35. Τα καθήκοντα που ανατίθενται στον Επίτροπο Πληροφοριών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ασκούνται από τον εκάστοτε Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, ο οποίος διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου και ο οποίος για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ονομάζεται «Επίτροπος Πληροφοριών».
36. Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου όσον αφορά τα προσόντα, τα κωλύματα και τις υποχρεώσεις του Επιτρόπου, εφαρμόζονται οι διατάξεις των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 18, των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 19, του άρθρου 20 και του εδαφίου (1) του άρθρου 21 του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου.
37.(1) Ο Επίτροπος εκτελεί τα καθήκοντα που του ανατίθενται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και ασκεί γενική εποπτεία εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και, ειδικότερα, ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
(α) Εγκρίνει ή απορρίπτει σχέδια δημοσίευσης ή πρότυπα σχέδια δημοσίευσης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 38,
(β) δύναται να αξιολογεί τη συμμόρφωση οποιασδήποτε δημόσιας αρχής με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και τους κώδικες πρακτικής που εκδίδονται από τον ίδιο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 39,
(γ) ενημερώνει το κοινό και δύναται να παρέχει συμβουλές σε οποιοδήποτε πρόσωπο, αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και οποιαδήποτε άλλα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές του δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου,
(δ) εκδίδει οδηγίες ως προς την ενιαία εφαρμογή των ρυθμίσεων του Νόμου,
(ε) απευθύνει συστάσεις και υποδείξεις στις δημόσιες αρχές και τις δημοσιοποιεί κατά την κρίση του,
(στ) καταγγέλλει τις παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος Νόμου στις αρμόδιες αρχές,
(ζ) αποφασίζει επί παραπόνων που υποβάλλονται ενώπιόν του δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 42,
(η) επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 46.
(2) Ο Επίτροπος έχει εξουσίες εισόδου και επιθεώρησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 41 και προς το σκοπό αυτό διενεργεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από καταγγελία έλεγχο σε οποιαδήποτε δημόσια αρχή.
(3)(α) Ο Επίτροπος καταρτίζει και καταθέτει στο Υπουργικό Συμβούλιο, ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων αναφορικά με τις δραστηριότητές του δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και κοινοποιεί αντίγραφό της στον Υπουργό και στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
(β) Μετά την αναφερόμενη στην παράγραφο (α) κατάθεση και κοινοποίηση της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων, ο Επίτροπος δημοσιοποιεί την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων.
38.(1) Ο Επίτροπος εγκρίνει ή απορρίπτει σχέδιο δημοσίευσης που υποβάλλεται σ’ αυτόν από δημόσια αρχή και, σε περίπτωση που απορρίπτει το σχέδιο αυτό, κοινοποιεί στη δημόσια αρχή δήλωση με τους λόγους απόρριψης του σχεδίου:
(2) Ο Επίτροπος δύναται να ετοιμάσει πρότυπα σχέδια δημοσίευσης για δημόσιες αρχές ή κατηγορίες δημόσιων αρχών, ή να εγκρίνει για δημόσιες αρχές ή κατηγορίες δημόσιων αρχών πρότυπα σχέδια δημοσίευσης που υποβάλλονται από δημόσιες αρχές και τα οποία κοινοποιούνται στις δημόσιες αρχές, με σκοπό να τις καθοδηγήσουν στην ετοιμασία των σχεδίων δημοσίευσής τους:
(3) Ο Επίτροπος δύναται, με την έγκριση πρότυπου σχεδίου δημοσίευσης, να καθορίσει χρονική περίοδο για την οποία έχει ισχύ η έγκριση αυτή:
(4) Οι δημόσιες αρχές δύναται να υποβάλλουν στον Επίτροπο πρότυπα σχέδια δημοσίευσης ή τροποποιήσεις σε υπάρχοντα πρότυπα σχέδια δημοσίευσης και, σε περίπτωση απόρριψής τους, ο Επίτροπος κοινοποιεί στην επηρεαζόμενη δημόσια αρχή τους λόγους απόρριψη τους.
39.(1) Με σκοπό την παροχή πρακτικής καθοδήγησης σε σχέση με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και Κανονισμών που εκδίδονται με βάση αυτόν και ειδικότερα σε σχέση με την άσκηση των αρμοδιοτήτων που παρέχονται σε δημόσιες αρχές δυνάμει των διατάξεων του Μέρους ΙΙ, ο Επίτροπος ετοιμάζει και δημοσιεύει κώδικες πρακτικής, τους οποίους δύναται να αναθεωρεί, να τροποποιεί ή να αποσύρει.
(2) Κώδικες πρακτικής που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) δύναται να περιλαμβάνουν διαφορετικές πρόνοιες για διαφορετικές δημόσιες αρχές.
(3) Κώδικας πρακτικής που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) περιλαμβάνει πρόνοιες αναφορικά με -
(α) Την παροχή συμβουλών και βοήθειας από δημόσιες αρχές σε πρόσωπα που σκοπεύουν να υποβάλουν ή έχουν υποβάλει αίτηση παροχής πληροφοριών,
(β) τη διαβίβαση αιτημάτων παροχής πληροφοριών από μία δημόσια αρχή σε άλλη δημόσια αρχή η οποία κατέχει ή δυνατό να κατέχει τις ζητούμενες πληροφορίες,
(γ) τη διαβούλευση με πρόσωπα με τα οποία σχετίζονται οι ζητούμενες πληροφορίες ή πρόσωπα των οποίων τα συμφέροντα πιθανόν να επηρεαστούν από την αποκάλυψη των πληροφοριών,
(δ) τη συμπερίληψη σε συμβάσεις που συνομολογεί δημόσια αρχή όρων που αφορούν την αποκάλυψη πληροφοριών, και
(ε) την ακολουθητέα διαδικασία από δημόσιες αρχές για την αντιμετώπιση παραπόνων αναφορικά με τη διαχείριση αιτημάτων παροχής πληροφοριών από αυτές.
40.(1) Ο Επίτροπός, σε περίπτωση που κρίνει ότι η πρακτική δημόσιας αρχής σε σχέση με την άσκηση των αρμοδιοτήτων της δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου δεν είναι σύμφωνη με τις προτάσεις που περιλαμβάνονται στους κώδικες πρακτικής που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 39, δύναται να κοινοποιήσει στη δημόσια αρχή σύσταση, εφεξής καλούμενη «σύσταση πρακτικής», στην οποία καταγράφει τα μέτρα τα οποία, κατά την κρίση του, πρέπει να ληφθούν για να προωθηθεί τέτοια συμμόρφωση.
(2) Σύσταση πρακτικής κοινοποιείται εγγράφως και περιλαμβάνει αναφορά στην πρόνοια του κώδικα πρακτικής με την οποία, κατά την κρίση του Επιτρόπου, δεν συμμορφώνεται η πρακτική της δημόσιας αρχής.
41. Ο Επίτροπος ή δεόντως εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπός του, αν έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι υπήρξε παράβαση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου υποχρεώσεων δημόσιας αρχής, δύναται, κατά οποιαδήποτε εύλογη ώρα και επιδεικνύοντας αποδεικτικό της ιδιότητάς του εφόσον του ζητηθεί, να προβαίνει σε οποιαδήποτε ή όλες τις πιο κάτω ενέργειες:
(α) Να εισέρχεται ελεύθερα και χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση σε οποιοδήποτε υποστατικό δημόσιας αρχής και να διεξάγει έρευνα·
(β) να επιθεωρεί και να κατάσχει οποιαδήποτε έγγραφα ή άλλο υλικό που βρίσκονται σε υποστατικό δημόσιας αρχής τα οποία ευλόγως δύναται να αποτελούν αποδεικτικό στοιχείο για την πιο πάνω αναφερόμενη παράβαση·
(γ) να επιθεωρεί, εξετάζει, λειτουργεί και ελέγχει οποιοδήποτε εξοπλισμό βρίσκεται σε υποστατικό δημόσιας αρχής στον οποίο ίσως έχουν καταγραφεί πληροφορίες που βρίσκονται στην κατοχή της δημόσιας αρχής·
(δ) να συνοδεύεται από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο και να φέρει μαζί του οποιοδήποτε εξοπλισμό ή υλικά που είναι αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκείται η εξουσία εισόδου στο υποστατικό· και
(ε) να απευθύνει ερωτήσεις σε δημόσια αρχή ή οποιοδήποτε πρόσωπο εργοδοτείται από δημόσια αρχή ή είναι αξιωματούχος αυτής ή υπόκειται σε οδηγίες δημόσιας αρχής, για το οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι μπορεί να παράσχει πληροφορίες σχετιζόμενες με οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκείται η εξουσία εισόδου στο υποστατικό.