18.-(1) Οι τεχνικές προδιαγραφές, οι οποίες ορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΙ, καθορίζονται στα έγγραφα της σύμβασης, περιλαμβανομένων της προκήρυξης της σύμβασης, των εγγράφων του διαγωνισμού και οποιωνδήποτε άλλων περιγραφικών ή συμπληρωματικών έγγραφων.
(2) Οι τεχνικές προδιαγραφές πρέπει να εξασφαλίζουν ισότιμη πρόσβαση στους προσφέροντες και να μην έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αδικαιολόγητων φραγμών στο άνοιγμα των συμβάσεων στον ανταγωνισμό.
(3) Με την επιφύλαξη είτε υποχρεωτικών τεχνικών κανόνων που ισχύουν στη Δημοκρατία, περιλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με την ασφάλεια προϊόντος, είτε των τεχνικών απαιτήσεων τις οποίες οφείλει να εφαρμόζει η Δημοκρατία δυνάμει διεθνών συμφωνιών τυποποίησης, ώστε να διασφαλίζει τη διαλειτουργικότητα που απαιτείται από αυτές τις συμφωνίες και υπό τον όρο ότι αυτές είναι συμβατές προς το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι τεχνικές προδιαγραφές διατυπώνονται-
(α) είτε με παραπομπή στις τεχνικές προδιαγραφές, οι οποίες ορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΙ και κατά σειρά προτίμησης-
(i) στα μη στρατιωτικά πρότυπα που ισχύουν στη Δημοκρατία και αποτελούν μεταφορά ευρωπαϊκών προτύπων·
(ii) στις ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις·
(iii) στις κοινές μη στρατιωτικές τεχνικές προδιαγραφές·
(iv) στα μη στρατιωτικά πρότυπα που ισχύουν στη Δημοκρατία και αποτελούν μεταφορά διεθνών προτύπων·
(v) σε άλλα διεθνή μη στρατιωτικά πρότυπα·
(vi) σε άλλα τεχνικά συστήματα αναφοράς που εκπονούνται από τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης, ή, εφόσον αυτά δεν υπάρχουν, σε άλλα μη στρατιωτικά πρότυπα που ισχύουν στη Δημοκρατία, στις τεχνικές εγκρίσεις που ισχύουν στη Δημοκρατία ή στις τεχνικές προδιαγραφές στον τομέα του σχεδιασμού, του υπολογισμού και της εκτέλεσης των έργων και της χρησιμοποίησης των προϊόντων που ισχύουν στη Δημοκρατία·
(vii) σε μη στρατιωτικά τεχνικά πρότυπα που προέρχονται από τη βιομηχανία και αναγνωρίζονται ευρέως από αυτήν, ή
(viii) στα πρότυπα αμυντικού εξοπλισμού που καθορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΙ και ισχύουν στη Δημοκρατία και σε προδιαγραφές αμυντικού υλικού που είναι παρόμοιες με εκείνα τα πρότυπα:
Νοείται ότι, κάθε παραπομπή κατά τα διαλαμβανόμενα στην παρούσα παράγραφο, συνοδεύεται από τη μνεία «ή ισοδύναμο»·
(β) είτε με όρους επιδόσεων ή λειτουργικών απαιτήσεων οι οποίες δύνανται να περιλαμβάνουν περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά. Οι όροι επιδόσεων και οι λειτουργικές απαιτήσεις πρέπει να είναι αρκετά ακριβείς ώστε να επιτρέπουν στους προσφέροντες να προσδιορίζουν το αντικείμενο της σύμβασης και στις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς να αναθέτουν τη σύμβαση·
(γ) είτε με αναφορά στις επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (β) , παραπέμποντας στις προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο (α) οι οποίες θα αποτελούν τεκμήριο της συμβατότητας προς τις εν λόγω επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις·
(δ) είτε με παραπομπή στις προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο (α) για ορισμένα χαρακτηριστικά και με παραπομπή στις επιδόσεις ή τις λειτουργικές απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (β) για ορισμένα άλλα χαρακτηριστικά.
(4) Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς κάνουν χρήση της δυνατότητας παραπομπής στις προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) , δεν δύνανται να απορρίψουν μια προσφορά με την αιτιολογία ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που προσφέρονται δεν τηρούν τις προδιαγραφές στις οποίες έχουν παραπέμψει, εφόσον ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του, κατά τρόπο που ικανοποιεί την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα και με κάθε κατάλληλο μέσο, ότι οι λύσεις που προτείνει ικανοποιούν ισοδύναμα τις απαιτήσεις που καθορίζουν οι τεχνικές προδιαγραφές. Κατάλληλο μέσο δύναται να συνιστά τεχνικός φάκελος του κατασκευαστή ή έκθεση δοκιμών αναγνωρισμένου οργανισμού.
(5)(α) Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς κάνουν χρήση της δυνατότητας που προβλέπεται στο εδάφιο (3) να καθορίζουν προδιαγραφές από άποψη επιδόσεων ή λειτουργικών απαιτήσεων, δεν δύνανται να απορρίπτουν προσφορά έργων, προϊόντων ή υπηρεσιών που πληρούν πρότυπο που ισχύει στη Δημοκρατία και αποτελεί μεταφορά ευρωπαϊκού προτύπου, ευρωπαϊκή τεχνική έγκριση, κοινή τεχνική προδιαγραφή, διεθνές πρότυπο ή τεχνικό πλαίσιο αναφοράς που έχει εκπονηθεί από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης, εφόσον οι εν λόγω προδιαγραφές καλύπτουν τις επιδόσεις ή τις λειτουργικές απαιτήσεις που έχουν καθορίσει οι εν λόγω αρχές ή φορείς.
(β) Ο προσφέρων υποχρεούται να αποδεικνύει στην προσφορά του, κατά τρόπο που ικανοποιεί την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα και με κάθε κατάλληλο μέσο, ότι τα έργα, τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που πληρούν το πρότυπο, ανταποκρίνονται στις επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις που έχει καθορίσει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας.
(γ) Κατάλληλο μέσο δύναται να συνιστά τεχνικός φάκελος του κατασκευαστή ή έκθεση δοκιμών αναγνωρισμένου οργανισμού.
(6)(α) Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς καθορίζουν περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά με όρους επιδόσεων ή λειτουργικών απαιτήσεων, όπως αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) , δύνανται να χρησιμοποιούν τις λεπτομερείς προδιαγραφές ή, εφόσον χρειάζεται, τμήματα των λεπτομερών προδιαγραφών, όπως καθορίζονται από τα ευρωπαϊκά, (πολυ) εθνικά οικολογικά σήματα ή από οποιοδήποτε άλλο οικολογικό σήμα, υπό την προϋπόθεση ότι-
(i) οι λεπτομερείς προδιαγραφές είναι ενδεδειγμένες για τον καθορισμό των χαρακτηριστικών των προμηθειών ή των υπηρεσιών, που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης,
(ii) οι απαιτήσεις του σήματος είναι διαμορφωμένες με βάση επιστημονικά στοιχεία,
(iii) τα οικολογικά σήματα υιοθετούνται με διαδικασία στην οποία έχουν δικαίωμα συμμετοχής όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως οι κυβερνητικοί οργανισμοί, οι καταναλωτές, οι κατασκευαστές, οι διανομείς και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, και
(iv) οι λεπτομερείς προδιαγραφές ή τα τμήματα αυτών, ανάλογα με την περίπτωση, είναι προσιτά σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.
(β) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αναφέρουν ότι τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που φέρουν το οικολογικό σήμα τεκμαίρεται ότι πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζουν τα έγγραφα της σύμβασης. Στις περιπτώσεις αυτές οφείλουν να αποδέχονται κάθε άλλο κατάλληλο αποδεικτικό μέσο, όπως τον τεχνικό φάκελο του κατασκευαστή ή την έκθεση δοκιμών αναγνωρισμένου οργανισμού.
(7) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος αναγνωρισμένοι οργανισμοί σημαίνει τα εργαστήρια δοκιμών και βαθμονόμησης και τους οργανισμούς επιθεώρησης και πιστοποίησης που ανταποκρίνονται στα εφαρμοστέα ευρωπαϊκά πρότυπα. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς αποδέχονται πιστοποιητικά από οργανισμούς αναγνωρισμένους σε άλλα κράτη μέλη.
(8) Οι τεχνικές προδιαγραφές, εκτός εάν δικαιολογείται από το αντικείμενο της σύμβασης, δεν δύνανται να περιέχουν μνεία συγκεκριμένης κατασκευής ή προέλευσης ή ιδιαίτερης μεθόδου κατασκευής ή εμπορικού σήματος ή διπλώματος ευρεσιτεχνίας ή τύπου ή συγκεκριμένης καταγωγής ή παραγωγής, εαν αυτή θα είχε ως αποτέλεσμα να ευνοούνται ή να αποκλείονται ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένα προϊόντα:
Νοείται ότι, η αναφερόμενη στην παρούσα παράγραφο μνεία, επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, όταν δεν είναι δυνατόν να γίνει αρκούντως ακριβής και κατανοητή η περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης κατ’ εφαρμογή των εδαφίων (3) και (4) . Σε αυτή την περίπτωση, η μνεία συνοδεύεται από τον όρο «ή ισοδύναμο».
19.-(1) Όταν η ανάθεση της σύμβασης γίνεται με βάση το κριτήριο της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επιτρέπουν στους προσφέροντες να υποβάλλουν εναλλακτικές προσφορές.
(2) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς επισημαίνουν στην προκήρυξη της σύμβασης εάν επιτρέπουν την υποβολή εναλλακτικών προσφορών. Εάν δεν υπάρχει σχετική επισήμανση, οι εναλλακτικές προσφορές δεν επιτρέπονται και απορρίπτονται.
(3) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς που επισημαίνουν στην προκήρυξη της σύμβασης ότι επιτρέπουν την υποβολή εναλλακτικών προσφορών καθορίζουν στα έγγραφα της σύμβασης τις ελάχιστες απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι εναλλακτικές προσφορές, καθώς και οποιεσδήποτε ειδικές απαιτήσεις σχετικά με τον τρόπο υποβολής τους. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς λαμβάνουν υπόψη τους μόνο τις εναλλακτικές προσφορές που ανταποκρίνονται στις ελάχιστες απαιτήσεις που έχουν καθορίσει.
(4) Στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων προμηθειών ή υπηρεσιών, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς που έχουν επιτρέψει την υποβολή εναλλακτικών προσφορών δεν δύνανται να απορρίπτουν μια εναλλακτική προσφορά με μοναδική αιτιολογία ότι, εάν επιλεγεί, θα οδηγήσει είτε στη σύναψη σύμβασης υπηρεσιών αντί σύμβασης προμηθειών είτε στη σύναψη σύμβασης προμηθειών αντί σύμβασης υπηρεσιών.
20. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επιβάλλουν ειδικούς όρους σχετικά με την εκτέλεση της σύμβασης, με την προϋπόθεση ότι οι όροι αυτοί είναι συμβατοί με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ότι επισημαίνονται στα έγγραφα της σύμβασης, περιλαμβανομένων της προκήρυξης της σύμβασης, των εγγράφων του διαγωνισμού και οποιωνδήποτε άλλων περιγραφικών ή συμπληρωματικών έγγραφων. Οι όροι αυτοί δύνανται, ιδίως, να αφορούν στην υπεργολαβία ή να αποσκοπούν στην ασφάλεια των διαβαθμισμένων πληροφοριών και στην ασφάλεια του εφοδιασμού, σύμφωνα με τα άρθρα 21, 22 και 23, ή στο να ληφθούν υπόψη περιβαλλοντικές ή κοινωνικές παράμετροι.
21.-(1) Ο ανάδοχος είναι ελεύθερος να επιλέγει τους υπεργολάβους του για όλες τις υπεργολαβίες που δεν καλύπτονται από την απαίτηση που αναφέρεται στα εδάφια (3) και (4) και, ειδικότερα, δεν είναι δυνατόν να υποχρεώνεται να προβαίνει σε διακρίσεις κατά δυνητικών υπεργολάβων με βάση την εθνικότητα.
(2) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να ζητά ή είναι δυνατόν να υποχρεωθεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να ζητήσει από τον προσφέροντα τα ακόλουθα:
(α) να αναφέρει στην προσφορά του το τμήμα της σύμβασης που προτίθεται να αναθέσει υπό μορφή υπεργολαβίας σε τρίτους και οποιουσδήποτε προτεινόμενους υπεργολάβους καθώς και το αντικείμενο της υπεργολαβίας για την οποία προτείνονται, ή/και
(β) να αναφέρει οποιαδήποτε αλλαγή ανακύπτει σε επίπεδο υπεργολάβων κατά την εκτέλεση της σύμβασης.
(3) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να ζητά από τον ανάδοχο, ή είναι δυνατόν να υποχρεωθεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να ζητήσει από τον ανάδοχο, να εφαρμόσει τις διατάξεις του Μέρους IΙΙ στο σύνολο ή σε τμήμα των υπεργολαβιών που αυτός προτίθεται να αναθέσει σε τρίτους.
(4)(α) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να ζητά, ή είναι δυνατόν να υποχρεωθεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να ζητήσει από τον ανάδοχο, να αναθέτει υπό μορφή υπεργολαβίας σε τρίτους, ποσοστό της σύμβασης το οποίο εκφράζεται ως φάσμα ελάχιστου και μέγιστου ποσοστού. Το φάσμα αυτό πρέπει να είναι αναλογικό του αντικειμένου και της αξίας της σύμβασης καθώς και της φύσης του βιομηχανικού τομέα που εμπλέκεται, περιλαμβανομένων του επιπέδου του ανταγωνισμού στη συγκεκριμένη αγορά και των σχετικών τεχνικών δυνατοτήτων της βιομηχανικής βάσης. Το μέγιστο ποσοστό δεν δύναται να υπερβαίνει το 30% της αξίας της σύμβασης.
(β) Οποιοδήποτε ποσοστό υπεργολαβίας εμπίπτει στο φάσμα που υποδεικνύεται από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, θεωρείται ότι πληροί την απαίτηση υπεργολαβίας που καθορίζεται στο παρόν εδάφιο.
(γ) Οι προσφέροντες δύνανται να προτείνουν να ανατεθεί με υπεργολαβία ποσοστό της συνολικής αξίας της σύμβασης, που υπερβαίνει το μέγιστο ποσοστό του απαιτούμενου από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα φάσματος.
(δ) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ζητά από τους προσφέροντες να προσδιορίζουν στην προσφορά τους ποια μέρη της προσφοράς τους προτίθενται να αναθέσουν με υπεργολαβία για την υλοποίηση της απαίτησης που εμφαίνεται στην παράγραφο (α) .
(ε) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να ζητά από τους προσφέροντες, ή είναι δυνατόν υποχρεωθεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να ζητήσει από τους προσφέροντες να προσδιορίσουν, ποιά μέρη της προσφοράς τους, πέραν του μέγιστου ποσοστού του απαιτούμενου φάσματος, προτίθενται να αναθέσουν με υπεργολαβία, καθώς και τους υπεργολάβους που έχουν ήδη ορίσει.
(στ) Ο ανάδοχος τηρεί τις διατάξεις του Μέρους III όταν αναθέτει τις υπεργολαβίες που αντιστοιχούν στο αναφερόμενο στο παρόν εδάφιο ποσοστό της σύμβασης το οποίο η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας απαιτεί από αυτόν να αναθέσει με υπεργολαβία.
(5) (α) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να απορρίπτει οποιονδήποτε από τους υπεργολάβους που επέλεξε ο προσφέρων στο στάδιο της διαδικασίας ανάθεσης της κύριας σύμβασης ή ο ανάδοχος κατά την εκτέλεση της σύμβασης, αλλά η απόρριψη αυτή δύναται να βασίζεται μόνον σε κριτήρια που εφαρμόζονται για την επιλογή των προσφερόντων για την κύρια σύμβαση.
(β) Όταν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας απορρίπτει έναν υπεργολάβο, κοινοποιεί γραπτώς στον προσφέροντα ή στον ανάδοχο την αιτιολογία απόρριψης, αναφέροντας ειδικότερα τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι ο υπεργολάβος δεν πληροί τα αναφερόμενα στην παράγραφο (α) κριτήρια.
(6) Οι απαιτήσεις που αναφέρονται στα εδάφια (2) έως (5) παρατίθενται στην προκήρυξη της σύμβασης.
(7) Τα διαλαμβανόμενα στα εδάφια (1) έως (5) δεν επηρεάζουν την ευθύνη του κύριου οικονομικού φορέα.
22.-(1) Όταν πρόκειται για συμβάσεις που σχετίζονται, απαιτούν και/ή περιλαμβάνουν διαβαθμισμένες πληροφορίες, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας καθορίζει στα έγγραφα της σύμβασης, περιλαμβανομένων της προκήρυξης της σύμβασης, των εγγράφων του διαγωνισμού και οποιωνδήποτε άλλων περιγραφικών ή συμπληρωματικών έγγραφων, όλα τα αναγκαία μέτρα και απαιτήσεις για τη διασφάλιση του απαιτούμενου επιπέδου ασφάλειας των εν λόγω πληροφοριών.
(2) Προς το σκοπό αυτό, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να απαιτήσει η προσφορά να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) Δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος και των υπεργολάβων που έχουν ήδη ορισθεί ότι θα διασφαλίσουν δεόντως την εμπιστευτικότητα όλων των διαβαθμισμένων πληροφοριών που έχουν στην κατοχή τους ή οι οποίες θα υποπέσουν στην αντίληψή τους κατά τη διάρκεια της σύμβασης και μετά τον τερματισμό ή την ολοκλήρωση της σύμβασης, σύμφωνα με τις σχετικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που εκάστοτε ισχύουν στη Δημοκρατία·
(β) δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος να επιτύχει τη δέσμευση που αναφέρεται στην παράγραφο (α) από άλλους υπεργολάβους στους οποίους θα αναθέσει υπεργολαβία κατά την υλοποίηση της σύμβασης·
(γ) επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τους υπεργολάβους που έχουν ήδη ορισθεί, οι οποίες να επιτρέπουν στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα να διαπιστώσει, για καθέναν από αυτούς, αν αυτός διαθέτει τις απαιτούμενες δυνατότητες προκειμένου να προστατευθεί δεόντως η εμπιστευτικότητα των διαβαθμισμένων πληροφοριών στις οποίες έχουν πρόσβαση ή τις οποίες θα κληθούν να παράξουν στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων υπεργολαβίας τις οποίες θα ασκήσουν·
(δ) δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος να παράσχει τις πληροφορίες που απαιτούνται στην παράγραφο (γ) για κάθε νέο υπεργολάβο, πριν την ανάθεση της υπεργολαβίας του.
(3) Ελλείψει εναρμόνισης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης των εθνικών συστημάτων διαπίστευσης ασφάλειας, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να απαιτούν όπως τα μέτρα και οι απαιτήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (2) , συνάδουν προς τις εκάστοτε ισχύουσες στη Δημοκρατία διατάξεις σχετικά με την διαπίστευση ασφάλειας:
Νοείται ότι, οι διαπιστεύσεις ασφάλειας που εκδίδονται από άλλα κράτη μέλη αναγνωρίζονται από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς, όταν θεωρούνται ισότιμες με αυτές που εκδίδονται στη Δημοκρατία σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες στη Δημοκρατία νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, αναφορικά με τη διαπίστευση ασφάλειας:
Νοείται, περαιτέρω, ότι, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς διατηρούν τη δυνατότητα να διενεργούν και να λαμβάνουν υπόψη περαιτέρω έρευνες με δική τους πρωτοβουλία, εάν το θεωρούν αναγκαίο.
23.-(1) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας διευκρινίζει στα έγγραφα της σύμβασης, περιλαμβανομένων της προκήρυξης της σύμβασης, των εγγράφων του διαγωνισμού και οποιωνδήποτε άλλων περιγραφικών ή συμπληρωματικών έγγραφων, τις απαιτήσεις για την ασφάλεια του εφοδιασμού.
(2) Προς το σκοπό αυτό, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να απαιτήσει όπως η προσφορά περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) πιστοποίηση ή τεκμηρίωση που να αποδεικνύει, προς ικανοποίηση της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, ότι ο προσφέρων θα είναι σε θέση να τηρήσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την εξαγωγή, τη μεταφορά και τη διαμετακόμιση των εμπορευμάτων που συνδέονται με τη σύμβαση, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε συμπληρωματικής τεκμηρίωσης, η οποία παρέχεται από τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη·
(β) μνεία οποιουδήποτε περιορισμού επί της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα όσον αφορά στην αποκάλυψη, τη μεταφορά ή τη χρήση των προϊόντων και υπηρεσιών ή οποιωνδήποτε αποτελεσμάτων αυτών των προϊόντων και υπηρεσιών, που ενδέχεται να προκύψουν στο πλαίσιο ελέγχου εξαγωγών ή διευθετήσεων ασφάλειας·
(γ) πιστοποίηση ή τεκμηρίωση που να αποδεικνύει ότι η οργάνωση και η γεωγραφική θέση της αλυσίδας εφοδιασμού του προσφέροντος, θα του παράσχουν τη δυνατότητα να τηρήσει τις καθορισμένες στα έγγραφα της σύμβασης απαιτήσεις της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, όσον αφορά την ασφάλεια του εφοδιασμού, καθώς και δέσμευση του προσφέροντος ότι θα διασφαλίσει ότι πιθανές αλλαγές στην αλυσίδα εφοδιασμού κατά την εκτέλεση της σύμβασης δεν θα επηρεάσουν δυσμενώς τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις αυτές·
(δ) δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος ότι θα εγκαταστήσει και/ή θα διατηρήσει την απαιτούμενη ικανότητα προκειμένου να αντιμετωπίσει τις αυξημένες ανάγκες της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα συνεπεία κρίσης, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θα συμφωνηθούν·
(ε) οποιαδήποτε υποστηρικτικά έγγραφα παρέχονται από την αρμόδια εθνική αρχή της χώρας του προσφέροντος αναφορικά με την ικανοποίηση των αυξημένων αναγκών της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα συνεπεία κρίσης·
(στ) δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος ότι θα διασφαλίσει τη συντήρηση, τον εκσυγχρονισμό ή την προσαρμογή των προμηθειών που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης·
(ζ) δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος ότι η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας θα ενημερωθεί εγκαίρως για κάθε μεταβολή στην οργάνωσή του, στην αλυσίδα εφοδιασμού ή στη βιομηχανική στρατηγική του, που θα μπορούσε να επηρεάσει τις υποχρεώσεις του έναντι της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα·
(η) δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος ότι θα παράσχει στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θα συμφωνηθούν, όλα τα ειδικά μέσα που είναι αναγκαία για την παραγωγή ανταλλακτικών, επιμέρους στοιχείων, συναρμολογημένων μερών, καθώς και ειδικού εξοπλισμού δοκιμών/ελέγχων, περιλαμβανομένων των τεχνικών σχεδίων, των αδειών και των οδηγιών χρήσης, στην περίπτωση που ο προσφέρων δεν είναι πλέον σε θέση να παράσχει αυτόν τον εφοδιασμό.
(3) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δεν δύναται να ζητά από τους προσφέροντες να εξασφαλίζουν δέσμευση εκ μέρους κράτους μέλους, η οποία θα περιόριζε την ελευθερία του κράτους μέλους αυτού να εφαρμόζει, σύμφωνα με τη σχετική διεθνή ή Ευρωπαϊκή νομοθεσία, τα εθνικά του κριτήρια αδειοδότησης εξαγωγών, μεταφοράς ή διαμετακόμισης, στις συνθήκες που επικρατούν κατά το χρόνο της λήψης απόφασης για την αδειοδότηση αυτή.
24.-(1) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να αναφέρει ή είναι δυνατόν να υποχρεωθεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να αναφέρει στα έγγραφα της σύμβασης τον οργανισμό ή τους οργανισμούς από τους οποίους οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες δύνανται να λαμβάνουν τις κατάλληλες πληροφορίες για τις υποχρεώσεις σχετικά με τη φορολογία, την προστασία του περιβάλλοντος, τις διατάξεις περί των συνθηκών και όρων απασχόλησης και των συνθηκών ασφάλειας και υγείας στην εργασία, που ισχύουν στην Δημοκρατία, στην περιφέρεια, στον τόπο ή στην τρίτη χώρα όπου πρόκειται να εκτελεσθούν τα έργα ή να παρασχεθούν οι υπηρεσίες και οι οποίες εφαρμόζονται στις επί τόπου εκτελούμενες εργασίες ή στις παρεχόμενες υπηρεσίες κατά την εκτέλεση της σύμβασης.
(2) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας που παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) ζητά από τους προσφέροντες να αναφέρουν ότι έλαβαν υπόψη, κατά την κατάρτιση της προσφοράς τους, τις υποχρεώσεις σχετικά με τις διατάξεις περί των συνθηκών και όρων απασχόλησης και των συνθηκών ασφάλειας και υγείας στην εργασία που ισχύουν στον τόπο όπου πρόκειται να εκτελεσθούν τα έργα ή να παρασχεθούν οι υπηρεσίες.
(3) Το εδάφιο (2) δεν θίγει την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 50, σχετικά με τον έλεγχο των ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών.