Για σκοπούς μερικής εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο-
«Οδηγία 2006/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 2006 για την ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση και τις ενεργειακές υπηρεσίες και για την κατάργηση της οδηγίας 93/76/ΕΟΚ του Συμβουλίου»,
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Ενεργειακής Απόδοσης κατά την Τελική Χρήση και τις Ενεργειακές Υπηρεσίες Νόμος του 2009.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«ανακαίνιση μεγάλης κλίμακας» έχει την έννοια που του αποδίδεται στον όρο αυτό στον περί Ρύθμισης της Ενεργειακής Απόδοσης των Κτιρίων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«αρμόδια αρχή» σημαίνει το Διευθυντή της Υπηρεσίας Ενέργειας του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας και περιλαμβάνει οποιοδήποτε λειτουργό δεόντως εξουσιοδοτημένο γραπτώς από το Διευθυντή για να ενεργεί εκ μέρους αυτού·
«Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων» σημαίνει το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας·
«βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης» σημαίνει την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης λόγω τεχνολογικών αλλαγών, αλλαγών στη συμπεριφορά ή/και οικονομικών αλλαγών·
«δημόσια αρχή επιβολής» σημαίνει το φορέα ο οποίος διέπεται από το δημόσιο δίκαιο και είναι υπεύθυνος για την επιβολή ή την παρακολούθηση της φορολόγησης της ενέργειας ή του άνθρακα, των χρηματοδοτικών καθεστώτων και μέσων, των φορολογικών κινήτρων, προτύπων και κανόνων, των καθεστώτων ενεργειακής επισήμανσης, της εκπαίδευσης ή της κατάρτισης·
«Δημόσιοι Φορείς» σημαίνει τις αναθέτουσες αρχές που αναφέρονται στον περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων Προμηθειών, Έργων και Υπηρεσιών και για Συναφή Θέματα Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εξαιρουμένων αυτών που αναφέρονται στο Παράρτημα IV του ίδιου Νόμου·
«διανομέας ενέργειας» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για τη μεταφορά ενέργειας, προκειμένου να την παραδώσει σε τελικούς καταναλωτές και σταθμούς διανομής που πωλούν ενέργεια σε τελικούς καταναλωτές. Ο παρών ορισμός εξαιρεί τους διαχειριστές συστημάτων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου οι οποίοι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ορισμού του «διαχειριστή συστήματος διανομής»·
«διάταγμα» σημαίνει διάταγμα που εκδίδει ο Υπουργός δυνάμει του άρθρου 8·
«διαχειριστής συστήματος διανομής» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την εκμετάλλευση, την εξασφάλιση της συντήρησης και, εφόσον απαιτείται, την ανάπτυξη του συστήματος διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου σε μια συγκεκριμένη περιοχή και, ανάλογα με την περίπτωση, των διασυνδέσεών του με άλλα συστήματα και για την εξασφάλιση της μακροχρόνιας δυνατότητας του συστήματος να ανταποκρίνεται σε εύλογες απαιτήσεις διανομής ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου·
«διεθνές πρότυπο» σημαίνει το πρότυπο το οποίο έχει εκδοθεί από τον Διεθνή Οργανισμό Τυποποίησης και διατίθεται στο κοινό·
«ενέργεια» σημαίνει όλες οι μορφές ενεργειακών προϊόντων, τα καύσιμα, τη θερμότητα, την ανανεώσιμη ενέργεια, τον ηλεκτρισμό ή οποιαδήποτε άλλη μορφή ενέργειας, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο δ) του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για τις στατιστικές ενέργειας·
«ενεργειακή απόδοση» σημαίνει το λόγο της εκροής επιδόσεων, υπηρεσιών, αγαθών ή ενέργειας προς την εισροή ενέργειας·
«ενεργειακός ελεγκτής» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο διενεργεί ενεργειακούς ελέγχους και κατέχει άδεια ενεργειακού ελεγκτή·
«ενεργειακός έλεγχος» σημαίνει τη συστηματική διαδικασία από την οποία προκύπτει επαρκής γνώση του υφιστάμενου συνόλου χαρακτηριστικών ενεργειακής κατανάλωσης ενός κτιρίου ή μιας ομάδας κτιρίων, μιας βιομηχανικής δραστηριότητας ή/και εγκατάστασης και ιδιωτικών ή δημόσιων υπηρεσιών, με την οποία εντοπίζονται και προσδιορίζονται ποσοτικά οι οικονομικώς αποτελεσματικές δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας και μετά την οποία συντάσσεται έκθεση αποτελεσμάτων·
«ενεργειακή υπηρεσία» σημαίνει το φυσικό όφελος, χρησιμότητα ή πλεονέκτημα που προκύπτει από συνδυασμό ενέργειας με ενεργειακώς αποδοτική τεχνολογία ή/και ενέργεια, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει τις εργασίες, τη συντήρηση και τον έλεγχο που απαιτούνται για την παροχή της υπηρεσίας, παρέχεται βάσει συμβάσεως και υπό κανονικές συνθήκες έχει αποδείξει ότι οδηγεί σε επαληθεύσιμη (με μέτρηση ή εκτίμηση) βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης ή/και εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας·
«εξουσιοδοτημένος λειτουργός» σημαίνει τον λειτουργό που έχει εξουσιοδοτηθεί για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
«εξοικονόμηση ενέργειας» σημαίνει την ποσότητα εξοικονομούμενης ενέργειας, η οποία προσδιορίζεται με τη μέτρηση ή/και τον κατ' εκτίμηση υπολογισμό της κατανάλωσης πριν και μετά την υλοποίηση ενός ή περισσότερων μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, με ταυτόχρονη εξασφάλιση της σταθερότητας των εξωτερικών συνθηκών που επηρεάζουν την ενεργειακή κατανάλωση·
«εξουσιοδοτηθέν μέρος» σημαίνει νομικό πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί από κυβέρνηση ή από άλλο δημόσιο φορέα εξουσία ανάπτυξης, διαχείρισης ή λειτουργίας ενός χρηματοδοτικού προγράμματος εξ ονόματος της κυβέρνησης ή του άλλου δημόσιου φορέα·
«επιμέρους δράση» σημαίνει τη δράση η οποία οδηγεί σε βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης που μπορεί να επαληθευτεί και να μετρηθεί ή να εκτιμηθεί και η οποία πραγματοποιείται ως αποτέλεσμα μέτρου πολιτικής·
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·
«Επιτροπή Ενεργειακών Ελεγκτών» σημαίνει την Επιτροπή η οποία συνίσταται με βάση Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (ζ), του εδαφίου (2) του άρθρου 9·
«Εταιρεία Ενεργειακών Υπηρεσιών (ΕΕΥ)» [Αντικαστάθηκε από τον όρο "παροχος ενεργειακής υπηρεσίας"]·
«εταιρεία λιανικής πώλησης ενέργειας» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που πωλεί ενέργεια σε τελικούς καταναλωτές·
«ευρωπαϊκό πρότυπο» σημαίνει το πρότυπο που εκδίδεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN), την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ηλεκτροτεχνικής Τυποποίησης (Cenelec) ή το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τυποποίησης στον τομέα των Τηλεπικοινωνιών (ETSI) και διατίθεται προς δημόσια χρήση·
«Κανονισμοί» σημαίνει τους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου·
«Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2018 για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των Κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου·
«Κανονισμός (ΕΚ) 443/2009» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 443/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 σχετικά με τα πρότυπα επιδόσεων για τις εκπομπές από τα καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα, στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης προσέγγισης της Κοινότητας για τη μείωση των εκπομπών CO2 από ελαφρά οχήματα·
«Κανονισμός (ΕΕ) 510/2011» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΕ) 510/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαΐου 2011 σχετικά με τα πρότυπα επιδόσεων για τις εκπομπές από τα καινούργια ελαφρά επαγγελματικά οχήματα όσον αφορά τις εκπομπές, στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης προσέγγισης της Ένωσης για τη μείωση των εκπομπών CO2 από ελαφρά οχήματα·
«κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας» σημαίνει την ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση, εξαιρουμένων των μη ενεργειακών χρήσεων·
«κατηγορία» σημαίνει οποιαδήποτε από τις κατηγορίες που καθορίζονται βάσει κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 9·
«κέλυφος κτιρίου» έχει την έννοια που του αποδίδεται στον όρο αυτό στον περί Ρύθμισης της Ενεργειακής Απόδοσης των Κτιρίων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«Κεντρικές κυβερνητικές αρχές» σημαίνει όλες τις διοικητικές υπηρεσίες των οποίων η αρμοδιότητα εκτίνεται στις περιοχές που τελούν υπό τον αποτελεσματικό έλεγχο της κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας και αναφέρονται στο Παράρτημα IV του περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων Προμηθειών Έργων και Υπηρεσιών και για Συναφή Θέματα Νόμου, όπως αυτός τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«κλιματικές συνθήκες εσωτερικού χώρου» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στον περί Ρύθμισης της Ενεργειακής Απόδοσης των Κτιρίων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«κτίριο» έχει την έννοια που του αποδίδεται στον όρο αυτό στον περί Ρύθμισης της Ενεργειακής Απόδοσης των Κτιρίων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης» σημαίνει όλες τις δράσεις που κανονικά οδηγούν σε επαληθεύσιμη ή μετρήσιμη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης·
«μέτρο πολιτικής» σημαίνει το κανονιστικό, χρηματοδοτικό, δημοσιονομικό, εθελοντικό ή ενημερωτικό μέσο το οποίο έχει καθιερωθεί και εφαρμόζεται επισήμως σε ένα κράτος μέλος προκειμένου να δημιουργήσει ένα υποστηρικτικό πλαίσιο, απαίτηση ή κίνητρο για τους παράγοντες της αγοράς ώστε να παρέχουν και να αγοράζουν ενεργειακές υπηρεσίες και να αναλαμβάνουν άλλα μέτρα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης·
«μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις» ή «ΜΜΕ» σημαίνει τις επιχειρήσεις όπως ορίζονται στον τίτλο Ι του παραρτήματος της σύστασης 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων. Η κατηγορία των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων αποτελείται από επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από διακόσιους πενήντα (250) εργαζομένους και των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών δεν υπερβαίνει τα πενήντα εκατομμύρια ευρώ (€50.000.000) ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού τους δεν υπερβαίνει τα σαράντα τρία εκατομμύρια ευρώ (€43.000.000)·
«μικροδιανομέας, μικρός διαχειριστής συστημάτων διανομής και μικροεταιρεία λιανικής πώλησης» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο διανέμει ή πωλεί ενέργεια σε τελικούς καταναλωτές, και το οποίο διανέμει ή πωλεί λιγότερο από το ισοδύναμο 75GWh ενέργειας ετησίως ή απασχολεί λιγότερο από δέκα άτομα ή του οποίου ο ετήσιος κύκλος εργασιών ή/και ετήσιος ισολογισμός δεν υπερβαίνει τα δύο εκατομμύρια ευρώ (€2.000.000)·
«Οδηγία 2012/27/ΕΕ» σημαίνει την Οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2012 για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ·
«Οδηγία 2010/31/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2010/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Μαΐου 2010 για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων”
«Οδηγία 2003/96/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2003/96/EK του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2003 σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας·
«Οδηγία 2006/112/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Νοεμβρίου 2006 σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας·
«Οδηγία 2009/125/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2009 για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα·
«Οδηγία 2018/2002» σημαίνει την Οδηγία (ΕΕ) 2018/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2018 σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 2012/27/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση·
«Οδηγία 2003/87/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 2003 σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου·
«πάροχος ενεργειακής υπηρεσίας» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παρέχει ενεργειακές υπηρεσίες ή άλλα μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης σε εγκαταστάσεις ή οίκημα τελικού καταναλωτή·
«Σύμβαση Ενεργειακής Απόδοσης» ή «ΣΕΑ» σημαίνει τη σύμβαση η οποία συνάπτεται μεταξύ του δικαιούχου και παρόχου μέτρου βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, η οποία επαληθεύεται και παρακολουθείται καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης, στο πλαίσιο της οποίας πραγματοποιούνται πληρωμές για επενδύσεις (έργου, προμήθειας ή υπηρεσίας) για το μέτρο αυτό, οι οποίες συνδέονται με ένα συμβατικώς συμφωνηθέν επίπεδο βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης ή με άλλο συμφωνηθέν κριτήριο ενεργειακής απόδοσης, όπως η εξοικονόμηση χρημάτων∙
«συνολική ωφέλιμη επιφάνεια» σημαίνει το εμβαδό δαπέδου των χώρων για τους οποίους χρησιμοποιείται ενέργεια προς ρύθμιση των εσωτερικών κλιματικών συνθηκών·
«σύστημα ενεργειακής διαχείρισης» σημαίνει το σύνολο των αλληλένδετων ή αλληλεπιδρώντων στοιχείων ενός σχεδίου που θέτει στόχο ενεργειακής απόδοσης και χαράσσει τη στρατηγική επίτευξης του εν λόγω στόχου·
«Ταμείο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Εξοικονόμησης Ενέργειας» σημαίνει το Ταμείο που εγκαθιδρύεται σύμφωνα με το άρθρο 9 του περί Προώθησης και Ενθάρρυνσης της Χρήσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας Νόμου·
«τελική κατανάλωση ενέργειας» σημαίνει όλη την ενέργεια που παρέχεται στη βιομηχανία, τις μεταφορές, τα νοικοκυριά, τις υπηρεσίες και τη γεωργία. Εξαιρούνται οι παραδόσεις στον τομέα της μετατροπής της ενέργειας και οι ίδιες οι βιομηχανίες ενεργειακών δραστηριοτήτων·
«τελικός καταναλωτής» [Διαγράφηκε]·
«τελικός χρήστης ενέργειας» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αγοράζει ενέργεια για δική του τελική χρήση·
«ΤΙΠ» σημαίνει Τόνος Ισοδυνάμου Πετρελαίου·
«Υπηρεσία Ενέργειας» σημαίνει την Υπηρεσία Ενέργειας του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας·
«υπόχρεο μέρος» σημαίνει διανομέα ενέργειας ή εταιρεία λιανικής πώλησης ενέργειας που δεσμεύεται από τα εθνικά καθεστώτα επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης που αναφέρονται στο άρθρο.
3. Σκοπός του παρόντος Νόμου είναι η θέσπιση πλαισίου μέτρων για προώθηση της ενεργειακή απόδοσης ως ακολούθως:
(α) Με την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης για συμβολή στην επίτευξη των πρωταρχικών στόχων της Ένωσης για το 2020 για 20% στην ενεργειακή απόδοση και των πρωταρχικών στόχων της για το 2030 για τουλάχιστον 32,5% στην ενεργειακή απόδοση και για περαιτέρω βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης μετά τις εν λόγω χρονολογίες, για την άρση των φραγμών στην αγορά ενέργειας και την εξάλειψη των αδυναμιών της αγοράς που παρεμποδίζουν την απόδοση στον εφοδιασμό και τη χρήση ενέργειας και προβλέπει τον καθορισμό ενδεικτικών εθνικών στόχων ενεργειακής απόδοσης και συνεισφορών για το 2020 και το 2030, συμβάλλοντας στην εφαρμογή της αρχής της προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση·
(β) με τη δημιουργία των συνθηκών για την ανάπτυξη και την προώθηση της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών και για την παροχή, στους τελικούς καταναλωτές, άλλων μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης·
(γ) με τον καθορισμό ενδεικτικής εθνικής συνεισφοράς ενεργειακής απόδοσης για την επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το 2030 που ορίζονται στην παράγραφο (α) και σύμφωνα με τα Άρθρα 4 και 6 του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 κατά τον οποίο θα λαμβάνεται υπόψη ότι η κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2030 δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 1273 εκατομμύρια ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας και/ή τα 956 εκατομμύρια ΤΙΠ τελικής ενέργειας και η εθνική συνεισφορά κοινοποιείται στην Επιτροπή ως μέρος του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα, σύμφωνα με το Άρθρο 3 και τα Άρθρα 7 έως 12 του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.
4.-(1) Η αρμόδια αρχή μεριμνά για την επίτευξη του σωρευτικού στόχου εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση, ο οποίος ισοδυναμεί τουλάχιστον με-
(α) νέα εξοικονόμηση κάθε έτος από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, ίση με το 1,5% των κατ' όγκον ετήσιων πωλήσεων ενέργειας σε τελικούς καταναλωτές, υπολογιζόμενη κατά μέσο όρο κατά την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2013· οι κατ’ όγκον πωλήσεις ενέργειας που χρησιμοποιείται στις μεταφορές μπορούν να εξαιρούνται εν όλω ή εν μέρει από αυτόν τον υπολογισμό·
(β) νέα εξοικονόμηση κάθε έτος από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 ίση με το 0,24% της ετήσιας τελικής κατανάλωσης ενέργειας, υπολογιζόμενη κατά μέσο όρο κατά την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019.
(2) Καθ’ όσον αφορά την εξοικονόμηση ενέργειας όπως αυτή ρυθμίζεται στο εδάφιο (1), τηρούνται οι πιο κάτω διατάξεις:
(α) Η αρμόδια αρχή μπορεί να συνυπολογίζει την εξοικονόμηση ενέργειας που προκύπτει από μέτρα πολιτικής τα οποία θεσπίστηκαν έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 ή μετά την εν λόγω ημερομηνία, εφόσον τα μέτρα αυτά συντελούν σε νέες επιμέρους δράσεις που διεξάγονται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020·
(β) η αρμόδια αρχή μεριμνά για επίτευξη νέας ετήσιας εξοικονόμησης σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (1) για δεκαετείς περιόδους μετά το 2030, εκτός εάν από τις επανεξετάσεις της Επιτροπής έως το 2027 και κάθε δέκα έτη εφεξής συνάγεται το συμπέρασμα ότι δεν είναι απαραίτητη η επίτευξη των μακροπρόθεσμων στόχων της Ένωσης για το κλίμα και την ενέργεια για το 2050·
(γ) η αρμόδια αρχή αποφασίζει για τον τρόπο σταδιακής εισαγωγής της υπολογισθείσας ποσότητας νέας εξοικονόμησης σε κάθε περίοδο όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1), υπό τον όρο ότι η απαιτούμενη συνολική σωρευτική εξοικονόμηση ενέργειας στην τελική χρήση έχει επιτευχθεί έως τη λήξη κάθε περιόδου επιβολής της υποχρέωσης.
(3) Υπό την προϋπόθεση ότι επιτυγχάνεται τουλάχιστον η οικεία υποχρέωση σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1), η απαιτούμενη ποσότητα εξοικονομούμενης ενέργειας μπορεί να υπολογίζεται μέσω ενός ή περισσότερων από τους ακόλουθους τρόπους:
(α) Εφαρμόζοντας ποσοστό ετήσιας εξοικονόμησης στις πωλήσεις ενέργειας σε τελικούς καταναλωτές ή στην τελική κατανάλωση ενέργειας, υπολογιζόμενη κατά μέσο όρο κατά την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019·
(β) εξαιρώντας, εν όλω ή εν μέρει, την ενέργεια που χρησιμοποιείται στις μεταφορές από το βασικό σενάριο υπολογισμού·
(γ) χρησιμοποιώντας οποιαδήποτε από τις επιλογές που ορίζονται στο εδάφιο (5).
(4) Στην περίπτωση που η αρμόδια αρχή ασκήσει τις δυνατότητες που προβλέπονται στο εδάφιο (3) καθορίζει-
(α) το ποσοστό ετήσιας εξοικονόμησης που θα ισχύει για τον υπολογισμό της σωρευτικής τους εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση, η οποία διασφαλίζει ότι η τελική ποσότητα της καθαρής εξοικονόμησης ενέργειας δεν είναι κατώτερη από την απαιτούμενη βάσει της παραγράφου (β) του εδαφίου (1), και
(β) το βασικό σενάριο υπολογισμού, από το οποίο μπορεί να εξαιρείται, εν όλω ή εν μέρει, η ενέργεια που χρησιμοποιείται στις μεταφορές.
(5) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (6), η αρμόδια αρχή δύναται-
(α) να πραγματοποιεί τον υπολογισμό που απαιτείται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) χρησιμοποιώντας τις τιμές 1% το 2014 και το 2015, 1,25% το 2016 και το 2017 και 1,5% το 2018, το 2019 και το 2020·
(β) να εξαιρεί από τον υπολογισμό το σύνολο ή μέρος των κατ’ όγκον πωλήσεων ενέργειας που χρησιμοποιείται, για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1), ή τελικής ενέργειας που καταναλώνεται, για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1), στις βιομηχανικές δραστηριότητες που απαριθμούνται στο Παράρτημα I της Οδηγίας 2003/87/ΕΚ·
(γ) να προσμετρά στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας την εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται στους τομείς μετατροπής, μεταφοράς και διανομής ενέργειας, συμπε-ριλαμβανομένων των υποδομών αποδοτικής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, ως αποτέλεσμα των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 14Γ και της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 14Α του περί Προώθησης της Ενεργειακής Απόδοσης στη Θέρμανση και Ψύξη και της Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Νόμου και των παραγράφων (1) έως (6) και (9) του Άρθρου 15 της Οδηγίας 2012/27/ΕΕ και η αρμόδια αρχή ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα πολιτικής που πρόκειται να λάβει βάσει του παρόντος εδαφίου για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 στο πλαίσιο του ολοκληρωμένου εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα και ο αντίκτυπος των εν λόγω μέτρων υπολογίζεται σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ και περιλαμβάνεται στα εν λόγω σχέδια·
(δ) να προσμετρά στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας την εξοικονόμηση ενέργειας η οποία προκύπτει από επιμέρους δράσεις οι οποίες εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά από την 31η Δεκεμβρίου 2008 και έπειτα και εξακολουθούν να έχουν αντίκτυπο το 2020 όσον αφορά την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) και μετά το 2020 όσον αφορά την περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) και η οποία είναι δυνατό να μετρηθεί και να επαληθευθεί·
(ε) να προσμετρά στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας την εξοικονόμηση ενέργειας που προκύπτει από μέτρα πολιτικής, εφόσον μπορεί να τεκμηριωθεί ότι τα εν λόγω μέτρα οδηγούν σε επιμέρους δράσεις που διεξάγονται από την 1η Ιανουαρίου 2018 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 και επιφέρουν εξοικονόμηση μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020·
(στ) να εξαιρεί από τον υπολογισμό της ποσότητας απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας 30% της επαληθεύσιμης ποσότητας ενέργειας που παράγεται επί ή εντός κτιρίων προς ιδίαν χρήση συνεπεία μέτρων πολιτικής που προάγουν τη νέα εγκατάσταση τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας·
(ζ) να προσμετρά, στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας, την εξοικονόμηση ενέργειας που υπερβαίνει την εξοικονόμηση ενέργειας που απαιτείται για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης από 1η Ιανουαρίου 2014 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, υπό τον όρο ότι η εξοικονόμηση αυτή προκύπτει από επιμέρους δράσεις που διεξάγονται στο πλαίσιο των μέτρων πολιτικής που αναφέρονται στα άρθρα 4Α και 4Β, που κοινοποιούνται από την αρμόδια αρχή στο εθνικό σχέδιο δράσης για την ενεργειακή απόδοση και που αναφέρονται στις εκθέσεις προόδου σύμφωνα με το άρθρο 13.
(6) Η αρμόδια αρχή εφαρμόζει και υπολογίζει τις επιπτώσεις των προτεινόμενων επιλογών δυνάμει του εδαφίου (5) ξεχωριστά για τις περιόδους που αναφέρονται στο εδάφιο (1):
(α)για τον υπολογισμό της απαιτούμενης ποσότητας εξοικο-νόμησης ενέργειας για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) η αρμόδια αρχή μπορεί να χρησιμοποιεί τις παραγράφους (α) έως (δ) του εδαφίου (5)· ο συνδυασμός όλων των προτιμώμενων επιλογών δυνάμει του εδαφίου (5) δεν υπερβαίνει το 25% της ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1)·
(β) για τον υπολογισμό της απαιτούμενης ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1), η αρμόδια αρχή μπορεί να χρησιμοποιεί τις παραγράφους (β) έως (ζ) του εδαφίου (5), με την προϋπόθεση ότι οι επιμέρους δράσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (5) εξακολουθούν να έχουν αντίκτυπο που μπορεί να επαληθευθεί και να μετρηθεί μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020· ο συνδυασμός όλων των προτεινόμενων επιλογών βάσει του εδαφίου (5) δεν οδηγεί σε μείωση άνω του 35% της ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας που υπολογίζεται με βάση τα εδάφια (2) και (3):
(7) Η αρμόδια αρχή περιγράφει στο ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα, σύμφωνα με το Παράρτημα III του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, τον υπολογισμό της ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας που πρόκειται να επιτευχθεί καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) και, ενδεχομένως, εξηγεί πώς καθορίστηκε το ποσοστό ετήσιας εξοικονόμησης και το βασικό σενάριο υπολογισμού, καθώς και το πώς και σε ποιο βαθμό εφαρμόστηκαν οι επιλογές που αναφέρονται στο εδάφιο (5).
(8) Η εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020 δεν συνυπολογίζεται στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020.
(9) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε η εξοικονόμηση που απορρέει από τα μέτρα πολιτικής που αναφέρονται στα άρθρα 4Α και 4Β να υπολογίζεται σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ.
(10)Η αρμόδια αρχή επιτυγχάνει την απαιτούμενη εξοικονόμηση ενέργειας δυνάμει του εδαφίου (1) είτε με την καθιέρωση καθεστώτος επιβολής υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 4Α είτε με τη λήψη εναλλακτικών μέτρων πολιτικής, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4Β και δύναται να συνδυάζει το καθεστώς επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης με εναλλακτικά μέτρα πολιτικής.
(11) Κατά το σχεδιασμό μέτρων για την τήρηση της υποχρέωσης για επίτευξη εξοικονόμησης ενέργειας, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη την ανάγκη μετριασμού της ενεργειακής ένδειας, σύμφωνα με κριτήρια που έχει καθορίσει, συνεκτιμώντας τις διαθέσιμες πρακτικές σε αυτόν τον τομέα, απαιτώντας, στον βαθμό που κρίνεται σκόπιμο, ένα ποσοστό μέτρων ενεργειακής απόδοσης στο πλαίσιο των εθνικών καθεστώτων επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης, εναλλακτικών μέτρων πολιτικής ή προγραμμάτων ή μέτρων χρηματοδοτούμενων από το Ταμείο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Εξοικονόμησης Ενέργειας, να εφαρμόζεται κατά προτεραιότητα σε ευάλωτα νοικοκυριά, συμπεριλαμβανομένων όσων πλήττονται από ενεργειακή ένδεια, και, κατά περίπτωση, στην κοινωνική στέγαση:
(12) Η αρμόδια αρχή αποδεικνύει ότι, όταν υπάρχει επικάλυψη του αντικτύπου των μέτρων πολιτικής ή των επιμέρους δράσεων, δεν μετράται διπλά η εξοικονόμηση ενέργειας.
4Α.-(1) Η αρμόδια αρχή εφόσον αποφασίσει να τηρήσει την υποχρέωση επίτευξης της απαιτούμενης εξοικονόμησης δυνάμει του εδάφιου (1) του άρθρου 4 με την καθιέρωση καθεστώτος επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης, μεριμνά ώστε τα υπόχρεα μέρη που αναφέρονται στο εδάφιο (2) και δραστηριοποιούνται στην επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας να επιτυγχάνουν, με την επιφύλαξη των διατάξεων των εδάφιων (4) και (5) του άρθρου 4, την οικεία απαιτούμενη σωρευτική εξοικονόμηση ενέργειας στην τελική χρήση που καθορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 4:
(2) Για τους σκοπούς της παραγράφου (θ) του άρθρου 8, η αρμόδια αρχή εισηγείται στον Υπουργό, με βάση αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια, υπόχρεα μέρη μεταξύ των διανομέων ενέργειας, των εταιρειών λιανικής πώλησης ενέργειας και των διανομέων καυσίμων κίνησης ή των εταιρειών λιανικής πώλησης καυσίμων κίνησης που δραστηριοποιούνται στην επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας· η απαραίτητη εξοικονόμηση ενέργειας για την εκπλήρωση της υποχρέωσης επιτυγχάνεται από τα εν λόγω υπόχρεα μέρη ανεξάρτητα από τον υπολογισμό βάσει των διατάξεων του εδάφιου (1) του άρθρου 4 μέσω των τελικών καταναλωτών ή με πιστοποιημένη εξοικονόμηση που προκύπτει από άλλα μέρη σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδάφιου (6) του παρόντος άρθρου.
(3) Στην περίπτωση που εταιρείες λιανικής πώλησης ενέργειας ορίζονται ως υπόχρεα μέρη δυνάμει της παραγράφου (θ) του άρθρου 8, η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι, κατά την εκπλήρωση της υποχρέωσής τους, οι εταιρείες λιανικής πώλησης ενέργειας δεν δημιουργούν εμπόδια στους καταναλωτές σε σχέση με την αλλαγή προμηθευτή.
(4) Η αρμόδια αρχή εκφράζει την ποσότητα της εξοικονομούμενης ενέργειας που απαιτείται από κάθε υπόχρεο μέρος ως κατανάλωση είτε τελικής είτε πρωτογενούς ενέργειας και η μέθοδος που επιλέγεται για να εκφραστεί η απαιτούμενη εξοικονόμηση ενέργειας χρησιμοποιείται επίσης για τον υπολογισμό της εξοικονόμησης που δηλώνουν τα υπόχρεα μέρη και εφαρμόζονται οι συντελεστές μετατροπής που αναφέρονται στο περί Καθορισμού των Συντελεστών Μετατροπής Επιλεγμένων Καυσίμων για Τελική Χρήση Διάταγμα του 2015, όπως αυτό εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(5) Η αρμόδια αρχή θέτει σε εφαρμογή συστήματα μέτρησης, ελέγχου και επαλήθευσης με βάση τα οποία διενεργείται τεκμηριωμένη επαλήθευση σε τουλάχιστον ένα στατιστικά σημαντικό ποσοστό και αντιπροσωπευτικό δείγμα των μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης που εφαρμόζουν τα υπόχρεα μέρη και η μέτρηση, ο έλεγχος και η επαλήθευση πραγματοποιούνται ανεξάρτητα από τα υπόχρεα μέρη.
(6) Στο πλαίσιο του καθεστώτος επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης, η αρμόδια αρχή μπορεί να πράττει ένα ή και τα δύο από τα ακόλουθα:
(α) Να επιτρέπει στα υπόχρεα μέρη να προσμετρούν, στο πλαίσιο της υποχρέωσής τους, την πιστοποιημένη εξοικονόμηση ενέργειας που πέτυχαν οι πάροχοι ενεργειακών υπηρεσιών ή άλλα τρίτα μέρη, ακόμη και όταν τα υπόχρεα μέρη προωθούν μέτρα μέσω άλλων εγκεκριμένων από το κράτος φορέων ή μέσω δημόσιων αρχών, ανεξαρτήτως εάν σε αυτές συμμετέχουν επίσημες συμπράξεις και σε συνδυασμό ενδεχομένως με άλλες πηγές χρηματοδότησης και δύναται να επιτρέπει, και να μεριμνά η πιστοποίηση της εξοικονόμησης ενέργειας να ακολουθεί θεσμοθετημένη διαδικασία έγκρισης, η οποία είναι σαφής, διαφανής και ανοικτή προς όλους τους συμμετέχοντες και η οποία αποσκοπεί στην ελαχιστοποίηση του κόστους πιστοποίησης·
(β) να επιτρέπει στα υπόχρεα μέρη να προσμετρούν την εξοικονόμηση που επιτεύχθηκε σε ένα συγκεκριμένο έτος σαν να είχε επιτευχθεί σε ένα από τα τέσσερα (4) προηγούμενα ή τρία (3) επόμενα έτη, εφόσον η σχετική ημερομηνία δεν υπερβαίνει τη λήξη των περιόδων επιβολής της υποχρέωσης που καθορίζονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 4:
(7) Η αρμόδια αρχή δημοσιεύει, σε ετήσια βάση, την εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται από κάθε υπόχρεο μέρος ή κάθε υποκατηγορία υπόχρεου μέρους, καθώς και συνολικά στο πλαίσιο του καθεστώτος.
4Β.-(1) Η αρμόδια αρχή εφόσον η αποφασίσει να τηρήσει την υποχρέωση επίτευξης της απαιτούμενης εξοικονόμησης δυνάμει των διατάξεων του εδάφιου (1) του άρθρου 4 με τη λήψη εναλλακτικών μέτρων πολιτικής, μεριμνά, με την επιφύλαξη των διατάξεων των εδάφιων (4) και (5) του άρθρου 4, ώστε η απαιτούμενη εξοικονόμηση ενέργειας δυνάμει των διατάξεων του εδάφιου (1) του άρθρου 4 να επιτυγχάνεται στους τελικούς καταναλωτές.
(2) Η αρμόδια αρχή, για όλα τα μέτρα πλην των φορολογικών, θέτει σε εφαρμογή συστήματα μέτρησης, ελέγχου και επαλήθευσης, με βάση τα οποία διενεργείται τεκμηριωμένη επαλήθευση σε τουλάχιστον ένα στατιστικά σημαντικό ποσοστό και αντιπροσωπευτικό δείγμα των μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης που εφαρμόζουν τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη και η μέτρηση, ο έλεγχος και η επαλήθευση πραγματοποιούνται ανεξάρτητα από τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη.
5.-(1) Η αρμόδια αρχή, κατόπιν αιτήσεως, δύναται να εκδίδει άδειες ενεργειακού ελεγκτή ή ΕΕΥ, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 9.
(2) Ενεργειακές υπηρεσίες και/ή παροχή ενεργειακών υπηρεσιών που γίνονται ή/και παρέχονται για την εξοικονόμηση ενέργειας διενεργούνται μόνο από ΕΕΥ οι οποίες είναι ειδικευμένες και έχουν εξασφαλίσει άδεια από την αρμόδια αρχή.
(3) Ενεργειακοί έλεγχοι διενεργούνται μόνο από ειδικευμένους ενεργειακούς ελεγκτές οι οποίοι έχουν εξασφαλίσει άδεια από την αρμόδια αρχή.
(4) Οι διανομείς ενέργειας, οι διαχειριστές συστημάτων διανομής και οι εταιρείες λιανικής πώλησης ενέργειας απέχουν από δραστηριότητες οι οποίες ενδέχεται να παρεμποδίζουν τη ζήτηση και την προμήθεια ενεργειακών υπηρεσιών και άλλων μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης ή την ανάπτυξη αγορών ενεργειακών υπηρεσιών και άλλων μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης ή να παρεμποδίσουν την ανάπτυξη αγορών παρόμοιων υπηρεσιών ή μέτρων, μεταξύ άλλων με αποκλεισμό των ανταγωνιστών από την αγορά ή με κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης.
(5) Οι ενεργειακοί έλεγχοι που αναφέρονται στην παράγραφο (3) δεν περιλαμβάνουν ρήτρες που θα εμποδίζουν τη διαβίβαση των ευρημάτων του ελέγχου σε παρόχους ενεργειακών υπηρεσιών (ΠΕΥ) που έχουν εξασφαλίσει άδεια από την αρμόδια αρχή, νοουμένου ότι ο πελάτης δεν φέρει αντίρρηση.
(6) (α) Οι επιχειρήσεις που δεν εμπίπτουν στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), υποβάλλονται έως τις 5 Δεκεμβρίου 2015 σε ενεργειακό έλεγχο διεξαγόμενο με ανεξάρτητο και οικονομικώς αποδοτικό τρόπο από ενεργειακούς ελεγκτές που έχουν εξασφαλίσει άδεια από την αρμόδια αρχή και ακολούθως κάθε τέσσερα χρόνια τουλάχιστον, από την ημερομηνία διεξαγωγής του προηγούμενου ενεργειακού ελέγχου.
(β) Οι ενεργειακοί έλεγχοι που αναφέρονται στο εδάφιο (3) μπορεί να είναι μεμονωμένοι ή να αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου περιβαλλοντικού ελέγχου.
(γ) Οι επιχειρήσεις που δεν εμπίπτουν στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) οι οποίες εφαρμόζουν σύστημα ενεργειακής ή περιβαλλοντικής διαχείρισης πιστοποιημένο από ανεξάρτητο φορέα, σύμφωνα με τα σχετικά ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα, μπορούν να εξαιρούνται από τις απαιτήσεις της υποπαραγράφου (α) της παραγράφου (6), νοουμένου ότι το εφαρμοζόμενο σύστημα περιλαμβάνει ενεργειακό έλεγχο που διενεργείται από ενεργειακούς ελεγκτές που έχουν εξασφαλίσει άδεια από την αρμόδια αρχή.
(δ) (i) Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου (α), η αρμόδια αρχή δύναται να διατηρεί κατάλογο επιχειρήσεων που δεν εμπίπτουν στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
(ii) Για την εφαρμογή των διατάξεων της υποπαραγράφου (i), η αρμόδια αρχή δύναται να ζητά και να λαμβάνει στοιχεία από άλλες αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες ή/και οργανισμούς για τις επιχειρήσεις που δεν εμπίπτουν στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (MME), καθώς και από επιχειρήσεις.
(7) (α) Η αρμόδια αρχή μεριμνά έτσι ώστε να καταρτίζονται προγράμματα που ενθαρρύνουν τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να υποβάλλονται σε ενεργειακούς ελέγχους και, συνακολούθως, να υλοποιούν τις συστάσεις των ελέγχων αυτών.
(β) Με βάση διαφανή και αμερόληπτα κριτήρια και με την επιφύλαξη του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να θεσπίζει προγράμματα και να καταρτίζει σχέδια για στήριξη και παροχή κινήτρων στις ΜΜΕ ώστε να καλύπτουν το κόστος του ενεργειακού ελέγχου και της υλοποίησης συστάσεών του που εξασφαλίζουν υψηλή οικονομική απόδοση, εφόσον τα προτεινόμενα μέτρα υλοποιηθούν.
(γ) Η αρμόδια αρχή μεριμνά έτσι ώστε να είναι σε γνώση των ΜΜΕ, μεταξύ άλλων και μέσω των οικείων ενδιάμεσων αντιπροσωπευτικών τους οργανώσεων, συγκεκριμένα παραδείγματα για τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να βοηθήσουν τα συστήματα ενεργειακής διαχείρισης στις επιχειρήσεις τους.
(δ) Η αρμόδια αρχή μεριμνά για την ευαισθητοποίηση των νοικοκυριών, μέσω κατάλληλων συμβουλευτικών υπηρεσιών, ως προς τα πλεονεκτήματα των ενεργειακών ελέγχων.
(8) Οι ενεργειακοί έλεγχοι που αναφέρονται στον παρόντα Νόμο, θα πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του Παραρτήματος V.
(9) Η αρμόδια αρχή λαμβάνει μέτρα για προώθηση της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών και για την πρόσβαση των ΜΜΕ στην εν λόγω αγορά ως εξής:
(α) Διασφαλίζοντας τη διάδοση σαφών και εύκολα προσβάσιμων πληροφοριών σχετικά με:
(i) τις διαθέσιμες ΣΕΑ και τις ρήτρες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις ΣΕΑ που συνάπτονται μεταξύ ΠΕΥ και τελικού χρήστη ενέργειας προκειμένου να διασφαλίζονται η εξοικονόμηση ενέργειας και τα δικαιώματα των τελικών χρηστών ενέργειας·
(ii) τα χρηματοοικονομικά μέσα, τα κίνητρα, τις επιχορηγήσεις και τα δάνεια για τη στήριξη έργων υπέρ της ενεργειακής απόδοσης·
(β) ενθαρρύνοντας την ανάπτυξη σημάτων ποιότητας, μεταξύ άλλων, από εμπορικές ενώσεις·
(γ) δημοσιοποιώντας και επικαιροποιώντας τακτικά τον κατάλογο των παρόχων ενεργειακών υπηρεσιών που είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο παρόχων ενεργειακών υπηρεσιών δυνάμει των περί Ενεργειακής Απόδοσης κατά την Τελική Χρήση και τις Ενεργειακές Υπηρεσίες (Πάροχοι Ενεργειακών Υπηρεσιών) Κανονισμούς ή παρέχοντας διεπαφή στην οποία οι πάροχοι ενεργειακών υπηρεσιών μπορούν να παρέχουν πληροφορίες·
(δ) υποστηρίζοντας την ανάληψη, από το δημόσιο τομέα, προσφορών ενεργειακών υπηρεσιών, κυρίως για ανακαινίσεις κτιρίων, διαθέτοντας για το σκοπό αυτό πληροφορίες σχετικά με βέλτιστες πρακτικές για σύναψη ΣΕΑ και άλλα βοηθητικά έγγραφα που να περιλαμβάνουν, εφόσον υπάρχει, ανάλυση κόστους-οφέλους χρησιμοποιώντας μια προσέγγιση που θα βασίζεται στον κύκλο ζωής και παρέχοντας υποδείγματα συμβάσεων για συνάψεις συμβάσεων ενεργειακής απόδοσης τα οποία περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα στοιχεία που παρατίθενται στην παράγραφο (1) του Κανονισμού 9 των περί της Ενεργειακής Απόδοσης κατά την Τελική Χρήση και τις Ενεργειακές Υπηρεσίες (Πάροχοι Ενεργειακών Υπηρεσιών) Κανονισμών.
(10) Η αρμόδια αρχή, όπου ενδείκνυται, υποστηρίζει την ορθή λειτουργία της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών ως εξής:
(α) εντοπίζοντας και δημοσιοποιώντας σημεία επαφής στα οποία οι τελικοί χρήστες ενέργειας μπορούν να λαμβάνουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (9),
(β) λαμβάνοντας, εφόσον απαιτείται, μέτρα για την άρση των κανονιστικών και μη κανονιστικών φραγμών που παρεμποδίζουν τη σύναψη συμβάσεων ενεργειακής απόδοσης και άλλα πρότυπα υπηρεσιών ενεργειακής αποδοτικότητας για τον εντοπισμό ή/και την εφαρμογή μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας,
(γ) μελετώντας την παραπομπή σε διαμεσολαβητή, που είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Διαμεσολαβητών του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ορισμένων Θεμάτων Διαμεσολάβησης σε Αστικές Διάφορες Νόμου, για να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική διαχείριση καταγγελιών και η εξωδικαστική επίλυση διαφορών που ανακύπτουν από συμβάσεις ενεργειακών υπηρεσιών και σε περίπτωση που η διαφορά αφορά καταναλωτή, εφαρμόζονται οι διατάξεις του περί της Εναλλακτικής Επίλυσης Καταναλωτικών Διαφορών Νόμου,
(δ) επιτρέποντας σε ανεξάρτητους φορείς της αγοράς να διαδραματίζουν ρόλο στην τόνωση της ανάπτυξης της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών από την πλευρά τόσο της ζήτησης όσο και της προσφοράς.
6.-(1) Οι διανομείς ενέργειας, οι διαχειριστές συστημάτων διανομής και οι εταιρείες λιανικής πώλησης ενέργειας υποχρεούνται να παρέχουν, κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής, μια φορά το χρόνο τις συγκεντρωτικές στατιστικές πληροφορίες σχετικά με τους τελικούς καταναλωτές τους.
(2) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) πρέπει να είναι επαρκείς προκειμένου να σχεδιάζονται και να υλοποιούνται καταλλήλως προγράμματα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, και να προάγονται και να παρακολουθούνται οι ενεργειακές υπηρεσίες και άλλα μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης. Στις εν λόγω πληροφορίες μπορούν να περιλαμβάνονται ιστορικές πληροφορίες και πρέπει να περιλαμβάνονται επίκαιρες πληροφορίες για την κατανάλωση των τελικών χρηστών, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των χαρακτηριστικών φορτίου, του διαχωρισμού των πελατών, και της γεωγραφικής θέσης των πελατών, σεβόμενες ταυτόχρονα την ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα όσων πληροφοριών είναι είτε ιδιωτικού χαρακτήρα είτε εμπορικώς ευαίσθητες, σε συμμόρφωση με την εφαρμοστέα κοινοτική νομοθεσία.
(2Α) Oι πάροχοι ενεργειακής υπηρεσίας παρέχουν στην αρμόδια αρχή πληροφορίες, για σκοπούς παρακολούθησης και ελέγχου των παρεχόμενων υπηρεσιών ενεργειακής απόδοσης, στο πλαίσιο εφαρμογής των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 9.
(2Β) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην αρμόδια αρχή με βάση το εδάφιο (2Α) και δυνατόν να περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, θεωρούνται εμπιστευτικού χαρακτήρα και τηρούνται γι’ αυτές οι διατάξεις του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(2Γ) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην αρμόδια αρχή με βάση το εδάφιο (2Α), και δυνατόν να περιλαμβάνουν εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες, θεωρούνται εμπιστευτικές.
(3)(α) Οι πληροφορίες που δίδονται στην αρμόδια αρχή με βάση το εδάφιο (1) και δυνατόν να περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και ευαίσθητα δεδομένα, θεωρούνται εμπιστευτικού χαρακτήρα και τηρούνται για αυτές οι διατάξεις του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου.
(β)(i) Οι πληροφορίες που δίνονται στην αρμόδια αρχή με βάση το εδάφιο (1) και που δυνατό να περιλαμβάνουν εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες, θεωρούνται εμπιστευτικές κατά την έννοια του άρθρου 13 του περί Στατιστικής Νόμου.
(ii) Εξουσιοδοτημένος λειτουργός, ο οποίος λαμβάνει εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες κατά την έννοια της υποπαραγράφου (i) ή κατά την έννοια του εδαφίου (2Γ) δημοσιεύει ή κοινοποιεί σε μη εξουσιοδοτημένο πρόσωπο οποιαδήποτε τέτοια πληροφορία, διαπράττει αδίκημα, και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες ευρώ (€30.000) ή και στις δύο αυτές ποινές:
Νοείται ότι, η υποχρέωση προς εχεμύθεια δεν ισχύει:
(αα) Όταν παρέχεται η έγγραφη συγκατάθεση του προσώπου που έχει υποχρέωση παροχής των πληροφοριών με βάση το εδάφιο (1) ή με βάση το εδάφιο (2Α)∙
(ββ) έναντι δικαστηρίου∙
(γγ) έναντι Ερευνητικής Επιτροπής, που διορίσθηκε και ενεργεί δυνάμει του περί Ερευνητικών Επιτροπών Νόμου∙
(δδ) έναντι ποινικού ανακριτή, ο οποίος διεξάγει ανάκριση, με βάση το άρθρο 4 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου∙
(εε) έναντι της Μονάδας Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης, δυνάμει του περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμου∙
(στστ) έναντι της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της βάσει του περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου·
(ζζ) έναντι της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της δυνάμει του περί της Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμου και του περί Ρύθμισης της Αγοράς Φυσικού Αερίου Νόμου.
7.-(1) Για σκοπούς διαπίστωσης της τήρησης των υποχρεώσεων που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο ή/και στους Κανονισμούς και στα διατάγματα που εκδίδονται δυνάμει αυτού, η αρμόδια αρχή και κάθε εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχουν τα ακόλουθα καθήκοντα και εξουσίες:
(α) Τη διενέργεια επιτόπιων επιθεωρήσεων και ερευνών, περιλαμβανομένης της πρόσβασης σε κάθε χώρο, έδαφος ή μέσο μεταφοράς, ώστε να εξετάζουν, να κατάσχουν, να λαμβάνουν ή να αποκτούν αντίγραφα στοιχείων, δεδομένων ή εγγράφων, ανεξαρτήτως του μέσου αποθήκευσής τους·
(β) την κατάσχεση κάθε πληροφορίας, δεδομένου ή εγγράφου για το χρονικό διάστημα και στο βαθμό που απαιτείται για την έρευνα·
(γ) να απαιτούν από κάθε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού του φορέα τον οποίο αφορά η έρευνα να παρέχει εξηγήσεις όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά, τις πληροφορίες, τα δεδομένα ή τα έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο της έρευνας και να καταγράφουν τις απαντήσεις·
(δ) να ζητούν και να λαμβάνουν οποιαδήποτε στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων συμβάσεων, δεδομένων, πληροφοριών και/ή άλλων συναφών στοιχείων, καταχωρημένα σε μηχανικό, ηλεκτρικό ή ηλεκτρονικό σύστημα δεδομένων, και οποιαδήποτε βιβλία και έγγραφα, τα οποία βρίσκονται σε υποστατικό ή άλλο χώρο ή σε μεταφορικό μέσο και να παίρνουν αντίγραφα, σε οποιαδήποτε μορφή, φωτοτυπίες και αποσπάσματα τους, ανεξαρτήτως του μέσου ή του τόπου αποθήκευσής τους·
(ε) να ζητούν την προσκόμιση σε τακτή προθεσμία αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με την ακρίβεια των πραγματικών ισχυρισμών του υπό διερεύνηση φορέα αναφορικά με ενδεχόμενη παράβαση του παρόντος Νόμου, στη βάση των δεδομένων της συγκεκριμένης υπόθεσης και λαμβάνοντας υπόψη τα έννομα συμφέροντα του φορέα και των λοιπών επηρεαζόμενων:
(στ)να λαμβάνουν φωτογραφίες και/ή μαγνητοσκοπημένα αρχεία των υποστατικών, του χρησιμοποιούμενου εξοπλισμού, των διαφημίσεων και/ή των μεταδιδόμενων εκπομπών του εμπορευόμενου, ανεξαρτήτως του χρησιμοποιούμενου μέσου μετάδοσης αυτών:
(ζ) να εισέρχονται σε υποστατικό ή άλλο χώρο και σε μεταφορικό μέσο-
(i) με συνοδεία από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, του οποίου την παρουσία κρίνουν αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκεί εξουσία δυνάμει του παρόντος άρθρου,
(ii) φέροντας οποιοδήποτε εξοπλισμό ή υλικά, που κρίνουν αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκούν εξουσία δυνάμει του παρόντος άρθρου, και
(iii) λαμβάνοντας δείγματα προϊόντων δωρεάν και οποιαδήποτε άλλα τεκμήρια που κρίνουν αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκούν εξουσία δυνάμει του παρόντος άρθρου:
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), δεν επιτρέπεται η είσοδος σε κατοικία ή η άσκηση σε κατοικία οποιασδήποτε άλλης εξουσίας, εκτός κατόπιν δικαστικού διατάγματος.
(3) Ο κάτοχος και ο υπεύθυνος οποιουδήποτε υποστατικού ή άλλου χώρου ή μεταφορικού μέσου και αυτός που προσφέρει ή παρέχει σχετική με την υπό διερεύνηση παράβαση υπηρεσία και οποιοδήποτε πρόσωπο απασχολείται σε υποστατικό ή άλλο χώρο ή μεταφορικό μέσο, στο οποίο εισέρχεται εξουσιοδοτημένος λειτουργός, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), έχουν έκαστος υποχρέωση να παρέχουν στoν εξουσιοδοτημένο λειτουργό οποιαδήποτε πληροφορία κατέχουν και κάθε διευκόλυνση, την οποία αυτός εύλογα ζητεί, ο δε εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει εξουσία να ζητεί και να λαμβάνει οποιαδήποτε τέτοια πληροφορία και διευκόλυνση.
(4) Κάθε εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει υποχρέωση να επιδεικνύει, εφόσον του ζητηθεί, πριν και κατά την άσκηση οποιασδήποτε από τις εξουσίες που του χορηγούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου, αποδεικτικό έγγραφο της ιδιότητάς του.
(5) Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι δεν τηρούνται οι υποχρεώσεις που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο ή/και στους Κανονισμούς και στα διατάγματα που εκδίδονται δυνάμει αυτού, εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί δύνανται να επιδίδουν ειδοποίηση στο πρόσωπο, που κατά την κρίση τους, προβαίνει σε τέτοια παράβαση, µε την οποία επισημαίνεται η παράβαση και καλείται το πρόσωπο αυτό να συμμορφωθεί μέσα σε χρονικό διάστημα που καθορίζεται στην ειδοποίηση, ανάλογα µε τη φύση της παράβασης.
(6) Σε περίπτωση που εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει επιδώσει ειδοποίηση με βάση το εδάφιο (5) σε αδειούχο ενεργειακό ελεγκτή ή ΕΕΥ και διαπιστώσει ότι δε συμμορφώθηκε με τις υποχρεώσεις που περιλαμβάνονται στην ειδοποίηση, η αρμόδια αρχή δύναται να αναστείλει την άδεια του ενεργειακού ελεγκτή ή της ΕΕΥ, μέχρις ότου τηρηθούν οι καθορισμένες υποχρεώσεις.
8. Ο Υπουργός, με διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δύναται -
(α) να καθορίζει διαδικασίες, απαιτήσεις, κατευθύνσεις, μεθοδολογίες, κώδικες πρακτικής, καθώς επίσης και τεχνικά πρότυπα, με τα οποία θα πρέπει να συμμορφώνονται οι ενεργειακοί ελεγκτές και οι ΕΕΥ, σε σχέση με τη λειτουργία τους και την εκτέλεση του έργου τους∙
(β) να καθορίζει την αποζημίωση των μελών της Επιτροπής Ενεργειακών Ελεγκτών ανά συνεδρία·
(γ) να καθορίζει τους συντελεστές μετατροπής σε σχέση με το ενεργειακό περιεχόμενο των καυσίμων·
(δ) να καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα κόστη που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 17 είναι λογικά·
(ε) να καθορίζει τις προϋποθέσεις και τις κατευθύνσεις για την εφαρμογή του άρθρου 16·
(στ) να καθορίζει τις προϋποθέσεις και τις κατευθύνσεις για την εφαρμογή της παραγράφου (στ) του Παραρτήματος ΙΙ·
(ζ) να καθορίζει τα καθεστώτα πιστοποίησης ή τα άλλα ισοδύναμα καθεστώτα επαγγελματικών προσόντων για τους εγκαταστάτες στοιχείων του κελύφους του κτιρίου και τους διαχειριστές ενέργειας και τον τρόπο δημοσιοποίησής τους·
(η) να καθορίζει Συνολικό Σωρευτικό Στόχο, Ετήσιο Σωρευτικό Στόχο και Ελάχιστο Ετήσιο Ποσοστό Συμμόρφωσης για τα υπόχρεα μέρη∙
(θ) να καθορίζει σύμφωνα με τις εισηγήσεις της αρμόδιας αρχής, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 4Α, τα υπόχρεα μέρη για εφαρμογή καθεστώτος ενεργειακής απόδοσης και τον Ετήσιο Σωρευτικό Στόχο υπόχρεου μέρους∙
(ι) να καθορίζει συντελεστή προσαύξησης σε τεχνικά ή/και συμπεριφορικά μέτρα που υλοποιούνται από υπόχρεα μέρη και αφορούν συγκεκριμένες ομάδες καταναλωτών∙
(ια) να δημοσιοποιεί και επικαιροποιεί μεθοδολογίες υπολογισμού της εξοικονομηθείσας ενέργειας ή/και ενδεικτικό κατάλογο επιλέξιμων μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης.
9. -(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας για τη ρύθμιση κάθε θέματος, το οποίο δυνάμει του παρόντος Νόμου χρειάζεται να καθοριστεί ή είναι δεκτικό καθορισμού, για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για -
(α) τη διαδικασία, τους όρους και τις προϋποθέσεις για έκδοση, ανανέωση, τροποποίηση και ανάκληση άδειας ενεργειακού ελεγκτή και ΕΕΥ από την αρμόδια αρχή,
(β) τον καθορισμό των προσόντων και γνώσεων σε εξειδικευμένα εκπαιδευτικά προγράμματα που πρέπει να κατέχουν οι ενεργειακοί ελεγκτές και οι ΕΕΥ,
(γ) τον καθορισμό των κανόνων και αρχών που διέπουν την εκτέλεση του έργου των ενεργειακών ελεγκτών και των ΕΕΥ,
(δ) τον καθορισμό των κατηγοριών των αδειούχων ενεργειακών ελεγκτών και του πεδίου εφαρμογής και της έκτασης εργασιών κάθε κατηγορίας, καθώς και ειδικές απαιτήσεις σε σχέση με κάθε συγκεκριμένη κατηγορία,
(ε) τον καθορισμό συγκεκριμένων εργασιών ή ιδιοτήτων που είναι ασυμβίβαστες με το έργο των ενεργειακών ελεγκτών και των ΕΕΥ,
(στ) τη σύσταση και τον καθορισμό του περιεχομένου του μητρώου των ενεργειακών ελεγκτών και των ΕΕΥ,
(ζ) τη σύσταση Επιτροπής Ενεργειακών Ελεγκτών και τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων της, των καθηκόντων της, τον τρόπο λειτουργίας της και τη διαδικασία λήψης των αποφάσεών της∙
(η) τον καθορισμό των ελάχιστων προνοιών των ΣΕΑ∙
(θ) τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Ενεργειακών Ελεγκτών αναφορικά με τους παρόχους ενεργειακών υπηρεσιών∙
(i) την κατανομή κινήτρων μεταξύ ιδιοκτήτη και ενοικιαστή κτηρίου ή μεταξύ ιδιοκτητών, με σκοπό να διασφαλιστεί ότι τα συγκεκριμένα μέρη δεν αποτρέπονται ως προς την πραγματοποίηση επενδύσεων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, τις οποίες θα είχαν ειδάλλως πραγματοποιήσει, από το γεγονός ότι ατομικά δεν αποκομίζουν όλα τα οφέλη ή λόγω έλλειψης κανόνων επιμερισμού του κόστους και των οφελών μεταξύ τους, συμπεριλαμβανομένων κανόνων και μέτρων για την διευθέτηση των διαδικασιών λήψης αποφάσεων για την πολυιδιοκτησία∙
(ια) την επιβολή σε υπόχρεα μέρη υποχρέωσης για επίτευξη μέρους του σωρευτικού στόχου εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση όπως καθορίζεται στο άρθρο 4Α·
(κ) τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται για να διασφαλίζεται ότι μεμονωμένοι δημόσιοι φορείς διευκολύνονται ως προς την πραγματοποίηση επενδύσεων για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και την ελαχιστοποίηση του κόστους του αναμενόμενου κύκλου ζωής και από την χρησιμοποίηση συμβάσεων ενεργειακής απόδοσης και άλλων χρηματοδοτικών μηχανισμών τρίτων μερών σε μακροπρόθεσμη ΣΕΑ.
10. -(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο -
(α) εκτελεί καθήκοντα του ενεργειακού ελεγκτή ή ΕΕΥ χωρίς να κατέχει ισχύουσα άδεια με βάση το εδάφιο (1) του άρθρου 5∙
(β) παραβιάζει οποιουσδήποτε όρους και προϋποθέσεις άδειας που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 5∙
(γ) παραβιάζει τις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 5∙
(δ) παραβιάζει τις διατάξεις του εδαφίου (1) ή του εδαφίου (2Α) του άρθρου 6∙
(ε) εμποδίζει τους εξουσιοδοτημένους λειτουργούς να ασκήσουν τις εξουσίες που τους παρέχονται δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 7∙
(στ) παραβιάζει οποιεσδήποτε διατάξεις Κανονισμών ή/και Διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου,
διαπράττει ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Σε περίπτωση που οποιοδήποτε πρόσωπο υπό την ιδιότητα του διευθύνοντα συμβούλου, διευθυντή ή άλλου αξιωματούχου νομικού προσώπου, διαπράττει ή συνεργεί ή συναινεί στη διάπραξη ποινικού αδικήματος κατά παράβαση διάταξης του παρόντος Νόμου, τότε το πρόσωπο αυτό υπόκειται στις ποινές που καθορίζονται στο εδάφιο (1).
(3) Όταν τα μέλη νομικού προσώπου διευθύνουν τις υποθέσεις αυτού, τότε εφαρμόζεται το εδάφιο (1) σε σχέση με τις πράξεις ή παραλείψεις μέλους που αφορούν τις αρμοδιότητες του διευθυντή ως εάν να ήταν διευθύνων σύμβουλος ή διευθυντής του νομικού προσώπου.
11.-(1) Σε περίπτωση που ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι πρόσωπο:
(α) δηλώνει ότι είναι ενεργειακός ελεγκτής ή πάροχος ενεργειακών υπηρεσιών ή/και εκτελεί τα καθήκοντα του ενεργειακού ελεγκτή ή ΕΕΥ χωρίς να κατέχει ισχύουσα άδεια με βάση το εδάφιο (1) του άρθρου 5∙
(β) παραβιάζει οποιουσδήποτε όρους και προϋποθέσεις άδειας που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 5∙
(γ) παραβιάζει τις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 5∙
(δ) παραβιάζει τις διατάξεις του εδαφίου (1) ή του εδαφίου (2Α) του άρθρου 6∙
(ε) ή/και εμποδίζει την αρμόδια αρχή να ασκήσει τις εξουσίες που της παρέχονται δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 7∙
(στ) παραβιάζει οποιεσδήποτε διατάξεις του Νόμου ή/και των Κανονισμών ή/και Διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου,
η αρμόδια αρχή, κατόπιν έκθεσης του εξουσιοδοτημένου λειτουργού και κατόπιν διεξαγωγής έρευνας, δύναται να επιβάλει σε τέτοιο πρόσωπο, διοικητικό πρόστιμο, που να μην υπερβαίνει τα τρακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€350.000), ανεξάρτητα από το αν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης δυνάμει οποιασδήποτε άλλης νομικής διάταξης ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα, τη διάρκεια και της έκταση της παράβασης.
(2) Προτού η αρμόδια αρχή επιβάλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του εδαφίου (1), ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο με γραπτή ειδοποίηση, που συντάσσεται, για την πρόθεση της αρμόδιας αρχής να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους η αρμόδια αρχή προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της ανωτέρω ειδοποίησης.
(3) Σε περίπτωση, κατά την οποία η αρμόδια αρχή αποφασίζει να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, δυνάμει του εδαφίου (1), τότε εκδίδει αιτιολογημένη απόφασή της -
(α) με την οποία καθορίζει την παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης, και
(β) την οποία κοινοποιεί στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.
(4) Πρόσωπο, στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο, δυνάμει του εδαφίου (1), δικαιούται, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτό της απόφασης περί επιβολής του διοικητικού προστίμου, να προσφύγει στον Υπουργό, αιτούμενο την αναθεώρηση της εν λόγω απόφασης.
(5) Ο Υπουργός εξετάζει την προσφυγή, οφείλοντας να ακούσει τον προσφεύγοντα ή να δώσει σε αυτόν την ευκαιρία να υποστηρίξει γραπτώς τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή και αποφασίζει -
(α) να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση∙
(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση∙
(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση∙
(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.
(6) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από την αρμόδια αρχή, όταν περάσει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου προθεσμία των εβδομήντα πέντε (75) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης για επιβολή του διοικητικού προστίμου στο επηρεαζόμενο πρόσωπο ή, σε περίπτωση που ασκείται προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, σύμφωνα με τα εδάφια (4) και (5), από τη διαβίβαση της επί της προσφυγής, απόφασης του Υπουργού.
(7) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής του κατά τον παρόντα Νόμο επιβαλλόμενου από τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό διοικητικού προστίμου, ο τελευταίος λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.
12.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο ισχυρίζεται ότι έχει προσβληθεί έννομο συμφέρον του, λόγω απόφασης, πράξης ή παράλειψης της αρμόδιας αρχής, έχει το δικαίωμα να υποβάλει εγγράφως ιεραρχική προσφυγή στον Υπουργό, αιτιολογώντας τους λόγους στους οποίους βασίζεται η προσφυγή, μέσα σε τριάντα (30) μέρες, είτε από την επίδοση της απόφασης ή πράξης της αρμόδιας αρχής, είτε από την ημέρα που η απόφαση ή η πράξη έχει περιέλθει σε γνώση του ενδιαφερομένου ή, σε περίπτωση παράλειψης, από την ημέρα που η παράλειψη περιήλθε σε γνώση του ενδιαφερομένου.
(2) Ο Υπουργός, αφού ακούσει τον ενδιαφερόμενο ή δώσει την ευκαιρία σε αυτόν να εκθέσει τις απόψεις του προφορικώς ή γραπτώς, αποφασίζει να -
(α) επικυρώσει ή ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση ή πράξη∙
(β) εκδώσει απόφαση σε αντικατάσταση της προσβληθείσας απόφασης ή πράξης ή για θεραπεία της παράλειψης∙
(γ) παραπέμψει την υπόθεση στην αρμόδια αρχή για επανεξέταση, υπό το φως τυχόν στοιχείων ή παρατηρήσεων που έχουν προκύψει από την ενώπιόν του διαδικασία.
13. Για τους σκοπούς κινητοποίησης ιδιωτικής χρηματοδότησης σε μέτρα ενεργειακής απόδοσης και ενεργειακής ανακαίνισης σύμφωνα και με τις διατάξεις του περί Ρύθμισης της Ενεργειακής Απόδοσης των Κτιρίων Νόμου, η αρμόδια αρχή, κατά την εφαρμογή του παρόντος Νόμου-
(α) εξετάζει τρόπους για καλύτερη αξιοποίηση των ενεργειακών ελέγχων βάσει των διατάξεων του άρθρου 5 προς επηρεασμό της διαδικασίας λήψης αποφάσεων· και
(β) αξιοποιεί με τον καλύτερο τρόπο τις δυνατότητες και τα εργαλεία που προτείνονται στην πρωτοβουλία “Έξυπνη χρηματοδότηση για έξυπνα κτίρια”.
14.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 4 του περί Ρύθμισης της Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων Νόμο, από την 1η Ιανουαρίου 2014 το 3% της συνολικής ωφέλιμης επιφάνειας θερμαινόμενων ή/και ψυχόμενων κτιρίων που είναι ιδιόκτητα και καταλαμβανόμενα από τις κεντρικές κυβερνητικές αρχές, ανακαινίζεται κάθε χρόνο προκειμένου να εκπληρωθούν τουλάχιστον οι ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης κτιρίου που έχουν τεθεί σύμφωνα με τον περί Ρύθμισης της Ενεργειακής Απόδοσης των Κτιρίων Νόμο. Το ποσοστό του 3% υπολογίζεται επί του συνολικού εμβαδού δαπέδων των κτιρίων με συνολικό ωφέλιμο εμβαδό πέραν των 500τ.μ. που είναι ιδιόκτητα και καταλαμβανόμενα από κεντρικές κυβερνητικές αρχές του κράτους, τα οποία την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους δεν πληρούν τις απαιτήσεις ελάχιστης ενεργειακής απόδοσης όπως καθορίζονται στον περί Ρύθμισης της Ενεργειακής Απόδοσης των Κτιρίων. Από τις 9 Ιουλίου 2015 το όριο των 500τ.μ. μειώνεται στα 250τ.μ.
(2) Εάν κατά το ένα έτος ανακαινισθεί περισσότερο από το 3% του συνολικού εμβαδού δαπέδων των κτιρίων της κεντρικής δημόσιας διοίκησης, δύναται να συνυπολογίζεται το πλεονάζον στο ετήσιο ποσοστό ανακαίνισης οποιουδήποτε από τα τρία προηγούμενα ή στα επόμενα έτη.
(3) Στο ετήσιο ποσοστό ανακαίνισης των κτιρίων της κεντρικής δημόσιας διοίκησης μπορούν να συνυπολογίζονται νέα κτίρια που είναι ιδιόκτητα και καταλαμβάνονται από την κεντρική δημόσια διοίκηση ως αντικατάσταση συγκεκριμένων κτιρίων που έχουν κατεδαφισθεί κατά τη διάρκεια των δύο προηγούμενων ετών ή τα κτίρια που έχουν πωληθεί, κατεδαφισθεί ή τεθεί εκτός λειτουργίας κατά τη διάρκεια των δύο προηγούμενων ετών λόγω της εντατικότερης χρήσης άλλων κτιρίων.
(4) Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1) η αρμόδια αρχή καταρτίζει και δημοσιοποιεί κατάλογο των κτιρίων κεντρικών κυβερνητικών αρχών με συνολικό ωφέλιμο εμβαδό πέραν των 500τ.μ. και από τις 9 Ιουλίου 2015 πέραν των 250τ.μ.. Ο κατάλογος περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) Το εμβαδό δαπέδου σε τετραγωνικά μέτρα.
(β) Την ενεργειακή απόδοση κάθε κτιρίου ή σχετικά ενεργειακά δεδομένα.
(5) Οι διατάξεις των εδαφίων (1), (2), (3) και (4) δεν εφαρμόζονται σε κτίρια που εμπίπτουν στις πιο κάτω κατηγορίες:
(α) κτίρια που έχουν κηρυχθεί ως διατηρητέες οικοδομές, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Διατηρητέων Οικοδομών Νόμου ή έχουν κηρυχθεί ως αρχαία μνημεία σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αρχαιοτήτων Νόμου, εφόσον η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου θα αλλοίωνε ουσιωδώς το χαρακτήρα τους, κατά την κρίση του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως ή του Τμήματος Αρχαιοτήτων, αντίστοιχα·
(β) κτίρια που ανήκουν στις ένοπλες δυνάμεις ή στην κεντρική δημόσια διοίκηση και εξυπηρετούν σκοπούς εθνικής άμυνας, εκτός από ενιαίους χώρους διαβίωσης ή κτίρια με γραφεία που προορίζονται για τις ένοπλες δυνάμεις και το λοιπό προσωπικό της εθνικής ασφάλειας·
(γ) κτίρια που χρησιμοποιούνται ως χώροι λατρείας ή για θρησκευτικές δραστηριότητες.
(6) Φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, οργανισμοί κατοικιών κοινωνικής πρόνοιας δημοσίου δικαίου και οι αρχές της κεντρικής δημόσιας διοίκησης δύναται, λαμβάνοντας υπόψη τις αρμοδιότητες τους, να:
(i) Εγκρίνουν σχέδιο ενεργειακής απόδοσης μεμονωμένο, ή ως μέρος ενός ευρύτερου κλιματικού ή περιβαλλοντικού σχεδίου το οποίο να περιέχει συγκεκριμένους στόχους και δράσεις ενεργειακής εξοικονόμησης και απόδοσης, με σκοπό τη συνέχιση του υποδειγματικού ρόλου των κτιρίων της κεντρικής δημόσιας διοίκησης που αναφέρονται στα εδάφια (1), (5) και (9)·
(ii) καθιερώσουν σύστημα ενεργειακής διαχείρισης το οποίο θα περιλαμβάνει ενεργειακούς ελέγχους, στο πλαίσιο υλοποίησης του σχεδίου τους·
(iii)χρησιμοποιούν, ενδεχομένως, αδειοδοτημένους από την αρμόδια αρχή παρόχους ενεργειακών υπηρεσιών και συμβάσεις ενεργειακής απόδοσης για να χρηματοδοτούν ανακαινίσεις και να εφαρμόζουν σχέδια για τη διατήρηση ή τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης μακροπρόθεσμα.
(7) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε τα κτίρια των κεντρικών κυβερνητικών αρχών με τη χαμηλότερη ενεργειακή απόδοση αποτελούν προτεραιότητα στα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, όπου αυτό είναι οικονομικά αποδοτικό και τεχνικά εφικτό.
(8) (α) Εναλλακτικά από τις απαιτήσεις των εδαφίων (1), (2), (3), (4) και (5), είναι δυνατό να λαμβάνονται άλλα οικονομικά αποδοτικά μέτρα, που να περιλαμβάνουν ριζικές ανακαινίσεις και μέτρα αλλαγής της συμπεριφοράς των χρηστών σε κτίρια που ανήκουν στα περιουσιακά στοιχεία των κεντρικών κυβερνητικών αρχών, προκειμένου να επιτευχθεί εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια των κεντρικών κυβερνητικών αρχών τουλάχιστον ισοδύναμη με αυτή που θα επέφερε η εφαρμογή των διατάξεων των εδαφίων (1), (2), (3) και (4). Σχετική έκθεση θα συντάσσεται ετησίως από την αρμόδια αρχή.
(β) Η αρμόδια αρχή δύναται να εκτιμήσει την εξοικονόμηση ενέργειας που θα επέφεραν οι διατάξεις των εδαφίων (1), (2), (3) και (4) χρησιμοποιώντας ενδεδειγμένες τιμές για την κατανάλωση ενέργειας των κτιρίων αναφοράς των κεντρικών κυβερνητικών αρχών πριν και μετά την ανακαίνιση, σύμφωνα με τις διαθέσιμες εκτιμήσεις της επιφάνειας του αποθέματος τους. Οι κατηγορίες των κτιρίων είναι αντιπροσωπευτικές του συνόλου των κτιρίων των κεντρικών κυβερνητικών αρχών.
15 -(1) (α) Οι κεντρικές κυβερνητικές αρχές αγοράζουν προϊόντα, υπηρεσίες και κτίρια ή/και μισθώνουν κτίρια μόνο υψηλής ενεργειακής απόδοσης, εφόσον αυτό συνάδει με την οικονομική αποδοτικότητα και την οικονομική σκοπιμότητα, τη γενικότερη βιωσιμότητα, την τεχνική καταλληλότητα καθώς και τον επαρκή ανταγωνισμό όπως αναφέρεται στο Παράρτημα II∙
(β) Η υποχρέωση της παραγράφου (α) ισχύει για τις συμβάσεις αγοράς προϊόντων, υπηρεσιών και κτιρίων από κεντρικές κυβερνητικές αρχές, εφόσον η αξία των συμβάσεων αυτών είναι ίση ή υπερβαίνει τα κατώτατα όρια που ορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 19, του περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών και για Συναφή Θέματα Νόμου και που εκάστοτε αναθεωρούνται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 92 του ιδίου Νόμου.
(γ) Η αρμόδια αρχή δημοσίων συμβάσεων δύναται να εκδίδει εγκυκλίους για την εφαρμογή των παραγράφων (α) και (β).
(δ) Για την εφαρμογή της παραγράφου (γ), η αρμόδια αρχή δημοσίων συμβάσεων δύναται να ζητά και λαμβάνει τις απόψεις άλλων αρμόδιων υπηρεσιών του Κράτους.
(2) Η υποχρέωση του εδαφίου (1), εφαρμόζεται στις συμβάσεις των ενόπλων δυνάμεων, μόνο στο βαθμό που η εφαρμογή της δεν συγκρούεται με το χαρακτήρα και την πρωταρχική επιδίωξη των δραστηριοτήτων των ενόπλων δυνάμεων. Η υποχρέωση δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις προμήθειας στρατιωτικού εξοπλισμού, όπως αυτές ορίζονται στο περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Ορισμένων Συμβάσεων, Προμηθειών, Έργων, και Παροχής Υπηρεσιών που Συνάπτονται από Αναθέτουσες Αρχές ή Αναθέτοντες Φορείς στους Τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας και για Συναφή Θέματα Νόμο.
(3) Η αρμόδια αρχή δημοσίων συμβάσεων παροτρύνει τους δημόσιους φορείς, μεταξύ άλλων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, αφού λάβουν δεόντως υπόψη τις εκατέρωθεν αρμοδιότητες και τη διοικητική διάρθρωση και ακολουθώντας τον υποδειγματικό ρόλο των κεντρικών κυβερνητικών αρχών, να αγοράζουν μόνο προϊόντα, υπηρεσίες και κτίρια υψηλής ενεργειακής απόδοσης. Η αρμόδια αρχή δημοσίων συμβάσεων παροτρύνει τους δημόσιους φορείς, κατά τη διαδικασία σύναψης συμβάσεων παροχής υπηρεσιών με σημαντικό ενεργειακό περιεχόμενο, να εκτιμούν κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα σύναψης μακροχρόνιων συμβάσεων ενεργειακής απόδοσης, οι οποίες επιφέρουν μακροπρόθεσμη εξοικονόμηση ενέργειας.
(4) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (1), κατά την αγορά δέσμης προϊόντων η οποία καλύπτεται στο σύνολό της από κατ’ εξουσιοδότηση πράξη εκδοθείσα δυνάμει της Οδηγίας 2010/30/ΕΕ οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να διατυπώνουν την απαίτηση ώστε η συγκεντρωτική ενεργειακή απόδοση να έχει προτεραιότητα έναντι της ενεργειακής απόδοσης επιμέρους προϊόντων στο πλαίσιο της ίδιας δέσμης, αγοράζοντας τη δέσμη προϊόντων που πληροί το κριτήριο της ανώτερης κατηγορίας ενεργειακής απόδοσης.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 109(I)/2021
18 -(1) Η αρμόδια αρχή μεριμνά για τη λήψη μέτρων που να προαγάγουν και να διευκολύνουν την αποδοτική χρήση της ενέργειας από μικρούς τελικούς χρήστες ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των νοικοκυριών. Τα μέτρα είναι δυνατό να περιλαμβάνουν:
(α) Φορολογικά κίνητρα,
(β) πρόσβαση σε χρηματοδότηση, δάνεια ή επιδοτήσεις,
(γ) παροχή πληροφοριών,
(δ) υποδειγματικά έργα,
(ε) δραστηριότητες στο χώρο εργασίας,
(στ) ενημέρωση των τελικών χρηστών ενέργειας για αλλαγές που είναι οικονομικά αποδοτικές και εύκολα εφαρμόσιμες σε σχέση με τη χρήση της ενέργειας και πληροφοριών για μέτρα ενεργειακής απόδοσης.
(2) Η αρμόδια αρχή μεριμνά για τη γνωστοποίηση στους τελικούς χρήστες ενέργειας του τρόπου αδειοδότησης ενεργειακών ελεγκτών και παρόχων ενεργειακών υπηρεσιών και του καθεστώτος πιστοποίησης ή/και των άλλων ισοδύναμων καθεστώτων επαγγελματικών προσόντων για του εγκαταστάτες στοιχείων του κελύφους του κτιρίου και τους διαχειριστές ενέργειας.
(3) Η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι η ενημέρωση όσον αφορά τους διαθέσιμούς μηχανισμούς βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, καθώς και τα οικονομικά και νομικά πλαίσια, είναι διαφανής και διαδίδονται ευρέως σε όλους του ενδιαφερόμενους συντελεστές της αγοράς, όπως οι τελικοί χρήστες ενέργειας, οι οικοδόμοι, οι εγκαταστάτες τεχνικών συστημάτων, οι αρχιτέκτονες, οι μηχανικοί, οι ειδικευμένοι εμπειρογνώμονες, οι επιθεωρητές συστημάτων θέρμανσης, οι επιθεωρητές συστημάτων κλιματισμού, ενεργειακοί ελεγκτές, καθώς και οι υπεύθυνοι εγκατάστασης των στοιχείων του κτιρίου όπως αυτά ορίζονται στον περί Ρύθμισης της Ενεργειακής Απόδοσης των Κτιρίων Νόμο.
(4) Η αρμόδια αρχή ενθαρρύνει την παροχή πληροφοριών σε τράπεζες και σε άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για τις δυνατότητες συμμετοχής τους, ως χρηματοδότες για τη χρηματοδότηση μέτρων για βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, όπως είναι οι συμπράξεις ιδιωτικού/ δημόσιου τομέα και η παροχή ενεργειακών υπηρεσιών.
(5) Η αρμόδια αρχή δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για τους παράγοντες της αγοράς ώστε να παρέχουν επαρκή και στοχευμένη ενημέρωση και συμβουλές προς τους τελικούς χρήστες ενέργειας σχετικά με την ενεργειακή απόδοση.
(6) Η αρμόδια αρχή, οι τοπικές και περιφερειακές αρχές προωθούν πρωτοβουλίες ενημέρωσης, ευαισθητοποίησης και κατάρτισης για ενημέρωση των πολιτών για τα οφέλη που προκύπτουν από την υιοθέτηση μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης.
19-(1)(α) Η αρμόδια αρχή θεσπίζει και θέτει σε εφαρμογή εθνικό πρόγραμμα ενεργειακής απόδοσης, το οποίο πρόγραμμα περιλαμβάνει καθορισμό μέτρων πολιτικής προς επίτευξη εξοικονόμησης ενέργειας, ισοδύναμης με πραγματοποίηση νέων εξοικονομήσεων κάθε χρόνο όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 4.
(β) [Διαγράφηκε].
(2) [Διαγράφηκε].
(3) [Διαγράφηκε].
(4) [Διαγράφηκε].
(5) [Διαγράφηκε].
(6) Η αρμόδια αρχή παρακολουθεί ετησίως την εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνει από την εφαρμογή των εδαφίων (1), (2), (3), (4) και (5) και εάν το κρίνει απαραίτητο δύναται να εντάξει στο εθνικό πρόγραμμα ενεργειακής απόδοσης καθεστώτα επιβολής υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης σε υπόχρεα μέρη. Κανονισμοί που εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο δύναται να επιβάλουν σε υπόχρεα μέρη υποχρέωση για επίτευξη μέρους του σωρευτικού στόχου εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση ως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, που υπολογίζεται από την εφαρμογή των διατάξεων του εδαφίου 19(1)(α) και να καθορίσουν τις λεπτομέρειες που θα αφορούν τα καθεστώτα επιβολής υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
(άρθρο 15)
ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ, ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ
ΚΤΙΡΙΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
Οι κεντρικές κυβερνητικές αρχές που αγοράζουν προϊόντα, υπηρεσίες ή κτίρια θα πρέπει, στον βαθμό που τούτο είναι συμβατό προς την οικονομική αποδοτικότητα, την οικονομική σκοπιμότητα, τη γενικότερη βιωσιμότητα, την τεχνική καταλληλότητα, καθώς και τον επαρκή ανταγωνισμό:
(α) Εάν ένα προϊόν καλύπτεται από κατ’ εξουσιοδότηση πράξη εκδοθείσα δυνάμει της οδηγίας 2010/30/ΕΕ ή σχετικής εκτελεστικής οδηγίας της Επιτροπής, να αγοράζουν αποκλειστικά προϊόντα που πληρούν το κριτήριο σύμφωνα με το οποίο ανήκουν στην υψηλότερη δυνατή κατηγορία ενεργειακής απόδοσης, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να εξασφαλιστεί επαρκής ανταγωνισμός,
(β) εάν ένα προϊόν που δεν καλύπτεται από το στοιχείο α) καλύπτεται από εκτελεστικό μέτρο δυνάμει της οδηγίας 2009/125/ΕΚ που εγκρίθηκε μετά την έναρξη της ισχύος της παρούσας οδηγίας, να αγοράζουν αποκλειστικά προϊόντα τα οποία συμμορφώνονται προς τα κριτήρια αναφοράς για την ενεργειακή απόδοση που προσδιορίζονται στο εν λόγω εκτελεστικό μέτρο,
(γ) να αγοράζουν προϊόντα εξοπλισμού γραφείου που καλύπτονται από την απόφαση 2006/1005/ΕΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά με το συντονισμό προγραμμάτων επισήμανσης της ενεργειακής απόδοσης για το γραφειακό εξοπλισμό τα οποία συμμορφώνονται προς απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης που δεν είναι λιγότερο αυστηρές από τις απαιτήσεις που παρατίθενται στο παράρτημα Γ της συμφωνίας που επισυνάπτεται στην εν λόγω απόφαση,
(δ) να αγοράζουν αποκλειστικά ελαστικά που συμμορφώνονται προς το κριτήριο σύμφωνα με το οποίο έχουν την υψηλότερη κατηγορία ενεργειακής απόδοσης καυσίμων, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1222/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με τη σήμανση των ελαστικών επισώτρων αναφορικά με την εξοικονόμηση καυσίμου και άλλες ουσιώδεις παραμέτρους . Η απαίτηση αυτή δεν εμποδίζει τους δημόσιους φορείς να αγοράζουν ελαστικά με την υψηλότερη κατηγορία πρόσφυσης σε υγρό οδόστρωμα ή κατηγορία εξωτερικού θορύβου κύλισης, όταν δικαιολογείται για λόγους ασφάλειας ή δημόσιας υγείας,
(ε) να απαιτούν, στα έγγραφα διαγωνισμού για παροχή υπηρεσιών, από τους παρόχους υπηρεσιών να χρησιμοποιούν, για τους σκοπούς της παροχής των εν λόγω υπηρεσιών, αποκλειστικά προϊόντα που συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ), κατά την παροχή των υπόψη υπηρεσιών. Η απαίτηση αυτή ισχύει μόνο για τα νέα προϊόντα που αγοράζουν οι πάροχοι υπηρεσιών εν μέρει ή εξ ολοκλήρου για το σκοπό της παροχής της συγκεκριμένης υπηρεσίας,
(στ) να αγοράζουν ή συνάπτουν νέες συμφωνίες μίσθωσης αποκλειστικά για κτίρια που πληρούν τουλάχιστον τις ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 15, εδάφιο (1), εκτός εάν σκοπός της αγοράς είναι:
(i) η ανάληψη ριζικής ανακαίνισης ή η κατεδάφισης,
(ii) σε περίπτωση δημόσιων φορέων, η μεταπώληση του κτιρίου χωρίς να χρησιμοποιηθεί για ίδιους σκοπούς του δημόσιου φορέα, ή
(iii) η διατήρηση του κτιρίου ως επισήμως προστατευόμενο τμήμα συγκεκριμένου περιβάλλοντος ή λόγω της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής ή ιστορικής του αξίας.
Η συμμόρφωση προς τις εν λόγω απαιτήσεις επαληθεύεται μέσω των πιστοποιητικών ενεργειακής απόδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 6 του περί Ρύθμισης της Ενεργειακής Απόδοσης των Κτιρίων Νόμου.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ
(Άρθρο 4)
ΚΟΙΝΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΚΑΙ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΩΝ
ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ Ή
ΑΛΛΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 4, 4Α ΚΑΙ 4Β
1. Μέθοδοι για τον υπολογισμό της εξοικονόμησης ενέργειας, εκτός εκείνης που προκύπτει από φορολογικά μέτρα για τους σκοπούς των άρθρων 4, 4Α και 4Β.
Τα υπόχρεα, συμμετέχοντα ή εξουσιοδοτηθέντα μέρη ή οι δημόσιες αρχές επιβολής μπορούν να χρησιμοποιούν τις ακόλουθες μεθόδους για να υπολογίζουν την εξοικονόμηση ενέργειας:
(α) Την προβλεπόμενη εξοικονόμηση, με βάση τα αποτελέσματα ανεξάρτητου ελέγχου προηγούμενων ενεργειακών βελτιώσεων σε παρόμοιες εγκαταστάσεις· η γενική προσέγγιση ονομάζεται “εκ των προτέρων”·
(β) την καταμετρημένη εξοικονόμηση, στο πλαίσιο της οποίας η εξοικονόμηση από την εφαρμογή μέτρου ή δέσμης μέτρων προσδιορίζεται με την κατάγραφή της πραγματικής μείωσης της χρήσης ενέργειας, λαμβανομένων δεόντως υπόψη παραγόντων όπως η προσθετικότητα, ο βαθμός πληρότητας, τα επίπεδα παραγωγής και οι καιρικές συνθήκες που ενδέχεται να επηρεάζουν την κατανάλωση· η γενική προσέγγιση ονομάζεται “εκ των υστέρων”·
(γ) την κλιμακωτή εξοικονόμηση, όταν χρησιμοποιούνται εκτιμήσεις μηχανικού για την εξοικονόμηση· αυτή η προσέγγιση μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο όταν είναι δύσκολη ή δυσανάλογα δαπανηρή η εξαγωγή έγκυρων δεδομένων από μετρήσεις σε συγκεκριμένη εγκατάσταση, π.χ. αντικατάσταση συμπιεστή ή ηλεκτρικού κινητήρα διαφορετικής κατάταξης σε kWh από εκείνον για τον οποίο υπάρχουν ανεξάρτητες μετρήσεις όσον αφορά την εξοικονόμηση, ή όταν οι εκτιμήσεις αυτές διεξάγονται βάσει εθνικών μεθοδολογιών και κριτηρίων αναφοράς από ειδικευμένους ή πιστοποιημένους εμπειρογνώμονες, οι οποίοι εργάζονται ανεξάρτητα από τα υπόχρεα, τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα εμπλεκόμενα μέρη·
(δ) την εξοικονόμηση σύμφωνα με έρευνα, όταν προσδιορίζεται η ανταπόκριση των καταναλωτών σε συμβουλές, ενημερωτικές εκστρατείες, καθεστώτα επισήμανσης ή πιστοποίησης ή “έξυπνες” μετρήσεις· η προσέγγιση αυτή μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο για εξοικονόμηση που προκύπτει από αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών. Δεν χρησιμοποιείται για εξοικονόμηση που προκύπτει από την εγκατάσταση υλικών μέτρων εξοικονόμησης.
2. Για τον υπολογισμό της εξοικονόμησης ενέργειας από μέτρο ενεργειακής απόδοσης για τους σκοπούς των άρθρων 4, 4Α και 4Β, εφαρμόζονται οι ακόλουθες αρχές:
(α) Η εξοικονόμηση αποδεικνύεται ότι είναι συμπληρωματική εκείνης που θα είχε επιτευχθεί ούτως ή άλλως χωρίς τη δραστηριότητα των υπόχρεων, των συμμετεχόντων ή των εξουσιοδοτηθέντων μερών ή των αρμόδιων δημόσιων αρχών επιβολής. Για να υπολογίσει την εξοικονόμηση που μπορεί να χαρακτηρισθεί ως συμπληρωματική, η αρμόδια αρχή εξετάζει το πώς θα εξελισσόταν η χρήση και η ζήτηση ενέργειας χωρίς τη λήψη του συγκεκριμένου μέτρου πολιτικής λαμβάνοντας υπόψη τουλάχιστον τους εξής παράγοντες: τάσεις κατανάλωσης ενέργειας, αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών, τεχνολογική πρόοδο και αλλαγές που οφείλονται σε άλλα μέτρα που εφαρμόζονται σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο·
(β) ως εξοικονόμηση που προκύπτει από την εφαρμογή υποχρεωτικού ενωσιακού δικαίου θεωρείται η εξοικονόμηση που θα είχε προκύψει ούτως ή άλλως και, ως εκ τούτου, δεν δηλώνεται ως εξοικονόμηση ενέργειας για τους σκοπούς του εδαφίου (1) του άρθρου 4 και κατά παρέκκλιση από την εν λόγω υποχρέωση, η εξοικονόμηση που αφορά την ανακαίνιση υφιστάμενων κτιρίων μπορεί να δηλώνεται ως εξοικονόμηση ενέργειας για τους σκοπούς του εδαφίου (1) του άρθρου 4, με την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται το κριτήριο της σημαντικότητας που αναφέρεται στην παράγραφο (η) του σημείου 3 του παρόντος Παραρτήματος∙ εξοικονόμηση που προκύπτει από την εφαρμογή εθνικών ελάχιστων απαιτήσεων που έχουν θεσπιστεί για νέα κτίρια πριν από τη μεταφορά της Oδηγίας 2010/31/ΕΕ στο εθνικό δίκαιο μπορεί να δηλώνεται ως εξοικονόμηση ενέργειας για τους σκοπούς της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 4, με την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται το κριτήριο της σημαντικότητας που αναφέρεται στην παράγραφο (η) του σημείου 3 του παρόντος Παραρτήματος και ότι η εν λόγω εξοικονόμηση έχει κοινοποιηθεί από την αρμόδια αρχή στο εθνικό σχέδιο δράσης για την ενεργειακή απόδοση·
(γ) λαμβάνεται υπόψη μόνο η εξοικονόμηση που υπερβαίνει τα ακόλουθα επίπεδα:
(i) τα πρότυπα επιδόσεων της Ένωσης για τις εκπομπές από τα καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα και τα καινούργια ελαφρά επαγγελματικά οχήματα κατ' εφαρμογή των Κανονισμών (ΕΚ) 443/2009 και (ΕΕ) 510/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου·
(ii) τις απαιτήσεις της Ένωσης που αφορούν την απόσυρση από την αγορά ορισμένων συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων κατ' εφαρμογή εκτελεστικών μέτρων δυνάμει της Οδηγίας 2009/125/ΕΚ·
(δ) επιτρέπονται πολιτικές με σκοπό να ενθαρρυνθούν υψηλότερα επίπεδα ενεργειακής απόδοσης προϊόντων, εξοπλισμού, μεταφορικών συστημάτων, οχημάτων και καυσίμων, κτιρίων και δομικών στοιχείων, διαδικασιών ή αγορών·
(ε) τα μέτρα που προάγουν την εγκατάσταση τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μικρής κλίμακας επί ή εντός κτιρίων μπορούν να είναι επιλέξιμα να ληφθούν υπόψη για την εκπλήρωση εξοικονόμησης ενέργειας που απαιτείται βάσει του εδάφιου (1) του άρθρου 4, εφόσον συντελούν σε εξοικονόμηση ενέργειας που μπορεί να επαληθευθεί και να μετρηθεί ή να εκτιμηθεί∙ ο υπολογισμός της εξοικονόμησης ενέργειας είναι σύμφωνος με τις απαιτήσεις του παρόντος Παραρτήματος·
(στ) όσον αφορά πολιτικές που επιταχύνουν τη χρήση πιο αποδοτικών προϊόντων και οχημάτων, η εξοικονόμηση μπορεί να λαμβάνεται πλήρως υπόψη, εφόσον αποδεικνύεται ότι η εν λόγω αντικατάσταση λαμβάνει χώρα πριν λήξει ο μέσος αναμενόμενος κύκλος ζωής των προϊόντων ή των οχημάτων ή πριν από τη συνήθη αντικατάσταση των προϊόντων ή των οχημάτων και η εξοικονόμηση δηλώνεται μόνο για την περίοδο μέχρι τη λήξη του μέσου αναμενόμενου κύκλου ζωής των προϊόντων ή των οχημάτων που πρόκειται να αντικατασταθούν·
(ζ) σε περίπτωση που προωθείται η λήψη μέτρων ενεργειακής απόδοσης, λαμβάνεται μέριμνα, όπου συντρέχει περίπτωση, ώστε να διατηρηθούν ή, εφόσον δεν υφίστανται, να καθιερωθούν προδιαγραφές ποιότητας για προϊόντα, υπηρεσίες και την εγκαθίδρυση μέτρων·
(η) για να συνυπολογισθούν οι κλιματικές διακυμάνσεις μεταξύ περιοχών, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιλέξει να προσαρμόσει την εξοικονόμηση σε μια σταθερή τιμή ή να ορίσει διαφορετικές τιμές εξοικονόμησης ενέργειας συναρτήσει των διακυμάνσεων της θερμοκρασίας μεταξύ περιοχών·
(θ) κατά τον υπολογισμό της εξοικονόμησης ενέργειας λαμβάνεται υπόψη ο κύκλος ζωής των μέτρων και ο ρυθμός μείωσης της εξοικονόμησης με την πάροδο του χρόνου∙ κατά τον εν λόγω υπολογισμό συνυπολογίζεται η εξοικονόμηση που επιτυγχάνεται με κάθε επιμέρους δράση κατά την περίοδο από την ημερομηνία εφαρμογής της έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 ή την 31η Δεκεμβρίου 2030, ανάλογα με την περίπτωση∙ εναλλακτικά, η αρμόδια αρχή δύναται να θεσπίσει διαφορετική μέθοδο η οποία κρίνεται ότι επιτυγχάνει τουλάχιστον την ίδια συνολική εξοικονόμηση, κατά τη χρήση άλλης μεθόδου, η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι η συνολική εξοικονομούμενη ενέργεια η οποία υπολογίζεται βάσει της εν λόγω μεθόδου δεν υπερβαίνει την εξοικονόμηση ενέργειας που θα προέκυπτε από τον υπολογισμό της όταν υπολογίζεται η εξοικονόμηση κάθε επιμέρους δράσης κατά την περίοδο από την ημερομηνία εφαρμογής της έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 ή την 31η Δεκεμβρίου 2030, ανάλογα με την περίπτωση, η αρμόδια αρχή περιγράφει λεπτομερώς στο ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα που καταρτίζει σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999 την άλλη μέθοδο και τις διατάξεις που εισήγαγε για να διασφαλίσει ότι τηρείται η δεσμευτική υποχρέωση υπολογισμού.
3. Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι τηρούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις για τα μέτρα πολιτικής που λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4Β:
(α) Τα μέτρα πολιτικής και οι επιμέρους δράσεις έχουν ως αποτέλεσμα επαληθεύσιμη εξοικονόμηση ενέργειας κατά την τελική χρήση·
(β) καθορίζεται με σαφήνεια η ευθύνη κάθε συμμετέχοντος μέρους, εξουσιοδοτηθέντος μέρους ή δημόσιας αρχής επιβολής, ανάλογα με την περίπτωση·
(γ) προσδιορίζεται με διαφάνεια η εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται ή πρόκειται να επιτευχθεί·
(δ) η ποσότητα της εξοικονόμησης ενέργειας που απαιτείται ή που πρόκειται να επιτευχθεί από το μέτρο πολιτικής εκφράζεται ως κατανάλωση είτε τελικής είτε πρωτογενούς ενέργειας, χρησιμοποιώντας τους συντελεστές μετατροπής που ορίζονται στο περί Καθορισμού των Συντελεστών Μετατροπής Επιλεγμένων Καυσίμων για Τελική Χρήση Διάταγμα του 2015 όπως αυτό εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
(ε) υποβάλλεται και δημοσιοποιείται ετήσια έκθεση για την εξοικονόμηση ενέργειας που πέτυχαν τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη, τα συμμετέχοντα μέρη και οι δημόσιες αρχές επιβολής, μαζί με τα στοιχεία της ετήσιας τάσης εξοικονόμησης ενέργειας·
(στ) γίνεται παρακολούθηση των αποτελεσμάτων και λήψη κατάλληλων μέτρων, εάν η πρόοδος δεν είναι ικανοποιητική·
(ζ) η εξοικονόμηση ενέργειας από επιμέρους δράση δεν δηλώνεται από περισσότερα του ενός μέρη·
(η) αποδεικνύεται ότι οι δραστηριότητες του συμμετέχοντος μέρους, του εξουσιοδοτηθέντος μέρους ή της δημόσιας αρχής επιβολής είχαν σημαντική συμβολή στην επίτευξη της δηλούμενης εξοικονόμησης ενέργειας.
4. Για τον προσδιορισμό της εξοικονόμησης ενέργειας από φορολογικά μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 4B, εφαρμόζονται οι ακόλουθες αρχές:
(α) Λαμβάνεται υπόψη μόνο εξοικονόμηση ενέργειας από φορολογικά μέτρα που υπερβαίνουν τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας των καυσίμων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ ή 2006/112/ΕΚ·
(β) η ελαστικότητα των τιμών για τον υπολογισμό των επιπτώσεων των (ενεργειακών) φορολογικών μέτρων αντιπροσωπεύει την ανταπόκριση της ζήτησης ενέργειας στις μεταβολές των τιμών και υπολογίζεται με βάση τις πρόσφατες και αντιπροσωπευτικές επίσημες πηγές στοιχείων·
(γ) η εξοικονόμηση ενέργειας από συνοδευτικά μέσα φορολογικής πολιτικής, περιλαμβανομένων των φορολογικών κινήτρων ή της πληρωμής στο Ταμείο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Εξοικονόμησης Ενέργειας, υπολογίζεται χωριστά.
5. Κοινοποίηση της μεθοδολογίας.Η αρμόδια αρχή κοινοποιεί στην Επιτροπή, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999, τη λεπτομερή μεθοδολογία που προτείνει για τη λειτουργία των καθεστώτων επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης και τα εναλλακτικά μέτρα που αναφέρονται στα άρθρα 4Α και 4Β, με εξαίρεση την περίπτωση φορολόγησης, η εν λόγω κοινοποίηση περιλαμβάνει λεπτομερή στοιχεία σχετικά με-
(α) το επίπεδο της εξοικονόμησης ενέργειας που απαιτείται δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) άρθρου 4 ή την εξοικονόμηση που αναμένεται να επιτευχθεί συνολικά κατά την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030·
(β) τα υπόχρεα, τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη ή τις δημόσιες αρχές επιβολής·
(γ) τους στοχευόμενους τομείς·
(δ) τα μέτρα πολιτικής και τις επιμέρους δράσεις, περιλαμβανομένης της αναμενόμενης συνολικής ποσότητας σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας για κάθε μέτρο·
(ε) τη διάρκεια της περιόδου υποχρέωσης για το καθεστώς επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης·
(στ) τις δράσεις που προβλέπονται με το μέτρο πολιτικής·
(ζ) τη μεθοδολογία υπολογισμού, καθώς και το πώς προσδιορίστηκε η προσθετικότητα και η σημαντικότητα και ποιες μεθοδολογίες και κριτήρια αναφοράς χρησιμοποιούνται για την προβλεπόμενη και κλιμακωτή εξοικονόμηση·
(η) τον κύκλο ζωής των μέτρων και τον τρόπο υπολογισμού τους ή σε τι βασίζονται·
(θ) την προσέγγιση που θα χρησιμοποιηθεί για την αντιμετώπιση των κλιματικών διακυμάνσεων στο κράτος μέλος·
(ι) τα συστήματα παρακολούθησης και επαλήθευσης των μέτρων δυνάμει των άρθρων 4A και 4B και με ποιο τρόπο διασφαλίζεται η ανεξαρτησία τους από τα υπόχρεα, τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη·
(ια) στην περίπτωση φορολόγησης:
(i) τους στοχευόμενους τομείς και την κατηγορία φορολογουμένων·
(ii) τη δημόσια αρχή επιβολής·
(iii) την εξοικονόμηση που αναμένεται να επιτευχθεί·
(iv) τη διάρκεια ισχύος του φορολογικού μέτρου· και
(v) τη μεθοδολογία υπολογισμού, περιλαμβανομένης της χρησιμοποιούμενης ελαστικότητας των τιμών και του τρόπου με τον οποίο έχει προκύψει.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V
(άρθρο 5)
Ελάχιστα κριτήρια για τους ενεργειακούς ελέγχους περιλαμβανομένων και εκείνων που εφαρμόζονται ως μέρος συστημάτων ενεργειακής ή περιβαλλοντικής διαχείρισης.
1. Οι ενεργειακοί έλεγχοι που αναφέρονται στο άρθρο 5 βασίζονται στις ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές:
(α) Βασίζονται σε επικαιροποιημένα, μετρήσιμα, ανιχνεύσιμα λειτουργικά δεδομένα ως προς την κατανάλωση ενέργειας και (για την ηλεκτρική ενέργεια) σε χαρακτηριστικά φορτίου,
(β) περιλαμβάνουν λεπτομερή επισκόπηση των χαρακτηριστικών της ενεργειακής κατανάλωσης ενός κτιρίου ή μιας ομάδας κτιρίων, μιας βιομηχανικής δραστηριότητας ή εγκατάστασης, περιλαμβανομένων και των μεταφορών,
(γ) βασίζονται, όπου είναι δυνατόν, σε ανάλυση κόστους κύκλου ζωής (LCCA) και όχι σε απλές περιόδους επιστροφής (SPP), προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι μακροπρόθεσμες εξοικονομήσεις, οι εναπομένουσες αξίες των μακροπρόθεσμων επενδύσεων και τα ποσοστά αναπροσαρμογής,
(δ) είναι αναλογικοί και επαρκώς αντιπροσωπευτικοί ώστε να δίδουν μια αξιόπιστη εικόνα της συνολικής ενεργειακής απόδοσης και να εντοπίζουν με αξιοπιστία τις σημαντικότερες ευκαιρίες για βελτίωση.
2. Οι ενεργειακοί έλεγχοι επιτρέπουν λεπτομερείς και επικυρωμένους υπολογισμούς των προτεινόμενων μέτρων ώστε να παρέχονται σαφείς πληροφορίες ως προς την πιθανή εξοικονόμηση.
3. Τα χρησιμοποιούμενα στους ενεργειακούς ελέγχους δεδομένα αποθηκεύονται ώστε να είναι δυνατή η εκ των υστέρων ανάλυση της απόδοσης.
11. Οποιοιδήποτε Κανονισμοί, Διατάγματα, Γνωστοποιήσεις, οδηγίες, έντυπα, εξουσιοδοτήσεις, εντολές ή άλλη πράξη που έχουν εκδοθεί δυνάμει των περί Ενεργειακής Απόδοσης κατά την Τελική Χρήση και τις Ενεργειακές Υπηρεσίες Νόμων του 2009 και 2014, εξακολουθούν να ισχύουν ως αν να έχουν εκδοθεί με βάση τον παρόντα Νόμο.