304.-(1) Όταν οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας εταιρείας που βρίσκεται σε εκκαθάριση, αποτελείται από ακίνητη περιουσία που είναι βεβαρημένη με φορτικές συμβάσεις, από μετοχές ή ομόλογα εταιρείας, από μη επικερδείς συμβάσεις, ή από οποιαδήποτε άλλη περιουσία που δεν δύναται να πωληθεί, ή να πωληθεί εύκολα, ένεκα του ότι δεσμεύει τον κάτοχο της να εκτελέσει οποιαδήποτε φορτική πράξη ή στην πληρωμή οποιουδήποτε χρηματικού ποσού, ο εκκαθαριστής της εταιρείας, ανεξάρτητα από το ότι αυτός προσπάθησε να πωλήσει ή λάβει κατοχή της περιουσίας ή τέλεσε οποιαδήποτε πράξη ιδιοκτησίας σε σχέση με αυτή, δύναται, με άδεια του Δικαστηρίου και τηρουμένων των προνοιών του άρθρου αυτού, με έγγραφο υπογραμμένο από αυτόν, οποτεδήποτε μέσα σε δώδεκα μήνες μετά την έναρξη της εκκαθάρισης ή τέτοιας παρατεινόμενης περιόδου που δύναται να επιτραπεί από το Δικαστήριο, να αποποιηθεί την περιουσία.
Νοείται ότι, όταν οποιαδήποτε τέτοια περιουσία δεν ήλθε στη γνώση του εκκαθαριστή μέσα σε ένα μήνα μετά την έναρξη της εκκαθάρισης, η εξουσία με βάση το άρθρο αυτό αποποίησης της περιουσίας δύναται να ασκηθεί οποτεδήποτε μέσα σε δώδεκα μήνες μετά που θα έλθει σε γνώση του ή μέσα σε τέτοια περίοδο παράτασης που δυνατό να επιτραπεί από το Δικαστήριο.
(2) Η αποποίηση θα λειτουργήσει ώστε να τερματιστούν από την ημερομηνία της αποποίησης, τα δικαιώματα, συμφέροντα και υποχρεώσεις της εταιρείας, και της περιουσίας της εταιρείας, με ή σε σχέση με την περιουσία που αποποιήθηκε, αλλά δεν θα επηρεάζει τα δικαιώματα ή υποχρεώσεις κάθε άλλου προσώπου, εκτός αν αυτό είναι αναγκαίο με σκοπό την απαλλαγή της εταιρείας και της περιουσίας της εταιρείας από ευθύνη.
(3) Το Δικαστήριο πριν από ή κατά την παραχώρηση άδειας αποποίησης, δύναται να απαιτήσει να δοθούν στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα τέτοιες ειδοποιήσεις, και επιβάλει τέτοιες προϋποθέσεις ή όρους για την παραχώρηση άδειας, και δύναται να εκδώσει άλλο τέτοιο διάταγμα για το θέμα που το Δικαστήριο θεωρεί πρέπον.
(4) Ο εκκαθαριστής δεν θα δικαιούται να αποποιηθεί οποιαδήποτε περιουσία με βάση το άρθρο αυτό σε οποιαδήποτε περίπτωση που έγινε αίτηση γραπτή σε αυτόν από οποιαδήποτε πρόσωπα που έχουν συμφέρον πάνω στην περιουσία που ζητούσαν από αυτόν να αποφασίσει κατά πόσο θα αποποιηθεί ή δεν θα αποποιηθεί και ο εκκαθαριστής, μέσα σε περίοδο είκοσι οκτώ ημερών μετά τη λήψη της αίτησης ή τέτοιας περαιτέρω περιόδου που δύναται να επιτραπεί από το Δικαστήριο, δεν έχει δώσει ειδοποίηση προς τον αιτητή ότι αυτός προτίθεται να απευθυνθεί στο Δικαστήριο για παραχώρηση άδειας αποποίησης, και, στην περίπτωση σύμβασης, αν ο εκκαθαριστής, μετά από τέτοια όπως πιο πάνω αναφερόμενη αίτηση, δεν αποποιείται τη σύμβαση μέσα στην αναφερόμενη περίοδο ή άλλη περαιτέρω περίοδο, η εταιρεία θα λογίζεται ότι την υιοθέτησε.
(5) Το Δικαστήριο δύναται, μετά από αίτηση οποιουδήποτε προσώπου που δικαιούται, έναντι του εκκαθαριστή, του ωφελήματος ή υπόκειται στο βάρος της σύμβασης με την εταιρεία, να εκδώσει διάταγμα που να ακυρώνει τη σύμβαση με τέτοιες προϋποθέσεις ως προς την πληρωμή από ή σε έκαστο μέρος αποζημιώσεων για τη μη εκτέλεση της σύμβασης, ή διαφορετικά που το Δικαστήριο θεωρεί δίκαιο και οποιεσδήποτε αποζημιώσεις βάσει του διατάγματος για οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο δύνανται να επαληθευθούν από αυτό ως χρέος στην εκκαθάριση.
(6) Το Δικαστήριο δύναται, μετά από αίτηση οποιουδήποτε προσώπου που είτε αξιώνει οποιοδήποτε συμφέρον για περιουσία που έχει αποποιηθεί ή υπόκειται σε οποιαδήποτε ευθύνη που δεν απαλλάσσεται από το Νόμο αυτό σε σχέση με περιουσία που έχει αποποιηθεί και μετά την ακρόαση τέτοιων προσώπων που θεωρεί πρέπον, να εκδώσει διάταγμα για την παραχώρηση της περιουσίας ή την παράδοση της σε οποιαδήποτε πρόσωπα που δικαιούνται σε αυτήν, ή σε εκείνο που θεωρεί δίκαιο ότι πρέπει να παραδοθεί η περιουσία με μορφή αποζημίωσης για τέτοια ευθύνη όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, ή εμπιστευματοδόχους για αυτόν, και με τέτοιες προϋποθέσεις που το Δικαστήριο θεωρεί δίκαιο, και με την έκδοση οποιουδήποτε τέτοιου διατάγματος η περιουσία που περιλαμβάνεται στο διάταγμα περιέρχεται ανάλογα στο πρόσωπο που κατονομάζεται σε αυτό χωρίς οποιαδήποτε μεταβίβαση ή εκχώρηση για το σκοπό αυτό:
Νοείται ότι, όταν η περιουσία που αποποιείται είναι φύσης εκμίσθωσης, το Δικαστήριο δεν εκδίδει διάταγμα παραχώρησης σε όφελος οποιουδήποτε προσώπου που αξιώνει από την εταιρεία εκτός με τους όρους που το πρόσωπο εκείνο-
(α) θα υπόκειται στις ίδιες ευθύνες και υποχρεώσεις στις οποίες η εταιρεία υπέκειτο με βάση τη μίσθωση σε σχέση με την εταιρεία, κατά την έναρξη της εκκαθάρισης ή
(β) αν το Δικαστήριο θεωρεί πρέπον, να υπόκειται μόνο στις ίδιες ευθύνες και υποχρεώσεις ωσάν η μίσθωση εκχωρήθηκε στο πρόσωπο εκείνο την ημερομηνία εκείνη,
και σε κάθε περίπτωση, αν η περίπτωση απαιτεί με τον τρόπο αυτό, ωσάν η μίσθωση περιλάμβανε μόνο την περιουσία που περιλαμβάνεται στο διάταγμα παραχώρησης, και οποιοσδήποτε ενυπόθηκος δανειστής ή υποεκμισθωτής που αρνείται να αποδεχτεί διάταγμα παραχώρησης με τέτοιες προϋποθέσεις αποκλείεται από οποιοδήποτε συμφέρον και εγγύηση στην περιουσία, και, αν δεν υπάρχει κανένα πρόσωπο που αξιώνει για την εταιρεία που είναι πρόθυμο να αποδεχτεί διάταγμα με τέτοιες προϋποθέσεις, το Δικαστήριο έχει εξουσία να παραχωρήσει την περιουσία και συμφέρον της εταιρείας στην περιουσία σε οποιοδήποτε πρόσωπο που ευθύνεται είτε προσωπικά είτε με αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα, και είτε μόνο ή μαζί με την εταιρεία, να εκτελέσει τις συμφωνίες του μισθωτή στη μίσθωση, ελεύθερες και απαλλαγμένες από όλα τα περιουσιακά βάρη, επιβαρύνσεις και συμφέροντα που δημιουργήθηκαν σε αυτή από την εταιρεία.
(7) Κάθε πρόσωπο που ζημιώνεται ένεκα της αποποίησης με βάση το άρθρο αυτό λογίζεται ως πιστωτής της εταιρείας στο ποσό της ζημιάς και δύναται ανάλογα να επαληθεύσει το ποσό ως χρέος κατά την εκκαθάριση.