Για σκοπούς εφαρμογής των άρθρων 13, 17, 22, 24, 25(2), 25(3), 25(4), 25(6), 28(3), 28(4), 87, 117 της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1939 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2017, σχετικά με την εφαρμογή ενισχυμένης συνεργασίας για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας»,
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2017, σχετικά με την Εφαρμογή Ενισχυμένης Συνεργασίας για τη Σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, Νόμος του 2021.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«εθνική εποπτική αρχή» σημαίνει τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8.
«Εποπτεύων Ευρωπαίος Εισαγγελέας» σημαίνει τον ευρωπαίο εισαγγελέα ο οποίος ενεργεί για λογαριασμό του αρμοδίου μονίμου τμήματος της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και εποπτεύει τις έρευνες και τις διώξεις για τις οποίες είναι υπεύθυνος ο Ευρωπαίος Εντεταλμένος Εισαγγελέας, σύμφωνα με το άρθρο 12 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939.
«Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1939» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/1939 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2017, σχετικά με την εφαρμογή ενισχυμένης συνεργασίας για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.
(2) Οποιοιδήποτε όροι περιέχονται στον παρόντα Νόμο και δεν ορίζονται ειδικά σε αυτόν, έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/1939.
3.-(1) Ως αρμόδια αρχή για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939 ορίζεται ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας.
(2) Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας κοινοποιεί τις απαραίτητες πληροφορίες στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 117 του Κανονισμού.
4.-(1) Ο Ευρωπαίος Εντεταλμένος Εισαγγελέας διορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939.
(2) Στη θέση του Ευρωπαίου Εντεταλμένου Εισαγγελέα διορίζεται πρόσωπο το οποίο κατέχει τη θέση του Δικηγόρου της Δημοκρατίας στη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας ή ανώτερη αυτής θέση στην Υπηρεσία αυτή και προτείνεται για διορισμό από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
(3) Ο Ευρωπαίος Εντεταλμένος Εισαγγελέας, από την ημέρα διορισμού του έως την παύση του, είναι ενεργό μέλος της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας.
(4) Ο Ευρωπαίος Εντεταλμένος Εισαγγελέας παύεται για τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 17 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939 και σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο.
5.-(1) Ο Ευρωπαίος Εντεταλμένος Εισαγγελέας ασκεί τις αρμοδιότητές του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939.
(2) Ο Ευρωπαίος Εντεταλμένος Εισαγγελέας-
(α) ενεργεί για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στη Δημοκρατία·
(β) προΐσταται της ποινικής έρευνας και είναι αρμόδιος για τη δίωξη ποινικών αδικημάτων τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του περί της Καταπολέμησης, μέσω του Ποινικού Δικαίου, της Απάτης εις Βάρος των Οικονομικών Συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμου καθώς και για την άσκηση της καθ' ύλην αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 22 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, παρέχοντας ανάλογα τις κατάλληλες οδηγίες σε οποιαδήποτε αρμόδια αρχή η οποία αναλαμβάνει τη διερεύνηση των αδικημάτων αυτών·
(γ) δύναται να ασκεί παράλληλα τα καθήκοντά του ως νομικός λειτουργός στη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας, εφόσον αυτό δεν τον εμποδίζει να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, και ενημερώνει τον Εποπτεύοντα Ευρωπαίο Εισαγγελέα σχετικά με τα εν λόγω καθήκοντα.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία ο Ευρωπαίος Εντεταλμένος Εισαγγελέας κωλύεται να εκπληρώσει τα καθήκοντά του λόγω του ότι ασκεί τέτοια καθήκοντα κατά την παράλληλη ενασχόλησή του ως νομικός λειτουργός στη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας, ενημερώνει τον Εποπτεύοντα Ευρωπαίο Εισαγγελέα, ο οποίος διαβουλεύεται με τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (3) του άρθρου 13 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939.
(4) Ο Εποπτεύων Ευρωπαίος Εισαγγελέας δύναται όπως προτείνει στο μόνιμο τμήμα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας την εκ νέου ανάθεση υπόθεσης σε άλλον Ευρωπαίο Εντεταλμένο Εισαγγελέα στη Δημοκρατία ή τη διεξαγωγή των ερευνών από τον ίδιο προσωπικά, σύμφωνα με τις παραγράφους (3) και (4) του άρθρου 28 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939.
5Α.-(1) Κάθε αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία, περιλαμβανομένου του Αρχηγού της Αστυνομίας, του Εφόρου Φορολογίας, του Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων και της Μονάδας Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης και Μονάδας Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (εφεξής “ΜΟΚΑΣ”), παρέχει ενεργό συνδρομή και στήριξη στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, εάν ζητηθεί από αυτή, κατά τις ποινικές έρευνες και διώξεις που διενεργεί στη Δημοκρατία.
(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας της υποχρέωσης για ενεργό συνδρομή και στήριξη ως αυτή προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), κάθε αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία παρέχει στον Ευρωπαίο Εντεταλμένο Εισαγγελέα, ο οποίος ενεργεί για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στη Δημοκρατία ή, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου και της παραγράφου 4 του άρθρου 28 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, στον Ευρωπαίο Εισαγγελέα όταν ενεργεί εξ ονόματος και για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στο πλαίσιο υπόθεσης η οποία του έχει ανατεθεί, κάθε στοιχείο ή πληροφορία που της ζητείται και κάθε άλλη συνδρομή, για την επιτέλεση του έργου τους, εντός του πλαισίου το οποίο ορίζουν οι διατάξεις της κειμένης νομοθεσίας.
6.-(1) Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία διαβουλεύεται, κατά περίπτωση, με τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, προκειμένου να διαπιστώσει εάν τυγχάνουν εφαρμογής τα κριτήρια που καθορίζονται στην παράγραφο (2) του άρθρου 25 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939.
(2) Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της παραγράφου (3) του άρθρου 25 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, κατόπιν διαβούλευσης με τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, παραπέμπει υπόθεση για χειρισμό της από τον ίδιο.
(3) Με τη συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δύναται να ασκεί την αρμοδιότητά της για τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 22 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939 σε περιπτώσεις που διαφορετικά θα αποκλείονταν λόγω της εφαρμογής του στοιχείου (β) της παραγράφου (3) του άρθρου 25 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, εφόσον η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία είναι καταλληλότερη για την έρευνα ή τη δίωξη.
(4) Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και του Γενικού Εισαγγελέα, σχετικά με το κατά πόσο αξιόποινη πράξη εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου (2) ή (3) του άρθρου 22 ή της παραγράφου (2) ή (3) του άρθρου 25 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, αποφασίζει τον αρμόδιο για τη διερεύνηση της υπόθεσης.
6Α.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου και του περί Δικαστηρίων Νόμου, για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία επιλαμβάνεται εντός της Δημοκρατίας της άσκησης ποινικής έρευνας και ποινικής δίωξης περιλαμβανομένης και της διακοπής ποινικής διαδικασίας αναφορικά με ποινικά αδικήματα, τα οποία θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτά προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 22 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939 και στις διατάξεις του περί της Καταπολέμησης, μέσω του Ποινικού Δικαίου, της Απάτης εις Βάρος των Οικονομικών Συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμου.
(2) Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1), η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ενεργεί στη Δημοκρατία διά του Ευρωπαίου Εντεταλμένου Εισαγγελέα ή, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου (5) του παρόντος Νόμου και κατ’ εφαρμογή της παραγράφου (4) του άρθρου 28 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, διά του Ευρωπαίου Εισαγγελέα.
(3) Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1) και σε περίπτωση κατά την οποία δεν ρυθμίζεται διαφορετικά από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/1939, εφαρμόζεται κατ’ αναλογία η κείμενη νομοθεσία και οι σχετικές δικονομικές διατάξεις και οπουδήποτε στην εν λόγω νομοθεσία και διατάξεις, σε οποιαδήποτε γραμματική παραλλαγή απαντά ο όρος “Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας” για υποθέσεις οι οποίες εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, αρμόδια αρχή είναι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία.
(4) Κατηγορητήριο ή άλλο έγγραφο το οποίο καταχωρίζεται σε δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3), υπογράφεται, όπου απαιτείται υπογραφή, από τον Ευρωπαίο Εντεταλμένο Εισαγγελέα ή, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου και της παραγράφου (4) του άρθρου 28 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, από τον Ευρωπαίο Εντεταλμένο Εισαγγελέα, εξ ονόματος και για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.
6Β. Για σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 105 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ορίζεται ως αρμόδια αρχή επιπρόσθετα και περιλαμβάνεται στις αρμόδιες αρχές οι οποίες προβλέπονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Στην παράγραφο (β) του ορισμού του όρου “κυπριακή αρχή εκτέλεσης”, ο οποίος προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 2 του περί της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας σε Ποινικές Υποθέσεις Νόμου·
(β) για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (5) του άρθρου 14, του εδαφίου (3) του άρθρου 15, καθώς και της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) και της παραγράφου (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 43Κ του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου, και η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, δύναται να εκδώσει ή να αιτηθεί την έκδοση κάθε είδους διατάγματος το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω Νόμου·
(γ) στον ορισμό του όρου “Αρμόδια Αρχή” ο οποίος προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Κοινών Ομάδων Έρευνας Νόμου· και
(δ) για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 7 του εδαφίου (1) του άρθρου 24 του περί Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης και των Διαδικασιών Παράδοσης Εκζητουμένων Μεταξύ των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμου.
6Γ. Για σκοπούς εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939 και για υποθέσεις οι οποίες εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, οπουδήποτε στις διατάξεις του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου και σε οποιαδήποτε γραμματική παραλλαγή, απαντά ο όρος “Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας”, αρμόδια αρχή λογίζεται η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία.
7.-(1) Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας γνωστοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, κάθε αξιόποινη συμπεριφορά για την οποία η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα μπορούσε να ασκήσει την αρμοδιότητά της, σύμφωνα με το άρθρο 22 και τις παραγράφους (2) και (3) του άρθρου 25 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία έχει αρχίσει ποινική έρευνα για αξιόποινη πράξη στη Δημοκρατία για την οποία η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα μπορούσε να ασκήσει την αρμοδιότητά της όπως προβλέπεται στο άρθρο 22 και στις παραγράφους (2) και (3) του άρθρου 25 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, ή σε περίπτωση που, σε οποιοδήποτε στάδιο από την έναρξη ποινικής έρευνας, o Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας εκτιμά ότι η έρευνα αφορά τέτοια αξιόποινη πράξη, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, ώστε αυτή να αποφασίσει κατά πόσο θα ασκήσει το δικαίωμα ανάληψης της υπόθεσης, σύμφωνα με το άρθρο 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939.
(3) Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία σε περίπτωση που αποφασίσει τη διεξαγωγή ποινικής έρευνας για αξιόποινη πράξη, όπως ορίζεται στο άρθρο 22 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, και φρονεί ότι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα μπορούσε να μην ασκήσει την αρμοδιότητά της, σύμφωνα με την παράγραφο (3) του άρθρου 25 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939.
(4) Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει τουλάχιστον περιγραφή των πραγματικών περιστατικών, εκτίμηση της ζημίας που προκλήθηκε ή ενδέχεται να προκληθεί, τα ποινικά αδικήματα που ενδέχεται να προκύπτουν και κάθε διαθέσιμη πληροφορία σχετικά με πιθανά θύματα, υπόπτους και τυχόν άλλα εμπλεκόμενα πρόσωπα.
(5) Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για τις περιπτώσεις στις οποίες δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί κατά πόσο πληρούνται τα κριτήρια της παραγράφου (2) του άρθρου 25 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939.
(6) Σε περίπτωση που περιέλθει εις γνώσιν της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ότι ενδέχεται να έχει διαπραχθεί αξιόποινη πράξη που δεν εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, αυτή ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και διαβιβάζει σε αυτόν όλα τα σχετικά στοιχεία.
8. Ως εθνική εποπτική αρχή ορίζεται ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, ο οποίος διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 19 του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου.
8Α. Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, η συλλογή και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα διενεργείται τηρουμένων των διατάξεων του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους Σκοπούς Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου.
9. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939 και του παρόντος Νόμου.