7.-(1) Οιαδήποτε απόφασις ληφθείσα υπό του Δικαστηρίου υπόκειται, εντός τεσσαράκοντα δύο ημερών από της ημέρας της εκδόσεως της, εις έφεσιν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
(2) Το Δικαστήριο μπορεί σε οποιοδήποτε στάδιο κάθε διαδικασίας που διεξάγεται ενώπιον του να επιφυλάξει προς εξέταση από το Ανώτατο Δικαστήριο οποιαδήποτε νομικά ζητήματα προκύπτουν κατά τη διαδικασία αυτή με τη μορφή υπομνήματος το οποίο-
(α) Συντάσσεται από το Δικαστήριο και εκθέτει με συντομία τα γεγονότα ως προς τα οποία θα εφαρμοστεί ο Νόμος και το νομικό ζήτημα ή τα νομικά ζητήματα πάνω στα οποία θα εκδοθεί η απόφαση.
(β) Αποστέλλεται από το Γραμματέα του Δικαστηρίου στον Πρωτοκολλητή του Ανώτατου Δικαστηρίου.
(γ) Κατατίθεται για συζήτηση με τον τρόπο με τον οποίο το Ανώτατο Δικαστήριο θα διατάξει.
(3) Το Ανώτατο Δικαστήριο εκδικάζει και εκδίδει απόφαση πάνω στο νομικό ζήτημα ή τα νομικά ζητήματα που εγείρονται όσον αφορά την ειδική αυτή υπόθεση και ακολούθως διαβιβάζει το ζήτημα στο Δικαστήριο μαζί με τη γνώμη του πάνω σ’ αυτό, η οποία είναι δεσμευτική για το Δικαστήριο.