ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ - ΕΙΔΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΓΙΑ ΤΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ
Μόνιμη λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης

19.-(1) Η ΚΕΔΟΣΕ, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της εν γένει, θεσπίζει, υλοποιεί και διατηρεί επαρκείς πολιτικές και διαδικασίες για τον εντοπισμό οποιωνδήποτε κινδύνων μη συμμόρφωσης της ΚΕΔΟΣΕ με τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και της οικείας νομοθεσίας, καθώς και των συναφών κινδύνων.

(2) Η ΚΕΔΟΣΕ θέτει σε εφαρμογή κατάλληλα μέτρα και διαδικασίες, προκειμένου να ελαχιστοποιεί τους προβλεπόμενους στο εδάφιο (1) κινδύνους και να επιτρέπει στην Επιτροπή να ασκεί αποτελεσματικά τις εξουσίες της σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο.

(3) Η ΚΕΔΟΣΕ θεσπίζει και διατηρεί μόνιμη και αποτελεσματική λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης, η οποία λειτουργεί ανεξάρτητα και διαθέτει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

(α) Παρακολούθηση και τακτική αξιολόγηση της επάρκειας και της αποτελεσματικότητας των μέτρων, πολιτικών και διαδικασιών που θεσπίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), καθώς και των μέτρων που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση τυχόν αδυναμιών σχετικών με τη συμμόρφωση της ΚΕΔΟΣΕ με τις υποχρεώσεις της δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και της οικείας νομοθεσίας·

(β) παροχή συμβουλών στα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για την εκτέλεση των λειτουργιών διοίκησης, περιλαμβανομένης της παρεπόμενης λειτουργίας, όπου εφαρμόζεται, και συνδρομής σε αυτά, προκειμένου να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις που υπέχει η ΚΕΔΟΣΕ δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και της οικείας νομοθεσίας·

(γ) έλεγχος σε ετήσια βάση του περιεχομένου του επιχειρησιακού μνημονίου της ΚΕΔΟΣΕ με τα πρόσωπα που αναμειγνύονται στην δραστηριότητα του ΟΣΕ, καθώς και του επιχειρησιακού μνημονίου σε περίπτωση ανάθεσης λειτουργιών διοίκησης σε τρίτο πάροχο, περιλαμβανομένης της τήρησης των παραμέτρων αξιολόγησης απόδοσης·

(δ) θέσπιση διαδικασιών και κριτηρίων, ώστε να διασφαλίζεται ότι οποιαδήποτε προσθήκη, διαδοχή ή άλλη μεταβολή σε πρόσωπο μεριδιούχου ή σε πρόσωπο που ασκεί τα σχετικά δικαιώματα για λογαριασμό του μεριδιούχου ή η επιβάρυνση ή όποια άλλη μεταβολή σε μερίδιο ΟΣΕ, αποδεικνύεται και είναι σύμφωνη με την οικεία νομοθεσία.

(4) Προκειμένου να καταστεί δυνατή η ενδεδειγμένη και ανεξάρτητη εκπλήρωση των ευθυνών της λειτουργίας κανονιστικής συμμόρφωσης, η ΚΕΔΟΣΕ διασφαλίζει ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Η λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης διαθέτει την απαραίτητη εξουσία, τους ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους και την εμπειρογνωμοσύνη, καθώς και πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες·

(β) ορίζεται υπεύθυνος λειτουργός κανονιστικής συμμόρφωσης ο οποίος φέρει την ευθύνη για τη λειτουργία αυτή·

(γ) ο υπεύθυνος λειτουργός κανονιστικής συμμόρφωσης φέρει την ευθύνη και για την τακτική υποβολή εκθέσεων, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, προς το διοικητικό συμβούλιο, τα ανώτερα διοικητικά στελέχη και την Επιτροπή σχετικά με ζητήματα συμμόρφωσης με τον παρόντα Νόμο και την οικεία νομοθεσία που τυχόν ανέκυψαν, όπου ιδίως αναφέρεται κατά πόσο λήφθηκαν τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα σε περίπτωση τυχόν εντοπισμού αδυναμιών·

(δ) πρόσωπα που συμμετέχουν στη λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης δεν εμπλέκονται στην εκτέλεση των υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων τις οποίες παρακολουθούν·

(ε) η μέθοδος προσδιορισμού της αμοιβής του υπεύθυνου λειτουργίας κανονιστικής συμμόρφωσης και των υπόλοιπων προσώπων που συμμετέχουν στη λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης δεν θέτει, ούτε είναι δυνατόν να θέσει υπό αμφισβήτηση την αντικειμενικότητά τους.

(5) Η ΚΕΔΟΣΕ δεν έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις των παραγράφων (δ) ή (ε) του εδαφίου (4), σε περίπτωση κατά την οποία είναι σε θέση να αποδείξει ότι, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της, καθώς και τη φύση και το φάσμα των υπηρεσιών και δραστηριοτήτων της, οι απαιτήσεις αυτές δεν είναι αναλογικές και ότι η λειτουργία συμμόρφωσης εξακολουθεί να είναι αποτελεσματική.

(6) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (18) του άρθρου 18, η λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης της ΚΕΔΟΣΕ διασφαλίζει, σε σχέση με τα πρόσωπα που αναμειγνύονται στη δραστηριότητα του ΟΣΕ, ιδίως τα ακόλουθα:

(α) Τα πρόσωπα που αναμειγνύονται στη δραστηριότητα του ΟΣΕ σε σχέση με τη διάθεση των μεριδίων του ΟΣΕ ή με την προσφορά των μεριδίων αυτών εν γένει εφαρμόζουν κατά την αίτηση για έκδοση, εξαγορά και εξόφληση μεριδίων ΟΣΕ, περιλαμβανομένης της μετατροπής μεριδίων επενδυτικού τμήματος ενός ΟΣΕ σε μερίδια επενδυτικού τμήματος του ίδιου ή άλλου ΟΣΕ, κατάλληλες διαδικασίες προσδιορισμού της ταυτότητας των μεριδιούχων έως του βαθμού του τελικού δικαιούχου και τηρούν σχετικά αρχεία·

(β) οι προβλεπόμενες στην παράγραφο (α) διαδικασίες εφαρμόζονται από την ΚΕΔΟΣΕ ή/και από τα πρόσωπα που αναμειγνύονται στη δραστηριότητα του ΟΣΕ σε σχέση με τη διάθεση των μεριδίων του ΟΣΕ ή με την προσφορά των μεριδίων αυτών εν γένει και στην περίπτωση αλλαγής ή προσθήκης προσώπου μεριδιούχου λόγω μεταβίβασης, διαδοχής ή άλλης μεταβολής·

(γ) η ΚΕΔΟΣΕ και τα πρόσωπα που αναμειγνύονται στη δραστηριότητα του ΟΣΕ σε σχέση με τη διάθεση των μεριδίων του ΟΣΕ ή στην προσφορά των μεριδίων αυτών εν γένει εφαρμόζουν, σε σχέση με αιτήσεις έκδοσης, εξαγοράς ή εξόφλησης μεριδίων ΟΣΕ, περιλαμβανομένης της μετατροπής μεριδίων επενδυτικού τμήματος ενός ΟΣΕ σε μερίδια επενδυτικού τμήματος του ίδιου ή άλλου ΟΣΕ, κατάλληλα μέτρα και διαδικασίες που να διασφαλίζουν-

(i) την αποτροπή παράνομων πρακτικών, ιδίως πρακτικών εκπρόθεσμης υποβολής αιτήσεων·

(ii) την αποτροπή καταχρηστικών πρακτικών, ιδίως την αποτροπή πρακτικών αγοραίου χρονισμού·

(iii) την τήρηση των καταληκτικών χρονικών σημείων, καθώς και τον καθορισμό των εξαιρετικών εκείνων περιπτώσεων κατά τις οποίες επιτρέπεται η υποβολή αιτήσεων από υφιστάμενους ή πιθανούς μεριδιούχους και μετά την παρέλευση του χρονικού σημείου αυτού και την τήρηση σχετικού αρχείου.

Σύμβαση εκτέλεσης λειτουργιών διοίκησης

20.-(1) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του άρθρου 18 και της οικείας νομοθεσίας ανάθεσης, η ΚΕΔΟΣΕ συνάπτει γραπτή σύμβαση με τον πελάτη και, όπου εφαρμόζεται, με τα πρόσωπα που αναμειγνύονται στη δραστηριότητα ΟΣΕ, η οποία περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον τα ακόλουθα:

(α) Τις λειτουργίες διοίκησης που αναλαμβάνει να εκτελέσει η ΚΕΔΟΣΕ, περιλαμβανομένης της παρεπόμενης λειτουργίας, όπου εφαρμόζεται, καθώς και τους σχετικούς όρους βάσει των οποίων θα εκτελούνται οι αναφερθείσες λειτουργίες από την ΚΕΔΟΣΕ·

(β) το ύψος και τον τρόπο πληρωμής και υπολογισμού της αμοιβής της ΚΕΔΟΣΕ·

(γ) την περίοδο ισχύος της προβλεπόμενης στο παρόν εδάφιο σύμβασης·

(δ) το εφαρμοστέο στη σύμβαση δίκαιο·

(ε) την ευθύνη της ΚΕΔΟΣΕ·

(στ) κατά πόσο επιτρέπεται η ανάθεση λειτουργιών διοίκησης από την ΚΕΔΟΣΕ, καθώς και την ευθύνη της ΚΕΔΟΣΕ σε τέτοια περίπτωση ανάθεσης.

(2) Για ΟΣΕ της Δημοκρατίας, η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) συμφωνία κοινοποιείται και στον θεματοφύλακα του ΟΣΕ και υποβάλλεται στην Επιτροπή.

(3) Η Επιτροπή δύναται με Οδηγία της να εξειδικεύει περαιτέρω την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Τήρηση αρχείου

21.-(1) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (14) του άρθρου 18, η τήρηση αρχείων από την ΚΕΔΟΣΕ περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον τα ακόλουθα:

(α) Το είδος των ΟΣΕ για τους οποίους εκτελούνται λειτουργίες διοίκησης, περιλαμβανομένης της παρεπόμενης λειτουργίας, όπου εφαρμόζεται, τον τύπο των ΟΣΕ, το προφίλ ρευστότητάς τους σε σχέση με την ύπαρξη δυνατότητας εξαγοράς μεριδίων, όπως περιγράφεται στην οικεία νομοθεσία ΟΣΕ, τη γεωγραφική τους κατανομή, ιδίως εάν είναι ΟΣΕ της Δημοκρατίας ή άλλοι ΟΣΕ εγκατεστημένοι εντός ή εκτός της ΕΕ, τις επενδυτικές τους στρατηγικές, τη γεωγραφική κατανομή των επενδύσεων, τα συνολικά κεφάλαια υπό διοίκηση και την κατανομή τους ανά επενδυτική στρατηγική, καθώς και το είδος των επενδυτών στους οποίους απευθύνονται οι εν λόγω ΟΣΕ·

(β) τυχόν περιπτώσεις ανακρίβειας στον υπολογισμό της ΚΑΕ ανά ΟΣΕ και όπου εφαρμόζεται ανά επενδυτικό τμήμα ΟΣΕ, περιλαμβανομένων των ακόλουθων:

(i) Του ποσοστού απόκλισης επί της ΚΑΕ του σχετικού ΟΣΕ, όπως αυτή θα υπολογιζόταν εάν το σφάλμα δεν είχε μεσολαβήσει·

(ii) κατά πόσο το σφάλμα ήταν μεμονωμένο ή σε συνδυασμό με άλλα·

(iii) της περιόδου διάρκειας του σφάλματος σε σχέση με την επίδρασή του επί της ΚΑΕ έως τη διόρθωσή του·

(iv) κατά πόσο το σφάλμα αποτελεί συνέπεια παραβίασης κανόνα που διέπει την επενδυτική πολιτική και τις επιτρεπόμενες επενδύσεις του ΟΣΕ ή παραβίαση των καταστατικών εγγράφων του ή κατά πόσο το σφάλμα οφείλεται σε πλημμέλεια της ΚΕΔΟΣΕ·

(v) κατά πόσο το σφάλμα, με βάση την οικεία νομοθεσία ή με βάση προηγούμενη συμφωνία των μερών, ήταν ουσιώδες·

(vi) κατά πόσο υπήρξαν ζημίες σε μεριδιούχους, εάν και πώς έτυχαν ενημέρωσης οι μεριδιούχοι, το ύψος της ζημίας και των διορθωτικών ενεργειών που αναλήφθηκαν, περιλαμβανομένης της ολικής ή μερικής αποζημίωσης·

(vii) κατά πόσο υπήρξε καταβολή ασφαλίσματος υπέρ της ΚΕΔΟΣΕ και της έκτασής του·

(viii) κατά πόσο τα έξοδα διόρθωσης και αποζημίωσης βάρυναν τον ΟΣΕ ή/και τον διαχειριστή ΟΣΕ·

(ix) κατά πόσο υπήρξε εξωδικαστική επίλυση ή όχι·

(x) κατά πόσο υπήρξε εποπτική δράση σε σχέση με τον συγκεκριμένο ΟΣΕ ή τον συγκεκριμένο διαχειριστή ΟΣΕ·

(xi) κατά πόσο υπήρξαν αξιώσεις/απαιτήσεις έναντι της ΚΕΔΟΣΕ για καταβολή αποζημίωσης σε περιπτώσεις ανακρίβειας στον υπολογισμό της ΚΑΕ·

(γ) παράπονα πελατών ή/και μεριδιούχων·

(δ) αρχείο δικαστικής και εξώδικης επίλυσης διαφορών ανάμεσα στην ΚΕΔΟΣΕ και στα άλλα πρόσωπα που αναμειγνύονται στη δραστηριότητα του ΟΣΕ·

(ε) αρχείο με τους ΟΣΕ, σε μεριδιούχους ή περιουσιακά των οποίων έτυχε εφαρμογή κυρώσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλων διεθνών οργανισμών ή χωρών με τις οποίες η Δημοκρατία διατηρεί διπλωματικές σχέσεις·

(στ) τα αρχεία τα οποία αποδεικνύουν την τήρηση του τελικού ελέγχου υπολογισμού της ΚΑΕ ΟΣΕ κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (3) του άρθρου 27.

(2) Τα αρχεία τηρούνται από την ΚΕΔΟΣΕ σε ηλεκτρονική μορφή και είναι επαρκή, ώστε η ΚΕΔΟΣΕ να είναι σε θέση να επιδεικνύει στην Επιτροπή τη συμμόρφωσή της με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και τις Οδηγίες της Επιτροπής, καθώς και με την οικεία νομοθεσία.

(3) Τα αρχεία φυλάσσονται για μέγιστη περίοδο πέντε (5) ετών και, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, για μέγιστη περίοδο δέκα (10) ετών.