42. Αιτητής δύναται να υποβάλει παράπονο στον Επίτροπο, σε καθορισμένο έντυπο, σε περίπτωση που κρίνει ότι αναφορικά με αίτησή του προς δημόσια αρχή για παροχή πληροφοριών, υπήρξε παράβαση των διατάξεων του Μέρους ΙΙ του παρόντος Νόμου και ειδικότερα ότι -
(α) Υπήρξε παράβαση των υποχρεώσεων της δημόσιας αρχής να πληροφορήσει γραπτώς τον αιτητή κατά πόσο κατέχει ή όχι τις πληροφορίες που ζήτησε με την αίτησή του και, σε περίπτωση που η δημόσια αρχή κατέχει τις εν λόγω πληροφορίες και αυτές είναι προσβάσιμες, να παρέχει τις πληροφορίες αυτές, όπως καθορίζεται στο άρθρο 8,
(β) υπήρξε άρνηση δημόσιας αρχής να ικανοποιήσει και/ή να επιληφθεί αίτησής του με την αιτιολογία ότι η αίτηση είναι καταχρηστική ή έκδηλα παράλογη ή ότι η δημόσια αρχή έχει προηγουμένως συμμορφωθεί με πανομοιότυπη ή ουσιαστικά παρόμοια αίτηση που υπέβαλε ο αιτητής πριν την παρέλευση εύλογου χρονικού διαστήματος από την προηγούμενη αίτησή του, όπως καθορίζεται στο άρθρο 9,
(γ) υπήρξε παράβαση των διατάξεων του άρθρου 10,
(δ) υπήρξε παράβαση της προβλεπόμενης στο άρθρο 11 διαδικασίας καθορισμού και επιβολής τελών από μέρους της δημόσιας αρχής,
(ε) δεν τηρήθηκαν υποχρεώσεις της δημόσιας αρχής σχετικά με την προθεσμία εντός της οποίας αυτή επιλαμβάνεται και διεκπεραιώνει αίτηση, όπως καθορίζεται στο άρθρο 12,
(στ) υπήρξε απόφαση δημόσιας αρχής ότι η παροχή των ζητούμενων πληροφοριών, με τον τρόπο που καθόρισε ο αιτητής στην αίτησή του, δεν είναι εύλογα πρακτική, όπως καθορίζεται στο άρθρο 13,
(ζ) υπήρξε άρνηση δημόσιας αρχής να ικανοποιήσει και/ή να επιληφθεί αίτησής του, με την αιτιολογία ότι το κόστος παροχής πληροφοριών υπερβαίνει το εύλογο κόστος, όπως καθορίζεται στο άρθρο 15,
(η) υπήρξε παράβαση του καθήκοντος δημόσιας αρχής για παροχή βοήθειας και συμβουλών σε αιτητή, όπως καθορίζεται στο άρθρο 17,
(θ) δεν τηρήθηκαν οι ακολουθητέες διαδικασίες που αφορούν την απόρριψη αίτησης παροχής πληροφοριών, όπως καθορίζονται στο άρθρο 18,
(ι) η πιστοποίηση που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 22, του εδαφίου (2) του άρθρου 23 ή του εδαφίου (3) του άρθρου 31 δεν αναφέρεται πράγματι σε εξαιρούμενες πληροφορίες.
43.(1) Ο Επίτροπος, στο πλαίσιο εξέτασης παραπόνου που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 42 ή αυτεπάγγελτα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 37, δύναται να -
(α) Καλέσει τη δημόσια αρχή να εκθέσει τις απόψεις της και να τοποθετηθεί επί συγκεκριμένων ζητημάτων,
(β) διατάξει τη λήψη προσωρινών μέτρων αναφορικά με τη διασφάλιση της πρόσβασης σε πληροφορίες,
(γ) ασκήσει τις εξουσίες που του παρέχονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 41.
(2) Για το σκοπό που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ο Επίτροπος δύναται να κοινοποιήσει στη δημόσια αρχή ειδοποίηση παροχής πληροφοριών με την οποία απαιτεί όπως, εντός της χρονικής προθεσμίας που καθορίζεται στην ειδοποίηση, η δημόσια αρχή κοινοποιήσει στον Επίτροπο, με τον τρόπο και τον τύπο που καθορίζεται στην ειδοποίηση, οποιεσδήποτε πληροφορίες, για να εξακριβώσει συμμόρφωση της δημόσιας αρχής με τις διατάξεις του Μέρους ΙΙ ή με τους κώδικες πρακτικής που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 39, ανάλογα με την περίπτωση:
44.(1) Ο Επίτροπος, αφού εξετάσει το παράπονο που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 42, εκδίδει απόφαση η οποία είναι δεσμευτική.
(2) Η απόφαση του Επιτρόπου δυνατό να είναι απορριπτική στην περίπτωση που -
(α) Ο παραπονούμενος δεν έχει εξαντλήσει τις διαδικασίες παραπόνων που προσφέρονται από τη δημόσια αρχή σύμφωνα με τον κώδικα πρακτικής που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 39· ή
(β) υπήρξε μη εύλογη καθυστέρηση στην υποβολή του παραπόνου, ή
(γ) το αίτημα είναι καταχρηστικό ή έκδηλα παράλογο· ή
(δ) προκύπτει από τα γεγονότα της υπόθεσης ότι το αίτημα έχει μεταγενέστερα ανακληθεί ή εγκαταλειφθεί.
(3) Σε περίπτωση που ο Επίτροπος αποφασίζει ότι δημόσια αρχή-
(α) Δεν έχει παράσχει πληροφορίες ή δεν παρείχε επιβεβαίωση ή άρνηση κατοχής πληροφοριών ενώ όφειλε να το είχε πράξει δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 8· ή
(β) δεν έχει συμμορφωθεί με οποιεσδήποτε από τις προϋποθέσεις των διατάξεων των άρθρων 9, 13 και 19,
στην απόφασή του καθορίζει τα μέτρα που πρέπει να λάβει η δημόσια αρχή για να συμμορφωθεί με τις πιο πάνω απαιτήσεις και τη χρονική περίοδο εντός της οποίας πρέπει να ληφθούν τα μέτρα αυτά καθώς και λεπτομέρειες για το δικαίωμα ένστασης που προβλέπεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 45.
(4)Σε περίπτωση που ο Επίτροπος, στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων του δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 37, κρίνει ότι δημόσια αρχή δεν έχει συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του Μέρους ΙΙ, δύναται να εκδώσει απόφαση με την οποία καθορίζει τα μέτρα που πρέπει να λάβει η δημόσια αρχή για να συμμορφωθεί και τη χρονική περίοδο εντός της οποίας πρέπει να ληφθούν τα μέτρα αυτά, καθώς και λεπτομέρειες για το δικαίωμα ένστασης που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 45.
45.(1) Παραπονούμενος στον οποίο κοινοποιήθηκε απόφαση του Επιτρόπου, δύναται να υποβάλει ένσταση κατά της απόφασης εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (5), δημόσια αρχή δύναται, αφού της κοινοποιηθεί η απόφαση του Επιτρόπου με την οποία διατάσσεται να παρέχει πρόσβαση σε πληροφορίες που κατέχει, να υποβάλει ένσταση εναντίον αυτής εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών, ότι δεν καθίσταται εφικτή η συμμόρφωση της δημόσιας αρχής στο καθορισμένο χρονικό διάστημα ή σε οιοδήποτε χρόνο για τεχνικούς λόγους ή για λόγους οικονομικού κόστους ή λόγω του ότι οι αιτούμενες πληροφορίες είναι εξαιρούμενες πληροφορίες ή λόγω του ότι η αποκάλυψη των αιτούμενων πληροφοριών θέτει σε σοβαρό κίνδυνο το δημόσιο συμφέρον:
(3) Στην περίπτωση που υποβληθεί ένσταση, ο Επίτροπος επανεξετάζει την απόφασή του, εντός είκοσι (20) ημερών και εκδίδει νέα απόφαση:
(4) Πιστοποίηση που υποβάλλεται, στα πλαίσια της διαδικασίας που καθορίζεται στο παρόν άρθρο, στον Επίτροπο από τον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 31 ή το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή τον αρμόδιο υπουργό της δημόσιας αρχής δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 22 ή του εδαφίου (2) του άρθρου 23, στην οποία περιλαμβάνεται δήλωση ότι η ικανοποίηση του υποβληθέντος αιτήματος θα έθετε σε κίνδυνο το δημόσιο συμφέρον και/ή ότι θα έχει ως αποτέλεσμα την αποκάλυψη εξαιρούμενων πληροφοριών, συνιστά αμάχητο τεκμήριο νόμιμης αιτιολογίας ότι δεν υφίσταται παράλειψη συμμόρφωσης ή υποχρέωση συμμόρφωσης της δημόσιας αρχής προς την απόφαση του Επιτρόπου και είναι δεσμευτική.
46.(1) Ανεξάρτητα από την ποινική ευθύνη ή την ποινική δίωξη οποιουδήποτε προσώπου, εφόσον εξακολουθεί να εκκρεμεί αίτημα για πρόσβαση σε πληροφορίες από αιτητή, ο Επίτροπος, κατά την κρίση του, δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) σε δημόσια αρχή η οποία, ενώ παραλαμβάνει την απόφαση του Επιτρόπου, όπως καθορίζεται στα άρθρα 44 και 45, δεν προβαίνει στις δέουσες ενέργειες για υλοποίηση των καθορισμένων σε αυτή μέτρων εντός της καθορισθείσας προθεσμίας:
(2) Σε περίπτωση συνέχισης της παράβασης ο Επίτροπος δύναται να επιβάλλει πρόστιμο μέχρι πενήντα ευρώ (€50) για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης:
(3) Ο Επίτροπος επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου με αιτιολογημένη απόφασή του στην οποία αναφέρεται η παράβαση, αφού προηγουμένως ακούσει ή/και δώσει την ευκαιρία στη δημόσια αρχή ή εκπρόσωπό της να ακουστεί προφορικώς ή γραπτώς.
(4) Κατά την επιβολή διοικητικού προστίμου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο Επίτροπος δύναται να λάβει υπόψη του οποιαδήποτε ανάληψη δέσμευσης που παρέχεται έναντί του από τη δημόσια αρχή ή εκ μέρους της αναφορικά με τη γενόμενη παράβαση και την προοπτική άρσης ή αποκατάστασης αυτής και, σε κάθε περίπτωση, ο Επίτροπος μεριμνά, ώστε να μην επιβάλλεται, για την ίδια πράξη, διοικητικό πρόστιμο αφού επιβληθεί ποινή συνεπεία καταδίκης για τέλεση ποινικού αδικήματος.
(5) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από τον Επίτροπο όταν παρέλθει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, προθεσμία των εβδομήντα πέντε (75) ημερών, από την κοινοποίηση της απόφασης για επιβολή διοικητικού προστίμου.
(6) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής των κατά τον παρόντα Νόμο επιβαλλόμενων από τον Επίτροπο προστίμων, ο Επίτροπος λαμβάνει δικαστικά μέτρα προς είσπραξη του οφειλόμενου ποσού ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.