13.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 14 του παρόντος Νόμου, κανένα πρόσωπο, μετά από την πάροδο δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, δεν μπορεί-
(α) να ασκεί εργασία λειτουργού κηδειών ή ταριχευτή ή να προβάλλει τον εαυτό του ως λειτουργό κηδειών ή ταριχευτή∙
(β) να χρησιμοποιεί οποιοδήποτε όνομα, επωνυμία ή τίτλο στον οποίο περιλαμβάνονται οι λέξεις λειτουργός κηδειών και/ή ταριχευτής και/ή παρόμοιες ή παρεμφερείς λέξεις∙
(γ) να εισπράττει ή να διεκδικεί οποιαδήποτε αμοιβή για υπηρεσίες που προσφέρθηκαν με την ιδιότητά του ως λειτουργού κηδειών ή ταριχευτή·
(δ) να διατηρεί γραφείο κηδειών,
εκτός αν αυτό είναι δεόντως εγγεγραμμένο στο οικείο Μητρώο και δεν του επιβλήθηκε η πειθαρχική ποινή της διαγραφής από το Μητρώο ή της αναστολής της άδειας άσκησης του επαγγέλματος.
(2) Κάθε πρόσωπο που παραβαίνει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του εδαφίου (1) είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τρείς (3) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν ξεπερνά τα χίλια ευρώ (€1.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
14.-(1) Κανένας εγγεγραμμένος λειτουργός κηδειών ή ταριχευτής δεν μπορεί να ασκεί το επάγγελμα του λειτουργού κηδειών ή ταριχευτή, αντίστοιχα, εκτός αν έχει εξασφαλίσει από το Συμβούλιο ετήσια άδεια άσκησης επαγγέλματος, κατόπιν αίτησης που γίνεται στον καθορισμένο τύπο που εκτίθεται στο Παράρτημα ΣΤ του παρόντος Νόμου και την καταβολή του καθορισμένου τέλους.
(2) Κανένας λειτουργός κηδειών ή ταριχευτής δεν μπορεί να αποκτήσει άδεια άσκησης επαγγέλματος, εκτός αν έχει καταβάλει την ετήσια συνδρομή του στο Σύλλογο για το έτος που εκδίδεται η σχετική άδεια.
(3) Η ετήσια άδεια λήγει την 31η ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου κάθε έτους:
Νοείται ότι το Συμβούλιο μπορεί να παρατείνει την εγγραφή μέχρι ένα (1) μήνα από την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους.
(4) Κάθε εγγεγραμμένος λειτουργός κηδειών ή ταριχευτής που ασκεί το επάγγελμα του λειτουργού κηδειών ή ταριχευτή χωρίς να είναι κάτοχος ετήσιας άδειας που να ισχύει κατά το χρόνο της άσκησης της εργασίας του λειτουργού κηδειών ή του ταριχευτή, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ (€1.000).
15.-(1) Απαγορεύεται σε λειτουργούς κηδειών ή ταριχευτές-
(α) να αφαιρούν ή να επιτρέπουν την αφαίρεση οργάνων από το σώμα νεκρού, στα πλαίσια διεκπεραίωσης διαδικασιών περιποίησης νεκρού, διαδικασιών ταρίχευσης ή προσφοράς υπηρεσιών κηδείας˙
(β) να διαφημίζουν, κατά τρόπο κακόγουστο και προσβλητικό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ζωής ή του θανάτου, τις υπηρεσίες τις οποίες προσφέρουν˙
(γ) να επιδιώκουν την ανάθεση εργασίας με αθέμιτα μέσα, ιδίως με τη χρησιμοποίηση τρίτων προσώπων σε κυβερνητικά ή ιδιωτικά ιδρύματα και νοσοκομεία που θα ενεργούν είτε άμεσα είτε έμμεσα για λογαριασμό τους.
(2) Κάθε λειτουργός κηδειών ή ταριχευτής που παραβαίνει οποιαδήποτε διάταξη του εδαφίου (1) είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους τρείς (3) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ (€1.000) ή και στις δύο αυτές ποινές:
Νοείται ότι, οποιοδήποτε πρόσωπο με αθέμιτα μέσα βοηθά οποιοδήποτε λειτουργό κηδειών ή ταριχευτή στην προσπάθεια ανάθεσης εργασίας, είναι ένοχο αδικήματος, και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται στις πιο πάνω ποινές.
(3) Ανεξάρτητα από την άσκηση ποινικής δίωξης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2), η παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (1) από οποιοδήποτε εγγεγραμμένο λειτουργό κηδειών ή εγγεγραμμένο ταριχευτή συνιστά ταυτόχρονα και πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο μπορεί να ασκηθεί πειθαρχική δίωξη, σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους ΙV του παρόντος Νόμου.