ΜΕΡΟΣ V ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ, ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΗΣ ΕΝΤΕΤΑΛΜΕΝΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Εξουσίες της Εντεταλμένης Υπηρεσίας για έρευνα και έλεγχο

22.-(1) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία και τα μέλη της, μέσα στα πλαίσια εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, έχουν τις ακόλουθες εξουσίες:

(α) να εισέρχονται, να επιθεωρούν, να ερευνούν και να διενεργούν έλεγχο σε οποιοδήποτε υποστατικό ή άλλο χώρο (εκτός από κατοικία), που έχουν εύλογη αιτία να πιστεύουν ότι τελείται παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης ΅ε τον παρόντα Νόμο·

(β) να ανακόπτουν, να εισέρχονται, να επιθεωρούν, να ερευνούν και να διενεργούν έλεγχο σε οποιοδήποτε μεταφορικό ΅έσο ξηράς, θάλασσας ή αέρα, το οποίο έχουν εύλογη αιτία να πιστεύουν ότι συνδέεται ΅ε παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης ΅ε τον παρόντα Νόμο·

(γ) να εξετάζουν οποιαδήποτε στοιχεία, καταχωρισμένα σε μηχανικό, ηλεκτρικό ή ηλεκτρονικό σύστημα δεδομένων, και οποιαδήποτε βιβλία και έγγραφα, τα οποία βρίσκονται σε υποστατικό ή άλλο χώρο ή σε μεταφορικό ΅έσο, για τα οποία έχουν εύλογη αιτία να πιστεύουν ότι περιέχουν οποιαδήποτε πληροφορία ή καταχώριση σχετικά ΅ε πιθανή παράβαση και να παίρνουν αντίγραφα, φωτοτυπίες και αποσπάσ΅ατά τους, νοουμένου, όσον αφορά τα αποσπάσματα, ότι έχουν εύλογη αιτία να πιστεύουν ότι τα αποσπάσματα αυτά ενδεχομένως να χρειαστούν για αποδεικτικούς σκοπούς αναφορικά ΅ε οποιαδήποτε παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης ΅ε τον παρόντα Νόμο·

(δ) να εισέρχονται σε υποστατικό ή άλλο χώρο και σε μεταφορικό ΅έσο-

(i) συνοδευόμενοι από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, του οποίου την παρουσία κρίνουν αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκούν εξουσία δυνάμει του παρόντος άρθρου,

(ii) φέροντας μαζί τους οποιοδήποτε εξοπλισμό ή υλικά, που κρίνουν αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκούν εξουσία δυνάμει του παρόντος άρθρου, και

(iii) να παίρνουν δείγματα αγαθών που κρίνουν αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκούν εξουσία δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(2) Ανεξάρτητα από το εδάφιο (1), δεν επιτρέπεται η είσοδος σε κατοικία ή η άσκηση σε κατοικία οποιασδήποτε άλλης εξουσίας την οποία χορηγεί το εδάφιο (1), εκτός κατόπιν δικαστικού διατάγματος.

(3) Ο κάτοχος και ο υπεύθυνος οποιουδήποτε υποστατικού ή άλλου χώρου ή μεταφορικού μέσου και ο κάτοχος σχετικού ΅ε την υπό διερεύνηση παράβαση αγαθού και αυτός που προσφέρει ή παρέχει σχετική ΅ε την υπό διερεύνηση παράβαση υπηρεσία και οποιοδήποτε πρόσωπο απασχολείται σε υποστατικό ή άλλο χώρο ή μεταφορικό ΅έσο, στο οποίο εισέρχονται μέλη της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, δυνάμει του εδαφίου (1), έχουν έκαστος υποχρέωση να παρέχουν στα μέλη της Εντεταλμένης Υπηρεσίας οποιαδήποτε πληροφορία που κατέχουν και κάθε διευκόλυνση, την οποία τα μέλη της Εντεταλμένης Υπηρεσίας εύλογα απαιτούν, τα δε μέλη της Εντεταλμένης Υπηρεσίας έχουν εξουσία να απαιτούν και να λαμβάνουν οποιαδήποτε τέτοια πληροφορία και διευκόλυνση.

(4) Κάθε ΅έλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας έχει υποχρέωση να επιδεικνύει, εφόσον του ζητηθεί, πριν και κατά την άσκηση οποιασδήποτε από τις εξουσίες που του χορηγούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου, πιστοποιητικό της ιδιότητάς του.

(5) Σε περίπτωση που, δυνάμει του παρόντος άρθρου, ΅έλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας –

(α) παίρνει δείγμα αγαθού, ή/και

(β) παίρνει αντίγραφο, φωτοτυπία ή απόσπασμα στοιχείων, βιβλίων ή εγγράφων, ή/και

(γ) κατακρατεί ή δεσμεύει μεταφορικό ΅έσο ή αγαθά ή μέρος των αγαθών,

πληροφορεί σχετικά το πρόσωπο του οποίου τα συμφέροντα επηρεάζονται από τη σχετική προαναφερόμενη πράξη ή απόφαση ή το πρόσωπο το οποίο κατά τη στιγμή που δεσμεύονται ή κατακρατούνται τα αντικείμενα που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β) και (γ) είναι υπεύθυνο του υποστατικού ή του μεταφορικού μέσου.

(6) Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (5), το ΅έλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, επιπλέον πληροφορεί, το συντομότερο δυνατό, το προαναφερόμενο πρόσωπο γραπτώς ή ΅ε άλλο προσιτό υπό τις περιστάσεις τρόπο:

(α) για τους λόγους στους οποίους βασίζεται η σχετική πράξη ή απόφαση,

(β) περί του δικαιώματος του προαναφερόμενου προσώπου να προσβάλει την πράξη ή την απόφαση ΅ε προσφυγή στον Υπουργό, σύμφωνα ΅ε τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 25, και

(γ) περί της προθεσμίας εντός της οποίας δύναται να ασκηθεί το προαναφερόμενο δικαίωμα, η οποία καθορίζεται στο ίδιο εδάφιο του άρθρου 25.

Παράλειψη παροχής πληροφοριών και παρακώλυση ΅έλους της Εντεταλμένης Υπηρεσίας

23.-(1) Πρόσωπο είναι ένοχο αδικήματος, σε περίπτωση που:

(α) αποκρύπτει, καταστρέφει ή παραποιεί πληροφορία, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο, ή παρέχει σε ΅έλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητική πληροφορία, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο, ή αρνείται να προσκομίσει στο ΅έλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας πληροφορία, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο, την οποία πληροφορία, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο το ΅έλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας απαιτεί κατά την άσκηση των εξουσιών που του χορηγεί ο παρών Νόμος, ή

(β) μετακινεί, μεταβάλλει ή επεμβαίνει, ΅ε οποιοδήποτε τρόπο, χωρίς την εξουσιοδότηση του ΅έλους της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, σε οποιοδήποτε μεταφορικό ΅έσο ή αγαθό, το οποίο ΅έλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας κατακράτησε ή δέσμευσε δυνάμει της παραγράφου (γ) του εδαφίου (5) του άρθρου 22, ή

(γ) παραλείπει να συμμορφωθεί ΅ε διαταγή της Εντεταλμένης Υπηρεσίας δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 24.

(2) Πρόσωπο που διαπράττει το αδίκημα που περιγράφεται στο εδάφιο (1) τιμωρείται, σε περίπτωση καταδίκης του, ΅ε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000) ή ΅ε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή και ΅ε τις δυο αυτές ποινές.

(3) Ανεξάρτητα από την ποινική ευθύνη ή ποινική δίωξη οποιουδήποτε προσώπου, η Εντεταλμένη Υπηρεσία δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα ΅ε την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 24:

(α) στον παραγωγό ή στο διανομέα, ανάλογα ΅ε την περίπτωση, όταν δεν παραχωρούν σε αυτήν, μέσα σε τακτή προθεσμία, τα απαιτούμενα έγγραφα ή τις πληροφορίες που αφορούν συγκεκριμένα αγαθά ή παρακωλύουν ΅ε οποιοδήποτε τρόπο τις διαδικασίες αυτές ή παρέχουν ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες·

(β) σε οποιοδήποτε πρόσωπο που εσκεμμένα παρακωλύει ΅έλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας να ασκήσει τις εξουσίες που έχει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(γ) σε οποιοδήποτε πρόσωπο που δεν συμμορφώνεται ΅ε διαταγή της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, σύμφωνα ΅ε την παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 24.

(4) Σε περίπτωση συνέχισης της παράβασης, η Εντεταλμένη Υπηρεσία δύναται να επιβάλλει πρόστιμο σύμφωνα ΅ε την παράγραφο (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 24, για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης ανάλογα ΅ε τη βαρύτητα αυτής.

Εξέταση παραβάσεων, επιβολή διοικητικών προστίμων και έκδοση απαγορευτικού ή προστακτικού διατάγματος

24.-(1) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία έχει καθήκον και αρμοδιότητα να εξετάζει, κατόπιν υποβολής παραπόνου ή και αυτεπάγγελτα, τυχόν παραβάσεις διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Όταν η Εντεταλμένη Υπηρεσία, κατά τη δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου διερεύνηση παραπόνου ή αυτεπάγγελτη έρευνα, διαπιστώσει παράβαση του παρόντος Νόμου, έχει εξουσία να προβαίνει στις πιο κάτω ενέργειες:

(α) να διατάσσει ή να συστήνει στον παραβάτη ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, κατά την κρίση της, ενέχεται ή ευθύνεται για την παράβαση αυτή, ή ακόμα και οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, κατά την κρίση της, στην περίπτωση που η παράβαση δεν έχει ακόμα γίνει, αλλά εύλογα κρίνεται από την Εντεταλμένη Υπηρεσία ότι επίκειται να γίνει, έστω και αν δεν αποδεικνύεται πραγματική ζημιά ή βλάβη, ούτε δόλος ή αμέλεια εκ μέρους του εμπόρου, όπως, άμεσα ή μέσα σε τακτή προθεσμία, τερματίσει την παράβαση και αποφύγει επανάληψή της στο μέλλον·

(β)να δημοσιεύει ή να απαιτεί από τον παραβάτη τη δημοσίευση της απόφασής της στο σύνολό της ή εν μέρει, ΅ε την μορφή και τον τρόπο που κρίνει κατάλληλο·

(γ) να απαιτεί επιπλέον από τον παραβάτη τη δημοσίευση μέσα σε τακτή προθεσμία, επανορθωτικής δήλωσης ΅ε τη μορφή και τον τρόπο που κρίνει υπό τις περιστάσεις κατάλληλο·

(δ) να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο, ύστερα από έγκριση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, ανάλογα ΅ε τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης, ύψους μέχρι και το πέντε τοις εκατόν (5%) του κύκλου εργασιών του παραβάτη κατά το αμέσως προηγούμενο της παράβασης έτος ή πρόστιμο ύψους μέχρι διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200,000):

Νοείται ότι, αναφορικά ΅ε ίδρυμα ή οργανισμό που κρίνεται ότι δεν έχει κύκλο εργασιών, για τον υπολογισμό του πιο πάνω διοικητικού προστίμου χρησιμοποιείται, ως βάση, αντί του κύκλου εργασιών, το πέντε τοις εκατόν (5%) του συνόλου του ενεργητικού του:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε καμία περίπτωση το διοικητικό πρόστιμο δε θα υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200,000)·

(ε) να αποφασίζει ότι σε περίπτωση συνέχισης της παράβασης, θα επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο μέχρι και χίλια ευρώ (€1000), για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης, ανάλογα ΅ε τη βαρύτητα αυτής·

(στ) να ζητεί ΅ε αίτησή της προς το Δικαστήριο, σύμφωνα ΅ε τις διατάξεις του άρθρου 26 του παρόντος Νόμου, την έκδοση απαγορευτικού ή προστακτικού διατάγματος, περιλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, εναντίον οποιουδήποτε προσώπου το οποίο, κατά την κρίση της, ενέχεται στην παράβαση αυτή ή ευθύνεται για την εν λόγω παράβαση·

(ζ) να διατάσσει τους προμηθευτές μέσων επικοινωνίας εξ αποστάσεως και οποιαδήποτε πρόσωπα δημοσιεύουν ή διευθετούν τη δημοσίευση διαφημίσεων, να τερματίσουν, εφόσον είναι σε θέση να το πράξουν, τις πρακτικές εκείνες που έχουν κηρυχθεί ως παράνομες δυνάμει δικαστικής απόφασης σύμφωνα ΅ε το άρθρο 26 του παρόντος Νόμου ή τις διαφημίσεις που η Εντεταλμένη Υπηρεσία έχει διαπιστώσει ότι παραβαίνουν πρόνοιες του παρόντος Νόμου.

(3) Κατά τη δυνάμει του εδαφίου (1) διερεύνηση οποιασδήποτε παράβασης, η Εντεταλμένη Υπηρεσία δύναται, αν το θεωρήσει σκόπιμο, να λάβει υπόψη την οποιαδήποτε ανάληψη δέσμευσης που παρέχεται έναντι του καταναλωτή από ή εκ μέρους του παραβάτη, αναφορικά ΅ε τη γενόμενη παράβαση και την προοπτική του χρόνου και του τρόπου άρσης ή αποκατάστασης αυτής.

(4) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία οφείλει να αιτιολογεί δεόντως την απόφασή της σε σχέση ΅ε την άσκηση οποιασδήποτε από τις εξουσίες που προβλέπονται στα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 23 και στις παραγράφους (δ) και (ε) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου.

Επιβολή διοικητικών προστίμων και άσκηση ιεραρχικής προσφυγής

25.-(1) Τα προβλεπόμενα στα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 23 και στις παραγράφους (δ) και (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 24 διοικητικά πρόστιμα, επιβάλλονται στον παραβάτη, ΅ε αιτιολογημένη απόφαση της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στον παραβάτη ή εκπρόσωπό του να ακουστεί, προφορικά ή/ και γραπτά.

(2) Κατά της απόφασης για επιβολή διοικητικού προστίμου σύμφωνα ΅ε το εδάφιο (1), όπως επίσης και στην περίπτωση της παραγράφου (γ), του εδαφίου (5) του άρθρου 22, επιτρέπεται η άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στον παραβάτη.

(3) Ο Υπουργός εξετάζει την προσφυγή και, αφού ακούσει τους ενδιαφερόμενους ή δώσει την ευκαιρία σε αυτούς να εκθέσουν τις απόψεις τους, αποφασίζει σύμφωνα ΅ε το εδάφιο (4) του παρόντος άρθρου.

(4) Ο Υπουργός μπορεί να εκδώσει ΅ια από τις ακόλουθες αποφάσεις:

(α) να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·

(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·

(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση·

(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.

(5) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από την Εντεταλμένη Υπηρεσία μετά την παρέλευση της προθεσμίας προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

(6) Τα διοικητικά πρόστιμα που επιβάλλονται δυνάμει των άρθρων 23 και 24, εισπράττονται ως χρηματικές ποινές επιβαλλόμενες από Δικαστήριο κατά την άσκηση ποινικής δικαιοδοσίας.

Έκδοση διαταγ΅άτων

26.-(1) Το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκδικάζεται οποιαδήποτε αίτηση δυνάμει της παραγράφου (στ) του εδαφίου (2) του άρθρου 24 και του άρθρου 30 του παρόντος Νόμου, έχει εξουσία, τηρουμένων των διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, του περί Δικαστηρίων Νό΅ου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, να εκδώσει απαγορευτικό ή προστακτικό διάταγμα, συμπεριλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, ΅ε το οποίο να διατάσσει-

(α) την άμεση παύση και/ή ΅η επανάληψη της γενόμενης παράβασης,

(β) την εντός ορισμένης προθεσμίας λήψη τέτοιων διορθωτικών, κατά την κρίση του Δικαστηρίου μέτρων, προς άρση της παράνομης κατάστασης που δημιουργήθηκε η σχετική παράβαση,

(γ) τη δημοσίευση του συνόλου ή μέρους της σχετικής απόφασης του Δικαστηρίου, ή τη δημοσίευση επανορθωτικής ανακοίνωσης ΅ε σκοπό την απάλειψη των τυχόν συνεχιζόμενων επιπτώσεων της παράβασης,

(δ) οποιαδήποτε άλλη ενέργεια ή μέτρο ήθελε κριθεί αναγκαίο ή εύλογο υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης.

(2) Το διάταγμα, που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (1), δύναται να αφορά όχι ΅όνο τις συγκεκριμένες πράξεις, παραλείψεις ή τη συμπεριφορά του παραβάτη, αλλά και παρόμοιες πράξεις ή παραλείψεις ή συμπεριφορά αυτού για το μέλλον.

(3) Οι διατάξεις του περί Δικαστηρίων Νόμου, του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, που εφαρμόζονται σχετικά ΅ε αιτήσεις έκδοσης διαταγμάτων σε πολιτικές υποθέσεις, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία, αναφορικά ΅ε τον τύπο, τη σύνταξη, την καταχώριση και την εκδίκαση της προβλεπόμενης στην παράγραφο (στ) του εδαφίου (2) του άρθρου 24 αίτησης.

Επίδοση απόφασης

27.-(1) Κάθε απόφαση της Εντεταλμένης Υπηρεσίας ή του Υπουργού δυνάμει του παρόντος Νόμου, δύναται να επιδοθεί σε κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο -

(α) ΅ε ιδιόχειρη παράδοση ή ΅ε την αποστολή της απόφασης στην προσήκουσα διεύθυνση ή ΅ε την αποστολή της απόφασης διά συστημένου ταχυδρομείου, ή

(β) αν το πρόσωπο αυτό είναι νομικό πρόσωπο, ΅ε επίδοση της απόφασης σύμφωνα ΅ε την παράγραφο (α) στο γραμματέα ή στο διευθυντή ή σε οποιοδήποτε διευθύνοντα σύμβουλο του νομικού προσώπου, ή

(γ) αν πρόκειται για ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρεία, ΅ε επίδοση του εγγράφου σύμφωνα ΅ε την παράγραφο (α) σε έναν από τους εταίρους ή σε πρόσωπο το οποίο έχει τον έλεγχο ή τη διεύθυνση των εργασιών της εταιρείας αυτής.

(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), η προσήκουσα διεύθυνση οποιουδήποτε προσώπου στο οποίο μπορεί να επιδοθεί απόφαση δυνάμει του παρόντος Νόμου, είναι η τελευταία γνωστή διεύθυνση αυτού, εξαιρουμένων των ακόλουθων περιπτώσεων:

(α) στην περίπτωση επίδοσης σε νομικό πρόσωπο ή στο γραμματέα ή στο διευθυντή ή στο διευθύνοντα σύμβουλό του, η προσήκουσα διεύθυνση θα είναι η διεύθυνση του εγγεγραμμένου ή του κεντρικού γραφείου του νομικού προσώπου·

(β) στην περίπτωση επίδοσης σε ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρεία ή σε εταίρο ή σε πρόσωπο το οποίο έχει τον έλεγχο ή τη διεύθυνση των εργασιών της εταιρείας αυτής, η προσήκουσα διεύθυνση θα είναι το κεντρικό γραφείο της εταιρείας αυτής.

(3) Για τους σκοπούς του εδαφίου (2), το κεντρικό γραφείο ενός νομικού προσώπου εγγεγραμμένου εκτός της Δημοκρατίας ή μιας εταιρείας η οποία διεξάγει εργασία εκτός της Δημοκρατίας θα είναι το κεντρικό γραφείο αυτών στη Δημοκρατία.