26.-(1) Πρόσωπο που παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με το άρθρο 5 ή και με το άρθρο 24 ή και με το άρθρο 25Α διαπράττει ποινικό αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (350.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.
(2) Ποινική ευθύνη, για το προβλεπόμενο αδίκημα στο εδάφιο (1), που τελείται από νομικό πρόσωπο υπέχει, εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, και οποιοδήποτε από τα μέλη των διοικητικών, διευθυντικών, εποπτικών ή ελεγκτικών του οργάνων που αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε στην τέλεση του αδικήματος.
(3) Πρόσωπα που, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2), υπέχουν ποινική ευθύνη για τα τελούμενα από νομικό πρόσωπο αδικήματα, ευθύνονται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή/και κεχωρισμένως για κάθε ζημιά που γίνεται σε τρίτους ένεκα της πράξεως ή της παραλείψεως που στοιχειοθετεί το αδίκημα.
(4) Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σε οποιοδήποτε άλλο νόμο, παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου από πρόσωπο που παρέχει διοικητικές υπηρεσίες δεν θα επηρεάζει την εγκυρότητα οποιασδήποτε πράξης ή ενέργειας του προσώπου αυτού και η οποία γίνεται στα πλαίσια της παροχής των σχετικών διοικητικών υπηρεσιών.
27.(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών ή του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου και της Οδηγίας ΟΔ144-2007-08, υπόκειται, ανεξάρτητα από τυχόν ποινική ευθύνη, σε διοικητικό πρόστιμο από την Επιτροπή, που δεν υπερβαίνει το ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (500.000) και, σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, το ποσό του ενός εκατομμυρίου ευρώ (1.000.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης.
(2) Σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι το αναφερόμενο στο εδάφιο (1) πρόσωπο έχει αποκομίσει όφελος από την παράβαση του παρόντος Νόμου ή του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου ή της Οδηγίας ΟΔ144-2007-08, το οποίο όφελος υπερβαίνει το ποσό του διοικητικού προστίμου που καθορίζεται στο εδάφιο (1), η Επιτροπή δύναται ανεξάρτητα από τυχόν ποινική ευθύνη, να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο ύψους μέχρι του διπλασίου του οφέλους που το εν λόγω πρόσωπο αποδεδειγμένα έχει αποκομίσει από την παράβαση.
(3) Χωρίς επηρεασμό των εδαφίων (1) και (2), η Επιτροπή δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο -
(α) σε νομικό πρόσωπο. ή και
(β) σε σύμβουλο ή και πρόσωπο που πραγματικά διευθύνει ή και λειτουργό συμμόρφωσης, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η παράβαση του νομικού προσώπου, οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα, εσκεμμένη παράλειψη ή αμέλεια.
28. (1) Τα διοικητικά πρόστιμα που επιβάλλονται κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου συνιστούν έσοδα του Πάγιου Ταμείου της Δημοκρατίας.
(2) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής διοικητικού προστίμου, λαμβάνονται μέτρα προς είσπραξή του ως προβλέπεται στον περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου Νόμο.
29. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί κατά παράβαση του παρόντος Νόμου ή Οδηγίας που εκδίδεται δυνάμει αυτού, υποχρεούται να αποζημιώνει οποιοδήποτε πρόσωπο υπέστη ζημία ή απώλεια κέρδους ή και τα δύο, λόγω ενέργειας ή παράλειψής του, κατά παράβαση των υποχρεώσεών του που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο ή από Οδηγία που εκδίδεται δυνάμει αυτού.
(2) Ποινική ευθύνη ή επιβολή διοικητικής κύρωσης δεν απαλλάσσει τον παραβάτη από τυχόν αστική ευθύνη.
30. (1) Η Επιτροπή είναι αρμόδια να εξασφαλίζει την εποπτεία και την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, καθώς και για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, και ασκεί τις εξουσίες της -
(α) άμεσα,
(β) σε συνεργασία ΅ε άλλες αρχές ή πρόσωπα, ή
(γ) υπό την ευθύνη της, ΅ε μεταβίβαση εξουσιών της στα πρόσωπα αυτά.
(2) Η Επιτροπή επιλαμβάνεται διοικητικών παραβάσεων είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν καταγγελίας που υποβάλλεται σε αυτήν.
(3) Οι διατάξεις του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου Νόμου, που έχουν ως αντικείμενο την εποπτική αρμοδιότητα της Επιτροπής, την εξουσία της να συλλέγει πληροφορίες, να διενεργεί έρευνες και ελέγχους, να επιβάλλει κυρώσεις, να συνεργάζεται με αρμόδιες αρχές στη Δημοκρατία και στο εξωτερικό και γενικά όλες οι αρμοδιότητες, εξουσίες, ευθύνες και τα καθήκοντα της, εφαρμόζονται για σκοπούς εφαρμογής και εποπτείας του παρόντος Νόμου, τηρουμένων των αναλογιών.
(4) Η Επιτροπή, κατά την εξέταση οποιωνδήποτε ενώπιων της αιτήσεων, δύναται να απαιτεί προφορικά ή γραπτά την προσκόμιση οποιωνδήποτε στοιχείων και πληροφοριών.
(5) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται το αίτημα της Επιτροπής για συλλογή πληροφοριών, διενέργειας ελέγχου ή έρευνας, έχει υποχρέωση προς άμεση συμμόρφωση και έγκαιρη, πλήρη και ακριβή παροχή των αιτούμενων πληροφοριών.
(6) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, σε περίπτωση άρνησης πρόσβασης σε πληροφορίες, αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, άλλα έγγραφα ή στοιχεία εναποθηκευμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, κατά τη διενέργεια έρευνας ή ελέγχου της Επιτροπής, η Επιτροπή δύναται να προβαίνει σε άμεση κατάσχεση των σχετικών πληροφοριών, αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών και άλλων εγγράφων και στοιχείων, καθώς και των ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων:
Νοείται ότι η Επιτροπή επιστρέφει οτιδήποτε κατασχέθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου στον κάτοχό του, μόλις περατωθεί ο σκοπός για τον οποίο προέβηκε στην κατάσχεση και, σε κάθε περίπτωση, εντός σαράντα πέντε ημερών από την ημερομηνία της κατάσχεσης.
(7) Επιπρόσθετα από τα πιο πάνω η Επιτροπή υποβάλλει στη Μονάδα οποιεσδήποτε πληροφορίες ή υποψίες προκύπτουν στο πλαίσιο της άσκησης των αρμοδιοτήτων της δυνάμει του παρόντος Νόμου, οι οποίες δυνατόν να αφορούν διάπραξη αδικημάτων κατά παράβαση του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου.
(8) (α) Οποιαδήποτε αναφορά στο παρόντα Νόμο σε οποιαδήποτε υποχρέωση ενημέρωσης, υποβολής, γνωστοποίησης ή κοινοποίησης οποιωνδήποτε αιτήσεων ή εγγράφων ή πληροφοριών ή εντύπων προς την Επιτροπή, η Επιτροπή έχει την εξουσία και αρμοδιότητα να αποδέχεται αυτά σε ηλεκτρονική μορφή.
(β) Η Επιτροπή δύναται να καθορίσει με οδηγία της ποια έγγραφα/πληροφορίες θα αποδέχεται σε ηλεκτρονική μορφή, ή σε ηλεκτρονική και έντυπη μορφή, καθώς και τη διαδικασία και τον τρόπο υποβολής των εν λόγω εγγράφων:
Νοείται ότι, όπου η Επιτροπή θα αιτείται την υποβολή εγγράφων σε ηλεκτρονική και έντυπη μορφή, την ευθύνη για τη συμβατότητα και πανομοιότητα των εγγράφων που υποβάλλονται έχει το πρόσωπο που, βάσει του παρόντα Νόμου, οφείλει να υποβάλει τα έγγραφα στην Επιτροπή.
(γ) Η Επιτροπή δύναται να καθορίζει, με την δυνάμει του παρόντος εδαφίου Οδηγία της, τις περαιτέρω λεπτομέρειες για την αναφερόμενη στο παρόν εδάφιο διαδικασία.
31. (1) Χωρίς επηρεασμό των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου που προβλέπουν για την έκδοση Οδηγιών, η Επιτροπή δύναται να εκδίδει Οδηγίες για τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος που προβλέπει ο παρών Νόμος,, το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού.
(2) Η εφαρμογή των οδηγιών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου είναι υποχρεωτική για τα πρόσωπα προς τα οποία απευθύνονται.