1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Επιβολής Ειδικού Φόρου Πιστωτικού Ιδρύματος Νόμος του 2011.
2. (1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν προκύπτει διαφορετικά από το κείμενο -
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
«διατραπεζική κατάθεση» σημαίνει κατάθεση που γίνεται μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και περιλαμβάνει κατάθεση που γίνεται από πιστωτικό ίδρυμα που βρίσκεται εκτός της Δημοκρατίας, από υποκατάστημα πιστωτικού ιδρύματος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας που εγκαταστάθηκε στη Δημοκρατία και από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου·
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων και οποιοδήποτε δεόντως εξουσιοδοτημένο λειτουργό του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων·
«ειδικός φόρος» σημαίνει ειδικό φόρο πιστωτικού ιδρύματος, ο οποίος επιβάλλεται επί των καταθέσεων πιστωτικού ιδρύματος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου·
«Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 67, παράγραφος 1, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2014 περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010·
«κατάθεση», εξαιρουμένης διατραπεζικής κατάθεσης, σημαίνει ποσό χρημάτων, εκπεφρασμένο σε οποιοδήποτε νόμισμα, που καταβάλλεται ή εισπράττεται με όρους, βάσει των οποίων θα αποπληρωθεί με τόκο ή χωρίς τόκο ή υπέρ το άρτιο, είτε σε πρώτη ζήτηση ή σε τακτή προθεσμία ή υπό όρους που συμφωνούνται από ή εκ μέρους του προσώπου που καταβάλλει και του προσώπου που εισπράττει το ποσό, αλλά οι όροι αυτοί δε σχετίζονται με την πώληση ή τη διάθεση αγαθών ή περιουσιακών στοιχείων, την παροχή υπηρεσιών ή την έκδοση χρεωστικών ομολόγων ή μετοχών·
«Κεντρική Τράπεζα» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα Κύπρου·
«νενομισμένος τόκος» σημαίνει τόκο σύμφωνα με το ενιαίο δημόσιο επιτόκιο υπερημερίας με βάση τον περί Ενιαίου Δημόσιου Επιτοκίου Υπερημερίας Νόμο, ο οποίος υπολογίζεται με βάση τους συμπληρωμένους μήνες για τους οποίους καθυστερεί η καταβολή του ειδικού φόρου·
«πιστωτικό ίδρυμα» σημαίνει τράπεζα που λειτουργεί με βάση τον περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμο ή Συνεργατικό Πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί με βάση τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο·
«Ταμείο Ανακεφαλαιοποίησης» σημαίνει το Ταμείο Ανακεφαλαιοποίησης το οποίο συστάθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3 του περί της Σύστασης και Λειτουργίας του Ανεξάρτητου Ταμείου Ανακεφαλαιοποίησης Νόμουˑ
«Ταμείο Εξυγίανσης» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό ο περί Συστήματος Εγγύησης των Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και άλλων Ιδρυμάτων Νόμοςˑ
(2) Όροι που δεν ορίζονται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, έχουν την έννοια που αποδίδει σ’ αυτούς ο περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμος.
3. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, αρμόδιος για την πιστή εφαρμογή του παρόντος Νόμου είναι ο Διευθυντής, ο οποίος λογίζεται ότι έχει προς το σκοπό αυτό και τηρουμένων των αναλογιών, κάθε εξουσία, αρμοδιότητα ή υποχρέωση να προβαίνει σε κάθε ενέργεια, την οποία κρίνει αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
4. (1) Παρά τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου Νόμου, κάθε πιστωτικό ίδρυμα υποχρεούται όπως καταβάλλει ειδικό φόρο.
(2) Το ποσό του ειδικού φόρου επιβάλλεται επί των συνολικών καταθέσεων πιστωτικού ιδρύματος στη Δημοκρατία ως αυτές είχαν κατά τις ημερομηνίες που προβλέπονται στο άρθρο 5
(α) πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στη Δημοκρατία, εξαιρουμένων των θυγατρικών και υποκαταστημάτων τους που λειτουργούν εκτός της Δημοκρατίας· και
(β) υποκαταστημάτων στη Δημοκρατία των πιστωτικών ιδρυμάτων από κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των υποκαταστημάτων στη Δημοκρατία των πιστωτικών ιδρυμάτων από τρίτες χώρες.
5. (1) Το ποσό του ειδικού φόρου δηλώνεται μετά από υπολογισμό που γίνεται από το ίδιο το πιστωτικό ίδρυμα, σε έντυπο που εγκρίνεται από το Διευθυντή και υποβάλλεται υποχρεωτικά από το πιστωτικό ίδρυμα με την καταβολή ταυτόχρονα του ειδικού φόρου, ως ακολούθως:
(α) Την 31η Μαρτίου κάθε έτους, σε ποσοστό 0,0375% επί των συνολικών καταθέσεων του πιστωτικού ιδρύματος ως αυτές είχαν κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους·
(β) την 30η Ιουνίου κάθε έτους, σε ποσοστό 0,0375% επί των συνολικών καταθέσεων του πιστωτικού ιδρύματος ως αυτές είχαν κατά την 31η Μαρτίου του ιδίου έτους·
(γ) την 30η Σεπτεμβρίου κάθε έτους, σε ποσοστό 0,0375% επί των συνολικών καταθέσεων του πιστωτικού ιδρύματος ως αυτές είχαν κατά την 30η Ιουνίου του ιδίου έτους·
(δ) την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους, σε ποσοστό 0,0375% επί των συνολικών καταθέσεων του πιστωτικού ιδρύματος ως αυτές είχαν κατά την 30η Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους.
(1Α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1), ποσό που αντιστοιχεί στις εκ των προτέρων ετήσιες εισφορές των πιστωτικών ιδρυμάτων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του περί Συστήματος Εγγύησης των Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμου και του Κανονισμού 18 των περί Συστήματος Εγγύησης των Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Κανονισμών του 2016, το οποίο καταβάλλεται από οποιοδήποτε πιστωτικό ίδρυμα στο Ταμείο Εξυγίανσης ή στο Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης, ανάλογα με την περίπτωση, αφαιρείται από το υπόλοιπο του ειδικού φόρου, μέχρι του ποσού του ειδικού φόρου του ιδίου έτους, που προκύπτει και καταβάλλεται από το πιστωτικό ίδρυμα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(2) Πιστωτικό ίδρυμα εντός έξι (6) μηνών από την υποβολή της δήλωσης υπολογισμού του ειδικού φόρου, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1), δύναται να υποβάλει αναθεωρημένη δήλωση δεόντως αιτιολογημένη.
(3) Σε περίπτωση που πιστωτικό ίδρυμα αρνηθεί, παραλείψει ή αμελήσει να υποβάλει δήλωση και να καταβάλει τον ειδικό φόρο όπως προβλέπεται στο παρόν άρθρο ή σε περίπτωση που προκύψει για οποιοδήποτε λόγο πληρωτέος ειδικός φόρος, ο Διευθυντής δύναται να προβεί σε βεβαίωση του ειδικού φόρου κατά την κρίση του:
5Α. Ανεξαρτήτως των διατάξεων των άρθρων 4 και 5 του παρόντος Νόμου, ειδικά και μόνο για το φορολογικό έτος 2013, ο ειδικός φόρος υπολογίζεται και καταβάλλεται ως ακολούθως:
(α) Την 31η Μαρτίου 2013, σε ποσοστό 0,0375% επί των συνολικών καταθέσεων πιστωτικού ιδρύματος ως αυτές είχαν κατά την 31η Δεκεμβρίου 2012·
(β) την 31η Ιουλίου 2013, σε ποσοστό 0,0375% επί των συνολικών καταθέσεων πιστωτικού ιδρύματος ως αυτές είχαν κατά την 31η Μαρτίου 2013·
(γ) την 30η Σεπτεμβρίου 2013, σε ποσοστό 0,0375% επί των συνολικών καταθέσεων πιστωτικού ιδρύματος ως αυτές είχαν κατά την 30η Ιουνίου 2013·
(δ) την 31η Δεκεμβρίου 2013, σε ποσοστό 0,0375% επί των συνολικών καταθέσεων πιστωτικού ιδρύματος ως αυτές είχαν κατά την 30η Σεπτεμβρίου 2013:
7. Ανεξαρτήτως οποιασδήποτε διάταξης οποιουδήποτε άλλου Νόμου, ο δυνάμει του παρόντος Νόμου καταβληθείς ειδικός φόρος δεν εκπίπτεται του φορολογητέου εισοδήματος για τους σκοπούς του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, αλλά μειώνει το κέρδος το υποκείμενο σε λογιζόμενη διανομή μερίσματος για τους σκοπούς του περί Εκτάκτου Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμου.
8. Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου, ο Διευθυντής, δύναται με έγγραφη ειδοποίηση να απαιτήσει από κάθε πιστωτικό ίδρυμα να του παράσχει στοιχεία σε σχέση με το ποσό των καταθέσεων, όπως αυτές ορίζονται στον παρόντα Νόμο.
9. Πιστωτικό ίδρυμα που θεωρεί ότι είναι αδικημένο από τη βεβαίωση του ειδικού φόρου από το Διευθυντή, έχει δικαίωμα να υποβάλει ένσταση και σε τέτοια περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 20 του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου, τηρουμένων των αναλογιών:
10. Οι διατάξεις του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου που αφορούν στα άρθρα 49, 50, 50Α, 51, 51Α, 52 και 53 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών.
11. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου, ο Διευθυντής δύναται να λάβει δικαστικά μέτρα για την πληρωμή του ειδικού φόρου εναντίον πιστωτικού ιδρύματος επί του οποίου επιβλήθηκε και δύναται να εισπράξει αυτό με όλα τα δικαστικά έξοδα, ως χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.
12. Πιστωτικό ίδρυμα που διαπιστώνεται από το Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, ότι έχει μετακυλήσει το κόστος του ειδικού φόρου στα τέλη των λειτουργικών χρεώσεων, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο μέχρι €100.000.
13.(1) Από την 1η Ιανουαρίου 2018 και για κάθε έτος-
(i) Τα 35/60 του ειδικού φόρου που καταβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, μεταφέρονται στο Ταμείο Ανακεφαλαιοποίησης εντός σαράντα πέντε (45) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης τους στο Πάγιο Ταμείο· και
(ii) τα 25/60 του ειδικού φόρου που καταβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, παραμένουν στο Πάγιο Ταμείο.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), μετά την συσσώρευση εκατόν εβδομήντα πέντε εκατομμυρίων ευρώ (€175.000.000) στο Ταμείο Ανακεφαλαιοποίησης, οποιοδήποτε ποσό του ειδικού φόρου που καταβάλλεται, παραμένει στο Πάγιο Ταμείο.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 84(I)/2011
- 199(I)/2011
- 189(Ι)/2012
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 84(I)/2011
- 199(I)/2011
- 189(Ι)/2012
16. Η ισχύς του παρόντος Νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Η έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.28(I)/2013] θεωρείται ότι άρχισε την 1η Ιανουαρίου του 2013.
6. -(1) Οι δηλώσεις καταβολής του ειδικού φόρου, οι οποίες έχουν ήδη υποβληθεί από τα πιστωτικά ιδρύματα για το φορολογικό έτος 2015 και η καταβολή των αντίστοιχων τετάρτων του ειδικού φόρου θεωρείται ότι καλύπτουν τη δήλωση και καταβολή του ειδικού φόρου κατά την 31η Μαρτίου 2015, την 30η Ιουνίου 2015 και την 30η Σεπτεμβρίου 2015 με βάση τις διατάξεις του άρθρου 3 του περί Επιβολής Ειδικού Φόρου Πιστωτικού Ιδρύματος (Τροποποιητικού) Νόμου του 2015.
(2) Η μεταφορά των εσόδων από την επιβολή του ειδικού φόρου για το φορολογικό έτος 2015, στο Ταμείο Ανακεφαλαιοποίησης το οποίο συστήνεται με βάση τις διατάξεις του περί της Σύστασης και Λειτουργίας του Ανεξάρτητου Ταμείου Ανακεφαλαιοποίησης Νόμου του 2015, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του περί Επιβολής Ειδικού Φόρου Πιστωτικού Ιδρύματος (Τροποποιητικού) Νόμου του 2015, ολοκληρώνεται το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2015.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 193(I)/2015] θεωρείται ότι άρχισε από την 1η Ιανουαρίου 2015.