202ΛΗ.-(1) Σε περίπτωση που κατά την αίτηση εξεταστή εταιρείας δύναται να αποδειχθεί προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου ότι
(α) οποιαδήποτε περιουσία της εταιρείας οποιουδήποτε είδους διατέθηκε, είτε με πώληση, μεταβίβαση, υποθήκη, εξασφάλιση, δάνειο ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, είτε με πράξη ή παράλειψη, άμεση ή έμμεση, και
(β) το αποτέλεσμα της διάθεσης αυτής ήταν να διαπραχθεί απάτη επί της εταιρείας, των πιστωτών ή μελών της,
το Δικαστήριο, αν το κρίνει δίκαιο και σύμφωνο με τις αρχές της επιείκειας, δύναται να διατάξει οποιοδήποτε πρόσωπο που φαίνεται να έχει τη χρήση, τον έλεγχο ή την κατοχή της περιουσίας αυτής ή του προϊόντος της πώλησης ή ανάπτυξης αυτής, να την παραδώσει ή να καταβάλει τέτοιο ποσό αναφορικά με αυτή στον εξεταστή κάτω από τέτοιους όρους ή προϋποθέσεις, όπως το Δικαστήριο θεωρεί πρέπον.
(2) Το εδάφιο (1) δεν τυγχάνει εφαρμογής σε οποιαδήποτε πώληση, υποθήκη, παράδοση αγαθών, πληρωμή, εκτέλεση ή άλλη πράξη που σχετίζεται με την περιουσία που γίνεται ή έγινε από ή έναντι της εταιρείας στην οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 301.
(3) Το Δικαστήριο, αποφασίζοντας κατά πόσο είναι δίκαιο και σύμφωνο με τις αρχές της επιείκειας να εκδοθεί διάταγμα σύμφωνα με το παρόν άρθρο, λαμβάνει υπόψη του τα δικαιώματα των προσώπων που καλόπιστα και με αντιπαροχή που έχει αξία απόκτησαν δικαίωμα στην περιουσία που αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης.
(4) Για όλο το χρόνο, κατά τον οποίο η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, η περίοδος των έξι (6) μηνών που προβλέπεται στο άρθρο 301 αναστέλλεται και οποιαδήποτε εναπομείνουσα χρονική περίοδος αυτής επαναρxίζει από την ημερομηνία κατά την οποία η εταιρεία παύει να τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου.