30.-(1) Εφόσον η ένσταση κριθεί παραδεκτή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στους κανονισμούς, η ένσταση και τα έγγραφα που στηρίζουν αυτήν διαβιβάζονται στον αιτητή την εγγραφή του σήματος (καθ’ ου η ένσταση).
(2) Εάν η ένσταση βασίζεται σε σχετικούς λόγους απόρριψης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7, το Γραφείο γνωστοποιεί στα μέρη της διαδικασίας ότι διαθέτουν προθεσμία δύο (2) μηνών προκειμένου να διερευνήσουν δυνατότητα φιλικής επίλυσης της διαφοράς. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται, μέχρι έξι (6) μήνες κατ’ ανώτατο όριο, κατόπιν αιτήματος αμφοτέρων των διαδίκων.
(3) Εάν τα αντίδικα μέρη επιλύσουν την διαφορά με φιλικό διακανονισμό, η διαδικασία της ένστασης θεωρείται περατωθείσα και η ένσταση αρχειοθετείται χωρίς να λαμβάνεται απόφαση επ' αυτής. Εάν η ταχθείσα προθεσμία για φιλικό διακανονισμό παρέλθει χωρίς το Γραφείο να έχει ειδοποιηθεί σχετικά με το αποτέλεσμα αυτής, ο φιλικός διακανονισμός τεκμαίρεται ότι απέβη άκαρπος.
(4) Ο ενιστάμενος διαθέτει προθεσμία δύο (2) μηνών για να τεκμηριώσει την ένσταση υποβάλλοντας δικαιολογητικά και έγγραφα, αναπτύσσοντας παράλληλα τους λόγους που στηρίζουν αυτήν.
(5) Τα έγγραφα και αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο ενιστάμενος διαβιβάζονται στον καθ’ ου η ένσταση ο οποίος καλείται να υποβάλει τις παρατηρήσεις του ως και τα έγγραφα και το αποδεικτικό υλικό που κρίνει αναγκαίο για την αντίκρουση αυτής.
(6) Οι παρατηρήσεις του καθ’ ου η ένσταση και το αποδεικτικό υλικό διαβιβάζονται, στον ενιστάμενο ο οποίος δύναται να απαντήσει εφόσον κρίνει τούτο σκόπιμο. Εάν υπάρξει απάντηση, αυτή διαβιβάζεται στον καθ’ ου η ένσταση για ενημέρωση του μόνον. Κατόπιν τούτου, η διαδικασία της ένστασης θεωρείται περατωθείσα και η υπόθεση ώριμη για έκδοση απόφασης.
(7) Εάν ο καθ’ ου η ένσταση ζητήσει απόδειξη ουσιαστικής χρήσης του προγενέστερου σήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31, ο ενιστάμενος οφείλει να υποβάλει τις παρατηρήσεις του και το αποδεικτικό υλικό που αποδεικνύουν την ουσιαστική χρήση του σήματός του εντός της προβλεπόμενης από τους κανονισμούς προθεσμίας.
(8) Το αίτημα για απόδειξη ουσιαστικής χρήσης υποβάλλεται εντός της προθεσμίας κατά την οποίαν ο καθ’ ου η ένσταση έχει κληθεί να υποβάλει τις παρατηρήσεις του επί της ένστασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (5). Στην περίπτωση αυτή οι παρατηρήσεις του καθ’ ου η ένσταση επί της ουσίας της ένστασης ως και τα έγγραφα και αποδεικτικά στοιχεία που στηρίζουν αυτήν μπορούν να συνυποβληθούν μαζί με τις παρατηρήσεις επί της απόδειξης χρήσης, σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας.
(9) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, αν τούτο δικαιολογείται από τις περιστάσεις ή την πολυπλοκότητα της υπόθεσης και κατόπιν αιτήματος των μερών, το Γραφείο δύναται να επιτρέψει στα μέρη να υποβάλουν περαιτέρω παρατηρήσεις και αποδεικτικό υλικό.
(10) Η διαδικασία της ένστασης διεξάγεται εγγράφως. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον τούτο δικαιολογείται από τις περιστάσεις ή την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, το Γραφείο δύναται, κατόπιν αιτήσεως των μερών, να επιτρέψει προφορική ακρόαση.
(11) Εάν, από την εξέταση της ένστασης προκύψει ότι η εγγραφή του σήματος δεν μπορεί να γίνει δεκτή για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών που αυτό διακρίνει, η αίτηση εγγραφής απορρίπτεται είτε στο σύνολό της ή εν μέρει για συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες. Σε αντίθετη περίπτωση η ένσταση απορρίπτεται και η αίτηση εγγραφής σήματος γίνεται δεκτή.