35. Πρόσωπο, το οποίο κατά την παροχή πληροφορίας προς την Αρχή Εξυγίανσης για οποιοδήποτε από τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, προβαίνει σε δήλωση ψευδή, παραπλανητική ή απατηλή ως προς οποιοδήποτε στοιχείο της ή αποκρύπτει στοιχείο ή παραλείπει την υποβολή στοιχείων, διαπράττει ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000) ή σε αμφότερες τις ποινές:
36.(1) Το νομικό πρόσωπο και οποιοδήποτε από τα μέλη του διοικητικού του συμβουλίου, ο γενικός διευθυντής, ο γραμματέας ή άλλος αξιωματούχος ή άλλο όργανο διοικήσεως του νομικού αυτού προσώπου, που αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε στην τέλεση του αδικήματος, υπέχει ποινικής ευθύνης σε σχέση με το προβλεπόμενο στο άρθρο 35 ποινικό αδίκημα.
(2) Πρόσωπο, που σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), υπέχει ποινικής ευθύνης για τελούμενο από νομικό πρόσωπο αδίκημα, ευθύνεται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή κεχωρισμένως για κάθε ζημία που προσγίνεται σε τρίτους ένεκα της πράξεως ή παραλείψεως που στοιχειοθετεί το αδίκημα.