27Α.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 27 και με την επιφύλαξη των επόμενων διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο πτωχεύσας αποκαθίσταται αυτοδικαίως όταν παρέλθει περίοδος τεσσάρων ετών και σε περίπτωση διάπραξης από αυτόν οποιουδήποτε από τα αδικήματα των άρθρων 116 μέχρι 126 του παρόντος Νόμου, όταν παρέλθει περίοδος δεκαπέντε ετών από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος πτώχευσης:
Νοείται ότι στις περιπτώσεις που η περίοδος των τεσσάρων ή δεκαπέντε ετών έχει ήδη παρέλθει πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Πτωχεύσεως (Τροποποιητικού) Νόμου του 2008 ή συμπληρώνεται εντός τριών μηνών από την εν λόγω ημερομηνία, ως ημερομηνία συμπλήρωσης της χρονικής αυτής περιόδου θα θεωρείται η 1η Ιουλίου 2008.
(2) Ο πτωχεύσας σαράντα πέντε μέρες πριν την πάροδο της αναφερόμενης στο εδάφιο (1) περιόδου δημοσιεύει κατά τον καθορισμένο τρόπο ειδοποίηση αποκατάστασης.
(3) Ο επίσημος παραλήπτης δύναται:
(α) πριν την πάροδο της αναφερόμενης στο εδάφιο (1) περιόδου των τεσσάρων ετών να υποβάλει στο Δικαστήριο ένσταση για την αποκατάσταση του πτωχεύσαντα λόγω διάπραξης από αυτόν οποιουδήποτε από τα αδικήματα που προβλέπονται στα άρθρα 116 μέχρι 126 του παρόντος Νόμου.
(β) πριν την πάροδο της αναφερόμενης στο εδάφιο (1) περιόδου των τεσσάρων ή δεκαπέντε ετών, ανάλογα με την περίπτωση, να υποβάλει αίτηση αναστολής της αποκατάστασης για λόγους που σχετίζονται με τη διαγωγή και τις υποθέσεις του πτωχεύσαντα:
Νοείται ότι οι λόγοι αναστολής διατυπώνονται στην αίτηση ως συγκεκριμένες υποχρεώσεις και η συμμόρφωση του πτωχεύσαντα προς αυτές αποτελεί όρο της αποκατάστασης.
(4) Το Δικαστήριο σε περίπτωση που υποβληθεί:
(α) Ένσταση, σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (3), δεν επιτρέπει την αποκατάσταση του πτωχεύσαντα.
(β) αίτηση αναστολής της αποκατάστασης, σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (3), δύναται είτε να διατάξει την αναστολή της αποκατάστασης για περίοδο μέχρι δύο έτη είτε να επιτρέψει την αποκατάσταση εφόσον δεν ικανοποιείται από τους αναφερόμενους στην αίτηση λόγους για αναστολή της αποκατάστασης.
(5) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο διατάξει την αναστολή της αποκατάστασης, δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (4), ο επίσημος παραλήπτης πριν την εκπνοή της περιόδου αναστολής της αποκατάστασης δύναται να υποβάλει νέα αίτηση για αναστολή της αποκατάστασης σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (3).
(6) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν επηρεάζουν οποιαδήποτε εξουσία του δικαστηρίου για ακύρωση του διατάγματος πτώχευσης ούτε την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 29 και 30 αναφορικά με τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις αποκατασταθέντα πτωχεύσαντα και τα αποτελέσματα της αποκατάστασης:
Νοείται ότι οι διατάξεις των άρθρων 29 και 30 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και στην περίπτωση που ο πτωχεύσας αποκαθίσταται αυτοδικαίως χωρίς να έχει εκδοθεί διάταγμα αποκατάστασης από το Δικαστήριο.