42.-(1) Με την επιφύλαξη του δικαιώματος των μερών να προσφεύγουν ενώπιον δικαστηρίων, η αίτηση για την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας υποβάλλεται ενώπιον του Γραφείου.
(2) Αίτηση για την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας δικαιούνται να καταθέσουν:
(α) Για τους λόγους που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 6 και του άρθρου 39, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο καθώς και κάθε οργάνωση ή φορέας εκπροσώπησης των συμφερόντων κατασκευαστών, παραγωγών, παροχών υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών, εφόσον, σύμφωνα με το δίκαιο της Δημοκρατίας, μπορεί να ενάγει και να ενάγεται,
(β) για τους λόγους που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 6 και του εδαφίου (2) του άρθρου 7 και της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 7 ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος, και
(γ) για τους λόγους που αναφέρονται στις διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 7 το άτομο που δικαιούται βάσει των διατάξεων του περί της Προστασίας των Ονομασιών Προέλευσης και Γεωγραφικών Ενδείξεων Γεωργικών Προϊόντων και Τροφίμων Νόμου του 2006 όπως εκάστοτε τροποποιείται να ασκεί τα δικαιώματα που απορρέουν από προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη.
(3) Δεν νομιμοποιείται να ζητήσει ακυρότητα του σήματος για σχετικούς λόγους απαραδέκτου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7, εκείνος που τους είχε παραδεκτώς προβάλει κατά τη διαδικασία ένστασης ως και εκείνος που είχε ασκήσει προγενέστερη αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας που βασιζόταν στους ίδιους λόγους και η οποία αίτηση είχε απορριφθεί.
(4) Η αίτηση ακυρότητας για απόλυτους λόγους απαραδέκτου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 ασκείται εντός προθεσμίας πέντε ετών από την εγγραφή του σήματος, εκτός εάν η κατάθεση έγινε κακόπιστα οπότε ασκείται καθ’ όλη τη διάρκεια της προστασίας του σήματος.
(5) Στην περίπτωση που η έκπτωση του δικαιούχου ζητείται για μη ουσιαστική χρήση του σήματός του, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 39, ο δικαιούχος του εν λόγω σήματος φέρει το βάρος της απόδειξης ότι έχει κάνει ουσιαστική χρήση αυτού.
(6) Εφόσον, προκειμένου για σήμα της ΕΕ, γίνεται επίκληση της αρχαιότητας εθνικού σήματος ή σήματος εγγεγραμμένου δυνάμει διεθνών συμφωνιών με ισχύ στη Δημοκρατία, από το οποίο έχει προηγηθεί παραίτηση ή το οποίο έχει αποσβεσθεί, η διαπίστωση της ακυρότητας του εθνικού σήματος ή της έκπτωσης από τα δικαιώματα επί του σήματος το οποίο αποτελεί τη βάση για την επίκληση της αρχαιότητας μπορεί να γίνει εκ των υστέρων, υπό τον όρο ότι η ακυρότητα ή η έκπτωση θα μπορούσε να είχε κηρυχθεί κατά τον χρόνο της παραίτησης από το σήμα ή της απόσβεσής του. Στην περίπτωση αυτή η αρχαιότητα παύει να παράγει τα αποτελέσματά της.
(7) Οι διατάξεις των άρθρων (5) έως και (10) του άρθρου 30 που αναφέρονται στην διαδικασία ένστασης εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν και στη διαδικασία έκπτωσης και ακυρότητας.