23. Το παρόν Μέρος εφαρμόζεται στις δραστηριότητες που απαριθμούνται στο Παράρτημα IV και, όπου προβλέπεται, σε όσες εγκαταστάσεις φθάνουν στο όριο δυναμικότητας που καθορίζεται στο εν λόγω Παράρτημα.
24. Κατά την επιβολή των όρων λειτουργίας στην Άδεια της εγκατάστασης, η Αρμόδια Αρχή, μεριμνά ώστε από μέρους του φορέα εκμετάλλευσης να-
(α) λαμβάνονται όλα τα κατάλληλα μέτρα για πρόληψη της ρύπανσης,
(β) εφαρμόζονται οι βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές,
(γ) δεν προκαλείται σημαντική ρύπανση,
(δ) αποτρέπεται η παραγωγή αποβλήτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αποβλήτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται,
(ε) στις περιπτώσεις όπου παράγονται απόβλητα, κατά σειρά προτεραιότητας και σύμφωνα με τον περί Αποβλήτων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, αυτά προετοιμάζονται για εκ νέου χρήση, ανακύκλωση, ανάκτηση ή, όταν αυτό είναι τεχνικά και οικονομικά αδύνατο, διατίθενται με τρόπο που αποφεύγονται ή μειώνονται οι επιπτώσεις στο περιβάλλον,
(στ) χρησιμοποιούνται αποτελεσματικά η ενέργεια και οι φυσικοί πόροι,
(ζ) λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα για πρόληψη των ατυχημάτων και περιορισμό των συνεπειών τους, και
(η) λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα κατά τον οριστικό τερματισμό των δραστηριοτήτων της εγκατάστασης, ώστε να αποφεύγεται κάθε κίνδυνος ρύπανσης και ο χώρος της εκμετάλλευσης να επαναφέρεται σε ικανοποιητική κατάσταση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34.
25.-(1)Στις εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στο παρόν Μέρος οι οποίες περιλαμβάνονται στο Παράρτημα IV, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 7, 8, 9, 10, 11, 13, 14, 15, 16 και 18.
(2) Φορέας εκμετάλλευσης, ο οποίος υποβάλλει αίτηση σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), υποβάλλει μαζί με αυτήν, επιπροσθέτως των όσων αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 9, τη Μελέτη Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον, που καταρτίζεται δυνάμει των διατάξεων του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(3) Στις περιπτώσεις που υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες, βάσει άλλων νομοθεσιών, μεταξύ των οποίων, η έκθεση ασφαλείας που συντάσσεται με βάση τους περί Αντιμετώπισης των Κινδύνων Ατυχημάτων Μεγάλης Κλίμακας Σχετιζομένων με Επικίνδυνες Ουσίες Κανονισμούς, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίσταται, οι οποίες ανταποκρίνονται σε κάποια από τις απαιτήσεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου και του εδαφίου (4) του άρθρου 8, τότε οι πληροφορίες αυτές μπορούν να περιλαμβάνονται ή να επισυνάπτονται στην αίτηση.
26.-(1)Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 13, κατά τη χορήγηση ή ανανέωση Άδειας, η Αρμόδια Αρχή δύναται να επισυνάψει σε αυτήν οποιουσδήποτε επιπρόσθετους όρους λειτουργίας για την τήρηση των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 24 και 30.οι επιπρόσθετοι όροι λειτουργίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της Άδειας και αναφέρονται τουλάχιστον στα ακόλουθα:
(α) στις οριακές τιμές εκπομπής για τις ρυπαντικές ουσίες, που απαριθμούνται στο Παράρτημα VII και για άλλες ρυπαντικές ουσίες που είναι πιθανόν να εκπέμπονται από την εγκατάσταση σε σημαντικές ποσότητες, ανάλογα με τη φύση τους και τη δυνατότητα μεταφοράς της ρύπανσης από το ένα επιμέρους στοιχείο του περιβάλλοντος στο άλλο,
(β) στις κατάλληλες απαιτήσεις για να εξασφαλιστεί η προστασία του εδάφους και των υπογείων υδάτων και μέτρα για την παρακολούθηση και τη διαχείριση των αποβλήτων της εγκατάστασης,
(γ) στις κατάλληλες απαιτήσεις παρακολούθησης των εκπομπών, στις οποίες καθορίζεται-
(i) η μεθοδολογία μέτρησης, η συχνότητα και η διαδικασία αξιολόγησης, και
(ii) όταν εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 27, ότι τα αποτελέσματα της παρακολούθησης των εκπομπών διατίθενται για τα ίδια χρονικά διαστήματα και με τις ίδιες βάσεις αναφοράς όπως για τα επίπεδα εκπομπών τα οποία συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές,
(δ) στην υποχρέωση υποβολής στην Αρμόδια Αρχή τακτικώς και τουλάχιστον ετησίως-
(i) πληροφοριών, βάσει των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης των εκπομπών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (γ) και άλλων απαιτούμενων στοιχείων που η Αρμόδια Αρχή κρίνει ως απαραίτητα για τον αποτελεσματικό έλεγχο της συμμόρφωσης της εγκατάστασης με τους όρους λειτουργίας της,
(ii) όταν εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 27, περίληψη των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης των εκπομπών, κατά τρόπο που επιτρέπει τη σύγκριση με τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές,
(ε) στις ενδεδειγμένες απαιτήσεις-
(i) για τη διατήρηση και τον έλεγχο, σε τακτική βάση, της εφαρμογής των μέτρων που λαμβάνονται για την πρόληψη των εκπομπών στο έδαφος και στα υπόγεια ύδατα, σύμφωνα με την παράγραφο (β), και
(ii) για περιοδική παρακολούθηση του εδάφους και των υπογείων υδάτων, όσον αφορά σχετικές επικίνδυνες ουσίες, που είναι πιθανόν να βρίσκονται στο χώρο της εγκατάστασης και λαμβανομένης υπόψη της πιθανότητας ρύπανσης του εδάφους και των υπογείων υδάτων στο χώρο της εγκατάστασης,
(στ) στα μέτρα σχετικά με τις μη κανονικές συνθήκες λειτουργίας, όπως την έναρξη και τον τερματισμό της λειτουργίας, τις διαρροές, την ελαττωματική λειτουργία, τις προσωρινές διακοπές και τον οριστικό τερματισμό της λειτουργίας,
(ζ) στην ελαχιστοποίηση της διασυνοριακής ρύπανσης ή της ρύπανσης σε μεγάλη απόσταση,
(η) στην αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις οριακές τιμές εκπομπής ή παραπομπή σε άλλες ισχύουσες απαιτήσεις, και
(θ) σε οποιαδήποτε άλλη απαίτηση που δεν καλύπτεται από τους όρους λειτουργίας που καθορίζονται δυνάμει του άρθρου 13 ή του παρόντος εδαφίου.
(2) Για τους σκοπούς της παραγράφου (α) του εδαφίου (1), οι οριακές τιμές εκπομπής μπορούν να συμπληρώνονται ή να αντικαθίστανται από την Αρμόδια Αρχή με ισοδύναμες παραμέτρους ή τεχνικά μέτρα που να εξασφαλίζουν αντίστοιχο επίπεδο περιβαλλοντικής προστασίας.
(3) Επιπροσθέτως των πληροφοριών που προβλέπονται στο εδάφιο (1), οι όροι λειτουργίας που επισυνάπτονται στην Άδεια μπορούν να περιέχουν λεπτομέρειες αναφορικά με -
(α) τον εξοπλισμό ή τα όργανα που πρέπει να εγκατασταθούν σε κατάλληλα σημεία και να χρησιμοποιούνται για τη μέτρηση της συγκέντρωσης, του ρυθμού εκπομπής ή της ολικής ποσότητας οποιασδήποτε ουσίας που εκπέμπεται στην ατμόσφαιρα, στα νερά και/ ή στο έδαφος, σε συγκεκριμένη περίοδο ή οποιαδήποτε άλλη παράμετρο λειτουργίας,
(β) τα όργανα μέτρησης ή άλλο εξοπλισμό που πρέπει να εγκαταστήσει ο φορέας εκμετάλλευσης, με δικές του δαπάνες, σε σημεία τα οποία εγκρίνει η Αρμόδια Αρχή, για σκοπούς μέτρησης της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα,
(γ) τα όργανα, τον εξοπλισμό ή τα συστήματα για αποθήκευση των μετρήσεων και τηλεμετάδοσής τους στην Αρμόδια Αρχή,
(δ) το πρόγραμμα μετρήσεων που πρέπει να διεξάγει ο φορέας εκμετάλλευσης, τις τεχνικές εκθέσεις στις οποίες περιλαμβάνονται τα αποτελέσματα των μετρήσεων καθώς και άλλα σχετικά περιβαλλοντικά στοιχεία και τη συχνότητα αποστολής των εκθέσεων στην Αρμόδια Αρχή.
(4)(α) Τα συμπεράσματα ΒΔΤ αποτελούν βάση για τον καθορισμό των όρων λειτουργίας των εγκαταστάσεων που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος Μέρους.
(β) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 30, η Αρμόδια Αρχή δύναται να θέτει όρους λειτουργίας αυστηρότερους από αυτούς που επιτυγχάνονται με τη χρήση βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, οι οποίες περιγράφονται στα συμπεράσματα ΒΔΤ.
(5) Όταν η Αρμόδια Αρχή καθορίζει όρους λειτουργίας βάσει βέλτιστης διαθέσιμης τεχνικής, η οποία δεν περιγράφεται σε κανένα από τα σχετικά συμπεράσματα ΒΔΤ, διασφαλίζει ότι -
(α) για τον καθορισμό της τεχνικής, λαμβάνονται ιδιαιτέρως υπόψη τα κριτήρια του Παραρτήματος III, και
(β) τηρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 27.
(6) Όταν τα συμπεράσματα ΒΔΤ που αναφέρονται στο εδάφιο (5) δεν περιλαμβάνουν επίπεδα εκπομπής που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, η Αρμόδια Αρχή εξασφαλίζει ότι, η προβλεπόμενη στο εδάφιο (5) τεχνική, εγγυάται ένα επίπεδο περιβαλλοντικής προστασίας ισοδύναμο με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, οι οποίες περιγράφονται στα συμπεράσματα ΒΔΤ.
(7) Στις περιπτώσεις που-
(α) δραστηριότητα ή είδος της διαδικασίας παραγωγής που διεξάγεται εντός εγκατάστασης δεν καλύπτεται από οποιαδήποτε συμπεράσματα ΒΔΤ, ή
(β) τα εν λόγω συμπεράσματα δεν καλύπτουν όλες τις πιθανές περιβαλλοντικές επιπτώσεις της δραστηριότητας ή της διαδικασίας,
η Αρμόδια Αρχή, μετά από διαβουλεύσεις με το φορέα εκμετάλλευσης, καθορίζει τους όρους λειτουργίας, με βάση τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές που έχει προσδιορίσει για τις οικείες δραστηριότητες ή διαδικασίες, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τα κριτήρια που καθορίζονται στο Παράρτημα III.
(8) Εν αναμονή της έκδοσης απόφασης από την Επιτροπή, σχετικά με τα συμπεράσματα ΒΔΤ που αφορούν συγκεκριμένο τύπο δραστηριότητας, η Αρμόδια Αρχή καθορίζει, για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, εξαιρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 27, όρους λειτουργίας, βάσει του έγγραφου αναφοράς ΒΔΤ που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή για το συγκεκριμένο τύπο δραστηριότητας πριν τις 6 Ιανουαρίου 2011.
(9) Για τις εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο σημείο 6.6 του Παραρτήματος IV, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν χωρίς επηρεασμό της νομοθεσίας που αφορά την ευημερία των ζώων.
27.-(1)(α) Οι οριακές τιμές εκπομπής ρυπαντικών ουσιών ισχύουν κανονικά στο σημείο όπου οι εκπομπές εξέρχονται από την εγκατάσταση, ενώ δεν υπολογίζεται για τον προσδιορισμό των τιμών αυτών η τυχόν αραίωσή τους πριν από το εν λόγω σημείο.
(β) Όσον αφορά τις έμμεσες απορρίψεις ρυπαντικών ουσιών στα νερά, οι επιπτώσεις μιας εγκατάστασης επεξεργασίας νερών μπορούν να συνυπολογίζονται κατά τον προσδιορισμό των οριακών τιμών εκπομπής της εγκατάστασης, υπό την προϋπόθεση ότι κατοχυρώνεται ισοδύναμο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του και ότι δεν προκαλούνται μεγαλύτερα επίπεδα ρύπανσης.
(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 30, οι αναφερόμενες στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 26 οριακές τιμές εκπομπής και οι ισοδύναμες παράμετροι και τα τεχνικά μέτρα βασίζονται στις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, χωρίς να προδιαγράφουν τη χρήση μιας συγκεκριμένης τεχνικής ή τεχνολογίας.
(3) Η Αρμόδια Αρχή καθορίζει οριακές τιμές εκπομπής που διασφαλίζουν ότι οι εκπομπές, υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας, δεν υπερβαίνουν τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, όπως αυτές καθορίζονται στις αποφάσεις της Επιτροπής, δυνάμει του Άρθρου 13, παράγραφος 5 της Οδηγίας 2010/75/ΕΕ, για τα συμπεράσματα ΒΔΤ, μέσω του καθορισμού -
(α) οριακών τιμών εκπομπής, οι οποίες δεν υπερβαίνουν τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές· οι εν λόγω οριακές τιμές εκπομπής εκφράζονται για το ίδιο ή μικρότερο χρονικό διάστημα και με βάση τις ίδιες συνθήκες λειτουργίας με αυτές των εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, ή
(β) οριακών τιμών εκπομπής, διαφορετικών από εκείνων της παραγράφου (α), όσον αφορά τις τιμές, τις χρονικές περιόδους και τις συνθήκες λειτουργίας.
(4) Όταν εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (3), η Αρμόδια Αρχή αξιολογεί τουλάχιστον ετησίως τα αποτελέσματα της παρακολούθησης των εκπομπών, προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι εκπομπές, υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας, δεν έχουν υπερβεί τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές.
(5)(α) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων των εδαφίων (3) και (4) του παρόντος άρθρου και χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 30, η Αρμόδια Αρχή μπορεί, τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (γ) του παρόντος εδαφίου, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, να θεσπίσει λιγότερο αυστηρές οριακές τιμές εκπομπής. η παρέκκλιση αυτή είναι δυνατή μόνο όταν, μέσω αξιολόγησης, αποδεικνύεται ότι η επίτευξη επιπέδων εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, όπως αυτές περιγράφονται στα συμπεράσματα ΒΔΤ, θα οδηγούσε σε δυσανάλογα υψηλό κόστος σε σύγκριση με τα περιβαλλοντικά οφέλη, λόγω-
(i) της γεωγραφικής θέσης ή των τοπικών περιβαλλοντικών συνθηκών της εγκατάστασης, ή
(ii) των τεχνικών χαρακτηριστικών της εγκατάστασης.
(β) Η Αρμόδια Αρχή τεκμηριώνει, σε παράρτημα που επισυνάπτεται στους όρους λειτουργίας της Άδειας, τους λόγους για την εφαρμογή των διατάξεων του εδαφίου (5), περιλαμβανομένου του αποτελέσματος της αξιολόγησης και την αιτιολόγηση για τους όρους λειτουργίας που επιβάλλονται.
(γ) Οι οριακές τιμές εκπομπής που καθορίζονται σύμφωνα με το εδάφιο (5) δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπής που καθορίζονται στα Παραρτήματα του παρόντος Νόμου.
(δ) Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν προκαλείται σημαντική ρύπανση και ότι επιτυγχάνεται υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του.
(ε) Η Αρμόδια Αρχή αξιολογεί εκ νέου την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου (α), στα πλαίσια κάθε επανεξέτασης των όρων λειτουργίας της Άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33.
(6) Η Αρμόδια Αρχή μπορεί να εγκρίνει προσωρινές παρεκκλίσεις από τις απαιτήσεις των εδαφίων (2), (3) και (4) και από τις παραγράφους (α) και (β) του άρθρου 24, για τη δοκιμή και χρήση αναδυόμενων τεχνικών, για συνολικό χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους εννέα (9) μήνες, υπό την προϋπόθεση ότι, μετά την παρέλευση του καθορισμένου διαστήματος, είτε διακόπτεται η χρήση της τεχνικής είτε η δραστηριότητα επιτυγχάνει τουλάχιστον τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές.
28.-(1)Οι απαιτήσεις παρακολούθησης που αναφέρονται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 26, στηρίζονται, κατά περίπτωση, στα συμπεράσματα σχετικά με την παρακολούθηση, όπως περιγράφονται στα συμπεράσματα ΒΔΤ.
(2) συχνότητα της περιοδικής παρακολούθησης που προβλέπεται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 26, καθορίζεται από την Αρμόδια Αρχή στην Άδεια για κάθε μεμονωμένη εγκατάσταση ή σε γενικούς όρους λειτουργίας.
(3) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (2), η περιοδική παρακολούθηση διενεργείται τουλάχιστον μία φορά ανά πενταετία για τα υπόγεια ύδατα και ανά δεκαετία για το έδαφος, εκτός εάν η παρακολούθηση αυτή βασίζεται σε συστηματική εκτίμηση του κινδύνου ρύπανσης.
29.-(1)Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 12, όταν η Αρμόδια Αρχή καθορίζει γενικούς όρους λειτουργίας, μεριμνά ώστε να εξασφαλίζεται ολοκληρωμένη προσέγγιση και υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, ισοδύναμο με εκείνο που επιτυγχάνεται με τους όρους λειτουργίας μίας μεμονωμένης Άδειας.
(2) Οι γενικοί όροι λειτουργίας βασίζονται στις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, χωρίς να προδιαγράφουν τη χρήση τεχνικής ή συγκεκριμένης τεχνολογίας, προκειμένου να διασφαλισθεί η συμμόρφωση με τις διατάξεις των άρθρων 26 και 27.
(3) Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει ότι οι γενικοί όροι λειτουργίας αναθεωρούνται τακτικά, προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη η πρόοδος των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και προκειμένου να διασφαλισθεί η συμμόρφωση με τις διατάξεις του άρθρου 33.
(4) Όταν η Αρμόδια Αρχή εκδίδει διάταγμα, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 12, με το οποίο καθορίζει γενικούς όρους λειτουργίας βάσει των εδαφίων (1), (2) και (3) του παρόντος άρθρου, το εν λόγω διάταγμα περιέχει αναφορά στις σχετικές διατάξεις του παρόντος Νόμου και της Οδηγίας 2010/75/ΕΕ.
30.-(1)Η Αρμόδια Αρχή, με διάταγμά της που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθορίζει ποιοτικά πρότυπα περιβάλλοντος.
(2) Στις περιπτώσεις που ένα ποιοτικό πρότυπο περιβάλλοντος επιβάλλει όρους αυστηρότερους από εκείνους που μπορούν να επιτευχθούν με τη χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, η Αρμόδια Αρχή, επισυνάπτει στην Άδεια κάθε αναγκαίο πρόσθετο όρο λειτουργίας, με σκοπό την τήρηση του εν λόγω ποιοτικού προτύπου περιβάλλοντος.
31. Η Αρμόδια Αρχή παρακολουθεί και ενημερώνεται σχετικά με την πρόοδο των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και τη δημοσίευση νέων ή αναθεωρημένων συμπερασμάτων ΒΔΤ και θέτει τις πληροφορίες αυτές στη διάθεση του κοινού, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και στο διαδίκτυο.
32.-(1)(α) Ο φορέας εκμετάλλευσης οφείλει να ενημερώνει γραπτώς την Αρμόδια Αρχή για κάθε σχεδιαζόμενη μεταβολή που αφορά τη φύση, τη λειτουργία ή την επέκταση της εγκατάστασης και που είναι δυνατό να έχει επιπτώσεις στο περιβάλλον.
(β) Η Αρμόδια Αρχή τροποποιεί ή ανακαλεί την Άδεια, κατά περίπτωση.
(2) Καμία ουσιαστική μεταβολή που προγραμματίζεται από το φορέα εκμετάλλευσης σε οποιαδήποτε εγκατάσταση δεν πραγματοποιείται χωρίς Άδεια, η οποία χορηγείται δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 7, 8, 9, 10, 11, 13, 14 και 15.
(3)(α) Για τους σκοπούς του εδαφίου (2), ο φορέας εκμετάλλευσης οφείλει να υποβάλει αίτηση, η οποία εξετάζεται από την Αρμόδια Αρχή ως εάν να επρόκειτο για αίτηση που υποβάλλεται προς εξασφάλιση Άδειας για πρώτη φορά.
(β) Τόσο η αίτηση για τη χορήγηση Άδειας όσο και η σχετική απόφαση της Αρμόδιας Αρχής, πρέπει να καλύπτουν τα τμήματα της εγκατάστασης και τις απαιτούμενες, βάσει των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 9 και των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 25, πληροφορίες, που ενδέχεται να διαφοροποιηθούν από την ουσιαστική μεταβολή.
(4) Σε περίπτωση ουσιαστικής μεταβολής, αναφορικά με την οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 9 και του εδάφιου (3) του άρθρου 15 του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, για τη χορήγηση Άδειας λαμβάνεται υπόψη κάθε κατάλληλη πληροφορία ή συμπέρασμα που προκύπτει από την εφαρμογή των άρθρων 12, 13, 17, 21, 23, 24 και 25 του εν λόγω Νόμου.
(5) Κάθε μεταβολή στη φύση ή στη λειτουργία ή τυχόν επέκταση της εγκατάστασης θεωρείται ουσιαστική μεταβολή όταν, με αυτή καθαυτή τη μεταβολή ή επέκταση, επιτυγχάνεται δυναμικότητα που φθάνει στα κατώτατα όρια, τα οποία καθορίζονται στο Παράρτημα IV.
(6) Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 70.
33.-(1)Η Αρμόδια Αρχή επανεξετάζει περιοδικά, σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (2) μέχρι (5), όλους τους όρους λειτουργίας της Άδειας και, εφόσον κρίνει σκόπιμο, τους τροποποιεί, προκειμένου να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(2)(α) Ο φορέας εκμετάλλευσης κατόπιν αιτήματος της Αρμόδιας Αρχής, υποβάλλει όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την επανεξέταση των όρων λειτουργίας της Άδειας, περιλαμβανομένων, ιδίως, των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης των εκπομπών και άλλων στοιχείων που επιτρέπουν τη σύγκριση της λειτουργίας της εγκατάστασης με-
(i) τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, όπως αυτές περιγράφονται στα συμπεράσματα ΒΔΤ, και
(ii) τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές.
(β) Κατά την επανεξέταση των όρων της Άδειας, η Αρμόδια Αρχή χρησιμοποιεί κάθε πληροφορία που έχει προκύψει από την παρακολούθηση των εκπομπών και/ ή από τις επιθεωρήσεις.
(3)(α) Εντός τεσσάρων (4) ετών από τη δημοσίευση των αποφάσεων της Επιτροπής σχετικά με τα συμπεράσματα ΒΔΤ, σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 13, παράγραφος 5 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ, η Αρμόδια Αρχή μεριμνά ώστε, σε σχέση με την κύρια δραστηριότητα της εγκατάστασης, να-
(i) γίνεται επανεξέταση όλων των όρων λειτουργίας και, εάν υπάρχει ανάγκη, να τροποποιούνται, ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ιδίως των εδαφίων (3), (4) και (5) του άρθρου 27, κατά περίπτωση, και
(ii) τηρούνται ανελλιπώς, με συνέπεια και ακρίβεια, όλοι οι όροι λειτουργίας της Άδειας
(β) Κατά την επανεξέταση, λαμβάνονται υπόψη όλα τα νέα ή ενημερωμένα συμπεράσματα ΒΔΤ που αφορούν την εγκατάσταση και αποφασίστηκαν από την Επιτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 13, παράγραφος 5 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ, μετά τη χορήγηση ή πρόσφατη τροποποίηση της Άδειας.
(4) Όταν σε μια εγκατάσταση δεν εφαρμόζεται κανένα από τα συμπεράσματα ΒΔΤ, οι όροι λειτουργίας επανεξετάζονται και, όπου απαιτείται, τροποποιούνται, όταν οι εξελίξεις των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών επιτρέπουν σημαντική μείωση των εκπομπών.
(5) Οι όροι λειτουργίας επανεξετάζονται και, όπου απαιτείται αναπροσαρμόζονται, τουλάχιστον στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) όταν η ρύπανση από την εγκατάσταση είναι τέτοια, ώστε να πρέπει να αναθεωρηθούν οι ισχύουσες οριακές τιμές εκπομπής της Άδειας ή να περιληφθούν σε αυτή νέες οριακές τιμές εκπομπής,
(β) όταν, για την ασφαλή λειτουργία της εγκατάστασης, απαιτείται η εφαρμογή άλλων τεχνικών,
(γ) όταν απαιτείται, για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με νέο ή αναθεωρημένο ποιοτικό πρότυπο περιβάλλοντος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30, και
(δ) όταν λήξει η περίοδος ισχύος τους.
34.-(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων-
(α) του περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται,
(β) του περί της Περιβαλλοντικής Ευθύνης όσον αφορά την Πρόληψη και την Αποκατάσταση Περιβαλλοντικής Ζημιάς Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται,
(γ) των περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων (Προστασία των Υπογείων Υδάτων από τη Ρύπανση και την Υποβάθμιση) Κανονισμών όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, και
(δ) της νομοθεσίας για την προστασία του εδάφους,
η Αρμόδια Αρχή καθορίζει όρους λειτουργίας ώστε να εξασφαλίζεται ότι, κατά τον οριστικό τερματισμό των δραστηριοτήτων μιας εγκατάστασης, τηρούνται οι διατάξεις των εδαφίων (3) και (4).
(2)(α) Στις περιπτώσεις που η δραστηριότητα μιας εγκατάστασης περιλαμβάνει τη χρήση, την παραγωγή ή την ελευθέρωση σχετικών επικίνδυνων ουσιών και, έχοντας υπόψη την πιθανότητα ρύπανσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων στο χώρο της εγκατάστασης, ο φορέας εκμετάλλευσης συντάσσει και υποβάλλει στην Αρμόδια Αρχή βασική έκθεση, πριν από την έναρξη της λειτουργίας της εγκατάστασης ή πριν την τροποποίηση της Άδειας της εγκατάστασης για πρώτη φορά μετά τις 7 Ιανουαρίου 2013.
(β) Η βασική έκθεση περιλαμβάνει τις πληροφορίες που απαιτούνται για τον προσδιορισμό της κατάστασης του εδάφους και της ρύπανσης των υπογείων υδάτων, ώστε να γίνεται ποσοτικοποιημένη σύγκριση της κατάστασης κατά τον οριστικό τερματισμό των δραστηριοτήτων της εγκατάστασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3).
(γ) Η βασική έκθεση περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:
(i) στοιχεία για την παρούσα χρήση και, όταν είναι διαθέσιμα, για τις χρήσεις του χώρου κατά το παρελθόν, και
(ii) εφόσον είναι διαθέσιμα-
(Α) στοιχεία των μετρήσεων των συστατικών του εδάφους και των υπόγειων υδάτων που αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που επικρατεί όταν καταρτίζεται η βασική έκθεση, ή
(Β) στοιχεία νέων μετρήσεων, λαμβανομένης υπόψη της πιθανότητας ρύπανσης του εδάφους ή των υπόγειων υδάτων από τις επικίνδυνες ουσίες, οι οποίες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν, να παραχθούν ή να απελευθερωθούν από τη συγκεκριμένη εγκατάσταση.
(δ) Όταν τα στοιχεία που παρέχονται δυνάμει των διατάξεων οποιαδήποτε άλλου νόμου πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος εδαφίου, τα στοιχεία αυτά μπορούν να περιλαμβάνονται ή να επισυνάπτονται στη βασική έκθεση.
3(α) Κατά τον οριστικό τερματισμό των δραστηριοτήτων μιας εγκατάστασης, ο φορέας εκμετάλλευσης αξιολογεί την κατάσταση ρύπανσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων από σχετικές επικίνδυνες ουσίες, τις οποίες χρησιμοποιεί, παράγει ή ελευθερώνει η εγκατάσταση.
(β) Στις περιπτώσεις που η εγκατάσταση έχει προκαλέσει σημαντική ρύπανση του εδάφους ή των υπόγειων υδάτων από τις σχετικές επικίνδυνες ουσίες, σε σύγκριση με την κατάσταση που έχει καθοριστεί στη βασική έκθεση που αναφέρεται στο εδάφιο (2), ο φορέας εκμετάλλευσης λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση της ρύπανσης αυτής και την επαναφορά του χώρου στην κατάσταση που καθορίζεται στη βασική έκθεση. για το σκοπό αυτό, μπορεί να λαμβάνεται υπόψη η δυνατότητα εφαρμογής, από τεχνικής άποψης, των μέτρων αυτών.
(γ) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των παραγράφων (α) και (β)-
(i) κατά τον οριστικό τερματισμό των δραστηριοτήτων μιας εγκατάστασης και όταν η ρύπανση του εδάφους και των υπόγειων υδάτων στο χώρο θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, ως αποτέλεσμα των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων που διεξάγει ο φορέας εκμετάλλευσης πριν από την τροποποίηση της Άδειας της εγκατάστασης για πρώτη φορά μετά τις 7 Ιανουαρίου 2013, και
(ii) λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών του χώρου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 9,
ο φορέας εκμετάλλευσης λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα, με στόχο την απομάκρυνση, τον έλεγχο, τη συγκράτηση ή τη μείωση σχετικών επικίνδυνων ουσιών, ώστε ο χώρος, λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας ή της εγκεκριμένης μελλοντικής χρήσης του, να μην αποτελεί πλέον κίνδυνο.
(4) Στις περιπτώσεις που ο φορέας εκμετάλλευσης δεν υποχρεούται να συντάξει τη βασική έκθεση που αναφέρεται στο εδάφιο (2), αυτός λαμβάνει, κατά τον οριστικό τερματισμό των δραστηριοτήτων της εγκατάστασης, όλα τα απαραίτητα μέτρα, με στόχο την απομάκρυνση, τον έλεγχο, τη συγκράτηση ή τη μείωση σχετικών επικίνδυνων ουσιών, ώστε ο χώρος, λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας ή της εγκεκριμένης μελλοντικής χρήσης του, να παύσει να θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, λόγω της ρύπανσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων που, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών του χώρου της εγκατάστασης, που έχουν διαπιστωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 9, προκύπτει από τις επιτρεπόμενες δραστηριότητες.
35.-(1)(α) Η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει σχέδιο περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων των εγκαταστάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Μέρους, για την εξέταση όλων των σημαντικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων που προκύπτουν από τις εγκαταστάσεις του Παραρτήματος IV και για τον έλεγχο της τήρησης των όρων λειτουργίας της Άδειάς τους.
(β) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 85, οι φορείς εκμετάλλευσης παρέχουν σε επιθεωρητή κάθε αναγκαία βοήθεια για την πρόσβαση στο χώρο της εγκατάστασης, τη δειγματοληψία και τη συλλογή κάθε στοιχείου που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων του.
(2) Σε όλες τις εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Μέρους, εφαρμόζεται το σχέδιο περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων και η Αρμόδια Αρχή μεριμνά ώστε το σχέδιο να επανεξετάζεται τακτικά και, κατά περίπτωση, να αναπροσαρμόζεται.
(3) Κάθε σχέδιο περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων περιλαμβάνει διατάξεις για -
(α) τη γενική αξιολόγηση των σημαντικών περιβαλλοντικών ζητημάτων,
(β) τη γεωγραφική περιοχή που καλύπτει το σχέδιο,
(γ) τη δημιουργία μητρώου των εγκαταστάσεων του Παραρτήματος IV που καλύπτει το σχέδιο,
(δ) τις διαδικασίες για την κατάρτιση προγραμμάτων τακτικών περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων, βάσει των διατάξεων του εδαφίου (4),
(ε) τις διαδικασίες για έκτακτες περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις, βάσει των διατάξεων του εδαφίου (5), και
(στ) τη συνεργασία μεταξύ των επιθεωρητών, όπου αυτή απαιτείται.
(4)(α) Η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει, βάσει των σχεδίων περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων σε τακτική βάση, προγράμματα τακτικών περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων, όπου απαιτείται, τα οποία περιλαμβάνουν τη συχνότητα των επιτόπιων επιθεωρήσεων για τις διάφορες κατηγορίες εγκαταστάσεων.
(β) Η χρονική περίοδος μεταξύ δύο επιτόπιων επιθεωρήσεων, βασίζεται σε συστηματική εκτίμηση των περιβαλλοντικών κινδύνων των συγκεκριμένων εγκαταστάσεων και δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος για τις εγκαταστάσεις που δημιουργούν τους μεγαλύτερους κινδύνους και τα τρία (3) έτη για τις εγκαταστάσεις που δημιουργούν τους μικρότερους κινδύνους.
(γ) Σε περίπτωση που, κατά την επιθεώρηση, διαπιστωθεί μη συμμόρφωση προς τους όρους λειτουργίας της Άδειας, διενεργείται πρόσθετη επιτόπια επιθεώρηση εντός έξι (6) μηνών από την πρώτη επιθεώρηση.
(δ) Η συστηματική εκτίμηση των περιβαλλοντικών κινδύνων βασίζεται τουλάχιστον στα ακόλουθα κριτήρια:
(i) τις πιθανές και πραγματικές επιπτώσεις των συγκεκριμένων εγκαταστάσεων στην ανθρώπινη υγεία και στο περιβάλλον, λαμβάνοντας υπόψη τα επίπεδα και τα είδη εκπομπών, την ευαισθησία του τοπικού περιβάλλοντος και τον κίνδυνο ατυχημάτων,
(ii) το ιστορικό της εγκατάστασης, όσον αφορά τη συμμόρφωση με τους όρους λειτουργίας της Άδειάς της, και
(iii) τη συμμετοχή του φορέα εκμετάλλευσης στο κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS), σύμφωνα με τον Kανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2009 περί της εκούσιας συμμετοχής οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 761/2001 και των αποφάσεων της Επιτροπής 2001/681 και 2006/193/ΕΚ και σύμφωνα με τον περί της Εκούσιας Συμμετοχής Οργανισμών σε Κοινοτικό Σύστημα Οικολογικής Διαχείρισης και Οικολογικού Ελέγχου Νόμος
(5)(α)Οι επιθεωρητές διενεργούν έκτακτες περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις, το ταχύτερο δυνατό, προκειμένου να διερευνηθούν σοβαρές περιβαλλοντικές καταγγελίες, σοβαρά περιβαλλοντικά ατυχήματα και συμβάντα και περιπτώσεις μη συμμόρφωσης.
(β) Έκτακτες περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις διενεργούνται επίσης, όπου ενδείκνυται, πριν από τη χορήγηση, ανανέωση ή τροποποίηση της Άδειας.
(6)(α) Μετά από κάθε επιτόπια επιθεώρηση, ο Αρχιεπιθεωρητής συντάσσει έκθεση, την οποία υποβάλλει στην Αρμόδια Αρχή, στην οποία περιγράφονται οι σχετικές διαπιστώσεις όσον αφορά τη συμμόρφωση της εγκατάστασης με τους όρους λειτουργίας της Άδειας και περιέχει συμπεράσματα σχετικά με το κατά πόσον απαιτούνται περαιτέρω ενέργειες.
(β) Η έκθεση κοινοποιείται στο φορέα εκμετάλλευσης εντός δύο (2) μηνών από την πραγματοποίηση της επιθεώρησης. η Αρμόδια Αρχή καθιστά την έκθεση διαθέσιμη στο κοινό, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που είναι Σχετικές με το Περιβάλλον Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εντός τεσσάρων (4) μηνών από την πραγματοποίηση της επιτόπιας επιθεώρησης.
(γ) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 16, η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει ότι ο φορέας εκμετάλλευσης προβαίνει σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες που αναφέρονται στην έκθεση, εντός εύλογης χρονικής περιόδου η οποία καθορίζεται στην έκθεση.
36.-(1)Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει ότι παρέχεται στο ενδιαφερόμενο κοινό, το συντομότερο δυνατό και πριν τη λήψη απόφασης, η δυνατότητα αποτελεσματικής συμμετοχής στις ακόλουθες διαδικασίες:
(α) τη χορήγηση Αδειών για νέες εγκαταστάσεις,
(β) τη χορήγηση Άδειας για οποιαδήποτε ουσιαστική μεταβολή,
(γ) τη χορήγηση ή τροποποίηση Άδειας, σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (5) και (6) του άρθρου 27,
(δ) την τροποποίηση Άδειας ή των όρων λειτουργίας αυτής, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων (α), (β) και (γ) του εδαφίου (5) του άρθρου 33.
(2) Η διαδικασία για τη συμμετοχή του κοινού καθορίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 37, 38, 39, 40 και του Παραρτήματος VIII.
(3)(α) Όταν, μετά τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις των άρθρων 37, 38, 39, 40 και του Παραρτήματος VIII, λαμβάνεται απόφαση για τη χορήγηση ή τροποποίηση Άδειας, η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει το κοινό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41 και θέτει στη διάθεσή του τις ακόλουθες πληροφορίες:
(i) το περιεχόμενο της απόφασης, περιλαμβανομένου αντίγραφου της Άδειας και κάθε μετέπειτα τροποποίησής της,
(ii) τους λόγους στους οποίους βασίστηκε η απόφαση,
(iii) τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων πριν από τη λήψη της απόφασης και επεξήγηση του τρόπου με τον οποίο λήφθηκαν υπόψη στο πλαίσιο της εν λόγω απόφασης,
(iv) τους τίτλους των εγγράφων αναφοράς ΒΔΤ που αφορούν την οικεία εγκατάσταση ή δραστηριότητα,
(v) τον τρόπο καθορισμού των όρων λειτουργίας της Άδειας που αναφέρονται στο άρθρο 26, περιλαμβανομένων των οριακών τιμών εκπομπής σε σχέση με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές και τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, και
(vi) στις περιπτώσεις έγκρισης παρεκκλίσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (5) του άρθρου 27, τους συγκεκριμένους λόγους της παρέκκλισης, βάσει των κριτηρίων που ορίζονται στο εν λόγω εδάφιο, και τους επιβληθέντες όρους λειτουργίας.
(β) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i), (ii) και (vi) τίθενται στη διάθεση του κοινού και μέσω διαδικτύου.
(4)(α) Η Αρμόδια Αρχή θέτει στη διάθεση του κοινού-
(i) σχετικές πληροφορίες ως προς τα μέτρα τα οποία λαμβάνει ο φορέας εκμετάλλευσης κατά τον οριστικό τερματισμό των δραστηριοτήτων της εγκατάστασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34, και
(ii) τα αποτελέσματα που διαθέτει η Αρμόδια Αρχή από την παρακολούθηση των εκπομπών, σύμφωνα με τους όρους λειτουργίας της Άδειας.
(β) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α) τίθενται στη διάθεση του κοινού και μέσω διαδικτύου.
(5) Οι διατάξεις των εδαφίων (1), (2), (3) και (4) υπόκεινται στις περιοριστικές διατάξεις των εδαφίων (1), (2), (3), (4) και (5) του άρθρου 8 του περί της Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που είναι Σχετικές με το Περιβάλλον Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
37.-(1)Για τους σκοπούς του άρθρου 36, η Αρμόδια Αρχή, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δύο ευρείας κυκλοφορίας εφημερίδες στη Δημοκρατία και στο διαδίκτυο, ενημερώνει το κοινό κατά την έναρξη της διαδικασίας λήψης απόφασης ή, το αργότερο, αμέσως μόλις καταστεί ευλόγως δυνατή η παροχή των πληροφοριών σχετικά με -
(α) την αίτηση χορήγησης Άδειας ή, ανάλογα με την περίπτωση, την πρόταση για την τροποποίηση Άδειας ή των όρων λειτουργίας αυτής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33, περιλαμβανομένης της περιγραφής των στοιχείων που καθορίζονται στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 9,
(β) όπου ισχύει, το γεγονός ότι μια απόφαση υπόκειται σε εθνική ή διασυνοριακή εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή σε διαβουλεύσεις μεταξύ κρατών μελών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43,
(γ) τις λεπτομέρειες σχετικά με την Αρμόδια Αρχή που είναι υπεύθυνη για τη λήψη της απόφασης, τις αρχές από τις οποίες μπορούν να παρασχεθούν σχετικές πληροφορίες και τις αρχές, προς τις οποίες μπορούν να υποβληθούν παρατηρήσεις ή ερωτήματα, και λεπτομέρειες του χρονοδιαγράμματος για τη διαβίβαση των εν λόγω παρατηρήσεων ή ερωτημάτων,
(δ) τη φύση των πιθανών αποφάσεων ή στην περίπτωση που υφίσταται, το σχέδιο απόφασης,
(ε) όπου ισχύει, τις λεπτομέρειες της πρότασης για τροποποίηση μιας Άδειας ή των όρων λειτουργίας αυτής,
(στ) το γεγονός ότι οι πληροφορίες που σχετίζονται με την εν λόγω αίτηση ή πρόταση διατίθενται στο κοινό κατά τις εργάσιμες μέρες και ώρες στα γραφεία της Αρμόδιας Αρχής και διευκρίνιση των μέσων με τα οποία καθίστανται διαθέσιμες,
(ζ) το γεγονός ότι οποιοδήποτε μέλος του ενδιαφερόμενου κοινού μπορεί να υποβάλει στην Αρμόδια Αρχή απόψεις ή παραστάσεις, αναφορικά με το περιεχόμενο της αίτησης ή πρότασης, εντός τριάντα πέντε (35) ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της γνωστοποίησης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Η Αρμόδια Αρχή, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στο διαδίκτυο, ενημερώνει άμεσα το κοινό για τις απόψεις ή παραστάσεις οποιουδήποτε προσώπου που υποβλήθηκαν δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (ζ) του εδαφίου (1).
(α) για τις κύριες εκθέσεις και συμβουλές που παρέχονται σε αυτήν κατά τη χρονική περίοδο που το ενδιαφερόμενο κοινό ενημερώνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2),
(β) σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που είναι Σχετικές με το Περιβάλλον Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, για τις πληροφορίες, εξαιρουμένων των αναφερομένων στα εδάφια (1) και (2), οι οποίες είναι σχετικές με τη λήψη της απόφασης, σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2), (3), (4), (7) και (8) του άρθρου 11 και του εδαφίου (4) του άρθρου 32, οι οποίες καθίστανται διαθέσιμες μετά την ενημέρωση του ενδιαφερόμενου κοινού, σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2), και
(γ) ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) διατίθενται στο κοινό κατά τις εργάσιμες μέρες και ώρες στα γραφεία της Αρμόδιας Αρχής.
38.-(1)Η Αρμόδια Αρχή αξιολογεί και λαμβάνει δεόντως υπόψη της τα αποτελέσματα της συμμετοχής του ενδιαφερόμενου κοινού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37.
(2) Ανάλογα με τα αποτελέσματα της αξιολόγησης που προβλέπεται στο εδάφιο (1), η Αρμόδια Αρχή μπορεί να αποφασίσει τη διενέργεια δημόσιας ακρόασης, αναφορικά με τις διαδικασίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 36, προτού ολοκληρωθεί η διαδικασία λήψης απόφασης.
(3) Η δημόσια ακρόαση διενεργείται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 39 και 40 και του Παραρτήματος VIII.
(4) Σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή αποφασίσει ότι δεν απαιτείται δημόσια ακρόαση, η απόφασή της αυτή πρέπει να συνοδεύεται από γραπτή αιτιολογία.
(5) Στην περίπτωση λήψης απόφασης δυνάμει του εδαφίου (4), η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει σχετικά τα μέλη του ενδιαφερόμενου κοινού που υπέβαλαν απόψεις ή παραστάσεις δυνάμει της παραγράφου (ζ) του εδαφίου (1) του άρθρου 37, με γραπτή ειδοποίηση και γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δύο ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες στη Δημοκρατία και στο διαδίκτυο, και αναφέρει τους λόγους και τις εκτιμήσεις επί των οποίων βασίστηκε.
(6) Δε διενεργείται δημόσια ακρόαση όταν η υπό αξιολόγηση πρόταση ή διαδικασία άπτεται της δημόσιας ασφάλειας ή άλλων λόγων δημοσίου συμφέροντος που εξειδικεύονται σε αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
39.-(1)Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 41, δημόσια ακρόαση διεξάγεται στην περίπτωση που αναφέρεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 38, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, του άρθρου 40 και του Παραρτήματος VIII.
(2) Η διάρκεια της δημόσιας ακρόασης δεν υπερβαίνει τις σαράντα πέντε (45) ημερολογιακές μέρες, από την ημερομηνία δημοσίευσης της γνωστοποίησης που προβλέπεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 40, εκτός αν υφίστανται εξαιρετικές συνθήκες που δικαιολογούν την παράταση της διαδικασίας, όπως η πολυπλοκότητα και ιδιαιτερότητα της υπό αξιολόγηση πρότασης ή διαδικασίας.
40.-(1)Σε δημόσια ακρόαση μπορούν να συμμετέχουν -
(α) οποιοδήποτε μέλος του ενδιαφερόμενου κοινού και/ ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο έχει έννομο συμφέρον·
(β) δημόσια επιχείρηση, αρχή που καθιδρύεται με βάση νόμο, κρατική υπηρεσία, δήμος, κοινότητα, οργανισμός δημοσίου δικαίου, οργανισμός ιδιωτικού δικαίου, οποιαδήποτε μη κυβερνητική οργάνωση, η οποία προάγει την προστασία του περιβάλλοντος και/ ή οποιοδήποτε πρόσωπο που κατά την κρίση της Αρμόδιας Αρχής, θα ήταν πρόσφορο να συμμετάσχει, μαζί με τους συμβούλους ή εκπροσώπους τους·
(γ) τα μέλη της Τεχνικής Επιτροπής.
(2) Η Αρμόδια Αρχή, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημερολογιακές μέρες πριν την ημερομηνία διεξαγωγής της δημόσιας ακρόασης, σε δύο ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες στη Δημοκρατία και στο διαδίκτυο και, κατά την κρίση της, με γραπτή ειδοποίηση, ενημερώνει σχετικά τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (1).
(3) Στη γνωστοποίηση προσδιορίζονται -
(α) τα κύρια σημεία, σε σχέση με τα οποία επιδιώκεται η παρουσίαση των διαφόρων απόψεων,
(β) η ημερομηνία διεξαγωγής της δημόσιας ακρόασης, και
(γ) η προθεσμία, εντός της οποίας πρέπει να υποβληθούν τυχόν έγγραφες θέσεις από τα μέρη, σε σχέση με-
(i) τα κύρια θέματα που έχει καθορίσει η Αρμόδια Αρχή, ή
(ii) άλλα θέματα, τα οποία κρίνονται ουσιώδη ως προς την υπό αξιολόγηση διαδικασία.
(4) Οποιοδήποτε από τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (1), μπορεί να δηλώσει εγγράφως ότι δεν επιθυμεί να συμμετάσχει στη δημόσια ακρόαση.
(5) Η Αρμόδια Αρχή δύναται, κατά την κρίση της, να επιτρέψει τη συμμετοχή σε δημόσια ακρόαση, σε οποιοδήποτε στάδιο, οποιουδήποτε προσώπου το ζητήσει ή να καλέσει, αν το κρίνει σκόπιμο, οποιοδήποτε πρόσωπο να συμμετάσχει σε αυτήν.
41.-(1) Πριν από τη λήψη απόφασης σχετικά με τις διαδικασίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 36, η Αρμόδια Αρχή αξιολογεί και λαμβάνει δεόντως υπόψη της τις απόψεις ή παραστάσεις που εκφράζονται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 37 και 38 και τα αποτελέσματα της δημόσιας ακρόασης που τυχόν διενεργείται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 39, 40 και του Παραρτήματος VIII.
(2) Αφού η Αρμόδια Αρχή λάβει τελική απόφαση αναφορικά με την πρόταση ή διαδικασία που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 36, ενημερώνει σχετικά και άμεσα το κοινό, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δύο ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες στη Δημοκρατία και στο διαδίκτυο.
(3) Η γνωστοποίηση που αναφέρεται στο εδάφιο (2)-
(α) περιλαμβάνει τις πληροφορίες που καθορίζονται στα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 36 και τις πληροφορίες που είναι καταχωρημένες στο Αρχείο που τηρείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 95,
(β) αναφέρει ότι οι πληροφορίες αυτές διατίθενται στο κοινό κατά τις εργάσιμες μέρες και ώρες στα γραφεία της Αρμόδιας Αρχής, και
(γ) περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με την πρόσβαση στη δικαιοσύνη που προβλέπεται στο άρθρο 42.
42. Πρόσωπο, στο ιδρυτικό έγγραφο ή στο καταστατικό του οποίου ορίζεται ότι, ο κύριος σκοπός της ίδρυσής του είναι η προώθηση της προστασίας του περιβάλλοντος, θεωρείται ότι έχει έννομο συμφέρον, το οποίο δυνατό να επηρεάζεται δυσμενώς από οποιαδήποτε απόφαση, πράξη ή παράλειψη της Αρμόδιας Αρχής, στο πλαίσιο της άσκησης των αρμοδιοτήτων της δυνάμει των άρθρων 36, 37, 38, 39, 40 και 41 και μπορεί να ασκήσει προσφυγή σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος για αναθεώρηση.
43.-(1)(α) Όταν η Αρμόδια Αρχή διαπιστώνει ότι η λειτουργία μιας εγκατάστασης ενδέχεται να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον άλλου κράτους μέλους ή όταν άλλο κράτος μέλος, το οποίο ενδέχεται να επηρεαστεί σοβαρά, το ζητά, τότε, κατά την υποβολή αίτησης χορήγησης Άδειας, σύμφωνα με τις διατάξεις-
(i) των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 8 και των εδαφίων (5) και (6) του άρθρου 11, ή
(ii) του εδαφίου και της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 32,
η Αρμόδια Αρχή διαβιβάζει τις πληροφορίες που έχουν παρασχεθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 37, 38, 39 και 40 και του Παραρτήματος VIII, στο άλλο κράτος μέλος ταυτοχρόνως με τη διάθεσή τους στο κοινό.
(β) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (α), χρησιμεύουν ως βάση για τις τυχόν αναγκαίες διαβουλεύσεις στο πλαίσιο των διμερών σχέσεων μεταξύ της Δημοκρατίας και του εν λόγω κράτους μέλους, σε καθεστώς αμοιβαιότητας και ισότητας.
(2) Στο πλαίσιο των διμερών σχέσεων της Δημοκρατίας με τα λοιπά κράτη μέλη, η Αρμόδια Αρχή μεριμνά ώστε, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1), οι αιτήσεις για τα θέματα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 36, διατίθενται, για χρονικό διάστημα όχι μικρότερο των τριάντα πέντε (35) ημερών, και στο ενδιαφερόμενο κοινό του κράτους μέλους, ώστε το εν λόγω κοινό να έχει δικαίωμα να διατυπώσει τα σχόλιά του πριν τη λήψη απόφασης από την Αρμόδια Αρχή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 41.
(3) Τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων που διεξάγονται σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2) λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη της απόφασης από την Αρμόδια Αρχή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 41.
(4) Η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει κάθε κράτος μέλος, το οποίο έχει συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), σχετικά με την απόφασή της και διαβιβάζει σε αυτό τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 36.
(5) Στα πλαίσια διεξαγωγής διαβουλεύσεων της Δημοκρατίας με άλλο κράτος μέλος για αιτήσεις που υποβάλλονται στην επικράτεια του εν λόγω κράτους μέλους αναφορικά με τις διαδικασίες που καθορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 36, η Αρμόδια Αρχή, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δύο (2) ευρείας κυκλοφορίας εφημερίδες στη Δημοκρατία και στο διαδίκτυο, ενημερώνει το κοινό -
(α) για τις πληροφορίες που έχουν διαβιβαστεί από το εν λόγω κράτος μέλος και ότι οι πληροφορίες αυτές διατίθενται στο κοινό κατά τις εργάσιμες μέρες και ώρες στα γραφεία της Αρμόδιας Αρχής,
(β) ότι οποιοδήποτε μέλος του ενδιαφερόμενου κοινού μπορεί να υποβάλει στην Αρμόδια Αρχή απόψεις ή παραστάσεις αναφορικά με το περιεχόμενο των πληροφοριών που έχουν διαβιβαστεί και το χρονοδιάγραμμα για την υποβολή τους,
(γ) ότι η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει δεόντως υπόψη της τις απόψεις και παραστάσεις που της έχουν υποβληθεί σύμφωνα με την παράγραφο (β) κατά τις διαβουλεύσεις που διεξάγονται στα πλαίσια των διμερών σχέσεων της Δημοκρατίας με το εν λόγω κράτος μέλος, και
(δ) την απόφαση που λήφθηκε και τις πληροφορίες που αναφέρονται στο Άρθρο 24 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2010/75/ΕΕ, τις οποίες διαβίβασε το οικείο κράτος μέλος.