57.-(1) Όλοι οι νόμιμοι ελεγκτές και όλα τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία υπόκεινται σε αρχές επαγγελματικής δεοντολογίας οι οποίες καλύπτουν τουλάχιστον την ιδιότητά τους ως προστατών του δημοσίου συμφέροντος, την ακεραιότητα και την αντικειμενικότητά τους, καθώς και την επαγγελματική τους ικανότητα και τη δέουσα επιμέλεια.
(2) Οι νόμιμοι ελεγκτές και τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία οφείλουν να συμμορφώνονται –
(α)Τηρουμένης της παραγράφου (β), με τον Κώδικα Δεοντολογίας, ή
(β) με μέτρα βασιζόμενα επί των αρχών της επαγγελματικής δεοντολογίας και θεσπιζόμενα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
(3) Κατά τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου, κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο διατηρεί τον επαγγελματικό του προβληματισμό καθ' όλη τη διάρκεια του ελέγχου, αναγνωρίζοντας την πιθανότητα ύπαρξης ουσιώδους σφάλματος λόγω γεγονότων ή συμπεριφοράς που φανερώνουν παρατυπίες, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης απάτης ή σφάλματος, ανεξαρτήτως της εμπειρίας που έχει αποκομίσει στο παρελθόν ο ελεγκτής ή το ελεγκτικό γραφείο σχετικά με την ειλικρίνεια και την ακεραιότητα της διοίκησης της ελεγχόμενης οντότητας και των προσώπων που έχουν επιφορτιστεί με τη διακυβέρνησή της.
(4) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο επιδεικνύει επαγγελματικό προβληματισμό ιδίως κατά την ανασκόπηση των εκτιμήσεων της διοίκησης σχετικά με την εύλογη αξία, την απομείωση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων, τις προβλέψεις και τις μελλοντικές ταμειακές ροές σχετικά με τη δυνατότητα της οντότητας να συνεχίσει τις δραστηριότητές της.
(5) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «επαγγελματικός προβληματισμός» σημαίνει τη συμπεριφορά που περιλαμβάνει διάθεση αμφισβήτησης, επαγρύπνηση απέναντι σε συνθήκες που ενδέχεται να υποδεικνύουν πιθανή ανακρίβεια λόγω σφάλματος ή απάτης και κριτική αξιολόγηση των αποδεικτικών εγγράφων του ελέγχου.
58.-(1) Κατά τη διενέργεια υποχρεωτικού ελέγχου, κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, καθώς και οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο είναι σε θέση να επηρεάσει κατά άμεσο ή έμμεσο τρόπο το αποτέλεσμα του υποχρεωτικού ελέγχου, έχουν υποχρέωση να διασφαλίζουν την ανεξαρτησία τους έναντι της ελεγχόμενης οντότητας και να μην συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε αυτήν.
(2) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, καθώς και οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο είναι σε θέση να επηρεάσει κατά άμεσο ή έμμεσο τρόπο το αποτέλεσμα του υποχρεωτικού ελέγχου, έχουν υποχρέωση να διασφαλίζουν την ανεξαρτησία τους έναντι στην ελεγχόμενη οντότητα τόσο κατά την περίοδο που καλύπτεται από τις υπό έλεγχο οικονομικές καταστάσεις όσο και κατά την περίοδο διενέργειας του υποχρεωτικού ελέγχου.
(3) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα για να διασφαλίσει ότι, κατά τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου, η ανεξαρτησία του δεν επηρεάζεται από οποιαδήποτε υφιστάμενη ή δυνητική σύγκρουση συμφερόντων ή επιχειρηματική ή άλλη άμεση ή έμμεση σχέση στην οποία εμπλέκεται ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο που διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο και, κατά περίπτωση, το δίκτυό του, τα διευθυντικά στελέχη του, οι ελεγκτές ή οι υπάλληλοί του, οποιαδήποτε άλλα φυσικά πρόσωπα οι υπηρεσίες των οποίων τίθενται στη διάθεση ή υπό τον έλεγχο του νόμιμου ελεγκτή ή του ελεγκτικού γραφείου ή οποιοδήποτε πρόσωπο συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με τον νόμιμο ελεγκτή ή το ελεγκτικό γραφείο μέσω της άσκησης υποχρεωτικού ελέγχου.
(4) Οι νόμιμοι ελεγκτές και τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία δεν διενεργούν υποχρεωτικό έλεγχο όταν υπάρχει κίνδυνος να προκύψει αυτοανασκόπηση, ίδιο συμφέρον, προάσπιση, οικειότητα ή εκφοβισμός, που απορρέουν από οικονομική, προσωπική, επιχειρηματική, εργασιακή ή άλλη σχέση μεταξύ -
(α) Του νόμιμου ελεγκτή, του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου, του δικτύου του, καθώς και οποιουδήποτε φυσικού προσώπου είναι σε θέση να επηρεάσει το αποτέλεσμα του νόμιμου ελέγχου, και
(β) της ελεγχόμενης οντότητας,
με αποτέλεσμα ένα αντικειμενικό, συνετό και ενημερωμένο τρίτο πρόσωπο, λαμβάνοντας υπόψη τις εφαρμοζόμενες ασφαλιστικές δικλίδες, να κατέληγε στο συμπέρασμα ότι υπονομεύεται η ανεξαρτησία του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.
(5) Ο νόμιμος ελεγκτής, το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, οι κύριοι εταίροι ελέγχου τους, οι υπάλληλοί τους, καθώς και οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο οι υπηρεσίες του οποίου τίθενται στη διάθεση ή υπό τον έλεγχο του νόμιμου ελεγκτή ή νόμιμου ελεγκτικού γραφείου και το οποίο συμμετέχει άμεσα σε δραστηριότητες υποχρεωτικού ελέγχου, καθώς και πρόσωπα που έχουν στενούς δεσμούς με τα ανωτέρω κατά την έννοια που τους αποδίδεται από το Άρθρο 3, παράγραφος 1, σημείο 26), του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014, δεν κατέχουν ούτε διατηρούν υλικό και άμεσο εμπράγματο συμφέρον και δεν συμμετέχουν σε οποιαδήποτε συναλλαγή με οποιοδήποτε χρηματοπιστωτικό μέσο που εκδίδει, εγγυάται ή άλλως υποστηρίζει η ελεγχόμενη οντότητα, στον τομέα των δραστηριοτήτων υποχρεωτικού ελέγχου που διενεργούν, με εξαίρεση τα συμφέροντα που τους ανήκουν έμμεσα μέσω σχεδίων διαφοροποιημένων συλλογικών επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαίων υπό διαχείριση, όπως τα συνταξιοδοτικά ταμεία και οι ασφαλίσεις ζωής.
(6) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο καταγράφει στα φύλλα εργασίας του ελέγχου όλους τους σημαντικούς κινδύνους στην ανεξαρτησία του, καθώς και τις ασφαλιστικές δικλίδες που εφαρμόστηκαν προς περιορισμό των κινδύνων.
(7) Τα αναφερόμενα στο εδάφιο (5) πρόσωπα ή γραφεία δεν συμμετέχουν ούτε επηρεάζουν κατ' άλλο τρόπο το αποτέλεσμα του υποχρεωτικού ελέγχου οποιασδήποτε ελεγχόμενης οντότητας, εάν -
(α) Κατέχουν χρηματοπιστωτικά μέσα της ελεγχόμενης οντότητας, με εξαίρεση τα συμφέροντα που τους ανήκουν έμμεσα μέσω σχεδίων διαφοροποιημένων συλλογικών επενδύσεων˙
(β) κατέχουν χρηματοπιστωτικά μέσα οποιασδήποτε οντότητας που συνδέεται με την ελεγχόμενη οντότητα, η κυριότητα των οποίων μπορεί να προκαλέσει ή να θεωρηθεί γενικά ότι προκαλεί σύγκρουση συμφερόντων, με εξαίρεση τα συμφέροντα που τους ανήκουν έμμεσα μέσω σχεδίων διαφοροποιημένων συλλογικών επενδύσεων˙
(γ) είχαν σχέση απασχόλησης, επιχειρηματική ή άλλη σχέση με την ελεγχόμενη οντότητα, μέσα σε περίοδο που αναφέρεται στο εδάφιο (2), η οποία μπορεί να προκαλέσει ή να θεωρηθεί γενικά ότι προκαλεί σύγκρουση συμφερόντων.
(8) Τα αναφερόμενα στο εδάφιο (5) πρόσωπα ή γραφεία δεν επιδιώκουν τη λήψη και δεν αποδέχονται χρηματικά και μη χρηματικά δώρα ή διευκολύνσεις από την ελεγχόμενη οντότητα ή οποιαδήποτε οντότητα συνδέεται με ελεγχόμενη οντότητα, εκτός εάν η αξία αυτών θα εθεωρείτο μικρή ή ασήμαντη από έναν αντικειμενικό, συνετό και ενημερωμένο τρίτο πρόσωπο.
(9) Εάν μια ελεγχόμενη οντότητα, κατά την περίοδο που καλύπτεται από τις οικονομικές καταστάσεις, εξαγοραστεί, συγχωνευτεί ή εξαγοράσει μια άλλη οντότητα, ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο εντοπίζει και αξιολογεί τυχόν τρέχοντα ή πρόσφατα συμφέροντα ή σχέσεις - συμπεριλαμβανομένων μη ελεγκτικών υπηρεσιών που παρέχονται στην εν λόγω οντότητα - οι οποίες, λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες ασφαλιστικές δικλίδες, θα μπορούσαν να διακυβεύσουν την ανεξαρτησία του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου και την ικανότητά του να συνεχίσει τον υποχρεωτικό έλεγχο μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συγχώνευσης ή της εξαγοράς.
(10) Το συντομότερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός τριών μηνών, ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για τον τερματισμό τυχόν υφιστάμενων συμφερόντων ή σχέσεων που ενδέχεται να διακυβεύσουν την ανεξαρτησία του και, όποτε είναι δυνατόν, υιοθετεί ασφαλιστικές δικλίδες για την ελαχιστοποίηση τυχόν απειλών για την ανεξαρτησία του που προκύπτουν από προηγούμενα και τρέχοντα διαπλεκόμενα συμφέροντα και σχέσεις.
59.-(1) Πριν από τη λήξη περιόδου διάρκειας τουλάχιστον ενός έτους, ή στην περίπτωση υποχρεωτικού ελέγχου οντοτήτων δημόσιου συμφέροντος πριν από τη λήξη περιόδου διάρκειας τουλάχιστον δύο ετών, από την ημέρα κατά την οποία έπαψε να δρα ως νόμιμος ελεγκτής ή κύριος εταίρος ελέγχου σε σχέση με την ελεγκτική εργασία, ο νόμιμος ελεγκτής ή ο κύριος εταίρος ελέγχου που διενεργεί υποχρεωτικό έλεγχο εκ μέρους νόμιμου ελεγκτικού γραφείου -
(α) Δεν αναλαμβάνει βασική διευθυντική θέση στην ελεγχόμενη οντότητα˙
(β) κατά περίπτωση, δεν συμμετέχει ως μέλος στην επιτροπή ελέγχου της ελεγχόμενης οντότητας ή, αν δεν υφίσταται τέτοια επιτροπή, στο όργανο που εκτελεί καθήκοντα ισοδύναμα με αυτά της επιτροπής ελέγχου˙
(γ) δεν συμμετέχει ως μη εκτελεστικό μέλος στο διοικητικό συμβούλιο ή ως μέλος στο εποπτικό συμβούλιο της ελεγχόμενης οντότητας.
(2) Οι υπάλληλοι και οι εταίροι εκτός των κυρίως εταίρων ελέγχου του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου που διενεργεί υποχρεωτικό έλεγχο, καθώς και οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο οι υπηρεσίες του οποίου τίθενται στη διάθεση ή υπό τον έλεγχο του εν λόγω νόμιμου ελεγκτή ή νόμιμου ελεγκτικού γραφείου σε σχέση με τον υποχρεωτικό έλεγχο, δεν αναλαμβάνουν, στην περίπτωση που οι εν λόγω υπάλληλοι, εταίροι ή άλλα φυσικά πρόσωπα έχουν λάβει προσωπικά άδεια ως νόμιμοι ελεγκτές, οποιαδήποτε από τα καθήκοντα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, πριν από το πέρας περιόδου τουλάχιστον ενός έτους από την άμεση συμμετοχή τους σε εργασία υποχρεωτικού ελέγχου.
60.-(1) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, πριν αποδεχθεί ή συνεχίσει μια εργασία υποχρεωτικού ελέγχου, αξιολογεί και καταγράφει τα εξής:
(α) Εάν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 58˙
(β) εάν υφίστανται απειλές για την ανεξαρτησία του και τις ασφαλιστικές δικλίδες για τη μείωση των απειλών αυτών˙
(γ) εάν διαθέτει τους κατάλληλους υπαλλήλους, τον χρόνο και τους πόρους που είναι αναγκαίοι για να διενεργήσει σωστά τον υποχρεωτικό έλεγχο˙
(δ) στην περίπτωση νόμιμου ελεγκτικού γραφείου, εάν ο κύριος εταίρος ελέγχου έχει λάβει άδεια νόμιμου ελεγκτή στη Δημοκρατία.
(2) Η ΑΔΕΕλΕπ δύναται να προβλέπει απλουστευμένες απαιτήσεις για τους ελέγχους που αναφέρονται στις παραγράφους (β) και (γ) του ορισμού του όρου «υποχρεωτικός έλεγχος» στο εδάφιο (1) του άρθρου 2.
61.-(1) Όλες οι πληροφορίες και όλα τα έγγραφα στα οποία έχει πρόσβαση ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο προστατεύονται από κανόνες εμπιστευτικότητας και επαγγελματικού απορρήτου που εκδίδονται από την ΑΔΕΕλΕπ ή τα αναγνωρισμένα σώματα ελεγκτών της Δημοκρατίας.
(2) Οι κανόνες εμπιστευτικότητας και επαγγελματικού απορρήτου που εφαρμόζονται στους νόμιμους ελεγκτές ή στα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία δεν εμποδίζουν την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 537/2014.
(3) Όταν νόμιμος ελεγκτής ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο αντικαθίσταται από άλλο νόμιμο ελεγκτή ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, ο προηγούμενος νόμιμος ελεγκτής ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο παρέχει στον αντικαταστάτη του πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν την ελεγχόμενη οντότητα και τον πιο πρόσφατο έλεγχο της εν λόγω οντότητας.
(4) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, που έχει πάψει να συμμετέχει σε συγκεκριμένο υποχρεωτικό έλεγχο, και κάθε πρώην νόμιμος ελεγκτής και πρώην νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, εξακολουθεί να υπόκειται, αναφορικά με αυτό τον υποχρεωτικό έλεγχο, στις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2).
(5) Στην περίπτωση που νόμιμος ελεγκτής ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο διενεργεί υποχρεωτικό έλεγχο επιχείρησης που είναι μέλος ομίλου η μητρική του οποίου είναι εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα, οι κανόνες εμπιστευτικότητας και επαγγελματικού απορρήτου που αναφέρονται στο εδάφιο (1) δεν εμποδίζουν τη διαβίβαση, από τον νόμιμο ελεγκτή ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, αποδεικτικών εγγράφων σχετικών με τον έλεγχο που έχει διενεργηθεί στον ελεγκτή του ομίλου που είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα, εάν τα εν λόγω αποδεικτικά έγγραφα είναι απαραίτητα για την πραγματοποίηση του ελέγχου των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων της μητρικής επιχείρησης.
(6) Ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο που διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο επιχείρησης, η οποία έχει εκδώσει χρεόγραφα σε τρίτη χώρα ή η οποία αποτελεί μέλος ομίλου ο οποίος εκδίδει επίσημες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις σε τρίτη χώρα, δικαιούται να διαβιβάζει τα φύλλα εργασίας του ελέγχου ή άλλα έγγραφα σχετικά με τον έλεγχο της οντότητας αυτής που κατέχει στις αρμόδιες αρχές των εν λόγω τρίτων χωρών μόνο υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 29.
(7) Η διαβίβαση πληροφοριών στον ελεγκτή του ομίλου που είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα είναι σύμφωνη με το άρθρο 9 των περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμων και τους λοιπούς κυπριακούς κανόνες δικαίου περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
62. Οι ιδιοκτήτες, οι μέτοχοι του ελεγκτικού γραφείου και τα μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών οργάνων του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου ή συνδεδεμένης επιχείρησης δεν επιτρέπεται να παρεμβαίνουν στη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου με τρόπο που θέτει σε κίνδυνο την ανεξαρτησία και την αντικειμενικότητα του νόμιμου ελεγκτή που διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο για λογαριασμό του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.
63.-(1) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο οφείλει -
(α) Να θεσπίζει κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες για να διασφαλίζει ότι οι ιδιοκτήτες ή μέτοχοί του, καθώς και τα μέλη των οργάνων διοίκησης, διαχείρισης και εποπτείας του γραφείου, και οποιουδήποτε συνδεδεμένου γραφείου, δεν παρεμβαίνουν στη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου με οποιονδήποτε τρόπο που να θέτει σε κίνδυνο την ανεξαρτησία και την αντικειμενικότητα του νόμιμου ελεγκτή που διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο εκ μέρους του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου˙
(β) να διαθέτει αξιόπιστες διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες, μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου διασφάλισης της ποιότητας, αποτελεσματικές διαδικασίες εκτίμησης των κινδύνων και κατάλληλους μηχανισμούς ελέγχου και ασφάλειας των συστημάτων επεξεργασίας δεδομένων˙ αυτοί οι μηχανισμοί εσωτερικού ελέγχου διασφάλισης της ποιότητας είναι σχεδιασμένοι έτσι ώστε να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τις αποφάσεις και τις διαδικασίες σε όλα τα επίπεδα του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου ή της λειτουργικής διάρθρωσης του νόμιμου ελεγκτή˙
(γ) να θεσπίζει κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες ώστε να εξασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοί του και οποιαδήποτε φυσικά πρόσωπα, οι υπηρεσίες των οποίων τίθενται στη διάθεσή του ή υπό τον έλεγχό του και τα οποία συμμετέχουν απευθείας στις δραστηριότητες υποχρεωτικού ελέγχου, διαθέτουν κατάλληλες γνώσεις και πείρα ως προς τα καθήκοντα που τους ανατίθενται˙
(δ) να θεσπίζει κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες ώστε να εξασφαλίζει ότι η ανάθεση σε τρίτους σημαντικών διαδικασιών ελέγχου δεν αναλαμβάνεται κατά τρόπο που βλάπτει την ποιότητα του εσωτερικού ελέγχου διασφάλισης της ποιότητας του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου και την ικανότητα των αρμόδιων αρχών να εποπτεύουν τη συμμόρφωση του νόμιμου ελεγκτή ή του ελεγκτικού γραφείου με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και, κατά περίπτωση, στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 537/2014.˙
(ε) να θεσπίζει κατάλληλα και αποτελεσματικά μέτρα οργάνωσης και διοίκησης ώστε να προλαμβάνει, να εντοπίζει, να εξαλείφει ή να διαχειρίζεται και να γνωστοποιεί οποιεσδήποτε απειλές για την ανεξαρτησία του όπως αναφέρονται στα άρθρα 58, 59 και 60˙
(στ) να θεσπίζει κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες για τη διενέργεια υποχρεωτικών ελέγχων, την κατεύθυνση, την εποπτεία και την επισκόπηση των εργασιών της ομάδας ελέγχου και την οργάνωση της δομής του φακέλου ελέγχου όπως αναφέρεται στο εδάφιο (8) του άρθρου 64˙
(ζ) να καθορίζει εσωτερικό σύστημα διασφάλισης ποιότητας ώστε να εξασφαλίζει την ποιότητα του υποχρεωτικού ελέγχου∙ αυτό το σύστημα διασφάλισης ποιότητας καλύπτει τουλάχιστον τις πολιτικές και τις διαδικασίες που περιγράφονται στην παράγραφο (στ)∙ στην περίπτωση νόμιμου ελεγκτικού γραφείου, την ευθύνη για το εσωτερικό σύστημα διασφάλισης ποιότητας φέρει το πρόσωπο που έχει την ιδιότητα του νόμιμου ελεγκτή∙
(η) να χρησιμοποιεί κατάλληλα συστήματα, πόρους και διαδικασίες, ώστε να εξασφαλίζει τη συνέχεια και την ορθότητα της εκτέλεσης των δραστηριοτήτων υποχρεωτικού ελέγχου˙
(θ) να λαμβάνει επίσης κατάλληλα και αποτελεσματικά μέτρα οργάνωσης και διοίκησης για την αντιμετώπιση και την καταγραφή συμβάντων που έχουν ή μπορεί να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην ακεραιότητα των δραστηριοτήτων υποχρεωτικού ελέγχου που εκτελεί∙
(ι) να διαθέτει κατάλληλες πολιτικές αποδοχών, συμπεριλαμβανομένης της κατανομής κερδών, που παρέχουν επαρκή κίνητρα επιδόσεων για τη διασφάλιση της ποιότητας του ελέγχου∙ συγκεκριμένα, το ύψος των εσόδων που λαμβάνει ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο από την παροχή μη ελεγκτικών υπηρεσιών στην ελεγχόμενη οντότητα δεν αποτελεί μέρος της αξιολόγησης των επιδόσεων και των αποδοχών οποιουδήποτε προσώπου που συμμετέχει ή είναι σε θέση να επηρεάσει τη διεξαγωγή του ελέγχου˙
(ια) να παρακολουθεί και αξιολογεί την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα των συστημάτων του, των εσωτερικών μηχανισμών ελέγχου διασφάλισης της ποιότητας και των μέτρων που έχουν τεθεί σε εφαρμογή σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, και, κατά περίπτωση, τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 537/2014 και να λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση οποιωνδήποτε ελλείψεων∙ ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο πραγματοποιεί ιδίως ετήσια αξιολόγηση του εσωτερικού συστήματος διασφάλισης ποιότητας που αναφέρεται στην παράγραφο (ζ), και διατηρεί αρχείο με τα ευρήματα της αξιολόγησης αυτής και οποιοδήποτε προτεινόμενο μέτρο για την τροποποίηση του εσωτερικού συστήματος διασφάλισης της ποιότητας.
(2) Οι πολιτικές και οι διαδικασίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) καταγράφονται και κοινοποιούνται στους υπαλλήλους του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.
(3) Η ΑΔΕΕλΕπ δύναται, κατά την διακριτική της ευχέρεια, να προβλέπει τη χρήση απλουστευμένων κριτηρίων και προϋποθέσεων για τους ελέγχους που αναφέρονται στις παραγράφους (β) και (γ) του ορισμού του όρου «υποχρεωτικός έλεγχος» στο εδάφιο (1) του άρθρου 2.
(4) Οποιαδήποτε ανάθεση σε τρίτους διαδικασιών ελέγχου, όπως αναφέρεται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1), δεν επηρεάζει την ευθύνη του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου έναντι της ελεγχόμενης οντότητας.
(5) Ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο λαμβάνει υπόψη το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του κατά τη συμμόρφωση με τις προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) απαιτήσεις.
(6) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει στην ΑΔΕΕλΕπ ότι οι πολιτικές και οι διαδικασίες που αποσκοπούν στη συμμόρφωση με τις προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) απαιτήσεις είναι οι κατάλληλες δεδομένου του μεγέθους και της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.
64.-(1) Όταν ο υποχρεωτικός έλεγχος διενεργείται από νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, αυτό το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο ορίζει τουλάχιστον έναν κύριο εταίρο ελέγχου. Το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο παρέχει στον κύριο εταίρο ελέγχου επαρκείς πόρους και προσωπικό με την επάρκεια και τις ικανότητες που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων του κατά τον δέοντα τρόπο.
(2) Η διασφάλιση της ποιότητας του ελέγχου, η ανεξαρτησία και η επάρκεια αποτελούν τα κύρια κριτήρια όταν το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο επιλέγει τον κύριο εταίρο ελέγχου που θα οριστεί.
(3) Ο κύριος εταίρος ελέγχου συμμετέχει ενεργά στη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου.
(4) Κατά τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου, ο νόμιμος ελεγκτής αφιερώνει επαρκή χρόνο στην εργασία και κατανέμει επαρκείς πόρους που τον διευκολύνουν να πραγματοποιήσει δεόντως τα καθήκοντά του.
(5) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο οφείλει να διατηρεί αρχείο με τις ενδεχόμενες παραβιάσεις των διατάξεων του παρόντος Νόμου και, κατά περίπτωση, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 537/2014, τις οποιεσδήποτε συνέπειες των παραβιάσεων αυτών, των μέτρων που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση τους, και για την τροποποίηση του εσωτερικού συστήματος διασφάλισης ποιότητας για αποφυγή των παραβιάσεων. Επίσης, κάθε νόμιμος ελεγκτής και κάθε νόμιμο ελεγκτικό γραφείο οφείλει να καταρτίζει ετήσια έκθεση που περιλαμβάνει την επισκόπηση τυχόν μέτρων που έχουν ληφθεί και κοινοποιούν την έκθεση εσωτερικά.
(6) Σε περίπτωση που ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο απευθύνεται σε εξωτερικούς εμπειρογνώμονες για την παροχή συμβουλών, οφείλει να καταγράφει σε σχετικό αρχείο το αίτημα και τις συμβουλές που έλαβε από τους εμπειρογνώμονες.
(7) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο οφείλει να διατηρεί μητρώο με τους λογαριασμούς των πελατών του. Αυτό το μητρώο πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα δεδομένα για κάθε πελάτη που υπόκειται σε υποχρεωτικό έλεγχο:
(α) Το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία, τη διεύθυνση και την επιχειρηματική έδρα˙
(β) στην περίπτωση νόμιμου ελεγκτικού γραφείου, τα ονόματα του ή των κύριων εταίρων ελέγχου·
(γ) τις αμοιβές που χρεώθηκαν για τον υποχρεωτικό έλεγχο και τις αμοιβές που χρεώθηκαν για άλλες υπηρεσίες σε οποιαδήποτε οικονομική χρήση.
(8) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο οφείλει να καταρτίζει φάκελο ελέγχου για κάθε υποχρεωτικό έλεγχο και να καταγράφει τουλάχιστον τα δεδομένα που συγκεντρώνονται σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 60 του παρόντος Νόμου και, κατά περίπτωση, με τα Άρθρα 6 έως 8 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 537/2014.
(9) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο διατηρεί τυχόν άλλα στοιχεία και έγγραφα που έχουν σημασία για την υποστήριξη της έκθεσης ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 69 του παρόντος Νόμου, κατά περίπτωση, στα Άρθρα 10 και 11 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 537/2014 και για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τον παρόντα Νόμο και άλλες ισχύουσες νομικές απαιτήσεις.
(10) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και κάθε νόμιμο ελεγκτικό γραφείο οφείλει να κλείνει τον φάκελο του υποχρεωτικού ελέγχου εντός εξήντα ημερών το αργότερο από την ημερομηνία υπογραφής της έκθεσης ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 69 του παρόντος Νόμου και, κατά περίπτωση, στο Άρθρο 10 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 537/2014.
(11) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο οφείλει να τηρεί αρχείο οποιωνδήποτε καταγγελιών υποβλήθηκαν γραπτώς σχετικά με την εκτέλεση των υποχρεωτικών ελέγχων που διενεργήθηκαν.
(12) Η ΑΔΕΕλΕπ δύναται να ορίζει απλουστευμένες απαιτήσεις σε ό,τι αφορά τα εδάφια (5), (6) και (11), για τους ελέγχους που αναφέρονται στις παραγράφους (β) και (γ) του ορισμού του όρου «υποχρεωτικός έλεγχος» στο εδάφιο (1) του άρθρου 2.
65. Η αμοιβή για υπηρεσίες από νόμιμο ελεγκτή ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο -
(α) Δεν δύναται να επηρεάζεται ούτε να προσδιορίζεται από την παροχή συμπληρωματικών υπηρεσιών στην ελεγχόμενη οντότητα˙ και
(β) δεν μπορεί να βασίζεται σε οποιουδήποτε είδους αίρεση.
66. Χωρίς επηρεασμό των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 69 του παρόντος Νόμου και, κατά περίπτωση, στα Άρθρα 10 και 11 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 537/2014, το αντικείμενο του υποχρεωτικού ελέγχου δεν περιλαμβάνει εγγυήσεις σχετικά με τη μελλοντική βιωσιμότητα της ελεγχόμενης οντότητας ή την αποδοτικότητα ή αποτελεσματικότητα με την οποία το διαχειριστικό ή διοικητικό όργανο έχει χειριστεί ή θα χειρίζεται τις υποθέσεις της οντότητας.