28.-(1) Κάθε συμφωνία, στο μέτρο που περιορίζει απόλυτα την ελευθερία οποιουδήποτε από τα μέρη προς επιβολή των δικαιωμάτων αυτού δυνάμει ή σε σχέση με οποιαδήποτε σύμβαση, μέσω των συνήθων δικαστικών μέτρων, ή στο μέτρο που περιορίζει την προθεσμία της επιβολής των εν λόγω δικαιωμάτων, είναι άκυρη.
(2) Το άρθρο αυτό δεν καθιστά παράνομη σύμβαση, με την οποία δύο ή περισσότεροι συμφωνούν ότι οποιαδήποτε διαφορά η οποία δυνατό να προκύψει μεταξύ αυτών σχετικά με οποιοδήποτε θέμα ή κατηγορία θεμάτων, θα παραπέμπεται σε διαιτησία και ότι μόνο το ποσό που επιδικάζεται στη διαιτησία δύναται να ανακτηθεί σχετικά με τη διαφορά που παραπέμφθηκε με τον τρόπο αυτό.
Αφού καταρτιστεί η σύμβαση αυτή, δύνανται να ληφθούν δικαστικά μέτρα για ειδική εκτέλεση αυτής, αν όμως ληφθούν δικαστικά μέτρα άλλα από αυτά που αφορούν ειδική εκτέλεση της σύμβασης ή ανάκτηση του ποσού που επιδικάστηκε με τον τρόπο αυτό, από ένα από τους συμβαλλόμενους εναντίον άλλου σχετικά με οποιοδήποτε θέμα το οποίο συμφωνήθηκε να παραπεμφθεί σε διαιτησία, η ύπαρξη της σύμβασης αυτής συνιστά κώλυμα στα δικαστικά μέτρα που λήφθηκαν.
(3) Το άρθρο αυτό δεν καθιστά παράνομη έγγραφη σύμβαση με την οποία δύο ή περισσότεροι συμφωνούν να παραπέμψουν σε διαιτησία οποιοδήποτε ζήτημα που έχει ήδη προκύψει μεταξύ τους, ούτε επηρεάζει οποιαδήποτε διάταξη νόμου που ισχύει εκάστοτε και αφορά παραπομπές σε διαιτησία.