2. - (1) Στο Νόμο αυτό, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«απαίτηση έναντι δημοσίου» σημαίνει άνοιγμα έναντι ή καλυπτόμενο από την εγγύηση της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας ή κυβέρνησης ή περιφερειακής κυβέρνησης άλλου κράτους, της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ή κεντρικής τράπεζας άλλου κράτους, οντοτήτων του δημοσίου τομέα ή τοπικών αρχών της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους, διεθνών ή υπερεθνικών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων πολυμερών τραπεζών ανάπτυξης, ως καθορίζει η αρμόδια αρχή.
«αρμόδια αρχή» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου κατά τα οριζόμενα στον περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμο και την Υπηρεσία Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών, κατά τα οριζόμενα στον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο, έκαστη σε σχέση με τα πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία υπόκεινται στην εποπτεία, της κατ΄ αναλογία∙
«διαδικασία διάλυσης» σημαίνει -
(α)σε σχέση με ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που είναι τράπεζα -
(i)εκκαθάριση σύμφωνα με το Μέρος V του περί Εταιρειών Νόμου, περιλαμβανομένου του διορισμού προσωρινού εκκαθαριστή σύμφωνα με το άρθρο 227 του ίδιου Νόμου∙
(ii)διορισμό παραλήπτη ή διαχειριστή, κατά την έννοια του Μέρους VI του περί Εταιρειών Νόμου∙
(iii)καθεμία από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στα εδάφια (2), (4), (6), (9), (11) και (13) του άρθρου 34∙
(iv)υπερψήφιση διακανονισμού ή συμβιβασμού μεταξύ της τράπεζας και των πιστωτών της ή οποιασδήποτε τάξης των πιστωτών της, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 198 του περί Εταιρειών Νόμου, εξαιρουμένης της λήψης μέτρων εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 33 του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου∙ ή
(v)άλλη διαδικασία σχετική με την ανικανότητα της τράπεζας να πληρώσει τα χρέη της ή διαδικασία σχετική με διάλυση ή ενδεχόμενη διάλυση της τράπεζας ∙
(β)σε σχέση με ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που είναι συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα, διαδικασία σύμφωνα με τα άρθρα 44 έως 49 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου∙
(γ)σε περίπτωση που το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων είναι ο Οργανισμός Χρηματοδότησης Στέγης που έχει συσταθεί δυνάμει του περί Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης Νόμου -
(i)διάλυση δυνάμει νόμου που ψηφίζεται για το σκοπό αυτό∙
(ii)ανικανότητα πληρωμής χρεών κατ’ εφαρμογή, τηρουμένων των αναλογιών, των άρθρων 209, 210 και 212 του περί Εταιρειών Νόμου∙ ή
(iii)οποιοδήποτε περιστατικό που, αν συνέβαινε σε σχέση με ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που είναι τράπεζα, θα συνιστούσε διαδικασία διάλυσης ∙
«διάσπαση» σημαίνει τις εταιρικές αναδιοργανώσεις που ορίζονται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 201Α του περί Εταιρειών Νόμου, συμπεριλαμβανομένων των εταιρικών αναδιοργανώσεων που θα ενέπιπταν στη διάταξη αυτή, εάν η εξαφανιζόμενη εταιρεία ήταν δημόσια εταιρεία, κατά την έννοια του άρθρου 2 του ιδίου Νόμου∙
«διασυνοριακή συγχώνευση» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο ‘διασυνοριακή συγχώνευση κεφαλαιουχικών εταιρειών’ στο άρθρο 201Θ του περί Εταιρειών Νόμου ∙
«διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων» σημαίνει πρόσωπο, που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του Μέρους IX∙
«εγκεκριμένο ίδρυμα» σημαίνει πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο είναι εγγεγραμμένο στο μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους II∙
«εμπορικό δάνειο» σημαίνει οποιασδήποτε μορφής χρηματοπιστωτική διευκόλυνση, ως καθορίζει η αρμόδια αρχή, η οποία εξασφαλίζεται επί ακίνητης περιουσίας που χρησιμοποιείται ή προορίζεται για εμπορικούς σκοπούς∙
«εξασφάλιση σύμβασης αντιστάθμισης κινδύνου» σημαίνει στοιχείο ενεργητικού, το οποίο παρέχεται ως εξασφάλιση σε ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων από ή εκ μέρους οποιουδήποτε αντισυμβαλλόμενου μέρους σε σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου, νοουμένου ότι οι όροι της παροχής εξασφάλισης προνοούν για -
(α)μεταβίβαση του στοιχείου ενεργητικού στο ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων∙ ή
(β)(i)παροχή του στοιχείου ενεργητικού ως εγγύησης∙ και
(ii)δικαίωμα του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων να χρησιμοποιήσει το στοιχείο ενεργητικού ωσάν να του είχε μεταβιβαστεί∙
«επιβάρυνση ή βεβαρημένο» σημαίνει υποθήκη, κυμαινόμενη επιβάρυνση, πάγια επιβάρυνση, ενέχυρο, δικαίωμα επίσχεσης, εκχώρηση ή/και οποιαδήποτε εξασφάλιση υπό οποιοδήποτε δίκαιο∙
«επόπτης καλυμμένων αξιογράφων» σημαίνει πρόσωπο που διορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους VIII του παρόντος Νόμου∙
«Έφορος ΥΕΑΣΕ» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο∙
«ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων» σημαίνει εγκεκριμένο ίδρυμα που έχει εκδώσει καλυμμένα αξιόγραφα, τα οποία παραμένουν σε ισχύ ή πιστωτικό ίδρυμα που έχει διαγραφεί από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων, το οποίο, κατά το χρόνο που ήταν εγκεκριμένο ίδρυμα, είχε εκδώσει καλυμμένα αξιόγραφα, τα οποία παραμένουν σε ισχύ∙
«καθορισμένος» ή οποιαδήποτε γραμματική παραλλαγή της λέξης αυτής, σημαίνει καθορισμένος με Οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ή της ΥΕΑΣΕ, ανάλογα με την περίπτωση, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας∙
«κάλυμμα» σημαίνει το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων και συμβάσεων αντιστάθμισης κινδύνου, που εξασφαλίζουν, δυνάμει του Μέρους III, καλυμμένα αξιόγραφα, τηρουμένων, των διατάξεων του άρθρου 40∙
«καλυμμένα αξιόγραφα» σημαίνει αξιόγραφα, τα οποία έχουν εκδοθεί από εγκεκριμένο ίδρυμα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Μέρους ΙΙI και, τα οποία εξασφαλίζονται με κάλυμμα που τηρεί το πιστωτικό ίδρυμα∙
«καλυπτικά περιουσιακά στοιχεία» σημαίνει περιουσιακά στοιχεία που έχουν εισαχθεί και περιλαμβάνονται σε κάλυμμα που τηρεί το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων∙
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλο κράτος, το οποίο είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφηκε στο Οπόρτο στις 2 Μαΐου 1992,και προσαρμόστηκε από το Πρωτόκολλο, το οποίο υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 17 Μαΐου 1993∙
«κύριο περιουσιακό στοιχείο» σημαίνει στεγαστικό δάνειο, εμπορικό δάνειο, ναυτιλιακό δάνειο, απαίτηση έναντι δημοσίου και οποιοδήποτε άλλο περιουσιακό στοιχείο ήθελε καθορίζει ως κύριο περιουσιακό στοιχείο η αρμόδια αρχή∙
«μητρώο καλυμμένων αξιογράφων» σημαίνει το μητρώο που τηρεί η αρμόδια αρχή σύμφωνα με το Μέρος III∙
«μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων» σημαίνει το μητρώο που τηρεί η αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 5∙
«μητρώο καλύμματος» σημαίνει το μητρώο που τηρείται από το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων σύμφωνα με το άρθρο 23∙
«ναυτιλιακό δάνειο» σημαίνει οποιασδήποτε μορφής χρηματοπιστωτική διευκόλυνση, ως καθορίζει η αρμόδια αρχή, η οποία εξασφαλίζεται επί πλοίων∙
«περιουσιακό στοιχείο» σημαίνει στοιχείο ενεργητικού, το οποίο αποτελεί αποδεκτή εξασφάλιση καλυμμένων ομολόγων για τους σκοπούς της παραγράφου 68 του Παραρτήματος VI της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2006 σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων∙
«πιστωτής καλύμματος» σε σχέση με ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων σημαίνει -
(α)κάτοχο των καλυμμένων αξιογράφων που έχουν εκδοθεί από το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων∙
(β)πρόσωπο άλλο από τον κάτοχο των καλυμμένων αξιογράφων, το οποίο έχει δικαιώματα σε σχέση με τα καλυμμένα αξιόγραφα δυνάμει οποιασδήποτε νομικής ή συμβατικής σχέσης με τον κάτοχο∙
(γ)πρόσωπο, με το οποίο το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων έχει συνάψει σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου που συμπεριλαμβάνεται σε κάλυμμα, νοουμένου ότι τέτοιο πρόσωπο δεν έχει παραβεί τους όρους της σύμβασης αυτής∙
(δ)πρόσωπο, άλλο από το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, το οποίο χρηματοδοτεί την πληρωμή νόμιμων απαιτήσεων των πιστωτών καλύμματος∙
(ε)τον επόπτη καλυμμένων αξιογράφων∙
(στ)το διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων∙ ή
(ζ)πρόσωπο, άλλο από τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους (α) έως (στ), το οποίο αναφέρεται ως πιστωτής καλύμματος στους όρους έκδοσης των καλυμμένων αξιογράφων∙
«πιστωτικό ίδρυμα» σημαίνει -
(α)τράπεζα, κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου∙
(β)συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα, κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου·και
(γ)τον Οργανισμό Χρηματοδότησης Στέγης που έχει συσταθεί δυνάμει του περί Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης Νόμου·
«πρόγραμμα» σημαίνει εκδόσεις ή σειρές από εκδόσεις καλυμμένων αξιογράφων, οι οποίες διέπονται από παρόμοιους όρους ως μέρος σύμβασης ή ενός πλαισίου συμβάσεων∙
«πρόσωπο» περιλαμβάνει φυσικό πρόσωπο, εταιρεία, συνεταιρισμό, ένωση, σύλλογο, σύνδεσμο, ίδρυμα ή σώμα προσώπων, είτε είναι νομική οντότητα είτε όχι∙
«στεγαστικό δάνειο» σημαίνει οποιασδήποτε μορφής χρηματοπιστωτική διευκόλυνση, ως καθορίζει η αρμόδια αρχή, η οποία εξασφαλίζεται επί ακίνητης περιουσίας που χρησιμοποιείται ή προορίζεται για οικιστικούς σκοπούς∙
«σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου» σημαίνει σύμβαση που συνομολογείται με σκοπό να μειώσει ή να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο οικονομικής απώλειας ή το χρηματοοικονομικό άνοιγμα που δύναται να προκύψει από -
(α)διακυμάνσεις επιτοκίων∙
(β)διακυμάνσεις συναλλαγματικών ισοτιμιών∙
(γ)πιστωτικούς κινδύνους∙ ή
(δ)άλλους παράγοντες κινδύνου∙
«συγχώνευση δι’ απορρόφησης» σημαίνει -
(α)σε σχέση με ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που είναι εταιρεία συνεστημένη σύμφωνα με τον περί Εταιρειών Νόμο, τις εταιρικές αναδιοργανώσεις που ορίζονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 201Α του περί Εταιρειών Νόμου, περιλαμβανομένων των εταιρικών αναδιοργανώσεων που θα ενέπιπταν στη διάταξη αυτή αν όλες οι εμπλεκόμενες εταιρείες ήταν δημόσιες εταιρείες κατά την έννοια του άρθρου 2 του ίδιου Νόμου ∙
(β)σε σχέση με ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που είναι συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα, την αναδιοργάνωση σύμφωνα με το Μέρος Χ του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου∙
«συγχώνευση δια σύστασης νέας εταιρείας» σημαίνει τις εταιρικές αναδιοργανώσεις που ορίζονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 201Α του περί Εταιρειών Νόμου, περιλαμβανομένων των εταιρικών αναδιοργανώσεων που θα ενέπιπταν στη διάταξη αυτή αν όλες οι εμπλεκόμενες εταιρείες ήταν δημόσιες εταιρείες κατά την έννοια του άρθρου 2 του ίδιου Νόμου∙
«συμπληρωματικά περιουσιακά στοιχεία» σημαίνει περιουσιακά στοιχεία, άλλα από τα κύρια περιουσιακά στοιχεία, όπως καθορίζει η αρμόδια αρχή∙
«υπεύθυνο πρόσωπο» σημαίνει εκκαθαριστή, παραλήπτη, διαχειριστή ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, το οποίο αναλαμβάνει τα στοιχεία ενεργητικού και τις υποχρεώσεις ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που υπόκειται στη διαδικασία διάλυσης∙
«Υπηρεσία Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών» ή «ΥΕΑΣΕ», κατά ταυτόσημη έννοια, σημαίνει -
(α)την Επιτροπή της Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών σ΄ ό,τι αφορά αρμοδιότητες έκδοσης οδηγιών δυνάμει του παρόντος Νόμου∙ και
(β)τον Έφορο της εν λόγω Υπηρεσίας σ΄ ό,τι αφορά οποιαδήποτε αρμοδιότητα δυνάμει του παρόντος Νόμου άλλη από την οριζόμενη στην παράγραφο (α).
4. Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και η ΥΕΑΣΕ έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες σε σχέση με την έγκριση πιστωτικών ιδρυμάτων:
(α)Καθεμία εγγράφει ως εγκεκριμένα ιδρύματα πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία υπόκεινται στην εποπτεία της∙
(β)καθεμία θεσπίζει και διαχειρίζεται το σύστημα ρύθμισης και εποπτείας των από αυτή εγκεκριμένων ιδρυμάτων, κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο∙ και
(γ)καθεμία ασκεί τις αρμοδιότητες που της ανατίθενται κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο.
5. (1) Η αρμόδια αρχή δημιουργεί και τηρεί μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων σε μορφή, χώρο και περιεχόμενο που η ίδια καθορίζει.
(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο δύναται να επιθεωρεί το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων έναντι εύλογης αμοιβής που καθορίζει η αρμόδια αρχή.
6. (1) Μόνο πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία έχουν συσταθεί στη Δημοκρατία και υπόκεινται στην εποπτεία της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ή της ΥΕΑΣΕ, ανάλογα με την περίπτωση, δύνανται να αποταθούν στην αρμόδια αρχή για εγγραφή τους ως εγκεκριμένο ίδρυμα, κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο.
(2) Η αίτηση για εγγραφή ως εγκεκριμένο ίδρυμα -
(α)είναι σύμφωνη με το έντυπο αίτησης, που καθορίζει η αρμόδια αρχή∙
(β)περιέχει τις πληροφορίες και συνοδεύεται από τα έγγραφα, τα οποία καθορίζει η αρμόδια αρχή.
(3) Η αρμόδια αρχή δύναται να απαιτεί από τον αιτητή την υποβολή πληροφοριών και εγγράφων πέραν των οριζόμενων στο εδάφιο (2), καθ’ οιονδήποτε χρόνο πριν από τη λήψη απόφασης επί της αίτησης για εγγραφή ως εγκεκριμένο ίδρυμα.
7. (1) Η αρμόδια αρχή δεν εγγράφει αιτητή ως εγκεκριμένο ίδρυμα εάν δεν ικανοποιηθεί ότι ο αιτητής -
(α)είναι ικανός να τηρεί τις υποχρεώσεις του εγκεκριμένου ιδρύματος, όπως αυτές καθορίζονται δυνάμει του παρόντος Νόμου∙ και
(β)πληροί τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις που καθορίζει η αρμόδια αρχή.
(2) Η αρμόδια αρχή δύναται να εγγράψει αιτητή ως εγκεκριμένο ίδρυμα με όρους που κρίνει σκόπιμο να επιβάλει.
(3) Η απόφαση για έγκριση ή απόρριψη εγγραφής κοινοποιείται στον αιτητή, με αιτιολόγηση τυχόν απόρριψης της, εντός ενός (1) μηνός από την ημερομηνία λήψης της αίτησης ή εάν η αίτηση δεν είναι πλήρης, ή, η αρμόδια αρχή απαιτήσει πρόσθετες πληροφορίες ή άλλα έγγραφα, εντός ενός (1) μηνός από την ημερομηνία υποβολής από τον αιτητή των απαιτούμενων πληροφοριών ή άλλων εγγράφων.
(4) Εγγραφή πιστωτικού ιδρύματος ως εγκεκριμένο ίδρυμα παραμένει σε ισχύ μέχρι την ημερομηνία που το πιστωτικό ίδρυμα διαγραφεί από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων, σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου.
8. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 11, πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο έχει εγγραφεί και παραμένει εγγεγραμμένο ως εγκεκριμένο ίδρυμα, δύναται να εκδίδει καλυμμένα αξιόγραφα σύμφωνα με τις πρόνοιες του Μέρους ΙIΙ.
9. Η αρμόδια αρχή δύναται, όταν κρίνει σκόπιμο, να τροποποιεί οποιοδήποτε όρο εγγραφής εγκεκριμένου ιδρύματος ή να επιβάλλει νέο όρο.
10. Η αρμόδια αρχή δύναται να διαγράψει πιστωτικό ίδρυμα από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α)Πιστωτικό ίδρυμα αιτείται τη διαγραφή του από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων,
(β)έχει ξεκινήσει διαδικασία διάλυσης του πιστωτικού ιδρύματος,
(γ)το πιστωτικό ίδρυμα παύει να υπάρχει ως νομική οντότητα στη Δημοκρατία,
(δ)το πιστωτικό ίδρυμα δεν εκδίδει καλυμμένα αξιόγραφα εντός περιόδου δεκαοχτώ (18) μηνών από την ημερομηνία εγγραφής του ως εγκεκριμένο ίδρυμα,
(ε)το πιστωτικό ίδρυμα δεν διενεργεί εργασίες καλυμμένων αξιογράφων για δεκαοχτώ (18) συνεχόμενους μήνες,
(στ)η εγγραφή του πιστωτικού ιδρύματος έχει επιτευχθεί κατόπιν παραπλανητικών ή ψευδών παραστάσεων,
(ζ)το πιστωτικό ίδρυμα παύει να τηρεί οποιαδήποτε προϋπόθεση εγγραφής, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 7,
(η)συντρέχουν λόγοι διορισμού διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων δυνάμει του Μέρους IX,
(θ)το πιστωτικό ίδρυμα έχει παραβεί ή παραβαίνει ή έχει παραλείψει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε πρόνοια του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε Οδηγίας εκδόθηκε δυνάμει αυτού∙
(ι)το πιστωτικό ίδρυμα έχει παραβεί ή παραβαίνει ή έχει παραλείψει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε πρόνοια των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 έως 2009 ή των περί Συνεργατικών Εταιριών Νόμων του 1985 έως (Αρ. 2) του 2009, ανάλογα με την περίπτωση, και Οδηγιών της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ή της ΥΕΑΣΕ, αντίστοιχα.
11. Σε περίπτωση που συντρέχει λόγος διαγραφής από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων σύμφωνα με το άρθρο 10, η αρμόδια αρχή δύναται-
(α)αντί διαγραφής από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων, να απαγορεύει στο εγκεκριμένο ίδρυμα την έκδοση καλυμμένων αξιογράφων∙ και
(β)να τάσσει προθεσμία προς θεραπεία της παράβασης επί ποινή διαγραφής από το μητρώο.
12. (1) Η αρμόδια αρχή δημιουργεί και τηρεί μητρώο καλυμμένων αξιογράφων σε μορφή, χώρο και περιεχόμενο που η ίδια καθορίζει.
(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο δύναται να επιθεωρεί το μητρώο καλυμμένων αξιογράφων, έναντι εύλογης αμοιβής που καθορίζει η αρμόδια αρχή.
13. (1) Για την εγγραφή στο μητρώο, απαιτείται αίτηση του εγκεκριμένου ιδρύματος προς την αρμόδια αρχή:
Νοείται ότι, το εδάφιο (1) εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις όπου η έκδοση γίνεται ως μέρος προγράμματος.
(2) Η αίτηση για εγγραφή στο μητρώο καλυμμένων αξιογράφων -
(α)είναι σύμφωνη με το έντυπο αίτησης που καθορίζει η αρμόδια αρχή∙ και
(β)περιέχει τέτοιες πληροφορίες και συνοδεύεται από τέτοια έγγραφα, τα οποία καθορίζει η αρμόδια αρχή.
(3) Η αρμόδια αρχή δύναται να απαιτεί την υποβολή πληροφοριών και εγγράφων πέραν των οριζόμενων δυνάμει του εδαφίου (2), τα οποία εύλογα κρίνει αναγκαία για την εγγραφή αξιογράφων στο μητρώο καλυμμένων αξιογράφων:
Νοείται, ότι σε περίπτωση που τέτοια απαίτηση δεν ικανοποιηθεί εντός της περιόδου που θέτει η αρμόδια αρχή, η αρμόδια αρχή δύναται να απορρίψει την αίτηση.
14. (1) Η αρμόδια αρχή εγκρίνει την αίτηση εγγραφής στο μητρώο καλυμμένων αξιογράφων αφού ικανοποιηθεί ότι -
(α)το εγκεκριμένο ίδρυμα είναι ικανό να ασκεί με ικανοποιητικό τρόπο εργασίες καλυμμένων αξιογράφων, κατά τα οριζόμενα στο Μέρος IV∙
(β)το εγκεκριμένο ίδρυμα συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις αναφορικά με τη διεξαγωγή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων που καθορίζει η αρμόδια αρχή∙
(γ)δεν συντρέχουν λόγοι που ενδεχομένως οδηγούν στη διαγραφή του πιστωτικού ιδρύματος από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων∙
(δ)το εγκεκριμένο ίδρυμα δημιουργεί κάλυμμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18, με κύρια περιουσιακά στοιχεία από μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:
(i)Απαιτήσεις έναντι δημοσίου∙
(ii)στεγαστικά δάνεια∙
(iii)εμπορικά δάνεια∙
(iv)ναυτιλιακά δάνεια∙ ή
(v)περιουσιακό στοιχείο που δύναται να καθορίσει η αρμόδια αρχή ως κύριο περιουσιακό στοιχείο∙
(ε)το εγκεκριμένο ίδρυμα δημιουργεί μητρώο καλύμματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23∙
(στ)έχει διοριστεί επόπτης καλυμμένων αξιογράφων, ο οποίος επιβεβαιώνει τη συμμόρφωση με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 51∙ και
(ζ)το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων, τα οποία πρέπει να περιλαμβάνονται στα καλύμματα τα οποία τηρεί το εγκεκριμένο ίδρυμα, δεν υπερβαίνει το όριο ή τα όρια που καθορίζει η αρμόδια αρχή.
(2) Για σκοπούς της υποπαραγράφου (iii) της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1), το κάλυμμα δύναται να περιλαμβάνει στεγαστικά δάνεια, μέχρι ποσοστού που καθορίζει η αρμόδια αρχή.
(3) Σε περίπτωση, κατά την οποία εγκεκριμένο ίδρυμα προβαίνει σε περαιτέρω έκδοση καλυμμένων αξιογράφων ως μέρος προγράμματος, η αρμόδια αρχή δύναται να εγκρίνει, αντί της δημιουργίας νέου καλύμματος, την εισαγωγή σε υφιστάμενο κάλυμμα που τηρείται για το πρόγραμμα, περαιτέρω περιουσιακών στοιχείων:
Νοείται ότι, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), στο κάλυμμα περιλαμβάνονται κύρια περιουσιακά στοιχεία από μια από τις κατηγορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1).
(4) Σε περίπτωση διασυνοριακής συγχώνευσης, κατά την οποία εταιρεία που έχει συσταθεί σύμφωνα με το δίκαιο κράτους μέλους, άλλου από τη Δημοκρατία, διαλύεται χωρίς να τεθεί σε εκκαθάριση και, κατά τη διάλυσή της, μεταβιβάζει το σύνολο του ενεργητικού και του παθητικού της σε εγκεκριμένο ίδρυμα, η αρμόδια αρχή δύναται να εγκρίνει την εγγραφή αξιογράφων, τα οποία έχει εκδώσει η απορροφούμενη εταιρεία στο μητρώο καλυμμένων αξιογράφων εφόσον -
(α)τα αξιόγραφα που έχει εκδώσει η απορροφούμενη εταιρεία πληρούν τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και τις δυνάμει αυτού εκδοθείσες Οδηγίες∙
(β)ικανοποιούνται πρόσθετοι όροι και προϋποθέσεις που δύναται να θέσει η αρμόδια αρχή∙ και
(γ)έχει προηγηθεί η σύμφωνη γνώμη των κατόχων των αξιογράφων, όπως προβλέπεται στους όρους έκδοσης των αξιογράφων.
(5) Η απόφαση για έγκριση ή απόρριψη της αίτησης εγγραφής στο μητρώο καλυμμένων αξιογράφων κοινοποιείται στο εγκεκριμένο ίδρυμα, με αιτιολόγηση τυχόν απόρριψής της, εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία λήψης της αίτησης ή, εάν η αίτηση δεν είναι πλήρης, ή, η αρμόδια αρχή απαιτήσει πρόσθετες πληροφορίες ή άλλα έγγραφα, εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία υποβολής από το εγκεκριμένο ίδρυμα των απαιτούμενων πληροφοριών ή άλλων εγγράφων.
15. Εκδόσεις αξιογράφων εγγράφονται στο μητρώο καλυμμένων αξιογράφων ή διαγράφονται από το μητρώο καλυμμένων αξιογράφων με την καταχώριση στο μητρώο των καθορισμένων πληροφοριών.
16. Με την εγγραφή έκδοσης αξιογράφου στο μητρώο καλυμμένων αξιογράφων -
(α)το αξιόγραφο καθίσταται καλυμμένο αξιόγραφο και υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου,
(β)το κάλυμμα εξασφαλίζει τις απαιτήσεις των πιστωτών καλύμματος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και συνιστά μορφή επιβάρυνσης προς όφελος των πιστωτών καλύμματος,
(γ)το εγκεκριμένο ίδρυμα καθίσταται ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων και -
(i)διεξάγει εργασίες καλυμμένων αξιογράφων σύμφωνα με το Μέρος ΙV για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς τους κατόχους καλυμμένων αξιογράφων, όπως αυτές προκύπτουν από τους όρους της έκδοσης και τις διατάξεις του παρόντος Νόμου∙
(ii)υπόκειται στην εποπτεία της αρμόδιας αρχής ως προς τη συμμόρφωση του με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου.
17. Διαγραφή έκδοσης καλυμμένων αξιογράφων από το μητρώο καλυμμένων αξιογράφων είναι δυνατή, μόνο όταν η αρμόδια αρχή ικανοποιηθεί ότι όλες οι νόμιμες απαιτήσεις από και υποχρεώσεις έναντι των πιστωτών καλύμματος έχουν ικανοποιηθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
18. (1) Ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων τηρεί κάλυμμα μέχρι την εξόφληση των καλυμμένων αξιογράφων.
(2) Ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων εισάγει στο κάλυμμα κύρια περιουσιακά στοιχεία και συμπληρωματικά περιουσιακά στοιχεία.
(3) Η αρμόδια αρχή δύναται, καθ΄ οιονδήποτε χρόνο, να καθορίζει προϋποθέσεις και κριτήρια και να θέτει περιορισμούς σε σχέση με το κάλυμμα.
(4) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (3), η αρμόδια αρχή θέτει περιορισμούς σε σχέση με -
(α)το δίκαιο, το οποίο διέπει τα κύρια περιουσιακά στοιχεία∙
(β)το κράτος, στο έδαφος του οποίου βρίσκεται η ακίνητη περιουσία, η οποία εξασφαλίζει στεγαστικά δάνεια και εμπορικά δάνεια∙
(γ)το είδος της εξασφάλισης της ακίνητης περιουσίας, όταν αυτή εξασφαλίζει εμπορικά δάνεια ή στεγαστικά δάνεια∙
(δ)τη σύνθεση του καλύμματος∙ και
(ε)την έκταση, στην οποία περιουσιακό στοιχείο υπόκειται σε συμψηφισμό.
(5) Ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων δεν δύναται να εισάγει σε κάλυμμα περιουσιακό στοιχείο, σε περίπτωση κατά την οποία -
(α)το περιουσιακό στοιχείο -
(i)είναι βεβαρημένο προς όφελος άλλου από τον πιστωτή καλύμματος∙
(ii)είναι το ίδιο, ή, η υποκείμενη εξασφάλισή του, αντικείμενο καταναγκαστικής πώλησης ή ρευστοποίησης του∙
(iii)παρουσιάζει σε καθυστέρηση μια ή περισσότερες δόσεις κεφαλαίου ή τόκου για περίοδο ενός ή περισσοτέρων μηνών, όταν εξασφαλίζεται από εμπράγματη εξασφάλιση∙
(iv)παρουσιάζει σε καθυστέρηση μια ή περισσότερες δόσεις κεφαλαίου και ή τόκου, όταν είναι περιουσιακό στοιχείο άλλο από αυτά που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (iii)∙ ή
(β)το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης ή συντρέχει λόγος διορισμού διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων από τους οριζόμενους στις παραγράφους (α) έως (η) του εδαφίου (2) του άρθρου 59.
(6) Η αρμόδια αρχή καθορίζει κριτήρια επάρκειας του καλύμματος, ούτως ώστε να ελαχιστοποιείται η πιθανότητα αθέτησης των υποχρεώσεων προς τους πιστωτές καλύμματος, σε περίπτωση που αρχίσει διαδικασία διάλυσης του πιστωτικού ιδρύματος.
(7) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η εισαγωγή στο κάλυμμα περιουσιακού στοιχείου που ανήκει σε πιστωτικό ίδρυμα, άλλο από το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, είναι δυνατή, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α)Το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων είναι, δυνάμει νομοθεσίας, υπεύθυνο για τη συγκέντρωση και διαχείριση των ρευστών διαθεσίμων του πιστωτικού ιδρύματος, στο οποίο ανήκει το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο∙
(β)το πιστωτικό ίδρυμα, στο οποίο ανήκει το περιουσιακό στοιχείο έχει δεσμευθεί ανέκκλητα να εισαχθεί το περιουσιακό στοιχείο στο κάλυμμα και, κατόπιν απαίτησης του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, να παράσχει επιπρόσθετα περιουσιακά στοιχεία προς πλήρωση των κριτηρίων επάρκειας του καλύμματος, όπως αυτά καθορίζονται κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (6)∙ και
(γ)το πιστωτικό ίδρυμα, στο οποίο ανήκει το περιουσιακό στοιχείο πληροί τις εποπτικές προϋποθέσεις που καθορίζει, για σκοπούς του παρόντος εδαφίου, η αρμόδια αρχή.
19. Η συμπερίληψη σύμβασης αντιστάθμισης κινδύνου σε κάλυμμα που τηρεί το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, είναι δυνατή εφόσον, κατόπιν επιβεβαίωσης από τον επόπτη καλυμμένων αξιογράφων, η σύμβαση -
(α)σχετίζεται με αντιστάθμιση κινδύνων που δυνατό να επηρεάσουν αρνητικά την αξία καλυπτικών περιουσιακών στοιχείων∙ και
(β)πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζει η αρμόδια αρχή.
20. Το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων τηρεί αποθεματικό σε σχέση με καλυπτικά περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται σε συμψηφισμό, ως καθορίζει η αρμόδια αρχή.
21. (1) Αναφορικά με ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, για όσο χρονικό διάστημα εκκρεμούν καλυμμένα αξιόγραφα ή σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου που συμπεριλαμβάνεται σε κάλυμμα παραμένει σε ισχύ, το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων δεν δημιουργεί οποιαδήποτε επιβάρυνση επί οποιωνδήποτε καλυπτικών περιουσιακών στοιχείων ή σύμβασης αντιστάθμισης κινδύνου που συμπεριλαμβάνεται στο κάλυμμα:
Νοείται ότι, σε περίπτωση, κατά την οποία δημιουργείται τέτοια επιβάρυνση, αυτή είναι άκυρη.
(2) Το εδάφιο (1) δεν απαγορεύει τη δημιουργία επιβάρυνσης από ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, επί καλυπτικών περιουσιακών στοιχείων ή σύμβασης αντιστάθμισης κινδύνων που συμπεριλαμβάνεται σε κάλυμμα, σε περίπτωση κατά την οποία η επιβάρυνση δημιουργείται προς όφελος των πιστωτών καλύμματος.
22. (1) Σε περίπτωση, κατά την οποία εγκεκριμένο ίδρυμα παραβαίνει τα κριτήρια επάρκειας του καλύμματος που καθορίζονται δυνάμει του εδαφίου (6) του άρθρου 18, το εγκεκριμένο ίδρυμα λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για θεραπεία της παράβασης, εντός περιόδου που η αρμόδια αρχή δύναται, είτε να καθορίζει με Οδηγία, είτε, σε εξαιρετικές και επείγουσες περιπτώσεις, να τάσσει με απόφαση της, την οποία διαβιβάζει στο εν λόγω εγκεκριμένο ίδρυμα.
(2) Χωρίς επηρεασμό της εξουσίας της αρμόδιας αρχής να διορίζει διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιών δυνάμει της παραγράφου (i) του εδαφίου (2) του άρθρου 59, το εγκεκριμένο ίδρυμα δεν δύναται να εκδίδει καλυμμένα αξιόγραφα μέχρι τη λήψη των αναγκαίων μέτρων θεραπείας.
(3) Σε περίπτωση, κατά την οποία πιστωτικό ίδρυμα που έχει διαγραφεί από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων παραβαίνει τα κριτήρια επάρκειας του καλύμματος, που καθορίζονται δυνάμει του εδαφίου (6) του άρθρου 18, το ίδρυμα αυτό λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για θεραπεία της παράβασης, εντός περιόδου που η αρμόδια αρχή δύναται, είτε να καθορίζει με Οδηγία της ή, σε εξαιρετικές και επείγουσες περιπτώσεις, να τάσσει με απόφαση της που διαβιβάζει στο εν λόγω ίδρυμα:
Νοείται ότι, σε περίπτωση που το πιστωτικό ίδρυμα έχει διαγραφεί από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων και δεν έχει διοριστεί διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων, η αρμόδια αρχή δύναται να διορίσει διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων δυνάμει της παραγράφου (i) του εδαφίου (2) του άρθρου 59, σε περίπτωση που το πιστωτικό ίδρυμα δεν προβαίνει στη λήψη των αναγκαίων μέτρων θεραπείας εντός της περιόδου, που καθορίζει η αρμόδια αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου.
23. (1) Ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων τηρεί μητρώο καλύμματος για κάθε έκδοση καλυμμένων αξιογράφων ή πρόγραμμα.
(2) Το μητρώο καλύμματος τηρείται σε μορφή, χώρο και περιεχόμενο που καθορίζει η αρμόδια αρχή.
24. (1) Με την εγγραφή περιουσιακού στοιχείου στο μητρώο καλύμματος, το περιουσιακό στοιχείο καθίσταται καλυπτικό περιουσιακό στοιχείο.
(2) Με την εγγραφή σύμβασης αντιστάθμισης κινδύνου στο μητρώο καλύμματος, η σύμβαση αποτελεί μέρος του καλύμματος.
25. (1) Περιουσιακό στοιχείο εισάγεται στο ή αφαιρείται από το κάλυμμα, με την καταχώριση των απαιτούμενων λεπτομερειών στο μητρώο καλύμματος.
(2) Ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων δύναται να αφαιρεί καλυπτικό περιουσιακό στοιχείο από το κάλυμμα σε περίπτωση, κατά την οποία το εν λόγω στοιχείο δεν απαιτείται, κατά το χρόνο της διαγραφής του, για την πλήρωση των κριτηρίων επάρκειας του καλύμματος, όπως καθορίζονται δυνάμει του εδαφίου (6) του άρθρου 18:
Νοείται ότι, διαγραφή από το μητρώο καλύμματος χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του παρόντος εδαφίου, δεν συνιστά αφαίρεση του περιουσιακού στοιχείου από το κάλυμμα.
26. (1) Σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου εισάγεται στο ή αφαιρείται από το κάλυμμα, με την καταχώριση των απαιτούμενων λεπτομερειών στο μητρώο καλύμματος.
(2) Αφαίρεση σύμβασης αντιστάθμισης κινδύνου από το κάλυμμα είναι δυνατή μόνο σε περίπτωση, κατά την οποία -
(α)οι υποχρεώσεις των μερών δυνάμει της σύμβασης έχουν εκπληρωθεί∙
(β)ο αντισυμβαλλόμενος του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων συμφωνεί σε τέτοια διαγραφή∙ ή
(γ)ο αντισυμβαλλόμενος του ιδρύματος αθετεί τις οικονομικές του υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση:
Νοείται ότι, διαγραφή από το μητρώο καλύμματος χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του παρόντος εδαφίου, δεν συνιστά αφαίρεση της σύμβασης αντιστάθμισης κινδύνου από το κάλυμμα.
27. Ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων τηρεί, ξεχωριστά από το μητρώο καλύμματος, μητρώο εξασφαλίσεων συμβάσεων αντιστάθμισης κινδύνου αναφορικά με εξασφαλίσεις που κατέχει σε σχέση με σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου, που συμπεριλαμβάνεται σε κάλυμμα, σύμφωνα με κριτήρια που καθορίζει η αρμόδια αρχή.
28. (1) Ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων χρησιμοποιεί τις χρηματικές εισροές, που προκύπτουν από την εξυπηρέτηση ή τη διάθεση των καλυπτικών περιουσιακών στοιχείων ή άλλως πως από τα καλυπτικά περιουσιακά στοιχεία, για -
(α)την εξυπηρέτηση των νόμιμων απαιτήσεων των πιστωτών καλύμματος,
(β)τη δημιουργία ή την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων και εισαγωγή τους στο κάλυμμα, προς πλήρωση των κριτηρίων επάρκειας του καλύμματος που καθορίζονται δυνάμει του εδαφίου (6) του άρθρου 18.
(2) Οι χρηματικές εισροές, μέχρι τη χρησιμοποίηση τους σύμφωνα με το εδάφιο (1), αποτελούν μέρος του σχετικού καλύμματος.
(3) Οποιοδήποτε ποσό χρηματικών εισροών απομένει μετά τη συμμόρφωση του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), παύει να αποτελεί μέρος του καλύμματος.
(4) Η αρμόδια αρχή δύναται να καθορίζει τον τρόπο διαχείρισης και παρακολούθησης των χρηματικών εισροών για σκοπούς εφαρμογής του εδαφίου (2).
29. (1) Ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων διασφαλίζει ότι η εξυπηρέτηση των νόμιμων απαιτήσεων των πιστωτών καλύμματος επιτυγχάνεται από τις χρηματικές εισροές που προκύπτουν από την εξυπηρέτηση ή τη διάθεση των καλυπτικών περιουσιακών στοιχείων ή άλλως πως από τα καλυπτικά περιουσιακά στοιχεία.
(2) Σε περίπτωση που οι χρηματικές εισροές των καλυπτικών περιουσιακών στοιχείων δεν καλύπτουν τις άμεσες υποχρεώσεις του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων σε σχέση με τα καλυμμένα αξιόγραφα, το ίδρυμα αυτό χρησιμοποιεί άλλα στοιχεία του ενεργητικού του, για την κάλυψη των άμεσων υποχρεώσεων του έναντι των πιστωτών καλύμματος.
30. Η αρμόδια αρχή, καθώς και ο επόπτης καλυμμένων αξιογράφων δικαιούνται σε οποιοδήποτε χρόνο -
(α)να έχουν πρόσβαση σε μητρώο καλύμματος∙ και
(β)να λαμβάνουν αντίγραφα του μητρώου καλύμματος ή οποιασδήποτε εγγραφής στο μητρώο με έξοδα του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων.
31. Ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων περιλαμβάνει στις ετήσιες και ενδιάμεσες οικονομικές καταστάσεις του και δημοσιεύει σε τακτά χρονικά διαστήματα που καθορίζει η αρμόδια αρχή, πληροφορίες αναφορικά με τα καλυμμένα αξιόγραφα που έχει εκδώσει, καθώς και με περιουσιακά στοιχεία που είναι εγγεγραμμένα σε μητρώο καλύμματος, ως καθορίζει η αρμόδια αρχή.
32. (1) Ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων τίθεται υπό την επιτήρηση του επόπτη καλυμμένων αξιογράφων και διενεργεί εργασίες καλυμμένων αξιογράφων μόνο με την έγγραφη συγκατάθεση του -
(α)όταν συντρέχουν λόγοι που ενδεχομένως να οδηγούν στη διαγραφή του εν λόγω ιδρύματος από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων και η αρμόδια αρχή κρίνει σκόπιμη την επιτήρηση των εργασιών καλυμμένων αξιογράφων∙ ή
(β)όταν το ίδρυμα αυτό διαγράφεται από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων, χωρίς να διορίζεται διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων:
(2) Τα καθήκοντα του επόπτη καλυμμένων αξιογράφων δυνάμει του εδαφίου (1) αναλαμβάνει η αρμόδια αρχή, σε περίπτωση κατά την οποία -
(α)κατά το σχετικό χρόνο δεν υπάρχει διορισμένος επόπτης καλυμμένων αξιογράφων ή
(β)η αρμόδια αρχή κρίνει ότι η άσκηση των καθηκόντων του επόπτη καλυμμένων αξιογράφων από την ίδια εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντα των κατόχων καλυμμένων αξιογράφων.
33. (1) Σε περίπτωση διαγραφής ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων από το μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων χωρίς να διοριστεί διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων, το ίδρυμα αυτό, εντός περιόδου από την ημερομηνία διαγραφής που θέτει η αρμόδια αρχή, παρέχει στην αρμόδια αρχή και, στο βαθμό που είναι δυνατό, σε κάθε κάτοχο των καλυμμένων αξιογράφων, σχέδιο με τα μέτρα που λαμβάνει ή προτίθεται να λάβει, έτσι ώστε τα καλυμμένα αξιόγραφα να ικανοποιηθούν, σύμφωνα με τους όρους που διέπουν την έκδοσή τους.
(2) Η αρμόδια αρχή δύναται να διορίσει διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιών δυνάμει της παραγράφου (i) του εδαφίου (2) του άρθρου 59 για να αναλάβει τις εργασίες καλυμμένων αξιογράφων, σε περίπτωση κατά την οποία -
(α)ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων παραλείψει να παράσχει στην αρμόδια αρχή σχέδιο, σύμφωνα με το εδάφιο (1) εντός της περιόδου που θέτει η αρμόδια αρχή∙
(β)Η αρμόδια αρχή έχει εύλογη υποψία ότι το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων έχει παραλείψει να ενημερώσει, στο βαθμό που είναι δυνατό, όλους τους κατόχους των καλυμμένων αξιογράφων αναφορικά με το σχέδιο∙ ή
(γ)η αρμόδια αρχή κρίνει ότι τα μέτρα που αναφέρονται στο σχέδιο δεν είναι ικανοποιητικά.
34. (1) Σε περίπτωση συγχώνευσης δι’ απορρόφησης ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων από εγκεκριμένο ίδρυμα, είναι δυνατή η ανάληψη από το απορροφών εγκεκριμένο ίδρυμα του καλύμματος και των υποχρεώσεων έναντι των πιστωτών καλύμματος, εφόσον έχει προηγηθεί η σύμφωνη γνώμη των κατόχων καλυμμένων αξιογράφων, όπως προβλέπεται στους όρους έκδοσης των καλυμμένων αξιογράφων και, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής.
(2) Σε περίπτωση συγχώνευσης δι’ απορρόφησης ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων από -
(α)εταιρεία που δεν είναι εγκεκριμένο ίδρυμα∙ ή
(β)εγκεκριμένο ίδρυμα χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (1),
εφαρμόζονται οι πρόνοιες του Μέρους VII.
(3) Σε περίπτωση συγχώνευσης ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων με μια ή περισσότερες εταιρείες διά σύστασης νέου εγκεκριμένου ιδρύματος, είναι δυνατή η ανάληψη από το νέο εγκεκριμένο ίδρυμα, του καλύμματος και των υποχρεώσεων έναντι των πιστωτών καλύμματος, εφόσον έχει προηγηθεί η σύμφωνη γνώμη των κατόχων καλυμμένων αξιογράφων, όπως προβλέπεται στους όρους έκδοσης των καλυμμένων αξιογράφων και, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής.
(4) Σε περίπτωση συγχώνευσης ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων με μια ή περισσότερες εταιρείες διά -
(α)σύστασης νέας εταιρείας που δεν είναι εγκεκριμένο ίδρυμα∙ ή
(β)σύστασης νέου εγκεκριμένου ιδρύματος, χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (3),
εφαρμόζονται οι πρόνοιες του Μέρους VII.
(5) Σε περίπτωση διάσπασης ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων σε δύο ή περισσότερες εταιρείες όπου μία ή περισσότερες από τις εταιρείες αυτές είναι εγκεκριμένο ίδρυμα, είναι δυνατή η ανάληψη από το εν λόγω εγκεκριμένο ίδρυμα, του καλύμματος και των υποχρεώσεων έναντι των πιστωτών καλύμματος, εφόσον έχει προηγηθεί η σύμφωνη γνώμη των κατόχων καλυμμένων αξιογράφων, όπως προβλέπεται στους όρους έκδοσης των καλυμμένων αξιογράφων και, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής.
(6) Σε περίπτωση διάσπασης ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων σε δύο ή περισσότερες εταιρείες όπου -
(α)καμία από τις εταιρείες αυτές δεν είναι εγκεκριμένο ίδρυμα, ή
(β)μια ή περισσότερες από τις εταιρείες αυτές είναι εγκεκριμένο ίδρυμα χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (5),
εφαρμόζονται οι πρόνοιες του Μέρους VII.
(7) Η απορρόφηση μίας ή περισσοτέρων εταιρειών ή μέρους εταιρείας από ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων δεν επηρεάζει τις εργασίες των καλυμμένων αξιογράφων.
(8) Σε περίπτωση διασυνοριακής συγχώνευσης, κατά την οποία ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων διαλύεται χωρίς να τεθεί σε εκκαθάριση και, κατά τη διάλυσή του, μεταβιβάζει το σύνολο του ενεργητικού και του παθητικού του σε άλλη προϋπάρχουσα εταιρεία, που είναι εγκεκριμένο ίδρυμα, είναι δυνατή η ανάληψη από το απορροφών εγκεκριμένο ίδρυμα του καλύμματος και των υποχρεώσεων έναντι των πιστωτών καλύμματος, εφόσον έχει προηγηθεί η σύμφωνη γνώμη των κατόχων καλυμμένων αξιογράφων όπως προβλέπεται στους όρους έκδοσης των καλυμμένων αξιογράφων και, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής.
(9) Σε περίπτωση διασυνοριακής συγχώνευσης, κατά την οποία ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων διαλύεται χωρίς να τεθεί σε εκκαθάριση και, κατά τη διάλυσή του, μεταβιβάζει το σύνολο του ενεργητικού και του παθητικού του σε άλλη προϋπάρχουσα εταιρεία που -
(α)δεν είναι εγκεκριμένο ίδρυμα∙
(β)είναι εγκεκριμένο ίδρυμα χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (8)∙ ή
(γ)έχει συσταθεί σύμφωνα με νομοθεσία κράτους, άλλου από τη Δημοκρατία,
εφαρμόζονται οι πρόνοιες του Μέρους VII.
(10) Σε περίπτωση διασυνοριακής συγχώνευσης, κατά την οποία ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων διαλύεται χωρίς να τεθεί σε εκκαθάριση και, κατά τη διάλυσή του, μεταβιβάζει το σύνολο του ενεργητικού και του παθητικού του σε άλλη νέα εταιρεία που είναι εγκεκριμένο ίδρυμα, είναι δυνατή η ανάληψη από το νέο εγκεκριμένο ίδρυμα του καλύμματος και των υποχρεώσεων έναντι των πιστωτών καλύμματος, εφόσον έχει προηγηθεί η σύμφωνη γνώμη των κατόχων καλυμμένων αξιογράφων, όπως προβλέπεται στους όρους έκδοσης των καλυμμένων αξιογράφων και, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής.
(11) Σε περίπτωση διασυνοριακής συγχώνευσης, κατά την οποία ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων διαλύεται χωρίς να τεθεί σε εκκαθάριση και, κατά τη διάλυσή του, μεταβιβάζει το σύνολο του ενεργητικού και του παθητικού του σε -
(α)άλλη νέα εταιρεία που δεν είναι εγκεκριμένο ίδρυμα∙
(β)εγκεκριμένο ίδρυμα χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (10)∙ ή
(γ)άλλη νέα εταιρεία που έχει συσταθεί σύμφωνα με νομοθεσία κράτους άλλου από τη Δημοκρατία,
εφαρμόζονται οι πρόνοιες του Μέρους VII.
(12) Σε περίπτωση διασυνοριακής συγχώνευσης, κατά την οποία ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων διαλύεται χωρίς να τεθεί σε εκκαθάριση και, κατά τη διάλυσή του, μεταβιβάζει το σύνολο του ενεργητικού και του παθητικού του στην εταιρεία που κατέχει όλους τους τίτλους ή μερίδια του εταιρικού του κεφαλαίου, η οποία είναι εγκεκριμένο ίδρυμα, είναι δυνατή η ανάληψη από την εταιρεία αυτή του καλύμματος και των υποχρεώσεων έναντι των πιστωτών καλύμματος, εφόσον έχει προηγηθεί η σύμφωνη γνώμη των κατόχων καλυμμένων αξιογράφων όπως προβλέπεται στους όρους έκδοσης των καλυμμένων αξιογράφων και, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής.
(13) Σε περίπτωση διασυνοριακής συγχώνευσης, κατά την οποία ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων διαλύεται χωρίς να τεθεί σε εκκαθάριση και, κατά τη διάλυσή του, μεταβιβάζει το σύνολο του ενεργητικού και του παθητικού του στην εταιρεία που κατέχει όλους τους τίτλους ή μερίδια του εταιρικού του κεφαλαίου, η οποία -
(α)δεν είναι εγκεκριμένο ίδρυμα∙
(β)είναι εγκεκριμένο ίδρυμα χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (12)∙ ή
(γ)έχει συσταθεί σύμφωνα με νομοθεσία κράτους άλλου από τη Δημοκρατία,
εφαρμόζονται οι πρόνοιες του Μέρους VII.
35. Ανάληψη από εγκεκριμένο ίδρυμα του καλύμματος και των υποχρεώσεων έναντι των πιστωτών καλύμματος ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων είναι δυνατή -
(α)στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα εδάφια (1), (3), (5), (8), (10) και (12) του άρθρου 34∙
(β)κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των δύο πιστωτικών ιδρυμάτων, εφόσον έχει προηγηθεί η σύμφωνη γνώμη των κατόχων καλυμμένων αξιογράφων, όπως προβλέπεται στους όρους έκδοσης των καλυμμένων αξιογράφων και, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής∙ ή
(γ)εάν ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων ασκήσει την εξουσία που προβλέπεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 62.
36. (1) Το μεταβιβάζον πιστωτικό ίδρυμα και το αποκτών πιστωτικό ίδρυμα υποβάλλουν από κοινού στην αρμόδια αρχή για έγκριση, σχέδιο αναφορικά με την προτεινόμενη ανάληψη του καλύμματος και των υποχρεώσεων έναντι των πιστωτών καλύμματος.
(2) Το σχέδιο -
(α)προσδιορίζει την ημερομηνία ή τις ημερομηνίες της ανάληψης∙ και
(β)περιέχει τέτοιες λεπτομέρειες αναφορικά με τις υποχρεώσεις των συμβαλλομένων στην προτεινόμενη ανάληψη που δύναται να απαιτεί η αρμόδια αρχή, ούτως ώστε -
(i)να διασφαλιστούν τα συμφέροντα του μεταβιβάζοντος πιστωτικού ιδρύματος και του αποκτώντος πιστωτικού ιδρύματος, καθώς και των πιστωτών καλύμματος και των προσώπων, έναντι των οποίων το καλυπτικό περιουσιακό στοιχείο υφίσταται ως άνοιγμα∙ και
(ii)να διασφαλιστεί η ομαλή ανάληψη των εργασιών καλυμμένων αξιογράφων.
(3) Η αρμόδια αρχή, αφού ικανοποιηθεί ότι το υποβληθέν σχέδιο ικανοποιεί τους αναφερόμενους στο εδάφιο (1) σκοπούς και τους όρους που δύναται να θέτει -
(α)εγκρίνει την ανάληψη του καλύμματος και των υποχρεώσεων έναντι των πιστωτών καλύμματος∙ και
(β)δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και με όποιο άλλο τρόπο κρίνει εύλογο, τις λεπτομέρειες της ανάληψης.
(4) Η ανάληψη των εργασιών καλυμμένων αξιογράφων σύμφωνα με το παρόν άρθρο τίθεται σε ισχύ, κατά την ημερομηνία που αναφέρεται στο σχέδιο, νοούμενου ότι πληρούνται τυχόν όροι που θέτει η αρμόδια αρχή.
(5) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου -
(α)το αποκτών πιστωτικό ίδρυμα διαδέχεται το μεταβιβάζον πιστωτικό ίδρυμα σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις σε σχέση με το κάλυμμα και τους πιστωτές καλύμματος∙ και
(β)το μεταβιβάζον πιστωτικό ίδρυμα παύει να έχει οποιεσδήποτε υποχρεώσεις και οποιαδήποτε δικαιώματα σε σχέση με το κάλυμμα και τους πιστωτές καλύμματος.
(6) Σε περίπτωση, κατά την οποία κατά το χρόνο της ανάληψης εκκρεμεί οποιαδήποτε νομική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης αγωγής, διαιτησίας, προσφυγής, αίτησης, διαδικασίας εκτέλεσης, τότε τέτοια διαδικασία δεν τερματίζεται ή διακόπτεται ή επηρεάζεται με οποιοδήποτε τρόπο.
(7) Με την ανάληψη του καλύμματος και των υποχρεώσεων έναντι των πιστωτών καλύμματος, το αποκτών πιστωτικό ίδρυμα -
(α)διαδέχεται το μεταβιβάζον πιστωτικό ίδρυμα ως μέρος στην εν λόγω διαδικασία∙ και
(β)απολαμβάνει τα δικαιώματα και αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις που είχε το μεταβιβάζον ίδρυμα, σε σχέση με την εν λόγω διαδικασία αμέσως πριν την ανάληψη.
(8) Για σκοπούς του παρόντος άρθρου -
(α)«αποκτών πιστωτικό ίδρυμα» σημαίνει εγκεκριμένο ίδρυμα που αναλαμβάνει το κάλυμμα και τις υποχρεώσεις έναντι πιστωτών καλύμματος μεταβιβάζοντος πιστωτικού ιδρύματος∙
(β)«μεταβιβάζον πιστωτικό ίδρυμα» σημαίνει ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που μεταβιβάζει το κάλυμμα στο αποκτών πιστωτικό ίδρυμα και ως εκ τούτου απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων.
37. (1) Για τους σκοπούς του Μέρους αυτού, η αναφορά σε «καλυπτικά περιουσιακά στοιχεία» περιλαμβάνει οποιαδήποτε εξασφάλιση, εγγύηση, υποχρέωση κάλυψης ή ασφάλεια που κατέχεται από το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων σε σχέση με τέτοια στοιχεία.
(2) Για τους σκοπούς του Μέρους αυτού, η αναφορά σε «σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου» που αποτελεί μέρος του καλύμματος περιλαμβάνει-
(α)οποιαδήποτε εξασφάλιση, εγγύηση, υποχρέωση κάλυψης ή ασφάλεια, η οποία κατέχεται από το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων σε σχέση με τέτοια σύμβαση, και εξασφάλιση σύμβασης αντιστάθμισης κινδύνου που παρέχεται στο πιστωτικό ίδρυμα δυνάμει τέτοιας σύμβασης,
(β)οποιαδήποτε δικαιώματα, υποχρεώσεις ή κυριότητα του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, τα οποία προκύπτουν από εξασφάλιση σύμβασης αντιστάθμισης κινδύνου ή εξασφάλιση που παρέχεται δυνάμει τέτοιας σύμβασης ή σε σχέση με τέτοια σύμβαση.
(3) Το Μέρος αυτό δεν εφαρμόζεται σε σχέση με οποιαδήποτε σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου, η οποία έχει αφαιρεθεί από το κάλυμμα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου.
38. Το γεγονός ότι αρχίζει διαδικασία διάλυσης σε σχέση με ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων δεν επηρεάζει -
(α)τις απαιτήσεις και τα δικαιώματα κατόχων καλυμμένων αξιογράφων που εκδόθηκαν από το πιστωτικό ίδρυμα∙
(β)τις απαιτήσεις και τα δικαιώματα προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του ορισμού «πιστωτής καλύμματος» στο άρθρο 2∙
(γ)τις απαιτήσεις και τα δικαιώματα αντισυμβαλλόμενου σε οποιαδήποτε σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου, στην οποία το πιστωτικό ίδρυμα είναι συμβαλλόμενος, νοουμένου ότι οι συμβάσεις αυτές συμπεριλαμβάνονται στο κάλυμμα∙
(δ)το διορισμό επόπτη καλυμμένων αξιογράφων σύμφωνα με το Μέρος VIII και τις απαιτήσεις και δικαιώματα του επόπτη, στο βαθμό που αυτά σχετίζονται με το διορισμό του ή προκύπτουν δυνάμει του παρόντος Νόμου∙
(ε)το διορισμό διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων σύμφωνα με το Μέρος IX και τις απαιτήσεις και δικαιώματα του διαχειριστή, στο βαθμό που αυτά σχετίζονται με το διορισμό του ή προκύπτουν δυνάμει του παρόντος Νόμου∙
(στ)τις απαιτήσεις και δικαιώματα οποιουδήποτε άλλου προσώπου, το οποίο εμπίπτει στον ορισμό του «πιστωτή καλύμματος» κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2.
39. (1) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (ε) του εδαφίου (7) του άρθρου 40, οι υποχρεώσεις ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων έναντι των πιστωτών καλύμματος παραμένουν σε ισχύ και είναι εκτελεστές όπως προβλέπεται στο παρόν Μέρος, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι το πιστωτικό ίδρυμα αυτό υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης.
(2) Σε περίπτωση, κατά την οποία ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης, οι εξουσίες της αρμόδιας αρχής να διορίζει διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων και επόπτη καλυμμένων αξιογράφων, συνεχίζουν να ισχύουν μέχρι να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις όλων των πιστωτών καλύμματος.
40. (1) Σε περίπτωση, κατά την οποία ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης -
(α)όλα τα καλυμμένα αξιόγραφα που εκδόθηκαν από το ίδρυμα αυτό παραμένουν σε ισχύ, τηρουμένων των όρων έκδοσης τους∙
(β)κάθε σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου που περιλαμβάνεται στο κάλυμμα, παραμένει σε ισχύ τηρουμένων των όρων της∙
(γ)ο διορισμός επόπτη καλυμμένων αξιογράφων σε σχέση με το ίδρυμα αυτό παραμένει σε ισχύ, σύμφωνα με τους όρους διορισμού∙
(δ)οι υποχρεώσεις του εν λόγω ιδρύματος δυνάμει των καλυμμένων αξιογράφων ή συμφωνίας ή διορισμού σε σχέση με τα καλυμμένα αξιόγραφα, συνεχίζουν να είναι εκτελεστές, όπως προβλέπεται στο παρόν Μέρος∙
(ε)ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να αναλάβει τον έλεγχο και διαχείριση του καλύμματος και διενεργεί εργασίες καλυμμένων αξιογράφων, σύμφωνα με κριτήρια που καθορίζει η αρμόδια αρχή.
(2) Με την έναρξη διαδικασίας διάλυσης, ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων αξιολογεί την επάρκεια του καλύμματος και:
(α)εάν πληρούνται τα κριτήρια που καθορίζονται δυνάμει του εδαφίου (6) του άρθρου 18, αφαιρεί από το κάλυμμα και διαγράφει από το μητρώο καλύμματος όσα καλυπτικά περιουσιακά στοιχεία δεν προσμετρούνται για την πλήρωση αυτών των κριτηρίων∙ ή
(β)εάν δεν πληρούνται τα κριτήρια επάρκειας που καθορίζονται δυνάμει του εδαφίου (6) του άρθρου 18, επαναξιολογεί την επάρκεια του καλύμματος με βάση κριτήρια που καθορίζει η αρμόδια αρχή για σκοπούς της παρούσας παραγράφου και αφαιρεί από το κάλυμμα και διαγράφει από το μητρώο καλύμματος όσα καλυπτικά περιουσιακά στοιχεία δεν προσμετρούνται για την πλήρωση των κριτηρίων που καθορίζονται δυνάμει της παρούσας παραγράφου..
(3) Κατόπιν αιτήματος του διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων, το υπεύθυνο πρόσωπο καταβάλλει στο κάλυμμα, κατά προτεραιότητα σε σχέση με τις απαιτήσεις όλων των πιστωτών, μελών και συνεισφορέων του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, ποσό ίσο με το άθροισμα -
(α)του αποθεματικού συμψηφισμού, σύμφωνα με άρθρο 20, στην έκταση που τα καλυπτικά περιουσιακά στοιχεία υπόκεινται σε συμψηφισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4)∙
(β)των χρηματικών εισροών που αποτελούν μέρος του καλύμματος, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 28, στην έκταση που το εν λόγω ίδρυμα όφειλε να τις είχε χρησιμοποιήσει, σύμφωνα με το εδάφιο (1) του ίδιου άρθρου∙ και
(γ)οποιουδήποτε άλλου αποθεματικού έχει συμφωνηθεί στους όρους έκδοσης των καλυμμένων αξιογράφων, στην έκταση που πραγματοποιείται η ζημιά, για την κάλυψη της οποίας δημιουργήθηκε το εν λόγω αποθεματικό.
(4) Τυχόν συμψηφισμός καλυπτικού περιουσιακού στοιχείου με απαίτηση του προσώπου, έναντι του οποίου το καλυπτικό περιουσιακό στοιχείο υφίσταται ως άνοιγμα, διενεργείται μόνο επί του υπολοίπου αυτής της απαίτησης που προκύπτει μετά από τυχόν συμψηφισμού της με άλλα στοιχεία ενεργητικού του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης.
(5) Μέχρι να ικανοποιηθούν στο ακέραιο όλες οι νόμιμες απαιτήσεις των πιστωτών καλύμματος που εξασφαλίζονται σύμφωνα με το παρόν Μέρος, τα καλυπτικά περιουσιακά στοιχεία δεν αποτελούν μέρος των στοιχείων ενεργητικού που είναι διαθέσιμα για ικανοποίηση των απαιτήσεων όλων των άλλων πιστωτών, μελών και συνεισφορέων του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης.
(6) Τα καλυπτικά περιουσιακά στοιχεία δεν υπόκεινται σε εκτέλεση, κατάσχεση ή άλλης μορφής δέσμευση, από οποιοδήποτε πρόσωπο, άλλο από το διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων, για όσο καιρό παραμένουν ανικανοποίητες οι νόμιμες απαιτήσεις των πιστωτών καλύμματος, που εξασφαλίζονται σύμφωνα με το παρόν Μέρος.
(7) Για τους σκοπούς της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων δύναται να -
(α)δανείζεται∙
(β)συνάπτει σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου∙
(γ)αποκτά ή δημιουργεί συμπληρωματικό περιουσιακό στοιχείο ή, με την έγκριση της αρμόδιας αρχής, άλλο περιουσιακό στοιχείο∙
(δ)τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 41 και του άρθρου 42, επιβαρύνει, μεταβιβάζει ή πωλεί καλυπτικό περιουσιακό στοιχείο∙
(ε)συνάπτει συμφωνία με εγκεκριμένο ίδρυμα για την ανάληψη από αυτό του καλύμματος και των υποχρεώσεων έναντι των πιστωτών καλύμματος, με τη σύμφωνη γνώμη των κατόχων των καλυμμένων αξιογράφων, όπως προβλέπεται στους όρους έκδοσης, των καλυμμένων αξιογράφων∙
(στ)εγείρει ή υπερασπίσει οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη νομική διαδικασία σε σχέση με καλυπτικό περιουσιακό στοιχείο ή σύμβαση αντιστάθμισης κίνδυνου που περιλαμβάνεται στο κάλυμμα∙
(ζ)εκδίδει απόδειξη μερικής ή πλήρους εξόφλησης των χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων που συνιστούν καλυπτικά περιουσιακά στοιχεία∙
(η)ασκεί τις εξουσίες και τα δικαιώματα που απορρέουν από εξασφάλιση, εγγύηση, υποχρέωση κάλυψης και ασφάλεια που κατέχεται σε σχέση με το καλυπτικό περιουσιακό στοιχείο ή τη σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου που περιλαμβάνεται στο κάλυμμα, ιδίως σε περίπτωση υπερημερίας του προσώπου, έναντι του οποίου το καλυπτικό περιουσιακό στοιχείο υφίσταται ως άνοιγμα και σε περίπτωση υπερημερίας του αντισυμβαλλομένου σε σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου που περιλαμβάνεται στο κάλυμμα∙
(θ)επιθεωρεί τα βιβλία και έγγραφα του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου, των περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμων του 1985 έως (Αρ. 2) του 2009 ή οποιουδήποτε άλλου νόμου, που σχετίζονται με την επιθεώρηση των βιβλίων και εγγράφων εταιρείας από πιστωτές της.
(8) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), προκειμένου ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων να αναλάβει τον έλεγχο καλυπτικών περιουσιακών στοιχείων, τα οποία εξασφαλίζονται επί ακίνητης περιουσίας που βρίσκεται στη Δημοκρατία, προσκομίζει στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας τον διορισμό του από την αρμόδια αρχή, η οποία συνοδεύεται από κατάλογο με τις εξασφαλίσεις αυτές, με σκοπό την εγγραφή απαγόρευσης μεταβίβασής τους.
(9) Η έκδοση διατάγματος αναστολής της εκκαθάρισης σύμφωνα με το άρθρο 243 του περί Εταιρειών Νόμου ή διατάγματος ακύρωσης της διάλυσης σύμφωνα με το άρθρο 326 του ίδιου Νόμου ή η έκδοση απόφασης του Εφόρου ΥΕΑΣΕ για αναστολή της εκκαθάρισης με βάση το άρθρο 49Α των περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμων του 1985 έως (Αρ. 2) του 2009, δεν ανατρέπει τα αποτελέσματα που επέφερε σε σχέση με καλυμμένα αξιόγραφα η έναρξη της εκκαθάρισης:
Νοείται ότι, το Δικαστήριο που εκδίδει το πιο πάνω διάταγμα ή ο Έφορος ΥΕΑΣΕ, ανάλογα με την περίπτωση, δύναται να διατάξει όπως ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων ενεργεί εφεξής ωσάν να μην είχε ξεκινήσει η διαδικασία διάλυσης.
41. Σε περίπτωση πώλησης ή άλλης μορφής εκποίησης καλυπτικών περιουσιακών στοιχείων, οι πιστωτές καλύμματος δύνανται κατά προτεραιότητα έναντι όλων των άλλων πιστωτών, μελών και συνεισφορέων του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης, να ικανοποιήσουν από το προϊόν πώλησης ή άλλης μορφής εκποίησης, τις απαιτήσεις και τα δικαιώματα τους δυνάμει των όρων έκδοσης των καλυμμένων αξιογράφων, σύμβασης ή διορισμού:
Νοείται ό,τι, το άρθρο αυτό εφαρμόζεται ανεξάρτητα από το κατά πόσο οι απαιτήσεις πιστωτών άλλων από τους πιστωτές καλύμματος τυγχάνουν προνομιακής μεταχείρισης δυνάμει οποιουδήποτε άλλου νόμου και ανεξάρτητα από το κατά πόσο τέτοιες απαιτήσεις είναι εξασφαλισμένες ή όχι.
42. Εκποίηση του καλύμματος ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης δύναται να γίνει -
(α)προς εξόφληση των καλυμμένων αξιογράφων, σύμφωνα με τους όρους έκδοσης∙
(β)προς άμεση εξόφληση των καλυμμένων αξιογράφων κατ’ απαίτηση των κατόχων των καλυμμένων αξιογράφων κατόπιν απόφασης που αυτοί λαμβάνουν, σύμφωνα με τους όρους έκδοσης.
43. (1) Σε περίπτωση πώλησης ή άλλης μορφής εκποίησης του καλύμματος, οι πιστωτές καλύμματος δύνανται κατά προτεραιότητα έναντι όλων των άλλων πιστωτών, μελών και συνεισφορέων του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης, να ικανοποιήσουν από το προϊόν πώλησης ή άλλης μορφής εκποίησης τις απαιτήσεις και τα δικαιώματα τους:
Νοείται ότι, το άρθρο αυτό εφαρμόζεται ανεξάρτητα από το κατά πόσο οι απαιτήσεις πιστωτών άλλων από τους πιστωτές καλύμματος τυγχάνουν προνομιακής μεταχείρισης δυνάμει οποιουδήποτε άλλου νόμου και ανεξάρτητα από το κατά πόσο τέτοιες απαιτήσεις είναι εξασφαλισμένες ή όχι.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), οι απαιτήσεις των πιστωτών καλύμματος σε περίπτωση εκποίησης του καλύμματος κατατάσσονται εξ ίσου μεταξύ τους:
Νοείται ότι, σε περίπτωση, κατά την οποία δεν μπορούν να ικανοποιηθούν στο ακέραιο οι απαιτήσεις μειώνονται σε ίσες αναλογίες.
(3) Οι απαιτήσεις του επόπτη καλυμμένων αξιογράφων και του διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων έχουν προτεραιότητα έναντι των απαιτήσεων όλων των υπόλοιπων πιστωτών καλύμματος, κατατάσσονται εξ ίσου μεταξύ τους, και, σε περίπτωση, κατά την οποία δεν μπορούν να ικανοποιηθούν στο ακέραιο, μειώνονται σε ίσες αναλογίες.
(4) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 45, τα εδάφια (2) και (3) εφαρμόζονται ανεξάρτητα από -
(α)την ημερομηνία έκδοσης του καλυμμένου αξιογράφου, την ημερομηνία της σύμβασης αντιστάθμισης κινδύνου ή την ημερομηνία του διορισμού∙ του Επόπτη καλυμμένων αξιογράφων και του Διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων και
(β)την ημερομηνία, κατά την οποία συνέβηκαν τα γεγονότα που αποτελούν τη βάση της απαίτησης,
και ανεξάρτητα από τους όρους της εν λόγω έκδοσης, σύμβασης ή διορισμού.
(5) Σε περίπτωση, κατά την οποία οι απαιτήσεις των πιστωτών καλύμματος δεν ικανοποιούνται στο ακέραιο από το προϊόν πώλησης ή άλλης μορφής εκποίησης του καλύμματος, τότε οι πιστωτές αυτοί είναι, σε σχέση με το μέρος των απαιτήσεων τους που δεν ικανοποιείται, μη εξασφαλισμένοι πιστωτές του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης.
Νοείται ότι, στις περιπτώσεις των εδαφίων (2), (4), (6), (9), (11) και (13) του άρθρου 34, οι πιστωτές καλύμματος είναι σε σχέση με το μέρος των απαιτήσεών τους που δεν ικανοποιείται, μη εξασφαλισμένοι πιστωτές της εταιρείας, στην οποία περιέρχονται οι λοιπές πλην των καλυμμένων αξιογράφων υποχρεώσεις του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων.
(6) Ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων ενεργεί όπως προνοείται από τις πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου, του περί Πτωχεύσεως Νόμου, του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου και του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου που διέπουν τη διαδικασία διάλυσης με σκοπό την εφαρμογή του εδαφίου (5) και θεωρείται, για τους σκοπούς αυτών των προνοιών, ότι ενεργεί για λογαριασμό όλων των πιστωτών καλύμματος.
44. (1) Οποιοδήποτε πλεόνασμα από το προϊόν εκποίησης του καλύμματος, μετά την ικανοποίηση στο ακέραιο όλων των νόμιμων απαιτήσεων των πιστωτών καλύμματος επανέρχεται στην περιουσία του πιστωτικού ιδρύματος που υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης:
Νοείται ότι, ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων επιστρέφει το πλεόνασμα στο ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμέων αξιογράφων που υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης:
Νοείται περαιτέρω ότι, στις περιπτώσεις των εδαφίων (2), (4), (6), (9), (11) και (13) του άρθρου 34, το πλεόνασμα αποδίδεται στην εταιρεία, στην οποία περιέρχονται οι λοιπές πλην των καλυμμένων αξιογράφων υποχρεώσεις του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης.
(2) Το εδάφιο (1) εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, και στη παράγραφο (ε) του εδαφίου (7) του άρθρου 40.
45. Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους είναι άνευ επηρεασμού της εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 46, 47 και 48 του περί Πτωχεύσεως Νόμου, των διατάξεων των άρθρων 301 και 302 του περί Εταιρειών Νόμου, καθώς και οποιαδήποτε άλλης διάταξης νόμου που καθιστά οποιοδήποτε αξιόγραφο ή σύμβαση άκυρη ή ακυρώσιμη λόγω απάτης ή ψευδούς παράστασης σε -
(α)καλυμμένο αξιόγραφο που εκδόθηκε από ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων∙
(β)σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου που περιλαμβάνεται στο κάλυμμα∙ ή
(γ)σύμβαση που αφορά τον διορισμό επόπτη καλυμμένων αξιογράφων.
46. Σε περίπτωση, κατά την οποία παραμένουν σε ισχύ πέραν της μίας έκδοσης καλυμμένων αξιογράφων ή πέραν του ενός προγράμματος, που εξασφαλίζονται από διαφορετικά καλύμματα, τα δικαιώματα των πιστωτών καλύμματος εξασφαλίζονται μόνο από τα καλυπτικά περιουσιακά στοιχεία του σχετικού καλύμματος.
47. (1) Χωρίς επηρεασμό των προνοιών οποιουδήποτε νόμου, ο οποίος επιβάλλει υποχρεώσεις σε υπεύθυνο πρόσωπο, το υπεύθυνο πρόσωπο διασφαλίζει ότι οι υποχρεώσεις έναντι πιστωτών καλύμματος εκπληρώνονται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
(2) Η αρμόδια αρχή δύναται να επιβάλει επιπρόσθετα καθήκοντα στο υπεύθυνο πρόσωπο με έγγραφη ειδοποίηση.
48. Ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων και το υπεύθυνο πρόσωπο, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 47, ανταλλάσσουν πληροφορίες, οι οποίες έχουν σημασία για την διαδικασία διάλυσης του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων ή τη διαχείριση του καλύμματος.
49. (1) Κάθε ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων διορίζει προσοντούχο πρόσωπο ως επόπτη καλυμμένων αξιογράφων.
(2) Η αρμόδια αρχή καθορίζει τα προσόντα που απαιτούνται για διορισμό προσώπου ως Επόπτη καλυμμένων αξιογραφών, καθώς επίσης και τη διαδικασία διορισμού του.
(3) Διορισμός δυνάμει του παρόντος άρθρου ισχύει με την έγκριση του διοριζόμενου προσώπου από την αρμόδια αρχή.
(4) Το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που διορίζει επόπτη καλυμμένων αξιογράφων σύμφωνα με το παρόν άρθρο, έχει την ευθύνη πληρωμής της αμοιβής του, καθώς και οποιωνδήποτε άλλων οφειλόμενων σε αυτόν χρημάτων, σε σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων του, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε επιπρόσθετων καθηκόντων ανατεθούν σε αυτόν δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 51.
50. (1) Σε περίπτωση που, καθ’ οιονδήποτε χρόνο, για οποιοδήποτε λόγο, ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, δεν έχει διορισμένο επόπτη καλυμμένων αξιογράφων, η αρμόδια αρχή δύναται να διορίσει κατάλληλα προσοντούχο πρόσωπο ως επόπτη καλυμμένων αξιογράφων σε σχέση με το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα.
(2) Ο διορισμός κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1) δύναται να είναι υπό τέτοιους όρους και περιορισμούς, τους οποίους η αρμόδια αρχή κρίνει αναγκαίους.
(3) Σε περίπτωση, κατά την οποία η αρμόδια αρχή διορίζει επόπτη καλυμμένων αξιογράφων δυνάμει του εδαφίου (1), το πιστωτικό ίδρυμα έχει την ευθύνη πληρωμής της αμοιβής του επόπτη και οποιωνδήποτε άλλων οφειλομένων σε αυτόν χρημάτων σε σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων του, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε επιπρόσθετων καθηκόντων ανατεθούν σε αυτόν, δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 51.
51. (1) Ο επόπτης καλυμμένων αξιογράφων εποπτεύει τη συμμόρφωση του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο ή οποιαδήποτε Οδηγία εκδίδεται δυνάμει αυτού.
(2) Πριν από την αίτηση για εγγραφή οποιωνδήποτε αξιογράφων από εγκεκριμένο ίδρυμα στο μητρώο καλυμμένων αξιογράφων, ο επόπτης καλυμμένων αξιογράφων επιβεβαιώνει ότι το ίδρυμα αυτό -
(α)πληροί τις προϋποθέσεις εγγραφής εγκεκριμένου ιδρύματος,
(β)συμμορφώνεται με τις διατάξεις του Μέρους ΙV σε σχέση με κάθε προηγούμενη έκδοση καλυμμένων αξιογράφων, τα οποία παραμένουν σε ισχύ,
(γ)συμμορφώνεται με τις πρόνοιες των παραγράφων (δ) και (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 14, με την επιφύλαξη των προνοιών των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 14.
(3) Σε περίπτωση που στο κάλυμμα συμπεριλαμβάνονται συμβάσεις αντιστάθμισης κινδύνου, ο επόπτης καλυμμένων αξιογράφων επιβεβαιώνει πως αυτές πληρούν τα κριτήρια δυνάμει του άρθρου 26.
(4) Ο επόπτης καλυμμένων αξιογράφων είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση επιπρόσθετων καθηκόντων όπως δύναται η αρμόδια αρχή να καθορίζει με Οδηγία της ή, σε εξαιρετικές και επείγουσες περιπτώσεις, να τάσσει με απόφαση της, που διαβιβάζει στον επόπτη καλυμμένων αξιογράφων.
(5) Ο διορισμός προσώπου ως επόπτης καλυμμένων αξιογράφων δεν απαλλάσσει το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων από την ευθύνη του για συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
52. (1) Επόπτης καλυμμένων αξιογράφων, ο οποίος διαπιστώνει ή έχει εύλογη υποψία ότι ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων έχει παραβεί ή παραβαίνει οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου, η οποία σχετίζεται με τις ευθύνες τις υποχρεώσεις του επόπτη, υποβάλλει, το συντομότερο δυνατό, στην αρμόδια αρχή, γραπτή έκθεση αναφορικά με το θέμα αυτό.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), ο επόπτης καλυμμένων αξιογράφων υποβάλλει στην αρμόδια αρχή τέτοιες εκθέσεις και παρέχει τέτοιες πληροφορίες, σε τέτοιο χρόνο, που δύναται η αρμόδια αρχή να καθορίζει με Οδηγία της, ή σε εξαιρετικές και επείγουσες περιπτώσεις, να τάσσει με απόφαση της που διαβιβάζει στον επόπτη καλυμμένων αξιογράφων.
53. (1) Ο επόπτης καλυμμένων αξιογράφων δύναται, μετά από σχετική ειδοποίηση, να εισέρχεται σε οποιονδήποτε χώρο, από τον οποίο το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων διεξάγει τις εργασίες του, καθοιονδήποτε χρόνο το ίδρυμα αυτό είναι ανοικτό για εργασίες με το κοινό.
(2) Ο επόπτης καλυμμένων αξιογράφων, ο οποίος, δυνάμει του εδαφίου (1) εισέρχεται σε χώρο από τον οποίο το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων διεξάγει τις εργασίες καλυμμένων αξιογράφων δύναται -
(α)να ζητά διευκρινήσεις ή πληροφορίες από οποιοδήποτε αρμόδιο πρόσωπο,
(β)να επιθεωρεί και να ελέγχει οποιοδήποτε αρχείο, το οποίο θεωρεί ότι είναι σχετικό με την εκτέλεση των καθηκόντων του σε σχέση με το ίδρυμα αυτό,
(γ)να λαμβάνει αντίγραφα όλων ή οποιουδήποτε μέρους τέτοιων αρχείων.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2), η αρμόδια αρχή δύναται, με Οδηγία της, να καθορίζει περαιτέρω εξουσίες στον επόπτη καλυμμένων αξιογράφων επί του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων.
54. (1) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του άρθρου 53, ο επόπτης καλυμμένων αξιογράφων δύναται, κατόπιν σχετικής ειδοποίησης, να απαιτεί από το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων να του παράσχει, εντός εύλογης περιόδου που απαιτεί ο επόπτης, οποιαδήποτε πληροφορία ή να του παραδώσει οποιοδήποτε αρχείο, το οποίο σχετίζεται με τα καθήκοντα ή τις υποχρεώσεις του επόπτη καλυμμένων αξιογράφων σε σχέση με το ίδρυμα αυτό:
Νοείται ότι, το ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων παραδίδει τις πληροφορίες ή το αρχείο στον επόπτη καλυμμένων αξιογράφων, εντός της περιόδου που καθορίζει ο επόπτης, νοουμένου ότι αυτά είναι στην κατοχή, ή υπό τον έλεγχο του ιδρύματος αυτού.
(2) Άνευ επηρεασμού του εδαφίου (1), ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων παρέχει στον επόπτη καλυμμένων αξιογράφων, τέτοιες πληροφορίες και σε τέτοια χρονικά διαστήματα που καθορίζει η αρμόδια αρχή.
55. (1) Η αρμόδια αρχή ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο δεόντως εξουσιοδοτημένο από αυτή δύναται, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, όπως καθ’ οιονδήποτε χρόνο -
(α)εισέρχεται στα υποστατικά όπου ο επόπτης καλυμμένων αξιογράφων διεξάγει τις απορρέουσες από τον παρόντα Νόμο εργασίες του∙ και
(β)επιθεωρεί και λαμβάνει αντίγραφα οποιωνδήποτε αρχείων τηρούνται από τον επόπτη σε σχέση με τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
(2) Για σκοπούς εφαρμογής του εδαφίου (1), η αρμόδια αρχή συνεργάζεται με αρχές στη Δημοκρατία ή σε άλλο κράτος που ασκούν εποπτεία, στο πρόσωπο που έχει διοριστεί ως επόπτης καλυμμένων αξιογράφων, ανάλογα με την περίπτωση∙
56. (1) Ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων δύναται να τερματίσει το διορισμό επόπτη καλυμμένων αξιογράφων μόνο για λόγους, που καθορίζει η αρμόδια αρχή και με τη έγγραφη συγκατάθεσή της.
(2) Η αρμόδια αρχή δύναται με έγγραφη ειδοποίηση προς ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων να απαιτήσει τον τερματισμό του διορισμού επόπτη καλυμμένων αξιογράφων.
57. (1) Επόπτης καλυμμένων αξιογράφων δύναται με έγγραφη ειδοποίηση του προς την αρμόδια αρχή να παραιτηθεί.
(2) Στην ειδοποίηση παραίτησης του, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1), ο επόπτης καλυμμένων αξιογράφων αναφέρει τους λόγους της παραίτησής του.
(3) Η παραίτηση επόπτη καλυμμένων αξιογράφων, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1), τίθεται σε ισχύ μετά την πάροδο τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία, κατά την οποία επιδόθηκε η ειδοποίηση παραίτησης στην αρμόδια αρχή ή, μεγαλύτερης περιόδου, που προσδιορίζεται στην ειδοποίηση ή, μικρότερης περιόδου, με την οποία η αρμόδια αρχή συμφωνεί.
58. Ο επόπτης καλυμμένων αξιογράφων, αξιωματούχος, εργοδοτούμενος ή αντιπρόσωπός του, δεν υπόκεινται σε οποιαδήποτε ευθύνη σε περίπτωση αγωγής, αίτησης, ή άλλης νομικής διαδικασίας για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου καθηκόντων τους, εκτός αν αποδειχθεί ότι η πράξη ή παράλειψη δεν γίνεται καλή τη πίστει ή είναι αποτέλεσμα σοβαρής αμέλειας τους.
59. (1) Η αρμόδια αρχή διορίζει κατάλληλο πρόσωπο ως διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων, σε περίπτωση που αρχίζει διαδικασία διάλυσης του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων.
(2) Η αρμόδια αρχή δύναται να διορίσει κατάλληλο πρόσωπο ως διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων σε οποιαδήποτε από τις πιο κάτω περιπτώσεις:
(α)Το πιστωτικό ίδρυμα είναι αφερέγγυο∙
(β)καταχωρείται αίτηση για εκκαθάριση του πιστωτικού ιδρύματος ή εγκρίνεται ψήφισμα για εκούσια εκκαθάριση του πιστωτικού ιδρύματος∙
(γ)καταχωρείται αίτηση για το διορισμό εκκαθαριστή ή εγκρίνεται ψήφισμα για το διορισμό εκκαθαριστή του πιστωτικού ιδρύματος∙
(δ)λαμβάνεται ειδοποίηση από το πιστωτικό ίδρυμα για το διορισμό παραλήπτη ή διαχειριστή∙
(ε)υποβάλλεται αίτηση για το διορισμό επιθεωρητή σε σχέση με το πιστωτικό ίδρυμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου∙
(στ)το πιστωτικό ίδρυμα παραλείπει να πληρώσει εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία που είναι πληρωτέο οποιοδήποτε ποσό σε σχέση με καλυμμένα αξιόγραφα που έχει εκδώσει, εκτός αν η παράλειψη οφείλεται σε διαδικαστικές δυσκολίες που είναι πέραν του ελέγχου του πιστωτικού ιδρύματος∙
(ζ)το πιστωτικό ίδρυμα κρίνεται ανίκανο να πληρώσει τα χρέη του σύμφωνα με τις παραγράφους (β) ή (γ) του άρθρου 212 του περί Εταιρειών Νόμου∙
(η)λαμβάνονται μέτρα εξυγίανσης σε σχέση με το πιστωτικό ίδρυμα δυνάμει του Μέρους ΧΙΙΙ των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 έως 2009 ή του Μέρους ΧΙΙΑ του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμων του 1985 έως (Αρ. 2) του 2009, ανάλογα με την περίπτωση∙
(θ)το πιστωτικό ίδρυμα ανακοινώνει πρόθεση συγχώνευσης δι’ απορρόφησης, συγχώνευσης δια σύστασης νέας εταιρείας, διάσπασης ή διασυνοριακής συγχώνευσης, η οποία ενδεχομένως να εμπίπτει στα εδάφια (2), (4), (6), (9), (11) ή (13) του άρθρου 34∙
(ι)η αρμόδια αρχή κρίνει ότι απαιτείται ο διορισμός διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων για να προστατευτούν τα συμφέροντα -
(i)των κατόχων καλυμμένων αξιογράφων που εκδόθηκαν από το πιστωτικό ίδρυμα,
(ii)προσώπων που έχουν συμφέρον σε οποιαδήποτε σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου που περιλαμβάνεται σε κάλυμμα που τηρεί το πιστωτικό ίδρυμα, ή
(iii)άλλων πιστωτών του πιστωτικού ιδρύματος.
(3) Η αρμόδια αρχή διορίζει το διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων με απόφαση, την οποία γνωστοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο ήθελε ορίσει.
(4) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων των άρθρων 61 και 62, σε περίπτωση, κατά την οποία πρόσωπο ή περιουσιακά στοιχεία ή άλλα στοιχεία ενεργητικού που είναι αναγκαία για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων βρίσκονται εκτός της Δημοκρατίας, ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων δύναται, με την προηγούμενη συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής, να διορίσει αντιπροσώπους ή πληρεξούσιους με ανάλογες εξουσίες και όρους εντολής.
60. (1) Ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, σε σχέση με το οποίο διορίζεται διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων καταβάλλει στο διαχειριστή -
(α)την αμοιβή που ορίζει η αρμόδια αρχή για την εκτέλεση των καθηκόντων του σε σχέση με τη διαχείριση των εργασιών καλυμμένων αξιογράφων εκ μέρους του πιστωτικού ιδρύματος∙ και
(β)τα έξοδα, στα οποία υπόκειται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, περιλαμβανομένων και των αποδοχών προσώπων που εργοδοτεί.
(2) Ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων δύναται με αγωγή να απαιτήσει την είσπραξη οποιουδήποτε χρηματικού ποσού του οφείλεται δυνάμει του εδαφίου (1) ως αστικό χρέος.
61. (1) Με το διορισμό του, ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων -
(α)σε περίπτωση που δεν έχει ξεκινήσει η διαδικασία διάλυσης του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, αναλαμβάνει τη διαχείριση των εργασιών καλυμμένων αξιογράφων του εν λόγω ιδρύματος,
(β)με την έναρξη της διαδικασίας διάλυσης του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, αναλαμβάνει τον έλεγχο του καλύμματος, γνωστοποιεί την ανάληψη αυτή στα πρόσωπα, έναντι των οποίων τα καλυπτικά περιουσιακά στοιχεία υφίστανται ως άνοιγμα και διεξάγει τις εργασίες που προβλέπονται στο Μέρος VII.
(2) Ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων, εντός καθορισμένης περιόδου από την ημερομηνία διορισμού και μετέπειτα, ανάλογα με τις περιστάσεις, ενημερώνει την αρμόδια αρχή, και στο βαθμό που είναι δυνατό, κάθε πιστωτή καλύμματος, για τα μέτρα που λαμβάνει ή προτείνει να λάβει για να ικανοποιηθούν οι υποχρεώσεις του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων προς τους πιστωτές καλύμματος.
(3) Ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση επιπρόσθετων καθηκόντων όπως δύναται η αρμόδια αρχή να καθορίζει με Οδηγία της ή, σε εξαιρετικές και επείγουσες περιπτώσεις, να τάσσει με απόφαση της που διαβιβάζει στον διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων.
(4) Ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων υπόκειται στην εποπτεία της αρμόδιας αρχής για το σύνολο των καθηκόντων του.
(5) Εάν συντρέχει λόγος διορισμού διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων από τους οριζόμενους στις παραγράφους (α) έως (η) του εδαφίου (2) του άρθρου 59 και δεν έχει ξεκινήσει διαδικασία διάλυσης του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων δύναται να εισάγει στο κάλυμμα περιουσιακό στοιχείο ή σύμβαση αντιστάθμισης κινδύνου μόνο κατόπιν άδειας -
(α)σε περίπτωση ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που είναι τράπεζα, του Δικαστηρίου που έχει εν δυνάμει δικαιοδοσία εκκαθάρισης σύμφωνα με τα άρθρα 209 και 210 του περί Εταιρειών Νόμου∙ ή
(β)σε περίπτωση ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που είναι συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα, του Εφόρου ΥΕΑΣΕ:
Νοείται ότι, εισαγωγή περιουσιακού στοιχείου ή και σύμβασης αντιστάθμισης κινδύνου στο κάλυμμα δυνάμει του παρόντος εδαφίου πριν από την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης, παραμένει έγκυρη.
62. (1) Ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων δύναται, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής και με τη σύμφωνη γνώμη των κατόχων καλυμμένων αξιογράφων όπως προβλέπεται στους όρους έκδοσης, να απαιτήσει -
(α)την άμεση εξόφληση των καλυμμένων αξιογράφων∙ ή
(β)τη μεταβίβαση των εργασιών σε άλλο εγκεκριμένο ίδρυμα,
σε περίπτωση που διαπιστώνει πως μετά από ενδεχόμενη έναρξη διαδικασίας διάλυσης, το κάλυμμα δεν θα είναι επαρκές για να ικανοποιηθούν στο ακέραιο οι απαιτήσεις των πιστωτών καλύμματος.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), η αρμόδια αρχή δύναται να παρέχει περαιτέρω εξουσίες στο διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων.
63. (1) Η θέση διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων κενώνεται αν διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων που είναι φυσικό πρόσωπο-
(α)αποβιώσει∙
(β)παραιτείται από το αξίωμά του με έγγραφη ειδοποίηση προς την αρμόδια αρχή∙
(γ)κηρύσσεται σε πτώχευση ή προβαίνει σε διευθέτηση ή συμβιβασμό με τους πιστωτές του∙
(δ)παύεται από τη θέση του από την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3)∙
(ε)κωλύεται να ενεργεί ως σύμβουλος δυνάμει οποιουδήποτε διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 180 του περί Εταιρειών Νόμου∙
(στ)καταδικάζεται για αδίκημα που ενέχει δόλο, απάτη ή παράβαση καθήκοντος∙ ή
(ζ)καταδικάζεται για αδίκημα που τιμωρείται με φυλάκιση.
(2) Η θέση διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων κενώνεται αν διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων που είναι νομικό πρόσωπο -
(α)είναι αφερέγγυο∙
(β)παραιτείται από το αξίωμά του, με έγγραφη ειδοποίηση προς την αρμόδια αρχή∙
(γ)παύεται από τη θέση του από την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3)∙ ή
(δ)δεν απομακρύνει από τα καθήκοντα του σύμβουλο ή διευθυντή που έχει καταδικαστεί για αδίκημα που ενέχει δόλο, απάτη, παράβαση καθήκοντος ή τιμωρείται με φυλάκιση.
(3) Παρά τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2), η αρμόδια αρχή δύναται, καθ’ οιονδήποτε χρόνο, να παύει τον διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων από το αξίωμά του λόγω παράβασης ή πλημμελούς εκτέλεσης των καθηκόντων του, με απόφαση της, την οποία γνωστοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο ήθελε ορίσει.
64. Σε περίπτωση που, δυνάμει του άρθρου 63, η θέση του διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων κενώνεται, η αρμόδια αρχή διορίζει νέο πρόσωπο ως διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων.
65. (1) Σε περίπτωση, κατά την οποία διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων είναι φυσικό πρόσωπο και αδυνατεί προσωρινά να εκτελέσει τα καθήκοντά του λόγω απουσίας ή ασθένειας ή άλλου δικαιολογημένου λόγου, η αρμόδια αρχή δύναται να διορίζει άλλο πρόσωπο να ενεργεί ως διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων, κατά την περίοδο απουσίας ή ασθένειας ή άλλου δικαιολογημένου λόγου του διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων, με απόφαση της, την οποία γνωστοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο ήθελε ορίσει.
(2) Η αρμόδια αρχή δύναται καθ’ οιονδήποτε χρόνο να τερματίσει το διορισμό του προσώπου που διορίζεται με βάση το εδάφιο (1).
66. Ο διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων και αξιωματούχος, εργοδοτούμενος και αντιπρόσωπός του, δεν υπόκεινται σε οποιαδήποτε ευθύνη σε περίπτωση αγωγής, αίτησης ή άλλης νομικής διαδικασίας για αποζημιώσεις, σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου καθηκόντων του, εκτός αν αποδειχθεί ότι η πράξη ή παράλειψη δεν γίνεται καλή τη πίστει ή είναι αποτέλεσμα σοβαρής αμέλειας.
67. (1) Η αρμόδια αρχή τερματίζει το διορισμό διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων όταν -
(α)διαγραφούν από το μητρώο καλυμμένων αξιογράφων, οι εκδόσεις καλυμμένων αξιογράφων, για τις οποίες έχει διοριστεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 17, και, σε περίπτωση ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων που υπόκειται σε διαδικασία διάλυσης, επιστραφεί τυχόν πλεόνασμα από το προϊόν εκποίησης του καλύμματος, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 44∙ ή
(β)δεν συντρέχει πλέον λόγος διορισμού διαχειριστή,
(2) Η αρμόδια αρχή τερματίζει το διορισμό διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων με απόφαση της, την οποία γνωστοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο ήθελε ορίσει.
68. (1) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο εκδίδει αξιόγραφα και σε οποιοδήποτε πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες σε σχέση με έκδοση αξιογράφων, να χρησιμοποιεί, σε οποιαδήποτε αλφάβητο, τις λέξεις «καλυμμένα αξιόγραφα» ή οποιαδήποτε γραμματική παραλλαγή των λέξεων αυτών, ή, οποιαδήποτε αναφορά στο παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες Οδηγίες, αναφορικά με τα αξιόγραφα που εκδίδει ή σε σχέση, με τα οποία παρέχει υπηρεσίες, εκτός από εγκεκριμένο ίδρυμα αναφορικά με τα αξιόγραφα που εκδίδει δυνάμει του παρόντος Νόμου και από πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες σε σχέση με τέτοια αξιόγραφα αναφορικά με αυτές τις υπηρεσίες.
(2) Πρόσωπο, το οποίο παραβαίνει τις διατάξεις του εδαφίου (1), είναι ένοχο αδικήματος, το οποίο, σε περίπτωση καταδίκης, τιμωρείται με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια ή με πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€350.000) ή και τις δύο ποινές αυτές.
(3) Σε περίπτωση, κατά την οποία διαπράττεται το αδίκημα κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1), από νομικό πρόσωπο, οποιοδήποτε μέλος του διοικητικού συμβουλίου, ή διευθυντής του, ο οποίος εξουσιοδότησε ή, εν γνώσει του, επέτρεψε τη διάπραξη του αδικήματος, είναι ένοχος του αδικήματος αυτού.
69. Άνευ επηρεασμού των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου που αναθέτουν εξουσίες στην αρμόδια αρχή, η αρμόδια αρχή δύναται -
(α)σε περίπτωση που ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε Οδηγίας που εκδόθηκε δυνάμει αυτού, να απαιτήσει από το ίδρυμα αυτό να λάβει αμέσως μέτρα για θεραπεία της κατάστασης όπως η αρμόδια αρχή ήθελε ορίσει,
(β)να εκδίδει Οδηγία για τη ρύθμιση οποιουδήποτε άλλου θέματος, το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού.
70. Η αρμόδια αρχή και οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο είναι σύμβουλος ή μέλος της Επιτροπής ΥΕΑΣΕ ή λειτουργός ή αντιπρόσωπος της αρμόδιας αρχής, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε ευθύνη σε περίπτωση αγωγής, αίτησης ή άλλης νομικής διαδικασίας για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων και ευθυνών της αρμόδιας αρχής δυνάμει του παρόντος Νόμου, εκτός αν αποδειχθεί ότι η πράξη ή η παράλειψη δεν γίνεται καλή τη πίστει ή είναι αποτέλεσμα σοβαρής αμέλειας.
71. Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και η ΥΕΑΣΕ συνεργάζονται και ανταλλάσουν πληροφορίες μεταξύ τους, προκειμένου να διασφαλίζεται η συνοχή του πλαισίου που θεσπίζεται δυνάμει του παρόντος Νόμου και η ομοιόμορφη εφαρμογή του εφ΄ όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων.
72. Η αρμόδια αρχή δύναται, με Οδηγία της να απαιτεί τέλη:
(α) από τα πιστωτικά ιδρύματα που αιτούνται εγγραφής τους στο μητρώο εγκεκριμένων ιδρυμάτων∙
(β) από τα εγκεκριμένα ιδρύματα που αιτούνται εγγραφής αξιογράφου στο μητρώο καλυμμένων αξιογράφων∙ και
(γ) από τα ιδρύματα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων για την εποπτεία και εφαρμογή του παρόντος Νόμου.
73. (1) Ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων δεν υποχρεούται να γνωστοποιεί την εισαγωγή περιουσιακού στοιχείου στο κάλυμμα, στο πρόσωπο, έναντι του οποίου το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο υφίσταται ως άνοιγμα, εκτός εάν αυτό προβλέπεται στις συμβατικές του υποχρεώσεις.
(2) Το περιουσιακό στοιχείο κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1), καθίσταται καλυπτικό περιουσιακό στοιχείο σύμφωνα με το άρθρο 24, παρά τη τυχόν μη συμμόρφωση του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων με το εδάφιο (1).
74. (1) Πρόσωπο, το οποίο αποκαλύπτει σε εξουσιοδοτημένο λήπτη πληροφορίες σχετικά με στις εργασίες καλυμμένων αξιογράφων, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2) ή σχετικά με καλυπτικό περιουσιακό στοιχείο, δεν υπέχει οποιαδήποτε αστική ή ποινική ευθύνη έναντι οποιουδήποτε προσώπου, δυνάμει των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 έως 2009 ή των περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμων του 1985 έως (Αρ. 2) του 2009 ή οποιουδήποτε άλλου νόμου που απαγορεύει την αποκάλυψη σχετικών πληροφοριών, ή οποιασδήποτε συμβατικής σχέσης, σε σχέση με τέτοια αποκάλυψη, σε περίπτωση, κατά την οποία η αποκάλυψη έχει γίνει καλή τη πίστει με σκοπό την εκτέλεση των καθηκόντων του λήπτη δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(2) Για στις σκοπούς του εδαφίου (1), τα ακόλουθα πρόσωπα είναι εξουσιοδοτημένοι λήπτες:
(α)Η αρμόδια αρχή∙
(β)επόπτης καλυμμένων αξιογράφων, που διορίζεται σε σχέση με ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, σύμφωνα με στις διατάξεις του Μέρους VIII∙
(γ)διαχειριστής εργασιών καλυμμένων αξιογράφων, που διορίζεται σε σχέση με ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, σύμφωνα με στις διατάξεις του Μέρους IX∙
(δ)αξιωματούχοι, εργοδοτούμενοι, και αντιπρόσωποι οποιουδήποτε προσώπου, που αναφέρεται στις παραγράφους (α) μέχρι (γ)∙
(ε)αποκτών πιστωτικό ίδρυμα δυνάμει του Μέρους VI∙
(στ)πρόσωπο, στο οποίο πρόκειται να αποκαλυφθούν πληροφορίες για σκοπούς ανάληψης εργασιών ή προτιθέμενης ανάληψης εργασιών σύμφωνα με το Μέρος VI, νοουμένου ότι το πρόσωπο αυτό υπόκειται σε εμπιστευτικότητα σε σχέση με τη λήψη πληροφοριών από το μεταβιβάζον πιστωτικό ίδρυμα.
75. (1) Οι πρόνοιες των άρθρων 334 και 344 του περί Εταιρειών Νόμου δεν εφαρμόζονται σε σχέση με τον διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων.
(2) Η εξασφάλιση που δημιουργείται σύμφωνα με την παράγραφο (β) του άρθρου 16 δεν συνιστά κυμαινόμενη επιβάρυνση κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στον περί Εταιρειών Νόμο ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο.
(3) Οι πρόνοιες του άρθρου 56 του περί Πτωχεύσεως Νόμου δεν εφαρμόζονται επί καλύμματος και επί των εξουσιών του διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων που απορρέουν από το εδάφιο (7) του άρθρου 40.
(4) Επί του μέρους των απαιτήσεων των πιστωτών καλύμματος, σε σχέση με το οποίο αυτοί είναι μη εξασφαλισμένοι πιστωτές του ιδρύματος με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 43, δεν εφαρμόζονται οι πρόνοιες του άρθρου 62 του περί Πτωχεύσεως Νόμου.
76. Μέτρα εξυγιάνσεων, σύμφωνα με το άρθρο 33 των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων ή το Μέρος ΧΙΙΑ των περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμων του 1985 έως (Αρ. 2) του 2009, που λαμβάνονται σε σχέση με ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, δεν εφαρμόζονται στις απαιτήσεις των πιστωτών καλύμματος.
77.(1) Παρά τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου σε ισχύ στη Δημοκρατία, σε περίπτωση που η εξασφάλιση, εγγύηση, υποχρέωση κάλυψης ή ασφάλεια ανάλογα με την περίπτωση, που κατέχεται από ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων ή διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων σε σχέση με καλυπτικό περιουσιακό στοιχείο που προσμετράται στα κριτήρια επάρκειας, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (6) του άρθρου 18, κατέχεται επιπρόσθετα από πιστωτικό ίδρυμα και σε σχέση με άλλο στοιχείο του ενεργητικού του, οποιοδήποτε ποσό προκύπτει από την εξασφάλιση, εγγύηση, υποχρέωση κάλυψης ή ασφάλεια, ανάλογα με την περίπτωση, καταλογίζεται κατά προτεραιότητα προς εξόφληση του καλυπτικού περιουσιακού στοιχείου.
(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις όπου -
(α) το κάλυμμα εκποιείται σε άλλο εγκεκριμένο ίδρυμα, το οποίο αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις έναντι των πιστωτών καλύμματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου∙
(β) το εκτός καλύμματος στοιχείο ενεργητικού που αναφέρεται στο εδάφιο (1), πωλείται ή μεταβιβάζεται ή άλλως πως περιέρχεται σε τρίτο πρόσωπο.
78. Σε περίπτωση, κατά την οποία απαιτείται ή δύναται να δοθεί ειδοποίηση σε πρόσωπο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, τέτοια ειδοποίηση δύναται να δοθεί -
(α)όπου το πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται είναι φυσικό πρόσωπο, με δια χειρός παράδοση έναντι αποδείξεως ή με αποστολή με συστημένη επιστολή στην τελευταία γνωστή διεύθυνση οικίας ή εργασίας του προσώπου αυτού∙
(β)όπου το πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται είναι νομικό πρόσωπο -
(i)με δια χειρός παράδοση έναντι αποδείξεως, σε πρόσωπο το οποίο αντιπροσωπεύει ή εμφανίζεται να αντιπροσωπεύει το εν λόγω πρόσωπο∙
(ii)με δια χειρός παράδοση έναντι αποδείξεως στο εγγεγραμμένο γραφείο του προσώπου, σε πρόσωπο που εργάζεται στο γραφείο αυτό∙ ή
(iii)με αποστολή με συστημένη επιστολή στο εγγεγραμμένο γραφείο του προσώπου αυτού.
79. (1) Σε περίπτωση, κατά την οποία η αρμόδια αρχή, κατά την άσκηση των εξουσιών ή αρμοδιοτήτων της κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο ή στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες Οδηγίες, διαπιστώνει ότι οποιοδήποτε πιστωτικό ίδρυμα παραβιάζει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Οδηγιών, η αρμόδια αρχή, αφού προηγουμένως καλέσει σε απολογία το εν λόγω ίδρυμα, έχει εξουσία να επιβάλει για κάθε παράβαση, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατόν χιλιάδες ευρώ (€100.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, και, σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται, η αρμόδια αρχή έχει επιπρόσθετα εξουσία να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, ποσού που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης.
(2) Σε περίπτωση, κατά την οποία η αρμόδια αρχή, κατά την άσκηση των εξουσιών ή αρμοδιοτήτων της, κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο ή στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες Οδηγίες, διαπιστώνει ότι οποιοσδήποτε Διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων ή Επόπτης καλυμμένων αξιογράφων, παραβιάζει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Οδηγιών, η αρμόδια αρχή, αφού προηγουμένως καλέσει σε απολογία τον εν λόγω Διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων ή Επόπτη Καλυμμένων Αξιογράφων, ανάλογα με την περίπτωση, έχει εξουσία να επιβάλλει για κάθε παράβαση, διοικητικό πρόστιμο, που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης και, σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται, η αρμόδια αρχή έχει επιπρόσθετα την εξουσία να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, ποσού που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης.
80. Τα καλυμμένα αξιόγραφα δύναται να εισάγονται προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, κατά την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από το άρθρο 2 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου, τηρουμένων των προνοιών του δικαίου και των κανόνων που διέπουν την εισαγωγή αξιών προς διαπραγμάτευση στην εκάστοτε ρυθμιζόμενη αγορά ή στον εκάστοτε πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης.
91.-(1) Ο περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμος καταργείται.
(2) Καλυμμένα ομόλογα που εκδόθηκαν από ΑΠΙ δυνάμει των διατάξεων του περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμου υπόκεινται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 166(Ι)/2021].
92. Οδηγίες και ατομικές διοικητικές πράξεις που εκδόθηκαν από την Κεντρική Τράπεζα δυνάμει του περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμου του 2010, συνεχίζουν να ισχύουν ως εάν να είχαν εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 166(Ι)/2021], μέχρις ότου τροποποιηθούν, καταργηθούν ή ανακληθούν από την Κεντρική Τράπεζα.
93.-(1) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (2), ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 166(Ι)/2021] τίθεται σε ισχύ την 8η Ιουλίου 2022.
(2) Τα εδάφια (10) και (13) του άρθρου 9, τα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 11, τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 12, το εδάφιο (3) του άρθρου 13, το εδάφιο (2) του άρθρου 15, τα άρθρα 16 και 32, το εδάφιο (2) του άρθρου 33, τα εδάφια (7), (9), (10) και (13) του άρθρου 35, το εδάφιο (4) του άρθρου 36, το εδάφιο (1) του άρθρου 37, το άρθρο 38, το εδάφιο (2) του άρθρου 42, το εδάφιο (3) του άρθρου 62, το εδάφιο (1) του άρθρου 76, το εδάφιο (4) του άρθρου 78 και τα άρθρα 86 και 87 τίθενται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 166(Ι)/2021] στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.