Περιορισμός δικαιωμάτων πιστωτή ως προς την εκτέλεση ή κατάσχεση σε περίπτωση εταιρείας που εκκαθαρίζεται

305.-(1) Όταν πιστωτής έχει εκδώσει εκτέλεση εναντίον των αγαθών ή ακίνητης περιουσίας εταιρείας ή έχει κατάσχει στα χέρια τρίτου οποιοδήποτε χρέος που οφείλεται στην εταιρεία, και στη συνέχεια η εταιρεία εκκαθαρίζεται, δεν θα δικαιούται να κατακρατήσει το όφελος που αποκόμισε από την εκτέλεση ή την κατάσχεση, εναντίον του εκκαθαριστή της εκκαθάρισης της εταιρείας εκτός αν ο πιστωτής συμπλήρωσε την εκτέλεση ή κατάσχεση πριν από την έναρξη της εκκαθάρισης:

Νοείται-

(α) Όταν οποιοσδήποτε πιστωτής είχε ειδοποιηθεί για τη συνέλευση που συγκλήθηκε στην οποία θα προτεινόταν ψήφισμα για εκούσια εκκαθάριση, η ημερομηνία που ο πιστωτής είχε ειδοποίηση με τον τρόπο αυτό για τους σκοπούς της πιο πάνω πρόνοιας, θα αντικαθιστά την ημερομηνία έναρξης της εκκαθάρισης

(β) πρόσωπο που αγοράζει με καλή πίστη σε πώληση από τον εντεταλμένο για την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων οποιαδήποτε αγαθά εταιρείας πάνω στα οποία έγινε κατάσχεση θα αποκτά νόμιμο τίτλο πάνω σε αυτά έναντι του εκκαθαριστή και

(γ) τα δικαιώματα που παρέχονται από το εδάφιο αυτό στον εκκαθαριστή δύνανται να ακυρωθούν από το Δικαστήριο σε όφελος του πιστωτή σε τέτοια έκταση και με τέτοιους όρους που το Δικαστήριο θεωρεί πρέπον.

(2) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, εκτέλεση εναντίον αγαθών θεωρείται ότι συμπληρώθηκε με την κατάσχεση και πώληση, και κατάσχεση οφειλής στα χέρια τρίτου θα λογίζεται ότι συμπληρώθηκε με λήψη της οφειλής, και εκτέλεση εναντίον ακίνητης περιουσίας θα λογίζεται ότι συμπληρώθηκε με την καταχώρηση της απόφασης ως επιβάρυνσης πάνω στην ακίνητη περιουσία.

(3) Στο άρθρο αυτό η έκφραση “αγαθά” περιλαμβάνει οποιαδήποτε προσωπικά αντικείμενα και η έκφραση “εντεταλμένος για την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων” περιλαμβάνει λειτουργό επιφορτισμένο με την εκτέλεση εντάλματος ή άλλης διαδικασίας.