10.-(1) Οσάκις το ενοίκιον το πληρωτέον δι’ οιανδήποτε κατοικίαν ή κατάστημα καταχωρίζεται εις μητρώον τηρούμενον δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9, δεν είναι νόμιμον διά τον ιδιοκτήτην να λαμβάνη έναντι του ενοικίου της κατοικίας ή του καταστήματος, εν σχέσει προς την διετή περίοδον ήτις έπεται της ημερομηνίας ενάρξεως καταβολής του ως αύτη κατεχωρήθη εις το μητρώον, οιονδήποτε ποσόν καθ’ υπέρβασιν του ούτω καταχωρισθέντος ενοικίου ή να θέτη ως όρον της παραχωρήσεως, ανανεώσεως ή συνεχίσεως της ενοικιάσεως της κατοικίας ή καταστήματος, πληρωμήν οιουδήποτε ποσού επιπροσθέτως προς το ενοίκιον.
(2) Πας όστις καταβάλλει ή αποδέχεται ως ενοίκιον ή υφ’ οιανδήποτε άλλην μορφήν οιονδήποτε ποσόν πέραν του καθορισθέντος υπό του Δικαστηρίου ενοικίου είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και υπόκειται εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους τρεις μήνας ή εις πρόστιμον μη υπερβαίνον τας πεντακοσίας λίρας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας και το ούτω εισπραχθέν ποσόν καταβάλλεται εις το Ταμείον Επιδοτήσεως Ενοικίων:
Νοείται ότι είναι νόμιμον διά τον ιδιοκτήτην να αποδέχεται και διά τον ενοικιαστήν να καταβάλλη οιονδήποτε ποσόν πέραν του καθορισθέντος υπό του Δικαστηρίου ενοικίου εάν, μετά την λήξιν της διετούς περιόδου της αναφερομένης εν τω εδαφίω (1) του παρόντος άρθρου, αμφότερα τα συμβληθέντα μέρη έλθουν εις διαπραγματεύσεις και δι’ ιδιωτικής συμβάσεως συμφωνήσουν ετέραν αύξησιν του ενοικίου νοουμένου ότι η τελευταία δεν θα υπερβαίνη το εκάστοτε καθοριζόμενον ανώτατον όριον αυξήσεως του ενοικίου συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 8 του παρόντος Νόμου.