8Α.-(1) Τα αρμόδια όργανα, κατόπιν αιτήματος κατόχου επαγγελματικών προσόντων, εκδίδουν, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 8Β έως 8Δ, ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα, υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή έχει εκδώσει σχετικές εκτελεστικές πράξεις.
(2) Όταν καθιερωθεί ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα για ένα συγκεκριμένο επάγγελμα μέσω σχετικών εκτελεστικών πράξεων που θεσπίζονται από την Επιτροπή, ο ενδιαφερόμενος κάτοχος επαγγελματικών προσόντων μπορεί να επιλέξει να υποβάλει αίτηση για μια τέτοια ταυτότητα ή να χρησιμοποιήσει τις διαδικασίες που προβλέπονται στα Μέρη II και ΙΙΙ.
(3) Τα αρμόδια όργανα διασφαλίζουν ότι ο κάτοχος ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας απολαμβάνει όλων των δικαιωμάτων που ορίζονται στα άρθρα 8Β έως 8Ε.
(4) Εάν ο κάτοχος επαγγελματικού τίτλου σκοπεύει να παράσχει υπηρεσίες σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους II, εξαιρουμένων αυτών που καλύπτονται από το εδάφιο (5) του άρθρου 11, το αρμόδιο όργανο, όταν η Δημοκρατία ενεργεί ως κράτος μέλος καταγωγής, εκδίδει ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 8Β και 8Γ και η ταυτότητα αυτή, ανάλογα με την περίπτωση, συνιστά τη δήλωση δυνάμει του άρθρου 11.
(5)(α) Ο κάτοχος επαγγελματικού τίτλου που σκοπεύει να εγκατασταθεί σε άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα Κεφάλαια Ι έως ΙΙΙΑ του Μέρους ΙΙΙ ή να παράσχει υπηρεσίες σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 11, το αρμόδιο όργανο, στην περίπτωση που η Δημοκρατία ενεργεί ως κράτος μέλος καταγωγής, ολοκληρώνει όλες τις προκαταρκτικές ενέργειες όσον αφορά το αρχείο ΙΜΙ, όπως προβλέπεται στα άρθρα 8Β και 8Δ.
(β) Για τους σκοπούς της εγκατάστασης, η έκδοση ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας δεν παρέχει αυτόματο δικαίωμα άσκησης συγκεκριμένου επαγγέλματος εάν υπάρχουν απαιτήσεις εγγραφής ή άλλες διαδικασίες ελέγχου που έχουν τεθεί σε ισχύ πριν από την καθιέρωση ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας για το εν λόγω επάγγελμα.
(6) Τα αρμόδια όργανα, όταν ενεργούν ως αρμόδιες αρχές για τη διεκπεραίωση των αρχείων ΙΜΙ και την έκδοση ευρωπαϊκών επαγγελματικών ταυτοτήτων -
(α) Διασφαλίζουν την αμερόληπτη, αντικειμενική και έγκαιρη επεξεργασία των αιτήσεων για ευρωπαϊκές επαγγελματικές ταυτότητες,
(β) ενημερώνουν τους πολίτες, συμπεριλαμβανομένων και των υποψηφίων αιτούντων, σχετικά με τη λειτουργία και την προστιθέμενη αξία μιας ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας για τα επαγγέλματα για τα οποία αυτή είναι διαθέσιμη:
(7) Τυχόν τέλη που ενδέχεται να βαρύνουν τους αιτούντες για διοικητικές διαδικασίες έκδοσης της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας είναι εύλογα, αναλογικά και αντίστοιχα με τις δαπάνες που απαιτούνται και δεν αποτελούν αντικίνητρο για την υποβολή αίτησης για ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα.
8Β.-(1)(α) Οι αρμόδιες αρχές στη Δημοκρατία παρέχουν στον κάτοχο επαγγελματικών προσόντων τη δυνατότητα να υποβάλει αίτηση έκδοσης ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας μέσω του ΙΜΙ, το οποίο δημιουργεί αυτομάτως ένα (1) αρχείο ΙΜΙ για το συγκεκριμένο αιτούντα.
(β) Όταν οι αρμόδιες αρχές παρέχουν παράλληλα τη δυνατότητα υποβολής γραπτής αίτησης σε περίπτωση που ο κάτοχος επαγγελματικών προσόντων δεν υποβάλει τη σύμφωνα με την παράγραφο (α) αίτηση ηλεκτρονικά, η αρμόδια αρχή προβαίνει σε όλα τα αναγκαία μέτρα για τη δημιουργία του αρχείου ΙΜΙ, τυχόν πληροφορίες που πρέπει να αποστέλλονται στον αιτούντα για την έκδοση της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας.
(2) Οι αιτήσεις συνοδεύονται από τα απαραίτητα έγγραφα που απαιτούνται από τις αντίστοιχες εκτελεστικές πράξεις της Επιτροπής.
(3)(α) Εντός μιας (1) εβδομάδας από την παραλαβή της αίτησης, το αρμόδιο όργανο επιβεβαιώνει τη λήψη της αίτησης και ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά με ενδεχόμενη παράλειψη αποστολής κάποιου εγγράφου.
(β) Το αρμόδιο όργανο εκδίδει κάθε πιστοποιητικό που απαιτείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και επαληθεύει κατά πόσο ο υποψήφιος είναι νόμιμα εγκατεστημένος στο κράτος μέλος καταγωγής και αν όλα τα αναγκαία έγγραφα που έχουν εκδοθεί είναι έγκυρα και αυθεντικά:
(γ) Σε περίπτωση επακόλουθων αιτήσεων από τον ίδιο αιτούντα, τα αρμόδια όργανα, ενεργώντας είτε ως κράτος μέλος καταγωγής είτε ως κράτος μέλος υποδοχής, δεν δύνανται να ζητήσουν την εκ νέου υποβολή των εγγράφων που υπάρχουν ήδη στο αρχείο ΙΜΙ και εξακολουθούν να είναι έγκυρα.
8Γ.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8Δ, το αρμόδιο όργανο, όταν η Δημοκρατία ενεργεί ως κράτος μέλος καταγωγής, ελέγχει την αίτηση και τα δικαιολογητικά έγγραφα που τη συνοδεύουν τα οποία περιλαμβάνονται στο αρχείο IMI και εντός προθεσμίας τριών (3) εβδομάδων εκδίδει την ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα για προσωρινή και περιστασιακή παροχή υπηρεσιών:
(2) Το αρμόδιο όργανο, αποστέλλει την ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα απευθείας στην αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους υποδοχής και ενημερώνει σχετικά τον αιτούντα:
(3) Η απόφαση του αρμόδιου οργάνου ή η μη έκδοση απόφασης εντός της περιόδου των τριών (3) εβδομάδων που αναφέρεται στο εδάφιο (1) δύναται να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
(4)(α) Κάτοχος ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας που επιθυμεί να παράσχει υπηρεσίες σε κράτη μέλη άλλα από εκείνα που συμπεριλήφθηκαν στην αρχική αίτηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1), μπορεί να αιτηθεί για ανάλογη επέκταση.
(β) Κάτοχος που επιθυμεί να συνεχίσει να παρέχει τις υπηρεσίες του μετά το πέρας της περιόδου των δεκαοκτώ (18) μηνών που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ενημερώνει το αρμόδιο όργανο σχετικά.
(γ) Σε κάθε περίπτωση, ο κάτοχος παρέχει επίσης πληροφορίες για ουσιώδεις αλλαγές της κατάστασης που τεκμηριώνεται στο αρχείο ΙΜΙ βάσει των πιο πάνω παραγράφων του παρόντος εδαφίου, οι οποίες ενδέχεται να απαιτηθούν από το αρμόδιο όργανο σύμφωνα με τις εκτελεστικές πράξεις που εκδίδονται από την Επιτροπή.
(δ) Το αρμόδιο όργανο αποστέλλει την επικαιροποιημένη ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα στα αντίστοιχα κράτη μέλη υποδοχής.
(5) Η ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα ισχύει σε ολόκληρη την επικράτεια όλων των κρατών μελών υποδοχής για όσο διάστημα ο κάτοχός της διατηρεί το δικαίωμα άσκησης του επαγγέλματός του βάσει των εγγράφων και των πληροφοριών που περιέχονται στο αρχείο ΙΜΙ.
8Δ.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται στους παρόχους υπηρεσιών που εμπίπτουν στο εδάφιο (5) του άρθρου 11.
(2) Το αρμόδιο όργανο, όταν η Δημοκρατία ενεργεί ως κράτος μέλος καταγωγής, ελέγχει, εντός ενός (1) μηνός, την αυθεντικότητα και την εγκυρότητα των δικαιολογητικών εγγράφων που περιλαμβάνονται στο αρχείο IMI και τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) εκδίδει ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα για εγκατάσταση ή για προσωρινή και περιστασιακή παροχή υπηρεσιών οι οποίες προβλέπονται στο εδάφιο (5) του άρθρου 11:
(2) Το αρμόδιο όργανο διαβιβάζει αμέσως την αίτηση στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής και ενημερώνει ταυτόχρονα τον αιτούντα για την κατάσταση της αίτησης.
(3)(α) Για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στα άρθρα 20, 23Α και 23Β, το αρμόδιο όργανο, όταν η Δημοκρατία ενεργεί ως κράτος μέλος υποδοχής, αποφασίζει εάν θα εκδώσει ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), εντός ενός (1) μηνός από την παραλαβή της αίτησης που διαβιβάστηκε από το κράτος μέλος καταγωγής.
(β) Σε περίπτωση δεόντως αιτιολογημένων αμφιβολιών, το αρμόδιο όργανο μπορεί να ζητήσει από το κράτος μέλος καταγωγής πρόσθετες πληροφορίες ή τη συμπερίληψη επικυρωμένου αντιγράφου οποιουδήποτε εγγράφου, τα οποία το κράτος μέλος καταγωγής παρέχει το αργότερο δύο (2) εβδομάδες μετά την υποβολή του αιτήματος:
(4)(α) Το αρμόδιο όργανο αποφασίζει εάν θα εκδώσει ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα ή εάν θα επιβάλει στον κάτοχο επαγγελματικού τίτλου αντισταθμιστικά μέτρα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 18 εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης που διαβίβασε το κράτος μέλος καταγωγής:
(β) Σε περίπτωση που το αρμόδιο όργανο δεν λάβει τις απαραίτητες πληροφορίες που είναι εξουσιοδοτημένο από τον παρόντα Νόμο να ζητήσει, προκειμένου να λάβει απόφαση σχετικά με την έκδοση της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας, είτε από το κράτος μέλος καταγωγής είτε από τον αιτούντα, μπορεί να αρνηθεί την έκδοση της ταυτότητας, εφόσον αιτιολογήσει την απόφασή του δεόντως.
(5)(α) Εάν το αρμόδιο όργανο δεν λάβει απόφαση εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στα εδάφια (3) και (4) του παρόντος άρθρου ή δεν διοργανώσει δοκιμασία επάρκειας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (6) του άρθρου 11, η ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα θεωρείται ότι έχει εκδοθεί και αποστέλλεται αυτόματα, μέσω του ΙΜΙ, στον κάτοχο επαγγελματικού τίτλου.
(β) Το αρμόδιο όργανο έχει τη δυνατότητα να παρατείνει κατά δύο (2) εβδομάδες τις προθεσμίες που προβλέπονται στα εδάφια (3) και (4) για την αυτόματη έκδοση της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας, νοουμένου ότι εξηγεί το λόγο της παράτασης και ενημερώνει σχετικά τον αιτούντα:
(6) Οι ενέργειες στις οποίες προβαίνει το κράτος μέλος καταγωγής σύμφωνα με το εδάφιο (2) αντικαθιστούν τις αντίστοιχες αιτήσεις που απαιτούνται για αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων από την εθνική νομοθεσία.
(7) Οι αποφάσεις των αρμόδιων οργάνων που εγκρίνονται δυνάμει των εδαφίων (2) έως (5) ή η μη έκδοση απόφασης δύναται να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
8Ε.-(1) Τα αρμόδια όργανα:
(α) Τηρουμένων των διατάξεων του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου και του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου και με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 12 του Συντάγματος αναφορικά με το τεκμήριο της αθωότητας, ενημερώνουν εγκαίρως το αντίστοιχο αρχείο ΙΜΙ με πληροφορίες που αφορούν πειθαρχικά μέτρα ή ποινικές καταδίκες που αφορούν απαγόρευση ή περιορισμό και που έχουν συνέπειες στην άσκηση των δραστηριοτήτων του κατόχου της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας∙
(β) διαγράφουν πληροφορίες που δεν είναι πλέον απαραίτητες∙
(γ) ενημερώνουν, αμέσως, τον κάτοχο της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας και τις αρμόδιες αρχές που έχουν πρόσβαση στο αντίστοιχο αρχείο ΙΜΙ σχετικά με τυχόν αλλαγές:
(2) Το περιεχόμενο των πληροφοριών που αναφέρονται στο εδάφιο (1) περιορίζεται στα ακόλουθα:
(α) Την ταυτότητα του επαγγελματία·
(β) το σχετικό επάγγελμα·
(γ) την εθνική αρχή ή το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση περιορισμού ή απαγόρευσης· και
(δ) το πεδίο εφαρμογής και την περίοδο ισχύος του περιορισμού ή της απαγόρευσης.
(3) (α) Πρόσβαση στις πληροφορίες που περιέχονται στο αρχείο ΙΜΙ έχουν μόνο οι αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με τον περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου.
(β) Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν τον κάτοχο της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας για το περιεχόμενο του αρχείου ΙΜΙ, μετά από αίτημα του κατόχου.
(4) Οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα περιορίζονται σε αυτές που είναι απαραίτητες για την πιστοποίηση του δικαιώματος του κατόχου της να ασκήσει το επάγγελμα για το οποίο εκδόθηκε, ως ακολούθως:
(α) Το ονοματεπώνυμό του,
(β) τον αριθμό ταυτότητας ή άλλου έγκυρου εγγράφου που αποδεικνύει την ταυτότητά του,
(γ) την ημερομηνία και τον τόπο γέννησής του,
(δ) το επάγγελμά του,
(ε) τον τίτλο επαγγελματικής εκπαίδευσής του,
(στ) το εφαρμοστέο καθεστώς,
(ζ) τις εμπλεκόμενες αρμόδιες αρχές,
(η) τα χαρακτηριστικά ασφαλείας και την αναφορά ενός (1) έγκυρου εγγράφου ταυτότητάς του, και
(θ) την κτηθείσα επαγγελματική εμπειρία ή τα αντισταθμιστικά μέτρα που ίσχυσαν γι’ αυτόν.
(5)(α) Τα προσωπικά δεδομένα που περιλαμβάνονται στο αρχείο ΙΜΙ μπορούν να –
(i) Υποστούν επεξεργασία για όσο διάστημα χρειάζεται για το σκοπό της διαδικασίας αναγνώρισης αυτής καθ’ εαυτής, και
(ii) χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό στοιχείο της αναγνώρισης ή της διαβίβασης της δήλωσης που προβλέπεται στο άρθρο 11.
(β) (i) Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι ο κάτοχος ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας δικαιούται ανά πάσα στιγμή και χωρίς κόστος γι’ αυτόν να ζητήσει τη διόρθωση ανακριβών ή ελλιπών στοιχείων ή τη διαγραφή και τον αποκλεισμό του οικείου αρχείου ΙΜΙ.
(ii) Ο κάτοχος ενημερώνεται για το δικαίωμά του αυτό κατά τη στιγμή της έκδοσης της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας, και του γίνεται σχετική υπόμνηση στη συνέχεια ανά διετία, η οποία αποστέλλεται αυτόματα μέσω του ΙΜΙ στην περίπτωση που η αρχική αίτηση για την ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα είχε υποβληθεί μέσω του διαδικτύου.
(γ) Σε περίπτωση αιτήματος για διαγραφή αρχείου ΙΜΙ που συνδέεται με μια ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα που εκδόθηκε με σκοπό την εγκατάσταση ή την προσωρινή και περιστασιακή παροχή υπηρεσιών δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (5) του άρθρου 11, τα αρμόδια όργανα παρέχουν στον κάτοχο επαγγελματικών προσόντων έγγραφο το οποίο πιστοποιεί την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων του.
(6) (α) Για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όσον αφορά την ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα και τα αρχεία ΙΜΙ, υπεύθυνοι επεξεργασίας, υπό την έννοια του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου, είναι η εκάστοτε οικεία αρμόδια αρχή.
(β) Για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όσον αφορά τις αρμοδιότητες της Επιτροπής που αναφέρονται στα εδάφια (1) έως (4) του παρόντος άρθρου, υπεύθυνος επεξεργασίας υπό την έννοια του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου και υπό την έννοια του στοιχείου (δ) του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, είναι η Επιτροπή.
(7) Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καθορίζει τους κανόνες, τα τεχνικά μέσα και τις διαδικασίες πρόσβασης στο αρχείο ΙΜΙ, ώστε με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου, οι εργοδότες, οι πελάτες, οι ασθενείς, οι δημόσιες αρχές και οποιοιδήποτε άλλοι ενδιαφερόμενοι να μπορούν να επαληθεύουν την αυθεντικότητα και την εγκυρότητα μιας ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας που προσκομίζει σ’ αυτούς ο κάτοχός της.
8ΣΤ.-(1) Σε περίπτωση που οι διαφορές μεταξύ της επαγγελματικής δραστηριότητας που νόμιμα ασκεί ο αιτών στο κράτος μέλος καταγωγής και του νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος στη Δημοκρατία είναι τόσο μεγάλες ώστε η εφαρμογή αντισταθμιστικών μέτρων να σημαίνει ότι ο αιτών ήταν υποχρεωμένος να ακολουθήσει το πλήρες πρόγραμμα εκπαίδευσης και κατάρτισης που απαιτείται στη Δημοκρατία για να έχει πλήρη πρόσβαση στο νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα, το αρμόδιο όργανο παραχωρεί στον αιτούντα μερική πρόσβαση στην επαγγελματική δραστηριότητα του, νοουμένου ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Ο επαγγελματίας διαθέτει όλα τα απαραίτητα επαγγελματικά προσόντα προκειμένου να ασκεί στο κράτος μέλος καταγωγής την επαγγελματική δραστηριότητα για την οποία ζητεί μερική πρόσβαση στη Δημοκρατία·
(β) η επαγγελματική δραστηριότητα μπορεί αντικειμενικά να διαχωριστεί από άλλες δραστηριότητες που εμπίπτουν στο νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα στη Δημοκρατία:
(2) Αίτηση μερικής πρόσβασης μπορεί να απορριφθεί, εάν η σχετική απόρριψη δικαιολογείται βάσει επιτακτικού λόγου γενικού συμφέροντος, που να διασφαλίζει την επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου χωρίς να υπερβαίνει ό,τι είναι απαραίτητο για την επίτευξή του.
(3) (α) Οι αιτήσεις για εγκατάσταση στη Δημοκρατία εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των Κεφαλαίων Ι και IΙΙ του Μέρους III.
(β) Οι αιτήσεις για παροχή προσωρινών και περιστασιακών υπηρεσιών στη Δημοκρατία όσον αφορά επαγγελματικές δραστηριότητες που έχουν επιπτώσεις στη δημόσια υγεία και ασφάλεια εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους II.
(4) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του εδαφίου (5) του άρθρου 11 του εδαφίου (1) του άρθρου 26, στην περίπτωση παραχώρησης μερικής πρόσβασης η επαγγελματική δραστηριότητα ασκείται βάσει του επαγγελματικού τίτλου του κράτους μέλους καταγωγής και το αρμόδιο όργανο μπορεί να απαιτεί τη χρήση αυτού του επαγγελματικού τίτλου σε μια από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας.
(5) Κάθε επαγγελματίας που του παραχωρείται μερική πρόσβαση επισημαίνει, με σαφήνεια, στους αποδέκτες υπηρεσιών το πεδίο των επαγγελματικών του δραστηριοτήτων.
(6) Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στους επαγγελματίες που τους παραχωρείται αυτόματη αναγνώριση των επαγγελματικών τους προσόντων, δυνάμει των διατάξεων των Κεφαλαίων ΙΙ και ΙΙΑ του Νόμου και των διατάξεων του Κεφαλαίου ΙΙΙ του Τίτλου ΙΙΙ της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ όπως τροποποιήθηκε από την Οδηγία 2013/55/ΕΕ.