10. (1) Εταιρεία η οποία επιθυμεί να αποκτήσει άδεια για την παροχή διοικητικών υπηρεσιών υποβάλλει σχετική αίτηση, δεόντως συμπληρωμένη, στην Επιτροπή.
(2) Το σχετικό έντυπο της αίτησης εκδίδεται από την Επιτροπή και διατίθεται στον διαδικτυακό της τόπο.
(3) Η αίτηση υπογράφεται από τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας και συνοδεύεται από: -
(α) Το ειδικά διατυπωμένο ερωτηματολόγιο, το οποίο εκδίδεται από την Επιτροπή και είναι διαθέσιμο στον διαδικτυακό της τόπο, το οποίο συμπληρώνεται και υποβάλλεται από τους συμβούλους και τα πρόσωπα που πραγματικά διευθύνουν την εταιρεία, αν είναι άλλοι από τους συμβούλους, τους μετόχους και, εάν και εφόσον υπάρχουν, τους πραγματικούς δικαιούχους και το λειτουργό συμμόρφωσης.
(β) Υπογραμμένη βεβαίωση των μελών του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας, με την οποία βεβαιώνουν ότι έχουν καταβάλει κάθε οφειλόμενη επιμέλεια για να εξασφαλίσουν ότι οι πληροφορίες που περιέχονται στην αίτηση, καθώς και τα στοιχεία και έντυπα που τη συνοδεύουν, είναι ορθά, πλήρη και αληθή.
(γ) Πιστοποιητικό ποινικού μητρώου και πιστοποιητικό ή βεβαίωση μη πτώχευσης, από οποιαδήποτε ανεξάρτητη και αξιόπιστη πηγή, στις περιπτώσεις φυσικών προσώπων:
Νοείται ότι όπου το πιστοποιητικό μη πτώχευσης δεν είναι δυνατόν να εκδοθεί από κρατική υπηρεσία τότε δύναται να προσκομίζεται βεβαίωση από πιστωτικό ίδρυμα της Δημοκρατίας ή του εξωτερικού. Η εν λόγω βεβαίωση πρέπει να βεβαιώνει ότι το πρόσωπο το οποίο αφορά διατηρεί λογαριασμό στο πιστωτικό ίδρυμα και είναι συνεπής με τις υποχρεώσεις του.
Για σκοπούς της παρούσας παραγράφου, «Φυσικά πρόσωπα» λογίζονται τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, τα πρόσωπα που πραγματικά διευθύνουν, ο λειτουργός συμμόρφωσης, οι μέτοχοι και, όπου προκύπτει, οι πραγματικοί δικαιούχοι.
(δ) Το ιδρυτικό έγγραφο και το καταστατικό της εταιρείας καθώς και όλα τα σχετικά εταιρικά έγγραφα στα οποία εμφαίνονται τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, οι μέτοχοι και οι πραγματικοί δικαιούχοι, εάν υπάρχουν, καθώς και το εγγεγραμμένο γραφείο και πιστοποιητικό καλής λειτουργίας.
Νοείται ότι όπου το πιστοποιητικό καλής λειτουργίας δεν είναι δυνατόν να εκδοθεί από κρατική υπηρεσία ή αρχή τότε δύναται να προσκομίζεται σχετική βεβαίωση από οποιαδήποτε ανεξάρτητη και αξιόπιστη πηγή. Στην περίπτωση αυτή, η εν λόγω βεβαίωση δύναται να είναι από πιστωτικό ίδρυμα της Δημοκρατίας ή του εξωτερικού. Μια τέτοια βεβαίωση πρέπει να βεβαιώνει ότι η εταιρεία, στην οποία αναφέρεται, διατηρεί λογαριασμό στο πιστωτικό ίδρυμα και είναι συνεπής με τις υποχρεώσεις της.
(ε) Το τέλος υποβολής αίτησης ως αυτό καθορίζεται στο άρθρο 32.
(4) Κατά την παραλαβή και εξέταση της αίτησης και σε οποιοδήποτε χρόνο, η Επιτροπή δύναται να απαιτήσει την υποβολή οποιασδήποτε πρόσθετης πληροφορίας ή οποιωνδήποτε εγγράφων, τα οποία κρίνει ως απαραίτητα για να βοηθήσουν κατά την αξιολόγηση της αίτησης.
(5) Η αίτηση θεωρείται δεόντως συμπληρωμένη μόνο όταν περιλαμβάνονται σε αυτή όλα τα στοιχεία και οι πληροφορίες, καθώς και το σχετικό τέλος που απαιτείται από την Επιτροπή δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(6) Η Επιτροπή χορηγεί άδεια εφόσον ικανοποιηθεί ότι έχουν υποβληθεί όλα τα απαραίτητα τέλη, στοιχεία, έντυπα, έγγραφα και πληροφορίες που καταδεικνύουν ότι ο αιτητής συμμορφώνεται με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου.
(7) Την ευθύνη για την ορθότητα, πληρότητα και ακρίβεια της αίτησης για χορήγηση άδειας καθώς και των στοιχείων και εντύπων που συνοδεύουν αυτή φέρουν τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της αιτήτριας ή του αδειούχου προσώπου, τα οποία υπογράφουν την αίτηση.
(8) Η Επιτροπή δύναται με Οδηγία της να καθορίζει το περιεχόμενο της αίτησης και τις παρεχόμενες μέσω αυτής πληροφορίες καθώς και οποιοδήποτε άλλο σχετικό θέμα.
11. (1) Τηρουμένων των εξαιρέσεων του παρόντος Νόμου, πρόσωπο το οποίο πριν την έναρξη της ισχύος του Νόμου ασκούσε εργασίες που εμπίπτουν στις διοικητικές υπηρεσίες, δύναται να συνεχίσει να παρέχει τις εν λόγω υπηρεσίες στη Δημοκρατία και να εγγραφεί στο Μητρώο, εφόσον:
(α) Εντός δύο μηνών από την ημέρα έναρξης ισχύος του Νόμου κοινοποιήσει στην Επιτροπή:
(i) τα στοιχεία του, όνομα, μέτοχοι, διευθυντές και συνοπτική έκθεση δραστηριοτήτων,
(ii) την πρόθεση του ή μη να υποβάλει αίτηση δυνάμει του Νόμου για χορήγηση άδειας.
(β) Εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία υποβολής της κοινοποίησης που προβλέπεται στην παράγραφο (α), υποβάλει στην Επιτροπή αίτηση, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 10, μαζί με ελεγμένους λογαριασμούς των αμέσως δύο προηγούμενων ετών, όπου είναι δυνατό.
(γ) Συμμορφωθεί άμεσα με τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο.
(2) Τα κατά το εδάφιο (1) πρόσωπα, δύνανται, σε περίπτωση που δεν υποβάλουν κοινοποίηση ή αίτηση κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1), να συνεχίσουν να ασκούν τέτοιες εργασίες για διάστημα έξι μηνών μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου. Με την πάροδο της προθεσμίας των έξι μηνών, τα εν λόγω πρόσωπα παύουν να δικαιούνται να παρέχουν διοικητικές υπηρεσίες.
(3) Πρόσωπο που παρέχει διοικητικές υπηρεσίες κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου και το οποίο απέστειλε στην Επιτροπή κοινοποίηση για την πρόθεση του να υποβάλει αίτηση καθώς και τη μετέπειτα σχετική αίτηση του, κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, δύναται να συνεχίζει να παρέχει διοικητικές υπηρεσίες εκτός εάν η αίτηση του απορριφθεί από την Επιτροπή οπότε ισχύουν οι διατάξεις του εδαφίου (4).
(4) Σε περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή απορρίψει αίτηση εταιρείας για χορήγηση άδειας, η εν λόγω εταιρεία δεν εγγράφεται στο Μητρώο και παύει εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απορριπτικής απόφασης της Επιτροπής, να παρέχει διοικητικές υπηρεσίες. Κατά τη λήξη της περιόδου των έξι μηνών η εταιρεία οφείλει να έχει τακτοποιήσει τις υποχρεώσεις της προς τρίτους, που απορρέουν από την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών.
12. (1) Η Επιτροπή κατά την εξέταση αίτησης που υποβάλλεται στις περιπτώσεις του άρθρου 10 έχει εξουσία, εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της δεόντως συμπληρωμένης αίτησης να ενημερώσει γραπτώς την αιτήτρια εταιρεία για την απόφαση της -
(α) να της απαγορεύσει την παροχή διοικητικών υπηρεσιών ή
(β) να εγκρίνει, με ή χωρίς όρους, την αίτηση και να χορηγήσει άδεια με την καταχώρηση στο Μητρώο.
(2) Η Επιτροπή κατά την εξέταση αίτησης που υποβάλλεται στις περιπτώσεις του άρθρου 11 έχει εξουσία, εντός χρονικής περιόδου που δεν υπερβαίνει τους εικοσιτέσσερις (24) μήνες από την ημερομηνία παραλαβής της δεόντως συμπληρωμένης αίτησης να ενημερώσει γραπτώς την αιτήτρια εταιρεία για την απόφαση της -
(α) να της απαγορεύσει τη συνέχιση παροχής διοικητικών υπηρεσιών ή
(β) να εγκρίνει, με ή χωρίς όρους, την αίτηση και να χορηγήσει άδεια με την καταχώρηση στο Μητρώο.
(3) Η Επιτροπή δύναται, κατά την απόλυτή της κρίση, να επεκτείνει την προθεσμία έκδοσης απόφασής της δυνάμει των εδαφίων (1) και (2), χωρίς να θεωρείται εγκριμένη η αίτηση.
(4) Η Επιτροπή δεν χορηγεί άδεια εάν δεν έχει πεισθεί πλήρως ότι η εταιρεία η οποία συστάθηκε στη Δημοκρατία και αιτείται τη χορήγηση άδειας, πληροί όλες τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες Οδηγίες.
(5) Η αιτήτρια εταιρεία παρέχει όλες τις πληροφορίες, ως καθορίζονται στο Νόμο, οι οποίες είναι αναγκαίες για να μπορέσει η Επιτροπή να πεισθεί ότι η αιτήτρια έχει λάβει, κατά το χρόνο της χορήγησης άδειας, όλα τα αναγκαία μέτρα για να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις του Νόμου.
(6) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (5), το αδειούχο πρόσωπο επιτρέπεται να παρέχει μόνο τις διοικητικές υπηρεσίες που καταγράφονται στο Μητρώο.
13. (1) Σε περίπτωση που αδειούχο πρόσωπο επιθυμεί την επέκταση της άδειας του σε πρόσθετες διοικητικές υπηρεσίες οι οποίες δεν προβλέπονται στην άδεια που του χορηγήθηκε ή επιθυμεί την τροποποίηση της άδειας αναφορικά με οποιαδήποτε στοιχεία ή πληροφορίες, τότε υποβάλλει, εκ των προτέρων, σχετική κοινοποίηση στην Επιτροπή, η οποία συνοδεύεται από οποιεσδήποτε σχετικές πληροφορίες, στοιχεία και έντυπα κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο.
(2) Η Επιτροπή δεν προβαίνει σε έγκριση των περιπτώσεων που προβλέπονται στο εδάφιο (1) πλην όμως διατηρεί το δικαίωμα, σε οποιοδήποτε χρόνο, είτε να αντιταχτεί σε οποιαδήποτε επέκταση ή τροποποίηση της άδειας είτε να ζητήσει από το αδειούχο πρόσωπο πρόσθετα στοιχεία ή πληροφορίες ή να του υποδείξει τροποποιήσεις. Το αδειούχο πρόσωπο οφείλει να συμμορφωθεί με οποιοδήποτε αίτημα και/ή υπόδειξη της Επιτροπής.
(3) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (2), αδειούχο πρόσωπο το οποίο σε οποιοδήποτε στάδιο προσφέρει, προτίθεται να προσφέρει ή σταματά να προσφέρει, τη διοικητική υπηρεσία που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 4 οφείλει να ενημερώνει ρητά και άμεσα την Επιτροπή.
(4) Η Επιτροπή οφείλει να ενημερώνει το Μητρώο της αναφορικά με τις οποιεσδήποτε αλλαγές επέλθουν δυνάμει του παρόντος άρθρου, εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα που θα της κοινοποιηθούν οι αλλαγές.