3.-(1) Ο χρεώστης διαπράττει πράξη πτώχευσης σε καθεμιά από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) αν στην Κύπρο ή αλλού προβαίνει σε δόλια μεταβίβαση, δωρεά, παράδοση ή μεταβίβαση της περιουσίας του ή οποιουδήποτε μέρους αυτής·
(β) αν στην Κύπρο ή αλλού προβαίνει σε οποιαδήποτε παραχώρηση ή μεταβίβαση της περιουσίας του ή οποιουδήποτε μέρους αυτής, ή δημιουργεί σε αυτή επιβάρυνση, η οποία σύμφωνα με το Νόμο αυτό ή οποιοδήποτε άλλο Νόμο θα ήταν άκυρη ως δόλια προτίμηση αν ο χρεώστης κηρυσσόταν σε πτώχευση·
(γ) αν διενεργήθηκε εναντίον του εκτέλεση με κατάσχεση των εμπορευμάτων του, με διαδικασία αγωγής σε οποιοδήποτε Δικαστήριο, και τα κατασχεθέντα εμπορεύματα είτε πωλήθηκαν είτε κρατούνται από τον εντεταλμένο για την εκτέλεση δικαστικών ενταλμάτων για είκοσι μια ημέρες, νοουμένου ότι, αν υποβλήθηκε αίτηση για δικαστική επίλυση της διαφοράς αναφορικά με τα κατασχεθέντα εμπορεύματα, ο χρόνος που παρήλθε μεταξύ της ημερομηνίας κατά την οποία η αίτηση υποβλήθηκε και της ημερομηνίας κατά την οποία η διαδικασία της αίτησης οριστικά διευθετείται, ή εγκαταλείπεται, δεν θα λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό της περιόδου των είκοσι μιας ημερών·
(δ) αν καταθέσει στο Δικαστήριο δήλωση ανικανότητας του να πληρώσει τα χρέη του ή υποβάλει αίτηση για εκούσια πτώχευση·
(ε) αν πιστωτής εξασφαλίζει εναντίον του τελεσίδικη απόφαση ή τελικό διάταγμα για οποιοδήποτε ποσό, και, ενώ δεν αναστάλθηκε η εκτέλεση της απόφασης ή του διατάγματος, επέδωσε σε αυτόν στην Κύπρο ή αλλού με άδεια του Δικαστηρίου, ειδοποίηση πτώχευσης βάσει του Νόμου αυτού και μέσα σε επτά ημέρες μετά την επίδοση της ειδοποίησης σε αυτόν, σε περίπτωση που η επίδοση γίνεται στην Κύπρο και σε περίπτωση που η επίδοση γίνεται αλλού μέσα στον καθορισμένο από το διάταγμα που παρέχει την άδεια για επίδοση χρόνο, ο χρεώστης είτε συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της ειδοποίησης, είτε ικανοποιεί το Δικαστήριο ότι έχει ανταπαίτηση, δικαίωμα συμψηφισμού ή ανταγωγή η οποία εξισώνεται ή υπερβαίνει το ποσό του εξ αποφάσεως χρέους ή το ποσό που διατάχτηκε να πληρωθεί, και την οποία δεν ήταν δυνατό να προβάλει στην αγωγή ή τη διαδικασία στην οποία εξασφαλίστηκε η απόφαση ή το διάταγμα.
Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο κατά τον εκάστοτε χρόνο νομιμοποιείται να εκτελέσει τελεσίδικη απόφαση ή τελικό διάταγμα, θα θεωρείται ότι είναι πιστωτής που εξασφάλισε τελεσίδικη απόφαση ή τελικό διάταγμα
(στ) Αν, ενώ οφείλει σε πιστωτή χρέος που δύναται να επαληθευτεί σε πτώχευση παραλείπει να πληρώσει, ή να εξασφαλίσει ή να συμβιβάσει το χρέος αυτό, μέσα σε τέτοιο χρόνο που θα επιτραπεί από διάταγμα που εκδίδεται από το Δικαστήριο σε αίτηση του πιστωτή, νοουμένου πάντοτε ότι καμία τέτοια αίτηση δεν γίνεται δεκτή από το Δικαστήριο, εκτός αν επιδόθηκε προηγουμένως στο χρεώστη ειδοποίηση πτώχευσης που απαιτεί την πληρωμή του χρέους και έλαβε γνώση της αίτησης αυτής και κλήθηκε να δείξει λόγο εναντίον της ίδιας·
(ζ) αν Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής θεωρείται ότι έχει αποτύχει ή έχει τερματισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου.
(2) Στο Νόμο αυτό εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετικά, ή έκφραση “οφειλέτης” περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο κατά το χρόνο τέλεσης οποιασδήποτε πράξης πτώχευσης ή κατά το χρόνο που ανεχόταν την τέλεση της:
(α) βρισκόταν προσωπικά στην Κύπρο ή
(β) συνήθως διέμενε ή είχε τοπο διαμονής στην Κύπρο ή
(γ) διεξήγαγε εργασίες στην Κύπρο προσωπικά ή με αντιπρόσωπο ή διευθυντή ή
(δ) ήταν μέλος οίκου ή συνεταιρισμού ο οποίος διεξήγε εργασίες στην Κύπρο.
(3) Ειδοποίηση πτώχευσης με βάση το Νόμο αυτό θα γίνεται κατά τον καθορισμένο τύπο και θα καλεί το χρεώστη να πληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος ή το ποσό που διατάχτηκε να πληρώσει σύμφωνα με τους όρους της απόφασης ή του διατάγματος, ή να εξασφαλίσει το χρέος ή να συμβιβάσει αυτό κατά τρόπο που να ικανοποιεί τον πιστωτή ή το Δικαστήριο, και να εκθέτει τις συνέπειες της μη συμμόρφωσης προς την ειδοποίηση και πρέπει να επιδίδεται κατά τον καθορισμένο τρόπο:
Νοείται ότι ειδοποίηση πτώχευσης-
(α) μπορεί να ορίζει αντιπρόσωπο που θα ενεργεί εκ μέρους του πιστωτή σχετικά με οποιαδήποτε πληρωμή ή για οτιδήποτε άλλο που απαιτείται από την ειδοποίηση να γίνει προς τον πιστωτή ή να τελεστεί με τρόπο που να ικανοποιεί τον πιστωτή
(β) δεν θα ακυρώνεται εξαιτίας μόνο ότι το ποσό που ορίζεται στην ειδοποίηση ως το οφειλόμενο υπερβαίνει το ποσό που πραγματικά οφείλεται, εκτός αν ο οφειλέτης μέσα στην προθεσμία που δόθηκε για πληρωμή δώσει ειδοποίηση στον πιστωτή ότι αμφισβητεί την εγκυρότητα της ειδοποίησης πτώχευσης με βάση την ανακρίβεια αυτή, αλλά, αν ο οφειλέτης δεν δώσει τέτοια ειδοποίηση θα θεωρείται ότι έχει συμμορφωθεί με την ειδοποίηση πτώχευσης αν μέσα στην προθεσμία που δόθηκε λαμβάνει τέτοια μέτρα τα οποία θα συνιστούσαν συμμόρφωση προς την ειδοποίηση αν το πραγματικά οφειλόμενο ποσό οριζόταν ορθά σε αυτή.