6.-(1) Μετά από αίτηση της αιτούσας αρχής, η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία γνωστοποιεί στην αιτούσα αρχή οποιαδήποτε πληροφορία καθορίζεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 3 την οποία διαθέτει ή η οποία περιέρχεται σε αυτήν ως αποτέλεσμα διοικητικών ερευνών.
(2) Η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία μεριμνά για τη διεξαγωγή οποιωνδήποτε διοικητικών ερευνών, οι οποίες απαιτούνται για τη συγκέντρωση των πληροφοριών.
(3) Η αίτηση δύναται να περιλαμβάνει αιτιολογημένο αίτημα για τη διενέργεια διοικητικής έρευνας:
(4) Για σκοπούς συγκέντρωσης των αιτούμενων πληροφοριών ή διεξαγωγής της αιτούμενης διοικητικής έρευνας, η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία ακολουθεί τις ίδιες διαδικασίες όπως όταν ενεργεί με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος άλλης αρχής της Δημοκρατίας.
(5) Σε περίπτωση συγκεκριμένου αιτήματος από την αιτούσα αρχή, η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία κοινοποιεί τα πρωτότυπα έγγραφα, εφόσον αυτό δεν είναι αντίθετο προς τις διατάξεις οι οποίες ισχύουν στη Δημοκρατία.
(6)(α) Η λαμβάνουσα την αίτηση αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία παρέχει τις πληροφορίες το συντομότερο δυνατόν και οπωσδήποτε εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία λήψης της αίτησης.
(β) Σε περίπτωση κατά την οποία η λαμβάνουσα την αίτηση αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία δεν είναι σε θέση να απαντήσει στην αίτηση εντός της προβλεπόμενης στην παράγραφο (α) προθεσμίας, ενημερώνει την αιτούσα αρχή αμέσως, και οπωσδήποτε εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία λήψης της αίτησης, για τους λόγους της μη έγκαιρης απάντησης και για την ημερομηνία έως την οποία θεωρεί ότι ενδεχομένως θα είναι σε θέση να απαντήσει:
(7) Σε συγκεκριμένες ειδικές περιπτώσεις, η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή και η αιτούσα αρχή δύνανται να συμφωνούν προθεσμίες διαφορετικές από αυτές που προβλέπονται στο εδάφιο (6).
(8) Η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία επιβεβαιώνει στην αιτούσα αρχή τη λήψη του αιτήματος αμέσως και οπωσδήποτε εντός επτά (7) εργάσιμων ημερών από τη λήψη αυτού, στο βαθμό που είναι δυνατό με ηλεκτρονικά μέσα.
(9) Εντός ενός (1) μηνός από τη λήψη της αίτησης, η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία γνωστοποιεί στην αιτούσα αρχή τυχόν ελλείψεις της αίτησης και την ανάγκη παροχής συμπληρωματικών πληροφοριών. Σε τέτοια περίπτωση, οι προθεσμίες που προβλέπονται στο εδάφιο (6) αρχίζουν την επόμενη μέρα λήψης των απαιτούμενων συμπληρωματικών πληροφοριών.
(10) [Διαγράφηκε].
(11) Όταν η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία δεν διαθέτει τις ζητούμενες πληροφορίες και δεν είναι σε θέση να απαντήσει στην αίτηση παροχής πληροφοριών ή αρνείται να απαντήσει για τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 14, ενημερώνει την αιτούσα αρχή για τους λόγους αυτούς το συντομότερο δυνατό, και οπωσδήποτε εντός ενός (1) μηνός από τη λήψη της αίτησης.
6A.-(1) Για τους σκοπούς της προβλεπόμενης στο άρθρο 6 αίτησης, οι ζητούμενες πληροφορίες είναι εύλογα συναφείς όταν, κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, η αιτούσα αρχή θεωρεί ότι σύμφωνα με την εθνική της νομοθεσία υπάρχει εύλογη πιθανότητα οι ζητούμενες πληροφορίες να είναι συναφείς με τις φορολογικές υποθέσεις ενός ή περισσότερων φορολογουμένων, είτε προσδιορίζονται ονομαστικά είτε όχι, και να δικαιολογούνται για τους σκοπούς της έρευνας.
(2) Προκειμένου να αποδειχθεί η εύλογη συνάφεια των ζητούμενων πληροφοριών, η αιτούσα αρχή παρέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες στη λαμβάνουσα την αίτηση αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία:
(α) Τους φορολογικούς λόγους για τους οποίους ζητούνται οι πληροφορίες· και
(β) διευκρίνιση των πληροφοριών που απαιτούνται για την εφαρμογή ή την επιβολή του εθνικού της δικαίου.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία η προβλεπόμενη στο άρθρο 6 αίτηση αφορά ομάδα φορολογουμένων που δεν δύναται να ταυτοποιηθούν ατομικά, η αιτούσα αρχή παρέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες στη λαμβάνουσα την αίτηση αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία:
(α) Λεπτομερή περιγραφή της ομάδας·
(β) επεξήγηση του εφαρμοστέου δικαίου και των πραγματικών περιστατικών βάσει των οποίων εικάζεται ότι οι φορολογούμενοι της ομάδας δεν έχουν συμμορφωθεί με το εφαρμοστέο δίκαιο·
(γ) επεξήγηση του τρόπου με τον οποίο οι ζητούμενες πληροφορίες θα βοηθήσουν στον προσδιορισμό της συμμόρφωσης των φορολογουμένων της ομάδας· και
(δ) κατά περίπτωση, τα πραγματικά περιστατικά και περιστάσεις που σχετίζονται με τη συμμετοχή τρίτου μέρους που συνέβαλε ενεργά στην πιθανή μη συμμόρφωση των φορολογουμένων της ομάδας με το εφαρμοστέο δίκαιο.
7.-(1) Η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, με αυτόματη ανταλλαγή, όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με άτομα τα οποία κατοικούν στο εν λόγω κράτος μέλος, όσον αφορά τις ακόλουθες συγκεκριμένες κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου:
(α) Εισόδημα από απασχόληση·
(β) αμοιβές διοικητικών στελεχών·
(γ) προϊόντα ασφάλειας ζωής που δεν καλύπτονται από άλλες νομικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ανταλλαγή πληροφοριών και άλλα παρόμοια μέτρα·
(δ) συντάξεις·
(ε) κυριότητα ακίνητης ιδιοκτησίας και εισόδημα από αυτή· και
(στ) δικαιώματα σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 2003/49/ΕΚ:
(2)(α) Η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία ενημερώνει ετησίως την Επιτροπή για τουλάχιστον δύο (2) κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου που προβλέπονται στο εδάφιο (1), αναφορικά με τις οποίες κοινοποιεί πληροφορίες που αφορούν κατοίκους άλλου κράτους μέλους.
(β) Πριν από την 1η Ιανουαρίου 2024, η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τουλάχιστον τέσσερις (4) κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου που προβλέπονται στο εδάφιο (1), αναφορικά με τις οποίες η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία κοινοποιεί, με αυτόματη ανταλλαγή, στην αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους πληροφορίες που αφορούν κατοίκους του άλλου κράτους μέλους:
(3) Η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας δύναται να δηλώνει στην αρμόδια αρχή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους ότι δεν επιθυμεί να λαμβάνει πληροφορίες για μία ή μερικές από τις κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου που αναφέρονται στο εδάφιο (1). Ενημερώνει δε σχετικά και την Επιτροπή.
(3Α)(α) Τα Δηλούντα Κυπριακά Χρηματοοικονομικά Ιδρύματα οφείλουν να υποβάλλουν τα στοιχεία και να τηρούν τους κανόνες δέουσας επιμέλειας που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι και στο Παράρτημα ΙΙ.
(β) Δυνάμει των εφαρμοστέων κανόνων υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι και στο Παράρτημα ΙΙ, η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, με αυτόματη ανταλλαγή και εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (5), τις ακόλουθες πληροφορίες που αφορούν φορολογικές περιόδους από την 1η Ιανουαρίου 2016 και μετέπειτα, όσον αφορά ένα Δηλωτέο Λογαριασμό:
(i) το όνομα, τη διεύθυνση, τον/τους Αριθμό(ούς) Φορολογικής Ταυτότητας (ΑΦΤ) και την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, στην περίπτωση φυσικού προσώπου, κάθε Δηλωτέου Προσώπου που είναι Δικαιούχος Λογαριασμού και, στην περίπτωση Οντότητας η οποία είναι Δικαιούχος Λογαριασμού και για την οποία, κατόπιν εφαρμογής κανόνων δέουσας επιμέλειας σύμφωνων προς το Παράρτημα Ι και το Παράρτημα ΙΙ, διαπιστώνεται ότι διαθέτει ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα, την επωνυμία, τη διεύθυνση και τον/τους Αριθμό(ούς) Φορολογικής Ταυτότητας (ΑΦΤ) της Οντότητας, καθώς και το όνομα, τη διεύθυνση, τον/τους Αριθμό(ούς) Φορολογικής Ταυτότητας (ΑΦΤ) και την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης κάθε Δηλωτέου Προσώπου˙
(ii) τον αριθμό λογαριασμού ή το λειτουργικό ισοδύναμο ελλείψει αριθμού λογαριασμού˙
(iii) την επωνυμία και τον αριθμό ταυτοποίησης, εάν υπάρχει, του Δηλούντος Κυπριακού Χρηματοοικονομικού Ιδρύματος˙
(iv) το υπόλοιπο ή την αξία του λογαριασμού, περιλαμβανομένης στην περίπτωση του Ασφαλιστήριου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή της Σύμβασης Ετήσιων Αποζημιώσεων, της αξίας εξαγοράς κατά τη λήξη ή της τιμής εξαγοράς, σε περίπτωση πρόωρης λύσης του Συμβολαίου, στο τέλος του σχετικού ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων ή το κλείσιμο του λογαριασμού, εάν ο λογαριασμός έκλεισε κατά τη διάρκεια του έτους αυτού ή της περιόδου αυτής˙
(v) σε περίπτωση Λογαριασμού Θεματοφυλακής:
(iα) το συνολικό ακαθάριστο ποσό των τόκων, το συνολικό ακαθάριστο ποσό των μερισμάτων και το συνολικό ακαθάριστο ποσό λοιπών εισοδημάτων που προέκυψαν σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία που τηρούνται στον λογαριασμό, σε κάθε περίπτωση που καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον λογαριασμό ή σε σχέση με τον λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων· και
(iβ) τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα από την πώληση ή την εξαγορά Χρηματοοικονομικών Περιουσιακών Στοιχείων που καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων για τα οποία το Δηλούν Κυπριακό Χρηματοοικονομικό Ίδρυμα ενήργησε ως θεματοφύλακας, μεσάζων, εντολοδόχος ή διαφορετικά ως εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του Δικαιούχου Λογαριασμού˙
(vi) στην περίπτωση Καταθετικού Λογαριασμού, το συνολικό ακαθάριστο ποσό των τόκων που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε στον λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων· και
(vii) σε περίπτωση λογαριασμού που δεν ορίζεται στις παραγράφους (v) ή (vi), το συνολικό ακαθάριστο ποσό που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε στο Δικαιούχο Λογαριασμού σε σχέση με το λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων, ως προς το οποίο το Δηλούν Κυπριακό Χρηματοοικονομικό Ίδρυμα είναι οφειλέτης ή χρεώστης, περιλαμβανομένου του συνολικού ποσού τυχόν πληρωμών εξόφλησης προς το Δικαιούχο Λογαριασμού κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων.
(γ) Για την ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο του παρόντος εδαφίου, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν εδάφιο ή στο Παράρτημα Ι και στο Παράρτημα ΙΙ, το ποσό και ο χαρακτηρισμός των πληρωμών που πραγματοποιούνται σε σχέση με Δηλωτέο Λογαριασμό, καθορίζονται σύμφωνα με την νομοθεσία της Δημοκρατίας ή την εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους που γνωστοποιεί τις πληροφορίες, ανάλογα με την περίπτωση.
(δ) Οι παράγραφοι (α) και (β) του εδαφίου (3Α) υπερισχύουν τηςπαραγράφου (γ) του εδαφίου (1) ή κάθε άλλης ενωσιακής νομικής πράξης, περιλαμβανομένης της Οδηγίας 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου και των συναφών εναρμονιστικών προς αυτήν διατάξεων δυνάμει των διατάξεων του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου και των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Παροχή Πληροφοριών αναφορικά με Τόκους) Κανονισμών, στο βαθμό που η σχετική ανταλλαγή πληροφοριών εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) ή άλλης ενωσιακής νομικής πράξης, περιλαμβανομένης της Οδηγίας 2003/48/ΕΚ και των συναφών εναρμονιστικών προς αυτήν διατάξεων δυνάμει των διατάξεων του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου και των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Παροχή Πληροφοριών αναφορικά με Τόκους) Κανονισμών.
(3Β) Τα Δηλούντα Κυπριακά Χρηματοοικονομικά Ιδρύματα οφείλουν να εγγραφούν στην αρμόδια αρχή ως Δηλούντα Κυπριακά Χρηματοοικονομικά Ιδρύματα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, σύμφωνα με τον τύπο και τις διαδικασίες που προβλέπονται σε Διάταγμα που εκδίδεται από τον Υπουργό.
(4) [Διαγράφηκε].
(5) Η γνωστοποίηση πληροφοριών πραγματοποιείται από την αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας ως ακολούθως:
(α) όσον αφορά τις κατηγορίες που ορίζονται στο εδάφιο (1), αυτές γνωστοποιούνται τουλάχιστον ανά έτος, εντός έξι (6) μηνών από το τέλος του φορολογικού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου κατέστησαν διαθέσιμες˙
(β) όσον αφορά τις κατηγορίες που ορίζονται στο εδάφιο (3Α), αυτές γνωστοποιούνται ετησίως, εντός εννέα (9) μηνών από το τέλος του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων που αφορούν οι πληροφορίες.
(5Α)(α) Η αρμόδια αρχή αξιολογεί και καταχωρεί σε κατάλογο ο οποίος δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα Μη Δηλούντα Κυπριακά Χρηματοοικονομικά Ιδρύματα και τους Εξαιρούμενους Λογαριασμούς οι οποίοι πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που αναφέρονταιστο Τμήμα VΙΙΙ παράγραφος Β υποπαράγραφος 1 στοιχείο (γ) και παράγραφος Γ υποπαράγραφος 17 στοιχείο (ζ) του Παραρτήματος Ι.
(β) Η αρμόδια αρχή κατά την αξιολόγηση που προβλέπεται στην παράγραφο (α) εξετάζει και διαπιστώνει ότι το καθεστώς ενός Χρηματοοικονομικού Ιδρύματος ως Μη Δηλούντος Κυπριακού Χρηματοοικονομικού Ιδρύματος ή το καθεστώς ενός λογαριασμού ως Εξαιρούμενου Λογαριασμού δεν παρακωλύει την επίτευξη των σκοπών του παρόντος Νόμου και της Οδηγίας 2014/107/ΕΕ.
(6) Όταν η Δημοκρατία σε διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες που συνάπτει με άλλα κράτη μέλη συμφωνεί για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με πρόσθετες κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου, κοινοποιεί τις συμφωνίες αυτές στην Επιτροπή.
7Α.-(1) Η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας στην οποία εκδόθηκε, τροποποιήθηκε ή ανανεώθηκε εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση ή εκ των προτέρων συμφωνία ενδοομιλικής τιμολόγησης μετά την 31η Δεκεμβρίου 2016 κοινοποιεί, με αυτόματη ανταλλαγή, συναφείς με τις εν λόγω αποφάσεις ή συμφωνίες πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στο εδάφιο (8), σύμφωνα με τις πρακτικές ρυθμίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 18.
(2) Η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας κοινοποιεί, σύμφωνα με τις πρακτικές ρυθμίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 18, στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στο εδάφιο (8), πληροφορίες σχετικά με τις εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και τις εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης που εκδόθηκαν τροποποιήθηκαν ή ανανεώθηκαν εντός της περιόδου η οποία άρχισε πέντε έτη πριν την 1η Ιανουαρίου 2017:
(3) Εξαιρούνται από την προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) υποχρέωση κοινοποίησης οι πληροφορίες σχετικά με τις εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και τις εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης που έχουν εκδοθεί, τροποποιηθεί ή ανανεωθεί πριν την 1η Απριλίου 2016 για συγκεκριμένο πρόσωπο ή ομάδα προσώπων, εξαιρουμένων εκείνων που ασκούν κυρίως χρηματοπιστωτικές ή επενδυτικές δραστηριότητες με ετήσιο καθαρό κύκλο εργασιών σε επίπεδο ομίλου, όπως ορίζεται στο Άρθρο 2 σημείο 5) της Οδηγίας 2013/34/ΕΕ που δεν υπερβαίνει τα σαράντα εκατομμύρια ευρώ (€40.000.000) ή το αντίστοιχο ποσό σε άλλο νόμισμα, κατά το οικονομικό έτος που προηγείται της ημερομηνίας έκδοσης, τροποποίησης ή ανανέωσης των εν λόγω αποφάσεων και συμφωνιών.
(4)(α) Οι διμερείς ή πολυμερείς εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης με τρίτες χώρες εξαιρούνται από το πεδίο της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών, που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που η διεθνής φορολογική συμφωνία βάσει της οποίας έγινε η διαπραγμάτευση της εκ των προτέρων συμφωνίας ενδοομιλικής τιμολόγησης δεν επιτρέπει την κοινοποίησή της σε τρίτους.
(β) Ανταλλαγή των διμερών ή πολυμερών εκ των προτέρων συμφωνιών ενδοομιλικής τιμολόγησης που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (α) πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, εφόσον επιτρέπεται η κοινοποίησή τους σύμφωνα με τη διεθνή φορολογική συμφωνία βάσει της οποίας έγινε η διαπραγμάτευσή τους και η αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας εγκρίνει την κοινοποίηση των πληροφοριών.
(5) Σε περίπτωση εξαίρεσης διμερών ή πολυμερών εκ των προτέρων συμφωνιών ενδοομιλικής τιμολόγησης από την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (4), ανταλλάσσονται αντί αυτών σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2) και (3) οι πληροφορίες που προβλέπονται στο εδάφιο (8) οι οποίες αναφέρονται στο αίτημα που οδήγησε στην έκδοση των ανωτέρω συμφωνιών.
(6) Οι διατάξεις των εδαφίων (1), (2) και (3) δεν τυγχάνουν εφαρμογής σε περίπτωση που η εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση αφορά και περιλαμβάνει αποκλειστικά τις φορολογικές υποθέσεις ενός ή περισσότερων φυσικών προσώπων.
(7) Η ανταλλαγή πληροφοριών πραγματοποιείται ως ακολούθως:
(α)Αναφορικά με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του εδαφίου (1), οι πληροφορίες ανταλλάζονται χωρίς καθυστέρηση μετά την έκδοση, την τροποποίηση ή την ανανέωση των εκ των προτέρων διασυνοριακών αποφάσεων ή των εκ των προτέρων συμφωνιών ενδοομιλικής τιμολόγησης και το αργότερο τρεις (3) μήνες μετά το τέλος του εξαμήνου του ημερολογιακού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου εκδόθηκαν, τροποποιήθηκαν ή ανανεώθηκαν οι εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις ή οι εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης.
(β) όσον αφορά τις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3), οι πληροφορίες ανταλλάζονται πριν από την 1η Ιανουαρίου 2018.
(8) Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2) και (3) περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:
(α) Στοιχεία αναγνώρισης του προσώπου, εξαιρουμένου φυσικού προσώπου, και κατά περίπτωση της ομάδας προσώπων στην οποία ανήκει·
(β) σύνοψη της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή της εκ των προτέρων συμφωνίας ενδοομιλικής τιμολόγησης, περιλαμβανομένης περιγραφής των σχετικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή συναλλαγών ή σειράς συναλλαγών και οποιωνδήποτε άλλων πληροφοριών που δύναται να βοηθήσουν την αρμόδια αρχή στην εκτίμηση δυνητικού φορολογικού κινδύνου, χωρίς να αποκαλύπτεται εμπορικό, βιομηχανικό ή επαγγελματικό απόρρητο, εμπορική διαδικασία ή πληροφορία της οποίας η κοινοποίηση αντιβαίνει στη δημόσια τάξη.
(γ) τις ημερομηνίες έκδοσης, τροποποίησης ή ανανέωσης της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή της εκ των προτέρων συμφωνίας ενδοομιλικής τιμολόγησης·
(δ) την ημερομηνία έναρξης της περιόδου της ισχύος της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή της εκ των προτέρων συμφωνίας ενδοομιλικής τιμολόγησης, αν αυτή καθορίζεται·
(ε) την ημερομηνία λήξης της περιόδου της ισχύος της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή της εκ των προτέρων συμφωνίας ενδοομιλικής τιμολόγησης, αν αυτή καθορίζεται·
(στ) το είδος της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή της εκ των προτέρων συμφωνίας ενδοομιλικής τιμολόγησης·
(ζ) το ποσό της συναλλαγής ή της σειράς συναλλαγών της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή της εκ των προτέρων συμφωνίας ενδοομιλικής τιμολόγησης, εφόσον το ποσό αυτό αναφέρεται στην ανωτέρω σχετική απόφαση ή συμφωνία·
(η) την περιγραφή των κριτηρίων που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό της ενδοομιλικής τιμολόγησης ή της ίδιας της τιμής των ενδοομιλικών συναλλαγών, στην περίπτωση εκ των προτέρων συμφωνίας ενδοομιλικής τιμολόγησης·
(θ) τον προσδιορισμό της μεθόδου που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της ενδοομιλικής τιμολόγησης ή της τιμής των ενδοομιλικών συναλλαγών, στην περίπτωση εκ των προτέρων συμφωνίας ενδοομιλικής τιμολόγησης·
(ια) τα στοιχεία αναγνώρισης οποιουδήποτε προσώπου, εξαιρουμένου φυσικού προσώπου, στα άλλα κράτη μέλη που είναι πιθανό να θίγεται από την εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση ή την εκ των προτέρων συμφωνία ενδοομιλικής τιμολόγησης, αναφέροντας το κράτος μέλος με το οποίο συνδέονται τα θιγόμενα πρόσωπα. και
(ιβ) την ένδειξη κατά πόσο η πληροφορία που κοινοποιείται βασίζεται στην ίδια την εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση ή στην εκ των προτέρων συμφωνία ενδοομιλικής τιμολόγησης ή στο αίτημα που αναφέρεται στο εδάφιο (5).
(9) Οι πληροφορίες που ορίζονται στις παραγράφους (α), (β), (η) και (ια) του εδαφίου (8) δεν κοινοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
(10) Η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας, επιβεβαιώνει, εάν είναι δυνατόν με ηλεκτρονικά μέσα, αμέσως και οπωσδήποτε το αργότερο εντός επτά (7) εργάσιμων ημερών, τη λήψη πληροφοριών στην αρμόδια αρχή που διαβίβασε τις πληροφορίες:
(11) Η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας δύναται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 και λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 18, να ζητά πρόσθετες πληροφορίες, μεταξύ των οποίων και το πλήρες κείμενο εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή εκ των προτέρων συμφωνίας ενδοομιλικής τιμολόγησης.
7Β.Η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία παρέχει στην Επιτροπή κατ’ έτος-
(α) στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον όγκο των αυτόματων ανταλλαγών σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (3Α) του άρθρου 7, του άρθρου 7Γ και του άρθρου 7Ε∙
(β) πληροφορίες σχετικά με τις διοικητικές και άλλες συναφείς δαπάνες και οφέλη που συνδέονται με τις πραγματοποιηθείσες ανταλλαγές∙ και
(γ) οποιεσδήποτε ενδεχόμενες μεταβολές για τις φορολογικές διοικήσεις και για τρίτα μέρη.
7Γ.-(1) Η Τελική Μητρική Οντότητα ενός Ομίλου ΠΕ που έχει τη φορολογική της κατοικία στη Δημοκρατία ή οποιαδήποτε άλλη Αναφέρουσα Οντότητα, σύμφωνα με το Τμήμα ΙΙ του Παραρτήματος ΙΙΙ, υποβάλλει έκθεση ανά χώρα όσον αφορά στο οικείο Λογιστικό Έτος Υποβολής Εκθέσεων εντός δώδεκα (12) μηνών από την τελευταία ημέρα του Λογιστικού Έτους Υποβολής Εκθέσεων του Ομίλου ΠΕ, σύμφωνα με το Τμήμα ΙΙ του Παραρτήματος ΙΙΙ:
(2) Η έκθεση ανά χώρα υποβάλλεται, κατά τον τύπο του εντύπου που προβλέπεται στους Πίνακες 1, 2 και 3 του Τμήματος ΙΙΙ του Παραρτήματος ΙΙΙ και περιέχει τα ακόλουθα σε σχέση με τον Όμιλο ΠΕ:
(α) Συγκεντρωτικές πληροφορίες για το ποσό των εσόδων, τα κέρδη/ζημίες προ φόρου εισοδήματος, τον καταβληθέντα φόρο εισοδήματος, τον οφειλόμενο φόρο εισοδήματος, το μετοχικό κεφάλαιο, τα συσσωρευμένα κέρδη, τον αριθμό των εργαζομένων και τα υλικά περιουσιακά στοιχεία εκτός των ταμειακών διαθεσίμων ή ταμειακών ισοδύναμων, όσον αφορά κάθε περιοχή δικαιοδοσίας στην οποία δραστηριοποιείται ο Όμιλος ΠΕ· και
(β) ταυτοποίηση κάθε Συνιστώσας Οντότητας του Ομίλου ΠΕ, όπου καθορίζεται η περιοχή δικαιοδοσίας στην οποία έχει τη φορολογική της κατοικία η εν λόγω Συνιστώσα Οντότητα και, σε περίπτωση που διαφέρει από αυτήν την περιοχή δικαιοδοσίας της φορολογικής κατοικίας, η περιοχή δικαιοδοσίας δυνάμει της νομοθεσίας με βάση την οποία οργανώνεται η εν λόγω Συνιστώσα Οντότητα, καθώς και της φύσης της κύριας επιχειρηματικής δραστηριότητας ή επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της εν λόγω Συνιστώσας Οντότητας.
(3) Η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας κοινοποιεί με αυτόματη ανταλλαγή, εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο εδάφιο (5), την έκθεση ανά χώρα, στην αρμόδια αρχή κάθε άλλου κράτους μέλους στο οποίο με βάση τις πληροφορίες της έκθεσης ανά χώρα, μία ή περισσότερες Συνιστώσες Οντότητες του Ομίλου ΠΕ της Αναφέρουσας Οντότητας είτε έχουν τη φορολογική κατοικία τους, είτε υπόκεινται σε φόρο όσον αφορά στις επιχειρηματικές δραστηριότητες που ασκούνται μέσω μόνιμης εγκατάστασης.
(4) Η κοινοποίηση έκθεσης ανά χώρα πραγματοποιείται από την αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας εντός δεκαπέντε (15) μηνών από την τελευταία ημέρα του Λογιστικού Έτους Υποβολής Εκθέσεων του Ομίλου ΠΕ στον οποίο αναφέρεται η έκθεση ανά χώρα:
7Δ.-(1)(α) Κάθε ενδιάμεσος έχει υποχρέωση να υποβάλλει στην αρμόδια αρχή πληροφορίες που έχουν περιέλθει στη γνώση του, στην κατοχή ή στον έλεγχό του σχετικά με δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις εντός τριάντα (30) ημερών, που υπολογίζονται-
(i) από την επόμενη ημέρα κατά την οποία η δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση καθίσταται διαθέσιμη προς εφαρμογή· ή
(ii) από την επόμενη ημέρα κατά την οποία η δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση είναι έτοιμη για εφαρμογή· ή
(iii) όταν το πρώτο βήμα προς την εφαρμογή της δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης έχει γίνει,
οποιοδήποτε επέλθει πρώτο:
(β) Με την επιφύλαξη των προβλεπομένων στην παράγραφο (α), οι ενδιάμεσοι που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του ορισμού του όρου “ενδιάμεσος” έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν πληροφορίες εντός τριάντα (30) ημερών, που υπολογίζονται από την επομένη της ημέρας κατά την οποία παρέχουν, άμεσα ή μέσω άλλων προσώπων, βοήθεια, συνδρομή ή συμβουλές:
(2) Σε περίπτωση ρυθμίσεων γενικής χρήσης, ο ενδιάμεσος έχει υποχρέωση υποβολής περιοδικής έκθεσης ανά τρίμηνο, διά της οποίας παρέχεται επικαιροποίηση πληροφοριών σχετικά με νέες δηλωτέες πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (δ), (ζ) και (η) του εδαφίου (13) οι οποίες κατέστησαν διαθέσιμες στο διάστημα που μεσολάβησε από την υποβολή της τελευταίας έκθεσης:
(3) Σε περίπτωση που ενδιάμεσος έχει υποχρέωση να υποβάλλει πληροφορίες σχετικά με δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις στις αρμόδιες αρχές περισσότερων του ενός κρατών μελών, οι πληροφορίες υποβάλλονται μόνο στο πρώτο κατά σειρά κράτος μέλος εκ των κάτωθι αναφερομένων:
(α) Στο κράτος μέλος όπου βρίσκεται η φορολογική κατοικία του ενδιαμέσου·
(β) στο κράτος μέλος όπου ο ενδιάμεσος διαθέτει μόνιμη εγκατάσταση, μέσω της οποίας παρέχονται οι υπηρεσίες που σχετίζονται με τη ρύθμιση·
(γ) στο κράτος μέλος όπου ο ενδιάμεσος έχει συσταθεί ή του οποίου η νομοθεσία τον διέπει·
(δ) στο κράτος μέλος όπου ο ενδιάμεσος έχει εγγραφεί σε μητρώο επαγγελματικής ένωσης για νομικές, φορολογικές ή συμβουλευτικές υπηρεσίες.
(4) Σε περίπτωση που, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) συντρέχει υποχρέωση πολλαπλής υποβολής πληροφοριών, ο ενδιάμεσος απαλλάσσεται από την υποχρέωση υποβολής πληροφόρησης αν διαθέτει απόδειξη, σύμφωνα με το δίκαιο της Κυπριακής Δημοκρατίας, ότι οι ίδιες πληροφορίες έχουν υποβληθεί σε άλλο κράτος μέλος.
(5)(α) Ανεξαρτήτως των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, ενδιάμεσος δεν έχει υποχρέωση να αποκαλύψει πληροφορίες που καλύπτονται από το αναγνωρισμένο κατά το νόμο επαγγελματικό απόρρητο του δικηγόρου.
(β) Ενδιάμεσος που περιορίζεται από το αναγνωρισμένο κατά το νόμο επαγγελματικό απόρρητο του δικηγόρου να υποβάλλει πληροφορίες σχετικά με τη δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση, απαλλάσσεται από την υποχρέωση υποβολής των εν λόγω πληροφοριών και έχει υποχρέωση να γνωστοποιήσει, εντός δέκα (10) ημερών, σε οποιονδήποτε άλλο ενδιάμεσο ή, σε περίπτωση που δεν υπάρχει άλλος ενδιάμεσος, στον ενδιαφερόμενο φορολογούμενο τις υποχρεώσεις υποβολής πληροφοριών που υπέχει δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (6):
(γ) Η περίοδος των δέκα (10) ημερών που αναφέρεται στην παράγραφο (β) υπολογίζεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (1), τηρουμένων των αναλογιών.
(6) Σε περίπτωση που δεν υπάρχει ενδιάμεσος ή ο ενδιάμεσος γνωστοποιεί στον ενδιαφερόμενο φορολογούμενο ή σε άλλον ενδιάμεσο την εφαρμογή απαλλαγής δυνάμει του εδαφίου (5), την υποχρέωση υποβολής πληροφοριών σχετικά με δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση υπέχει ο άλλος ενδιάμεσος στον οποίο απευθύνεται η γνωστοποίηση ή, σε περίπτωση που δεν υπάρχει άλλος ενδιάμεσος, ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος.
(7)(α) Ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος ο οποίος υπέχει υποχρέωσης υποβολής στοιχείων, υποβάλλει τις σχετικές πληροφορίες εντός τριάντα (30) ημερών, υπολογιζόμενων από την επομένη της ημέρας κατά την οποία η δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση κατέστη διαθέσιμη για εφαρμογή στον ενδιαφερόμενο φορολογούμενο ή κατά την οποία η δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση είναι έτοιμη για εφαρμογή από τον ενδιαφερόμενο φορολογούμενο ή όταν το πρώτο βήμα προς την εφαρμογή της δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης έχει γίνει όσον αφορά τον ενδιαφερόμενο φορολογούμενο, όποιο συμβεί πρώτο:
(β) Σε περίπτωση που ενδιαφερόμενος φορολογούμενος υπέχει υποχρέωσης υποβολής πληροφοριών σχετικά με δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση στις αρμόδιες αρχές περισσότερων του ενός κρατών μελών, οι πληροφορίες υποβάλλονται μόνο στις αρμόδιες αρχές του πρώτου κατά σειρά κράτους μέλους εκ των κάτωθι αναφερόμενων:
(i) Του κράτους μέλους όπου βρίσκεται η φορολογική κατοικία του ενδιαφερόμενου φορολογούμενου·
(ii) του κράτους μέλους όπου ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος διαθέτει μόνιμη εγκατάσταση η οποία επωφελείται από τη ρύθμιση·
(iii) του κράτους μέλους όπου ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος λαμβάνει εισόδημα ή παράγει κέρδη, παρόλο που ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος δεν διαθέτει φορολογική κατοικία ούτε μόνιμη εγκατάσταση σε κανένα κράτος μέλος·
(iv) του κράτους μέλους όπου ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος ασκεί μια δραστηριότητα, παρόλο που ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος δεν διαθέτει φορολογική κατοικία ούτε μόνιμη εγκατάσταση σε κανένα κράτος μέλος.
(8) Σε περίπτωση που, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7) συντρέχει υποχρέωση πολλαπλής υποβολής πληροφοριών, ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος απαλλάσσεται από την υποχρέωση υποβολής των πληροφοριών εάν διαθέτει απόδειξη ότι οι ίδιες πληροφορίες έχουν υποβληθεί σε άλλο κράτος μέλος.
(9)(α) Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός ενδιάμεσοι, την υποχρέωση υποβολής πληροφοριών σχετικά με δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση υπέχουν όλοι οι ενδιάμεσοι που συμμετέχουν στη συγκεκριμένη δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση.
(β) Ενδιάμεσος απαλλάσσεται από την υποχρέωση υποβολής πληροφοριών μόνο εάν διαθέτει απόδειξη, σύμφωνα με το δίκαιο της Κυπριακής Δημοκρατίας, ότι οι ίδιες πληροφορίες που προβλέπονται στο εδάφιο (13) έχουν ήδη υποβληθεί από άλλον ενδιάμεσο.
(10)(α) Σε περίπτωση που την υποχρέωση υποβολής πληροφοριών υπέχει ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος και υπάρχουν περισσότεροι του ενός ενδιαφερόμενοι φορολογούμενοι, ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος που υποβάλλει πληροφορίες σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7) είναι ο πρώτος κατά σειρά από τους κάτωθι αναφερόμενους:
(i) Ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος που συμφώνησε τη δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση με τον ενδιάμεσο·
(ii) ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος που διαχειρίζεται την εφαρμογή της ρύθμισης.
(β) Ενδιαφερόμενος φορολογούμενος απαλλάσσεται από την υποχρέωση υποβολής πληροφοριών μόνο εάν διαθέτει απόδειξη ότι, σύμφωνα με το δίκαιο της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι ίδιες πληροφορίες που προβλέπονται στο εδάφιο (13) έχουν ήδη υποβληθεί από άλλον ενδιαφερόμενο φορολογούμενο.
(11) Οι ενδιάμεσοι και οι ενδιαφερόμενοι φορολογούμενοι υποβάλλουν μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 2021 πληροφορίες σχετικά με δηλωτέες διασυνο-ριακές ρυθμίσεις το πρώτο στάδιο των οποίων έχει γίνει μεταξύ της 25ης Ιουνίου 2018 και της 30ής Ιουνίου 2020.
(12) Η αρμόδια αρχή στην οποία υποβάλλονται οι πληροφορίες σύμφωνα με τα εδάφια (1) έως (11) κοινοποιεί, μέσω αυτόματης ανταλλαγής, τις πληροφορίες που προβλέπονται στο εδάφιο (13) στις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών, σύμφωνα με τις πρακτικές ρυθμίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 18.
(13) Οι πληροφορίες που υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή σύμφωνα με το παρόν άρθρο αντιστοιχούν στις πληροφορίες που κοινοποιούνται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το εδάφιο (12) και περιλαμβάνουν, στον βαθμό που ισχύουν, τα ακόλουθα:
(α) Στοιχεία αναγνώρισης ενδιάμεσων και ενδιαφερόμενων φορολογουμένων, που περιλαμβάνουν το όνομα, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης (για φυσικά πρόσωπα), τη φορολογική κατοικία, τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου και, κατά περίπτωση, τα πρόσωπα που είναι συνδεδεμένες επιχειρήσεις με τον ενδιαφερόμενο φορολογούμενο·
(β) λεπτομερείς πληροφορίες για τα διακριτικά που αναφέρονται στο Παράρτημα IV και που καθιστούν δηλωτέα τη διασυνοριακή ρύθμιση·
(γ) σύνοψη του περιεχομένου της δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης, που να περιλαμβάνει αναφορά της ονομασίας της με την οποία είναι ευρέως γνωστή, εφόσον υπάρχει, και περιγραφή σε γενικούς όρους των σχετικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή ρυθμίσεων, χωρίς να αποκαλύπτεται τυχόν εμπορικό, βιομηχανικό ή επαγγελματικό απόρρητο ή εμπορική διαδικασία ή πληροφορία της οποίας η γνωστοποίηση θα ήταν αντίθετη προς τη δημόσια τάξη·
(δ) την ημερομηνία κατά την οποία το πρώτο βήμα προς την εφαρμογή της δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης έχει γίνει ή θα γίνει·
(ε) λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις νομοθετικές διατάξεις που συνιστούν τη βάση της δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης·
(στ) την αξία της δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης·
(ζ) αναφορά του κράτους μέλους του ενδιαφερόμενου φορολογούμενου και τυχόν άλλων κρατών μελών που είναι πιθανό να αφορά η δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση·
(η) τα στοιχεία αναγνώρισης οποιουδήποτε άλλου προσώπου σε κράτος μέλος, που είναι πιθανόν να επηρεαστεί από τη δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση, με αναφορά των κρατών μελών με τα οποία συνδέεται το εν λόγω πρόσωπο.
(14) Η απουσία αντίδρασης από την αρμόδια αρχή ή άλλη φορολογική αρχή κράτους μέλους έναντι δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης δεν συνεπάγεται έγκριση της ισχύος ή της φορολογικής μεταχείρισης της εν λόγω ρύθμισης.
(15) Οι πληροφορίες που προβλέπονται στις παραγράφους (α), (γ) και (η) του εδαφίου (13) δεν κοινοποιούνται στην Επιτροπή.
(16) Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών διενεργείται εντός ενός μηνός από το τέλος του τριμήνου κατά το οποίο υποβάλλονται οι πληροφορίες και οι πρώτες πληροφορίες κοινοποιούνται μέχρι την 30ή Απριλίου 2021.
(17) Η αρμόδια αρχή, για σκοπούς βεβαίωσης κατά πόσο υπάρχει συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, δύναται να απαιτεί με γραπτή ειδοποίηση και να λαμβάνει εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την ημερομηνία της εν λόγω ειδοποίησης, στοιχεία, έγγραφα και πληροφορίες από ενδιάμεσο ή από ενδιαφερόμενο φορολογούμενο.
7Ε.-(1)(α) Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας εφαρμόζει τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας και πληροί τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων που ορίζονται στα Τμήματα II και III του Παραρτήματος V.
(β) Η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία εξασφαλίζει την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων και τη συμμόρφωση με αυτά βάσει του Τμήματος IV του Παραρτήματος V.
(2) Δυνάμει των εφαρμοστέων διαδικασιών δέουσας επιμέλειας και των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων που περιλαμβάνονται στα Τμήματα II και ΙΙΙ του Παραρτήματος V, η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία γνωστοποιεί, μέσω αυτόματης ανταλλαγής και εντός της προβλεπόμενης στο εδάφιο (3) προθεσμίας, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους του οποίου ο Δηλωτέος Πωλητής είναι κάτοικος, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο σημείο Δ του Τμήματος ΙΙ του Παραρτήματος V, και, όταν ο Δηλωτέος Πωλητής παρέχει υπηρεσίες μίσθωσης ακίνητης ιδιοκτησίας, σε κάθε περίπτωση στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η ακίνητη ιδιοκτησία, τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με κάθε Δηλωτέο Πωλητή:
(α) Tο όνομα, τη διεύθυνση της έδρας, τον ΑΦΤ και, κατά περίπτωση, τον ατομικό αριθμό ταυτοποίησης που χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (5), του Δηλούντος Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, καθώς και την εταιρική επωνυμία της πλατφόρμας για την οποία ή τις οποίες υποβάλλει στοιχεία ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας·
(β) το όνομα και το επώνυμο του Δηλωτέου Πωλητή, ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο, και την επωνυμία του Δηλωτέου Πωλητή, ο οποίος είναι Οντότητα·
(γ) την Κύρια Διεύθυνση·
(δ) κάθε ΑΦΤ Δηλωτέου Πωλητή, περιλαμβανομένου κάθε κράτους μέλους έκδοσης, ή, ελλείψει ΑΦΤ, τον τόπο γέννησης του Δηλωτέου Πωλητή, ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο·
(ε) τον αριθμό καταχώρισης επιχείρησης Δηλωτέου Πωλητή, ο οποίος είναι Οντότητα·
(στ) τον αριθμό μητρώου ΦΠΑ Δηλωτέου Πωλητή, εφόσον υπάρχει·
(ζ) την ημερομηνία γέννησης Δηλωτέου Πωλητή, ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο·
(η) το Αναγνωριστικό Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού στον οποίο καταβάλλεται ή πιστώνεται το Αντίτιμο, εφόσον είναι διαθέσιμο στον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας και η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους του οποίου είναι κάτοικος ο Δηλωτέος Πωλητής, κατά την έννοια του σημείου Δ του Τμήματος ΙΙ του Παραρτήματος V, δεν έχει ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών ότι δεν σκοπεύει να χρησιμοποιήσει το Αναγνωριστικό Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού για τον σκοπό αυτό·
(θ) σε περίπτωση κατά την οποία είναι διαφορετικό από το όνομα του Δηλωτέου Πωλητή, επιπλέον του Αναγνωριστικού Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού, το όνομα του δικαιούχου του χρηματοοικονομικού λογαριασμού στον οποίο καταβάλλεται ή πιστώνεται το Αντίτιμο, εφόσον είναι διαθέσιμο στον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία χρηματοοικονομικής ταυτοποίησης που έχει στη διάθεσή του ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας σχετικά με τον εν λόγω δικαιούχο του λογαριασμού·
(ι) κάθε κράτος μέλος του οποίου ο Δηλωτέος Πωλητής είναι κάτοικος, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο σημείο Δ του Τμήματος ΙΙ του Παραρτήματος V∙
(ια) το συνολικό Αντίτιμο που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε κατά τη διάρκεια κάθε τριμήνου της Περιόδου Αναφοράς και τον αριθμό των Σχετικών Δραστηριοτήτων για τις οποίες καταβλήθηκε ή πιστώθηκε· και
(ιβ) τυχόν αμοιβές, προμήθειες ή φόρους που παρακρατήθηκαν ή χρεώθηκαν από τον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά τη διάρκεια κάθε τριμήνου της Περιόδου Αναφοράς.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία ο Δηλωτέος Πωλητής παρέχει υπηρεσίες μίσθωσης ακινήτων, γνωστοποιούνται οι ακόλουθες πρόσθετες πληροφορίες:
(α) Η διεύθυνση κάθε Καταχωρισμένου Ακινήτου, όπως καθορίζεται βάσει των διαδικασιών που προβλέπονται στο σημείο Ε του Τμήματος ΙΙ του Παραρτήματος V, καθώς και ο αριθμός πιστοποιητικού εγγραφής ακίνητης ιδιοκτησίας στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ή ο αντίστοιχός του βάσει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου βρίσκεται, εάν είναι διαθέσιμος·
(β) το συνολικό Αντίτιμο που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε κατά τη διάρκεια κάθε τριμήνου της Περιόδου Αναφοράς και ο αριθμός των Σχετικών Δραστηριοτήτων που παρασχέθηκαν για κάθε Καταχωρισμένο Ακίνητο· και
(γ) εάν είναι διαθέσιμος, ο αριθμός των ημερών μίσθωσης κάθε Καταχωρισμένου Ακινήτου κατά τη διάρκεια της Περιόδου Αναφοράς και ο τύπος κάθε Καταχωρισμένου Ακινήτου.
(4) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) κοινοποίηση πραγματοποιείται με τη χρήση του προβλεπόμενου στο εδάφιο (6) του άρθρου 17 τυποποιημένου ηλεκτρονικού μορφότυπου εντός δύο (2) μηνών από τη λήξη της Περιόδου Αναφοράς την οποία αφορούν οι εφαρμοστέες απαιτήσεις υποβολής στοιχείων του Δηλούντος Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας:
(5)(α) Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, ο οποίος εμπίπτει στις διατάξεις της υποπαραγράφου (β) της παραγράφου 2 του σημείου Α του Τμήματος Ι του Παραρτήματος V, καταχωρίζεται στην Ένωση και η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας χορηγεί σε αυτόν ατομικό αριθμό ταυτοποίησης.
(β) Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας δύναται να επιλέξει να καταχωριστεί από την αρμόδια αρχή ενός μόνο κράτους μέλους σύμφωνα με τους προβλεπόμενους στο σημείο Δ του Τμήματος IV του Παραρτήματος V κανόνες.
(γ) Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, ο οποίος εμπίπτει στις διατάξεις της υποπαραγράφου (β) της παραγράφου 2 του σημείου Α του Τμήματος Ι του Παραρτήματος V, του οποίου η καταχώριση έχει ανακληθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 7 του σημείου Δ του Παραρτήματος V, δύναται να επανακαταχωριστεί, εφόσον παρέχει στη αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους τις δέουσες εγγυήσεις όσον αφορά τις δεσμεύσεις του για συμμόρφωση με τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων εντός της Ένωσης, περιλαμβανομένων ενδεχόμενων εκκρεμών ανεκπλήρωτων απαιτήσεων υποβολής στοιχείων.
(6) Σε περίπτωση κατά την οποία Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας θεωρείται Εξαιρούμενος Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας στην οποία παρασχέθηκε η απόδειξη σύμφωνα με την παράγραφο 3 του σημείου Α του Τμήματος Ι του Παραρτήματος V πληροφορεί σχετικά τις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών, καθώς και σχετικά με τυχόν επακόλουθες αλλαγές.
8.-(1) Η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας παρέχει τις αναφερόμενες στο εδάφιο (1) του άρθρου 3 πληροφορίες στην αρμόδια αρχή κάθε άλλου κράτους μέλους που το αφορούν, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Όταν η αρμοδία αρχή της Δημοκρατίας έχει λόγους να υποθέτει ότι υφίσταται απώλεια φόρων στο άλλο κράτος μέλος·
β) όταν ένα πρόσωπο απαλλάσσεται από τη φορολογία ή λαμβάνει μείωση φόρου στη Δημοκρατία και το γεγονός αυτό συνεπάγεται αύξηση φόρου ή υπαγωγή του προσώπου αυτού σε φόρο στο άλλο κράτος μέλος·
γ) όταν επιχειρηματικές δραστηριότητες μεταξύ προσώπου υποκείμενου σε φόρο στη Δημοκρατία και προσώπου που υπόκειται σε φορολογία σε άλλο κράτος μέλος, διεξάγονται μέσω μίας ή περισσότερων χωρών με τέτοιο τρόπο που ενδέχεται να συνεπάγεται μείωση φόρου στη Δημοκρατία, ή στο άλλο κράτος μέλος, ή και στα δυο·
δ) όταν η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας έχει λόγους να υποθέτει ότι υφίσταται μείωση φόρων λόγω εικονικής μεταφοράς κερδών εντός ομάδων επιχειρήσεων·
ε) όταν η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας, έπειτα από πληροφορίες που έχουν χορηγηθεί σ’ αυτήν από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους, συλλέξει πληροφορίες οι οποίες δύνανται να είναι χρήσιμες για τον προσδιορισμό του φόρου στο άλλο κράτος μέλος.
(2) Η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας δύναται να παρέχει αυθόρμητα στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών κάθε πληροφορία την οποία γνωρίζει και η οποία ενδέχεται να είναι χρήσιμη στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών.
(3) Η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας παρέχει στην αρμόδια αρχή κάθε άλλου ενδιαφερομένου κράτους μέλους τις αναφερόμενες στο εδάφιο (1) πληροφορίες το ταχύτερο δυνατό και οπωσδήποτε εντός ενός μηνός από τη στιγμή που τις απέκτησε.
(4) Η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία επιβεβαιώνει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που παρείχε τις πληροφορίες, τη λήψη των εν λόγω πληροφοριών αμέσως και οπωσδήποτε εντός επτά (7) εργάσιμων ημερών, στο βαθμό που είναι δυνατόν με ηλεκτρονικά μέσα.