορικών μέσων ή εμπορευμάτων, αναφέρονται στον παρόντα Νόμο ως «τελωνειακές διώξεις» και ασκούνται, σύμφωνα με τις οδηγίες του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
(2) Η τελωνειακή δίωξη ασκείται στο όνομα του Διευθυντή σε όλα τα Δικαστήρια. Σε περίπτωση έφεσης, όταν η εφεσιβαλλόμενη απόφαση αφορά δασμό ή και φόρο ή πρόστιμο εναντίον σκάφους ή μεταφορικού μέσου ή εμπορευμάτων, το πρόσωπο που καταχώρησε κατάθεσ έφεση πρέπει όπως, για όσο χρόνο η έφεση εκκρεμεί, να καταθέσει στο Δικαστήριο το πληρωτέο, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση ποσό, εκτός αν το δικαστήριο που εκδικάζει την έφεση διατάξει διαφορετικά.
(3) Μάρτυρας ο οποίος εμφανίζεται για λογαριασμό του Διευθυντή ή όταν ο Διευθυντής εμφανίζεται ως μάρτυρας σε τελωνειακή δίωξη, δεν υποχρεώνεται να αποκαλύψει το γεγονός ότι έλαβε οποιαδήποτε πληροφορία ή τη φύση της ή το όνομα του προσώπου που έδωσε σε αυτόν την πληροφορία.
88.-(1) Με εξαίρεση την περίπτωση ποινικών αδικημάτων σύμφωνα με τα εδάφια (3), (4) και (5) του το άρθρο υ 89(3), (4) και (5) του παρόντος Νόμου, ο Διευθυντής δύναται να συμβιβάζει οποιοδήποτε αδίκημα ή πράξη, το οποίο ή η οποία ήθελε διαπραχθεί, ή για το οποίο ή την οποία υπάρχει εύλογη υποψία ότι διαπράχθηκε από κάποιο πρόσωπο κατά παρέκκλιση ή παράβαση των διατάξεων της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, με όρους που καθορίζονται από αυτόν, κατά την κρίση του, έχει δε πλήρη εξουσία όπως αποδέχεται από το πρόσωπο αυτό χρηματική πληρωμή, η οποία δεν υπερβαίνει την ανώτατη χρηματική ποινή που προβλέπεται από την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία όπως αναφέρεται πιο πάνω για το αδίκημα ή την πράξη αυτή.
(2) Με την πληρωμή του ποσού αυτού στο Διευθυντή, απαγορεύεται η λήψη περαιτέρω δικαστικών μέτρων για το αδίκημα ή την πράξη αυτή εναντίον του προσώπου που συμβιβάσθηκε, αν δε αυτός τελεί υπό κράτηση αφήνεται ελεύθερος.
89.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο, για να πετύχει είσοδο σε οποιοδήποτε οίκημα, ή για να πετύχει ή προκαλέσει τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης, χωρίς να έχει τέτοιο δικαίωμα, ή για οποιοδήποτε άλλο από τα πιο πάνω παράνομο σκοπό, αντιποιείται το όνομα, χαρακτηρισμό ή ιδιότητα του Διευθυντή, λειτουργού ή άλλου εξουσιοδοτημένου λειτουργού, προσώπου είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται επιπρόσθετα από οποιαδήποτε άλλη ποινική ευθύνη, την οποία δυνατό να υπέχει, σε χρηματική ποινή μέχρι δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή σε φυλάκιση μέχρι τρία (3) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έχει εντολή ή άλλη γραπτή εξουσιοδότηση του Διευθυντή, καλείται από το Διευθυντή όπως την επιστρέψει ή να δώσει ικανοποιητικές εξηγήσεις για την εντολή ή εξουσιοδότηση και παραλείπει να το πράξει εντός της καθορισμένης από το Διευθυντή προθεσμίας, διαπράττει ποινικό αδίκημα και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι διακόσια ευρώ (€200)· αν δε η παράλειψη εξακολουθήσει και μετά την καταδίκη του, αυτός είναι ένοχος κατ’ εξακολούθηση διαπραττόμενου ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι είκοσι ευρώ (€20) για κάθε ημέρα που εξακολουθεί η παράλειψη.
(3) Αν ο Διευθυντής, λειτουργός ή άλλο εξουσιοδοτημένος πρόσωπο λειτουργός -
(α) άμεσα ή έμμεσα ζητήσει ή λάβει, σχετικά με οποιαδήποτε από τα καθήκοντά του, πληρωμή ή κάθε άλλης φύσης αμοιβή, χρηματική ή μη, ή οποιαδήποτε υπόσχεση ή εξασφάλιση τέτοιας πληρωμής ή αμοιβής, την οποία αυτός δεν δύναται με βάση το νόμο να απαιτήσει ή να λάβει· ή
(β) συνάψει ή συναινέσει στη σύναψη συμφωνίας, όπως πράξει κάτι ή παραλείψει να πράξει, επιτρέψει, συγκαλύψει ή ανεχθεί πράξη που αφορά την εφαρμογή της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας και που επάγεται την καταδολίευση της Δημοκρατίας ή που είναι άλλως πως παράνομη,
είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή σε φυλάκιση μέχρι πέντε (5) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο -
(α) άμεσα ή έμμεσα προσφέρει ή παρέχει στο Διευθυντή ή οποιοδήποτε λειτουργό ή άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο λειτουργό οποιαδήποτε πληρωμή ή κάθε άλλης φύσης αμοιβή, χρηματική ή μη, ή οποιαδήποτε υπόσχεση ή εξασφάλιση τέτοιας πληρωμής ή αμοιβής· ή
(β) προτείνει ή συνάπτει συμφωνία με το Διευθυντή, λειτουργό ή άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο,
για να τον πείσει να πράξει ή να απόσχει από τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης, ή να επιτρέψει, συγκαλύψει ή ανεχθεί οποιαδήποτε πράξη που αφορά την εφαρμογή της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας και που επάγεται καταδολίευση της Δημοκρατίας ή που είναι άλλως πως παράνομη, ή άλλως πως να πράξει κάτι κατά παρέκκλιση των καθηκόντων του, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή σε φυλάκιση μέχρι πέντε (5) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
( 5) Οποιοδήποτε πρόσωπο -
(α) παρακωλύει, παρεμποδίζει, παρενοχλεί ή παράνομα επιτίθεται εναντίον προσώπου που ασχολείται προσηκόντως με την άσκηση οποιουδήποτε καθήκοντος ή εξουσίας, που έχει ανατεθεί σε αυτό σύμφωνα με την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία ή εναντίον προσώπου που προστρέχει σε βοήθειά του· ή
(β) πράττει οτιδήποτε, το οποίο παρακωλύει ή αποσκοπεί στην παρεμπόδιση της παραλαβής αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή στοιχείων, της διεξαγωγής επιθεώρησης για εξεύρεση εμπορευμάτων, υποκείμενων εις δήμευση ή της διεξαγωγής έρευνας για ανεύρεση στοιχείων αποδεικτικών διάπραξης ποινικού αδικήματος, ή την παρεμπόδιση κατακράτησης, κατάσχεσης ή μεταφοράς των εν λόγω αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή στοιχείων, εμπορευμάτων ή αποδεικτικών στοιχείων από το Διευθυντή, λειτουργό ή άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο· ή
(γ) αποσπά, επάγει ζημιά ή καταστρέφει οποιαοδήποτε τέτοια αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία, εμπορεύματα ή αποδεικτικά στοιχεία ή πράττει κάτι που αποσκοπεί στην παρεμπόδιση της προσαγωγής πειστηρίων ή μαρτυρικής κατάθεσης για το νόμιμο ή μη τέτοιας παραλαβής, επιθεώρησης, έρευνας ή κατάσχεσης· ή
(δ) παρεμποδίζει την κράτηση οποιουδήποτε προσώπου από πρόσωπο που ενεργεί προσηκόντως όπως πιο πάνω ή απελευθερώνει πρόσωπο που κρατείται προσηκόντως,
ή οποιοδήποτε πρόσωπο αποπειράται να πράξει οτιδήποτε από τα πιο πάνω, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή, μέχρι δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή σε φυλάκιση μέχρι πέντε (5) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
(6) Εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου διατάξεις οποιασδήποτε νομοθεσίας στη Δημοκρατία επιτρέπουν ή απαιτούν την αποκάλυψη εμπιστευτικών στοιχείων ή πληροφοριών, οποιοδήποτε πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 78(8) αποκαλύπτει οποιαδήποτε εμπιστευτικά στοιχεία ή πληροφορίες, διαπράττει ποινικό αδίκημα και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20.000) ή σε φυλάκιση μέχρι πέντε (5) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
90. Οποιοδήποτε πρόσωπο, χωρίς εύλογη αιτία, αρνείται να προσέλθει προς εξέταση όπως απαιτείται στο άρθρο 85 του παρόντος Νόμου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000) ή σε φυλάκιση μέχρι ένα χρόνο ή και στις δύο αυτές ποινές.
91.-(1) Πρόσωπο το οποίο εν γνώσει του ή λόγω βαριάς αμέλειας ενέχεται με οποιονδήποτε τρόπο στην αποφυγή καταβολής οφειλόμενων σε εμπορεύματα δασμού ή και φόρων ή εν γνώσει του ή λόγω βαριάς αμέλειας προβαίνει σε ενέργειες με σκοπό την αποφυγή καταβολής οφειλόμενων σε εμπορεύματα δασμού ή και φόρων, είτε από το ίδιο είτε από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει την τριπλάσια αξία των εμπορευμάτων ή σε φυλάκιση μέχρι πέντε (5) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Οποιαδήποτε αναφορά του εδαφίου (1) σε αποφυγή καταβολής δασμού ή και φόρου περιλαμβάνει αναφορά στην εξασφάλιση επιστροφής δασμού ή και φόρου σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας.
92.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο -
(α) με πρόθεση εξαπάτησης, προσάγει, παραδίδει ή αποστέλλει ή κατ΄ άλλο τρόπο χρησιμοποιεί για τους σκοπούς της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας οποιοδήποτε έγγραφο που είναι αναληθές σε ουσιώδες στοιχείο· ή
(β) κατά την παροχή οποιωνδήποτε πληροφοριών για τους σκοπούς της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας προβαίνει σε οποιαδήποτε δήλωση που γνωρίζει ότι είναι αναληθής σε ουσιώδες στοιχείο ή απερίσκεπτα προβαίνει σε δήλωση που είναι αναληθής σε ουσιώδες στοιχείο,
είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι ογδόντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€85.000) ή σε φυλάκιση μέχρι πέντε (5) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Η αναφορά του εδαφίου (1)(α) σε προσαγωγή, παράδοση, αποστολή ή κατ΄ άλλο τρόπο χρησιμοποίηση εγγράφου που είναι αναληθές σε ουσιώδες στοιχείο, με πρόθεση εξαπάτησης, περιλαμβάνει αναφορά σε παράδοση, αποστολή ή χρησιμοποίηση κατ΄ άλλο τρόπο τέτοιου εγγράφου, με πρόθεση εξασφάλισης ότι μια συσκευή θα ανταποκριθεί στο έγγραφο ωσάν να ήταν αληθινό έγγραφο.
(3) Η αναφορά στα εδάφια (1)(α) και (2) σε προσαγωγή, παράδοση ή αποστολή εγγράφου περιλαμβάνει και αναφορά σε οποιαδήποτε πράξη που έχει ως αποτέλεσμα έγγραφο να προσαχθεί, παραδοθεί ή αποσταλεί.
(4) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των πιο πάνω εδαφίων, οποιοδήποτε πρόσωπο παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου αυτού κάτω από περιστάσεις, οι οποίες αποκλείουν ενοχή του σύμφωνα με το εδάφιο (1), αυτό είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι χίλια ευρώ (€1.000).
93. Πρόσωπο το οποίο αποκτά κατοχή ή με οποιονδήποτε τρόπο ενέχεται στη μεταγωγή, μεταφορά, αποθήκευση, στέγαση, φύλαξη ή απόκρυψη οποιωνδήποτε εμπορευμάτων ή εμπορεύεται οποιαδήποτε εμπορεύματα για τα οποία δεν καταβλήθηκε δασμός ή και φόροι ή πρόκειται να αποφευχθεί η καταβολή τους, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή σε φυλάκιση μέχρι τρία (3) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
94. Κάθε πρόσωπο που παραλείπει, αρνείται ή και αμελεί να καταβάλει στο Διευθυντή, εντός δέκα (10) ημερών, από τη λήψη της σχετικής κοινοποίησης οποιοδήποτε ποσό δασμού ή και φόρου που βεβαιώθηκε σύμφωνα με την τελωνειακή νομοθεσία ή χρηματικής επιβάρυνσης ή τόκου που επιβλήθηκαν σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή σε φυλάκιση μέχρι δύο (2) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
95. Εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου υπάρχει ειδική ρύθμιση στον παρόντα Νόμο για ποινικά αδικήματα, Ο οποιοδήποτε πρόσωπο παραβαίνει τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας ή των Κανονισμών ή των Διαταγμάτων ή των γνωστοποιήσεων που εκδίδονται δυνάμει αυτών, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή σε φυλάκιση μέχρι τρία (3) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
96.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο παραλείπει, αρνείται ή και αμελεί να συμμορφωθεί με οποιουσδήποτε από τους όρους ή περιορισμούς που επιβλήθηκαν από άδεια ή έγκριση του Διευθυντή που χορηγήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας ή με οδηγία που δόθηκε από το Διευθυντή σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000) ή σε φυλάκιση μέχρι τρία (3) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Ο Διευθυντής δύναται να ανακαλέσει οποιαδήποτε άδεια ή έγκριση του που χορηγήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας σε περίπτωση διάπραξης αδικήματος που αναφέρεται στο εδάφιο (1).
97. Οποιοδήποτε πρόσωπο αρνείται, αμελεί ή παραλείπει να εγγραφεί στο Τελωνειακό Μητρώο ή να συμμορφωθεί σύμφωνα με όσα καθορίζονται στο άρθρο 119, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι τις τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000) ή σε φυλάκιση μέχρι δύο (2) χρόνια ή και στις δυο αυτές ποινές.
98. Σε περίπτωση που το υπόχρεο για την τήρηση βιβλίων ή αρχείων και στοιχείων πρόσωπο παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου 120 ή όρους του Διατάγματος που εκδόθηκε σύμφωνα με το εδάφιο (2) του εν λόγω άρθρου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι τις τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000) ή σε φυλάκιση μέχρι δύο (2) χρόνια ή και στις δυο αυτές ποινές.
99. Σε περίπτωση που το υπόχρεο για τη φύλαξη τους πρόσωπο παραλείψει να φυλάξει τα συνοδευτικά έγγραφα διασάφησης, δήλωσης ή εγγράφου, όπως καθορίζεται στο άρθρο 122(2) του παρόντος νόμου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000) ή σε φυλάκιση μέχρι τρία (3) χρόνια ή και στις δυο αυτές ποινές.
100. Όταν οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει απαγορευτικές διατάξεις ή περιορισμούς που προβλέπονται από την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή σε φυλάκιση μέχρι πέντε (5) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
101. Σε περίπτωση κατά την οποία ο Διευθυντής έχει παραχωρήσει άδεια ή και έγκριση για εναπόθεση εμπορευμάτων σε-
(α) Ιδιωτικές προσωρινές αποθήκες· ή
(β) αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης· ή
(γ) ελεύθερες ζώνες·
(δ) οποιουσδήποτε άλλους υπό επιτήρηση χώρους· ή
(ε) οποιουσδήποτε άλλους τόπους, χώρους ή υποστατικά που εγκρίνονται από το Διευθυντή σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας,
επί των οποίων δεν έχουν καταβληθεί οι αναλογούντες δασμοί ή και φόροι κατά παράβαση της τελωνειακής ή και της άλλης νομοθεσίας και διαπιστώνεται ότι τα εµπορεύµατα αυτά ελλείπουν από τις πιο πάνω εγκεκριµένες αποθήκες ή υποστατικά ή τόπους ή χώρους, χωρίς να έχουν καταβληθεί οι αναλογούντες δασµοί ή και φόροι, τότε το πρόσωπο στο οποίο παραχωρήθηκε η άδεια ή έγκριση, ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που εµπλέκεται στη µεταφορά, απόκρυψη, φόρτωση ή µε οποιοδήποτε άλλο τρόπο αποµάκρυνση των εµπορευµάτων από τις αποθήκες, υποστατικά, τόπους ή χώρους που αναφέρονται πιο πάνω είναι ένοχο ποινικού αδικήµατος και υπόκειται σε χρηµατική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει την τριπλάσια αξία των εµπορευµάτων ή τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή το σε κάθε περίπτωση µεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση µέχρι πέντε (5) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
102. Οποιοδήποτε πρόσωπο παραλείπει να προσκομίσει αποσκευές ή άλλα είδη για εξέταση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000) ή σε φυλάκιση μέχρι δύο (2) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
102Α.-(1) Σύμβουλος, πρώτος εκτελεστικός διευθυντής, διευθυντής, λειτουργός, υπάλληλος ή εκπρόσωπος πιστωτικού ιδρύματος, ο οποίος αρνείται ή παραλείπει να αποκαλύψει πληροφορίες αναφορικά με την ειδοποίηση του Διευθυντή κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 111Α ή και προβαίνει σε τέτοια αποκάλυψη ή και σε οποιαδήποτε άλλη ενέργεια ή παράλειψη η οποία επηρεάζει δυσμενώς τη δυνατότητα είσπραξης ποσών οφειλόμενου δασμού ή και φόρων, διαπράττει ποινικό αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή και στις δύο αυτές ποινές.
103.-(1) Οποιοδήποτε εμπόρευμα υπόκειται εις δήμευση δυνάμει της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, είναι δυνατό να κατασχεθεί ως υποκείμενο εις δήμευση ή κατακρατηθεί από το Διευθυντή ή τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό:
(2) Όταν κατάσχεται ή κατακρατείται οποιοδήποτε εμπόρευμα ως υποκείμενο εις δήμευση δυνάμει της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας από πρόσωπο άλλο εκτός από τον Διευθυντή ήεξουσιοδοτημένο λειτουργό, το πρόσωπο αυτό οφείλει όπως τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου αυτού -
(α) το παραδώσει στο πλησιέστερο τελωνείο· ή
(β) εφόσον η παράδοση αυτή δεν είναι πρακτικά εφικτή, επιδώσει στο πλησιέστερο τελωνείο, γραπτή δηλοποίηση για την κατάσχεση ή κατακράτηση, με πλήρη στοιχεία, αναφορικά με το εμπόρευμα που έχει κατασχεθεί ή κατακρατηθεί.
(3) Όταν το πρόσωπο που προβαίνει στην κατάσχεση ή κατακράτηση εμπορεύματος, ως υποκείμενου εις δήμευση, είναι αστυνομικός και το εμπόρευμα αυτό είναι δυνατό να χρησιμεύσει σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία, που αρχίζει δυνάμει οποιουδήποτε άλλου Νόμου, το εμπόρευμα που κατασχέθηκε ή κατακρατήθηκε μπορεί να παραμείνει στη φύλαξη της αστυνομίας, μέχρις ότου περατωθεί η διαδικασία αυτή ή ληφθεί απόφαση για τη μη έναρξή της:
Νοείται ότι -
(α) παρέχεται στο πλησιέστερο τελωνείο, γραπτή δηλοποίηση της κατάσχεσης ή κατακράτησης του εμπορεύματος και της απόφασης για την κατακράτησή του στη φύλαξη της αστυνομίας, με πλήρη στοιχεία για το κατασχεθέν εμπόρευμα·
(β) επιτρέπεται σε κάθε εξουσιοδοτημένο λειτουργό να εξετάσει το κατακρατηθέν ή κατασχεθέν και να το ελέγξει σε οποιοδήποτε χρόνο ενόσω αυτό βρίσκεται στη φύλαξη της αστυνομίας·
(γ) οι διατάξεις του άρθρου 170 της Ποινικής Δικονομίας δεν εφαρμόζονται σχετικά με το εμπόρευμα που κατασχέθηκε, σύμφωνα με το όπως αναφέρεται στο άρθρο αυτό.
(4) Τα εδάφια (2) έως (3) εφαρμόζονται σε κάθε εμπόρευμα το οποίο υπόκειται σε δασμό ή και φόρο, το οποίο ήθελε κατασχεθεί ως υποκείμενο εις δήμευση ή κατακρατηθεί από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εκτός από κάποιο εξουσιοδοτημένο λειτουργό, έστω και αν αυτό δεν κατασχέθηκε ως υποκείμενο εις δήμευση δυνάμει της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας.
(4Α) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 70, σε περίπτωση κατακράτησης ή κατάσχεσης εμπορευμάτων, αυτά μεταφέρονται σε αποθήκη Δημοσίου.
(5) Η διαδικασία για την κατάσχεση και δήμευση εμπορευμάτων καθορίζεται στο Παράρτημα του παρόντος Νόμου.
104.-(1) Εμπορεύματα κατακρατούνται ή κατάσχονται ως υποκείμενα εις δήμευση σε περίπτωση -
(α) δόλιας αποφυγής καταβολής δασμού ή και φόρου·
(β) παράτυπης εισαγωγής τους στο τελωνειακό έδαφος της Δημοκρατίας·
(γ) παράτυπης εξαγωγής τους από το τελωνειακό έδαφος της Δημοκρατίας·
(δ) εισαγωγής ή εξαγωγής τους κατά παράβαση απαγορευτικής διάταξης ή περιορισμού που προβλέπονται από την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία·
(ε) μεταφοράς, απόκρυψης, φόρτωσης ή με άλλο τρόπο απομάκρυνσής τους από εγκεκριμένες αποθήκες, υποστατικά, τόπους ή χώρους υπό τελωνειακή επιτήρηση χωρίς την καταβολή των αναλογούντων δασμών ή και φόρων·
(στ) χρησιμοποίησής τους για τη μεταφορά, εναπόθεση ή απόκρυψη, ανάμειξη, συσκευασία εμπορευμάτων που υπόκεινται εις δήμευση, είτε κατά το χρόνο που αυτά υπόκειντο εις δήμευση είτε με σκοπό τη διάπραξη ποινικού αδικήματος·
(ζ) παράβασης όρων ή περιορισμών που επιβλήθηκαν από άδεια ή έγκριση του Διευθυντή που χορηγήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας·
(η) χρησιμοποίησης εγγράφου για τους σκοπούς της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας που είναι αναληθές σε οποιοδήποτε στοιχείο ή αναληθούς δηλώσεως που αφορούν τα εν λόγω εμπορεύματα·
(θ) εξεύρεσης κρυμμένου εμπορεύματος που υπόκειται σε δασμό ή και φόρο στις αποσκευές επιβάτη ή μεταφοράς του κατά παράβαση οποιασδήποτε απαγορευτικής διάταξης ή περιορισμό που προβλέπεται από την άλλη νομοθεσία·
(ι) κατοχής, μεταγωγής, μεταφοράς, αποθήκευσης, στέγασης, φύλαξης, απόκρυψης, εμπορίας τους, όταν έχει ή πρόκειται να αποφευχθεί η καταβολή του δασμού ή και φόρου ή όταν αυτά παραβιάζουν απαγορευτική διάταξη ή περιορισμό που προβλέπεται από την άλλη νομοθεσία·
(ια) οποιασδήποτε παράβασης των διατάξεων της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας:
(2) Εμπορεύματα που κατακρατούνται ή κατάσχονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) δυνατόν να εγκαταλειφθούν υπέρ του Δημοσίου από τον κάτοχο ή διασαφιστή ή άλλο πρόσωπο που φέρεται να έχει νόμιμο συμφέρον επί αυτών, με έξοδα του εν λόγω προσώπου:
105. Σε περίπτωση δήμευσης εμπορευμάτων, αυτά μεταφέρονται σε αποθήκη Δημοσίου και εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 72(2).
106. Σε περίπτωση που τελεί σε ισχύ απαγορευτική διάταξη ή περιορισμός δυνάμει της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, όσον αφορά στην εξαγωγή ή επανεξαγωγή εμπορευμάτων ή εμπορευμάτων κάποιας ειδικής κλάσης ή κατηγορίας ή εμπορευμάτων με ειδικό προορισμό, τότε, αν κάποιο πρόσωπο πρόκειται να φορτώσει για εξαγωγή ή επανεξαγωγή οποιαδήποτε εμπορεύματα ή ανάλογα με την περίπτωση εμπορεύματα της εν λόγω κλάσης ή κατηγορίας και κατά τη διενέργεια της διασάφησης για τα εμπορεύματα αυτά πριν τη φόρτωση ή εξαγωγή ή επανεξαγωγή τους, προβαίνει σε δήλωση για τον τελικό προορισμό των εμπορευμάτων αυτών και ο Διευθυντής έχει υπόνοιες ότι η δήλωση είναι αναληθής σε κάποιο ουσιώδες σημείο της, τα εμπορεύματα δυνατό να κατακρατηθούν, μέχρις ότου ο Διευθυντής ικανοποιηθεί ότι η δήλωση είναι αληθής, σε αντίθετη δε περίπτωση, τα εμπορεύματα υπόκεινται εις δήμευση.
107.-(1) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη διάταξη του παρόντος Νόμου, πλοίο καθαρής χωρητικότητας διακόσιων πενήντα τόνων και άνω, δεν υπόκειται εις δήμευση σύμφωνα με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου, παρά μόνο σύμφωνα με το άρθρο 110, εκτός αν το ποινικό αδίκημα για το οποίο ζητείται η δήμευση του πλοίου -
(α) ήταν ουσιαστικά ο αντικειμενικός σκοπός του πλου, κατά τη διάρκεια του οποίου διαπράχθηκε το ποινικό αδίκημα· ή
(β) διαπράχθηκε κατά τη διάρκεια της δίωξης του πλοίου από σκάφος που βρίσκεται στην υπηρεσία της Δημοκρατίας, αφού παράλειψε να σταματήσει, όταν κλήθηκε για το σκοπό αυτό από το υπό αναφορά σκάφος.
(2) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού κάποιο πλοίο λογίζεται ότι κλήθηκε κανονικά να σταματήσει -
(α) αν κληθεί για το σκοπό αυτό με διεθνή κώδικα σηματοδότησης ή άλλο αναγνωρισμένο μέσο από το υπό αναφορά σκάφος το οποίο είχε υψωμένη τη νόμιμη σημαία του· ή
(β) αν, όταν έγινε η κλήση, το πλοίο βρισκόταν εντός ακτίνας δώδεκα ναυτικών μιλίων από τις ακτές της Δημοκρατίας.
(3) Η διάταξη για εξαίρεση από τη δήμευση πλοίων σύμφωνα με το άρθρο αυτό, δεν επηρεάζει τη δυνατότητα δήμευσης των μεταφερόμενων από αυτό εμπορευμάτων.
108. Σε Στην περίπτωση κατά την οποία -
(α) κάποιο πλοίο είναι ή ήταν εντός των ορίων οποιουδήποτε λιμένα ή εντός ακτίνας δώδεκα ναυτικών μιλίων από τις ακτές της Δημοκρατίας· ή
(β) αεροσκάφος είναι ή ήταν σε οποιοδήποτε μέρος εντός της Δημοκρατίας, σε ξηρά ή σε ύδατα, ή
(γ) όχημα είναι ή ήταν σε οποιοδήποτε μέρος εντός της Δημοκρατίας και
είναι κατασκευασμένο, προσαρμοσμένο, διασκευασμένο ή με οποιοδήποτε τρόπο συναρμολογημένο για απόκρυψη εισαγομένων εμπορευμάτων, το εν λόγω πλοίο ή αεροσκάφος ή όχημα αυτό υπόκειται εις δήμευση.
109.-(1) Αν οποιοδήποτε μέρος φορτίου πλοίου εκριφθεί από αυτό ή καταστραφεί με σκοπό την αποφυγή της κατάσχεσής του -
(α) ενόσω το πλοίο είναι σε ακτίνα δώδεκα ναυτικών μιλίων από τις ακτές της Δημοκρατίας· ή
(β) σε οποιοδήποτε χρόνο κατά τη διάρκεια της καταδίωξης πλοίου, που έχει κληθεί προσηκόντως από σκάφος που βρίσκεται στην υπηρεσία της Δημοκρατίας να σταματήσει τον πλουν του και δεν συμμορφωθεί,
το πλοίο υπόκειται εις δήμευση.
(2) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, κάποιο πλοίο λογίζεται ότι έχει κληθεί προσηκόντως να σταματήσει τον πλουν του -
(α) αν το πλοίο που το καλεί χρησιμοποιεί διεθνή κώδικα σημάτων ή άλλα αναγνωρισμένα μέσα και εφόσον φέρει ανυψωμένη τη νόμιμη σημαία του·
(β) αν κατά το χρόνο που έχει κληθεί το πλοίο βρισκόταν εντός ακτίνας δώδεκα μιλίων από τις ακτές της Δημοκρατίας.
110. Σε περίπτωση κατά την οποία πλοίο βρίσκεται στα όρια οποιουδήποτε λιμένα ή αεροσκάφος που βρίσκεται στη Δημοκρατία μεταφέρει πάνω σε αυτό φορτίο, και σημαντικό μέρος του φορτίου διαπιστώνεται μεταγενέστερα ότι ελλείπει, τότε αν ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης του αεροσκάφους δεν δύναται να δώσει εξηγήσεις για τις απώλειες κατά τρόπο που να ικανοποιεί το Διευθυντή, το πλοίο ή αεροσκάφος υπόκειται εις δήμευση.
111. Ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε άλλες διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, σε περίπτωση κατά την οποία οποιοδήποτε πρόσωπο παραλείπει ή αρνείται να καταβάλει στη Δημοκρατία οποιοδήποτε ποσό δασμών ή φόρων και η άρνηση ή παράλειψη εξακολουθεί για διάστημα μεγαλύτερο των εξήντα ημερών από την ημέρα που τα ποσά καθίστανται πληρωτέα, τότε αγαθά αξίας μέχρι το τριπλάσιο του οφειλόμενου ποσού, που βρίσκονται στην κατοχή ή υπό τη φύλαξη του προσώπου αυτού ή οποιουδήποτε αντιπροσώπου του ή άλλου προσώπου το οποίο ενεργεί για λογαριασμό του υπόκεινται εις δήμευση.
111Α.-(1) Σε περίπτωση που πρόσωπο αρνείται ή παραλείπει ή καθυστερεί ή αμελεί να καταβάλει στον Διευθυντή το οφειλόμενο από αυτό ποσό δασμού ή και φόρων, το οποίο υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000), εξαιρουμένων δασμού ή και φόρων για τους οποίους-
(α) δεν έχουν παρέλθει οι προθεσμίες ή δεν έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 112 του παρόντος Νόμου και στο άρθρο 146 του Συντάγματος· ή
(β) έχει παρασχεθεί εγγύηση για την καταβολή των οφειλόμενων δασμού ή και φόρων ικανοποιούσα τον Διευθυντή,
ο Διευθυντής, ανεξαρτήτως οποιασδήποτε διάταξης οποιουδήποτε Νόμου, περιλαμβανομένης οποιασδήποτε νομοθετικής διάταξης σε σχέση με την τήρηση τραπεζικού απορρήτου και κατόπιν γραπτής συγκατάθεσης του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, δύναται να απευθύνεται σε πιστωτικά ιδρύματα με γραπτή, μηχανογραφημένη, ηλεκτρονική ή άλλως πως ειδοποίησή του και να ζητά την άμεση δέσμευση οποιουδήποτε ελεύθερου και διαθέσιμου ποσού που ανήκει στο εν υπερημερία πρόσωπο και που είναι κατατεθειμένο σε τραπεζικούς λογαριασμούς σε ένα ή περισσότερα πιστωτικά ιδρύματα, το οποίο δεν υπερβαίνει το ποσό των οφειλόμενων δασμού ή και φόρων, πλέον τόκους και επιβαρύνσεις.
(2) Απαγορεύεται η δέσμευση από τον Διευθυντή ελεύθερου και διαθέσιμου χρηματικού ποσού που ανήκει στο εν υπερημερία πρόσωπο, η οποία αφήνει στο σύνολο των τραπεζικών λογαριασμών του εν λόγω προσώπου ποσό λιγότερο από δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000).
(3) Σε περίπτωση που δεσμευμένο ποσό είναι κατατεθειμένο σε λογαριασμό του εν υπερημερία προσώπου, ο οποίος είναι κοινός με άλλο ή άλλα πρόσωπα, το πιστωτικό ίδρυμα ενημερώνει τα πρόσωπα αυτά για τη δέσμευση του ποσού.
(4) Σε περίπτωση που-
(α) πρόσωπο κριθεί ένοχο για το ποινικό αδίκημα που προβλέπεται στο άρθρο 102Α του παρόντος Νόμου, ή
(β) δεν καταστεί δυνατή η είσπραξη των οφειλόμενων δασμού ή και φόρων λόγω της μη δέσμευσης των οφειλόμενων ποσών,
το πιστωτικό ίδρυμα καταβάλλει στον Διευθυντή τα οφειλόμενα ποσά που, συνεπεία των πράξεων των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 102Α, δεν κατέστη δυνατόν να εισπραχθούν.
(5) Σε περίπτωση δέσμευσης ποσού δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, το εν υπερημερία πρόσωπο έχει δικαίωμα εντός δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία της ενημέρωσής του για τη δέσμευση του ποσού-
(α) είτε να αποταθεί στο Διευθυντή με έγγραφη ειδοποίηση ένστασης προς επανεξέταση της δέσμευσης του ποσού και ο Διευθυντής αποφασίζει επί της ενστάσεως εντός δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία υποβολής της ένστασης.
(β) είτε να ζητήσει απευθείας από το Δικαστήριο με αίτησή του την έκδοση απόφασης για άρση της δέσμευσης του συνόλου ή μέρους του δεσμευμένου ποσού,
υπό την προϋπόθεση ότι το εν υπερημερία πρόσωπο έχει αποδείξει ότι-
(i) κατέβαλε προηγουμένως τα οφειλόμενα ποσά δασμού ή και φόρων και δεν υφίσταται πλέον οφειλή· ή
(ii) δεν αποτελεί ελεύθερο και διαθέσιμο ποσό σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου· ή
(iii) η επιλογή της δήμευσης εμπορευμάτων που προβλέπεται στο άρθρο 111 ή της εγγραφής εμπράγματου βάρους σε ακίνητη ιδιοκτησία που προβλέπεται στο άρθρο 111Β, θα του επέφερε λιγότερη δυσμένεια από το μέτρο που ο Διευθυντής επέλεξε να ακολουθήσει με βάση τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, χωρίς να καταστρατηγείται ο σκοπός της είσπραξης των οφειλόμενων δασμού ή και φόρων:
(6) Σε περίπτωση που-
(α) η προβλεπόμενη στο εδάφιο (5) προθεσμία παρέλθει χωρίς την υποβολή ένστασης στον Διευθυντή ή την καταχώριση αίτησης στο Δικαστήριο, ή
(β) έχει υποβληθεί ένσταση σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (α) του εδαφίου (5) και ο Διευθυντής απορρίψει την ένσταση και το εν υπερημερία πρόσωπο δεν έχει αιτηθεί στο Δικαστήριο ζητώντας την άρση της δέσμευσης του συνόλου ή μέρους του δεσμευμένου ποσού εντός δεκαπέντε (15) ημερών, ή
(γ) έχει υποβληθεί αίτηση στο Δικαστήριο για άρση της δέσμευσης του δεσμευμένου ποσού και έχει εκδοθεί απόφαση που απορρίπτει εν όλω η εν μέρει τις αξιώσεις που εγείρονται στο πλαίσιο της αίτησης,
το πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν σχετικής ειδοποίησης του Διευθυντή, μεταβιβάζει το αντίστοιχο ποσό που διατηρούσε δεσμευμένο στο Πάγιο Ταμείο.
(7) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο εκδώσει απόφαση για την άρση της δέσμευσης του συνόλου ή μέρους του δεσμευμένου ποσού, ο Διευθυντής δίδει οδηγίες στο πιστωτικό ίδρυμα για άρση της δέσμευσης του αντίστοιχου ποσού.
(8) Το Δικαστήριο δεν δύναται, κατά την εξέταση της αίτησης για άρση της δέσμευσης του συνόλου ή μέρους του δεσμευμένου ποσού, να εξετάζει τη νομιμότητα της οφειλής ή την ακρίβεια του οφειλόμενου ποσού.
(9) Το πιστωτικό ίδρυμα δεν εισπράττει οποιαδήποτε τέλη από οποιοδήποτε πρόσωπο για τη διεκπεραίωση της διαδικασίας δέσμευσης ποσού και της μεταβίβασης του δεσμευμένου ποσού στο Πάγιο Ταμείο.
(10) Το πιστωτικό ίδρυμα δεν υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη έναντι παντός προσώπου για τις ενέργειες στις οποίες προβαίνει σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(11) Ο Διευθυντής δύναται να καθορίζει με γνωστοποίησή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, λεπτομέρειες για τις ενέργειες που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, τον τρόπο και τη διαδικασία μεταβίβασης του δεσμευμένου ποσού στο Πάγιο Ταμείο, τον τύπο της ειδοποίησης που αποστέλλει στα πιστωτικά ιδρύματα δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), καθώς και οποιαδήποτε άλλη διαδικαστική λεπτομέρεια χρήζει καθορισμού για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
(12) Για σκοπούς του παρόντος άρθρου-
“ελεύθερο και διαθέσιμο ποσό που ανήκει στο εν υπερημερία πρόσωπο” σημαίνει-
(α) κάθε χρηματικό πιστωτικό υπόλοιπο σε οποιοδήποτε λογαριασμό σε πιστωτικό ίδρυμα και δεν περιλαμβάνει οποιοδήποτε ποσό, το οποίο υπόκειται σε δικαίωμα επίσχεσης ή άλλη επιβάρυνση ή ποσό επιταγής, η οποία εκκρεμεί προς εκκαθάριση ή ασφάλεια προς ικανοποίηση απαίτησης εκ δικαστικής αποφάσεως:
(β) το ποσό το οποίο βρίσκεται κατατεθειμένο σε λογαριασμό στο όνομά του εν υπερημερία προσώπου, περιλαμβανομένου λογαριασμού κοινού μετ’ άλλου ή άλλων προσώπων, στον οποίο το εν υπερημερία πρόσωπο έχει το δικαίωμα έναντι του πιστωτικού ιδρύματος για την απόδοση ολόκληρης της ποσότητας των χρημάτων χωρίς τη σύμπραξη των άλλων προσώπων, εξαιρουμένων λογαριασμών πελατών ή λογαριασμών τους οποίους το εν υπερημερία πρόσωπο δεδηλωμένα διατηρεί υπό την ιδιότητά του ως διαχειριστής, εμπιστευματοδόχος, κηδεμόνας, εντολοδόχος, συνέταιρος, μέλος της διοίκησης σωματείου, λέσχης, ιδρύματος ή άλλου οργανισμού με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, αντιπρόσωπος ή υπό οιανδήποτε άλλη ιδιότητα προς όφελος ή και διά λογαριασμό τρίτου προσώπου·
“πιστωτικό ίδρυμα” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο άρθρο 2 του περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου.
111Β.-(1) Σε περίπτωση που πρόσωπο αρνείται ή παραλείπει ή καθυστερεί ή αμελεί να καταβάλει στο Διευθυντή το οφειλόμενο από αυτό ποσό δασμού ή και φόρων, το οποίο υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000), εξαιρουμένων δασμού ή και φόρων για τους οποίους-
(α) δεν έχουν παρέλθει οι προθεσμίες ή δεν έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 112 του παρόντος Νόμου και στο Άρθρο 146 του Συντάγματος· ή
(β) έχει παρασχεθεί εγγύηση για την καταβολή των οφειλόμενων δασμού ή και φόρων ικανοποιούσα το Διευθυντή,
ο Διευθυντής δύναται να καταστήσει οποιαδήποτε ακίνητη ιδιοκτησία του προσώπου αυτού, αξίας μέχρι το διπλάσιο των οφειλόμενων δασμού ή και φόρων πλέον τόκους και επιβαρύνσεις, η οποία είναι εγγεγραμμένη στο όνομά του στα βιβλία του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου, ως εγγύηση για την πληρωμή οφειλόμενων δασμού ή και φόρων.
(2)(α) Η ακίνητη ιδιοκτησία καθίσταται ως εγγύηση για την πληρωμή των οφειλόμενων δασμού ή και φόρων με την κατάθεση σημειώματος, στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο της Επαρχίας όπου βρίσκεται η ιδιοκτησία που ζητείται να επιβαρυνθεί, το οποίο είναι χρονολογημένο και υπογραμμένο από τον Διευθυντή ή από τον εξουσιοδοτημένο για τον σκοπό αυτό αντιπρόσωπό του, που αξιώνει όπως το συμφέρον του εν υπερημερία προσώπου επί της ακίνητης ιδιοκτησίας παραμείνει δεσμευμένο για την πληρωμή των οφειλόμενων δασμού ή και φόρων.
(β) Η κατάθεση του σημειώματος, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (2), συνιστά εγγραφή εμπράγματου βάρους επί της ακίνητης ιδιοκτησίας για σκοπούς του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου.
(3) Ο Διευθυντής, αμέσως μετά την εγγραφή του εμπράγματου βάρους σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), επιδίδει έγγραφη ειδοποίηση προς το εν υπερημερία πρόσωπο για την εν λόγω εγγραφή.
(4) Σε περίπτωση που έχει εγγραφεί εμπράγματο βάρος σε ακίνητη ιδιοκτησία προσώπου δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2), το εν υπερημερία πρόσωπο έχει δικαίωμα εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία της έγγραφης ειδοποίησης που λαμβάνει σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3)-
(α) είτε να αποταθεί στο Διευθυντή με έγγραφη ειδοποίηση ένστασης προς επανεξέταση της εγγραφής του εμπράγματου βάρους και ο Διευθυντής αποφασίζει επί της ενστάσεως εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία υποβολής της ένστασης·
(β) είτε να αιτηθεί στο Δικαστήριο για έκδοση απόφασης άρσης της εγγραφής του εμπράγματου βάρους,
υπό την προϋπόθεση ότι το εν υπερημερία πρόσωπο έχει αποδείξει ότι-
(i) κατέβαλε προηγουμένως το οφειλόμενο ποσό δασμού ή και φόρων και δεν υφίσταται πλέον οφειλή∙ ή
(ii) η επιλογή οποιουδήποτε από τα μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 111 και 111Α θα του επέφερε λιγότερη δυσμένεια από το μέτρο που ο Διευθυντής επέλεξε να ακολουθήσει με βάση τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, χωρίς να καταστρατηγείται ο σκοπός της είσπραξης των οφειλόμενων δασμού ή και φόρων:
(5) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου εν ισχύι Νόμου, σε περίπτωση κατά την οποία ακίνητο αποκτάται από το δανειστή στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης, οποιοδήποτε εμπράγματο βάρος βαρύνει το εν λόγω ακίνητο δυνάμει δικαστικής απόφασης ή των διατάξεων του άρθρου 111Β, μεταφέρεται επί του συγκεκριμένου ακινήτου κατά τη μεταβίβαση από τον δανειολήπτη στον δανειστή:
(α) Η εταιρεία είναι ή κατά πάσαν πιθανότητα θα είναι ανίκανη να αποπληρώσει τα χρέη της·
(β) δεν έχει εγκριθεί και δεν έχει δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας οποιοδήποτε ψήφισμα αναφορικά με εκκαθάριση της εταιρείας· και
(γ) δεν έχει εκδοθεί διάταγμα για την εκκαθάριση της εταιρείας:
(α) τα χρέη της έχουν καταστεί πληρωτέα και η εταιρεία αδυνατεί να τα αποπληρώσει·
(β) η αξία των στοιχείων του ενεργητικού της είναι χαμηλότερη από το ποσό των υποχρεώσεών της, λαμβανομένων υπόψη ενδεχόμενων μελλοντικών υποχρεώσεών της:
(α) Έχει τη συνήθη διαμονή του στη Δημοκρατία·
(β) είναι αφερέγγυο·
(γ) δεν είναι πτωχεύσας ο οποίος δεν έχει αποκατασταθεί.
(6)(α) Κατά τη διάρκεια της ισχύος της εγγραφής του εμπράγματου βάρους, το συμφέρον του εν υπερημερία προσώπου επί της ιδιοκτησίας επιβαρύνεται με την πληρωμή των οφειλόμενων δασμού ή και φόρων κατά προτεραιότητα έναντι όλων των χρεών ή υποχρεώσεων του εν υπερημερία προσώπου με τα οποία δεν επιβαρύνθηκε ειδικά η ιδιοκτησία πριν από την κατάθεση του σημειώματος του Διευθυντή.
(β) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε μεταβίβαση ή υποθήκευση η οποία έγινε μετά την εγγραφή του εμπράγματου βάρους, η ιδιοκτησία ή το μέρος αυτής το οποίο θα ήταν αναγκαίο να πωληθεί προς ικανοποίηση των οφειλόμενων δασμού ή και φόρων διατάσσεται από το Δικαστήριο σε οποιονδήποτε χρόνο, ενόσω η εγγραφή παραμένει σε ισχύ, να πωληθεί προς ικανοποίηση των οφειλόμενων δασμού ή και φόρων:
(7) Οι διατάξεις των άρθρων 58 έως 72 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου αναφορικά με την εγγραφή δικαστικής απόφασης, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, για την εγγραφή του εμπράγματου βάρους από τον Διευθυντή δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) και η εγγραφή του εμπράγματου βάρους λογίζεται ότι έχει το ίδιο αποτέλεσμα ως η εγγραφή δικαστικής απόφασης.
112.-(1) Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να υποβάλει στο Διευθυντή εντός προθεσμίας εξήντα ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης δυνάμει της παραγράφου (α) ή της υποβολής αίτησης δυνάμει της παραγράφου (β) αίτημα αναθεώρησης που αφορά -
(α) τις αποφάσεις του Τμήματος Τελωνείων αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, εφόσον τον αφορούν άμεσα και ατομικά·
(β) αίτημα σε περίπτωση που έχει υποβάλει σχετική αίτηση στο Τμήμα Τελωνείων και δεν εκδόθηκε οποιαδήποτε απόφαση από αυτό, εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης εκτός στην περίπτωση που προβλέπεται ρητά άλλη προθεσμία από τη συναφή νομοθεσία:
(2) Η υποβολή αιτήματος σύμφωνα με το εδάφιο (1) δεν επιφέρει την αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης:
(3) Σε περίπτωση που η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή δασμού ή και φόρου, η αναστολή της εκτέλεσής της εξαρτάται από τη σύσταση εγγύησης σύμφωνα με το άρθρο 47:
(4) Ο Διευθυντής με γΓνωστοποίηση του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθορίζει κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καλύτερη εφαρμογή του άρθρου αυτού.
113.-(1) Οποιοδήποτε ποσό το οποίο σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, οφείλεται στη Δημοκρατία, μπορεί να διεκδικηθεί με αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο.
(2) Το αγώγιμο δικαίωμα του Διευθυντή για τη διεκδίκηση οποιουδήποτε ποσού, το οποίο σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας οφείλεται στη Δημοκρατία, παραγράφεται μετά την πάροδο έξι ετών από την ημερομηνία που το οφειλόμενο ποσό γνωστοποιείται στον οφειλέτη:
114. Όταν η προβλεπόμενη στην τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία ποινή καθορίζεται ανάλογα με την αξία οποιουδήποτε εμπορεύματος, η αξία αυτή υπολογίζεται με βάση την τιμή, την οποία εύλογα δύναται κάποιος να αναμένει ότι τα εμπορεύματα αυτά θα αποκόμιζαν, μετά την καταβολή του δασμού ή και φόρου στον οποίο αυτά τυχόν υπόκεινται, αν πωλούντο στην ελεύθερη αγορά κατά ή περί την ημερομηνία, κατά την οποία διαπράχθηκε το ποινικό αδίκημα, για το οποίο επιβάλλεται η ποινή.
115.-(1) Σε περίπτωση διάπραξης ποινικού αδικήματος το οποίο προβλέπεται στην τελωνειακή ή και στην άλλη νομοθεσία από νομικό πρόσωπο, την ευθύνη για το αδίκημα φέρουν, εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, και οι διευθύνοντες αξιωματούχοι του νομικού προσώπου και υπόκεινται ωσαύτως σε ποινική δίωξη και ανάλογη ποινή.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος “διευθύνων αξιωματούχος” σε σχέση με νομικό πρόσωπο σημαίνει οποιονδήποτε διευθυντή, γραμματέα ή άλλο παρόμοιο αξιωματούχο του νομικού προσώπου ή οποιοδήποτε πρόσωπο που φέρεται ότι ενεργεί σε σχέση με οποιαδήποτε τέτοια ιδιότητα ή ως σύμβουλος.
(3) Πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), υπέχει ποινική ευθύνη για τελούμενο από νομικό πρόσωπο αδίκημα, ευθύνεται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή κεχωρισμένως σε οποιαδήποτε αστική διαδικασία.
116.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οπουδήποτε άλλου νόμου, το ποινικό δικαστήριο που κηρύσσει οποιοδήποτε πρόσωπο ένοχο για παράλειψη καταβολής οποιουδήποτε ποσού που οφείλει με βάση τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, περιλαμβανομένων χρηματικών επιβαρύνσεων και τόκου, έχει εξουσία εκτός από την επιβολή ποινής να εκδώσει Διάταγμα με το οποίο να διατάσσει τον καταδικασθέντα να καταβάλει στο Διευθυντή το εν λόγω ποσό.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, το Διάταγμα που εκδίδεται με βάση το εδάφιο (1), θεωρείται ότι αποτελεί απόφαση πολιτικού δικαστηρίου και είναι δυνατό να συντάσσεται, υπογράφεται και εκτελείται ως απόφαση σε αγωγή σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου.
117. Οποιαδήποτε κοινοποίηση, απαίτηση, απόφαση, οδηγία ή άλλη πράξη που πρέπει να επιδοθεί σε οποιοδήποτε πρόσωπο για τους σκοπούς της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, γνωστοποιείται με επιστολή που απευθύνεται στο εν λόγω πρόσωπο ή στον αντιπρόσωπό του και η οποία αποστέλλεται με επιστολή ή με συστημένη επιστολή ταχυδρομικώς στην τελευταία δηλωθείσα ή συνηθισμένη διαμονή ή έδρα της επιχείρησης του προσώπου αυτού ή του αντιπροσώπου του ή παραδίδεται προσωπικά στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται ή τον αντιπρόσωπό του:
118.-(1) Πιστοποιητικό του Διευθυντή που βεβαιώνει ότι -
(α) κάποιο πρόσωπο ήταν ή δεν ήταν σε οποιαδήποτε ημερομηνία εγγεγραμμένο σε μητρώο δυνάμει της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας· ή
(β) οποιαδήποτε δήλωση ή διασάφηση που απαιτείται με βάση την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία δεν έχει υποβληθεί ή δεν έχει υποβληθεί σε οποιαδήποτε ημερομηνία· ή
(γ) οποιοδήποτε ποσό δασμού ή φόρου που εμφαίνεται ως οφειλόμενο σε οποιαδήποτε δήλωση ή διασάφηση που υποβλήθηκε δεν έχει καταβληθεί· ή
(δ) οποιοδήποτε ποσό δασμού ή φόρου που βεβαιώθηκε από το Διευθυντή δεν έχει καταβληθεί· ή
(ε) οποιαδήποτε χρηματική επιβάρυνση που επιβλήθηκε από το Διευθυντή δυνάμει του παρόντος Νόμου, δεν έχει καταβληθεί· ,
(στ) οποιοσδήποτε τόκος που επιβλήθηκε από το Διευθυντή δυνάμει του παρόντος Νόμου, δεν έχει καταβληθεί,
αποτελεί επαρκή απόδειξη του γεγονότος που βεβαιώνει, μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο.
(2) Φωτογραφία οποιουδήποτε εγγράφου που προσκομίζεται στο Διευθυντή για τους σκοπούς της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας και η οποία πιστοποιείται από τον ίδιο ότι συνιστά φωτογραφία του εγγράφου αυτού, είναι δεκτή ως απόδειξη σε οποιαδήποτε διαδικασία, είτε πολιτική είτε ποινική στην ίδια έκταση όπως το ίδιο το έγγραφο.
(3) Οποιοδήποτε έγγραφο που φέρεται ως πιστοποιητικό σύμφωνα με τα εδάφια (1) ή (2), θεωρείται ότι αποτελεί τέτοιο πιστοποιητικό μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο.
(4) Οποιοδήποτε έγγραφο προοριζόμενο να υπογραφεί είτε από το Διευθυντή είτε από οποιοδήποτε πρόσωπο με εξουσιοδότησή του, θεωρείται μέχρι απόδειξης του αντιθέτου ότι έχει υπογραφεί και εκδοθεί προσηκόντως από το Διευθυντή και είναι δυνατό, με την προσκόμιση αντιγράφου, να αποδεικνύεται ότι υπογράφηκε με αυτό τον τρόπο.
(5) Πιστοποιητικό του Διευθυντή που βεβαιώνει ότι έγγραφο έχει υποβληθεί από πρόσωπο με χρήση του κωδικού που έχει χορηγηθεί σε αυτό από το Διευθυντή για την υποβολή εγγράφων σε μηχανογραφημένη μορφή αποτελεί επαρκή απόδειξη, σε ποινική ή πολιτική διαδικασία, του γεγονότος που βεβαιώνει μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο.
119.-(1) Ο Διευθυντής τηρεί Μητρώο με την ονομασία «Τελωνειακό Μητρώο» στο οποίο εγγράφονται το όνομα και η διεύθυνση προσώπων που εμπλέκονται υπό οποιαδήποτε ιδιότητα στην είσοδο ή εισαγωγή ή θέση σε ανάλωση και έξοδο ή εξαγωγή εμπορευμάτων για τα οποία εφαρμόζονται τελωνειακές διαδικασίες καθώς και οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες τις οποίες ο Διευθυντής θεωρεί αναγκαίες για τους σκοπούς της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας. Το Μητρώο είναι δυνατό να τηρείται σε οποιοδήποτε τύπο ήθελε καθορίσει ο Διευθυντής περιλαμβανομένης και της μηχανογραφημένης μορφής.
(2) Κάθε πρόσωπο για το οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1) οφείλει να εγγραφεί στο Τελωνειακό Μητρώο και να γνωστοποιεί γραπτώς στο Διευθυντή τυχόν αλλαγές στο όνομα, στη διεύθυνση ή στις άλλες πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) ή οποιοδήποτε άλλο γεγονός που μπορεί να καταστήσει αναγκαία την τροποποίηση του Τελωνειακού Μητρώου, εντός τριάντα ημερών από την ημερομηνία που επήλθαν.
(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο με Διάταγμά του καθορίζει τη διαδικασία, τις υποχρεώσεις των προσώπων που αφορά το εδάφιο (1) και οτιδήποτε άλλο κρίνει αναγκαίο ή σκόπιμο για την καλύτερη εκπλήρωση των σκοπών του άρθρου αυτού ή για τη ρύθμιση οποιουδήποτε ζητήματος που είναι συναφές με τις διατάξεις του.
120.-(1) Ο Διευθυντής δύναται να ορίσει υποχρέωση τήρησης βιβλίων και αρχείων σε πρόσωπα που εγκρίνονται με βάση την τελωνειακή νομοθεσία για τη διενέργεια τελωνειακών πράξεων ή και την εφαρμογή τελωνειακών διαδικασιών.
(2) Τα βιβλία και αρχεία που αναφέρονται στο εδάφιο (1), καθορίζονται με Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου:
Νοείται ότι, στο Διάταγμα είναι δυνατόν να καθορίζονται διαφορετικές κατηγορίες βιβλίων και αρχείων ανάλογα με την ιδιότητα του προσώπου και την έγκριση που παρέχεται σε αυτό από το Διευθυντή.
(3) Εξαιρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), ο Διευθυντής δύναται να καθορίζει σε ειδικές περιπτώσεις με σχετική οδηγία του προς ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή κατηγορία προσώπων, όπως τηρούν άλλα βιβλία και αρχεία από αυτά που καθορίζονται στο Διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (2).
(4) Στο Διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (2) ή στη σε σχετική οδηγία του Διευθυντή που αναφέρεται στο εδάφιο (3), προς το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είναι δυνατό να καθορίζεται το είδος, ο τύπος των βιβλίων και αρχείων, ο τρόπος και ο τόπος φύλαξής τους καθώς και ο τρόπος και χρόνος ενημέρωσής τους.
(5)) Τα πρόσωπα που έχουν υποχρέωση τήρησης βιβλίων και αρχείων σύμφωνα με το εδάφιο (1) υποχρεούνται να τα φυλάττουν για επτά τουλάχιστον ημερολογιακά έτη.
(6) Η δυνάμει του παρόντος άρθρου υποχρέωση τήρησης αρχείων είναι δυνατόν να εκπληρωθεί με την τήρηση των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτά με μέσα που δύναται να εγκρίνει ο Διευθυντής· και όταν οι εν λόγω πληροφορίες τηρούνται με αυτό τον τρόπο, αντίτυπο οποιουδήποτε εγγράφου που αποτελεί μέρος των αρχείων, τηρουμένου του εδαφίου (7), είναι δεκτό ως απόδειξη σε οποιαδήποτε διαδικασία, είτε πολιτική είτε ποινική, κατά την ίδια έκταση όπως τα ίδια τα αρχεία.
(7) Ο Διευθυντής δύναται να επιβάλλει ως όρο για να εγκρίνει σύμφωνα με το εδάφιο (6) οποιαδήποτε μέσα τήρησης πληροφοριών που περιέχονται σε οποιαδήποτε έγγραφα, εύλογες απαιτήσεις που κρίνει απαραίτητες για να εξασφαλίζεται ότι πληροφορίες θα καθίστανται αμέσως διαθέσιμες σε αυτόν ως να είχαν τηρηθεί τα ίδια τα αρχεία.
121.-(1) Σε περίπτωση που προβάλλεται ισχυρισμός σε οποιοδήποτε στάδιο δικαστικής διαδικασίας η οποία άρχισε δυνάμει της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας -
(α) ότι η διαδικασία αυτή άρχισε με εντολή του Διευθυντή· ή
(β) ότι κάποιο πρόσωπο φέρει ή έφερε την ιδιότητα του Διευθυντή, εξουσιοδοτημένου λειτουργού ή δημόσιου υπαλλήλου· ή
(γ) ότι πρόσωπο είναι ή ήταν διορισμένο ή εξουσιοδοτημένο από το Διευθυντή για άσκηση οποιουδήποτε καθήκοντος ή ότι ασχολήθηκε μετά από εντολή ή με τη συναίνεση του Διευθυντή στην άσκηση οποιουδήποτε καθήκοντος· ή
(δ) ότι αποδείχθηκε ή όχι ικανοποιητικά στο Διευθυντή οποιοδήποτε ζήτημα σύμφωνα με οποιαδήποτε από τις διατάξεις της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας· ή
(ε) ότι κάποιο πλοίο είναι κυπριακό· ή
(στ) ότι η απόρριψη ή καταστροφή εμπορευμάτων έγινε για να αποφευχθεί η κατάσχεσή τους,
ο ισχυρισμός αυτός συνιστά μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο ικανοποιητική απόδειξη του γεγονότος.
(2) Όταν σε οποιαδήποτε διαδικασία, που έχει σχέση με την τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία και τις αρμοδιότητές του προκύπτει αμφισβήτηση σχετικά με όσον αφορά - τον τόπο της προέλευσης εμπορευμάτων ή όσον αφορά -
(α) τον τόπο της προέλευσης εμπορευμάτων· ή
(β) το γεγονός της καταβολής δασμού ή και φόρου ή και άλλης επιβάρυνσης αναφορικά με οποιαδήποτε εμπορεύματα ή την παροχή εγγύησης για την καταβολή του δασμού αυτού ή και φόρου ή και άλλης επιβάρυνσης· ή
(γ) αν ο χαρακτηρισμός ή η φύση εμπορευμάτων ή οποιωνδήποτε άλλων πραγμάτων είναι αυτή που καθορίζεται στο κατηγορητήριο, ένταλμα ή άλλο δικονομικό έγγραφο· ή
(δ) το νόμιμο της εισαγωγής ή εκφόρτωσης εμπορευμάτων από κάποιο πλοίο ή σκάφος· ή
(ε) το νόμιμο της φόρτωσης εμπορευμάτων σε οποιοδήποτε πλοίο ή αεροσκάφος ή το νόμιμο της εξαγωγής ή της μεταφοράς τους μέσω θαλάσσιας οδού· ή
(στ) το νόμιμο της μεταφοράς εμπορευμάτων σε οποιοδήποτε τόπο με σκοπό τη φόρτωσή τους σε οποιοδήποτε πλοίο ή αεροσκάφος· ή
(ζ) αν εμπορεύματα υπόκεινται ή υπόκειντο σε απαγορευτική διάταξη ή περιορισμό κατά την είσοδο ή εισαγωγή ή έξοδο ή εξαγωγή τους από ή προς τη Δημοκρατία,
τότε, εφόσον η διαδικασία αρχίζει από ή εναντίον του Διευθυντή ή κάποιου εξουσιοδοτημένου λειτουργού ή εναντίον οποιουδήποτε άλλου προσώπου, αναφορικά με οποιαδήποτε πράξη η οποία φέρεται ότι έγινε σύμφωνα με εξουσία ή αρμοδιότητα που εκχωρήθηκε δυνάμει της τελωνειακής ή της άλλης νομοθεσίας, το βάρος της απόδειξης φέρει το άλλο μέρος της διαδικασίας αυτής.
122.-(1) Οποιαδήποτε διασάφηση, δήλωση ή έγγραφο το οποίο απαιτείται να κατατεθεί στο Διευθυντή για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου υποβάλλεται:
(α) γραπτώς· ή
(β) με χρήση μηχανογραφημένης μεθόδου εφόσον η χρήση της εγκρίνεται από το Διευθυντή,
και με την επιφύλαξη του εδαφίου (2) συνοδεύεται με έγγραφα των οποίων η προσκόμιση είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Όταν η διασάφηση, δήλωση ή έγγραφο υποβάλλεται με χρήση μηχανογραφημένης μεθόδου ο Διευθυντής δυνατόν να επιτρέπει να μην υποβάλλονται μαζί με την εν λόγω διασάφηση, δήλωση ή έγγραφο τα συνοδευτικά έγγραφα ή μέρος αυτών. Στην περίπτωση αυτή τα εν λόγω έγγραφα φυλάττονται από το υπόχρεο για την κατάθεσή τους πρόσωπο ή από δεόντως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο τους, το οποίο έχει υποχρέωση να παρέχει κάθε διευκόλυνση προς εξέταση των εγγράφων αυτών.
(3) Τα πρόσωπα που έχουν υποχρέωση υποβολής διασάφησης, δήλωσης ή εγγράφου σύμφωνα με το εδάφιο (1) υποχρεούνται να τα φυλάττουν καθώς και τα συνοδευτικά τους έγγραφα για επτά τουλάχιστον ημερολογιακά έτη.
(4) Στις περιπτώσεις που ο Διευθυντής εγκρίνει τη χρήση μηχανογραφημένης μεθόδου για την υποβολή των εγγράφων όπως αναφέρεται στο εδάφιο (2), τότε, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου και οποιασδήποτε πολιτικής ή ποινικής διαδικασίας, ο κωδικός αριθμός ο οποίος χορηγείται από το Διευθυντή στο πρόσωπο που έχει δικαίωμα να υποβάλλει τα εν λόγω έγγραφα με τη χρήση της μηχανογραφημένης μεθόδου, θεωρείται ότι υπέχει θέση της χειρόγραφης υπογραφής που θα έφεραν τα έγγραφα αν υποβάλλονταν σε μη μηχανογραφημένη μορφή και το πρόσωπο που υποβάλλει τα έγγραφα με τη χρήση κωδικού αριθμού θεωρείται ότι έχει γνώση και του περιεχομένου των εγγράφων.
123.-(1) Επιπρόσθετα από τις περιπτώσεις που προβλέπονται ρητά στον παρόντα Νόμο, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει και οποιουσδήποτε άλλους Κανονισμούς για τον καθορισμό ή ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος το οποίο είναι δυνατό ή πρέπει να καθοριστεί ή ρυθμιστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου καθώς και της Ενωσιακής Νομοθεσίας και γενικότερα για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής τους.
(2) Κανονισμοί που εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο είναι δυνατόν να περιέχουν και διατάξεις για την επιβολή ποινών στις περιπτώσεις παράβασής τους, σε καμιά όμως περίπτωση δεν είναι δυνατόν να προβλέπουν ποινή βαρύτερη από τη βαρύτερη ποινή η οποία προβλέπεται στον παρόντα Νόμο.
(3) Οποιοιδήποτε Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο είναι δυνατό να περιέχουν διατάξεις για την επιβολή χρηματικής επιβάρυνσης στα πρόσωπα που παραβαίνουν τις διατάξεις των Κανονισμών αυτών.
(4) Ο Διευθυντής δύναται να εκδίδει Γνωστοποιήσεις για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των εκδιδόμενων υπ’ αυτού Κανονισμών και Διαταγμάτων.
124.-(1) Οποιοσδήποτε Κανονισμός, Διάταγμα, γΓνωστοποίηση, οδηγία, έντυπο ή άλλη πράξη, η οποία ισχύει αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος της τελωνειακής νομοθεσίας, που έχει εκδοθεί δυνάμει οποιωνδήποτε Νόμων ή διατάξεων αυτών που καταργούνται από τον παρόντα Νόμο, η οποία αφορά οποιοδήποτε ζήτημα, για το οποίο το Υπουργικό Συμβούλιο ή ο Διευθυντής έχει εξουσία δυνάμει της τελωνειακής νομοθεσίας όπως εκδίδει Κανονισμούς ή Διατάγματα ή Γνωστοποιήσεις ή να παρέχει οδηγίες ή επιβάλλει όρους ή περιορισμούς, τυγχάνει εφαρμογής, στην έκταση που δεν αντίκειται στις διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας, μέχρι να ανακληθεί ή τροποποιηθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο ή τον Υπουργό ή το Διευθυντή ως αν είχε εκδοθεί, παρασχεθεί ή επιβληθεί δυνάμει των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας και αν ακόμη δεν αναφέρεται ρητά αντίστοιχη διάταξη στην τελωνειακή νομοθεσία.
(2) Διορισμοί που έγιναν, εντολές, εξουσιοδοτήσεις, άδειες ή εγκρίσεις οι οποίες παρασχέθηκαν από το Διευθυντή δυνάμει οποιωνδήποτε Νόμων ή διατάξεων αυτών που καταργούνται από τον παρόντα Νόμο, οι οποίοι τελούσαν σε ισχύ αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος της τελωνειακής νομοθεσίας, θα ισχύουν ως αν έγιναν ή παρασχέθηκαν δυνάμει της αντίστοιχης διάταξης της τελωνειακής νομοθεσίας, στην έκταση που δεν αντίκεινται στις πιο πάνω διατάξεις και εφόσον ρητά δεν ανακληθούν ή τροποποιηθούν.
(3) Αρμοδιότητες οι οποίες αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου ενασκούνταν για λογαριασμό κάποιου άλλου προσώπου από το Διευθυντή ή από πρόσωπα που διορίζονται από το Διευθυντή για το σκοπό αυτό, θα συνεχίσουν να ασκούνται από αυτούς, μέχρι να γίνουν άλλες διευθετήσεις, και αν ακόμη οι αρμοδιότητες αυτές δεν αναφέρονται ρητά στην τελωνειακή νομοθεσία.
(4) Έγγραφο το οποίο αναφέρεται στους Νόμους ή στις διατάξεις αυτών που καταργούνται από τον παρόντα Νόμο, ερμηνεύεται, εκτός αν προκύπτει πρόθεση για το αντίθετο στην τελωνειακή νομοθεσία, ως αναφερόμενο στην τελωνειακή νομοθεσία.
(5) Οι εγγραφές στο Τελωνειακό Μητρώο για σκοπούς χρήσης μηχανογραφημένης μεθόδου που έγιναν πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου θα ισχύουν ως αν έγιναν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 119 του παρόντος Νόμου.
125.-(1) Οι περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμοι του 1967 μέχρι (Αρ. 4) του 2003 καταργούνται από την ημερομηνία δημοσίευσης του περί Τελωνειακού Κώδικα (Τροποποιητικού) Νόμου του 2004.
(2) Οι περί Ελευθέρων Ζωνών Τελωνειακοί Κανονισμοί του 1981 καταργούνται από την ημερομηνία δημοσίευσης του περί Τελωνειακού Κώδικα (Τροποποιητικού) Νόμου του 2004.
(3) Η συνέχεια της νομοθεσίας που σχετίζεται με τα τελωνεία δεν επηρεάζεται από την αντικατάσταση των καταργηθέντων Νόμων από την τελωνειακή νομοθεσία.
126.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν επηρεάζουν -
(α) την ποινική ευθύνη, τη δίκη ή την τιμωρία για αδίκημα που διαπράχθηκε κατά παράβαση των Νόμων που καταργήθηκαν δια του παρόντος Νόμου· ,
(β) την ποινική ευθύνη, αναφορικά με οποιαδήποτε πράξη που διενεργήθηκε ή που άρχισε πριν από την έναρξη του παρόντος Νόμου:
Νοείται ότι, η πράξη περιλαμβάνει απόπειρα ή παράλειψη της εν λόγω πράξης.
(2) Χωρίς επηρεασμό του κύρους των ενεργειών ή των διαδικασιών οι οποίες έγιναν ή ακολουθήθηκαν με βάση το καθεστώς που ίσχυε πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, εκκρεμή ζητήματα ή διαδικασίες που άρχισαν, αλλά δεν ολοκληρώθηκαν κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, θα διεκπεραιωθούν, κατά το δυνατόν, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών, Διαταγμάτων ή γνωστοποιήσεων που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
(Άρθρο 103)
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗ ΔΗΜΕΥΣΗ
Δηλοποίηση Κατάσχεσης
1. Ο Διευθυντής ή εξουσιοδοτημένος λειτουργός επιδίδει δηλοποίηση για κάθε κατάσχεση εμπορεύματος ως υποκειμένου εις δήμευση σε οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, με βάση τις συγκεκριμένες περιστάσεις, ήταν ή εύλογα μπορούσε να θεωρηθεί ως ο κάτοχος του εμπορεύματος κατά το χρόνο της κατάσχεσης, γνωστοποιώντας γραπτώς τους λόγους στους οποίους εδράζεται η κατάσχεση εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος:
(α) του προσώπου, που έχει διαπράξει το αδίκημα ή που πιθανό να έχει διαπράξει το αδίκημα το οποίο προκάλεσε την κατάσχεση· ή
(β) του κατόχου ή του φερομένου ως κατόχου του εμπορεύματος που κατασχέθηκε ή κάποιου υπαλλήλου ή αντιπροσώπου του· ή
(γ) του πλοιάρχου ή κυβερνήτη στην περίπτωση εμπορεύματος που κατάσχεται σε πλοίο ή αεροσκάφος ή στην περίπτωση που κατάσχεται το πλοίο ή αεροσκάφος.
2. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 117, σε περίπτωση που η δηλοποίηση που εκδίδεται με βάση την προηγούμενη παράγραφο 1 είναι γραπτή και στον τύπο που καθορίζεται από το Διευθυντή, και λογίζεται ως προσηκόντως επιδοθείσα στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, όταν στις περιπτώσεις που αυτό δεν έχει διεύθυνση στη Δημοκρατία ή η διεύθυνσή του είναι άγνωστη ή πρόκειται για νομικό πρόσωπο.
Αμφισβήτηση Δήμευσης
3. Αν οποιοδήποτε πρόσωπο διεκδικεί οποιοδήποτε εμπόρευμα το οποίο κατασχέθηκε ως υποκείμενο εις δήμευση, πρέπει εντός ενός μηνός από την ημερομηνία της δηλοποίησης της κατάσχεσης ή, εφόσον δεν του επιδόθηκε τέτοια δηλοποίηση εντός ενός μηνός από την κατάσχεση, να υποβάλει έγγραφη αμφισβήτηση σε οποιοδήποτε τελωνείο. Σε περίπτωση που λογίζεται η δηλοποίηση προσηκόντως επιδοθείσα με τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, τότε η πιο πάνω ημερομηνία αρχίζει από την ημερομηνία της δημοσίευσης
4. Η αμφισβήτηση που υποβάλλεται δυνάμει της παραγράφου 3 πρέπει να είναι έγγραφη και ενυπόγραφη και να περιέχει οπωσδήποτε το όνομα και τη διεύθυνση του προσώπου που προβάλλει τη διεκδίκηση, καθώς και τους λόγους για τους οποίους αμφισβητεί τη νομιμότητα της κατάσχεσης:
Κήρυξη εις δήμευση
5. Στην περίπτωση που παρέλθει η νόμιμη προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 3, και δεν επιδοθεί έγγραφη αμφισβήτηση ή σε περίπτωση που επιδόθηκε τέτοια αμφισβήτηση αλλά δεν τηρηθεί οποιαδήποτε από τις διατάξεις της παραγράφου 4, το εμπόρευμα που κατασχέθηκε λογίζεται ως κηρυχθέν εις δήμευση.
6. Σε περίπτωση επίδοσης έγγραφης αμφισβήτησης αναφορικά με οποιοδήποτε εμπόρευμα, σύμφωνα με τις προηγούμενες διατάξεις του Παραρτήματος αυτού, ο Διευθυντής οφείλει να ενεργήσει σε εύλογο χρόνο για έκδοση δικαστικής απόφασης για το θέμα της δήμευσης του εμπορεύματος αυτού και αν το Δικαστήριο αποφασίσει ότι κατά το χρόνο της κατάσχεσης το εμπόρευμα υπόκειτο πράγματι εις δήμευση, κηρύσσεται δικαστικά η δήμευσή του.
7. Αν εμπόρευμα που κατασχέθηκε, κηρυχθεί ή λογισθεί ως κηρυχθέν εις δήμευση, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 5 και 6, τότε, χωρίς να επηρεάζεται οποιαδήποτε πράξη για απόδοση ή πώληση των εμπορευμάτων από το Διευθυντή σύμφωνα με την παράγραφο 134, η δήμευση λογίζεται ότι ισχύει, στην μεν περίπτωση που επέρχεται δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 5 από την ημερομηνία κατά την οποία έχει εκπνεύσει η προθεσμία που τίθεται δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 3, στη δε περίπτωση που επέρχεται μετά από δικαστική κήρυξή της δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 6, από την ημερομηνία έκδοσης της σχετικής δικαστικής απόφασης.
Διαδικασία για κήρυξη εμπορεύματος που κατασχέθηκε
εις δήμευση στο Δικαστήριο
8. Η διαδικασία για δικαστική κήρυξη εις δήμευση εμπορεύματος που έχει κατασχεθεί ως υποκείμενο εις δήμευση είναι αστική, πραγματοπαγής (in rem) και εγείρεται στη Δημοκρατία.
9. Η διαδικασία για κήρυξη εμπορεύματος που κατασχέθηκε εις δήμευση στο Δικαστήριο αρχίζει -
(α) σε οποιοδήποτε Δικαστήριο το οποίο έχει αρμοδιότητα στον τόπο όπου διαπράχθηκε το αδίκημα σχετικά με το εμπόρευμα που κατασχέθηκε ή όπου άρχισε ποινική δίωξη του αδικήματος αυτού· ή
(β) σε οποιοδήποτε Δικαστήριο το οποίο έχει αρμοδιότητα στον τόπο της κατοικίας του απαιτητή, ή, αν ο απαιτητής διόρισε αντίκλητο κάποιο δικηγόρο σύμφωνα με την παράγραφο 4του Παραρτήματος αυτού, στον τόπο όπου ο δικηγόρος έχει το γραφείο του· ή
(γ) σε οποιοδήποτε Δικαστήριο το οποίο έχει αρμοδιότητα στον τόπο όπου το εμπόρευμα που κατασχέθηκε, βρέθηκε, κατακρατήθηκε ή κατασχέθηκε ή στον τόπο όπου αρχικά μεταφέρεται μετά την εξεύρεση, κατακράτηση ή κατάσχεσή του.
10. (1) Σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία για κήρυξη της δήμευσης εμπορεύματος που έχει κατασχεθεί ως υποκείμενο εις δήμευση, η αγωγή εγείρεται εναντίον κάθε προσώπου το οποίο έχει υποβάλει αμφισβήτηση δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 3.
(2) Σε οποιαδήποτε διαδικασία που εγείρεται δυνάμει των διατάξεων της υποπαραγράφου (1), κάθε εναγόμενος ή ο δικηγόρος του οφείλει να καταθέσει, είκοσι τέσσερις τουλάχιστον ώρες πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, στον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί η αγωγή, ένορκη δήλωση με την οποία να βεβαιώνεται ότι το εμπόρευμα που έχει κατασχεθεί ως υποκείμενο εις δήμευση ανήκε ή, από όσο καλύτερα γνωρίζει και πιστεύει ανήκε, κατά κυριότητα στο πρόσωπο που έχει υποβάλει την αμφισβήτηση κατά το χρόνο της κατάσχεσης.
(3) Σε οποιαδήποτε διαδικασία που εγείρεται δυνάμει των διατάξεων της υποπαραγράφου (1), κάθε εναγόμενος οφείλει να καταθέσει, είκοσι τέσσερις τουλάχιστον ώρες πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, τα έξοδα της διαδικασίας όπως αυτά θα καθοριστούν από το Δικαστήριο μετά από σχετική αίτηση που υποβάλλεται από τον ίδιο.
(4) Σε περίπτωση κατά την οποία δεν τηρηθεί οποιαδήποτε από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής εντός των προθεσμιών που καθορίζονται, το Δικαστήριο, εξετάζοντας την παράλειψη αυτεπάγγελτα, εκδίδει απόφαση για κήρυξη της δήμευσης.
11. Σε περίπτωση υποβολής έφεσης, περιλαμβανομένης και έφεσης με τη μορφή υπομνήματος (case statedεναντίον πρωτόδικης απόφασης, σε οποιαδήποτε διαδικασία για την κήρυξη εμπορεύματος που κατασχέθηκε εις δήμευση, το εμπόρευμα που κατασχέθηκε για όσο χρόνο εκκρεμεί η έφεση, εξακολουθεί να φυλάττεται από το Διευθυντή ή σε οποιοδήποτε πρόσφορο για το σκοπό αυτό τελωνείο.
Διατάξεις που αφορούν στην απόδειξη
12. Σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία που αφορά δήμευση εμπορεύματος, το γεγονός της κατάσχεσης, ο τύπος και ο τρόπος διενέργειάς της, λογίζονται, μέχρις απόδειξης του αντιθέτου, ότι έχουν διενεργηθεί σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο χωρίς να χρειάζονται περαιτέρω απόδειξη.
Εξουσία για διενέργεια ορισμένων πράξεων αναφορικά με το εμπόρευμα
που κατασχέθηκε πριν την κήρυξη του εις δήμευση
13. Σε περίπτωση κατάσχεσης κάποιου εμπορεύματος ως υποκείμενου εις δήμευση, ο Διευθυντής δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο, εφόσον το κρίνει σκόπιμο και παρά το γεγονός ότι δεν κηρύχθηκε ακόμη εις δήμευση ή δεν λογίζεται ότι κηρύχθηκε εις δήμευση -
(α) να αποδώσει το εμπόρευμα που κατασχέθηκε σε οποιοδήποτε απαιτητή ο οποίος θα καταβάλει στο Διευθυντή το καθοριζόμενο κατά την κρίση του ποσό. το οποίο Το ποσό αυτό δεν δύναται να υπερβαίνει την κατά την κρίση του Διευθυντή αξία του εμπορεύματος, περιλαμβανομένου και οποιουδήποτε δασμού ή και φόρου που βαρύνει το εμπόρευμα που κατασχέθηκε και δεν έχει ακόμα καταβληθεί· ή
(β) σε περίπτωση κατάσχεσης ζώων ή ειδών τα οποία κατά την κρίση του Διευθυντή υπόκεινται σε φθορά, να τα εκποιήσει ή να τα καταστρέψει με βάση τη διαδικασία που καθορίζει ο Διευθυντής. τα δε Τα έξοδα καταστροφής βαρύνουν το Δημόσιο.
14. (1) Αν οποιοδήποτε εμπόρευμα που κατασχέθηκε, αποδοθεί, πωληθεί ή καταστραφεί όπως προβλέπεται πιο πάνω και σε δικαστική διαδικασία που έγινε σύμφωνα με το Παράρτημα αυτό, αποφασίστηκε ότι το εμπόρευμα αυτό δεν υπόκειτο εις δήμευση όταν κατασχέθηκε, ο Διευθυντής οφείλει αν το ζητήσει ο απαιτητής να του προσφέρει -
(α) ποσό ίσο με αυτό που καταβλήθηκε από τον απαιτητή, σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α) την ς παράγραφο αγράφου 13 4(α)· ή
(β) αφού το εμπόρευμα που κατασχέθηκε πωλήθηκε, ποσό ίσο με το προϊόν της πώλησης· ή
(γ) αφού το εμπόρευμα που κατασχέθηκε καταστράφηκε, ποσό ίσο με την αγοραία αξία του εμπορεύματος κατά το χρόνο της κατάσχεσης:
Νοείται ότι, σε περίπτωση που το υπό αναφορά ποσό περιλαμβάνει και δασμό ή και φόρο που βαρύνει το εμπόρευμα που κατασχέθηκε που και ο οποίος δεν καταβλήθηκε πριν από την κατάσχεση, ο Διευθυντής δύναται να αφαιρέσει από αυτό, το ποσό που αντιστοιχεί στο δασμό ή και φόρο.
(2) Αν ο απαιτητής αποδεχθεί το ποσό που του προσφέρεται σύμφωνα με την υποπαράγραφο (1), τότε παύει να έχει οποιοδήποτε δικαίωμα για άσκηση αγωγής για την κατάσχεση, κατακράτηση, εκποίηση ή καταστροφή του εμπορεύματος που διενεργήθηκε.