33. Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι οι κοινοποιημένοι οργανισμοί συμμετέχουν, απευθείας ή δια διορισθέντων αντιπροσώπων, στις εργασίες της τομεακής ομάδας των κοινοποιημένων οργανισμών, η οποία θεσμοθετείται από την Επιτροπή.
34. Η αρμόδια αρχή, μέσω του συστήματος πληροφοριών που διατίθεται για τον σκοπό αυτό από την Επιτροπή, κοινοποιεί στην Επιτροπή το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας των αρχών της Δημοκρατίας που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή του παρόντος Νόμου.
35.-(1) Από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, η αρμόδια αρχή δύναται να απαγορεύει τον απόπλου των πλοίων στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου, εάν δεν τηρούν τις απαιτήσεις των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 5, του εδαφίου (2) του άρθρου 6 και του εδαφίου (3) του άρθρου 8 του παρόντος Νόμου και των δυνάμει του παρόντος Νόμου εκδιδόμενων Κανονισμών.
(2) Εφόσον κατά την επιθεώρηση η αρμόδια αρχή διαπιστώσει παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (1), προβαίνει σε βεβαίωση της παράβασης, συντάσσει σχετική έκθεση, καλεί τον πλοίαρχο σε απολογία και δύναται να απαγορεύσει τον απόπλου του πλοίου μέχρις ότου βεβαιωθεί ότι έχει αποκατασταθεί η αιτία της μη συμμόρφωσής του και, όπου αυτό εφαρμόζεται, καταβάλλεται οποιοδήποτε διοικητικό πρόστιμο ήθελε επιβληθεί κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 36:
(3) Τα έξοδα επιθεώρησης του πλοίου για βεβαίωση της αποκατάστασης της παράβασης βαρύνουν το πλοίο και καταβάλλονται προ της άρσης της απαγόρευσης απόπλου.
(4) Κατά την άσκηση του ελέγχου από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, πρέπει να καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να αποφεύγεται η αδικαιολόγητη απαγόρευση απόπλου ή η καθυστέρηση πλοίου.
(5) Σε περίπτωση αδικαιολόγητης απαγόρευσης απόπλου ή καθυστέρησης, ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου δικαιούται αποζημίωση για τις τυχόν απώλειες ή ζημιά που έχει υποστεί:
36.-(1) Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι πρόσωπο διενεργεί πράξη ή τελεί σε παράλειψη, κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η αρμόδια αρχή δύναται να επιβάλλει σε τέτοιο πρόσωπο διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€8.500), ανάλογα με την βαρύτητα της παράβασης, ανεξάρτητα από το αν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή άλλου νόμου ή κανονιστικής διοικητικής πράξης.
(2) Προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, η αρμόδια αρχή ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, μέσα σε προθεσμία πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.
(3) Η αρμόδια αρχή επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο, και-
(α) Η οποία καθορίζει την παράβαση· και
(β) διά της οποίας πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο-
(i) περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση-
(αα) με προσφυγή στον Υπουργό, και
(ββ) με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου του 2015, και
(ii) περί των προθεσμιών εντός των οποίων δύνανται να ασκηθούν τα προαναφερόμενα δικαιώματα, και
(γ) η οποία καθίσταται εκτελεστή με την εν λόγω διαβίβασή της.
(4) O Υπουργός δύναται να καθορίζει με οδηγίες του τα ενδεικτικά κριτήρια υπολογισμού του ύψους του διοικητικού προστίμου το οποίο προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), χωρίς τούτο να περιορίζει τη διακριτική ευχέρεια της αρμόδιας αρχής να αποφασίζει ελεύθερα περί του ύψους του επιβαλλομένου διοικητικού προστίμου, με βάση τα κατά περίπτωση πραγματικά περιστατικά.
(5) Η αρμόδια αρχή δεν επιτρέπει την άρση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35 απαγόρευσης απόπλου, μέχρις ότου καταβληθεί το διοικητικό πρόστιμο ή κατατεθεί τραπεζική εγγύηση αναγνωρισμένης τράπεζας για ίσο ποσό, και με όρους που ικανοποιούν την αρμόδια αρχή.
(6)(α) Το επηρεαζόμενο πρόσωπο και ο αντιπρόσωπός του στη Δημοκρατία δικαιούνται έκαστος να προσβάλλουν, με προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, την απόφαση της αρμόδιας αρχής δυνάμει του παρόντος άρθρου περί επιβολής διοικητικού προστίμου, η οποία απόφαση αφορά το εν λόγω πλοίο.
(β) Η προσφυγή ενώπιον του Υπουργού ασκείται εγγράφως μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη διαβίβαση της προσβαλλόμενης απόφασης στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.
(γ) Σε περίπτωση που το διοικητικό πρόστιμο επιβλήθηκε με απόφαση του Υπουργού ως αρμόδια αρχή, το παρόν εδάφιο εφαρμόζεται ως εάν να ήταν διάταξη που προβλέπει την υποβολή ένστασης στον Υπουργό κατά της απόφασής του περί επιβολής του διοικητικού προστίμου.
(7) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου, στο οποίο υπεβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του παρόντος Νόμου, να καταβάλει στην αρμόδια αρχή τέτοιο πρόστιμο, η αρμόδια αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(8) Διοικητικό πρόστιμο επιβαλλόμενο δυνάμει του παρόντος άρθρου επί πλοιοκτήτη, αναφορικά με πλοίο του, συνιστά επιβάρυνση επί του πλοίου, η οποία επιβάρυνση ικανοποιείται κατά προτίμηση έναντι των άλλων δανειστών, όμως έπεται της τελευταίας υποθήκης.
(9) Σε περίπτωση που το διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου προσβλήθηκε επιτυχώς, είτε ενώπιον του Υπουργού σύμφωνα με το παρόν άρθρο, είτε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου, ισχύουν τα ακόλουθα:
(α) Τα εδάφια (7) και (8) δεν εφαρμόζονται αναφορικά με τέτοιο διοικητικό πρόστιμο∙
(β) η αρμόδια αρχή επιστρέφει οποιοδήποτε καταβληθέν διοικητικό πρόστιμο, στο πρόσωπο που το είχε καταβάλει.
37.-(1) Διαπράττει αδίκημα, τιμωρούμενο, σε περίπτωση καταδίκης, με φυλάκιση μέχρι δύο (2) έτη ή με χρηματική ποινή μέχρι οκτώ χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€ 8.500) ή και με τις δύο αυτές ποινές, ο πλοίαρχος, ο οποίος, επιχειρεί τον απόπλου πλοίου κατά παράβαση απαγόρευσης απόπλου που επεβλήθη στο πλοίο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35.
(2) Το ίδιο πιο πάνω αδίκημα διαπράττει ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, το οποίο, εν γνώσει του, συμπράττει ή συντρέχει στην τέλεση του σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1).
(3) Διαπράττει αδίκημα, τιμωρούμενο, σε περίπτωση καταδίκης, με φυλάκιση μέχρι τρία (3) έτη ή με χρηματική ποινή μέχρι οκτώ χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€8.500) ή και με τις δύο αυτές ποινές, ο κατασκευαστής εξοπλισμού πλοίων, ο οποίος, κατά παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (9) του άρθρου 12, δεν λαμβάνει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να καταστήσει τον εξοπλισμό πλοίων σύμμορφο με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, δεν αποσύρει τον εξοπλισμό από την αγορά ή τον ανακαλεί σύμφωνα με το μέτρο το οποίο του επιβλήθηκε από την αρμόδια αρχή.
(4) Διαπράττει αδίκημα, τιμωρούμενο, σε περίπτωση καταδίκης, με φυλάκιση μέχρι τρία (3) έτη ή με χρηματική ποινή μέχρι οκτώ χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€8.500) ή και με τις δύο αυτές ποινές, ο οικονομικός φορέας εξοπλισμού πλοίων, ο οποίος, κατά παράβαση των διατάξεων των εδαφίων (1) και (4) του άρθρου 26, των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 28, των εδαφίων (1) ή/και (2) του άρθρου 29, δεν λαμβάνει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να καταστήσει τον εξοπλισμό πλοίων σύμμορφο με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, δεν αποσύρει τον εξοπλισμό από την αγορά ή τον ανακαλεί σύμφωνα με το μέτρο το οποίο του επιβλήθηκε από την αρμόδια αρχή.
38. Οι ακόλουθες Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις οι οποίες έχουν εκδοθεί δυνάμει του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Εξοπλισμός Πλοίων) Νόμου, θεωρούνται ότι εκδόθηκαν δυνάμει του παρόντος Νόμου και εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι να αντικατασταθούν:
(α) Το περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Εξοπλισμός Πλοίων) Διάταγμα του 2016∙
(β) η περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Εξοπλισμός Πλοίων) Γνωστοποίηση του 2016.
39.-(1) Η αρμόδια αρχή κατά την εφαρμογή του παρόντος Νόμου λαμβάνει υπόψη τις εκάστοτε εκτελεστικές πράξεις της Επιτροπής που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 35 της Οδηγίας 2014/90/ΕΕ μέσω των οποίων υποδεικνύει τις σχετικές απαιτήσεις σχεδιασμού, κατασκευής και επιδόσεων και τα πρότυπα δοκιμών που προβλέπονται από τις διεθνείς νομικές πράξεις για κάθε στοιχείο του εξοπλισμού πλοίων για το οποίο απαιτείται έγκριση της αρμόδιας αρχής σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις.
(2) Οι αναφερόμενες στο εδάφιο (1) εκτελεστικές πράξεις της Επιτροπής, γνωστοποιούνται με εγκύκλιο του Διευθυντή.
40. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.