29.-(1) Κάθε δικαίωμα ή προστασία που παρέχεται σε καταναλωτή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου απαγορεύεται να αναιρεθεί ή να περιοριστεί με οποιοδήποτε συμβατικό όρο ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο και οποιοσδήποτε τέτοιος όρος που τυχόν εισάγεται σε οποιαδήποτε συμφωνία είναι άκυρος.
(2) Απαγορεύεται σε πιστωτικό φορέα να διατυπώνει την πιστωτική σύμβαση κατά τρόπο που να καταστρατηγεί τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ιδιαίτερα με την ενσωμάτωση αναλήψεων ή συμβάσεων πίστωσης, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου σε συμβάσεις πίστωσης ο χαρακτήρας ή ο σκοπός των οποίων επιτρέπει τη μη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
30. Ανεξάρτητα από την ύπαρξη οποιουδήποτε συμβατικού όρου ο οποίος καθιστά ή σκοπεί να καταστήσει εφαρμοστέο στη σύμβαση το δίκαιο επικράτειας όπου η Οδηγία 2008/48/ΕΚ δεν εφαρμόζεται, σε περίπτωση που η σύμβαση πίστωσης συνδέεται στενά με το έδαφος της Δημοκρατίας εφαρμόζεται ο παρών Νόμος.
31. Οι πιστωτικοί φορείς και οι μεσίτες πιστώσεων οφείλουν να συνεργάζονται με τον Ενιαίο Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσης ή με τον Έφορο Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών, ανάλογα με τη περίπτωση ή με κάθε άλλο φορέα και αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη δια νόμου με την εξέταση καταγγελιών και παραπόνων από καταναλωτές με σκοπό την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών που αφορούν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από συμβάσεις πίστωσης οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου.
32. Το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να εκδίδει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νό΅ου.
33.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), ο παρών Νό΅ος δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις πίστωσης που έχουν συναφθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου.
(2) Σε περίπτωση συμβάσεων πίστωσης αόριστης διάρκειας που βρίσκονται σε ισχύ κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, εφαρμόζονται διατάξεις των άρθρων 11, 12, 13, 17 και της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) και του εδαφίου (2) του άρθρου 18.