43.-(1) Οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης θέτουν στη διάθεση των μελών τους και των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης εξ ονόματος των οποίων αναλαμβάνουν τη διαχείριση δικαιωμάτων στο πλαίσιο συμφωνίας αμοιβαιότητας, αποτελεσματικές και έγκαιρες διαδικασίες για τη διεκπεραίωσηπαραπόνων, ιδίως σε σχέση με την εξουσιοδότηση που χορηγείται για τη διαχείριση των δικαιωμάτων και τη λήξη αυτής ή την ανάκληση των δικαιωμάτων, τους όρους προσχώρησης μέλους, την είσπραξη των ποσών που οφείλονται στους δικαιούχους, τις κρατήσεις και τις διανομές.
(2)(α) Οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης απαντούν εγγράφωςστα παράπονα που διατυπώνονται από μέλη ή οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης εξ ονόματος των οποίων αναλαμβάνουν τη διαχείριση δικαιωμάτων στο πλαίσιο συμβάσεων αμοιβαιότητας.
(β) Σε περίπτωση που ο οργανισμός συλλογικής διαχείρισης απορρίπτει τα παράπονα, αιτιολογεί την απόφασή του.
(3)(α) Τεκμαίρεται ότι οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης και οι ανεξάρτητες οντότητες διαχείρισης έχουν την αρμοδιότητα διαχείρισης ή προστασίας όλων των έργων ή όλων των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας για τα οποία δηλώνουν εγγράφως ότι έχουν μεταβιβαστεί σε αυτές οι σχετικές εξουσίες ή ότι καλύπτονται με πληρεξούσιο.
(β) Οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης και οι ανεξάρτητες οντότητες διαχείρισης μπορούν να ενεργούν πάντα δικαστικά ή εξώδικα, στο όνομά τους είτε η αρμοδιότητα τους στηρίζεται σε μεταβίβαση της εξουσίας, είτε στηρίζεται σε πληρεξουσιότητα και νομιμοποιούνται για την άσκηση όλων των δικαιωμάτων του δικαιούχου, που έχουν μεταβιβασθεί σε αυτές ή που καλύπτονται από την πληρεξουσιότητα.
(4) Σε περίπτωση κατά την οποία η Αρμόδια Αρχή κατόπιν υποβολής παραπόνου από τους χρήστες, κρίνει ότι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης και οι ανεξάρτητες οντότητες διαχείρισης παραβιάζουν τις διατάξεις του άρθρου 26, η Αρμόδια Αρχή δύναται να αποφασίσει αφού προηγηθεί σχετική ακρόαση ενώπιον της.
(5) Η διαδικασία ακρόασης η οποία αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (4), καθορίζεται με Κανονισμούς οι οποίοι εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 51.
44.-(1)Οι διαφορές μεταξύ των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης, των μελών των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης, των δικαιούχων ή των χρηστών σχετικά με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου μπορούν να υπαχθούν σε διαιτησία ή διαμεσολάβηση, όπως συμφωνηθεί από τα μέρη της διαφοράς.
(2) Για τους σκοπούς των διατάξεων του Μέρους V, οι ακόλουθες διαφορές που σχετίζονται με οργανισμό συλλογικής διαχείρισης που είναι εγκατεστημένος στη Δημοκρατία, ο οποίος χορηγεί ή προσφέρεται να χορηγήσει πολυεδαφικές άδειες για επιγραμμικά δικαιώματα επί μουσικών έργων, μπορούν να υπαχθούν σε διαιτησία ή διαμεσολάβηση, όπως συμφωνηθεί από τα μέρη της διαφοράς:
(α) Διαφορές με υφιστάμενο ή δυνητικό πάροχο επιγραμμικής υπηρεσίας σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 26, 35, 36 και 37·
(β) διαφορές με έναν ή περισσότερους δικαιούχους σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 35, 36, 37, 38, 39, 40, και 41·
(γ) διαφορές με άλλον οργανισμό συλλογικής διαχείρισης σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 35, 36, 37, 38, 39 και 40.
45.-(1) Διαφορές μεταξύ οργανισμών συλλογικής διαχείρισης / ανεξάρτητων οντοτήτων διαχείρισης και χρηστών που αφορούν, ιδίως, στους ισχύοντες και προτεινόμενους όρους αδειοδότησης ή την παραβίαση της σύμβασης μπορούν να παραπεμφθούν από τα μέρη στο Δικαστήριο.
(2) Οι διατάξεις των άρθρων 43 και 44 δεν θίγουν τα δικαιώματα των μερών να διεκδικούν και να προασπίζονται τα δικαιώματά τους προσφεύγοντας σε αρμόδιο δικαστήριο.
46.-(1) Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει τη συμμόρφωση των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης που υπάγονται στη δικαιοδοσία της με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(2) Οι δικαιούχοι, τα μέλη των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης, οι χρήστες, οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη κοινοποιούν στην Αρμόδια Αρχή τις δραστηριότητες ή τις καταστάσεις, οι οποίες κατά τη γνώμη τους παραβιάζουν τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, υποβάλλοντας εγγράφως παράπονο στην Αρμόδια Αρχή:
(3) Η Αρμόδια Αρχή εξετάζει την περίπτωση παραβίασης διατάξεων του παρόντος Νόμου είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν παραπόνου και εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση.
(4) Στο πλαίσιο εξέτασης παραπόνου η Αρμόδια Αρχή δύναται να υποβάλει ερωτήματα προς όλα τα εμπλεκόμενα στην ενώπιόν της διαδικασία μέρη.
(5)(α) Η Αρμόδια Αρχή, πριν εκδώσει την τελική της απόφαση επί της υπό εξέταση ενδεχόμενης παράβασης του παρόντος Νόμου, καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν σε αυτήν τις γραπτές τους παρατηρήσεις εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτά της εκ πρώτης όψεως διαπίστωση της ενδεχόμενης παράβασης.
(β) H Aρμόδια Αρχή δύναται, κατόπιν υποβολής αιτιολογημένου αιτήματος το οποίο υποβάλλεται πριν από την εκπνοή της προθεσμίας, να παρατείνει την προθεσμία υποβολής των γραπτών παρατηρήσεων.
(γ) Η Αρμόδια Αρχή δεν υποχρεούται να λάβει υπόψη γραπτές παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν μετά την εκπνοή της καθορισθείσας προθεσμίας.
(6) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να καλέσει τα ενδιαφερόμενα μέρη να αναπτύξουν τις θέσεις τους σε προφορική διαδικασία ενώπιον της.
(7) Αφού λάβει υπόψη τις τυχόν γραπτές παρατηρήσεις των ενδιαφερομένων μερών, η Αρμόδια Αρχή εκδίδει την τελική της αιτιολογημένη απόφαση, την οποία κοινοποιεί στα ενδιαφερόμενα μέρη.
(8) Σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή διαπιστώσει παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, καθορίζει εύλογο χρονικό διάστημα, στο πλαίσιο της αιτιολογημένης απόφασής της, εντός του οποίου ο οργανισμός συλλογικής διαχείρισης καλείται να συμμορφωθεί.
(9) Εάν ο οργανισμός συλλογικής διαχείρισης, οι χρήστες ή/και οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο κρίνεται υπεύθυνο για παραβίαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου αμελεί, παραλείπει ή αρνείται να συμμορφωθεί εντός της ταχθείσας προθεσμίας, η Αρμόδια Αρχή δύναται να επιβάλει σε αυτόν διοικητικό πρόστιμο μέχρι είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20.000) και στην περίπτωση οργανισμού συλλογικής διαχείρισης να αποφασίσει τη διαγραφή του από το σχετικό Μητρώο γεγονός που συνεπάγεται παύση των εργασιών του στη Δημοκρατία σε σχέση με τη συλλογική διαχείριση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.
(10) Προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, η Αρμόδια Αρχή ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, μέσα σε προθεσμία πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.
(11) Η Αρμόδια Αρχή επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (9), με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο και η οποία –
(α) Καθορίζει την παράβαση· και
(β) πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο –
(i)περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση είτε με ιεραρχική προσφυγή στον Yπουργό σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47, είτε με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου, και
(ii)περί των προθεσμιών εντός των οποίων δύνανται να ασκηθούν τα προαναφερόμενα δικαιώματα, και
(γ) καθορίζει ότι καθίσταται εκτελεστή με την εν λόγω διαβίβασή της.
(12) Σε περίπτωση που οποιοδήποτε πρόσωπο δεν καταβάλλει το διοικητικό πρόστιμο που επιβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου ή συνεχίζει την παράβαση, η Αρμόδια Αρχή δύναται να αυξήσει το ποσό του διοικητικού προστίμου, το οποίο όμως δε δύναται να υπερβαίνει το ποσό των σαράντα χιλιάδων ευρώ (€40.000).
(13) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου, στο οποίο υπεβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, να καταβάλει στην Αρμόδια Αρχή τέτοιο πρόστιμο, η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
47. (1) Πρόσωπο, στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 13, 46 ή 48, δικαιούται, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτό της απόφασης επιβολής του διοικητικού προστίμου, να προσφύγει στον Υπουργό αιτούμενο την αναθεώρηση της εν λόγω απόφασης.
(2) Ο Υπουργός εξετάζει την προσφυγή οφείλοντας να ακούσει τον προσφεύγοντα ή να δώσει σε αυτόν την ευκαιρία να υποστηρίξει γραπτώς τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή και αποφασίζει -
(α) Να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,
(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,
(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση,
(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.
(3) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από την Αρμόδια Αρχή:
(α) Όταν περάσει άπρακτη η προς άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού προθεσμία από την κοινοποίηση της απόφασής της για επιβολή διοικητικού προστίμου· ή
(β)όταν περάσει άπρακτη η προθεσμία προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου· ή
(γ)όταν, σε περίπτωση που ασκήθηκε προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου, μετά την έκδοση μη ακυρωτικής δικαστικής απόφασης.
(4) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης πληρωμής του κατά τον παρόντα Νόμο επιβαλλόμενου από την Αρμόδια Αρχή διοικητικού προστίμου, η αρμόδια αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.
48.-(1) Για σκοπούς διασφάλισης της συμμόρφωσης των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, η Αρμόδια Αρχή διενεργεί ελέγχους επί των εν λόγω οργανισμών.
(2) Στο πλαίσιο διενέργειας των ελέγχων που προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (1), η Αρμόδια Αρχή δύναται να ζητήσει με γραπτό αίτημά της προς τον οργανισμό συλλογικής διαχείρισης ή προς οποιοδήποτε από τα αναφερόμενα στις διατάξεις του άρθρου 20 πρόσωπα, την υποβολή σε αυτήν εντός ταχθείσας προθεσμίας, οποιουδήποτε στοιχείου, εγγράφου ή/και την παροχή οποιασδήποτε πληροφόρησης, προς διαπίστωση της συμμόρφωσης των προσώπων αυτών, με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(3) Εάν ο οργανισμός συλλογικής διαχείρισης ή/και οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο η Αρμόδια Αρχή απευθύνει αίτημα/ερώτημα αμελεί, παραλείπει ή/και αρνείται να το ικανοποιήσει/ απαντήσει εντός της ταχθείσας από την Αρμόδια Αρχή προθεσμίας, η Αρμόδια Αρχή δύναται-
(α) Να επιβάλει σε αυτό διοικητικό πρόστιμο μέχρι δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000), ή/και
(β) να αποφασίσει την προσωρινή αναστολή της λειτουργίας του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης, αφαιρώντας τον προσωρινά από το σχετικό Μητρώο.
(4) Προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, η Αρμόδια Αρχή ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, μέσα σε προθεσμία πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.
(5) Η Αρμόδια Αρχή επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3), με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο η οποία –
(α) Καθορίζει την παράβαση· και
(β) πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο –
(i)περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση είτε με ιεραρχική προσφυγή στον Yπουργό σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47, είτε με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου, και
(ii)περί των προθεσμιών εντός των οποίων δύνανται να ασκηθούν τα προαναφερόμενα δικαιώματα, και
(γ) καθορίζει ότι καθίσταται εκτελεστή με την εν λόγω διαβίβασή της.
(6) Σε περίπτωση που οποιοδήποτε πρόσωπο δεν καταβάλλει το διοικητικό πρόστιμο που επιβάλλεται δυνάμει του παρόντος άρθρου ή συνεχίζει την παράβαση, η Αρμόδια Αρχή δύναται να αυξήσει το ποσό του διοικητικού προστίμου, το οποίο όμως δε δύναται να υπερβαίνει το ποσό των σαράντα χιλιάδων ευρώ (€40.000).
(7) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου, στο οποίο υπεβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του παρόντος άρθρου, να καταβάλει στην Αρμόδια Αρχή τέτοιο πρόστιμο, η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(8) Πρόσωπο, στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 13, 46 ή 48, δικαιούται, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτό της απόφασης επιβολής του διοικητικού προστίμου, να προσφύγει στον Υπουργό αιτούμενο την αναθεώρηση της εν λόγω απόφασης.
(9) Ο Υπουργός εξετάζει την προσφυγή οφείλοντας να ακούσει τον προσφεύγοντα ή να δώσει σε αυτόν την ευκαιρία να υποστηρίξει γραπτώς τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή και αποφασίζει -
(α) Να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,
(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,
(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση,
(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.
(10) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από την Αρμόδια Αρχή:
(α) Όταν περάσει άπρακτη η προς άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού προθεσμία από την κοινοποίηση της απόφασής της για επιβολή διοικητικού προστίμου· ή
(β)όταν περάσει άπρακτη η προθεσμία προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου· ή
(γ)όταν, σε περίπτωση που ασκήθηκε προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου, μετά την έκδοση μη ακυρωτικής δικαστικής απόφασης.
49.-(1) Η Αρμόδια Αρχή απαντά χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, και σε κάθε περίπτωση εντός τριών (3) μηνών, σε αίτηση πληροφοριών που έχει υποβάλει αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους που έχει οριστεί για τον σκοπό αυτό και η οποία αφορά σε ζητήματα σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος Νόμου, ιδίως σχετικά με τις δραστηριότητες οργανισμών συλλογικής διαχείρισης ή ανεξάρτητων οντοτήτων διαχείρισης που είναι εγκατεστημένοι στη Δημοκρατία, υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση είναι δεόντως αιτιολογημένη.
(2) Όταν η Αρμόδια Αρχή διαπιστώνει ότι οργανισμός συλλογικής διαχείρισης που είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος ο οποίος όμως ασκεί δραστηριότητες εντός της Δημοκρατίας δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο εν λόγω οργανισμός συλλογικής διαχείρισης, οι οποίες θεσπίζονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Οδηγίας 2014/26/ΕΕ μπορεί να διαβιβάσει όλες τις σχετικές πληροφορίες στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο οργανισμός συλλογικής διαχείρισης, οι οποίες δυνατόν να συνοδεύονται από αίτημα προς την εν λόγω αρχή για να λάβει κατάλληλα μέτρα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της.
(3) Η Αρμόδια Αρχή μπορεί να υποβάλει τα αναφερόμενα στις διατάξεις του εδαφίου (2) θέματα στην ομάδα εμπειρογνωμόνων που συγκροτείται βάσει των διατάξεων του άρθρου 41 της Οδηγίας 2014/26/ΕΕ.
50. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται στο πλαίσιο των διατάξεων του παρόντος Νόμου υπόκειται στις διατάξεις του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου.
51.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς, που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, προς καθορισμό οποιουδήποτε θέματος το οποίο κατά τον παρόντα Νόμο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού.
(2) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα των διατάξεων του εδαφίου (1), οι αναφερόμενοι σε αυτό Κανονισμοί δύνανται να ρυθμίζουν-
(α) Θέματα λειτουργίας και διαδικασιών της Αρμόδιας Αρχής·
(β) το περιεχόμενο και τα μέσα δημοσιοποίησης των Μητρώωνˑ
(γ) το τέλος για την εγγραφή στο Μητρώο και το τέλος ανανέωσης της εγγραφής στο Μητρώο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13.
52. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 13 οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης και οι ανεξάρτητες οντότητες διαχείρισης που δραστηριοποιούνται στη Δημοκρατία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, εγγράφονται στα Μητρώα που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 12, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 13, εντός ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου.