4. Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και η ΥΕΑΣΕ έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες σε σχέση με την έγκριση πιστωτικών ιδρυμάτων:
(α)Καθεμία εγγράφει ως εγκεκριμένα ιδρύματα πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία υπόκεινται στην εποπτεία της∙
(β)καθεμία θεσπίζει και διαχειρίζεται το σύστημα ρύθμισης και εποπτείας των από αυτή εγκεκριμένων ιδρυμάτων, κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο∙ και
(γ)καθεμία ασκεί τις αρμοδιότητες που της ανατίθενται κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο.
5. (1) Η αρμόδια αρχή δημιουργεί και τηρεί μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων σε μορφή, χώρο και περιεχόμενο που η ίδια καθορίζει.
(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο δύναται να επιθεωρεί το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων έναντι εύλογης αμοιβής που καθορίζει η αρμόδια αρχή.
6. (1) Μόνο πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία έχουν συσταθεί στη Δημοκρατία και υπόκεινται στην εποπτεία της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ή της ΥΕΑΣΕ, ανάλογα με την περίπτωση, δύνανται να αποταθούν στην αρμόδια αρχή για εγγραφή τους ως εγκεκριμένο ίδρυμα, κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο.
(2) Η αίτηση για εγγραφή ως εγκεκριμένο ίδρυμα -
(α)είναι σύμφωνη με το έντυπο αίτησης, που καθορίζει η αρμόδια αρχή∙
(β)περιέχει τις πληροφορίες και συνοδεύεται από τα έγγραφα, τα οποία καθορίζει η αρμόδια αρχή.
(3) Η αρμόδια αρχή δύναται να απαιτεί από τον αιτητή την υποβολή πληροφοριών και εγγράφων πέραν των οριζόμενων στο εδάφιο (2), καθ’ οιονδήποτε χρόνο πριν από τη λήψη απόφασης επί της αίτησης για εγγραφή ως εγκεκριμένο ίδρυμα.
7. (1) Η αρμόδια αρχή δεν εγγράφει αιτητή ως εγκεκριμένο ίδρυμα εάν δεν ικανοποιηθεί ότι ο αιτητής -
(α)είναι ικανός να τηρεί τις υποχρεώσεις του εγκεκριμένου ιδρύματος, όπως αυτές καθορίζονται δυνάμει του παρόντος Νόμου∙ και
(β)πληροί τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις που καθορίζει η αρμόδια αρχή.
(2) Η αρμόδια αρχή δύναται να εγγράψει αιτητή ως εγκεκριμένο ίδρυμα με όρους που κρίνει σκόπιμο να επιβάλει.
(3) Η απόφαση για έγκριση ή απόρριψη εγγραφής κοινοποιείται στον αιτητή, με αιτιολόγηση τυχόν απόρριψης της, εντός ενός (1) μηνός από την ημερομηνία λήψης της αίτησης ή εάν η αίτηση δεν είναι πλήρης, ή, η αρμόδια αρχή απαιτήσει πρόσθετες πληροφορίες ή άλλα έγγραφα, εντός ενός (1) μηνός από την ημερομηνία υποβολής από τον αιτητή των απαιτούμενων πληροφοριών ή άλλων εγγράφων.
(4) Εγγραφή πιστωτικού ιδρύματος ως εγκεκριμένο ίδρυμα παραμένει σε ισχύ μέχρι την ημερομηνία που το πιστωτικό ίδρυμα διαγραφεί από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων, σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου.
8. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 11, πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο έχει εγγραφεί και παραμένει εγγεγραμμένο ως εγκεκριμένο ίδρυμα, δύναται να εκδίδει καλυμμένα αξιόγραφα σύμφωνα με τις πρόνοιες του Μέρους ΙIΙ.
9. Η αρμόδια αρχή δύναται, όταν κρίνει σκόπιμο, να τροποποιεί οποιοδήποτε όρο εγγραφής εγκεκριμένου ιδρύματος ή να επιβάλλει νέο όρο.
10. Η αρμόδια αρχή δύναται να διαγράψει πιστωτικό ίδρυμα από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α)Πιστωτικό ίδρυμα αιτείται τη διαγραφή του από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων,
(β)έχει ξεκινήσει διαδικασία διάλυσης του πιστωτικού ιδρύματος,
(γ)το πιστωτικό ίδρυμα παύει να υπάρχει ως νομική οντότητα στη Δημοκρατία,
(δ)το πιστωτικό ίδρυμα δεν εκδίδει καλυμμένα αξιόγραφα εντός περιόδου δεκαοχτώ (18) μηνών από την ημερομηνία εγγραφής του ως εγκεκριμένο ίδρυμα,
(ε)το πιστωτικό ίδρυμα δεν διενεργεί εργασίες καλυμμένων αξιογράφων για δεκαοχτώ (18) συνεχόμενους μήνες,
(στ)η εγγραφή του πιστωτικού ιδρύματος έχει επιτευχθεί κατόπιν παραπλανητικών ή ψευδών παραστάσεων,
(ζ)το πιστωτικό ίδρυμα παύει να τηρεί οποιαδήποτε προϋπόθεση εγγραφής, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 7,
(η)συντρέχουν λόγοι διορισμού διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων δυνάμει του Μέρους IX,
(θ)το πιστωτικό ίδρυμα έχει παραβεί ή παραβαίνει ή έχει παραλείψει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε πρόνοια του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε Οδηγίας εκδόθηκε δυνάμει αυτού∙
(ι)το πιστωτικό ίδρυμα έχει παραβεί ή παραβαίνει ή έχει παραλείψει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε πρόνοια των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 έως 2009 ή των περί Συνεργατικών Εταιριών Νόμων του 1985 έως (Αρ. 2) του 2009, ανάλογα με την περίπτωση, και Οδηγιών της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ή της ΥΕΑΣΕ, αντίστοιχα.
11. Σε περίπτωση που συντρέχει λόγος διαγραφής από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων σύμφωνα με το άρθρο 10, η αρμόδια αρχή δύναται-
(α)αντί διαγραφής από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων, να απαγορεύει στο εγκεκριμένο ίδρυμα την έκδοση καλυμμένων αξιογράφων∙ και
(β)να τάσσει προθεσμία προς θεραπεία της παράβασης επί ποινή διαγραφής από το μητρώο.