37.-(1) Εν περιπτώσει υπερημερίας περί την πληρωμήν ενυποθήκου χρέους διά περίοδον ενός μηνός ή μείζονα τοιαύτην από της ημερομηνίας καθ’ ην τούτο κατέστη πληρωτέον συμφώνως προς τους όρους της υποθήκης ή, αναλόγως της περιπτώσεως, τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται να επιδώση τω ενυποθήκω οφειλέτη κατάστασιν λογαριασμού και έγγραφον ειδοποίησιν καλούσαν τούτον όπως πληρώση το οφειλόμενον ποσόν ως καθορίζεται εν τη άνω μνησθείση καταστάσει, και πληροφορούσαν τούτον ότι, εάν συνεχισθή η υπερημερία πληρωμής του ποσού τούτου διά περίοδον ενός μηνός από της ημερομηνίας της επιδόσεως της τοιαύτης ειδοποιήσεως, θα υποβληθή τω Διευθυντή αίτησις πωλήσεως του ακινήτου όπερ βαρύνεται διά του ενυποθήκου χρέους προς εξόφλησιν αυτού.
(2) Εάν ο ενυπόθηκος οφειλέτης δεν συμμορφωθή προς την επιδοθείσαν αυτώ συμφώνως ταις διατάξεσι του εδαφίου (1) ειδοποίησιν εντός της διά ταύτης καθοριζομένης προθεσμίας, ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται δι’ αιτήσεως να ζητήση παρά του Διευθυντού την πώλησιν του ως είρηται ακινήτου, προσάγων ένορκον δήλωσιν περί του γεγονότος ότι το εκτιθέμενον εν τη ως είρηται καταστάσει ποσόν κατέστη πληρωτέον, ότι ετηρήθησαν αι διατάξεις του προμνησθέντος εδαφίου και ότι το ως είρηται ποσόν ή μέρος αυτού παραμένει εισέτι απλήρωτον.
(3) Οσάκις ακίνητον αναφορικώς προς ο εγένετο αίτησις πωλήσεως δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου βαρύνεται ωσαύτως διά της πληρωμής οιουδήποτε ποσού εξασφαλιζομένου δι’ έτερας υποθήκης, προγενεστέρας ή μεταγενεστέρας της υποθήκης προς εξόφλησιν της οποίας εγένετο η αίτησις, άμα τη λήψει της αιτήσεως ο Διευθυντής γνωστοποιεί το γεγονός τούτο εις τον ενυπόθηκον δανειστήν πάσης μεταγενεστέρας υποθήκης όπως εντός ενός μηνός παράσχη τω Διευθυντή ένορκον δήλωσιν περί το εξασφαλιζόμενον υπό της ως είρηται υποθήκης ποσόν ως και περί το δυνάμει ταύτης εκάστοτε πληρωτέον τοιούτο:
Νοείται ότι άπαντα τα δυνάμει του εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου εισπρακτέα τέλη και δικαιώματα διά την υπό του Διευθυντού διενεργηθησομένην γνωστοποίησιν προκαταβάλλονται υπό του αιτούντος την πώλησιν ενυποθήκου δανειστού και λογίζονται ως προσηκόντως υπ’ αυτού διενεργηθέντα έξοδα εν αναφορά προς νόμιμα μέτρα ληφθέντα προς είσπραξιν του υπό της υπέρ αυτού συσταθείσης υποθήκης εξασφαλιζομένου ποσού.
(4) Εάν ο Διευθυντής πεισθή ότι ετηρήθησαν αι διατάξεις των προηγουμένων εδαφίων δύναται, τηρουμένων των διατάξεων του περί Παραγραφής Νόμου και των άρθρων 39, 40, 41 και 51 του παρόντος Νόμου, να μεριμνήση διά την συμφώνως τω παρόντι Νόμω πώλησιν του ακινήτου του βαρυνομένου διά της πληρωμής του ενυποθήκου χρέους.