32Α.-(1) Ο ενυπόθηκος δανειστής οιουδήποτε ακινήτου δύναται, εκτός εάν η περί υποθήκης σύμβαση διαλαμβάνει ρήτρα περί του εναντίου, να διασπάσει, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, την υπέρ αυτού συσταθείσα υποθήκη, που για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου θα αναφέρεται ως η «αρχική υποθήκη», σε δύο ή περισσότερες υποθήκες, που για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου θα αναφέρονται ως οι «μετά τη διάσπαση υποθήκες»:
(2) H έγγραφη δήλωση που προσάγεται στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο από τον ενυπόθηκο δανειστή περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
(α) Τα στοιχεία της αρχικής υποθήκης·
(β) τον αριθμό των μετά τη διάσπαση υποθηκών, που θα προκύψουν από τη διάσπαση της αρχικής υποθήκης·
(γ) το ποσό που θα εξασφαλίζεται από καθεμιά από τις μετά τη διάσπαση υποθήκες:Νοείται ότι το σύνολο των ποσών που θα εξασφαλίζονται από όλες τις μετά τη διάσπαση υποθήκες δεν δύναται σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει το ποσό που εξασφαλίζεται από την αρχική υποθήκη·
(δ) τη σειρά προτεραιότητας μεταξύ των μετά τη διάσπαση υποθηκών:
(3) Η έγγραφη δήλωση η οποία προβλέπεται στο εδάφιο (2) είναι κατά τον Τύπο «ΓΑ» που εκτίθεται στο Δεύτερο Παράρτημα.
(4) Ο Διευθυντής εγγράφει κάθε διάσπαση αρχικής υποθήκης που δηλώνεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου και η οποία γίνεται αποδεκτή από τον αρμόδιο, για τον σκοπό αυτό, υπάλληλο και δεν προκύπτει οποιαδήποτε υποχρέωση καταβολής οποιουδήποτε τέλους ή δικαιώματος σε σχέση με τη διάσπαση αυτή και η εγγραφή της διάσπασης γίνεται με την εγγραφή των μετά τη διάσπαση υποθηκών έναντι της εγγραφής της αρχικής υποθήκης και με την εγγραφή σημείωσης επί του πιστοποιητικού εγγραφής του ακινήτου που υπέκειτο στην αρχική υποθήκη και επί του πιστοποιητικού της αρχικής υποθήκης, καθώς επίσης και επί οποιωνδήποτε αντιγράφων αυτών.
(5) Με την εγγραφή της διάσπασης αρχικής υποθήκης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4), ο Διευθυντής-
(α) Eκδίδει στον ενυπόθηκο δανειστή πιστοποιητικό για καθεμία από τις μετά τη διάσπαση υποθήκες, συνοδευόμενο από το πιστοποιητικό εγγραφής του υποθηκευμένου ακινήτου στο όνομα του ενυπόθηκου οφειλέτη∙
(β) σημειώνει την καθεμία από τις μετά τη διάσπαση υποθήκες στη σύμβαση και δήλωση της αρχικής υποθήκης∙
(γ) εκδίδει στον ενυπόθηκο οφειλέτη αντίγραφο του πιστοποιητικού εγγραφής της καθεμίας εκ των μετά τη διάσπαση υποθηκών.
(6) Οι μετά τη διάσπαση υποθήκες, ως σύνολο, διατηρούν την ίδια σειρά προτεραιότητας που είχε η αρχική υποθήκη σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο εμπράγματο βάρος το οποίο συστάθηκε επί του ακινήτου που υπέκειτο στην αρχική υποθήκη.
(7) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (6), η πρώτη σε σειρά προτεραιότητας υποθήκη μεταξύ των μετά τη διάσπαση υποθηκών, ως αυτή η σειρά θα καθοριστεί από τον ενυπόθηκο δανειστή σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2), θα έπεται τυχόν εμπράγματου βάρους που, κατά την εγγραφή της διάσπασης, προηγείτο της αρχικής υποθήκης και η τελευταία σε σειρά προτεραιότητας υποθήκη μεταξύ των μετά τη διάσπαση υποθηκών, ως αυτή η σειρά θα καθοριστεί από τον ενυπόθηκο δανειστή σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2), θα προηγείται τυχόν εμπράγματου βάρους που, κατά την εγγραφή της διάσπασης, έπετο της αρχικής υποθήκης κατά την εγγραφή της διάσπασης.
(8) Με εξαίρεση τη μεταξύ τους σειρά προτεραιότητας και το ποσό που θα εξασφαλίζεται από καθεμία από αυτές, θέματα τα οποία ρυθμίζονται στην έγγραφη δήλωση που θα καταχωρίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), η καθεμιά από τις μετά τη διάσπαση υποθήκες διέπεται από τους όρους της αρχικής υποθήκης, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε πρόσθετων όρων αυτής, οι οποίοι παραμένουν ισχυροί, δεσμεύουν και διαβάζονται τηρουμένων των αναλογιών, έτσι ώστε να δεσμεύουν τα μέρη της αρχικής υποθήκης σε σχέση με καθεμία από τις μετά τη διάσπαση υποθήκες.