17. (1) Το αδειούχο πρόσωπο όταν αναθέτει σε τρίτους την παροχή διοικητικών υπηρεσιών, οφείλει να μεριμνά για την παροχή συνεχούς και ικανοποιητικής υπηρεσίας στους πελάτες του και για την εκτέλεση των διοικητικών υπηρεσιών του σε συνεχή και ικανοποιητική βάση.
(2) Η οποιαδήποτε εξωτερική ανάθεση δύναται να γίνεται σε πρόσωπα εντός της Δημοκρατίας. Τέτοια ανάθεση πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο που να μην παραβλάπτει την ικανότητα της Επιτροπής να εποπτεύει την άμεση συμμόρφωση του αδειούχου προσώπου με όλες τις υποχρεώσεις του.
(3) Το αδειούχο πρόσωπο που αναθέτει σε εξωτερικούς φορείς ή τρίτα πρόσωπα την παροχή διοικητικών υπηρεσιών, εξακολουθεί να έχει πλήρη ευθύνη για την εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεων που υπέχει δυνάμει του παρόντος Νόμου, του Περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου και της Οδηγίας ΟΔ144-2007-08.
(4) Ανεξαρτήτως των προνοιών του παρόντος Νόμου, η ευθύνη του λειτουργού συμμόρφωσης σε καμία περίπτωση δεν μετατίθεται.
18. Για σκοπούς διαφύλαξης των δικαιωμάτων των πελατών σε σχέση με τα χρηματοοικονομικά μέσα που τους ανήκουν, το αδειούχο πρόσωπο πρέπει να τηρεί τα απαραίτητα αρχεία και λογαριασμούς έτσι ώστε να είναι σε θέση, ανά πάσα στιγμή και χωρίς καθυστέρηση, να διαχωρίζει τα περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται για λογαριασμό ενός πελάτη από τα περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται για λογαριασμό οποιουδήποτε άλλου πελάτη, καθώς και από τα δικά του περιουσιακά στοιχεία.
19. (1) Για σκοπούς διαφύλαξης των δικαιωμάτων των πελατών σε σχέση με τα κεφάλαια που τους ανήκουν, το αδειούχο πρόσωπο οφείλει να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίζει ότι τα κεφάλαια των πελατών που έχουν κατατεθεί, σύμφωνα με άρθρο 20, κατέχονται σε λογαριασμό ή λογαριασμούς χωριστούς από τυχόν άλλους λογαριασμούς που χρησιμοποιούνται για την κατοχή κεφαλαίων που ανήκουν στο αδειούχο πρόσωπο.
(2) Το αδειούχο πρόσωπο πρέπει να τηρεί τα απαραίτητα αρχεία και λογαριασμούς ώστε να είναι σε θέση, ανά πάσα στιγμή και χωρίς καθυστέρηση, να διαχωρίζει τα κεφάλαια που κατέχονται για λογαριασμό ενός πελάτη από τα κεφάλαια που κατέχονται για λογαριασμό οποιουδήποτε άλλου πελάτη
20. Το αδειούχο πρόσωπο, οφείλει μόλις λαμβάνει κεφάλαια πελατών να τα τοποθετεί αμέσως, και χωρίς οποιαδήποτε καθυστέρηση, σε έναν ή περισσότερους λογαριασμούς που φέρουν την ένδειξη ‘χρήματα πελατών’ και ανοίγονται σε πιστωτικό ίδρυμα που έχει άδεια λειτουργίας είτε στη Δημοκρατία είτε στο εξωτερικό.
21. (1) Εάν το αδειούχο πρόσωπο κατέχει χρηματοοικονομικά μέσα που ανήκουν σε πελάτες, οφείλει να λαμβάνει κάθε δυνατό μέτρο για να προστατεύει τα δικαιώματα κυριότητας των πελατών, ιδίως σε περίπτωση αφερεγγυότητας του. Απαγορεύεται το αδειούχο πρόσωπο να χρησιμοποιεί χρηματοοικονομικά μέσα πελατών του για ίδιο λογαριασμό.
(2) Σε περίπτωση που το αδειούχο πρόσωπο, κατέχει κεφάλαια πελατών, οφείλει να λαμβάνει κάθε δυνατό μέτρο για να προστατεύει τα συμφέροντα των πελατών του. Απαγορεύεται το αδειούχο πρόσωπο να χρησιμοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο τα κεφαλαία των πελατών του για ίδιο λογαριασμό.
22. Το αδειούχο πρόσωπο οφείλει να ετοιμάζει εντός τεσσάρων (4) μηνών από το τέλος κάθε οικονομικού έτους, οικονομικές καταστάσεις οι οποίες να αντικατοπτρίζουν την αληθινή και δίκαιη του εικόνα και να είναι σύμφωνες με όλα τα ισχύοντα λογιστικά πρότυπα και κανόνες. Οι οικονομικές καταστάσεις πρέπει να είναι ελεγμένες από ελεγκτή και να συνοδεύονται από υπογραμμένο αντίγραφο της έκθεσής του. Οι εν λόγω οικονομικές καταστάσεις τηρούνται στα κεντρικά γραφεία του αδειούχου προσώπου και είναι στη διάθεση της Επιτροπής, εάν και εφόσον η Επιτροπή τα ζητήσει.
23. (1) Τα αδειούχα πρόσωπα που έχουν εγγραφεί στο Μητρώο οφείλουν να συμμορφώνονται καθ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας τους με τις προϋποθέσεις χορήγησης άδειας, τον παρόντα Νόμο και τις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες Οδηγίες, τον περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο και την Οδηγία ΟΔ144-2007-08.
(2) Πρόσωπα που παρέχουν διοικητικές υπηρεσίες σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 4 οφείλουν να συμμορφώνονται καθ’ όλη τη διάρκεια της παροχής τέτοιων υπηρεσιών με τον περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο στην άσκηση των πιο πάνω υπηρεσιών.
24. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο, περιλαμβανομένου αδειούχου προσώπου ή προσώπου που παρέχει υπηρεσίες κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (3) του άρθρου 4, έχει υποχρέωση δυνάμει του παρόντος Νόμου να υποβάλλει ή κοινοποιεί στην Επιτροπή, οποιεσδήποτε πληροφορίες, στοιχεία, έγγραφα ή έντυπα είτε κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής είτε άλλως πως, και οφείλει να μεριμνά και να εξασφαλίζει την ορθότητα, πληρότητα και ακρίβεια τους.
(2) Η παροχή στην Επιτροπή ψευδών, ή παραπλανητικών πληροφοριών ή στοιχείων ή εγγράφων ή εντύπων, ή η απόκρυψη ουσιώδους πληροφορίας, αποτελεί, επιπρόσθετα από παράβαση η οποία υπόκειται σε διοικητική κύρωση κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 27, και ποινικό αδίκημα το οποίο τιμωρείται δυνάμει του άρθρου 26.