Για σκοπούς εφαρμογής της πράξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο-
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος»,
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί των Ουσιών που Καταστρέφουν τη Στιβάδα του Όζοντος Νόμος του 2011.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«αστυνομικός» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Αστυνομίας Νόμου·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2009» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.
(2) Οποιοιδήποτε άλλοι όροι, οι οποίοι χρησιμοποιούνται στον παρόντα Νόμο και δεν ερμηνεύονται διαφορετικά σε αυτόν, έχουν την έννοια που αποδίδει στους όρους αυτούς ο Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2009.
3. Με την επιφύλαξη του εδαφίου (2), για σκοπούς εφαρμογής -
(α)του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2009. και
(β)του παρόντος Νόμου,
αρμόδια αρχή είναι ο Υπουργός.
(2) Για σκοπούς εφαρμογής των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 11 ή/ και τυχόν διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει των εν λόγω Κανονισμών, αρμόδια αρχή είναι ο Διευθυντής του Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών.
4.-(1) Ο Υπουργός, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ορίζει λειτουργούς του Υπουργείου του ως Επιθεωρητές για σκοπούς εποπτείας, επιθεώρησης, ελέγχου και εφαρμογής του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών και του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2009.
(2) Ο Υπουργός, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ορίζει ένα εκ των Επιθεωρητών που ορίζονται δυνάμει του εδαφίου (1) ως Αρχιεπιθεωρητή.
(3) Ο Υπουργός, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δύναται, με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Συγκοινωνιών και Έργων, να ορίσει λειτουργό του Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών, ως Επιθεωρητή, για σκοπούς εποπτείας, επιθεώρησης, ελέγχου και εφαρμογής των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 11 ή/ και τυχόν διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει των εν λόγω Κανονισμών.
(4) Ο Υπουργός, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δύναται να εξουσιοδοτεί γραπτώς οποιαδήποτε πρόσωπα, που δεν υπηρετούν στη δημόσια υπηρεσία, τα οποία κρίνει ότι κατέχουν τα κατάλληλα προσόντα, να ασκούν τέτοιες από τις εξουσίες και τα καθήκοντα των Επιθεωρητών και να υπόκεινται σε τέτοιους όρους, όπως καθορίζονται στην εξουσιοδότηση.
(5) Ο Αρχιεπιθεωρητής ρυθμίζει τον τρόπο με τον οποίο οι Επιθεωρητές εκτελούν τα καθήκοντα και ασκούν τις εξουσίες που τους παρέχονται, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 5.
(6) Ο Υπουργός δύναται να διορίσει αναπληρωτή Αρχιεπιθεωρητή, ο οποίος αντικαθιστά τον Αρχιεπιθεωρητή σε περίπτωση απουσίας, ασθένειας ή ανικανότητας αυτού.
(7) Κάθε Επιθεωρητής εφοδιάζεται με κατάλληλη ταυτότητα, την οποία οφείλει να επιδεικνύει κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
(8) Καμία ευθύνη δεν καταλογίζεται σε οποιοδήποτε Επιθεωρητή για οποιαδήποτε πράξη ή απόφασή του, η οποία έγινε ή λήφθηκε καλόπιστα μέσα στα πλαίσια της άσκησης από αυτόν των προβλεπόμενων από τον παρόντα Νόμο εξουσιών, αρμοδιοτήτων ή καθηκόντων του.
5.-(1) Κάθε επιθεωρητής έχει εξουσία -
(α)Να εισέρχεται ελεύθερα και χωρίς προειδοποίηση σε οποιαδήποτε ακίνητη ιδιοκτησία ή όχημα για σκοπούς εποπτείας, επιθεώρησης, ελέγχου και εφαρμογής του παρόντος Νόμου:
(β)να ασκεί το ανωτέρω δικαίωμα εισόδου και ελέγχου, συνοδευόμενος από αστυνομικό, αν έχει εύλογη αιτία να αναμένει σοβαρή παρεμπόδιση στην άσκηση των εξουσιών του·
(γ)να προβαίνει σε οποιαδήποτε εξέταση ή διερεύνηση, όπως ο ίδιος κρίνει αναγκαίο υπό τις περιστάσεις·
(δ)να διατάσσει όπως επιχείρηση, από την οποία έχει ληφθεί δείγμα ή οτιδήποτε μέσα σε αυτήν ή οποιοδήποτε μέρος αυτής, παραμείνει άθικτο για όσο χρονικό διάστημα είναι εύλογα αναγκαίο, για τη διενέργεια οποιασδήποτε εξέτασης ή διερεύνησης, με βάση την παράγραφο (γ)·
(ε)να προβαίνει σε οποιεσδήποτε αναγκαίες καταμετρήσεις, λήψεις φωτογραφιών και καταγραφές για τους σκοπούς εξέτασης ή διερεύνησης, με βάση την παράγραφο (γ)∙
(στ)να προβαίνει στη λήψη δειγμάτων και να διενεργεί δειγματοληπτικές δοκιμές, σύμφωνα με τις μεθόδους δειγματοληψίας που καθορίζονται με Κανονισμούς δυνάμει του άρθρου 10·
(ζ)να αποσυναρμολογεί ή να υποβάλλει σε οποιαδήποτε διαδικασία ή έλεγχο (χωρίς να προκαλεί ζημιά ή άλλη οικονομική επιβάρυνση ή να καταστρέφει, εκτός αν αυτό είναι απόλυτα αναγκαίο) οποιοδήποτε αντικείμενο, συσκευή, εγκατάσταση ή ελεγχόμενη ουσία ή προϊόν που περιέχει ελεγχόμενη ουσία, που βρίσκεται σε οποιαδήποτε ακίνητη ιδιοκτησία ή όχημα, όπου έχει εισέλθει, με βάση την παράγραφο (α)·
(η)να κατάσχει και κατακρατεί οποιοδήποτε αντικείμενο, συσκευή, ελεγχόμενη ουσία ή προϊόν που περιέχει ελεγχόμενη ουσία που βρίσκεται σε οποιαδήποτε ακίνητη ιδιοκτησία ή όχημα, για όσο χρονικό διάστημα είναι αναγκαίο, για οποιοδήποτε από τους ακόλουθους σκοπούς:
(i) Να το εξετάσει ή να προβεί σε οποιαδήποτε άλλη πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο (ζ)∙
(ii) να διασφαλίσει ότι δε θα παραποιηθεί ή αλλοιωθεί πριν από τη συμπλήρωση της εξέτασής του και
(iii) να διασφαλίσει ότι είναι διαθέσιμο ως τεκμήριο σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία, που διενεργείται·
(θ)να απαιτεί από οποιοδήποτε πρόσωπο να απαντήσει σε ερωτήσεις, εφόσον θεωρεί ότι το πρόσωπο αυτό κατέχει πληροφορίες σχετικές με την εξέταση οποιουδήποτε θέματος που διερευνά, με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου·
(ι)να απαιτεί όπως του επιτραπεί η πρόσβαση σε οποιοδήποτε αρχείο, το οποίο είναι αναγκαίο για τη διενέργεια εξέτασης ή διερεύνησης, με βάση την παράγραφο (γ)·
(ια)να λαμβάνει αντίγραφα των αρχείων, που αναφέρονται στην παράγραφο (ι) ή οποιασδήποτε καταχώρησης γενομένης σε αυτά·
(ιβ)να απαιτεί από οποιοδήποτε πρόσωπο υπεύθυνο για την επιχείρηση να του παρέχει όλες τις αναγκαίες διευκολύνσεις, στα πλαίσια της αρμοδιότητας του, για την άσκηση των καθηκόντων του·
(ιγ)να διενεργεί οποιαδήποτε έρευνα, την οποία η Επιτροπή θεωρεί αναγκαία βάσει του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2009· και
(ιδ)να διενεργεί δειγματοληπτικούς ελέγχους στις εισαγωγές ελεγχόμενων ουσιών.
(2) Πρόσωπο το οποίο αυτοπροσώπως ή δια υπαλλήλου του ή άλλου εκπροσώπου του παρακωλύει ή παρεμποδίζει Επιθεωρητή να ασκήσει οποιοδήποτε από τα καθήκοντα του, με βάση το εδάφιο (1), είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα δύο χιλιάδες ευρώ (2.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
6. -(1) Ο Αρχιεπιθεωρητής μεριμνά για τη διεξαγωγή εργαστηριακών ελέγχων σε δείγματα, όπως καθορίζεται στους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 10.
(2) Ο Αρχιεπιθεωρητής δύναται να αναθέτει έναντι αμοιβής σε οποιοδήποτε εργαστήριο στη Δημοκρατία ή στο εξωτερικό, τη διενέργεια οποιουδήποτε εργαστηριακού ελέγχου σε δείγματα.
(3) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (2), για την εξακρίβωση της σύστασης δείγματος, κάθε επιθεωρητής δύναται να χρησιμοποιήσει ειδικό εξοπλισμό που του παρέχεται από την αρμόδια αρχή.
(4) Στοιχεία για τα αποτελέσματα των ελέγχων που διενεργούνται δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (1), (2) και (3) υποβάλλονται από τον Υπουργό στο τέλος εκάστου έτους στη Βουλή των Αντιπροσώπων για σκοπούς ενημέρωσης.
7. Πρόσωπο, το οποίο, αυτοπροσώπως ή δια υπαλλήλου του ή άλλου εκπροσώπου του παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις -
(α)του άρθρου 4,
(β)του άρθρου 5, παράγραφοι 1 και 2,
(γ)του άρθρου 6,
(δ)του άρθρου 7, παράγραφος 2,
(ε)του άρθρου 8, παράγραφοι 2 και 3,
(στ)του άρθρου 10, παράγραφοι 1, 3, 7 και 8,
(ζ)του άρθρου 11, παράγραφοι 1, 2, 3, 4 και 7,
(η)του άρθρου 13, παράγραφος 1,
(θ)του άρθρου 14, παράγραφος 2,
(ι)του άρθρου 15, παράγραφος 1,
(ια)του άρθρου 17, παράγραφος 1,
(ιβ)του άρθρου 20, παράγραφος 1,
(ιγ)του άρθρου 22, παράγραφοι 1, 2 και 4,
(ιδ)του άρθρου 23, παράγραφοι 1, 2, 3, 5 και 6,
(ιε)του άρθρου 24, παράγραφος 1,
του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2009, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα τριάντα πέντε χιλιάδες ευρώ (35.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
8.-(1) Σε περίπτωση που διαπραχθεί ποινικό αδίκημα, με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και/ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, από νομικό πρόσωπο και αποδεικνύεται ότι το αδίκημα αυτό έχει διαπραχθεί με τη συναίνεση ή τη συμπαιγνία ή αποδίδεται σε παράλειψη εποπτείας ή ελέγχου ή οποιαδήποτε παράλειψη προσώπου που είναι διευθύνων σύμβουλος, διευθυντής, γραμματέας ή άλλος αξιωματούχος του νομικού αυτού προσώπου ή πρόσωπο που εμφανίζεται ότι ενεργεί με τέτοια ιδιότητα, τότε το πρόσωπο αυτό, καθώς επίσης και το νομικό πρόσωπο, είναι ένοχοι ποινικού αδικήματος και υπόκεινται σε ποινική δίωξη σε σχέση με το εν λόγω ποινικό αδίκημα.
(2) Όταν μέλος νομικού προσώπου, χωρίς να είναι διευθύνων σύμβουλος ή διευθυντής, ασκεί αρμοδιότητες διευθύνοντος συμβούλου ή διευθυντή, τότε εφαρμόζονται, σε σχέση με τις πράξεις ή παραλείψεις του, οι διατάξεις του εδαφίου (1), ως εάν το πρόσωπο αυτό να ήταν διευθύνων σύμβουλος ή διευθυντής του νομικού προσώπου.
9.-(1) Αν Επιθεωρητής που έχει οριστεί ΅ε βάση το άρθρο 4, έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι οποιοδήποτε πρόσωπο διαπράττει ή έχει διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα ΅ε βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και/ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, έχει εξουσία να προβαίνει σε εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος, αποδεχόμενος την καταβολή από το εν λόγω πρόσωπο ποσού που καθορίζει ο Επιθεωρητής, το οποίο είναι ανάλογο ΅ε τη σοβαρότητα του αδικήματος αλλά δεν υπερβαίνει τα τριακόσια σαράντα ευρώ (340).
(2) Για τους σκοπούς της εξώδικης ρύθμισης που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ο Επιθεωρητής επιδίδει στο πρόσωπο που πιστεύει ότι διέπραξε το αδίκημα σχετική ειδοποίηση, στην οποία καθορίζεται το αδίκημα και ο χρόνος της διάπραξής του, καθώς επίσης και το χρηματικό ποσό που το πρόσωπο αυτό καλείται να καταβάλει.
(3) Αν η πράξη ή η παράλειψη την οποία ο Επιθεωρητής θεωρεί, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ότι συνιστά αδίκημα επαναληφθεί για δεύτερη φορά ή δεν τερματιστεί εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης εξωδίκου, τότε ο Επιθεωρητής καθορίζει ποσό εξώδικου προστίμου, διπλάσιο του ποσού που καθορίστηκε κατά την πρώτη παράβαση και σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη επαναληφθεί για τρίτη φορά, τότε ο Επιθεωρητής προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.
(4) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), αν η πράξη ή η παράλειψη την οποία ο Επιθεωρητής θεωρεί, σύμφωνα ΅ε το εδάφιο (1), ότι συνιστά αδίκημα δεν τερματιστεί σύμφωνα ΅ε τις οδηγίες του εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών, τότε για κάθε μέρα που η πράξη ή η παράλειψη συνεχίζεται ή επαναλαμβάνεται, θεωρείται ότι διαπράττεται νέο αδίκημα, για το οποίο ο Επιθεωρητής μπορεί, είτε να προβαίνει σε ξεχωριστή εξώδικη ρύθμιση, όπως προβλέπεται στα εδάφια (1) ή (2), είτε να προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.
(5) Κάθε ποσό που καταβάλλεται ΅ε βάση τα εδάφια (1) ή (2), θεωρείται χρηματική ποινή που επιβλήθηκε λόγω καταδίκης για το σχετικό αδίκημα.
(6) Με την καταβολή του ποσού που αναφέρεται πιο πάνω, ο Επιθεωρητής εκδίδει σχετική απόδειξη στο πρόσωπο που το καταβάλλει, στην οποία αναγράφονται -
(α)το όνομα του προσώπου που πιστεύεται ότι διέπραξε το αδίκη΅α·
(β)συνοπτική αναφορά του αδική΅ατος·
(γ)ο τόπος και η ημερομηνία διάπραξης του αδική΅ατος· και
(δ)το ποσό που καταβλήθηκε.
(7) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), αν το χρηματικό ποσό που αναφέρεται στο εδάφιο (1) ή (4) καταβληθεί πριν από την πάροδο δεκατεσσάρων (14) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της ειδοποίησης, ουδε΅ία ποινική δίωξη ασκείται αναφορικά ΅ε τη διάπραξη του σχετικού αδικήματος.
(8) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), μετά την εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος, την καταβολή του ποσού και την έκδοση της απόδειξης, δεν χωρεί οποιαδήποτε περαιτέρω ποινική διαδικασία σχετικά ΅ε το αδίκημα και η προσαγωγή στο δικαστήριο της απόδειξης που αναφέρεται στο εδάφιο (6) αποτελεί πλήρη απόδειξη των γεγονότων που αναφέρονται σε αυτήν και συνεπάγεται την απαλλαγή του κατηγορουμένου.
(9) Η εξώδικη ρύθμιση αδικήματος και η καταβολή του σχετικού ποσού δε θεωρείται ως καταδίκη. Σε περίπτωση, όμως, καταδικαστικής απόφασης για διάπραξη άλλου παρόμοιας φύσης αδικήματος, το δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη τα πιο πάνω γεγονότα, για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής.
10.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για τον καθορισμό κάθε θέματος το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού, καθώς και για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2009.
(2) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του εδαφίου (1), οι Κανονισμοί αυτοί μπορούν να προβλέπουν για όλα ή οποιοδήποτε από τα ακόλουθα θέματα:
(α)Τον καθορισμό μέτρων που προωθούν την ανάκτηση, την ανακύκλωση, την ποιοτική αποκατάσταση και την καταστροφή ελεγχόμενων ουσιών,
(β)την ανάθεση σε χρήστες, τεχνικούς ψύξης ή σε άλλους αρμόδιους οργανισμούς της ευθύνης εξασφάλισης της τήρησης της παραγράφου 1 του ’ρθρου 22 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2009,
(γ)τη λήψη προληπτικών μέτρων για την αποτροπή και ελαχιστοποίηση των διαρροών και εκπομπών ελεγχόμενων ουσιών,
(δ)τη λήψη προληπτικών μέτρων για την αποτροπή και ελαχιστοποίηση των διαρροών και εκπομπών ελεγχόμενων ουσιών, που χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη και ως μέσα επεξεργασίας,
(ε)τη λήψη προληπτικών μέτρων για την αποτροπή και ελαχιστοποίηση των διαρροών και εκπομπών ελεγχόμενων ουσιών, που παράγονται ακουσίως κατά την παρασκευή άλλων χημικών προϊόντων και
(στ)τον καθορισμό μεθόδων δειγματοληψίας και δειγματοληπτικών δοκιμών.
(3) Οι Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου δύνανται να θεσπίζουν ποινικά αδικήματα και να προνοούν ποινές φυλάκισης που δεν υπερβαίνουν τους έξι μήνες ή την επιβολή χρηματικής ποινής που δεν υπερβαίνει τα οκτώ χιλιάδες ευρώ (8.000,00) ή και τις δύο αυτές ποινές.
11.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από εισήγηση του Υπουργού Συγκοινωνιών και Έργων, δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για τον καθορισμό των απαιτήσεων, προσόντων και κανόνων που αφορούν το σχετικό προσωπικό επιχειρήσεων, για τους σκοπούς της παραγράφου 5 και της του ’ρθρου 22 και της παραγράφου 4 του ’ρθρου 23, του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2009.
(2) Οι Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου δύνανται να δίνουν στον Υπουργό Συγκοινωνιών και Έργων τη δυνατότητα να εκδίδει διατάγματα, μετά από εισήγηση του Διευθυντή του Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών, για τη ρύθμιση κάθε θέματος που δεν ρυθμίζεται πλήρως από τους εν λόγω Κανονισμούς, καθώς και για την καλύτερη εφαρμογή των Κανονισμών αυτών.
(3) Οι Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου δύνανται να θεσπίζουν ποινικά αδικήματα για παράβαση των διατάξεών τους ή των δυνάμει αυτών εκδιδομένων διαταγμάτων και να προνοούν ποινές φυλάκισης που δεν υπερβαίνουν τους έξι μήνες ή την επιβολή χρηματικής ποινής που δεν υπερβαίνει τα οκτώ χιλιάδες ευρώ (8.000,00) ή και τις δύο αυτές ποινές.