ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών

9.-(1) Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων του κοινοτικού δικαίου, καθώς και των άρθρων 10 και 11 του παρόντος Νόμου, η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στη Δημοκρατία δεν περιορίζεται για λόγους που αφορούν τα επαγγελματικά προσόντα εάν:

(α) Ο πάροχος είναι νομίμως εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος με σκοπό να ασκεί εκεί αυτό το επάγγελμα (στο εξής αναφερόμενο ως «το κράτος μέλος εγκατάστασης»)· και

(β) Ο πάροχος που μετακινείται ή έχει πρόθεση να μετακινηθεί στη Δημοκρατία και έχει ασκήσει το συγκεκριμένο επάγγελμα σε ένα (1) ή περισσότερα κράτη μέλη επί ένα (1) τουλάχιστον έτος στο διάστημα των δέκα (10) ετών που προηγούνται της παροχής, νοουμένου ότι το επάγγελμα δεν είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενο στο κράτος μέλος εγκατάστασης:

Νοείται ότι η προϋπόθεση για την άσκηση του επαγγέλματος για ένα (1) έτος δεν εφαρμόζεται εάν το επάγγελμα ή η εκπαίδευση για το εν λόγω επάγγελμα είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενο στο κράτος μέλος εγκατάστασης.

(2) Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται μόνο σε περίπτωση που ο πάροχος μετακινείται στην επικράτεια της Δημοκρατίας προκειμένου να ασκήσει, προσωρινά και περιστασιακά, το επάγγελμα το οποίο αναφέρεται στο εδάφιο (1).

(3) Ο προσωρινός και περιστασιακός χαρακτήρας της παροχής εκτιμάται κατά περίπτωση, ιδίως σε συνάρτηση με τη διάρκεια, τη συχνότητα, την περιοδικότητα και το συνεχή χαρακτήρα της συγκεκριμένης παροχής.

(4) Σε περίπτωση μετακίνησής του, ο πάροχος υπόκειται σε επαγγελματικούς κανόνες, επαγγελματικού, καταστατικού ή διοικητικού χαρακτήρα που συνδέονται άμεσα με τα επαγγελματικά προσόντα, όπως ο ορισμός του επαγγέλματος, η χρήση τίτλων και η σοβαρή επαγγελματική αμέλεια που συνδέονται άμεσα και συγκεκριμένα με την προστασία και την ασφάλεια του καταναλωτή, καθώς και στις πειθαρχικές διατάξεις οι οποίες ισχύουν στη Δημοκρατία για τους επαγγελματίες που ασκούν το ίδιο επάγγελμα.

Απαλλαγές

10. Οι πάροχοι υπηρεσιών, οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος, απαλλάσσονται ιδίως από τις απαιτήσεις που επιβάλλονται στους επαγγελματίες που είναι εγκατεστημένοι στη Δημοκρατία και οι οποίες αφορούν:

(α) την αδειοδότηση, την καταχώριση ή την προσχώρηση σε επαγγελματική οργάνωση ή σε επαγγελματικό φορέα. Για σκοπούς εφαρμογής των πειθαρχικών διατάξεων που ισχύουν στη Δημοκρατία, το αρμόδιο όργανο προβλέπει είτε προσωρινή εγγραφή που γίνεται αυτόματα ή τυπική προσχώρηση σε επαγγελματική οργάνωση ή επαγγελματικό οργανισμό, υπό τον όρο ότι οι διαδικασίες αυτές δεν καθυστερούν ούτε περιπλέκουν με οποιοδήποτε τρόπο την παροχή υπηρεσιών και δεν συνεπάγονται περαιτέρω δαπάνες για τον πάροχο υπηρεσιών. Το αρμόδιο όργανο, εάν διαφέρει από τη σχετική επαγγελματική οργάνωση ή φορέα, αποστέλλει στη σχετική επαγγελματική οργάνωση ή φορέα, αντίγραφο της δήλωσης και, ενδεχομένως, της ανανέωσης που αναφέρεται στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 11, συνοδευόμενη, για τα επαγγέλματα που έχουν επιπτώσεις στη δημόσια υγεία και ασφάλεια που αναφέρονται στο εδάφιο (5) του άρθρου 11 ή τα οποία τυγχάνουν αυτόματης αναγνώρισης, από αντίγραφο των εγγράφων που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 11 και τούτο συνιστά αυτόματη προσωρινή εγγραφή ή τυπική προσχώρηση για το στόχο αυτό·

(β) την εγγραφή σε φορέα κοινωνικής ασφάλισης δημοσίου δικαίου, ώστε να ρυθμίζονται με ασφαλιστικό φορέα οι λογαριασμοί που σχετίζονται με τις δραστηριότητες που ασκούνται προς όφελος των ασφαλισμένων. Ο πάροχος ενημερώνει τον φορέα κοινωνικής ασφάλισης δημοσίου δικαίου, σχετικά με την παροχή υπηρεσιών πριν ή, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, μετά την εν λόγω παροχή.

Προηγούμενη δήλωση σε περίπτωση μετακίνησης του παρόχου

11.-(1) Kατά την πρώτη μετακίνηση του παρόχου από ένα κράτος μέλος στη Δημοκρατία για να παράσχει υπηρεσίες, απαιτείται να πληροφορεί σχετικά το αρμόδιο για το οικείο επάγγελμα όργανο, με προηγούμενη γραπτή δήλωση που περιλαμβάνει λεπτομέρειες σχετικά με οποιεσδήποτε ασφαλιστικές εγγυήσεις ή ανάλογα μέσα προσωπικής ή συλλογικής προστασίας όσον αφορά την επαγγελματική ευθύνη.

(2) Η δήλωση που αναφέρεται στο εδάφιο (1) παρέχει στον εν λόγω πάροχο δικαίωμα πρόσβασης στη δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών ή άσκησης της σε όλη την επικράτεια της Δημοκρατίας και, ανανεώνεται ετησίως εάν ο πάροχος προτίθεται να παράσχει προσωρινά ή ευκαιριακά υπηρεσίες στη Δημοκρατία κατά τη διάρκεια αυτού του έτους. Ο πάροχος μπορεί να υποβάλλει τη δήλωση με οποιοδήποτε μέσο.

(3) Kατά την πρώτη παροχή υπηρεσιών ή σε περίπτωση ουσιαστικής αλλαγής της κατάστασης την οποία πιστοποιούν τα έγγραφα, το αρμόδιο όργανο απαιτεί όπως η δήλωση συνοδεύεται από τα ακόλουθα δικαιολογητικά:

(α) απόδειξη ιθαγένειας του παρόχου·

(β) βεβαίωση ότι ο πάροχος είναι νόμιμα εγκατεστημένος σε κράτος μέλος για την άσκηση των οικείων δραστηριοτήτων και ότι δεν του έχει απαγορευθεί, έστω και προσωρινά, η άσκηση αυτών των δραστηριοτήτων τη στιγμή της χορήγησης της βεβαίωσης·

(γ) αποδεικτικά των επαγγελματικών του προσόντων·

(δ) απόδειξη, με οποιοδήποτε τρόπο, ότι ο πάροχος έχει ασκήσει τις εν λόγω δραστηριότητες για ένα (1) τουλάχιστον έτος στο διάστημα των δέκα (10) προηγούμενων ετών, σε περίπτωση που εμπίπτει στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου·

(ε) βεβαίωση για τη μη ύπαρξη προσωρινών ή οριστικών αναστολών της άδειας άσκησης επαγγέλματος ή ποινικών καταδικών προκειμένου για επαγγέλματα του τομέα της ασφάλειας, του υγειονομικό τομέα και για επαγγέλματα που συνδέονται με την εκπαίδευση ανηλίκων, συμπεριλαμβανομένου του τομέα παιδικής μέριμνας και προσχολικής εκπαίδευσης, εφόσον αυτό απαιτείται για τους πολίτες της Δημοκρατίας·

(στ) για επαγγέλματα που έχουν επιπτώσεις στην ασφάλεια των ασθενών, δήλωση σχετικά με τις γλωσσικές γνώσεις του αιτούντος που απαιτούνται για την άσκηση του επαγγέλματος στη Δημοκρατία·

(ζ) για επαγγέλματα που εμπίπτουν στις δραστηριότητες που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 20 και τα οποία είναι κοινοποιημένα στην Επιτροπή από τη Δημοκρατία σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 31Δ, πιστοποιητικό σχετικά με τη φύση και τη διάρκεια της δραστηριότητας, που χορηγείται από την αρμόδια αρχή ή τον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο πάροχος υπηρεσιών·

(3Α) Το αρμόδιο όργανο μπορεί να ζητήσει τις πρόσθετες πληροφορίες που απαριθμούνται στο εδάφιο (3) σχετικά με τα επαγγελματικά προσόντα του παρόχου υπηρεσιών, εάν:

(α) Η εν λόγω ρύθμιση εφαρμόζεται σε όλους τους πολίτες της Δημοκρατίας·

(β) η διαφοροποίηση στην εν λόγω ρύθμιση δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος σχετιζομένους με τη δημόσια υγεία ή την ασφάλεια των αποδεκτών των υπηρεσιών· και

(γ) το αρμόδιο όργανο δεν διαθέτει άλλα μέσα συλλογής των πληροφοριών αυτών.

(4) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (10), η παροχή υπηρεσίας πραγματοποιείται βάσει του επαγγελματικού τίτλου του κράτους μέλους εγκατάστασης, εφόσον σε αυτό το κράτος μέλος υφίσταται νομοθετικά κατοχυρωμένος τίτλος για την οικεία επαγγελματική δραστηριότητα. Ο εν λόγω τίτλος αναγράφεται στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους εγκατάστασης, ώστε να αποφεύγεται οποιαδήποτε σύγχυση με τον αντίστοιχο επαγγελματικό τίτλο στη Δημοκρατία. Σε περίπτωση που ο εν λόγω επαγγελματικός τίτλος δεν υφίσταται στο κράτος μέλος εγκατάστασης, ο πάροχος αναφέρει τον τίτλο εκπαίδευσής του, στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους εγκατάστασης. Κατ’ εξαίρεση, η υπηρεσία παρέχεται βάσει του επαγγελματικού τίτλου της Δημοκρατίας στις περιπτώσεις όπου υπάρχει δυνάμει του Τίτλου ΙΙΙ, Κεφάλαιο ΙΙΙ της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, αναγνώριση βάσει του συντονισμού των ελάχιστων προϋποθέσεων εκπαίδευσης.

(5) Κατά την πρώτη παροχή υπηρεσιών, στην περίπτωση των νομοθετικά ρυθμιζόμενων επαγγελμάτων που έχουν επιπτώσεις στη δημόσια υγεία ή ασφάλεια και δεν τυγχάνουν αυτόματης αναγνώρισης δυνάμει των διατάξεων των Κεφαλαίων ΙΙ και ΙΙΑ του Νόμου και του Κεφαλαίου III του Τίτλου ΙΙΙ της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε από την Οδηγία 2013/55/ΕΕ, το αρμόδιο όργανο μπορεί να προβεί σε έλεγχο των επαγγελματικών προσόντων του παρόχου, πριν από την πρώτη παροχή υπηρεσιών:

Νοείται ότι ο εν λόγω προηγούμενος έλεγχος είναι δυνατός μόνο εφόσον αποσκοπεί στην αποφυγή σοβαρής βλάβης της υγείας ή της ασφάλειας του αποδέκτη της υπηρεσίας λόγω έλλειψης επαγγελματικών προσόντων του παρόχου και εφόσον ο έλεγχος δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη αυτού του στόχου.

(6) Το αργότερο εντός ενός (1) μηνός από την παραλαβή της δήλωσης και των συνοδευτικών εγγράφων, που αναφέρονται στα εδάφια (1) έως (3), το αρμόδιο όργανο ενημερώνει τον πάροχο σχετικά με την απόφασή του:

(α) Να μην ελέγξει τα επαγγελματικά του προσόντα, ή

(β) να ελέγξει τα επαγγελματικά του προσόντα και αφού τα ελέγξει:

(i) να απαιτήσει από τον πάροχο υπηρεσιών να υποβληθεί σε δοκιμασία επάρκειας, ή

(ii) να επιτρέψει την παροχή υπηρεσιών.

(7) Σε περίπτωση προβλήματος που θα μπορούσε να οδηγήσει σε καθυστέρηση στη λήψη απόφασης σύμφωνα με το εδάφιο (6), το αρμόδιο όργανο ενημερώνει τον πάροχο εντός της ίδιας προθεσμίας σχετικά με την αιτία της καθυστέρησης και επιλύει το πρόβλημα εντός ενός (1) μηνός από την εν λόγω ενημέρωση και η απόφαση οριστικοποιείται το αργότερο εντός δύο (2) μηνών μετά την επίλυση του προβλήματος.

(8) (α) Σε περίπτωση ουσιαστικής διαφοράς ανάμεσα στα επαγγελματικά προσόντα του παρόχου και την απαιτούμενη εκπαίδευση στη Δημοκρατία, και στο βαθμό που η διαφορά αυτή μπορεί να είναι επιβλαβής για τη δημόσια υγεία ή ασφάλεια και δεν μπορεί να αντισταθμιστεί μέσω της επαγγελματικής εμπειρίας ή των γνώσεων, δεξιοτήτων και των ικανοτήτων που αποκτήθηκαν μέσω της διά βίου μάθησης για τις οποίες υπάρχει σχετική τυπική επικύρωση από αρμόδιο φορέα, το αρμόδιο όργανο οφείλει να παράσχει στον πάροχο τη δυνατότητα να αποδείξει ότι έχει αποκτήσει τις απαιτούμενες γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες που δεν είχε.

(β) Το αρμόδιο όργανο λαμβάνει απόφαση εάν θα επιτρέψει την παροχή υπηρεσιών στη βάση των διατάξεων της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου αλλά εν πάση περιπτώσει, η παροχή υπηρεσίας πρέπει να μπορεί να αρχίζει εντός ενός (1) μήνα από την ημερομηνία λήψης της απόφασης κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του εδαφίου (6).

(9) Σε περίπτωση που δεν υπάρξει ενέργεια του αρμοδίου οργάνου εντός των προθεσμιών που ορίζονται στα εδάφια (6) και (7), ο πάροχος μπορεί να αρχίσει να παρέχει υπηρεσίες.

(10) Στις περιπτώσεις στις οποίες έχουν επαληθευθεί τα επαγγελματικά προσόντα σύμφωνα με τα εδάφια (5) έως (9) του παρόντος άρθρου, η παροχή υπηρεσιών πραγματοποιείται βάσει του επαγγελματικού τίτλου που ισχύει στη Δημοκρατία.

Διοικητική συνεργασία

12.-(1) Το αρμόδιο όργανο μπορεί, σε περίπτωση αιτιολογημένων αμφιβολιών, να ζητήσει από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης οποιαδήποτε πληροφορία που έχει σχέση με τη νομιμότητα της εγκατάστασης και την καλή συμπεριφορά του παρόχου καθώς και με την απουσία πειθαρχικών ή ποινικών κυρώσεων επαγγελματικού χαρακτήρα και σε περίπτωση που το αρμόδιο όργανο αποφασίσει να ελέγξει τα επαγγελματικά προσόντα του παρόχου υπηρεσιών, μπορεί επίσης να ζητήσει από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης πληροφορίες σχετικά με τους κύκλους εκπαίδευσης του παρόχου υπηρεσιών στο βαθμό που είναι αναγκαίες για την αξιολόγηση ουσιωδών διαφορών, πιθανόν ζημιογόνων για τη δημόσια υγεία ή ασφάλεια:

Νοείται ότι οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης παρέχουν τις σχετικές πληροφορίες σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29 και στην περίπτωση μη ρυθμιζόμενων νομοθετικά επαγγελμάτων στο κράτος μέλος καταγωγής, τα κέντρα υποστήριξης που αναφέρονται στο άρθρο 31 μπορούν επίσης να παράσχουν αυτές τις πληροφορίες.

(2) Οι αρμόδιες αρχές εξασφαλίζουν την ανταλλαγή όλων των απαιτούμενων πληροφοριών ώστε να διεκπεραιώνονται κατάλληλα όλες οι καταγγελίες αποδέκτη υπηρεσίας κατά παρόχου υπηρεσίας. Οι αποδέκτες υπηρεσίας ενημερώνονται σχετικά με την έκβαση της καταγγελίας.

Πληροφορίες προς τους αποδέκτες της υπηρεσίας

13. Στις περιπτώσεις που η παροχή πραγματοποιείται βάσει του επαγγελματικού τίτλου του κράτους μέλους εγκατάστασης ή βάσει του τίτλου εκπαίδευσης του παρόχου, πέραν των άλλων απαιτήσεων ενημέρωσης που προβλέπονται στο κοινοτικό δίκαιο, το αρμόδιο όργανο ζητεί από τον πάροχο, κατά περίπτωση, να παράσχει στον αποδέκτη της υπηρεσίας οποιαδήποτε ή όλες τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) εάν ο πάροχος είναι εγγεγραμμένος σε εμπορικό μητρώο ή σε άλλο ανάλογο δημόσιο μητρώο, το μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένος και τον αριθμό μητρώου του, ή ισοδύναμα μέσα εξακρίβωσης της ταυτότητας που περιέχονται στο εν λόγω μητρώο·

(β) εάν η δραστηριότητα υπόκειται σε καθεστώς αδειοδότησης στο κράτος μέλος εγκατάστασης, τα στοιχεία της αρμόδιας εποπτικής αρχής·

(γ) κάθε επαγγελματική ένωση ή ανάλογο φορέα στον οποίο είναι εγγεγραμμένος ο πάροχος·

(δ) τον επαγγελματικό τίτλο ή, εφόσον δεν υπάρχει τέτοιος τίτλος, τον τίτλο εκπαίδευσης του παρόχου και το κράτος μέλος στο οποίο χορηγήθηκε·

(ε) εάν ο πάροχος ασκεί δραστηριότητα που υπόκειται στην καταβολή Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ), τον αριθμό φορολογικού μητρώου που αναφέρεται στο άρθρο 22, παράγραφος 1 της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17 Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2006/18/ΕΚ, του Συμβουλίου της 14ης Φεβρουαρίου 2006, για την τροποποίηση της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ όσον αφορά τους μειωμένους συντελεστές φόρου προστιθέμενης αξίας·

(στ) λεπτομέρειες σχετικά με τυχόν ασφαλιστική κάλυψη ή άλλα μέσα προσωπικής ή συλλογικής προστασίας όσον αφορά την επαγγελματική ευθύνη.