202ΙΒ.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου που σχετίζονται με τα δικαιώματα και τις εξουσίες ελεγκτή εταιρείας, την παροχή πληροφοριών και τη συνεργασία με τον ελεγκτή, τυγχάνουν εφαρμογής κατ' αναλογίαν και σε εξεταστή.
(2) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου που σχετίζονται με την ειδοποίηση γενικών συνελεύσεων, ο εξεταστής έχει την εξουσία να συγκαλεί, καθορίζει την ημερήσια διάταξη και προεδρεύει σε συνεδριάσεις του συμβουλίου και σε γενικές συνελεύσεις της εταιρείας στην οποία διορίστηκε, να προβαίνει σε προτάσεις ή ψηφίσματα και να δίνει αναφορές σε αυτές τις συνελεύσεις.
(3) Ο εξεταστής δικαιούται να λαμβάνει εύλογη ειδοποίηση για να παραστεί και να ακουστεί σε όλες τις συνεδριάσεις του συμβουλίου της εταιρείας και σε όλες τις γενικές συνελεύσεις της εταιρείας, στην οποία διορίστηκε.
(4) Για τους σκοπούς του εδαφίου (3), «εύλογη ειδοποίηση» θεωρείται ότι περιλαμβάνει και περιγραφή των εργασιών που λαμβάνουν χώρα σε οποιαδήποτε τέτοια συνεδρίαση ή συνέλευση.
(5)(α) Ο εξεταστής έχει την εξουσία να λάβει μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο (β) του παρόντος εδαφίου, σε περίπτωση που περιέρχεται σε γνώση του οποιαδήποτε γενόμενη ή προτεινόμενη πράξη, παράλειψη, συμπεριφορά, απόφαση ή σύμβαση από ή εκ μέρους:
(i) της εταιρείας στην οποία έχει διοριστεί,
(ίί) των αξιωματούχων, εργοδοτουμένων, μελών ή πιστωτών αυτής, ή
(ίίί) οποιουδήποτε άλλου προσώπου,
αναφορικά με το εισόδημα, στοιχεία ενεργητικού ή υποχρεώσεις της εταιρείας, που κατά τη γνώμη του εξεταστή είναι ή πιθανόν να είναι εις βάρος της εταιρείας ή οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου μέρους.
(β) Ο εξεταστής έχει την εξουσία να λάβει οποιαδήποτε αναγκαία μέτρα για να σταματήσει, προλάβει ή επανορθώσει τα αποτελέσματα τέτοιας πράξης, παράλειψης, συμπεριφοράς, απόφασης ή σύμβασης, τηρουμένων των δικαιωμάτων των μερών που αποκτούν συμφέρον, καλόπιστα και με αντιπαροχή που έχει αξία, σε τέτοιο εισόδημα, στοιχεία ενεργητικού ή υποχρεώσεις.
(6) Εκτός όπου προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 202ΚΑ και χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (7), καμιά διάταξη του παρόντος άρθρου δεν δίνει το δικαίωμα στον εξεταστή να αποκηρύξει σύμβαση, στην οποία η εταιρεία είναι συμβαλλόμενο μέρος πριν από την περίοδο κατά την οποία η εταιρεία τέθηκε υπό την προστασία του Δικαστηρίου.
(7) Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά από τις διατάξεις του άρθρου 202ΚΑ, πρόνοια που αναφέρεται στο εδάφιο (8) δεν είναι δεσμευτική για την εταιρεία κατά οποιοδήποτε χρόνο μετά την επίδοση ειδοποίησης σύμφωνα με το παρόν εδάφιο και πριν από τη λήξη της περιόδου κατά την οποία η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου, αν ο εξεταστής κρίνει ότι αν εφαρμοζόταν τέτοια πρόνοια πιθανόν να επηρεαζόταν δυσμενώς η επιβίωση της εταιρεiας ή ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going cncern) και επιδίδει ειδοποίηση στο άλλο μέρος ή σε μέρη της συμφωνίας στην οποία περιέχεται η πρόνοια, πληροφορώντας τα αναφορικά με τη γνώμη του.
(8) Οποιαδήποτε αναφορά στον όρο «πρόνοια» στο εδάφιο (7), σημαίνει πρόνοια σε συμφωνία, στην οποία η εταιρεία είναι συμβαλλόμενο μέρος και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο κατά οποιοδήποτε χρόνο, συμπεριλαμβανομένου χρόνου πριν από την περίοδο κατά την οποία η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου, η οποία προβλέπει ότι η εταιρεία δεν ή μόνο υπό ορισμένες συνθήκες δεν -
(α) δανείζεται χρήματα ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο εξασφαλίζει πίστωση από οποιοδήποτε πρόσωπο άλλο από το εν λόγω πρόσωπο ή πρόσωπα, ή
(β) δημιουργεί ή επιτρέπει τη διατήρηση οποιασδήποτε υποθήκης, επιβάρυνσης, δικαιώματος επίσχεσης ή άλλης επιβάρυνσης ή ενέχυρου επί ολοκλήρου ή οποιουδήποτε μέρους της περιουσίας ή επιχείρησης της εταιρείας.
(9) Ο εξεταστής δύναται να αποταθεί στο Δικαστήριο για τον καθορισμό οποιουδήποτε θέματος προκύπτει κατά τη διάρκεια του διορισμού του ή αναφορικά με την άσκηση, σε σχέση με την εταιρεία, όλων ή οποιωνδήποτε από τις εξουσίες, τις οποίες το Δικαστήριο δύναται να ασκήσει σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, κατόπιν αίτησης προς αυτό από οποιοδήποτε μέλος, συνεισφορέα, πιστωτή ή σύμβουλο εταιρείας.
(10) Ο εξεταστής, μετά από σχετικές οδηγίες του Δικαστηρίου, έχει την εξουσία να εξακριβώσει και να συνάψει συμφωνία αναφορικά με αξιώσεις εναντίον της εταιρείας, στην οποία έχει διοριστεί.