24.-(1) To Δικαστήριο δύναται, με ένταλμα απευθυνόμενο σε οποιοδήποτε αστυνομικό ή καθορισμένο λειτουργό του Δικαστηρίου, να προκαλέσει τη σύλληψη χρεώστη και την κατάσχεση οποιωνδήποτε βιβλίων, εγγράφων, χρημάτων και αγαθών που βρίσκονται στην κατοχή του και την κράτηση του χρεώστη και τη φύλαξη των πιο πάνω, σε τόπο και για χρόνο που το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει, κάτω από τις ακόλουθες περιστάσεις:
(α) αν, μετά την έκδοση ειδοποίησης πτώχευσης βάσει του Νόμου αυτού, ή μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον του φαίνεται στο Δικαστήριο ότι υπάρχει πιθανή αιτία να πιστεύει ότι είναι ένοχος οποιουδήποτε αδικήματος που τιμωρείται με βάση το Νόμο αυτό, ή ότι δραπέτευσε ή πρόκειται να δραπετεύσει για να αποφύγει την πληρωμή του χρέους, για το οποίο εκδόθηκε ειδοποίηση πτώχευσης, ή να αποφύγει επίδοση ειδοποίησης αίτησης πτώχευσης ή να αποφύγει να εμφανιστεί σε τέτοια αίτηση ή να αποφύγει να εξεταστεί αναφορικά με τις υποθέσεις του, ή διαφορετικά να αποφύγει, καθυστερήσει ή να προκαλέσει δυσχέρειες στη διαδικασία πτώχευσης εναντίον του
(β) αν, μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον του, φαίνεται στο Δικαστήριο ότι υπάρχει πιθανή αιτία να πιστεύει ότι ο χρεώστης είναι έτοιμος να μετακινήσει τα εμπορεύματα του με σκοπό να παρακωλύσει ή καθυστερήσει τον επίσημο παραλήπτη ή διαχειριστή από το να λάβουν κατοχή των εμπορευμάτων του, ή ότι υπάρχει πιθανή αιτία ώστε να πιστεύει ότι ο χρεώστης απόκρυψε ή πρόκειται να αποκρύψει ή καταστρέψει οποιαδήποτε από τα αγαθά του, ή βιβλία, έγγραφα ή γραπτά τα οποία μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τους πιστωτές του στην πορεία της πτώχευσης του
(γ) αν, μετά την επίδοση σε αυτόν αίτησης πτώχευσης, ή μετά την έκδοση διατάγματος παραλαβής εναντίον του μετακινεί από την κατοχή του οποιαδήποτε αγαθά αξίας μεγαλύτερης των πέντε λιρών χωρίς την άδεια του επίσημου παραλήπτη ή διαχειριστή
(δ) αν, χωρίς την απόδειξη βάσιμης αιτίας, παραλείπει να παραστεί σε οποιαδήποτε εξέταση που διατάχτηκε από το Δικαστήριο:
Νοείται ότι καμιά σύλληψη δεν είναι έγκυρη και νόμιμη με βάση ειδοποίηση πτώχευσης εκτός αν πριν από ή κατά το χρόνο της σύλληψης του, επιδόθηκε στο χρεώστη η ειδοποίηση πτώχευσης.
(2) Το Δικαστήριο δύναται, οποτεδήποτε μετά τη σύλληψη του χρεώστη, να διατάσσει την απόλυση του αφού ο χρεώστης παράσχει ασφάλεια που να ικανοποιεί το Δικαστήριο ότι δεν θα εγκαταλείψει τη Δημοκρατία χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου.
(3) Καμιά πληρωμή ή συμβιβασμός που έγινε ή ασφάλεια που παραχωρείται μετά τη σύλληψη που έγινε βάσει του άρθρου αυτού δεν εξαιρείται από τις διατάξεις του Νόμου αυτού οι οποίες αφορούν δόλιες προτιμήσεις.