53.-(1) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία έχει αρμοδιότητα να εξετάζει, κατόπιν υποβολής παραπόνου ή/και αυτεπάγγελτα, τυχόν παραβάσεις του παρόντος Νόμου και η εξέταση μπορεί να αφορά περισσότερους από έναν εμπορευόμενους, χωριστά ή από κοινού, του αυτού επαγγελματικού τομέα ή των ενώσεών τους που τυχόν παραβιάζουν τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου.
(2) Όταν τα υποβαλλόμενα παράπονα αφορούν ζητήματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Εντεταλμένης Υπηρεσίας με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, η Εντεταλμένη Υπηρεσία προβαίνει σε περαιτέρω αξιολόγηση της αναγκαιότητας διερεύνησής τους, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως-
(α) το δημόσιο συμφέρον·
(β) τις επιπτώσεις ή πιθανές επιπτώσεις στο καταναλωτικό κοινό·
(γ) τις επιπτώσεις ή πιθανές επιπτώσεις σε ευαίσθητες ομάδες του πληθυσμού·
(δ) την προστασία των καταναλωτών· και
(ε) το αποτέλεσμα που προσδοκάται από την παρέμβασή της σε συγκεκριμένη υπόθεση:
54.-(1) Κατά τη διερεύνηση τυχόν παράβασης, κατόπιν παραπόνου ή/και αυτεπάγγελτα, η Εντεταλμένη Υπηρεσία, μέσα στα πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, έχει τις ακόλουθες εξουσίες:
(α) Τη διενέργεια επιτόπιων επιθεωρήσεων και ερευνών, περιλαμβανομένης της πρόσβασης σε κάθε χώρο, έδαφος ή μέσο μεταφοράς, ώστε να εξετάζει, να κατάσχει, να λαμβάνει ή να αποκτά αντίγραφα στοιχείων, δεδομένων ή εγγράφων, ανεξαρτήτως του μέσου αποθήκευσής τους ή να υποβάλλει αίτημα λήψης συνδρομής σχετικά με τις ενέργειες αυτές από άλλες αρχές του δημόσιου τομέα, οι οποίες θα ενεργούν στο πλαίσιο ενάσκησης των δικών τους αρμοδιοτήτων, εφόσον η Εντεταλμένη Υπηρεσία κρίνει τέτοια συνδρομή εύλογη και αναγκαία για τη διερεύνηση ενδεχόμενων παραβάσεων του παρόντος Νόμου·
(β) την κατάσχεση κάθε πληροφορίας, δεδομένου ή εγγράφου για το χρονικό διάστημα και στο βαθμό που απαιτείται για την έρευνα·
(γ) να απαιτεί από κάθε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού του εμπορευόμενου τον οποίο αφορά η έρευνα να παρέχει εξηγήσεις όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά, τις πληροφορίες, τα δεδομένα ή τα έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο της έρευνας και να καταγράφει τις απαντήσεις·
(δ) να ζητεί και να λαμβάνει οποιαδήποτε στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων συμβάσεων, δεδομένων, πληροφοριών και/ή άλλων συναφών στοιχείων, καταχωρημένα σε μηχανικό, ηλεκτρικό ή ηλεκτρονικό σύστημα δεδομένων, και οποιαδήποτε βιβλία και έγγραφα, τα οποία βρίσκονται σε υποστατικό ή άλλο χώρο ή σε μεταφορικό μέσο και να παίρνει αντίγραφα, σε οποιαδήποτε μορφή, φωτοτυπίες και αποσπάσματα τους, ανεξαρτήτως του μέσου ή του τόπου αποθήκευσής τους·
(ε) να ζητεί από τον εμπορευόμενο να προσκομίσει σε τακτή προθεσμία αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ακρίβεια των πραγματικών ισχυρισμών του αναφορικά με υπό διερεύνηση ενδεχόμενη παράβαση του παρόντος Νόμου, στη βάση των δεδομένων της συγκεκριμένης υπόθεσης και λαμβάνοντας υπόψη τα έννομα συμφέροντα του εμπορευόμενου και των λοιπών επηρεαζόμενων:
(στ) να λαμβάνει φωτογραφίες και/ή μαγνητοσκοπημένα αρχεία των υποστατικών, του χρησιμοποιούμενου εξοπλισμού, των διαφημίσεων και/ή των μεταδιδόμενων εκπομπών του εμπορευόμενου, ανεξαρτήτως του χρησιμοποιούμενου μέσου μετάδοσης αυτών·
(ζ) να ζητεί από κάθε αρχή του δημόσιου τομέα ή φορέα ή οργανισμό, ή κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, περιλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, των παρόχων υπηρεσιών διαδικτύου, των φορέων τηλεπικοινωνιών, των καταχωρητών τομέα, των μητρώων τομέα και των παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας, την παροχή κάθε σχετικής πληροφορίας, δεδομένων ή εγγράφων, υπό οποιανδήποτε μορφή ή μορφότυπο και ανεξαρτήτως του μέσου ή του τόπου αποθήκευσης τους, με σκοπό την εξέταση του κατά πόσον έχει επέλθει ή επέρχεται παράβαση του παρόντος Νόμου και τον καθορισμό των στοιχείων της εν λόγω παράβασης:
(η)να προβαίνει σε αγορά αγαθών ή υπηρεσιών ως δοκιμαστικές αγορές, κατά περίπτωση, ακόμη και με καλυμμένη ταυτότητα, ώστε να εντοπίζει τυχόν παραβάσεις του παρόντος Νόμου και να συγκεντρώνει αποδεικτικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας να επιθεωρεί, παρατηρεί, μελετά, αποσυναρμολογεί ή να υποβάλει σε δοκιμές τα αγαθά ή τις υπηρεσίες·
(θ) να ανακόπτει, εισέρχεται, επιθεωρεί, ερευνά και διενεργεί έλεγχο σε οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο ξηράς, θάλασσας ή αέρα·
(ι) να εισέρχεται σε υποστατικό ή άλλο χώρο και σε μεταφορικό μέσο-
(i) με συνοδεία από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, του οποίου την παρουσία κρίνει αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκεί εξουσία δυνάμει του παρόντος άρθρου,
(ii) φέροντας οποιοδήποτε εξοπλισμό ή υλικά, που κρίνει αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκεί εξουσία δυνάμει του παρόντος άρθρου, και
(iii) να λαμβάνει δείγματα προϊόντων δωρεάν και οποιαδήποτε άλλα τεκμήρια που κρίνει αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκεί εξουσία δυνάμει του παρόντος Νόμου:
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), δεν επιτρέπεται η είσοδος σε κατοικία ή η άσκηση σε κατοικία οποιασδήποτε άλλης εξουσίας, εκτός κατόπιν δικαστικού διατάγματος.
(3) Ο κάτοχος και ο υπεύθυνος οποιουδήποτε υποστατικού ή άλλου χώρου ή μεταφορικού μέσου και ο κάτοχος σχετικού με την υπό διερεύνηση παράβαση προϊόντος και αυτός που προσφέρει ή παρέχει σχετική με την υπό διερεύνηση παράβαση υπηρεσία και οποιοδήποτε πρόσωπο απασχολείται σε υποστατικό ή άλλο χώρο ή μεταφορικό μέσο, στο οποίο εισέρχεται το μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), έχουν έκαστος υποχρέωση να παρέχουν στο μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας οποιαδήποτε πληροφορία που κατέχουν και κάθε διευκόλυνση, την οποία το μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας εύλογα ζητεί, το δε μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας έχει εξουσία να ζητεί και να λαμβάνει οποιαδήποτε τέτοια πληροφορία και διευκόλυνση.
(4) Κάθε μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας έχει υποχρέωση να επιδεικνύει, εφόσον του ζητηθεί, πριν και κατά την άσκηση οποιασδήποτε από τις εξουσίες που του χορηγούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου, αποδεικτικό έγγραφο της ιδιότητάς του:
55.-(1) Σε περίπτωση που, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 54, μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας-
(α) λαμβάνει δείγμα προϊόντος, ή/και
(β) λαμβάνει αντίγραφο, σε οποιαδήποτε μορφή, φωτοτυπία ή απόσπασμα στοιχείων, βιβλίων ή εγγράφων, ή/και
(γ) κατακρατεί ή δεσμεύει μεταφορικό μέσο ή προϊόντα ή μέρος των προϊόντων,
πληροφορεί σχετικά το πρόσωπο του οποίου τα συμφέροντα επηρεάζονται από τη σχετική προαναφερόμενη πράξη ή απόφαση, ή το πρόσωπο το οποίο κατά τη στιγμή που δεσμεύονται ή κατακρατούνται τα αντικείμενα είναι υπεύθυνο του υποστατικού ή του μεταφορικού μέσου.
(2) Το μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας πληροφορεί το πρόσωπο που αναφέρεται στις διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1), το συντομότερο δυνατό, γραπτώς ή με άλλο ενδεικνυόμενο υπό τις περιστάσεις τρόπο-
(α) για τους λόγους στους οποίους βασίζεται η σχετική πράξη ή απόφαση,
(β) για το δικαίωμα του προαναφερόμενου προσώπου να προσβάλει την πράξη ή την απόφαση με προσφυγή στον Υπουργό, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στις διατάξεις του άρθρου 59, και
(γ) για την προθεσμία εντός της οποίας δύναται να ασκηθεί το προαναφερόμενο δικαίωμα, η οποία καθορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 59.
56.-(1) Για τους σκοπούς εφαρμογής του Μέρους ΙΙΙ και τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), η Εντεταλμένη Υπηρεσία έχει καθήκον προς το συμφέρον των καταναλωτών, των ανταγωνιστών και γενικότερα του κοινού να εξετάζει κατόπιν υποβολής παραπόνου ή και αυτεπάγγελτα κατά πόσο οποιαδήποτε διαφήμιση, είτε έχει δημοσιευθεί είτε επίκειται η δημοσίευσή της, είναι παραπλανητική ή μη επιτρεπόμενη συγκριτική διαφήμιση.
(2) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία, πριν εξετάσει κάποιο παράπονο σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), δύναται να ζητήσει από τον παραπονούμενο να την ικανοποιήσει ότι-
(α) έχει προσφύγει σε σχέση με το ίδιο ή ουσιαστικά το ίδιο παράπονο για την εν λόγω διαφήμιση σε τέτοιους καθιερωμένους μηχανισμούς χειρισμού παραπόνων που η Εντεταλμένη Υπηρεσία θεωρεί κατάλληλους, έχοντας υπόψη όλες τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης·
(β) έχει δοθεί εύλογη ευκαιρία για να τύχει χειρισμού το εν λόγω παράπονο με εκείνους τους μηχανισμούς· και
(γ) το παράπονο αυτό δεν έτυχε ικανοποιητικού χειρισμού με τη βοήθεια των μηχανισμών αυτών.
(3) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία κατά την άσκηση των εξουσιών που παρέχονται σε αυτήν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, έχει υπόψη της-
(α) όλα τα εμπλεκόμενα συμφέροντα και ιδιαίτερα το δημόσιο συμφέρον, και
(β) ότι είναι επιθυμητή η ενθάρρυνση του εκούσιου ελέγχου των διαφημίσεων από αυτόνομους οργανισμούς, συνδέσμους ή ενώσεις.
57.-(1) Σε περίπτωση που η Εντεταλμένη Υπηρεσία διαπιστώσει παράβαση ή επικείμενη παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, έστω και εάν δεν αποδεικνύεται πραγματική ζημιά και/ή βλάβη, και/ή δόλος, και/ή αμέλεια εκ μέρους του εμπορευόμενου, ο Διευθυντής έχει εξουσία να προβεί στις πιο κάτω ενέργειες:
(α) Να διατάσσει ή να συστήνει στον φερόμενο ως παραβάτη ή οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο κατά την κρίση του, ενέχεται ή ευθύνεται για την παράβαση αυτή, ή ακόμα και οποιοδήποτε πρόσωπο για το οποίο κατά την κρίση του εύλογα επίκειται η παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, όπως, άμεσα ή εντός τακτής προθεσμίας, τερματίσει την παράβαση και/ή δεν προβεί στην παράβαση και αποφύγει επανάληψή της στο μέλλον∙ και/ή
(β) να δημοσιεύει ή να απαιτεί από τον παραβάτη τη δημοσίευση απόφασης του στο σύνολο της ή εν μέρει με τη μορφή και τον τρόπο που κρίνει κατάλληλο∙ και/ή
(γ) να απαιτεί από τον παραβάτη τη δημοσίευση μέσα σε τακτή προθεσμία, επανορθωτικής δήλωσης με τη μορφή και/ή τον τρόπο και/ή τον τύπο που κρίνει υπό τις περιστάσεις κατάλληλο∙ και/ή
(δ) να προβαίνει στη λήψη μέτρων για έκδοση απαγορευτικού και/ή προστακτικού διατάγματος, συμπεριλαμβανομένου προσωρινού διατάγματος, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 62∙ και/ή
(ε) να επιδιώκει την απόκτηση ή αποδοχή δεσμεύσεων από τον παραβάτη προς τον ίδιο με σκοπό την παύση της παράβασης ή της εικαζόμενης παράβασης, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 58∙ και/ή
(στ) να λαμβάνει από τον παραβάτη, με πρωτοβουλία του τελευταίου, επιπρόσθετες διορθωτικές δεσμεύσεις προς όφελος των καταναλωτών που έχουν θιγεί από την παράβαση ή την εικαζόμενη παράβαση, ή ανάλογα με την περίπτωση, να επιδιώκει την απόκτηση δέσμευσης από τον παραβάτη για προσφορά ικανοποιητικών μέσων θεραπείας προς τους καταναλωτές που έχουν θιγεί από την εν λόγω παράβαση δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 58∙ και/ή
(ζ) να διατάσσει, κατά περίπτωση, τον εμπορευόμενο και/ή οποιοδήποτε τρίτο μέρος, όπως παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου και οποιονδήποτε παρέχει φιλοξενία ή μεταδίδει πληροφορίες να αφαιρεί περιεχόμενο ή να περιορίζει την πρόσβαση σε επιγραμμική διεπαφή ή να προβεί σε ρητή αναγραφή προειδοποίησης προς τους καταναλωτές κατά την πρόσβαση τους σε επιγραμμική διεπαφή∙ και/ή
(η) να διατάσσει, κατά περίπτωση, πάροχο υπηρεσιών υποδοχής και/ή οποιοδήποτε τρίτο μέρος, όπως παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου και οποιονδήποτε παρέχει φιλοξενία ή μεταδίδει πληροφορίες να διαγράψει, να απενεργοποιήσει ή να περιορίσει την πρόσβαση σε επιγραμμική διεπαφή· και/ή
(θ) να διατάσσει, κατά περίπτωση, καταχωρητές ή μητρώα τομέα να διαγράψουν ένα πλήρως εγκεκριμένο όνομα τομέα και να ζητεί από την αρμόδια εποπτική αρχή να προβεί σε σχετική καταχώρηση:
(ι) να διατάσσει τους προμηθευτές μέσων επικοινωνίας εξ αποστάσεως και οποιαδήποτε πρόσωπα δημοσιεύουν ή διευθετούν τη δημοσίευση διαφημίσεων, να τερματίσουν, εφόσον είναι σε θέση να το πράξουν, τις πρακτικές εκείνες που έχουν κηρυχθεί ως παράνομες δυνάμει δικαστικής απόφασης σύμφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 62 ή τις διαφημίσεις που η Εντεταλμένη Υπηρεσία έχει διαπιστώσει ότι παραβαίνουν πρόνοιες του παρόντος Νόμου∙ και/ή
(ια) με αιτιολογημένη απόφαση και αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στον ενδιαφερόμενο παραβάτη ή εκπρόσωπο του να ακουστεί, προφορικά και/ή γραπτά, να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης, ύψους μέχρι και το πέντε τοις εκατό (5%) του κύκλου εργασιών του παραβάτη κατά το αμέσως προηγούμενο της παράβασης έτος σε περίπτωση δε κατά την οποία δεν είναι διαθέσιμες οι πληροφορίες σχετικά με τον ετήσιο κύκλο εργασιών του παραβάτη, δύναται να επιβληθεί πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα τρία εκατομμύρια ευρώ (€3,000,000):
(ιβ) σε περίπτωση συνέχισης της παράβασης να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο μέχρι και πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000), για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης, ανάλογα με τη βαρύτητα αυτής· και/ή
(ιγ) σε περίπτωση που από τον έλεγχο ή την έρευνα προκύπτουν διοικητικές ή ενδεχόμενες ποινικές παραβάσεις, να διατάσσει τον παραβάτη να καταβάλει στην Εντεταλμένη Υπηρεσία οποιαδήποτε διοικητική επιβάρυνση, η οποία περιλαμβάνει το κόστος αγοράς και τα έξοδα που αυτή έχει υποστεί για την εξέταση ή/και δοκιμή του προϊόντος ή/και της υπηρεσίας ή/και τον έλεγχο εγγράφων, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της εξέτασης ή/και δοκιμής του προϊόντος ή/και της υπηρεσίας ή/και τον έλεγχο εγγράφων που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000) και, σε περίπτωση υποβολής παρόμοιου αιτήματος κατά το παρελθόν, σε διοικητική επιβάρυνση που δεν υπερβαίνει τις έξι χιλιάδες ευρώ (€6.000).
(2) Κατά την επιβολή του διοικητικού προστίμου, ο Διευθυντής δύναται να λάβει υπόψη του οποιαδήποτε ανάληψη δέσμευσης από τον παραβάτη, ή εκ μέρους αυτού, που παρέχεται δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (ε) και (στ) του εδαφίου (1) και του άρθρου 58, αναφορικά με τη γενόμενη παράβαση και την προοπτική άρσης ή αποκατάστασης αυτής, καθώς και να λάβει υπόψη του οποιαδήποτε άλλη κύρωση έχει επιβληθεί σε αυτόν δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) για την ίδια ή οποιαδήποτε άλλη παράβαση του παρόντος Νόμου.
(3) Κατά την επιβολή κυρώσεων, λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα μη εξαντλητικά και ενδεικτικά κριτήρια, κατά περίπτωση, όπως:
(α) Η φύση, η βαρύτητα, η έκταση και η διάρκεια της παράβασης∙ και/ή,
(β) τυχόν ενέργειες εμπορευόμενου με σκοπό τον μετριασμό ή την επανόρθωση της ζημίας που υπέστησαν οι καταναλωτές∙ και/ή,
(γ) τυχόν προηγούμενες παραβάσεις του εμπορευόμενου∙ και/ή,
(δ) τα οικονομικά οφέλη που αποκόμισε ή τις ζημίες που απέφυγε ο εμπορευόμενος λόγω της παράβασης, εφόσον είναι διαθέσιμα τα σχετικά στοιχεία∙ και/ή,
(ε) οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στον εμπορευόμενο για την ίδια παράβαση σε άλλα κράτη μέλη σε διασυνοριακές υποθέσεις, όπου οι πληροφορίες σχετικά με τις εν λόγω κυρώσεις είναι διαθέσιμες μέσω του μηχανισμού που θεσπίστηκε με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/2394∙ και/ή,
(στ) κάθε άλλο επιβαρυντικό ή ελαφρυντικό στοιχείο που προκύπτει από τις περιστάσεις της υπόθεσης.
58.-(1) Σε περίπτωση που ο Διευθυντής έχει λόγο να πιστεύει ότι ένας εμπορευόμενος διαπράττει ή έχει διαπράξει παράβαση ή πρόκειται να διαπράξει παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, τότε, δύναται να αποδεχθεί από τον εμπορευόμενο γραπτή ανάληψη δέσμευσης, η οποία υπογράφεται από τον εμπορευόμενο στο έντυπο το οποίο περιέχεται στο Παράρτημα V, με τις ανάλογες προσθήκες ή αφαιρέσεις, με βάση το οποίο ο εμπορευόμενος αναλαμβάνει να πληροί τους όρους και προϋποθέσεις των υποχρεώσεων που ανέλαβε.
(2) Σε περίπτωση ανάληψης δέσμευσης, ο Διευθυντής δύναται να δημοσιεύει ή απαιτεί από τον εμπορευόμενο να δημοσιεύσει την εν λόγω ανάληψη δέσμευσης με οποιαδήποτε μορφή ή τρόπο που κρίνει κατάλληλο ο Διευθυντής.
(3) Χωρίς περιορισμό των διατάξεων του εδαφίου (1), η ανάληψη δέσμευσης δύναται να περιλαμβάνει έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους όρους και προϋποθέσεις:
(α)Ότι θα συμμορφώνεται με τις διατάξεις και/ή συγκεκριμένες διατάξεις του παρόντος Νόμου∙
(β) ότι θα απέχει από οποιαδήποτε πρακτική ή ενέργεια, η οποία απαγορεύεται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου∙
(γ) ότι θα παύσει οποιαδήποτε παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου∙
(δ) ότι θα αποζημιώσει οποιουσδήποτε καταναλωτές ή ότι θα επιστρέψει οποιαδήποτε χρήματα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία τα οποία κατέβαλαν καταναλωτές αναφορικά με παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή/και θα προβεί σε άλλες ικανοποιητικές θεραπείες προς καταναλωτές που έχουν επηρεαστεί από την παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου∙
(ε) ότι θα προβεί σε δημοσίευση διορθωτικής δήλωσης αναφορικά με οποιαδήποτε παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(4)Σε περίπτωση ανάληψης δέσμευσης από τον εμπορευόμενο, o Διευθυντής δύναται να αναστείλει τη διερεύνηση της υπόθεσης ή, σε περίπτωση που κατόπιν έρευνας ήδη διαπιστώθηκε παράβαση, να αναστείλει τη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 57 εναντίον του εμπορευόμενου.
(5) Σε περίπτωση που ο εμπορευόμενος παραβεί την ανάληψη δέσμευσης, τότε η Εντεταλμένη Υπηρεσία ολοκληρώνει την έρευνα της υπόθεσης ή σε περίπτωση που κατόπιν έρευνας ήδη διαπιστώθηκε παράβαση, ο Διευθυντής προβαίνει σε μία ή περισσότερες ενέργειες, από τις ενέργειες που περιγράφονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 57, στις οποίες δεν είχε προηγουμένως προβεί λαμβάνοντας υπόψη την ανάληψη δέσμευσης εκ μέρους του παραβάτη.
(6) Σε περίπτωση που, πριν ή μετά την ανάληψη δέσμευσης από τον εμπορευόμενο με βάση τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (3), καταναλωτής απαιτήσει αποζημιώσεις από τον εμπορευόμενο βάσει ατομικής αξίωσης, τότε αφαιρείται από τις αποζημιώσεις αυτές το ποσό που θα ανακτήσει με βάση τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (3).
59.-(1) Κατά της απόφασης του Διευθυντή, επιτρέπεται η άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στον παραβάτη.
(2) Κατά την εκδίκαση της ιεραρχικής προσφυγής, ο Υπουργός δύναται-
(α) να ζητεί από τον εμπορευόμενο να προσκομίσει σε τακτή προθεσμία, αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ακρίβεια των πραγματικών ισχυρισμών που αναφέρονται στην ιεραρχική προσφυγή, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο, επί τη βάσει των δεδομένων της συγκεκριμένης υπόθεσης λαμβάνοντας υπόψη τα έννομα συμφέροντα του εμπορευόμενου και των λοιπών επηρεαζόμενων, και
(β) να θεωρεί ανακριβείς τους πραγματικούς ισχυρισμούς, εφόσον τα αποδεικτικά στοιχεία που ζητούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) δεν προσκομιστούν έγκαιρα ή θεωρηθούν ανεπαρκή από τον Υπουργό.
(3) (α) O Υπουργός εξετάζει αμέσως κάθε προσφυγή που γίνεται σ’ αυτόν, και αν σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη περίπτωση θεωρήσει αυτό αναγκαίο ή σκόπιμο, ακούει ή με άλλο τρόπο δίνει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα να υποστηρίξει τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή.
(β) Ο Υπουργός αποφασίζει για κάθε προσφυγή το ταχύτερο και κοινοποιεί την απόφαση του στον προσφεύγοντα εντός ενενήντα (90) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία άσκησης της προσφυγής.
(4) Κατόπιν εξέτασης της προσφυγής, ο Υπουργός δύναται -
(α) να επικυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· ή
(β) να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· ή
(γ) να τροποποιήσει την προσβαλλόμενη απόφαση:
(5) Πρόσωπο το οποίο δεν ικανοποιείται από την απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό, δύναται να προσφύγει εντός εβδομήντα πέντε (75) ημερών στο Διοικητικό Δικαστήριο.
60.-(1) Οποιαδήποτε έγγραφη επικοινωνία, περιλαμβανομένης της απόφασης του Διευθυντή ή του Υπουργού, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται να επιδοθεί σε κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο-
(α) με ιδιόχειρη παράδοση ή με την παράδοση του εγγράφου στην προσήκουσα διεύθυνση ή με αποστολή διά συστημένου ταχυδρομείου ή μέσω τηλεομοιότυπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ή
(β) εάν το πρόσωπο αυτό είναι νομικό πρόσωπο, με επίδοση του εγγράφου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) στο γραμματέα ή στο διευθυντή ή σε οποιοδήποτε διευθύνοντα σύμβουλο, ή
(γ) εάν πρόκειται για ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρεία, με επίδοση του εγγράφου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) σε έναν από τους εταίρους ή σε πρόσωπο το οποίο έχει τον έλεγχο ή τη διεύθυνση των εργασιών της εταιρείας αυτής.
(2) Για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (1), η προσήκουσα διεύθυνση οποιουδήποτε προσώπου στο οποίο μπορεί να επιδοθεί έγγραφη επικοινωνία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, είναι η τελευταία γνωστή διεύθυνση αυτού, εξαιρουμένων των ακόλουθων περιπτώσεων:
(α) Στην περίπτωση επίδοσης σε νομικό πρόσωπο είναι η διεύθυνση του εγγεγραμμένου ή του κεντρικού γραφείου του νομικού προσώπου,
(β) στην περίπτωση επίδοσης σε ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρεία, η προσήκουσα διεύθυνση είναι το κεντρικό γραφείο της εταιρείας αυτής:
(3) Κατά την επίδοση απόφασης, η Εντεταλμένη Υπηρεσία ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο για το δικαίωμά του να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 59 και για το δικαίωμά του να προσφύγει στο Διοικητικό Δικαστήριο εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (5) του άρθρου 59.
61.-(1) Το επιβληθέν διοικητικό πρόστιμο καθίσταται άμεσα πληρωτέο και η διαδικασία είσπραξης του δεν αναστέλλεται λόγω της ενδεχόμενης άσκησης ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, ούτε λόγω καταχώρησης προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο ή καταχώρησης έφεσης στο Ανώτατο Δικαστήριο κατά της απόφασης του Διευθυντή:
(2) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου, στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, να καταβάλει στην Εντεταλμένη Υπηρεσία πρόστιμο, η Εντεταλμένη Υπηρεσία λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(3) Η διαδικασία είσπραξης προστίμου δεν αναστέλλεται από οποιαδήποτε παράλληλη διαδικασία η οποία εγείρεται από ή κατά της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, και/ή του Διευθυντή, και/ή του Υπουργού.