22.-(1) Όταν χρεώστης κηρυχτεί σε πτώχευση, οι πιστωτές δύνανται αν το θεωρούν ορθό, οποτεδήποτε μετά την κήρυξη της πτώχευσης, με πλειοψηφία σε αριθμό και σε αξία των τριών τετάρτων όλων των πιστωτών που επαλήθευσαν, να αποφασίσουν να αποδεχτούν την πρόταση συμβιβασμού για ικανοποίηση των χρεών που οφείλονται σε αυτούς βάσει της πτώχευσης ή σχεδίου διευθέτησης των υποθέσεων του πτωχεύσαντα και στη συνέχεια θα ακολουθείται η ίδια διαδικασία και θα προκύπτουν οι ίδιες συνέπειες όπως στην περίπτωση συμβιβασμού ή σχεδίου διευθέτησης που έγινε αποδεκτό πριν από την κήρυξη πτώχευσης.
(2) Αν το Δικαστήριο εγκρίνει το συμβιβασμό ή σχέδιο δύναται να εκδώσει διάταγμα με το οποίο να ακυρώνει την πτώχευση και να παραχωρεί την περιουσία του πτωχεύσαντα σε αυτόν ή σε άλλο πρόσωπο που δυνατό, το Δικαστήριο να ορίσει και με όρους και προϋποθέσεις που το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει.
(3) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής οποιασδήποτε δόσης η οποία οφείλεται με βάση το συμβιβασμό ή το σχέδιο, ή αν φανεί στο Δικαστήριο ότι ο συμβιβασμός ή το σχέδιο δεν δύναται να εφαρμοστεί χωρίς αδικία ή αδικαιολόγητη καθυστέρηση, ή ότι η έγκριση του Δικαστηρίου λήφθηκε με απάτη, το Δικαστήριο δύναται, αν το θεωρεί ορθό, με αίτηση οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου, να κηρύξει το χρεώστη σε πτώχευση και να ακυρώσει το συμβιβασμό ή το σχέδιο, χωρίς όμως να επηρεάζεται η εγκυρότητα οποιασδήποτε πώλησης, διάθεσης ή πληρωμής ή πράξης που έγινε δεόντως, με βάση ή σύμφωνα με το συμβιβασμό ή το σχέδιο. Όταν χρεώστης κηρύσσεται σε πτώχευση με βάση το εδάφιο αυτό, όλα τα χρέη, που δύνανται να επαληθευτούν κατά τα άλλα και τα οποία συνάφθηκαν πριν από την ημερομηνία της κήρυξης σε πτώχευση, θα πρέπει να επαληθευτούν στην πτώχευση.