Για σκοπούς εφαρμογής των πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο-
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 509/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2006, για τα γεωργικά προϊόντα και τα τρόφιμα που χαρακτηρίζονται ως εγγυημένα παραδοσιακά ιδιότυπα προϊόντα»,
«Κανονισμός (ΕK) αριθ.1216/2007 της Επιτροπής, της 18ης Οκτωβρίου 2007, για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕK) αριθ. 509/2006 του Συμβουλίου για τα γεωργικά προϊόντα και τα τρόφιμα που χαρακτηρίζονται ως εγγυημένα παραδοσιακά ιδιότυπα προϊόντα»,
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Αναγνώρισης Γεωργικών Προϊόντων και Τροφίμων ως Εγγυημένων Παραδοσιακών Ιδιότυπων Προϊόντων Νόμος του 2011.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«αίτηση καταχώρισης» σημαίνει την αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12˙
«Αρμόδια Αρχή» σημαίνει την καθοριζόμενη δυνάμει του άρθρου 4 Αρμόδια Αρχή˙
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Γεωργίας˙
«Δικαιούχος Χρήσης της Ένδειξης ΕΠΙΠ» σημαίνει το καθοριζόμενο δυνάμει του άρθρου 21 φυσικού ή νομικού προσώπου και το οποίο καταχωρίζεται στο Μητρώο.
«Δικαστήριο» σημαίνει αρμόδιο Επαρχιακό Δικαστήριο˙
«Επιθεωρητής» σημαίνει το πρόσωπο που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 23˙
«ΕΠΙΠ» σημαίνει Εγγυημένο Παραδοσιακό Ιδιότυπο Προϊόν˙
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 509/2006» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 509/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2006, για τα γεωργικά προϊόντα και τα τρόφιμα που χαρακτηρίζονται ως εγγυημένα παραδοσιακά ιδιότυπα προϊόντα, ως ήθελε εκάστοτε τροποποιηθεί ή αντικατασταθεί˙
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1216/2007» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1216/2007 της Επιτροπής της 18ης Οκτωβρίου 2007 για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006 του Συμβουλίου για τα γεωργικά προϊόντα και τα τρόφιμα που χαρακτηρίζονται ως εγγυημένα παραδοσιακά ιδιότυπα προϊόντα, ως ήθελε εκάστοτε τροποποιηθεί ή αντικατασταθεί˙
«Κοινοτικό Σύμβολο» σημαίνει το σύμβολο όπως ορίζεται στο άρθρο 9 του Κανονισμού (ΕK) αριθ.1216/2007·
«Μητρώο» σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 22, τηρούμενο Μητρώο Δικαιούχων Χρήσης Ενδείξεων ΕΠΙΠ·
«Συμβουλευτική Επιτροπή» σημαίνει την κατά το άρθρο 6 καθιδρυμένη Επιτροπή˙
«Τεχνική Επιτροπή» σημαίνει την Τεχνική Επιτροπή που ορίζεται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 14˙
«Τμήμα Γεωργίας» σημαίνει το Τμήμα Γεωργίας του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος˙
«Φορέας Ελέγχου» σημαίνει το Τμήμα Γεωργίας.
(2) Οι όροι που δεν ορίζονται ειδικά στον παρόντα Νόμο έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 509/2006.
4. Ως Αρμόδια Αρχή για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου και του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006 ορίζεται ο Υπουργός και έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
(α) Παραλαμβάνει, ελέγχει, αξιολογεί και διαβιβάζει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή αιτήσεις καταχώρισης, σύμφωνα με το άρθρο 7 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ.509/2006˙
(β) μεριμνά για την πληροφόρηση του πολίτη σχετικά με τις αιτήσεις καταχώρισης που υποβάλλονται για την αναγνώριση ΕΠΙΠ, σε εθνικό επίπεδο, ώστε αυτός να μπορεί να υποβάλει ένσταση˙
(γ) παραλαμβάνει, εξετάζει και αποδέχεται ή απορρίπτει ενστάσεις κατά των αιτήσεων καταχώρισης που υποβάλλονται σε εθνικό επίπεδο˙
(δ) παραλαμβάνει, εξετάζει και προωθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τροποποιήσεις προδιαγραφών αναγνωρισμένων ΕΠΙΠ σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 1, του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006˙
(ε) μεριμνά ώστε κάθε παραγωγός ή μεταποιητής που εφαρμόζει τις προδιαγραφές ενός ΕΠΙΠ να ενημερώνεται, μέσω δημοσίευσης, για τυχόν τροποποιήσεις για τις οποίες έχουν υποβληθεί σχετικές αιτήσεις και οι οποίες αφορούν τροποποίηση προδιαγραφών ΕΠΙΠ˙
(στ) δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας τις εγκριθείσες τροποποιημένες προδιαγραφές δυνάμει του άρθρου 11 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006˙
(ζ) ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τις τροποποιήσεις των προδιαγραφών και την αιτιολόγηση τους δυνάμει του άρθρου 11 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006˙
(η) εγκρίνει, εφόσον πληρούνται οι κατά τον παρόντα Νόμο προϋποθέσεις, τη χρήση της αναγνωρισμένης ονομασίας ενός ΕΠΙΠ μετά από σχετικό αίτημα οποιουδήποτε ενδιαφερομένου˙
(θ) μεριμνά για την πληροφόρηση του πολίτη σχετικά με τις προτεινόμενες καταχωρίσεις γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων ως ΕΠΙΠ άλλων κρατών μελών ή τρίτων χωρών σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 2, του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006˙
(ι) δύναται να υποβάλλει ένσταση κατά της προτεινόμενης καταχώρισης γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων ως ΕΠΙΠ άλλων κρατών μελών ή τρίτων χωρών δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 1, του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006˙
(ια) παραλαμβάνει και προωθεί ενστάσεις προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά της προτεινόμενης καταχώρισης γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων ως ΕΠΙΠ, άλλων κρατών μελών ή τρίτων χωρών, κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου το οποίο έχει έννομο συμφέρον και είναι εγκατεστημένο ή διαμένει στη Δημοκρατία, που υποβάλλονται σε αυτήν, δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006˙
(ιβ) ανακοινώνει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον κατάλογο των υπηρεσιών ή/και των οργανισμών που έχουν εγκριθεί για σκοπούς ελέγχου των προδιαγραφών και τις σχετικές αρμοδιότητες τους σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγραφος 1, του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006˙
(ιγ) συμμετέχει στην επιτροπή που καθορίζεται με το άρθρο 18 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006˙
(ιδ) δύναται να αναθέτει την εκτέλεση μέρους ή του συνόλου των αρμοδιοτήτων της σε άλλα πρόσωπα ή υπηρεσίες.
5.-(1) Ο Υπουργός δύναται να μεταβιβάζει, γραπτώς, στο Διευθυντή ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που υπηρετεί στο Τμήμα Γεωργίας την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας και ή την εκτέλεση οποιουδήποτε καθήκοντος που ο παρών Νόμος ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα, στην Αρμόδια Αρχή:
Νοείται ότι, σε περίπτωση τέτοιας μεταβίβασης, ο Υπουργός διατηρεί την εξουσία να ασκεί τη μεταβιβασθείσα εξουσία και να εκτελεί το μεταβιβασθέν καθήκον, από και κατά τη διάρκεια της εν λόγω μεταβίβασης.
(2) Πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η άσκηση εξουσίας ή η εκτέλεση καθήκοντος δυνάμει του εδαφίου (1) έχει υποχρέωση να ασκεί την εξουσία και να εκτελεί το καθήκον σύμφωνα με τυχόν οδηγίες του Υπουργού.
(3) Ο Υπουργός έχει εξουσία να τροποποιεί και να ανακαλεί τη μεταβίβαση που έγινε δυνάμει του εδαφίου (1) με γραπτή ειδοποίηση προς το Διευθυντή ή το πρόσωπο στο οποίο έγινε η μεταβίβαση.
(4) Σε περίπτωση που, δυνάμει του παρόντος άρθρου, δύο (2) ή περισσότερα πρόσωπα, ταυτόχρονα, ασκούν την ίδια εξουσία ή εκτελούν το ίδιο καθήκον, ο ιεραρχικά υφιστάμενος από τα εν λόγω πρόσωπα λαμβάνει τα δέοντα μέτρα ώστε να μην ασκεί την εξουσία ή να εκτελεί το καθήκον στα ίδια πραγματικά γεγονότα με τον ιεραρχικά ανώτερό του, εκτός εάν ο τελευταίος το επιτρέπει και σύμφωνα με τυχόν οδηγίες του τελευταίου.
(5) Σε περίπτωση που, δυνάμει του παρόντος άρθρου, πρόσωπο ασκεί εξουσία ή εκτελεί καθήκον που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο ή στους εκδιδόμενους δυνάμει αυτού Κανονισμούς, ο παρών Νόμος και οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί εφαρμόζονται ωσάν να είχαν χορηγήσει ρητά την εν λόγω εξουσία στο ασκόν αυτήν πρόσωπο και είχαν αναθέσει ρητά το εν λόγω καθήκον στο εκτελόν αυτό πρόσωπο.
6. Καθιδρύεται Συμβουλευτική Επιτροπή η οποία έχει αρμοδιότητα:
(α) να εξετάζει αιτήσεις καταχώρισης και να εισηγείται προς την Αρμόδια Αρχή κατά πόσο συγκεκριμένο γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο μπορεί να χαρακτηριστεί ως ΕΠΙΠ, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006˙ και
(β) να επιλαμβάνεται οποιουδήποτε άλλου θέματος της ανατεθεί δυνάμει του παρόντος Νόμου από την Αρμόδια Αρχή.
7.-(1) Η Συμβουλευτική Επιτροπή διορίζεται από τον Υπουργό, είναι πενταμελής και απαρτίζεται από τους ακόλουθους -
(α) Το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ή εκπρόσωπό του ως πρόεδρο,
(β) το Διευθυντή ή εκπρόσωπό του,
(γ) ένα (1) Λειτουργό του Τμήματος Γεωργίας, ο οποίος κατέχει ειδικές γνώσεις σε θέματα ΕΠΙΠ,
(δ) ένα (1) εκπρόσωπο του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, και
(ε) ένα (1) εκπρόσωπο του Κυπριακού Οργανισμού Προώθησης Ποιότητας.
(2)(α) Η θητεία των μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι τετραετής και αρχίζει από το διορισμό τους.
(β) τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής μπορούν να επαναδιοριστούν:
Νοείται ότι, ο Υπουργός, αν το κρίνει σκόπιμο, μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλέσει το διορισμό οποιουδήποτε μέλους.
(3) Σε περίπτωση που ο πρόεδρος κωλύεται, προσωρινά, λόγω οποιασδήποτε αιτίας στην άσκηση των καθηκόντων του, ο Υπουργός διορίζει προσωρινά ένα (1) από τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής ως πρόεδρο, για το χρονικό διάστημα που κωλύεται ο πρόεδρος.
(4) Στην περίπτωση που η θέση του προέδρου ή μέλους της Συμβουλευτικής Επιτροπής χηρέψει πριν από τη λήξη της θητείας του, ο Υπουργός προβαίνει στο διορισμό νέου προέδρου ή μέλους της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας του τελευταίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(5) Ο πρόεδρος, τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής, καθώς και οποιοδήποτε πρόσωπο που δύναται να καλέσει η Συμβουλευτική Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 14, λαμβάνουν αποζημίωση που θα καθορίσει ο Υπουργός με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών.
8. Ο πρόεδρος προΐσταται της Συμβουλευτικής Επιτροπής, συγκαλεί αυτή σε συνεδρία, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 9 και υπογράφει τα πρακτικά και κάθε άλλο σημαντικό έγγραφο.
9.-(1) Ο πρόεδρος συγκαλεί τη Συμβουλευτική Επιτροπή σε συνεδρία όποτε κρίνει τούτο αναγκαίο, οφείλει όμως να συγκαλέσει συνεδρία το νωρίτερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός, αν το ζητήσουν γραπτώς δύο (2) τουλάχιστον από τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής που καθορίζουν συγχρόνως και τα προς συζήτηση θέματα.
(2) Η πρόσκληση σε συνεδρία είναι γραπτή και απευθύνεται προς όλα τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής τουλάχιστον τρεις (3) ημέρες πριν από την ορισμένη για τη συνεδρία ημερομηνία.
(3) Η ημερήσια διάταξη καταρτίζεται από τον πρόεδρο και κοινοποιείται στα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής μαζί με την πρόσκληση για συνεδρία.
10.-(1) Η Συμβουλευτική Επιτροπή βρίσκεται σε απαρτία αν στη συνεδρία παρίσταται ο πρόεδρος και δύο (2) από τα μέλη της. Η Συμβουλευτική Επιτροπή καταλήγει σε πόρισμα/εισήγηση προς την Αρμόδια Αρχή μετά από εξέταση της αίτησης καταχώρισης και εφόσον υπάρξει η σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας. Σε περίπτωση που υπάρχει ισοψηφία, ο πρόεδρος έχει, επιπρόσθετα από τη δική του ψήφο, δεύτερη ή νικώσα ψήφο.
(2) Ο πρόεδρος μπορεί, σε οποιοδήποτε χρόνο, πριν από τη λήξη της θητείας των μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής, να εισηγηθεί προς τον Υπουργό να τερματίσει το διορισμό οποιουδήποτε μέλους αν συντρέχει ένας από τους πιο κάτω λόγους-
(α) απουσιάσει από τρεις (3) διαδοχικές συνεδρίες της Συμβουλευτικής Επιτροπής χωρίς τη σχετική άδεια του προέδρου ή χωρίς δικαιολογημένη κατά την κρίση του προέδρου αιτία, ή
(β) καταστεί ανίκανος να εκτελεί τα καθήκοντα του λόγω σωματικής ή πνευματικής ανικανότητας, ή
(γ) καταδικαστεί για ποινικά αδικήματα με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των εκδιδόμενων δυνάμει αυτού Κανονισμών ή για οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα.
12.-(1) Κάθε ομάδα που επιθυμεί την αναγνώριση οποιουδήποτε γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου ως ΕΠΙΠ, δύναται να υποβάλει αίτηση καταχώρισης, δυνάμει του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006, στην Αρμόδια Αρχή.
(2) Η αναφερόμενη στο εδάφιο (1) αίτηση καταχώρισης συμπληρώνεται σε έντυπο που καθορίζεται με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 34 του παρόντος Νόμου και περιλαμβάνει:
(α) Το όνομα, τη διεύθυνση και τις λεπτομέρειες επικοινωνίας της αιτήτριας ομάδας·
(β) τις προδιαγραφές του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου που προβλέπονται στο άρθρο 6 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006·
(γ) συμπληρωμένο έντυπο, το οποίο καθορίζεται στο Παράρτημα Ι του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1216/2007·
(δ) τα έγγραφα που αποδεικνύουν τον ιδιότυπο και παραδοσιακό χαρακτήρα του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου.
(3) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται να ζητήσει τα πιο κάτω επιπρόσθετα στοιχεία:
(α) Κατάλογο των μελών της ομάδας·
(β) αντίγραφα του ιδρυτικού εγγράφου και του καταστατικού της ομάδας, όπου αυτά υπάρχουν·
(γ) έγκριση της πλειοψηφίας των μελών ή της γενικής συνέλευσης της ομάδας για την υποβολή της αίτησης καταχώρισης για αναγνώριση του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου ως ΕΠΙΠ·
(δ) αποδεικτικά στοιχεία ότι η ομάδα είναι ανοικτή σε άλλα μέλη με αναφορά στα δικαιώματα και τις ευθύνες της ομάδας προς μελλοντικά της μέλη· και
(ε) αποδεικτικά στοιχεία ότι τα μέλη της ομάδας παράγουν το γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο, για την ονομασία του οποίου καταχωρίζεται αίτηση αναγνώρισης του ως ΕΠΙΠ, με ενδεικτικές ποσότητες για κάθε μέλος.
13.-(1) Η Αρμόδια Αρχή παραλαμβάνει την αίτηση καταχώρισης και εξετάζει κατά πόσο συντρέχουν οι πιο κάτω προκαταρκτικές προϋποθέσεις:
(α) Η αίτηση καταχώρισης περιλαμβάνει τα απαιτούμενα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 12· και
(β) καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος.
(2)(α) Σε περίπτωση κατά την οποία η αίτηση καταχώρισης δεν περιλαμβάνει οποιοδήποτε από τα στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 12 του παρόντος Νόμου, ή δεν καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος, η αίτηση καταχώρισης δε γίνεται αποδεκτή από την Αρμόδια Αρχή και ενημερώνεται γραπτώς ο αιτητής ως προς τους λόγους της μη αποδοχής·
(β) Ο αιτητής εντός δύο (2) μηνών, από την ημερομηνία της κοινοποίησης της επιστολής της Αρμόδιας Αρχής, μπορεί να υποβάλει τα ελλείποντα στοιχεία, τις πληροφορίες ή τα έγγραφα στην Αρμόδια Αρχή.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία δεν υποβληθούν τα απαιτούμενα δυνάμει του εδαφίου (2) στοιχεία από τον αιτητή, εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας, η αίτηση καταχώρισης θεωρείται απορριφθείσα.
(4) Η Αρμόδια Αρχή δημοσιοποιεί τον κατάλογο των ονομασιών για τις οποίες της έχουν υποβληθεί αιτήσεις καταχώρισης.
14.-(1) Εφόσον η Αρμόδια Αρχή διαπιστώσει ότι η αίτηση πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 13, την παραπέμπει στη Συμβουλευτική Επιτροπή για εξέταση και έκδοση σχετικού πορίσματος.
(2) Η Συμβουλευτική Επιτροπή συνέρχεται και εξετάζει την αίτηση καταχώρισης το συντομότερο δυνατόν, προκειμένου να εξακριβώσει εάν είναι αιτιολογημένη και αν πληροί τους όρους του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006 και καταλήγει σε πόρισμα ως προς την προώθηση της αίτησης καταχώρισης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αναγνώριση του προτεινόμενου γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου ως ΕΠΙΠ.
(3) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται να ορίσει Τεχνική Επιτροπή η οποία έχει την αρμοδιότητα της τεχνικής επεξεργασίας των στοιχείων και της εξέτασης της αίτησης καταχώρισης και η οποία συντάσσει εισηγητική έκθεση προς τη Συμβουλευτική Επιτροπή.
(4) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται, όπου θεωρεί τούτο χρήσιμο, να ζητήσει απόψεις από αρμόδιες κυβερνητικές ή μη υπηρεσίες και ειδικούς για την εξέταση ειδικών θεμάτων που προκύπτουν από την αίτηση καταχώρισης.
(5) Σε περίπτωση που η Συμβουλευτική Επιτροπή θεωρεί ότι απαιτούνται συμπληρωματικά στοιχεία για την εξέταση της αίτησης καταχώρισης, μπορεί να απαιτήσει από τον αιτητή να υποβάλει τις απαραίτητες πληροφορίες, εγγράφως, μέσα σε τρεις (3) μήνες, ή εντός χρονικού διαστήματος που καθορίζει η Συμβουλευτική Επιτροπή, από την ημερομηνία της επιστολής της.
(6) Η Συμβουλευτική Επιτροπή υποβάλλει στην Αρμόδια Αρχή το πόρισμά της.
(7) H Αρμόδια Αρχή, εφόσον κρίνει ότι πληρούνται οι προδιαγραφές που καθορίζονται στο άρθρο 6, παράγραφος 2, του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006 και οι διατάξεις του άρθρου 12 του παρόντος Νόμου, δημοσιοποιεί την αίτηση καταχώρισης.
16.-(1) Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εφόσον έχει έννομο συμφέρον και είναι εγκατεστημένο ή διαμένει στην επικράτεια της Δημοκρατίας, δύναται να υποβάλει, εντός ενός (1) μηνός από την ημερομηνία της δημοσιοποίησης που αναφέρεται στο εδάφιο (7) του άρθρου 14, γραπτή ένσταση κατά της αίτησης καταχώρισης.
(2) Η ένσταση υποβάλλεται στην Αρμόδια Αρχή με την καταβολή τέλους και πρέπει να στηρίζεται στα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 9, παράγραφος 3, στοιχείο (α), του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006.
(3) Ο ενιστάμενος προσδιορίζει ειδικά τους λόγους επί των οποίων βασίζεται η ένστασή του, η οποία πρέπει να συνοδεύεται από πλήρη αποδεικτικά στοιχεία.
(4) Σε περίπτωση που τα στοιχεία τα οποία συνοδεύουν την ένσταση είναι ελλιπή ή ανεπαρκή, η Αρμόδια Αρχή, με γραπτή επιστολή της, δύναται να ζητήσει από τον ενιστάμενο να προσκομίσει οποιαδήποτε επιπρόσθετα στοιχεία εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την ημέρα παραλαβής της πιο πάνω επιστολής. Σε περίπτωση που ο ενιστάμενος παραλείψει ή αρνηθεί να τα υποβάλει η ένσταση απορρίπτεται.
(5) Ο ενιστάμενος δύναται, μετά από έρευνα στο φάκελο, να λάβει από την Αρμόδια Αρχή οποιαδήποτε πληροφορία σχετικά με το περιεχόμενο της αίτησης καταχώρισης καθώς επίσης και το πόρισμα της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
(6) Η Αρμόδια Αρχή αποστέλλει αντίγραφο της ένστασης στον αιτητή, ο οποίος, εντός ενός (1) μηνός από την ημερομηνία παραλαβής της, έχει δικαίωμα να υποβάλει στην Αρμόδια Αρχή αντέκθεση με την οποία να αντικρούονται οι λόγοι της ένστασης. Σε περίπτωση που ο αιτητής παραλείψει να υποβάλει αντέκθεση, τότε θεωρείται ότι εγκαταλείπει την αίτησή του και αυτή απορρίπτεται.
(7) Η ένσταση και η αντέκθεση, εάν υπάρχει, διαβιβάζονται από την Αρμόδια Αρχή στη Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία εξετάζει το παραδεκτό της ένστασης σύμφωνα με τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 9, παράγραφος 3, στοιχείο (α), του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006. Εάν η Συμβουλευτική Επιτροπή κρίνει ότι-
(α) η ένσταση είναι παραδεκτή, καλεί τους ενδιαφερόμενους σε διαβουλεύσεις. Εάν εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη των διαβουλεύσεων -
(i) οι ενδιαφερόμενοι καταλήξουν σε συμφωνία, η οποία δεν περιλαμβάνει ουσιώδη τροποποίηση της αίτησης καταχώρισης που έχει δημοσιοποιηθεί σύμφωνα με το εδάφιο (7) του άρθρου 14, η Συμβουλευτική Επιτροπή υποβάλλει πόρισμα στην Αρμόδια Αρχή, η οποία λαμβάνει απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (8) του παρόντος άρθρου·
(ii) οι ενδιαφερόμενοι καταλήξουν σε συμφωνία, η οποία περιλαμβάνει ουσιώδη τροποποίηση της αίτησης καταχώρισης που έχει δημοσιοποιηθεί σύμφωνα με το εδάφιο (7) του άρθρου 14, η Συμβουλευτική Επιτροπή ενημερώνει την Αρμόδια Αρχή, η οποία δημοσιοποιεί εκ νέου, σύμφωνα με το εδάφιο (7) του άρθρου 14, την αίτηση καταχώρισης ως έχει τροποποιηθεί και παρέχει νέα προθεσμία για υποβολή ενστάσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου·
(iii) οι ενδιαφερόμενοι δεν καταλήξουν σε συμφωνία, η Συμβουλευτική Επιτροπή υποβάλλει πόρισμα στην Αρμόδια Αρχή, η οποία, λαμβάνοντας υπόψη τις θεμιτές παραδοσιακές χρήσεις και τους πραγματικούς κινδύνους σύγχυσης, λαμβάνει απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (8) του παρόντος άρθρου·
(β) η ένσταση δεν είναι παραδεκτή, υποβάλλει πόρισμα στην Αρμόδια Αρχή, η οποία λαμβάνει απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (8) του παρόντος άρθρου.
(8) Όταν λαμβάνει απόφαση στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (7), η Αρμόδια Αρχή δύναται -
(α) να απορρίψει το σύνολο των ενστάσεων που έχουν υποβληθεί κατά της οικείας αίτησης καταχώρισης και να προωθήσει την αίτηση καταχώρισης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17· ή
(β) να αποδεχτεί μια (1) ή περισσότερες ενστάσεις και να μην προωθήσει προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή την αίτηση καταχώρισης· ή
(γ) να αποδεχτεί εν όλω ή εν μέρει, μια (1) ή περισσότερες ενστάσεις και να κάνει εισηγήσεις προς τον αιτητή, οι οποίες πρέπει να ικανοποιούνται εντός ταχθείσας προθεσμίας:
Νοείται ότι, εάν οι πιο πάνω αναφερόμενες εισηγήσεις δεν ικανοποιηθούν εντός της τεθείσας προθεσμίας, η αίτηση καταχώρισης θεωρείται απορριφθείσα:
Νοείται περαιτέρω ότι, εάν οι πιο πάνω αναφερόμενες εισηγήσεις ικανοποιηθούν εντός της τεθείσας προθεσμίας και -
(i) δεν έχουν ως αποτέλεσμα την ουσιώδη τροποποίηση της αίτησης καταχώρισης, η Αρμόδια Αρχή ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 17·
(ii) η ικανοποίηση των εισηγήσεων έχει ως αποτέλεσμα την ουσιώδη τροποποίηση της αίτησης καταχώρισης, η τροποποιημένη αίτηση δημοσιοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7) του άρθρου 14 και παρέχεται νέα προθεσμία για υποβολή ενστάσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου.
(9) Η Αρμόδια Αρχή κοινοποιεί την απόφασή της στον αιτητή και στον ενιστάμενο.
17. Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 12, 13, 14, 15 και 16 η Αρμόδια Αρχή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας την ευνοϊκή της απόφαση για προώθηση της αίτησης καταχώρισης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή καθώς και τις προδιαγραφές στις οποίες βασίζεται η εν λόγω απόφαση.
18. Στην περίπτωση που η αιτούμενη ονομασία εγκρίνεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η σήμανση του ΕΠΙΠ περιλαμβάνει:
(α) το σήμα πιστοποίησης του Φορέα Ελέγχου,
(β) την κατοχυρωμένη ονομασία συνοδευόμενη είτε από το κοινοτικό σύμβολο είτε από την αντίστοιχη ένδειξη «Εγγυημένο Παραδοσιακό Ιδιότυπο Προϊόν», όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 9 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1216/2007,
(γ) τον αριθμό παρτίδας των προϊόντων ο οποίος καθορίζεται από τον εκάστοτε Δικαιούχο Χρήσης της Ένδειξης ΕΠΙΠ.
19. Για την εφαρμογή του άρθρου 9 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006, η Αρμόδια Αρχή δέχεται ενστάσεις το αργότερο εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο έχει έννομο συμφέρον και είναι εγκατεστημένο ή διαμένει στη Δημοκρατία. Οι ενστάσεις αυτές αφορούν αιτήσεις καταχώρισης που κατατίθενται από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από τρίτες χώρες και πρέπει να στηρίζονται σε ένα τουλάχιστον από τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 9, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006.
21.-(1) Οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο επιθυμεί να τοποθετήσει στην αγορά γεωργικά προϊόντα ή τρόφιμα με την ένδειξη ΕΠΙΠ, το Κοινοτικό Σύμβολο καθώς και το σήμα πιστοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 18 του παρόντος Νόμου, θα πρέπει να τύχει έγκρισης.
(2) Η έγκριση χρήσης χορηγείται για περίοδο πέντε (5) ετών από την Αρμόδια Αρχή ύστερα από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου, σύμφωνα με το εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου, η οποία υποβάλλεται τουλάχιστο ένα (1) μήνα πριν από την έναρξη της δραστηριότητάς του, και κατόπιν εξακρίβωσης από την Αρμόδια Αρχή ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 6 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006.
(3) Η αίτηση που αναφέρεται στο εδάφιο (2) πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) Το όνομα και τη διεύθυνση του ενδιαφερόμενου,
(β) το είδος και την ονομασία του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου,
(γ) την ημερομηνία έναρξης της παραγωγής του συγκεκριμένου γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου.
(4) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να αναστέλλει ή να ανακαλεί την ως άνω έγκριση για όσο χρονικό διάστημα κρίνει απαραίτητο εφόσον-
(α) δεν τηρούνται οι προδιαγραφές ΕΠΙΠ του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου, ή/και
(β) παραβιάζεται οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006.
22.-(1) Η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει και τηρεί Μητρώο το οποίο αποτελεί δημόσιο βιβλίο και η πρόσβαση σε αυτό είναι ελεύθερη σε κάθε ενδιαφερόμενο.
(2) Στο Μητρώο καταχωρίζονται τουλάχιστο τα εξής στοιχεία:
(α) Το όνομα και η διεύθυνση του δικαιούχου·
(β) το είδος και η ονομασία του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου· και
(γ) η ημερομηνία έγκρισης, ανανέωσης, ή/και ανάκλησης ή/και αναστολής του δικαιώματος χρήσης της εν λόγω ονομασίας ΕΠΙΠ.
23. Η Αρμόδια Αρχή διορίζει, με γνωστοποίησή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ως Επιθεωρητές, λειτουργούς του Τμήματος Γεωργίας, οι οποίοι είναι αρμόδιοι για τη διεξαγωγή επίσημων ελέγχων προς διαπίστωση ότι τηρούνται οι διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006, του παρόντος Νόμου, όπως και των Κανονισμών που θεσπίζονται δυνάμει αυτού.
24.-(1) Ο Επιθεωρητής έχει εξουσία, σε οποιοδήποτε εύλογο χρόνο, να εισέρχεται σε οποιαδήποτε εγκατάσταση, στην οποία έχει εύλογη υποψία ότι παράγεται, παρασκευάζεται, συντηρείται, συσκευάζεται, σημαίνεται ή αποθηκεύεται γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο που προορίζεται για έγκριση χρήσης ΕΠΙΠ, χώρο πώλησης γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων ή σε οποιαδήποτε υποστατικά στα οποία αυτός έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι υπάρχουν οποιαδήποτε ΕΠΙΠ ή που προορίζονται να πωληθούν ή είναι έτοιμα να πωληθούν ως τέτοια, με σκοπό -
(α) την επιθεώρηση των γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων ως προς την παραγωγή τους, τη μεταχείριση, τη διαλογή, τη συντήρηση, την αποθήκευση, την παρουσίαση, τη συσκευασία, τη σήμανση και τη μεταφορά τους˙
(β) την επιθεώρηση των χώρων παραγωγής, συντήρησης, αποθήκευσης, μεταχείρισης, συσκευασίας, παρουσίασης και μεταφοράς των γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων˙
(γ) τον έλεγχο και τη λήψη αντιγράφων οποιωνδήποτε αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή άλλων στοιχείων, τα οποία βρίσκονται στους τόπους παραγωγής πρώτης ύλης ή μεταποίησης προϊόντων που αφορούν την τήρηση κανόνων σύμφωνα με τους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου˙
(δ) τη λήψη δειγμάτων, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα εδάφια (2) και (3) του παρόντος άρθρου, από κάθε γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο που βρίσκεται στους τόπους που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο, περιλαμβανομένου και γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου που βρίσκεται πάνω σε όχημα˙
(ε) την κατάσχεση ή την κατακράτηση, για όση χρονική περίοδο κριθεί απαραίτητο, γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων για τα οποία εύλογα πιστεύει ότι έχει παραβιασθεί οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού ή των πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 21 και να διατάξει να παραμείνει ή να μεταφερθεί το εν λόγω γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο σε οποιοδήποτε μέρος θα υποδείξει:
Νοείται ότι, Επιθεωρητής δε δικαιούται να εισέλθει σε κατοικία, παρά μόνο με ένταλμα Δικαστηρίου.
(2) Σε περίπτωση λήψης δείγματος, ο Επιθεωρητής χωρίζει το δείγμα που λήφθηκε σε τρία (3) ίσα μέρη, καθένα από τα οποία σημαίνεται και σφραγίζεται ή προσδένεται με τέτοιο τρόπο όπως η φύση αυτού επιτρέπει και παραδίδει ένα (1) από αυτά τα μέρη στον παραγωγό ή σε εκπρόσωπό του, διατηρεί ένα (1) από τα εν λόγω μέρη για μελλοντική σύγκριση και παραδίδει το τρίτο μέρος για ανάλυση στον Κλάδο Εργαστηριακών Αναλύσεων του Τμήματος Γεωργίας. Σε περίπτωση αδυναμίας διενέργειας αποτελεσματικής ανάλυσης, το δείγμα δύναται να αποσταλεί σε οποιοδήποτε άλλο διαπιστευμένο εργαστήριο. Τα αποτελέσματα των αναλύσεων κοινοποιούνται και στον ενδιαφερόμενο.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), σε περίπτωση κατά την οποία ο κάτοχος του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου δεν είναι ο παραγωγός, τότε το δείγμα χωρίζεται σε τέσσερα (4) ίσα μέρη και το τέταρτο μέρος του δείγματος παραδίδεται σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εναντίον του οποίου δυνατό να προσαχθεί κατηγορία αναφορικά με την πώληση του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου.
(4) Οποιοσδήποτε αγοραστής γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου δύναται, εφόσον καταβάλει το σχετικό τέλος, να ζητήσει από το φορέα ελέγχου τη διεξαγωγή δειγματοληψίας και ανάλυσης του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(5) Σε περίπτωση υποβολής ένστασης σε σχέση με τα αποτελέσματα των αναλύσεων που διεξάγονται δυνάμει του παρόντος άρθρου, μπορεί να ζητηθεί από πρόσωπο στο οποίο δίνεται μέρος του δείγματος σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) ή τον αντιπρόσωπο αυτού, καταβάλλοντας τα έξοδα της ανάλυσης, επανέλεγχος του δείγματος, στο Γενικό Χημείο του Κράτους ή σε οποιοδήποτε διαπιστευμένο εργαστήριο. Κατά τον επανέλεγχο αναλύεται το μέρος του δείγματος που φυλάγεται από τον Επιθεωρητή και τα αποτελέσματα της ανάλυσης είναι οριστικά.
(6) Επιθεωρητής, εισερχόμενος σε οποιεσδήποτε κτιριακές εγκαταστάσεις ή υποστατικά δυνάμει του παρόντος άρθρου, μπορεί να φέρει μαζί του τον αναγκαίο εξοπλισμό και να συνοδεύεται από άλλα πρόσωπα όπου θεωρεί αυτό αναγκαίο.
25.-(1) Σε περίπτωση κατακράτησης ή κατάσχεσης γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων, ο κάτοχος δύναται να υποβάλει ένσταση προς το Διευθυντή, εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης σε αυτόν.
(2) Ο Διευθυντής εξετάζει, χωρίς καθυστέρηση, την ένσταση και έχει εξουσία να αναθέσει σε ένα (1) ή περισσότερους λειτουργούς του Φορέα Ελέγχου την εξέταση των θεμάτων που αφορούν την ένσταση πριν την έκδοση της τελεσίδικης απόφασής του, την οποία κοινοποιεί εγγράφως στον ενδιαφερόμενο εντός τριάντα (30) ημερών.
26.-(1) Ο πρόεδρος και τα ΅έλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής, οι Επιθεωρητές και άλλοι δημόσιοι υπάλληλοι που λαμβάνουν γνώση, ένεκα της θέσης τους ή κατά την άσκηση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων, πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως, έχουν υποχρέωση προς εχεμύθεια και οφείλουν να ΅ην τις κοινοποιούν, εκτός κατά την έκταση που επιβάλλεται για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Την αυτή υποχρέωση προς εχεμύθεια έχει και κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που λαμβάνει γνώση των πληροφοριών αυτών κατ εφαρμογή του παρόντος Νόμου και κατά τις προβλεπόμενες στον παρόντα Νόμο διαδικασίες.
(3) Παράβαση της κατά το άρθρο αυτό υποχρέωσης προς εχεμύθεια συνιστά ποινικό αδίκημα τι΅ωρού΅ενο κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 31, προκειμένου δε περί δημόσιων υπαλλήλων, συνιστά βαρύ πειθαρχικό αδίκημα τι΅ωρού΅ενο κατά τις οικίες πειθαρχικές διατάξεις.
27.-(1) Οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ομάδα, το οποίο παράγει γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο και υποβάλλει αίτηση για έγκριση χρήσης ΕΠΙΠ δυνάμει του άρθρου 21, οφείλει να-
(α) γνωστοποιεί τις δραστηριότητές του στην Αρμόδια Αρχή˙
(β) παρέχει στους Επιθεωρητές οποιεσδήποτε συμπληρωματικές πληροφορίες κρίνονται απαραίτητες για τη μελέτη των προδιαγραφών˙
(γ) υποβάλλει στην Αρμόδια Αρχή ενημερωμένο κατάλογο με τα ονόματα και τις διευθύνσεις των φυσικών ή νομικών προσώπων που εμπλέκονται στη διαδικασία παραγωγής του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου και υπόκεινται σε έλεγχο δυνάμει του άρθρου 24˙
(δ) παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την εύρυθμη αξιολόγηση των αιτήσεων και τη διεκπεραίωση των ελέγχων.
(2) Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ομάδα που υπάγεται στο σύστημα ελέγχου υποχρεούται να τηρεί και να θέτει στη διάθεση του Επιθεωρητή για έλεγχο λογιστικά βιβλία για όλες τις εισροές που χρησιμοποιεί στην παραγωγική διαδικασία (είδος, ποσότητες, προέλευση, τρόπος χρήσης, κ.λπ.) καθώς επίσης και για τις πωλήσεις γεωργικών προϊόντων που πραγματοποιεί (είδος, ποσότητες, προορισμός) και τυχόν αποθέματα, για τουλάχιστο ένα (1) έτος.
28.-(1) Ο φορέας ελέγχου διενεργεί επίσημους ελέγχους για να διασφαλίσει την τήρηση των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Οι έλεγχοι διενεργούνται-
(α) τακτικά˙
(β) σε περίπτωση που υπάρχουν υπόνοιες ότι τα γεωργικά προϊόντα ή τρόφιμα δεν είναι σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος Νόμου˙
(γ) ανάλογα με τον επιδιωκόμενο στόχο, και ιδιαίτερα σε συνάρτηση με τους κινδύνους και την αποκτηθείσα πείρα.
(3) Οι έλεγχοι καλύπτουν όλα τα στάδια παραγωγής, μεταποίησης, συσκευασίας, κυκλοφορίας, πώλησης, έκθεσης προς πώληση και αποθήκευσης περιλαμβανομένων και των ελέγχων των πρώτων υλών.
(4) Οι έλεγχοι δύνανται να διαλαμβάνουν τον έλεγχο των εγγράφων, την αντιστοιχία μεταξύ των εγγράφων και γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων, το φυσικό έλεγχο και τις διαδικασίες παραγωγής, συσκευασίας αποθήκευσης και μεταφοράς.
(5) Οι έλεγχοι διεξάγονται κατά κανόνα απροειδοποίητα, εκτός αν αποφασίσει διαφορετικά ο φορέας ελέγχου.
29.-(1) Πρόσωπο το οποίο-
(α) παρακωλύει Επιθεωρητή από την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, ή
(β) παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε απαίτηση που του επιβάλλει, δικαιωματικά, ο Επιθεωρητής δυνάμει του άρθρου 24, ή
(γ) παραλείπει να παράσχει στον Επιθεωρητή οποιαδήποτε άλλη βοήθεια ή πληροφορία, την οποία εύλογα ήθελε ζητήσει ο Επιθεωρητής, προς το σκοπό της εκπλήρωσης των καθηκόντων του, δυνάμει του παρόντος Νόμου,
διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων ευρώ (3.000) ή και στις δυο αυτές ποινές.
(2) Πρόσωπο το οποίο, παρέχοντας οποιαδήποτε πληροφορία σύμφωνα με το εδάφιο (1), προβαίνει εν γνώσει του σε ανακριβή δήλωση, διαπράττει αδίκημα και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των οκτώ χιλιάδων ευρώ (8.000) ή και στις δυο αυτές ποινές.
30. Στην περίπτωση κατακράτησης ή κατάσχεσης των γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων, ο Επιθεωρητής οφείλει να πληροφορήσει τον κάτοχό τους για τα αποτελέσματα του ελέγχου το ταχύτερο δυνατό και εν πάση περιπτώσει μέσα σε τριάντα (30) εργάσιμες μέρες από την ημέρα κατάσχεσης ή κατακράτησης των γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων.
31. Όποιος, εκ προθέσεως και προς το σκοπό προσπορισμού αθέμιτου οφέλους, παραβιάζει την κατά το άρθρο 26 υποχρέωση προς εχεμύθεια, διαπράττει ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με φυλάκιση μέχρι ενός (1) έτους ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των οκτώ χιλιάδων ευρώ (8.000), ή και με τις δύο αυτές ποινές.
32. Οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο δεν είναι Επιθεωρητής, παρουσιάζεται να ενεργεί ως τέτοιος, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει το ποσό των οκτώ χιλιάδων ευρώ (8.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
33.-(1) Απαγορεύεται η κυκλοφορία, πώληση ή/και διάθεση οποιουδήποτε γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου ΕΠΙΠ που παράγεται στην Κύπρο, χωρίς να είναι σύμφωνο με τις διατάξεις της σήμανσης, όπως καθορίζεται στο άρθρο 18 του παρόντος Νόμου.
(2) Απαγορεύεται η κυκλοφορία, πώληση ή/και διάθεση οποιουδήποτε γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου ΕΠΙΠ που παράγεται σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε τρίτη χώρα, χωρίς να είναι σύμφωνο με τις διατάξεις της σήμανσης, όπως καθορίζονται στη νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας.
(3) Απαγορεύεται η κυκλοφορία, πώληση ή/και διάθεση οποιουδήποτε γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου ΕΠΙΠ χωρίς να είναι σύμφωνο με τη φύση, τη σύσταση και την ποιότητα όπως αυτά καθορίζονται στις προδιαγραφές του.
(4) Απαγορεύεται από οποιονδήποτε η χρήσης της ένδειξης ΕΠΙΠ πάνω στη συσκευασία ή στην ετικέτα γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου που παράγεται στην Κύπρο, χωρίς την έγκριση της Αρμόδιας Αρχής.
(5) Πρόσωπο το οποίο παραβιάζει τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2), (3) και (4) διαπράττει ποινικό αδίκημα, τιμωρούμενο με φυλάκιση μέχρι δύο (2) χρόνια ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των οκτώ χιλιάδων ευρώ (8.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.
34.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για τη ρύθμιση κάθε θέματος το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού, καθώς και για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Ειδικότερα και χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (1), οι εν λόγω Κανονισμοί μπορεί να προνοούν για όλα ή για οποιοδήποτε από τα ακόλουθα θέματα-
(α) οποιοδήποτε επιπρόσθετο στοιχείο που η Αρμόδια Αρχή θεωρεί απαραίτητο για την εξέταση των αιτήσεων˙
(β) τα τέλη που καταβάλλονται για -
(i)την υποβολή αίτησης καταχώρισης, σύμφωνα με το άρθρο 12˙
(ii)την υποβολή ένστασης, σύμφωνα με το άρθρο 16˙
(iii)την υποβολή αιτήσεων τροποποίησης˙
(iv)τη διαδικασία διεκπεραίωσης ελέγχων και δειγματοληψιών για αναλύσεις γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων˙
(v)τις αναλύσεις˙
(vi)την έγκριση χρήσης αναγνωρισμένης ονομασίας ΕΠΙΠ και την ανανέωση τέτοιας έγκρισης˙
(vii)τη διενέργεια επιθεώρησης.
(γ) τη θέσπιση συμπληρωματικών μέτρων εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 509/2006 και των πράξεων που θεσπίζονται δυνάμει αυτού.
(δ) τις διαδικασίες για τροποποίηση της προδιαγραφής ή του συστήματος ελέγχου˙
(ε) τις διαδικασίες προώθησης των δειγμάτων, που λαμβάνονται κατά τις δειγματοληψίες, σε διαπιστευμένα εργαστήρια˙
(στ) τα έντυπα και τις διαδικασίες για την υποβολή των αιτήσεων και των ενστάσεων, τη διενέργεια των ελέγχων, την ετοιμασία εκθέσεων και την έκδοση αποφάσεων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.
35. Ο Υπουργός δύναται να εκδίδει διατάγματα που μπορεί να προβλέπουν για όλα ή για οποιαδήποτε από τα ακόλουθα θέματα-
(α)για την περαιτέρω ρύθμιση ειδικών τεχνικών θεμάτων, τα οποία προβλέπονται με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου˙
(β)για την τροποποίηση των Παραρτημάτων των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου˙
(γ)για τον καθορισμό του σήματος πιστοποίησης του φορέα ελέγχου που θα χρησιμοποιείται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.