44.-(1) Μετά τη χορήγηση Περιβαλλοντικής Έγκρισης, Πολεοδομικής Άδειας ή έγκρισης από το Υπουργικό Συμβούλιο ή την αρμόδια κρατική υπηρεσία, για την εκτέλεση ενός έργου για το οποίο έγινε εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον, ο Διευθυντής, τόσο κατά την κατασκευή όσο και κατά τη φάση λειτουργίας ασκεί εποπτεία συμμόρφωσης με τους περιβαλλοντικούς όρους που τέθηκαν.
(2) Για σκοπούς αποτελεσματικής εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων διαταγμάτων, εγκρίσεων ή οδηγιών, ο Υπουργός ορίζει ως Επιθεωρητές, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας-
(α) λειτουργούς του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος·
(β) αν κριθεί αναγκαίο, λειτουργούς εκτός του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος υπό την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζει τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού που είναι αρμόδιος για το Υπουργείο στο οποίο αυτοί υπηρετούν· και
(γ) αν κριθεί αναγκαίο και μετά από σχετικό αίτημα αρχής τοπικής διοίκησης, υπαλλήλους της ενδιαφερόμενης τοπικής αρχής, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4).
(3) Καθήκοντα Επιθεωρητών για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ασκούν και οι επιθεωρητές που ορίζονται δυνάμει των διατάξεων-
(i) του εδαφίου (1) του άρθρου 84 του περί Βιομηχανικών Εκπομπών (Ολοκληρωμένη Πρόληψη και Έλεγχος της Ρύπανσης) Νόμου,
(ii) του εδαφίου (1) του άρθρου 44 του περί Αποβλήτων Νόμου, και
(iii) του εδαφίου (1) του άρθρου 23 του περί Ελέγχου της Ρύπανσης των Νερών Νόμου.
(4)(α) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (1) μέχρι (3), ο Υπουργός μπορεί να εξουσιοδοτεί γραπτώς οποιαδήποτε πρόσωπα που δεν υπηρετούν στη δημόσια υπηρεσία, τα οποία κρίνει ότι κατέχουν κατάλληλα προσόντα, να ασκούν τέτοιες από τις εξουσίες και τα καθήκοντα των επιθεωρητών και να υπόκεινται σε τέτοιους όρους, όπως καθορίζεται στη σύμβαση εργασίας και την εξουσιοδότηση.
(β) Τα πρόσωπα που αναφέρονται στις διατάξεις της παραγράφου (α) προβαίνουν σε δήλωση των οικονομικών τους συμφερόντων, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν έχουν κανένα οικονομικό ή άλλο συμφέρον που να επηρεάζει την αμεροληψία τους.
(γ) Κάθε πρόσωπο που εξουσιοδοτείται δυνάμει του παρόντος εδαφίου, λαμβάνει αμοιβή ανάλογη με τις υπηρεσίες που παρέχει, η οποία καθορίζεται από τον Υπουργό σε συνεννόηση με τον Υπουργό Οικονομικών.
(5) Οποιοδήποτε πρόσωπο ορίζεται ως Επιθεωρητής δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, υπόκειται στις οδηγίες και τον έλεγχο του Διευθυντή·.
(6) Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι επιθεωρητές και τα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4) οφείλουν –
(α) να επιδεικνύουν δελτίο ταυτότητας επιθεωρητή που εκδίδει ο Διευθυντής, στο οποίο αναγράφεται η ιδιότητά τους· και
(β) να ενεργούν μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων που παρέχουν στις διατάξεις του άρθρου 45.
45.-(1) Οι επιθεωρητές πραγματοποιούν τακτικούς και έκτακτους ελέγχους έργου το οποίο εγκρίθηκε ή αδειοδοτήθηκε δυνάμει ή μετά από εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, για να διαπιστώνουν κατά πόσον οι εργασίες κατασκευής ή/και η λειτουργία του εκτελούνται και γίνονται, σύμφωνα με τους περιβαλλοντικούς όρους και τα σχετικά μέτρα που έθεσε η Περιβαλλοντική Αρχή σε Περιβαλλοντική Έγκριση ή που τέθηκαν από την Πολεοδομική Αρχή σε πολεοδομική άδεια ή αναλήφθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο ή από κρατική υπηρεσία μετά από Αιτιολογημένη Διαπίστωση ή Γνωμοδότηση.
(2)(α) Κατά τη διενέργεια των πιο πάνω ελέγχων, ο Επιθεωρητής μπορεί-
(i) να εισέρχεται σε οποιοδήποτε χώρο, εργοτάξιο ή υποστατικό στο οποίο διενεργείται οποιαδήποτε εργασία ή δραστηριότητα σχετική με το έργο·
(ii) να προβαίνει σε έλεγχο των όρων της Περιβαλλοντικής Έγκρισης ή Αιτιολογημένης Διαπίστωσης ή Γνωμοδότησης και των σχετικών αδειών αδειοδότησης με κινηματογραφήσεις ή φωτογραφίσεις ή μετρήσεις ή δειγματοληψίες εφόσον τις κρίνει αναγκαίες· και
(iii) να αξιώνει την προσκόμιση όλων των σχετικών αδειών αδειοδότησης και να προβαίνει σε επιθεώρηση οποιωνδήποτε καταχωρήσεων, αρχείων, μητρώων, βιβλίων ή εγγράφων τα οποία περιέχουν πληροφορίες χρήσιμες για σκοπούς ελέγχου οποιουδήποτε όρου που τέθηκε και αφορά το έργο.
(β) Όλες οι μετρήσεις, δειγματοληψίες και αναλύσεις γίνονται με τις ενδεδειγμένες μεθόδους και τον κατάλληλο σχεδιασμό.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία είτε έχει διαπιστωθεί παράβαση οποιουδήποτε περιβαλλοντικού όρου έθεσε η Περιβαλλοντική Αρχή σε Περιβαλλοντική Έγκριση ή Αιτιολογημένη Διαπίστωση ή Γνωμοδότηση, είτε ο επιθεωρητής έχει τη γνώμη ότι, λόγω σοβαρής παραβίασης όρου δημιουργείται κίνδυνος σοβαρής βλάβης οποιουδήποτε προσώπου ή του περιβάλλοντος μπορεί να επιδώσει στον κύριο του έργου, ή, αν αυτός απουσιάζει, σε οποιοδήποτε πρόσωπο είναι υπεύθυνο για το έργο, ειδοποίηση συμμόρφωσης, η οποία-
(α) αναφέρει ότι ο επιθεωρητής διαπίστωσε παραβίαση περιβαλλοντικού όρου ή έχει την πιο πάνω γνώμη·
(β) αναφέρει τον ή τους όρους της πολεοδομικής άδειας, Περιβαλλοντικής Έγκρισης, Αιτιολογημένης Διαπίστωσης ή Γνωμοδότησης που έχουν παραβιαστεί·
(γ) αναφέρει τους λόγους οι οποίοι, κατά την άποψη του επιθεωρητή, δημιουργούν ή πρόκειται να δημιουργήσουν τον προαναφερθέντα κίνδυνο·
(δ) δίνει οδηγίες για συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για συμμόρφωση με τον περιβαλλοντικό όρο ή για εξάλειψη ή μείωση του κινδύνου· και
(ε) ορίζει-
(i) χρονική περίοδο συμμόρφωσης, ή
(ii) ειδοποιεί άμεσα την αρμόδια αρχή η οποία χορήγησε την άδεια για το έργο για τερματισμό των εργασιών.
46.-(1) Κάθε πρόσωπο που,
(α) προβαίνει σε παράβαση οποιωνδήποτε όρων ή/και μέτρων έθεσε η Περιβαλλοντική Αρχή σε Περιβαλλοντική Έγκριση ή Αιτιολογημένη Διαπίστωση ή Γνωμοδότηση,
(β) προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη ή άρνηση συμμόρφωσης σε αντίθεση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των διαταγμάτων ή κανονισμών ή αποφάσεων ή οδηγιών ή ειδοποιήσεων που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου,
(γ) προβαίνει εν γνώσει του σε ψευδή ή παραπλανητική δήλωση,
(δ) εσκεμμένα ή από αμέλεια παραλείπει να ενεργήσει όπως διαλαμβάνεται στον παρόντα Νόμο ή παρέχει ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες ή ανακριβή στοιχεία ή παραλείπει στοιχεία ή αποκρύβει στοιχεία σε σχέση με οποιοδήποτε ζήτημα στα πλαίσια του παρόντος Νόμου, περιλαμβανομένων των πληροφοριών και Μελετών που ετοιμάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 23 και 26, αντίστοιχα και των σχετικών τους παραρτημάτων, ή/και
(ε) παρεμποδίζει επιθεωρητή στην εκτέλεση των καθηκόντων και εξουσιών που του ανατίθενται με βάση τον παρόντα Νόμο·
είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000). Σε περίπτωση δεύτερης ή μεταγενέστερης καταδίκης, τα εν λόγω αδικήματα τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.
(2)(α) Αν, για οποιοδήποτε από τα πιο πάνω αδικήματα για τα οποία έχει προσαφθεί κατηγορία εναντίον προσώπου, υπάρχει ισχυρισμός ότι η διάπραξή του προκαλεί ή πρόκειται να προκαλέσει ρύπανση του περιβάλλοντος ή κίνδυνο στη δημόσια υγεία, μπορεί να ζητηθεί η έκδοση προσωρινού διατάγματος, απαγορεύοντας τη συνέχιση ή την επανάληψη της ισχυριζόμενης παράνομης πράξης ή παράλειψης μέχρι την τελική εκδίκαση της υπόθεσης αναφορικά με την οποία έχει προσαφθεί η κατηγορία.
(β) Το εν λόγω διάταγμα εκδίδεται από Πρόεδρο Επαρχιακού Δικαστηρίου κατόπιν αίτησης του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
(γ) Οι προϋποθέσεις έκδοσης τέτοιου διατάγματος διέπονται, τηρουμένων των αναλογιών, από τις διατάξεις του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, του άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και τους σχετικούς περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς.
(δ) Το προσωρινό διάταγμα μπορεί να εκδοθεί και μετά από μονομερή (ex parte) αίτηση, κατ΄ εφαρμογή, τηρουμένων των αναλογιών, των διατάξεων του άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Στην περίπτωση αυτή, για σκοπούς καταχώρησης ενστάσεως ή για να καταδειχθεί εκ μέρους του αντίδικου λόγος ώστε να παύσει το εκδοθέν διάταγμα να παραμένει σε ισχύ, η σχετική προθεσμία που μπορεί να τεθεί από το Δικαστήριο δεν υπερβαίνει τις δεκατέσσερις (14) ημέρες.
(3) Επιπρόσθετα προς οποιαδήποτε ποινή επιβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), το δικαστήριο έχει εξουσία να διατάξει όπως το έργο αναφορικά με το οποίο διαπράχθηκε το ποινικό αδίκημα ή οποιοδήποτε τμήμα του έργου κατεδαφιστεί ή μετακινηθεί ή διαμορφωθεί κατάλληλα, ώστε να συμμορφώνεται με τους όρους που τυχόν συνοδεύουν την Περιβαλλοντική Έγκριση, ή την Αιτιολογημένη Διαπίστωση ή τη Γνωμοδότηση, όπως αυτοί περιλήφθηκαν στην Πολεοδομική Άδεια, ή την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου ή της κρατικής υπηρεσίας και να διατάξει την αποκατάσταση του περιβάλλοντος σε βάρος του υπευθύνου για το έργο και να καθορίσει το χρόνο μέσα στον οποίο ο καταδικασθείς οφείλει να συμμορφωθεί.
(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο, εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγμα δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (2) και/ ή (3), παραλείπει να συμμορφωθεί με το διάταγμα, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, ανεξαρτήτως αν εφαρμόστηκαν οι διατάξεις του εδαφίου (5) και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα πενήντα χιλιάδες Ευρώ (€ 50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(5) Σε περίπτωση που πρόσωπο, εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγμα δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (2) και/ ή (3), παραλείπει να συμμορφωθεί με το διάταγμα, τότε τα μέτρα μπορούν να ληφθούν από το Τμήμα και οι σχετικές δαπάνες εισπράττονται από το εν λόγω πρόσωπο ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(6) Εάν για τη διάπραξη οποιουδήποτε από τα πιο πάνω αδικήματα ευθύνεται οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο και αποδεικνύεται ότι το αδίκημα έχει διαπραχθεί με τη συγκατάθεση, σύμπραξη ή ανοχή-
(α) οποιουδήποτε από τα μέλη του διοικητικού ή διαχειριστικού συμβουλίου ή της επιτροπής που διαχειρίζεται τις υποθέσεις του εν λόγω νομικού προσώπου, ή
(β) του γενικού διευθυντή ή του διευθυντή ή του διευθύνοντος συμβούλου του νομικού προσώπου,
τότε η ποινική δίωξη για το αδίκημα μπορεί να στραφεί εναντίον του νομικού προσώπου και όλων ή οποιωνδήποτε από τα πιο πάνω φυσικά πρόσωπα.
47.-(1) Ο Υπουργός, με Διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και δύναται να αναρτάται στην ιστοσελίδα του Τμήματος, καθορίζει τα τέλη που κρίνει ως επαρκή για την κάλυψη των πραγματικών εξόδων που συνεπάγονται τα πιο κάτω και με τα οποία επιβαρύνεται ο κύριος του επηρεαζόμενου έργου –
(α) εξέταση αιτήσεων που αφορούν την έκδοση οδηγιών σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 22 και 25·
(β) αξιολόγηση πληροφοριών ή Μελετών που υποβάλλονται για έργα του Πρώτου ή του Δεύτερου Παραρτήματος και έκδοση Περιβαλλοντικής Έγκρισης ή Αιτιολογημένης Διαπίστωσης ή Γνωμοδότησης· και
(γ) διενέργεια δημόσιας ακρόασης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39·
(δ) εξωτερικός ελεγκτής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43.
(2) Ο κύριος του έργου καταβάλλει τα ακόλουθα-
(α) τις δαπάνες που συνδέονται με δημόσια ακρόαση και τις σχετικές δημοσιεύσεις για το έργο· και
(β) το κόστος των μεταφράσεων ή των διερμηνειών που τυχόν απαιτούνται κατά τη διαδικασία για την αξιολόγηση των διασυνοριακών επιπτώσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21.
(3) Ο κύριος του έργου καταβάλλει το ποσό που χρεώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την παραλαβή του σχετικού τιμολογίου και, αν ο κύριος του έργου παραλείψει να εξοφλήσει το εν λόγω ποσό μέσα στην προθεσμία αυτή, το οφειλόμενο ποσό αποτελεί αστικό χρέος προς τη Δημοκρατία και διεκδικείται ως τέτοιο από δικαστήριο αρμόδιας δικαιοδοσίας.