4.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται στα προϊόντα.
(2) Ο παρών Νόμος δε θίγει ούτε επηρεάζει τυχόν μέτρα, περιλαμβανομένων των απαιτήσεων σήμανσης που λαμβάνονται για την προστασία της υγείας των καταναλωτών, των εργαζομένων και του περιβάλλοντος της εργασίας τους.
5.-(1) Από τις ημερομηνίες που καθορίζονται στο Πρώτο Παράρτημα, τα προϊόντα διατίθενται στην αγορά, μόνο αν έχουν περιεκτικότητα σε πτητικές οργανικές ενώσεις η οποία δεν υπερβαίνει τις προβλεπόμενες στο Πρώτο Παράρτημα οριακές τιμές μέγιστης περιεκτικότητας σε πτητικές οργανικές ενώσεις και πληρούν τις διατάξεις του άρθρου 6.
(2) Για τη διαπίστωση της τήρησης των οριακών τιμών μέγιστης περιεκτικότητας σε πτητικές οργανικές ενώσεις, που προβλέπονται στο Πρώτο Παράρτημα Ι, χρησιμοποιούνται οι μέθοδοι ανάλυσης του Τρίτου Παραρτήματος.
(3) Όσον αφορά προϊόντα στα οποία πρέπει να προστεθούν διαλύτες ή άλλα συστατικά που περιέχουν διαλύτες, προκειμένου το προϊόν να είναι έτοιμο για χρήση, οι οριακές τιμές μέγιστης περιεκτικότητας σε πτητικές οργανικές ενώσεις του Πρώτου Παραρτήματος ισχύουν και για τις πτητικές οργανικές ενώσεις που περιέχονται στο παρασκευασθέν, έτοιμο για χρήση προϊόν.
(4) Για τους σκοπούς του εδαφίου (5), «εγκατάσταση» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό ο Κανονισμός 2 των περί Ελέγχου της Ρύπανσης της Ατμόσφαιρας (Περιορισμός των Εκπομπών Πτητικών Οργανικών Ενώσεων από τη Χρήση Οργανικών Διαλυτών σε Ορισμένες Δραστηριότητες και Εγκαταστάσεις) Κανονισμών.
(5) Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του εδαφίου (1), ο Υπουργός απαλλάσσει από την υποχρέωση συμμόρφωσης προς τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2) και (3) προϊόντα που πωλούνται, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για δραστηριότητα η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των περί Ελέγχου της Ρύπανσης της Ατμόσφαιρας (Περιορισμός των Εκπομπών Πτητικών Οργανικών Ενώσεων από τη Χρήση Οργανικών Διαλυτών σε Ορισμένες Δραστηριότητες και Εγκαταστάσεις) Κανονισμών και ασκείται σε εγκατάσταση που πληρεί τις διατάξεις των Κανονισμών 5 και 6 των εν λόγω κανονισμών.
(6) Προκειμένου να αποκατασταθούν και να συντηρηθούν κτίρια και αυτοκίνητα αντίκες που έχουν χαρακτηρισθεί από τις καθ’ ύλην αρμόδιες αρχές ως ιδιαίτερης ιστορικής και πολιτιστικής αξίας, η αρμόδια αρχή δύναται να χορηγεί ατομικές άδειες για την πώληση και αγορά αυστηρώς περιορισμένων ποσοτήτων προϊόντων τα οποία δεν τηρούν τις οριακές τιμές μέγιστης περιεκτικότητας σε πτητικές οργανικές ενώσεις του Πρώτου Παρατήματος.
(7) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 13 δύναται να καθορίζουν οποιοδήποτε θέμα αφορά τις ατομικές άδειες που αναφέρονται στο εδάφιο (6).
(8) Προϊόντα τα οποία αποδεδειγμένα έχουν παραχθεί πριν από τις ημερομηνίες του Πρώτου Παραρτήματος και δεν πληρούν τις απαιτήσεις των εδαφίων (1), (2) και (3) μπορούν να διατίθενται στην αγορά για διάστημα δώδεκα (12) μηνών μετά την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να ισχύει η απαίτηση που αφορά το κάθε προϊόν.
6. Πριν από τη διάθεση στην αγορά, επί των προϊόντων αναγράφονται, σε μια από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας ή σε άλλη ευρέως διαδεδομένη στη Δημοκρατία γλώσσα-
(α) η υποκατηγορία του προϊόντος και η αντίστοιχη οριακή τιμή μέγιστης περιεκτικότητας σε πτητικές οργανικές ενώσεις σε g/l, όπως αναφέρονται στο Πρώτο Παράρτημα. και
(β) η μέγιστη περιεκτικότητα σε πτητικές οργανικές ενώσεις την οποία έχει το έτοιμο για χρήση προϊόν.
7. Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 13 δύναται να καθορίζουν τυχόν αναγκαία επιπρόσθετα μέτρα για τη λειτουργία του προγράμματος παρακολούθησης, με στόχο την εξακρίβωση της συμμόρφωσης προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
8.-(1) (α) Η αρμόδια αρχή υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα αποτελέσματα του προγράμματος παρακολούθησης που αναφέρεται στο άρθρο 7 και τις ατομικές άδειες που χορηγήθηκαν για συγκεκριμένες κατηγορίες και ποσότητες προϊόντων, σύμφωνα με το εδάφιο (6) του άρθρου 5.
(β) οι δύο πρώτες εκθέσεις υποβάλλονται στην Επιτροπή δεκαοκτώ μήνες μετά τις ημερομηνίες για συμμόρφωση με τις οριακές τιμές μέγιστης περιεκτικότητας σε πτητικές οργανικές ενώσεις του Πρώτου Παραρτήματος και μετά οι εκθέσεις υποβάλλονται ανά πενταετία.
(2) Η αρμόδια αρχή παρέχει στην Επιτροπή ετήσια δεδομένα αναφορικά με το πρόγραμμα παρακολούθησης, τις ατομικές άδειες και τις ποσότητες προϊόντων που αυτές αφορούν, σε περίπτωση που αυτή τα ζητήσει.
9. Η αρμόδια αρχή δε δύναται, επικαλούμενη λόγους που εκτίθενται στον παρόντα Νόμο, να απαγορεύσει, περιορίσει ή παρεμποδίσει τη διάθεση στην αγορά προϊόντων τα οποία, όταν είναι έτοιμα για χρήση, ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου.
10.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (5), (6) και (8) του άρθρου 5, μετά τις ημερομηνίες που καθορίζονται στο Πρώτο Παράρτημα, κανένας παραγωγός δε διαθέτει στην αγορά προϊόντα, εκτός αν αυτά τηρούν τις οριακές τιμές μέγιστης περιεκτικότητας σε πτητικές οργανικές ενώσεις του Πρώτου Παραρτήματος.
(2) Οι παραγωγοί υποχρεούνται να αναγράφουν επί της συσκευασίας των προϊόντων πριν αυτά διατεθούν στην αγορά -
(α) την υποκατηγορία του προϊόντος και την αντίστοιχη οριακή τιμή μέγιστης περιεκτικότητας σε πτητικές οργανικές ενώσεις σε g/l, όπως αναφέρονται στο Πρώτο Παράρτημα· και
(β) τη μέγιστη περιεκτικότητα σε πτητικές οργανικές ενώσεις την οποία έχει το έτοιμο για χρήση προϊόν:
Νοείται ότι η αναγραφή των πιο πάνω πληροφοριών δεν απαλλάσσει οποιοδήποτε πρόσωπο από την υποχρέωση συμμόρφωσης με τις υπόλοιπες απαιτήσεις του παρόντος Νόμου ή τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς.
(3) Επιπροσθέτως των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2), οι παραγωγοί, μέσα στα πλαίσια των δραστηριοτήτων τους, συμμετέχουν στην ανάπτυξη του προγράμματος παρακολούθησης που αναφέρεται στο άρθρο 7 ιδιαίτερα με -
(α) τη διαβίβαση πληροφοριών που αφορούν την περιεκτικότητα σε πτητικές οργανικές ενώσεις των προϊόντων·
(β) τη φύλαξη και την παροχή των αναγκαίων εγγράφων για τον εντοπισμό της προέλευσης των προϊόντων και
(γ) τη συνεργασία τους στις δράσεις που αναλαμβάνονται από τους διανομείς και την αρμόδια αρχή για τη μη διάθεση στην αγορά προϊόντων που υπερβαίνουν τις προβλεπόμενες στο Πρώτο Παράρτημα οριακές τιμές μέγιστης περιεκτικότητας σε πτητικές οργανικές ενώσεις.
11.-(1) Κανένας διανομέας δεν προμηθεύει προϊόντα για τα οποία γνωρίζει ή για τα οποία, βάσει των πληροφοριών που έχει στην κατοχή του και της επαγγελματικής του πείρας, όφειλε να γνωρίζει ότι δε συμμορφώνονται με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6.
(2) Επιπροσθέτως των διατάξεων του εδαφίου (1), οι διανομείς, μέσα στα πλαίσια των οικείων δραστηριοτήτων τους, συμμετέχουν στην ανάπτυξη προγράμματος παρακολούθησης που αναφέρεται στο άρθρο 7 ιδιαίτερα με -
(α) τη διαβίβαση πληροφοριών που αφορούν την περιεκτικότητα σε πτητικές οργανικές ενώσεις των προϊόντων·
(β) τη φύλαξη και την παροχή των αναγκαίων εγγράφων για τον εντοπισμό της προέλευσης των προϊόντων. και
(γ) τη συνεργασία τους στις δράσεις που αναλαμβάνονται από τους παραγωγούς και την αρμόδια αρχή για τη μη διάθεση στην αγορά προϊόντων που υπερβαίνουν τις προβλεπόμενες στο Πρώτο Παράρτημα οριακές τιμές μέγιστης περιεκτικότητας σε πτητικές οργανικές ενώσεις.
(3) Μέσα στα πλαίσια των οικείων δραστηριοτήτων τους, οι διανομείς λαμβάνουν μέτρα που τους επιτρέπουν να συνεργάζονται αποτελεσματικά με τους παραγωγούς και την αρμόδια αρχή.
12.-(1) Σε περίπτωση που οι παραγωγοί και/ή οι διανομείς γνωρίζουν ή όφειλαν, βάσει των πληροφοριών που διαθέτουν και της επαγγελματικής τους πείρας, να γνωρίζουν ότι προϊόν που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν τηρεί τις οριακές τιμές μέγιστης περιεκτικότητας σε πτητικές οργανικές ενώσεις του Πρώτου Παραρτήματος, οφείλουν να ενημερώσουν αμέσως την αρμόδια αρχή και να αναφέρουν λεπτομέρειες ιδίως για τις ενέργειες που έχουν αναλάβει, προκειμένου να προληφθούν οι κίνδυνοι για τους καταναλωτές και η περαιτέρω διάθεση των εν λόγω προϊόντων στην αγορά.
(2) Οι παραγωγοί και/ή οι διανομείς, στο πλαίσιο των οικείων δραστηριοτήτων τους, συνεργάζονται με την αρμόδια αρχή, κατόπιν αιτήματός της, σε ενέργειες με στόχο την αποτροπή της διάθεσης στην αγορά των προϊόντων που δεν τηρούν τις οριακές τιμές μέγιστης περιεκτικότητας σε πτητικές οργανικές ενώσεις του Πρώτου Παραρτήματος.
(3) Οι διαδικασίες συνεργασίας που αναφέρονται στο εδάφιο (2), περιλαμβανομένων των διαδικασιών διαλόγου μεταξύ της αρμόδιας αρχής, των παραγωγών και των διανομέων, δύναται να καθορίζονται με κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 13.
13.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει κανονισμούς για τον καθορισμό κάθε θέματος το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού, καθώς και για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του εδαφίου (1), οι Κανονισμοί αυτοί μπορούν να προβλέπουν για όλα ή οποιοδήποτε από τα ακόλουθα θέματα -
(α) τη λήψη μέτρων για τη διασφάλιση ότι τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές μέγιστης περιεκτικότητας σε πτητικές οργανικές ενώσεις του Πρώτου Παραρτήματος·
(β) την παροχή κατάλληλων πληροφοριών αναφορικά με οποιαδήποτε προϊόντα·
(γ) τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος αφορά τις ατομικές άδειες που αναφέρονται στο εδάφιο (6) του άρθρου 5·
(δ) τυχόν αναγκαία επιπρόσθετα μέτρα για τη λειτουργία προγράμματος παρακολούθησης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7· και
(ε) τις διαδικασίες συνεργασίας μεταξύ παραγωγών, διανομέων και της αρμόδιας αρχής που αναφέρονται στα εδάφια (2) και (3) του άρθρου 12.
(3) Κανονισμοί οι οποίοι εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο μπορούν να προβλέπουν την επιβολή χρηματικής ποινής που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες λίρες (Λ.Κ. 10.000) για τυχόν παραβιάσεις των διατάξεων των εν λόγω κανονισμών.